Δευτέρα, Δεκεμβρίου 05, 2016

Πόθεν Να Πάρει Μάνα Μου;

Πέρασαν κιόλας 19 μέρες από τη γέννηση του υψηλού μικρού και εγώ αισθάνομαι ότι πέρασαν μόνο 24 ώρες. Βρισκόμαστε επί ποδός πολέμου έκτοτε. Δεν ξεχωρίζουμε τις μέρες από τις νύχτες, τις ημέρες από τις εβδομάδες. Διανύουμε συνέχεια μία ευθεία χρονική στιγμή την οποία αντιμετωπίζουμε αναλόγως του πως έρχονται τα πράγματα. Κοιμόμαστε όποτε μπορούμε, κάνουμε μπάνιο όποτε μπορούμε, τρώμε όποτε μπορούμε και ουχί τις ώρες που μέχρι τώρα ήμασταν συνηθισμένοι. Δεν υπάρχει πρόγραμμα. Μόνο σειρήνες πολέμου. Βαράνε και εμείς τρέχουμε.

Δεν γκρινιάζω, ούτε μιζεριάζω όμως. Η χαρά του παιδιού είναι τεράστια. Μην επηρεάζεσαι αρνητικά από όσα σου διηγείται ο καθένας. Ναι, υπάρχει κούραση, η οποία όμως εξαργυρώνεται στο δεκαπλάσιο από έναν απλόν και μόνον μορφασμό του. Αυτό βέβαια δεν θα στο πει κανείς. Θα το κρατήσει για τον εαυτό του. Ε, στο λέω εγώ. Είναι κρίμα να παρουσιάζουμε τον ερχομό ενός μωρού σαν τον τέλος του κόσμου. Και στο κάτω, κάτω, αν δεν είσαι έτοιμος να αποχωριστείς αυτό τον ηλίθιο κόσμο, όπως τον έζησες μέχρι τα 35 σου, τότε δεν είσαι έτοιμος για παιδί ούτως ή άλλως.

Επίσης, αν κάτι επιβεβαίωσα αυτές τις 19 μέρες είναι ότι το παιδί σου, ως απότοκο κατά 50% δικό σου και 50% της γυναίκας σου, θα έχει τα χούγια εσένα και της γυναίκας σου. Ποιος ο λόγος να κάθεσαι και ν’ ακούς τι κάνει το παιδί του καθενός και να τρομάζεις με το αν κοιμάται ή όχι, αν κλαίει, αν χέζει κτλ; Εγώ το έλεγα πάντα στη Μπρέντα, «Το μωρό μας θα πάρει από μένα και θα κοιμάται σαν να μην υπάρχει αύριο!» Και ναι, κοιμάται, φτου μην το βασκάνω. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν κουραζόμαστε για χίλιους δυο άλλους λόγους, αλλά ναι, αν δεν τον ξυπνήσουμε να φάει δεν ξυπνά από μόνος του.

Άλλα είναι τα χούγια του γιου μου, για τα οποία φυσικά δεν μπορώ να κλαίγομαι καθότι εγώ του τα κληροδότησα. Είναι τελειομανής και εκλεκτικός. Άπαξ και αρχίσει να κλαίει και θέλει τραγούδι για να ηρεμήσει δεν αρέσκεται ούτε αρκείται σε ημίμετρα. Δεν μπορείς δηλαδή να ξεμπερδέψεις με ένα ρεφραινάκι από ένα παιδικό τραγούδι και έξω απ’ την πόρτα. Θέλει τραγούδι με αρχή, μέση τέλος και πάθος στην ερμηνεία. Αν καταλάβει ότι το τραγουδάς διεκπεραιωτικά, για να τον νανουρίσεις να ξεμπερδεύεις, αρχίζει και ουρλιάζει. Θέλει διακυμάνσεις στη φωνή, θέλει ψηλές και χαμηλές. Θέλει να το παίρνεις σοβαρά. Αυτά πληρώνω τώρα, να μάθω να του τραγουδώ από τον καιρό που ήταν ακόμα μες την κοιλιά της μάνας του. Τραγούδα τώρα Αντίχριστε.

Τραγουδώ τα άπαντα του Ντίσνεϊ. Ξεκινούμε με Αλαντίν κάνουμε πέρασμα από Ωραία και το Τέρας, ολίγη Μικρή Γοργόνα, τελειώνουμε με Ταρζάν. Δεν γουστάρει να τα ακούει με λόγια. Θέλει μόνο τη μελωδία ει δυνατόν με «λα,λα,λα». Αν του τα πεις με «να,να,να», πιθανόν να στραβομουτσουνιάσει. Ιδιορρυθμία στο έπακρον. Επίσης του αρέσει η κλασσική μουσική, δεν θέλει λαϊκά με τίποτα, και για Άννα Βίσση δείχνει ελάχιστη ανοχή, κυρίως σε τραγούδια από τη δεκαετία του ’80. Όλα τα άλλα του προκαλούν εκνευρισμό. Οι συναυλίες διαρκούν 40 λεπτά κατά μέσο όρο και συνοδεύονται και από χορευτικά ενόσω αυτός προσπαθεί να αποκοιμηθεί στην αγκαλιά μου. Ναι, ούτε το στατικό το εγκρίνει. Οι δονήσεις που δέχεται το κορμάκι του εξ αιτίας των χορευτικών, του πήγαινε-έλα στην κουζίνα τον ηρεμούν. Μην τυχόν και σταματήσω όμως, ανοίγει τα μάτια του απότομα και με καρφώνει με ένα τόσο γνωστό και επικριτικό βλέμμα τύπου «ποιος σου είπε να σταματήσεις;» και με γειώνει.

Άρτον και θεάματα ο κύριος. Ε, βέβαια, από ποιον να πάρει Θεέ μου. Χαλάλι οι πόνοι στη μέση, χαλάλι η εξάρθρωση της ωμοπλάτης, χαλάλι τα ξενύχτια, χαλάλι τα πάντα. Η ασφάλεια με την οποία αποκοιμιέται στο τέλος πάνω μου και η γαλήνη που εκπέμπει το προσωπάκι του είναι η μεγαλύτερη επιβράβευση.


Και κάπως έτσι κυλούν οι μέρες και οι νύχτες μας. 

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

τι όμορφο κείμενο, να τον χαίρεστε