Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής μας στο μαγικό πάρκο γνωρίσαμε κι άλλους Κύπριους που ανήκαν στο ίδιο γκρουπ με μας. Εντύπωση μας έκανε ότι ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ένας μεσόκοπος κύριος ο οποίος είχε έρθει διακοπές μόνος του με τον γιο του.
Τους βλέπαμε να περιφέρονται μέσα στο πάρκο οι δυο τους και το βρήκαμε ολίγον τι περίεργο το ότι ένας πατέρας με τον 17χρονο γιο του, ήρθαν τα δυο τους διακοπές στη Disneyland. Ουδέν μεμπτόν, βέβαια. Απλώς παράξενο ως εικόνα. Ένα μεσημέρι τους πετύχαμε σε ένα εστιατόριο του πάρκου να τρώνε και καθίσαμε μαζί τους. Οι γονείς μου, οι οποίοι είναι πολύ «μάνα μου ρε» με οποιοδήποτε οικογενειακό πρότυπο ξεφεύγει των κοινοτύπων, έπιασαν άγριες φιλίες με τον κύριο.
Σχεδόν μου επέβαλαν να κάνω παρέα και με τον γιο του, επειδή ήμασταν συνομήλικοι. Τι σχεδόν; Μου το επέβαλαν! «Χρίστο μου, πηγαίνετε με τον φίλο σου να δείτε το ‘στοιχειωμένο σπίτι!’» «Μα δεν θέλω!» απαντούσα βροντώντας το πόδι μου στο πάτωμα. «Σκάσε, είναι κρίμα τα πλάσματα» μού απαντούσαν ψιθυριστά. Τους εξήγησα πολλάκις ότι δεν είμαι το φιλανθρωπικό ίδρυμα «Αγ. Παντελεήμονας» για να κάνω παρέα με όποιον είναι κρίμα, αλλά οι γονείς μου ανέκαθεν αδυνατούσαν να αντιληφθούν κάποια πράγματα.
Μην τα πολυλογώ, τρεις μέρες στη Disneyland εγώ ήμουν καταδικασμένος να ανεβαίνω στα τρενάκια και στα διάφορα παιχνίδια παρέα με τον γιο του κυρίου (το πόσο τον βαριόμουν δεν περιγράφεται!), ο οποίος κύριος στο μεταξύ έγινε κολλητός με τους γονείς μου. Ένα απόγευμα, ο κύριος αυτός, εξομολογήθηκε στους γονείς μου ότι ήρθε διακοπές μόνος του με τον γιο του, επειδή η σύζυγός του αποδήμησε εις Κύριον και ότι προσπαθούσαν να συνέλθουν από το πένθος και να πολεμήσουν την κατάθλιψη.
«Είδες, που είναι κρίμα τα πλάσματα;» παρατήρησαν αυστηρά οι γονείς μου το βράδυ στο δωμάτιο ενόσω τους κουτσομπολεύαμε. «Έχασε τη μάνα του ο φίλος σου (δεν είναι φίλος μου, γαμώ το κέρατό σας)! Και εσύ γκρινιάζεις, αχάριστε, που στα έχουμε δώσει όλα! Που μας έσκασες τρεις μέρες στη Disneyland και όλο ‘θέλω-θέλω’ ξέρεις να λες. Παλιόπαιδο! Να πάρεις τηλέφωνο τώρα το παιδί να πάτε βόλτα στο πάρκο και να σιωπήσεις!» Το κήρυγμα σε όλο του το μεγαλείο! Εμένα, βέβαια, κάτι μου βρωμούσε σε όλη αυτή την ιστορία, αλλά επέμενα στωικά τη δικαίωση μου.
Τελειώνει η εκδρομή, τους τρώμε εν τω μεταξύ στη μάπα και στο Παρίσι και επιστρέφουμε στα πάτρια-χωρκάτικα εδάφη μας! Στη Λάρνακα ήρθε να μας παραλάβει ο κουμπάρος των γονιών μου, ο οποίος δούλευε για χρόνια στις κεντρικές φυλακές. Βλέποντας την εκλεκτή παρέα μας να ξεπροβάλλει από την πόρτα των αφίξεων, έσφιξε το χέρι του κυρίου, χάιδεψε ελαφρώς τα μαλλιά του «φίλου» μου και είπε:
«Ω! Φίλε μου, πήγες διακοπές στη Γαλλία με τον μικρό; Χαίρομαι που απολαμβάνεις τη ζωή μετά την αποφυλάκισή σου!»
Μείναμε όλοι ξεροί. Λοιπόν, για να καταλάβετε: Ο κύριος αυτός, είχε καταδικαστεί μέσα στη δεκαετία του ’80 για τη δολοφονία της γυναίκας του. Την έσφαξε με το κουζινομάχαιρο εξ αιτίας ενός καβγά, μπροστά στα μάτια του παιδιού τους (που τότε εικάζω ότι ήταν μωρό). Καταδικάστηκε σε 15χρονη φυλάκιση και αποφυλακίστηκε κατόπιν χάριτος το 1997. Καυτή λεπτομέρεια: Το πτώμα της συζύγου ανακαλύφθηκε διαμελισμένο μέσα σε μαύρες σακούλες σκουπιδιών. Στη μία σακούλα τα χέρια, στην άλλη τα πόδια! Προφανώς ο κύριος αποφάσισε να κερδίσει τον χαμένο χρόνο με τον γιόκα του στη Disneyland, παρέα με μας, την Anti-Christos family στην οποία όλοι οι καλοί χωράνε! Μην δούμε ταλαίπωρο άνθρωπο, αμέσως να συνάψουμε σχέσεις!
Δεν το ‘ξερα εξ αρχής, να του κάνω κάτι παραγγελιές, μούρλια, του κυρίου?! Αχ γονείς μου! Όποιον δείτε τον μαζεύετε! Εμείς και ο μπόγιας! Στο τσακ τη γλιτώσαμε και δεν επιστρέψαμε οικογενειακώς στην Κύπρο μες τα μαυροσάκκουλλα!
Υ.Γ. Μετά από 2 χρόνια, συναντήθηκα ξανά με τον γιο του κυρίου, στον στρατό, σε κάποια εκπαίδευση. Αλλά προσποιήθηκα πως δεν τον θυμάμαι. Αμνησία του είπα ότι έχω, ή κάτι τέτοιο…