Παρασκευή, Αυγούστου 31, 2012

Coming Soon!


Ο τηλεοπτικός Σεπτέμβρης θα είναι απλά υπέροχος! Θα επανέλθω επί του θέματος εν καιρώ! ;) 

Παρασκευή, Αυγούστου 24, 2012

Στον Αστερισμό του Αιγοπρόβατου


Βάλσαμο διά τους οφθαλμούς μου οι χθεσινές εικόνες έξω από το Προεδρικό όπου οι αγελαδοτρόφοι, ή ποιμνιοτρόφοι, ή αιγοπροβατοτρόφοι, ή οι τέλοσπάντων «κατσελλάρηδες» αυτής της χώρας εξαπέλυσαν πυρά, αμνοερίφια εις ένδειξη διαμαρτυρίας διά τη μείωση της επιδότησής τους εις το 50%.

 
Μα, δεν χορταίνω να βλέπω τη φάση που το αρνάκι περνά τις πύλες του προεδρικού (μετά το τρίτο λεπτό στο βίντεο εκτυλίσσονται οι στιγμές απείρου κάλλους)! Την έχω στο replay εδώ και δέκα λεπτά! Έχω ξεκαρδιστεί. Ειδικά η στιγμή που βλέπω και αστυνομικό της φρουράς του προεδρικού να τα χάνει μη ξέροντας πως να ανακόψει τη πορεία του αρνιού, θα μείνει κλασσική εις τον αιώνα τον άπαντα!
Δεν είναι η πρώτη φορά που αρνί περνά τις πύλες του προεδρικού, βεβαίως, βεβαίως. Τόσα και τόσα εδονόπουλα έχουν περάσει κατά καιρούς για να παραστούν σε εκδηλώσεις του Χριστόφια. Αλλά, χθες ήταν η πρώτη φορά που είδαμε αρνάκι πραγματικό, στα τέσσερα, να κατευθύνεται προς τον φυσικό του χώρο. Το… Προβατικό Μέγαρο της Δημοκρατίας!

Απορίες:

Το αρνάκι αυτό συνελήφθη; Αν ναι, τέθηκε υπό κράτηση ως φασιστικό;

Επιστράφηκε στον νόμιμο ιδιοκτήτη του ή κρατήθηκε για ανάκριση;

Πάντως αν επιβεβαιωθούν οι φήμες ότι χθες το μεσημέρι η Έρση σέρβιρε αρνάκι καπαμά, εγείρονται υποψίες διά την κατάληξη της σύλληψης. Το βλέπω μπροστά μου: Να μπαίνει ο Χριστόφιας σπίτι με το ψόφιο κατσίκι τυλιγμένο γύρω από το λαιμό του, σαν τον Ηρακλή, και να της λέει: «Κόρη Έλση, μάντεψε ποιοι... εκατσικώθηκαν σήμερα πάνω στη κκελλέ μου!»

Επίσης, λένε οι φήμες ότι ο Πρόεδρος στεναχωρήθηκε πολύ και γι αυτό το πολιτικό ολίσθημα. Τόσο πολύ που χθες βράδυ δεν μπορούσε να κλείσει μάτι στο κρεβάτι, για να εισπράξει τη συμβουλή της Έλσης: «Μέτρα προβατάκια!»

Ο Πρόεδρος μετρά προβατάκια κι εμείς μετρούμε μέρες! Δεν αργεί ο Φεβρουάριος. Έχω ζήσει την Κυπριακή Δημοκρατία από τον Κυπριανού κι έπειτα, δηλαδή σχεδόν έζησα όλες τις κυβερνήσεις. Τόσα καραγκιοζιλίκια συσσωρευμένα δεν είχαμε ποτέ μέσα στην ίδια πενταετία! Πόσο… «κατσικοπόδαρος» πρέπει να είσαι για να τυχαίνουν όλα σε σένα; Θεέ των αρνιών και των αιγοπροβάτων, ποια αφέγγαρη νύχτα στο νησί αυτό μας γέννησε;

Μ’ έχει πιάσει ο οίστρος τώρα. Θέλω να απαγγείλω! Φέρτε μου τον Χριστόφια να του αφιερώσω ένα ποίημα. Βάλτε τον να κάτσει μπροστά μου. Τον κοιτάζω κατάματα και αίφνης νιώθω μια ανίκητη επιθυμία να του αφιερώσω μια διασκευή της γνωστής επιτυχίας «αρνάκι, άσπρο και παχύ!» Ησυχία! Ξύπνησε μέσα μου ο ποιητής Φανφάρας:

Κεφάλι άσπρο και παχύ, της Αννούς καμάρι, εβγήκες  στην πολιτική και στο χλωρό χορτάρι.

