Γίνομαι 42 σήμερα.
Όταν ήμουν μικρός πάντα είχα
απορία για το πώς νιώθει και το πώς αισθάνεται ένας σαραντάρης. Πώς
μεταβάλλεται ο κόσμος του, πώς διαχειρίζεται τη μετάβαση από το πρώτο μισό της ζωής
του στο δεύτερο (νοουμένου ότι θα φτάσει τα ογδόντα, δηλαδή) και άλλα τέτοια.
Ε, να που μπορώ να σου απαντήσω σήμερα, αγαπητέ εικοσάρη σε περίπτωση που
μοιράζεσαι κι εσύ τις ίδιες ανησυχίες και αυτή τη στιγμή τυχαίνει να διαβάζεις
αυτό το κείμενο.
Σου έχω ευχάριστα και δυσάρεστα
νέα.
Ποτέ δεν θα νιώσεις σαραντάρης.
Εγώ σταμάτησα στα 17. Δεν έχει αλλάξει τίποτα μέσα μου έκτοτε. Αλλά δυστυχώς
υπάρχω και υφίσταμαι σε πολλές διαστάσεις. Αν με αφήσεις μόνο μου σε ένα
δωμάτιο για τέσσερις ώρες και ξεχαστώ, θα κάνω ό,τι έκανα όταν ήμουν 17. Θα βάλω
την αγαπημένη μου μουσική, θα τραγουδήσω, μπορεί και να χορέψω, θα ψάξω να βρω
στο YouTube
όλα
τα προγράμματα της παιδικής μου ηλικίας και θα είμαι πανευτυχής. Επίσης, η
εικόνα που έχω για μένα, δεν είναι η σημερινή. Μέσα μου, νιώθω ότι έχω ακόμα
μαλλιά, ότι είμαι ακμαίος και ότι μπορώ να τρέξω ανά πάσα στιγμή χωρίς να
λαχανιάσω στα είκοσι δευτερόλεπτα. Μέσα μου νομίζω ότι ακόμα μπορώ να τρέφομαι
με υδατάνθρακες και να μην στοιβάζεται λίπος στην κοιλιά, και ότι μπορώ να
ξενυχτήσω μέχρι τις 6:00 το πρωί μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή χωρίς να
ζαλιστώ και χωρίς να γαμηθεί όλη η υπόλοιπη μέερα. Αυτά πιστεύει ακράδαντα ο
εγκέφαλος μου, λες και έχουμε ακόμα 1997-2000.
Ύστερα έρχεται το σώμα και
τον διαψεύδει. Κοιτάζομαι στον καθρέφτη και αναρωτιέμαι ποιος είναι αυτός ο
γέρος. Βλέπω τη φθορά στα δόντια μου, στα χέρια μου, στο δέρμα μου, στις αντοχές
μου και σκέφτομαι «αποκλείεται να είμαι εγώ αυτός!» Αλλά είμαι. Και αυτό είναι
λυπητερό, γι’ αυτό και το απωθώ ακόμα πιο βαθιά στο υποσυνείδητό μου και
βουλιάζω όλο και περισσότερο στο 1997 μπας και ξεγελαστώ.
Δυστυχώς, η αποδοχή της πραγματικής
μας υλικής κατάστασης δεν έρχεται ποτέ. Σήμερα μιλούσα με τη μάνα μου στο
τηλέφωνο η οποία μου είπε ότι πέρασε να δει τη γιαγιά μου, 90 ετών αισίως, και αυτή
της είπε: «είμαι 90; Απίστευτο! Έφτασα τα 90, δεν φαντάζομαι όμως να πεθάνω, ε;
Νιώθω πολύ νέα!» Σημειώστε ότι η γιαγιά μου δεν μπορεί ούτε τουαλέτα να πάει
πια, την αλλάζει η οικιακή βοηθός μέσα στο κρεβάτι κι έχει να βγει από το σπίτι
δύο χρόνια γιατί δεν μπορεί να κινηθεί εύκολα. Παρόλα αυτά, μας πληροφόρησε ότι
σκοπεύει να ζήσει κι άλλο γιατί, όπως ήδη έγραψα, «νιώθει πολύ νέα!»
Είναι ωραίο να εθελοτυφλούμε
με ρητά τύπου «είσαι όσο νιώθεις» αλλά γνωρίζουμε ότι αυτό δεν ισχύει. Υπάρχουμε
σε πολλές διαστάσεις και χρόνους, αλλά είτε θέλουμε, είτε όχι, η σάρκα είναι
αυτή που νικά στο τέλος αφού αυτή δίνει το πρόσταγμα και ψοφούμε μια κι έξω.
