Ήμασταν μέσα σε ένα κατάμεστο
θέατρο, τόσο κατάμεστο που το διοξείδιο του άνθρακα από τις εκπνοές των θεατών
μου προκαλούσε ζάλη και υπνηλία, και παρακολουθούσαμε μια παράσταση που
διαδραματιζόταν στη Μπελ Επόκ. Οι ηθοποιοί φορούσαν λουδοβίκειες περούκες με
μπούκλες, τα φορέματα των κυριών απαρτίζονταν από στενούς κορσέδες και βαθιά
ντεκολτέ, ενώ επί σκηνής βρισκόταν ένα πιάνο το οποίο έπαιζε χαριτωμένες
φιοριτούρες ως γεμίσματα ανάμεσα στις σκηνές. Όπως κατάλαβες, δεν είχα καλύτερο
από το να βλέπω Κύπριους ηθοποιούς να ανασταίνουν μέσα στο παραγκοθέατρο την
εποχή της αναγέννησης.
Εκεί που ήμουν έτοιμος να κουτουλήσω
από τη νύστα, μία κυρία λίγες θέσεις πιο πίσω μας, άρχισε να φωνάζει τον άντρα
της. «Πολυκράτη, Πολυκράτη!» Δεν είχα καταλάβει τι γίνεται, νόμισα ότι κάποια
ηθοποιός μπήκε στη σκηνή από την πλατεία των θεατών. Άλλωστε, πόσο πιθανό ήταν
να βρίσκομαι στο ίδιο θέατρο με κάποιον που τον λένε Πολυκράτη; Είχα να ακούσω
αυτό το όνομα από τον καιρό που έβλεπα ανελλιπώς στο βίντεο το «Μια Ιταλίδα απ’
την Κυψέλη». Τέλος πάντων, όπως ήδη σωστά μάντεψες, ο κύριος Πολυκράτης έπαθε
καρδιακή προσβολή. Η σύζυγός του το διαπίστωσε πανικόβλητη όταν αυτός
κουτούλησε αναίσθητος στο μπροστινό κάθισμα. Πάλι καλά που τον κατάλαβε να λες
- αν ήμουν εγώ θα νόμιζα πως επρόκειτο γι άλλον έναν σαν εμένα που έκοψε τη
φλέβα από το θέαμα.
Ανοίγουν τα φώτα της πλατείας, οι
υπεύθυνοι του θεάτρου ανοίγουν τις πόρτες στο πλάι για να μπει καθαρός αέρας,
ενώ κάποιοι καλοί Σαμαρείτες εκ των θεατών, φορτώνονται τον κύριο Πολυκράτη και
τον μεταφέρουν έξω, ώσπου να έρθει το ασθενοφόρο. Τον εναπέθεσαν στο χώμα και
άρχισαν να του ρίχνουν μπάτσες να τον συνεφέρουν. Ταυτοχρόνως, η πρωταγωνίστρια
με την περούκα α λα Μαρία Αντουανέτα, αυτή με τα συμπιεσμένα βυζιά τέλος
πάντων, αρχίζει να ωρύεται μέσα στο συγχυσμένο πλήθος, για το κακό που μας
βρήκε. Μιλούσε σαν να συνέχιζε να παίζει το έργο, σαν να μην είχε διακοπεί η
παράσταση, ενώ ο συμπρωταγωνιστής της απαντούσε στο ίδιο ύφος.
«Βγάλτε τον άνθρωπο στο ύπαιθρον να
πάρει καθαρό αέρα, καλοί μου δούλοι.»