Από τη χαρά σου την πολλή απρόσεκτα κυβερνούσες, της μάνας σου τη συμβουλή καθόλου δεν ψηφούσες (ταιριάζει και το ψοφούσες)

"Καθώς Χριστόφκια προχωρείς, και σαν ελάφι τρέχεις, να κακοπάθεις ημπορείς, και πρέπει να προσέχεις!"

Χαντάκι βρέθηκε βαθύ, ορμά σαν το ρημάδι, να το πηδήσει προσπαθεί, μα σπάει το παπάρι!

Ααααχ! Σαν έρθει η ώρα κι η στιγμή για τη δική σου Δίκη, θα γελάν’ οι τράγοι, το αρνί, το παρδαλό κατσίκι!»

 

Πάρτε τον τώρα.

Πέμπτη, Αυγούστου 23, 2012

Άλφα με Αστερίσκο


Σήμερα είναι μέρα γιορτής, μέρα χαράς, μέρα χαρμόσυνη!

Βγήκαν τα αποτελέσματα των Ισπανικών και πέρασα με Α*!

Εντάξει, ήταν πολύ εύκολες εξετάσεις αλλά δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι πέτυχε ο στόχος που θέσαμε με την καθηγήτρια, η οποία μου είχε πει τον περασμένο Μάιο: «Αν πάρεις σκέτο Α, και όχι Α*, θα είναι αποτυχία!».

Τα αποτελέσματα ήρθαν και με βρήκαν σε μια περίοδο που σκεφτόμουν να κάνω διάφορες περικοπές στη ζωή μου για να προσαρμοστώ στα δεδομένα της Τρόικας. Σκεφτόμουν, τι τα θέλω τα Ισπανικά στα γεράματα, σάμπως και θα τα χρησιμοποιήσω ποτέ; Στη Νορβηγία έτυχε να μου μιλήσει κάποιος στα Ισπανικά για να μου ζητήσει πληροφορίες και το χάρηκα που μπόρεσα και του τις παρείχα, αλλά τι θα γίνει; Θα πληρώνουμε €50 το δίωρο κάθε βδομάδα για μια γλώσσα που τη μιλάμε μόνο όταν μας ζητούν κατευθύνσεις στη Νορβηγία; Δεν συμφέρει.

Παρόλα αυτά, σήμερα ενθουσιάστηκα τόσο πολύ που δεν λέω να τα παρατήσω. Θα συνεχίσω και φέτος – ήδη πήρα τη καθηγήτρια τηλέφωνο και έκλεισα ώρες μαθημάτων – και αποφάσισα ότι θα φτάσω σε επίπεδο λογοτεχνίας. Η Ελληνική και η Ισπανική γλώσσα είναι οι πιο ερωτικές γλώσσες του κόσμου, θα έπρεπε να τις μιλάει ο πλανήτης όλος υποχρεωτικά. Μην σου πω κι οι εξωγήινοι! Πόσο μάλλον εμείς που θεωρούμαστε και «συγγενείς» μεταξύ μας.

Αποφάσισα να ανοίξω ένα δεύτερο μπλογκ στο οποίο κάθε βδομάδα θα ανεβάζω ένα θέμα στην ισπανική, για εξάσκηση. Δεν ξέρω πώς θα το ονομάσω, θα δω.

Τα Ισπανικά τα ξεκίνησα το 2001 γιατί τότε είχα ερωτευτεί μια λατινοαμερικάνα, τη Χιμένα Γκονζάλεζ Γκόμεζ Και Άλλα Εκατό Επίθετα Μαζί. Ήθελα να την παντρευτώ (τόσο μου έκοβε στα 21 μου), και γι αυτό ξεκίνησα Ισπανικά για να την εντυπωσιάσω και να της δείξω πόσο πολύ ήθελα να πορευτούμε μαζί. Διαβάζω τα ημερολόγια που κρατούσα τότε και γελώ με την αφέλεια που αντιμετώπιζα τα πάντα στον έρωτα, να φανταστείς έγραφα: «Μαθαίνω ισπανικά, γιατί πώς αλλιώς θα συνεννοούμαι με τα παιδιά μας» και κάτι τέτοια για τα οποία σήμερα ψιλοντρέπομαι.