Εν πάση περιπτώσει, η
απάντηση στο αρχικό ερώτημα είναι αυτή: Στα σαράντα δύο μου νιώθω όπως και στα
17 μου! Αλλά όταν με κοιτάζω στον καθρέφτη, δεν ξέρω ποιος είναι αυτός που
βλέπω. Κάθε πρωί συστηνόμαστε, και μέχρι το επόμενο εύχομαι να γίνει ένα θαύμα
και να ξημερωθώ φρέσκος ως 17άρης, με το τότε δέρμα, το τότε μαλλί, και το τότε
μυαλό που μπορούσε και αποστήθιζε ολόκληρες σελίδες με δύο αναγνώσεις. Σήμερα,
για να αποστηθίσω κάτι πρέπει να το διαβάσω εκατό φορές και πάλι παίζεται αν θα
το πω όπως το διάβασα (το τι τραβώ για να μάθω τα λόγια του θεάτρου μου πια,
δεν περιγράφεται! Στα 29 μου ήξερα και τις ατάκες των άλλων. Πλέον μακάρι να
μάθω τις δικές μου!).
Χαίρομαι που μεγαλώνω, θέλω
να μεγαλώνω και επιβάλλεται να μεγαλώσω κι άλλο, και κυρίως πνευματικά. Αλλά
ταυτόχρονα φοβάμαι. Τρέμω στο ενδεχόμενο να πάθω το παραμικρό και δεν μπορώ να
διανοηθώ να αφήνω τα παιδιά μου πίσω πριν ενηλικιωθούν τουλάχιστον. Έχω συμφιλιωθεί
με την ιδέα ότι δεν θα γίνω ποτέ παππούς, (αν και ποτέ δεν ξέρεις), αλλά το
ενδεχόμενο να μην δω τα παιδιά μου να ενηλικιώνονται, έστω να βρίσκουν τον δικό
τους δρόμο, δεν θέλω καν να το σκέφτομαι.
Έπρεπε να είχα γίνει πατέρας
πολύ νωρίτερα. Δεν είμαι εγώ για να μεγαλώνω μωρά στα 40+ μου. Ας είχα την
ενέργεια του 28αρη εαυτού μου σήμερα και θα κρεμόμουν από τα δέντρα. Και τώρα
κρέμομαι άμα λάχει, αλλά δεν είναι το ίδιο. Τώρα ανεβαίνω στο δέντρο και
κρεμαλίζομαι και μετά θέλω και μια ώρα διάλειμμα να συνέλθω. Αυτό θα άλλαζα αν
μπορούσα να πήγαινα τον χρόνο πίσω. Θα έκανα παιδιά νωρίτερα. Αλλά σάμπως και ήταν
δική μου επιλογή; Στα 30 μου γνώρισα τη Μπρέντα. Ώσπου να δέσει το γλυκό,
φάγαμε μία δεκαετία.
Εγώ θυμάμαι ότι κάποτε είχα
γράψει στο ημερολόγιο μου εν έτει 1999 ότι είχε έρθει ο καιρός να γίνω πατέρας.
Και ήμουν μόνο 19! Εντάξει, υπερβολικό και τρελό! Αλλά από τότε ήξερα ποιο
είναι το πεπρωμένο μου. Αν είχα παιδιά νωρίτερα, τώρα θα ήμουν και στο τρίτο
μην σας πω τέταρτο μωρό και θα ήμουν ευτυχισμένος επί τέσσερα!
Μην είμαστε και πλεονέκτες
βέβαια, μια χαρά είναι και τα δύο. Και να είμαστε καλά να τα χαρούμε. Αυτές τις
μέρες κοιμάμαι με τον Αλεξάκο τα βράδια γιατί είμαστε και οι δυο κρυολογημένοι
και δεν ερχόμαστε σε επαφή με τις κορούδες. Η ευτυχία που νιώθω κάθε νύχτα την
ώρα που μου λέει «παπά, αγκαλιά για να δούμε ωραία όνειρα» είναι και το δώρο
μου. Εψές με ξύπνησε στις τρείς το πρωί και μου είπε «παπά, εφιάλτης! Αγκαλιά
για να φύγει!» Αυτό θα πει να ζεις! Να σου δείχνει το παιδί σου τόση απεριόριστη
εμπιστοσύνη και αγάπη! Εννοείται τον αγκαλιάζω και τον σφίγγω και μετά από λίγο
αυτός ζεσταίνεται και με σπρώχνει μακριά. Αλλά τέτοια αγάπη…
Τέτοια θέλω και για την
υπόλοιπη μου ζωή.
Πολύ κακοδομημένο το
σημερινό κείμενο. Δεν με κόφτει όμως, είμαι πολύ ταραγμένος για να κάτσω να το
συντάξω καλύτερα. Α! Τι ωραία! Μόλις μου έκανε και εμετό μέσα στο κρεβάτι!
Ευτυχισμένα 42; Έτσι είναι
πια!
(- Παπά, δεν πειράζει αν
έκανα εμετό τις φρυγανιές. Τουλάχιστον ήταν πεντανόστιμες!)