Χάθηκα λίγο τις τελευταίες μέρες, γιατί ήμασταν
στη Βενετία, διακοπές.
Δεν ξέρεις τι χάνεις αν δεν έχεις πάει στη
Βενετία. Έχω πάει τον γύρο της Ιταλίας δύο φορές μέχρι σήμερα, αλλά ποτέ δεν
πέρασα από εκεί. Τώρα που έχω έτερο ήμισυ και δικαιολογείται η εκεί παρουσία
μου, του έδωσα και κατάλαβε.
Μα, ό, τι και να σου πω είναι λίγο. Έχω πάει σε
όλες τις must-see ευρωπαϊκές πόλεις αλλά η Βενετία κερδίζει εύκολα. Κερδίζει
ακόμα και τη Βαρκελώνη, η οποία όμως παίζει σε άλλη κατηγορία καθότι πιο
μοντέρνα και πιο lifestyle. Ενώ, η Βενετία
είναι ένα παραμύθι από την αρχή μέχρι το τέλος.
Δεν ξέρω τι να σου πρώτο-περιγράψω. Τη Βενετία
δεν την περιγράφεις, μόνο την αισθάνεσαι, έτσι θα αρκεστώ στα πιο φλέγοντα:
Το πρώτο βράδυ έβρεξε αρκετά με αποτέλεσμα να
πλημμυρίσει η πλατεία του Αγ. Μάρκου. Μέχρι τον αστράγαλο έφτανε το νερό, δεν
πίστευα στα μάτια μου. Όλο το αθλητικό παπούτσι μέσα στο νερό, μούσκεμα το
παντελόνι, οι κάλτσες… Πού να στα λέω, κακήν κακώς γυρίσαμε στο ξενοδοχείο. Οι
ντόπιοι, συνηθισμένοι σε κάτι τέτοια, φορούσαν γαλότσες και περπατούσαν
απτόητοι. Για εμάς, ήταν εμπειρία. Είναι όλοι προετοιμασμένοι για κάτι τέτοια, για
να καταλάβεις, τα μαγαζιά έχουν ειδικά, μεταλλικά παραπετάσματα με τα οποία
κλείνουν τις πόρτες τους για να μην πλημμυρίσουν, ενώ ο Δήμος στήνει ειδικά
τραπέζια κολλημένα μεταξύ τους για να λειτουργήσουν ως αποβάθρες σε περίπτωση
που η περιδιάβαση καθίσταται ανάγκη.
Ευτυχώς, το επόμενο πρωί μας έκανε τέλειο
καιρό. Με το που είδαμε ήλιο νοικιάσαμε μια γόνδολα και πήγαμε βαρκάδα. Εκατό ευρώ
σκάσαμε του Φάμπιο του γονδολιέρη, παρακαλώ. Εκατό ευρώπουλα, κολλαριστά,
κολλαριστά! Με δέκα κούρσες την ημέρα, την προίκα του θα φτιάξει! Αλλά, κι
εμείς όμως… το κατά-ευχαριστηθήκαμε: Ρίξαμε κάτι καντάδες μέσα στη γόνδολα, όλη
η πόλη μας άκουσε! Δολοφονήσαμε όλα τα ιταλικά τραγούδια που ξέρουμε από
καταβολής Γιουροβίζιον, μέχρι Αλ Μπάνο και Ρομίνα Πάουερ, ενώ ρίξαμε και μια
Θεοδωρίδου έτσι να μας βρίσκεται, εφόσον ήταν και επίκαιρη (ναι, στο «αν
υπάρχει παράδεισος» αναφέρομαι, ξέρεις εσύ). Ο γονδολιέρης μας είπε: “you are a very funny couple”, ενώ συμπλήρωσε: “So, what were you guys drinking?”
Ανοίξαμε ψιλή κουβέντα με τον γονδολιέρη, αυτόν που βλέπεις πιο πάνω, ο
οποίος μεταξύ άλλων μας δήλωσε ότι μια φορά έπεσε μέσα στο κανάλι καθώς
προσπαθούσε να οδηγήσει τη γόνδολα, ενώ οι τουρίστες που χάνουν πιο συχνά την
ισορροπία τους και πέφτουν στα βρόμικα νερά είναι, φυσικά, οι Κινέζοι. “Unfortunately, they exist!” μας είπε. Πλάκα,
πλάκα, το 90% των γόνδολων, Κινέζους είχε μέσα.
Ένα βράδυ πήγαμε στην όπερα. Ναι, είχαμε και
στο χωριό μας. Είδαμε και ακούσαμε τον «Κουρέα της Σεβίλλης» σε ένα παλάτζο
(μην ψήνεσαι, όλα τα αρχοντικά για παλάτια στα πλασάρουν οι Ιταλιάνοι),
καταχωνιασμένο σε κάτι στενοσόκακα. Η κάθε πράξη του έργου διαδραματιζόταν σε
διαφορετικό σαλόνι και το κοινό μετακινούνταν από σάλα σε σάλα με το κρασάκι
ανά χείρας, απολαμβάνοντας τις άριες. Να σου πω την αλήθεια, λίγο βαρύς μου
έκατσε ο Φίγκαρο. Ήταν στα ιταλικά το έργο, Ιταλικά δεν ομιλώ, κατάλαβες. Είχε
στιγμές που η φλέβα με εκλιπαρούσε να την κόψω. Εντούτοις και παρόλα τα «αν θες
να φύγουμε, θα φύγουμε» της Μπρέντας, άντεξα μέχρι τέλους! Οι ηθοποιοί ήταν
κανονικά ντυμένοι με αναγεννησιακές περούκες, μεσάτα φουστάνια, βαθιά ντεκολτέ,
καταλαβαίνεις, μόνο εικονογραφημένο που δεν στο δείχνω. Η δε ορχήστρα,
ωραιότατη, ένα πιάνο, δυο βιολιά, μια κιθάρα και ένα βιολοντσέλο, ό, τι
καλύτερο. Όπως και να ‘χει, όπερα ξανά μόνο στους ‘Δαίμονες’ της Βίσση μου,
γιατί έχει και η δηθενιά τα όριά της.