Εν πάση περιπτώσει, τη Χιμένα την κυνηγούσα 6 χρόνια. Είχα φτάσει σε ακραίες καταστάσεις μαζί της. Το 2005, όταν έφυγα από το Ρέντινγκ και μετακόμισα στο Λονδίνο έφτασα στο σημείο να έχω παραισθήσεις και να βάζω στοίχημα ότι κάπου την πέτυχα στο πλήθος της Oxford Street να κυκλοφορεί με τη μπαντάνα στα μαλλιά της. Κουβαλούσα το φάντασμά της παντού μαζί μου και ήταν ο μόνος τρόπος να είμαι ευτυχισμένος. Να ζω μαζί του. Το 2007 επέστρεψα και πάλι στην Αγγλία για ένα δεύτερο μεταπτυχιακό και μια φωνή μέσα μου, μου λέει ότι ενδόμυχα είχα επιστρέψει με την ελπίδα ότι θα τη συναντήσω, θα έχει μετανιώσει για ό, τι μου είχε κάνει και θα ήμασταν πια μαζί.

Στο μεταξύ, στα χρόνια που μεσολάβησαν, η Χιμένα είχε αλλάξει, δεν ήταν πλέον το κορίτσι που είχα ερωτευτεί, εξελίχτηκε σε κάτι άλλο άχρωμο, άοσμο και άγευστο, σε κάτι αγγλοποιημένο, που ουδεμία σχέση είχε με αυτό το λατινογενές που είχα στο μυαλό. Αλλά ήμουν τόσο θολωμένος που δεν το έβλεπα. Όταν και όσες φορές της ζητούσα να βρεθούμε για έναν καφέ (έπαιρνα τρένο και έσπευδα να τη συναντήσω), επιβεβαίωνα ότι συναντώ μια άγνωστη, αλλά το μυαλό μου δεν ήθελε να δεχτεί ότι το κορίτσι που ήθελα, ουσιαστικά είχε πεθάνει.

Μέχρι και το 2009 κρατούσα επαφή μαζί της. Δεν ήξερα που ήταν, τι έκανε, με ποιόν έβγαινε αλλά από καιρού εις καιρόν της έστελνα νοσταλγικά μηνύματα και μέηλ. Ακόμα κι ένα μονολεκτικό reply back από μέρους της από καθαρό οίκτο, ήταν αρκετό για να είμαι ευδιάθετος μία βδομάδα. Μέχρι που μια μέρα φαίνεται πως διάβασε τα μηνύματα μου ο γκόμενός της, της τα έψαλλε, εκείνη με τη σειρά της μου τηλεφώνησε στην Κύπρο και μου είπε «να πας να δεις γιατρό, δεν τρέχει τίποτα μεταξύ μας, μην με ξαναενοχλήσεις», της είπα «να πας να γαμηθείς σκατοπουτάνα» και αυτή μάλλον το έκανε -με τον άλλον. Ύστερα έπαθα ανεύρυσμα και ησύχασα.

Τώρα που το σκέφτομαι δεν θα ήταν υπερβολή να σου πω ότι αυτή η καριόλα με ξέκανε. Ο πόνος της αγάπης που δεν τελείωνε.  

Τι θυμήθηκα πρωινιάτικα… Έζησα όλο το 2001 μέχρι το 2009 μέσα σε δύο παραγράφους! Επειδή πλέον τα ξεπέρασα και είμαι σίγουρος γι αυτό, κι επειδή πλέον η ζωή μου είναι πολύ καλύτερη από ό, τι ήταν τότε, έχω να μου πω ένα μεγάλο «πάρτα να μην στα χρωστάω» που πίστεψα έστω και μια στιγμή πως θα βρεθεί στον πλανήτη γκόμενα που θα εκτιμήσει την πίστη μου σ’ αυτή, ή τέλος πάντων το ότι κάθομαι και μαθαίνω τη γλώσσα της για να μιλώ στα παιδιά μας! Πόσο λούζερ! Όσο μεγαλώνω τόσο πιο πολύ πείθομαι ότι στη ζωή μόνο γαμάμε, δέρνουμε και φεύγουμε.

Εν πάση περιπτώσει, από το 2009 και μετά έχασα τα ίχνη της, δεν ξέρω τι κάνει. Ενώ παλιότερα την παρακολουθούσα στο ίντερνετ και της έριχνα άγριο stalking μέσω facebook, σήμερα βλέπω το προφίλ της μπροστά μου και παρόλο που είναι ανοικτό, δεν καίγομαι ούτε καν να το κλικάρω να διαβάσω τι κάνει.

