Κοίτα να δεις τι συνέβη σήμερα και μου τάραξε τη μέρα,
Με κάλεσαν να συμμετάσχω σε μία εκπομπή του ΡΙΚ, στο Art Café της
Μαρίνας Μαλένη συγκεκριμένα, και να μιλήσω για την εμπειρία μου στο
ερασιτεχνικό θέατρο. Πήγα σήμερα κανονικά στο ραντεβού, συνάντησα την κοπέλα που θα μου
έπαιρνε τη συνέντευξη και μου είπε πάνω κάτω πού θα κυμαινόταν η κουβέντα. Ήρθε
κι ένας τεχνικός με καλωδίωσε, στήθηκε ο προβολέας, η κάμερα, και άρχισα να
μιλώ.
Πριν προλάβω καν να ολοκληρώσω την πρώτη μου πρόταση ο
κάμεραμαν διέκοψε το γύρισμα και έμπηξε μια φωνή, τύπου: «Παναγία μου, βλέπω και
ακούω μπροστά μου ένα φίλο μου!» Έμεινα σύξυλος εγώ, μου πήρε λίγη ώρα να
καταλάβω τι συμβαίνει οπότε και με ρώτησε: «Είσαι ο γιος του φίλου μου του τάδε;!»
Πριν προλάβει να τελειώσει την πρότασή του, θυμήθηκα ότι ο πατέρας μου είχε ένα
φίλο κινηματογραφιστή στο ΡΙΚ, ο οποίος μάλιστα μας είχε ξεναγήσει στα ενδότερα
του ιδρύματος όταν ήμουν παιδάκι και πάσχιζα να δω πώς γυρίζονται όλα αυτά τα
προγράμματα που με καθήλωναν με τις ώρες στην τηλεόραση. «Είναι απίστευτο, μιλάτε με ακριβώς τον ίδιο τρόπο, είναι σαν να τον ακούω!»
Με τα χρόνια ο οικογενειακός μας φίλος άλλαξε, άλλαξα κι εγώ,
δεν με θυμόταν, είχε να με δει από μωρό του Δημοτικού, ούτε εγώ ήξερα τι είχε
απογίνει. Τρομερή σκηνή, ξαφνικά ήταν σαν να μεταφέρθηκα από το Art Café στο
Πάμε Πακέτο. «Τον θυμάμαι τον παπά σου, είχα πάει μια φορά να τον ρωτήσω για την
κατάσταση της υγείας του δικού μου, και αντί να με παρηγορήσει μου είπε
ευθέως: θα πεθάνει παρ’το απόφαση!»
Όταν καταλάγιασε ο ενθουσιασμός κι από τις δύο πλευρές, άρχισα να μιλώ στην κάμερα, αλλά όλη αυτή η αναγνώριση που παρέπεμπε σε αρχαίο
δράμα με συντάραξε και δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ ιδιαίτερα στο τι έλεγα.
Ήμουν αμήχανος και μιλούσα σαν τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο. Χου κέαρς, όμως.
Χάρηκα τόσο πολύ που θυμήθηκα τον παπά μου έτσι στα καλά καθούμενα και στ’
αναπάντεχα, που δεν με ενδιαφέρει αν θα βγω στο γυαλί σαν το ξυλάγγουρο.
Αυτό το πράμα είναι το πένθος, φίλε μου. Που με τα χρόνια μετατρέπεται στη χαρά της ζωής. Από την ώρα του συμβάντος είμαι με ένα αδικαιολόγητο χαμόγελο στα χείλη, περιττό δε να πω, πόσο καμαρώνω για το κυνικό και άκρως καυστικό «θα πεθάνει παρ’ το απόφαση», το οποίο θα μπορούσα να είχα πει εγώ. Συνειδητοποιώ, τώρα, σ’ αυτή την ηλικία την αλυσίδα της ζωής και τους κρίκους της, και κατά κάποιο τρόπο γαληνεύω.
Όσο ήμουν μικρός, όπου πήγαινα και όπου τύχαινε να βρεθώ με ρωτούσαν αν είμαι ο γιος του τάδε, δηλ. του πατέρα μου. Επειδή η ομοιότητα ήταν τρομακτική. Τρομακτική από κάθε άποψη. Σαν παιδάκι που ήμουν, τσαντιζόμουν απίστευτα και ουδόλως μπορούσα να καταλάβω τι κοινό μπορούσα να έχω εγώ με έναν 45αρη, γκριζομάλλη με φαλάκρα. Τις προάλλες, όμως, που είχα πάει για καφέ με ένα φίλο που είχε να δει τον γιο μου πολλούς μήνες, μόλις τον είδε μου είπε εντελώς αυθόρμητα: «Παναγία μου, είστε οι ίδιοι!» Και φυσικά ψήλωσα άλλους δυο πόντους από χαρά και υπερηφάνεια.
Αυτή η αλυσίδα του DNA που δημιουργήθηκε και την
οποία εκτιμάς μόνο όταν βρεθείς στη μέση της, ως ο συνδετικός κρίκος, είναι τα
μάλα καταπραϋντική. Για τη ψυχή. Αισθάνεσαι τη συνέχεια, την αιωνιότητα. Τη
χαρά της διαχρονικότητας. Σαν να είσαι το Toy Story 2 και χαίρεσαι που σου
λένε ότι θυμούνται με νοσταλγία το πρώτο ενώ το Toy Story 3 που ετοιμάζεται θα είναι
το ίδιο ενδιαφέρον και προβλέπεται να σπάσει ταμεία.
Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω.
Αυτή ήταν η μέρα μου. Ήρθα σπίτι και ξέσπασα ως είθισται
μουσικά.