Με μεγάλη μας έκπληξη παρατηρήσαμε ότι οι
καφετέριες στην πλατεία του Αγ. Μάρκου διαθέτουν μίνι κλασικές ορχήστρες οι
οποίες παίζουν θέματα από διάφορα μιούζικαλ καθώς εσύ απολαμβάνεις τον καφέ
σου. Έναν καφέ που τον χρυσοπληρώνεις, καθότι στην τιμή συμπεριλαμβάνεται ένα
10ευρω ως αντίτιμο για τις μελωδίες που παιανίζει η ορχήστρα, αλλά για μια φορά
στη ζωή, αξίζει να το χαρείς. Στη δική μας περίπτωση ακούσαμε ένα ποτπουρί από
τραγούδια του “the sound of music”. Ήρθαμε στο τσακίρ κέφι, μόνο καρσιλαμά που
δεν χορέψαμε.
Κατά τα άλλα, πήγαμε και στο παλάτι των
Δόγηδων, και στο μουσείο της μουσικής, και στην πινακοθήκη academia αλλά και στο θέατρο της Βενετίας για να το
δούμε παρασκηνιακά. Το τελευταίο, απερίγραπτο! Ντρέπεσαι να μπεις μέσα. Είναι
αλήθεια, μια μελαγχολία την νιώσαμε όταν συγκρίναμε τα πάντα εκεί με το πού
ζούμε εδώ, αλλά δεν θα μπω ξανά σ’ αυτό το μεντάλιτι. Το πήρα απόφαση, είμαστε
ζόπποι! Με τόση παιδεία που είδα στη Βενετία δεν είναι ν’ απορείς γιατί
οι Ιταλοί είναι τόσο όμορφος λαός. Όμορφος με την ουσιαστική έννοια του όρου,
βεβαίως, βεβαίως.
Για μήνα Απρίλη είχε αρκετό κρύο και ευτυχώς
γιατί έτσι δεν μύριζαν τα νερά στα κανάλια. Επίσης, δεν είχε κουνούπια, τα
οποία τους καλοκαιρινούς μήνες μάθαμε ότι κάνουν θραύση. Παρόλα αυτά, είχε πάρα
πολλούς τουρίστες. Ουρές οι Γιαπωνέζοι για να μπουν στον καθεδρικό! Απορώ τι
γίνεται το καλοκαίρι που η Βενετία σφύζει από ζωή.
Μεταξύ άλλων σημείωσε ότι:
Είδα τα ωραιότερα μαγαζιά ρούχων. Πολλή χλιδή.
Τις τιμές απέφευγα να τις δω για ευνόητους λόγους.
Πουλιέται πολλή μάσκα στα souvenir shops. Κάποιες στιγμές
μπαίνεις στη διαδικασία να αγοράσεις μία, άμα σκεφτείς όμως, ότι μόνο στο
καρναβάλι της Λεμεσού θα την φορέσεις, την επανατοποθετείς στο ράφι της.
Παρόλο που οι Ιταλοί δεν ξέρουν γρι αγγλικά,
στη Βενετία τα μιλούσαν άπαντες φαρσί, από τον πρώτο περαστικό που ρωτήσαμε
οδηγίες κατεύθυνσης, μέχρι τον τελευταίο σερβιτόρο ο οποίος μάλιστα όταν άκουγε
ότι μιλάμε ελληνικά έκανε ο ίδιος φιλότιμες προσπάθειες να μας επιδείξει όσα
ξέρει κι εκείνος. Όχι σαν τους γύφτους που σπιτώσαμε εμείς εδώ μέσα, που τους
μιλάς ελληνικά και σε κοιτάνε σαν εξωγήινοι: «English please!» - σκατά να φάτε.
Ταξιδέψαμε με Ryanair και δεν στο συνιστώ. Κατ’ αρχάς, το ότι παρέχει φτηνά εισιτήρια είναι
μύθος. Έκανα 4 ταξίδια πρόσφατα με άλλες αερογραμμές, κι όμως αυτό ήταν μακράν
το πιο ακριβό με όλους τους φόρους που κλήθηκα να πληρώσω. Επίσης, δεν θέλεις
να ξέρεις τι γίνεται όταν ανοίγουν οι πόρτες του αεροπλάνου και τρέχουν οι
Κυπραίοι σαν αλαλάζον κοπάδι να προλάβουν να κάτσουν στη θέση της αρεσκείας
τους. Σηκώνει ανάρτηση από μόνο του το τι έζησα πάνω στο αεροπλάνο.
Shedemon, σου έφερα
μαγνήτες.
Έχω άπειρα αστεία βιντεάκια να σου δείξω, από
κοντά όμως γιατί η Μπρέντα δεν γουστάρει. Δηλώνω με άπλετο σοκ και δέος ότι
αυτό το ταξίδι πήρε τη σχέση μας δυο σκαλοπάτια πιο ψηλά και είναι ευχάριστα
παράξενο το όλο συναίσθημα.
Πέρασα εξαιρετικά και ήμουν πραγματικά
ευτυχισμένος.