Σήμερα όμως, που μου ήρθε δώρο το Α*, της το αφιερώνω με όλη μου την καρδιά. Γιατί ο μόνος λόγος για να πάει μπροστά ένας άντρας, το μόνο κίνητρο προς την εξέλιξη και την πρόοδο, είναι η γυναίκα. Γι αυτές ζούμε, γι αυτές δουλεύουμε, γι αυτές υπάρχουμε. Αλλά την επόμενη φορά που θα σας γράψω εδώ μέσα ότι άρχισα νέα ξένη γλώσσα, παρακαλώ κάποιος να με πάει σε γιατρό. Ή τουλάχιστον, να με κλειδαμπαρώσει σπίτι.  

Παρασκευή, Αυγούστου 17, 2012

Η Ελληνική Μουσική του Σήμερα, δεν Υποφέρεται!


Κάθομαι και βλέπω βίντεο κλιπ στο Mad Greekz, που υποτίθεται παίζει μόνο ελληνικά βίντεο κλιπ και έρχομαι σε μετωπική σύγκρουση με πλειάδα τραγουδιών που μόνο ελληνικά δεν τα λες. Παρελαύνουν μπροστά μου δεκάδες νέοι τραγουδιστές που δεν τους γνωρίζω κι από ό, τι φαίνεται ούτε πρόκειται να τους μάθω, αφού έχουν ξένα ονόματα και ουδέποτε θα μου πέρναγε απ’ το μυαλό ότι πρόκειται για Έλληνες.

Βλέπω μία Demy, έναν Claydee, μία Nikki Ponte, μία Nikki Lee κι άλλους βλάχο-trendy τραγουδιστές να μονοπωλούν τα charts και απορώ τι απέγιναν οι τραγουδιστές της γενιάς μου. Τόσο γρήγορα τους ξεπάστρεψε η βιομηχανία; Ποια βιομηχανία, θα μου πεις. Ε, αυτή που απέμεινε τέλος πάντων. Βλέπω κάτι συγκροτήματα τα οποία προφανώς αποτελούνται από Έλληνες, αλλά έχουν αγγλικά ονόματα: REC, Otherview και πάει λέγοντας και διερωτώμαι: μιλούσανε και στο χωριό τους εγγλέζικα και μου την είδαν όλοι τώρα Βρετανοί;

Έλα πες το, μολόγα το στα μούτρα μου: Μεγαλώσαμε και η ποπ μουσική δεν απευθύνεται πλέον σε ανθρώπους της ηλικίας σου. Ναι, συμφωνώ ως ένα βαθμό, αλλά και πάλι: Δεν είμαι κανένας πενηντάρης. Δεν έχω την ηλικία της μάνας μου που ακούει Αλεξίου, Πάριο και Γαλάνη για να μου φαίνονται οι καινούριοι εξωγήινοι.

Κι όμως, η νέα τάση στη μουσική στην Ελλάδα, με κάνει να αισθάνομαι αν όχι γέρος, τουλάχιστον παρείσακτος. Ξέρεις τα ακούσματά μου. Στο mainstream κινούμαι, ουδέποτε έφτασα σε άκρα. Δεν είμαι κανένας δήθεν ψαγμένος για να θιχτώ για αυτή τη μεταβολή των εκατό ογδόντα μοιρών. Αλλά, μου κακοφαίνεται. Ανοίγω τα ράδια, ανοίγω τις τηλεοράσεις και δεν ξέρω μισό τραγούδι. Βλέπω Mad Awards και εκτός από τη Βανδή, το Ρουβά, τον Ρέμο και τον Χατζηγιάννη δεν ξέρω κανέναν άλλον. Τι θα γίνει, θα βάλουμε ωτοασπίδες από τα 32 μας;

Θυμάμαι ότι όταν ήμουν γύρω στα 20 με 23, στα κλαμπς έπαιζαν τα άπαντα από Έλληνες τραγουδιστές. Από τις σάχλες του Τσαλίκη, μέχρι τη Βισσάρα που ήταν τότε στο απόλυτο peak της και από τις λαϊκούρες του Πλούταρχου μέχρι τα σκυλοτσιφτετέλια της Πέγκυ Ζήνα. Απ’ όλα είχε ο μπαξές. Σήμερα, μισό μπουζούκι να ακούσουμε νομίζουμε πως μπήκαμε στη χρονοκάψουλα ή πως διανύουμε την Τσικνοπέμπτη.