«Ω, μα, ας καλέσει κάποιος τον
γιατρό, υψηλοτάτη μου. Ο κύριος φαίνεται να έχει χάσει τις αισθήσεις του, κάτι
σοβαρό συμβαίνει. Μα, δεν υπάρχει κάποιος εύκαιρος εις τα ανάκτορά σας;»
Η κυρία του κυρίου Πολυκράτη, στο
μεταξύ, να έχει γονατίσει από πάνω του και να του κάνει αέρα με το πρόγραμμα
και την αφίσα της παράστασης και να του λέει «Πολυκράτη, κοίτα με, Πολυκράτη,
σου μιλάω!» Τίποτα εκείνος, ουδεμία αντίδραση. Και εμείς, οι
θεατές να έχουμε σχηματίσει ένα κύκλο γύρω του και να μην ξέρουμε πού να
κοιτάξουμε. Τον Πολυκράτη που τα κακάρωσε ή τους ηθοποιούς που αντιμετώπιζαν
την κατάσταση σαν φυσική συνέχεια της παράστασης;
Το σουρεάλ του πράγματος κορυφώθηκε
όταν ο πιανίστας, που ήταν ακόμα καθισμένος στο πιάνο της σκηνής, άρχισε να
παίζει ένα χαρούμενο βαλς. Οι πρωταγωνιστές πιάστηκαν στα χέρια και άρχισαν να
χορεύουν ανέμελα, ενώ καθώς στριφογύριζαν ο άντρας είπε στη γυναίκα ότι με τη
φτερωτή της βεντάλια θα μπορούσε να είχε σώσει τον κ. Πολυκράτη αν του έκανε
λίγο αέρα. Εκείνη χαχάνισε, και πριν προλάβει να απαντήσει, μία άσχετη κυρία
από το κοινό διέκοψε το νούμερό τους κακίζοντάς τη στάση τους απέναντι στον
άτυχο άντρα: «Δεν ντρέπεστε, ο άνθρωπος είναι αναίσθητος και εσείς μας
κοροϊδεύετε... Μα, δεν υπάρχει ένας υπεύθυνος να μας πει τί να κάνουμε;»
Η γυναίκα του κ. Πολυκράτη έβγαλε το
κινητό της και κάλεσε στο σπίτι γιατί «ο μπαμπάς έπαθε κάτι σοβαρό», ενώ το
ασθενοφόρο κατέφθασε στον πίσω χώρο του θεάτρου. Εν μέσω αχρησιμοποίητων
σκηνικών, πολλών μαύρων σακουλιών σκουπιδιών, χασκόντων θεατών, μιας σειρήνας
ασθενοφόρου που στρίγγλιζε και δυο αχάπαρων ηθοποιών που χόρευαν βαλς, ο κύριος
Πολυκράτης διαμετακομίστηκε στο γενικό νοσοκομείο. Η κυρία του σε κατάσταση σοκ
εξακολουθούσε να προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον οικογενειακό της γιατρό,
«δεν ξέρω τι έπαθε, εκεί που βλέπαμε την παράσταση έγειρε και έσβησε. Ναι, του
δίνω το χάπι του κάθε πρωί.»
Δεν είχαμε κινητά με κάμερα τότε
ώστε να απαθανατίσω το εκπληκτικό αυτό σκηνικό, (το οποίο παρεμπιπτόντως θα
χτυπούσε δίχως άλλο εκατοντάδες likes στο Facebook), το οποίο θα μπορούσε
κάλλιστα να ήταν στημένο. Θυμάμαι όμως πως, με το που αποχώρησε το ασθενοφόρο,
οι ταξιθέτριες μας οδήγησαν πίσω στις θέσεις μας, σχεδόν με το ζόρι, παρόλες
τις διαμαρτυρίες των θεατών για την αναλγησία που επέδειξαν οι ηθοποιοί μπροστά
στην τραγωδία. Η παράσταση συνεχίστηκε από εκεί που έμεινε, αλλά όπως
καταλαβαίνεις δεν ήμουν σε θέση να την παρακολουθήσω, είχα σοκαριστεί, ούτε που
θυμάμαι τίποτα άλλο σχετικό με την εξέλιξη της υπόθεσης.
Το μόνο που θυμάμαι ξεκάθαρα ήταν
ότι μέχρι το τέλος της παράστασης επικρατούσε ένας υπόκωφος αναβρασμός μεταξύ
μας, όλοι συζητούσαμε ψιθυριστά ανησυχώντας για την κατάσταση της υγείας του
κυρίου Πολυκράτη. Όταν οι ηθοποιοί έκαναν, επιτέλους, υπόκλιση τους χαρίσαμε
ένα χλιαρότατο χειροκρότημα - προσωπικά απόρησα πώς δεν έπεσαν και φάπες, και
απομακρυνθήκαμε άπαντες κακήν κακώς από το θέατρο.
Βγαίνοντας από το κτήριο, καθ’ οδόν
προς τον χώρο στάθμευσης εντόπισα τους εν λόγω ηθοποιούς με τα κανονικά τους
ρούχα, να σπεύδουν προς τα αυτοκίνητά τους. Παρόλο που φορούσαν τζιν και
πουκάμισο, δεν είχαν προλάβει να βγάλουν το μακιγιάζ, ούτε είχαν προλάβει να
χτενιστούν σαν άνθρωποι. Κάπου μεταξύ σύγχρονης πραγματικότητας και ρόλου, η
γυναίκα παρότρυνε τον άντρα να βιαστούν, μπας και προλάβουν τον άνθρωπο
ζωντανό. Το αυτοκίνητο έβαλε μπρος και χάθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα, ενώ καθώς
χανόταν στο στενό μπορούσα από τα μισάνοιχτα παράθυρά του να ξεχωρίσω ένα
βαλς αντίστοιχο με εκείνο της παράστασης να παιανίζει και να σβήνει στον αέρα.
Την επόμενη μέρα έψαξα στις
εφημερίδες αλλά δεν είδα καμία αναγγελία θανάτου.
Ούτε ένας Πολυκράτης νεκρός σε
ολόκληρη τη χώρα.
______________________________________________________________