Μάλλον φταίει και η κρίση. Γιατί το μπουζούκι θέλει ουίσκι και λέλουδο. Και άμα δεν υπάρχει μία πως θα πετάξεις το γαρούφαλλο, πως θα στυλώσεις τη μπουκάλα; Με τι τσέπη θα κλάψεις τη γκόμενα; Συμφωνώ. Δεν υπάρχει όρεξη. Γι αυτό και δεν βλέπουμε πια λαϊκούς δίσκους. Βγάζει κανέναν η Θεοδωρίδου που και που, και πάει καλά, αλλά δεν φτάνει. Έχει τώρα τέσσερα χρόνια που ακούμε την Κόκκινη Γραμμή σερί, εμετό την κάνουμε. Βγήκε τώρα και το Απέναντι και κάτι πάει να πει, αλλά μου φαίνεται πως η ελληνική δισκογραφία καλύφτηκε στα λαϊκά για τα επόμενα πέντε χρόνια!

Όλοι λένε πως είμαστε σε μεταβατικό στάδιο και πως είναι θέμα χρόνου να δούμε πως θα διαμορφωθεί το τοπίο με το downloading ώστε να αρχίσουν και πάλι οι συνθέτες να δημιουργούν. Όπως και να ‘χει, άμα οι «δικοί» μου τραγουδιστές κοιμούνται ύπνον βαθύ, δεν ξέρω με τι προώθηση, με τι κέφι, με τι μπρίο θα ξαναμπούν στο στούντιο να γράψουν όταν σιγά, σιγά ριζώνουν και θεριεύουν οι πιο πάνω αγγλοσάξονες «κανταδόροι». Τους παίρνουν τα ηνία. Τους «ξεγράφουν».

Η μόνη λύση είναι να κάνεις παιδιά, να ακούν τους πιο πάνω ακατονόμαστους ολημερίς κι οληνυχτίς ώστε να αναγκαστείς να τους ακούς κι εσύ και έτσι να τους «αγαπήσεις». Να ακούς Φουρέιρα και αντί για τα Θεία να επικαλείσαι τη χαριτωμένη κορούλα σου όταν τη μιμείται μπροστά στον καθρέφτη.  

Το είδα από μία οικογενειακή φίλη που έχει κόρη στην εφηβεία και ήξερε να μου εξηγήσει τις προάλλες με κάθε λεπτομέρεια, ποια είναι η Κρυσταλία! 

Τρίτη, Αυγούστου 14, 2012

Στη Θεία Νορβηγία


Και μετά την Ισλανδία, ήρθε η Νορβηγία και το Όσλο.

Για το Όσλο ως πόλη δεν θα σου γράψω κάτι, να πας να τη δεις από μόνος σου, είναι μια ωραιότατη σκανδιναβική πρωτεύουσα με όλες τις ανέσεις, με τις πιο σύγχρονες αλλά και τις πιο γραφικές γωνιές της. Αλλού θα επικεντρώσουμε το σημερινό κείμενο. Στους Νορβηγούς.

Οι Νορβηγοί είναι ένας λαός χωρίς προβλήματα, ευτυχισμένος και ζει στην κοσμάρα του όπου όλες οι έγνοιες στροβιλίζονται γύρω από το αν διαθέτουν πλήρη εξοπλισμό για σκι, σέρφινγκ και ποδήλατο. Οι Νορβηγοί έχουν ξεζουμίσει όλες τις ευκαιρίες που τους προσφέρει η φύση και το περιβάλλον τους και ζουν απ’ αυτά, απαλλαγμένοι από τις δικές μας ευτελείς συνήθειες.

Τα πιο πάνω τα έχω διαπιστώσει ιδίοις όμμασι, διότι καθ’ όλη τη διαμονή μας στο Όσλο δεν διαμείναμε σε κάποιο ξενοδοχείο (δεν θα μπορούσαμε άλλωστε, στο πιο φτηνό πληρώνεις διαμονή €300 το βράδυ!), αλλά φιλοξενηθήκαμε στο σπίτι μιας νορβηγικής οικογένειας. Βασικά, φιλοξενηθήκαμε από την υπέρτατη ιέρεια αυτού του μπλογκ και καρδιακή μου φίλη, την Αγγελική. Την ξέρεις κι εσύ, την έχεις ήδη αποθεώσει σε παλιότερη ανάρτηση του 2010 στη Βαρκελώνη, κάνε ένα revision να κατατοπιστείς. Που λες, η Αγγελική εργάζεται στο Όσλο αυτό το διάστημα και ήταν ιδανική ευκαιρία να την επισκεφτούμε. Η ίδια φιλοξενείται σε μια νορβηγική οικογένεια και έτσι, για όσο μείναμε στο Όσλο είχαμε την ευκαιρία να εξερευνήσουμε το σπίτι και να δούμε αυτοπροσώπως το πως λειτουργεί μια οικογένεια και τι συνήθειες έχει.
Με την Αγγελική στον κήπο του σπιτιού.

Ζήλεψα, εννοείται. Εκτός του ότι ζουν σε ένα ωραιότατο σαλέ με θέα το πράσινο και το μπλε της βορείου θαλάσσης, ζουν αυστηρά με τα απολύτως απαραίτητα και είναι ευτυχισμένοι. Το σπίτι τους είναι άνετο αλλά δεν έχει μέσα τίποτε πομπώδες που να παραπέμπει σε νεοπλουτισμό όπως τα δικά μας. Μου έκανε εντύπωση ότι παρόλη την οικονομική τους επιφάνεια, δεν είχαν ακριβά αυτοκίνητα. Το ένα τους αυτοκίνητο είναι ηλεκτρικό και το φόρτιζαν στο γκαράζ με το καλώδιο! Ο πατέρας της οικογένειας, διευθυντής σε μεγάλη ασφαλιστική εταιρεία, πάει κάθε πρωί δουλειά με το ποδήλατο, με την εφαρμοστή φόρμα και το κράνος του και ντύνεται αργότερα στο γραφείο. Μάλιστα, κάθε μέρα ακολουθεί διαφορετικό δρομολόγιο για να γυμνάζεται περισσότερο. Στα δωμάτια των παιδιών δεν βρήκαμε ούτε playstation ούτε κινητά τηλέφωνα. Βρήκαμε πατίνια, σκέητμπορντ, λέγκο, περιοδικά Μίκυ Μάους και άλλα ρετρό που ουδεμία σχέση έχουν με το πώς μεγαλώνουν στις μέρες μας τα δικά μας μούλικα.

Ιδού και το ηλεκτρικό αυτοκινητάκι τους παρκαρισμένο στο γκαράζ.

Ήταν όλη η ατμόσφαιρα τόσο όμορφη που ένιωθες να ζεις σε τηλεοπτική σειρά τύπου family matters από τα ‘90ς.

Έτσι που λες. Ούτε Μερσεντές είδα, ούτε Πόρσε μεταχειρισμένη από την Αγγλία είδα, ούτε διακοπές στη Μύκονο είδα, ούτε μαλακισμένα ανήλικα με το iphone4 είδα. Είδα την Ευρώπη στην ουσία της και είπα «καλά να πάθουμε οι Μόγγολοι κάτω που πτωχεύσαμε μπας και βρούμε το λάθος!»

Αυτά. Επανέρχομαι στην Αγγελική. Την πεθύμησα την Αγγελική και το συνειδητοποίησα τις προάλλες όταν σκεφτόμουν πως δεν μου φτάνουν πλέον οι δυο φορές τον χρόνο που συναντιόμαστε. Μα, τι απολαυστική προσωπικότητα είναι αυτή! Κάθεσαι και την ακούς να σου λέει νέα, και νιώθεις ότι βλέπεις κάτι μεταξύ comedy show και παλιάς καλής ελληνικής ταινίας. Ακόμη και τους προβληματισμούς της να σου εξομολογείται, τους εκφράζει τόσο γλαφυρά που τους προσδίδει άλλη διάσταση. Στα έχω ξαναγράψει, αλλά τα επαναλαμβάνω γιατί ξέρω ότι κι αυτή δεν χορταίνει να διαβάζει τους διθυράμβους και τις «κολακείες» μου – παρόλο που πλέον έχω κοπέλα και κατάντησα ένας «μπίχλας» όπως λέει! J Ήταν υπέροχη οικοδέσποινα, δεν μας έλειψε τίποτε, προσδοκώ ήδη τα επόμενα.

Κατά τα άλλα, επισκεφτήκαμε όλα τα must-see εκθέματα του Όσλο. Από το πάρκο Βίγκελαντ, το μουσείο των Βίκινγκς μέχρι την όπερα και από το χιονοδρομικό Χόλμεν Κόλλεν μέχρι την εθνική πινακοθήκη όπου είδαμε και τον περίφημο πίνακα του Εντβαρντ Μουνχ (ή πως διάολο γράφεται, δεν ξέρω) με τίτλο «Κραυγή». Εγώ μόνο μία «Κραυγή» αναγνωρίζω ως έργο τέχνης, τα ξέρεις, μην στα αναλύω μέρες που είναι.


Σε άλλα νέα, επιστρέψαμε στην Κύπρο με Norwegian Airlines οι οποίες παρέχουν και wifi καθ’ όλη τη διάρκεια της πτήσης! Κολλάει λίγο το ίντερνετ εκεί πάνω, αλλά μια φορά, αν σου ανοίξει τις σελίδες που θες, δεν ξέρεις για πότε πέρασαν 4,5 ώρες. Με την ολοκλήρωση αυτού του ταξιδιού, κατακτήσαμε και τη σημαία της Νορβηγίας και απομένει μόνο η Φινλανδία για να τελειώνουμε με τις βόρειες χώρες. Πέρσι, αν θυμάσαι, είχα ταξιδέψει στη Σουηδία και τη Δανία. Θεωρώ ότι η Σουηδία είναι ωραιότερη όλων αλλά κερδίζει μόνο στα σημεία. Ακολουθεί η Νορβηγία και η Ισλανδία, τελευταία και καταϊδρωμένη η Δανία.

Να ‘μαστε καλά και θα τις δούμε ξανά όλες!

Δευτέρα, Αυγούστου 13, 2012

Επιχείρηση: Παγόβουνο!

ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ: Γυρίσατεεε;
Anti-Christos: Ναι, γυρίσαμε.
Θα σου εξηγήσω αμέσως. Εμείς για Νορβηγία βάλαμε πλώρη. Αλλά καθώς κλείναμε τα εισιτήρια, σκέφτηκα ότι ανεβαίνουμε που ανεβαίνουμε τόσο βόρεια, γιατί δεν πεταγόμαστε και μέχρι την Ισλανδία να τη δούμε κι αυτή να ξεμπερδεύουμε με το σκανδιναβικό μπλοκ; Εμείς νομίζαμε ότι η Ισλανδία είναι δίπλα από τη Νορβηγία, και ότι απέχει όσο η Κύπρος από το Λίβανο. Αμ, δε! Τρεις ώρες πτήση από το Λονδίνο κάναμε μέχρι να αντικρίσουμε τους πάγους. Πετούσε, πετούσε το αεροπλάνο και γη δεν βλέπαμε  κάτω απ’ τα πόδια μας. Πιο βόρεια δεν πήγαινε, πιο βόρεια ήταν οι Εσκιμώοι και οι φώκιες! Όσο το βλέπω στον χάρτη, απορώ με το κουράγιο μας.
Ισλανδία και Ρέικιαβικ λοιπόν. Για τις τρεις πρώτες μέρες.
Αν είσαι φυσιολάτρης την Ισλανδία θα τη λατρέψεις. Γιατί πρόκειται περί πολύ ενδιαφέροντος τόπου, γεωγραφικά τουλάχιστον. Κοιτώντας από το αεροπλάνο πίστεψα ότι ετοιμαζόμαστε για προσσελήνωση και όχι για προσγείωση. Το τοπίο μαύρο κι έρημο, γεμάτο αχνιστά ηφαίστεια και καθόλου βλάστηση. Σαν να ήμασταν στο φεγγάρι. Τι να σου κάνει και η κακομοίρα η Ισλανδία, και η ίδια αποτέλεσμα σεισμού και ηφαιστειογενούς δράσης είναι. Μην περιμένεις να δεις καταπράσινα λιβάδια και πυκνά δάση. Πρόκειται για μια απέραντη έκταση, όση περίπου και η Αγγλία, με πληθυσμό όμως, μόνον 300.000, όσο δηλ. και η Λευκωσία.
Το 80% της χώρας είναι ακατοίκητο. Παγετώνες και λάβα μαζί απαγορεύουν οποιαδήποτε βλάστηση και έτσι οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν στο Ρέικιαβικ. Παρόλα αυτά, οι υπέροχοι καταρράκτες, οι ήρεμες λίμνες, οι θερμές πηγές γνωστές και ως γκέιζερ, και τα ηφαίστεια που επιβλέπουν τα πάντα σαν ήρεμη δύναμη τύπου – «μπορεί να κοιμάμαι τώρα, αλλά να σου πάει να ξυπνήσω και να τα κάνω όλα λαμπόγυαλο εδώ μέσα», σου προκαλούν δέος. Υποκλίνεσαι πάραυτα στο μεγαλείο της φύσης. Εμείς αυτά κρατάμε από την Ισλανδία και δεν είναι λίγα βεβαίως, βεβαίως γιατί αν μη τι άλλο ήταν πρωτόγνωρες εικόνες διά τους μυωπικούς οφθαλμούς μου. Επένδυση ζωής.  
Έκανε κρύο, ήμασταν με μάλλινα και μπουφάν. Ένιωθες σαν να σε έβαλαν να κάτσεις μπροστά από ένα τεράστιο παγόβουνο και άνοιξαν και τον ανεμιστήρα να σου φυσάει μπροστά του. Μια παγωμάρα στην ατμόσφαιρα απερίγραπτη. Στο τσακ ήμουν να αγοράσω και κασκόλ να το τυλιχτώ σαν Μουτζαχεντίν. Κι όταν λέω στο τσακ, εννοώ ότι δεν έκανα άσκοπες αγορές καθότι η Ισλανδία είναι πανάκριβη. Δεν φτάνει που δεν έχει τίποτε να αγοράσεις (χάλια η αγορά τους, ξεχασμένη στο ’80 και πολύ λέω), ό, τι είχε προς πώληση ήταν τριπλάσιο σε τιμή απ’ ό, τι στην Κύπρο. Είχε €120 το πιο φτηνό μάλλινο πουλόβερ, που δεν το λες και Αρμάνι, €10 η Κόκα Κόλα, οι δε είσοδοι στα μουσεία και στα εκθέματα (που δεν τα λες και Παρθενώνες) ήταν επίσης πολύ ακριβές σε σχέση με την ιστορική αξία τους. Ναι, βγάζουν απ’ τη μύγα ξύγκι προκειμένου να βγάλουν τα σπασμένα της πρόσφατης πτώχευσης αλλά και σε μια προσπάθειά τους να κουμαντάρουν και να διατηρήσουν ζωντανή την αχανή έκταση που κληρονόμησαν για πατρίδα.
Παρόλα αυτά, όσοι Ισλανδοί αντέχουν και ζουν εκεί μόνιμα είναι πολύ ευχάριστοι, ευγενικοί και εξυπηρετικοί. Μιλούν αγγλικά άπταιστα, πολλοί απ’ αυτούς μάλιστα έχουν και άψογη προφορά. Είναι όμορφοι, αλλά ολίγον άγριοι. Δεν χαρακτηρίζονται από τον εκλεπτυσμό στην εμφάνιση όσο οι υπόλοιποι Σκανδιναβοί. Είδαμε και αχτένιστες τύπισσες, όπως επίσης και άντρες με βλοσυρό βλέμμα τύπου Βίκινγκ που προσπαθεί να συνέλθει από δέκα βαρέλια ρούμι κι έμεινε αξύριστος σαν τον Άη Βασίλη.
Το Ρέικιαβικ είναι μια πόλη με δυο δρόμους όλους κι όλους, το περπατάς σε ένα τέταρτο της ώρας, ένα ψαροχώρι θα έλεγα με ελάχιστα αξιοθέατα. Σου αποπνέει μια μιζέρια είναι η αλήθεια, σαν να ανεμοδέρνεται απελπισμένο χρόνια τώρα δίπλα από την άγρια θάλασσα και εκπέμπει μια βιοπάλη που σε μελαγχολεί. Πρόσφατα χτίστηκαν στην πόλη δύο υπέροχα, μοντέρνα κτίρια, ένα γυάλινο μέγαρο που φιλοξενεί μέσα θέατρα και κονσέρτα αλλά και ένα άλλο που λειτουργεί σαν εστιατόριο και μουσείο τα οποία προσδίδουν μια πιο φουτουριστική διάθεση στην πόλη. Αλλά δεν αρκούν.
Τα ελάχιστα μπαρ και κλαμπς της προκοπής που υπάρχουν, ζήτημα να είναι πάνω από 5, είναι πολύ γκέι φριέντλι και ολίγον τι underground. Πέσαμε και πάνω στο gay pride όσο ήμασταν εκεί. Μου έκανε φοβερή εντύπωση το ότι όλα τα μαγαζιά στον κεντρικό πεζόδρομο ανάρτησαν τη σημαία των γκέι πάνω από τη βιτρίνα τους εις ένδειξη συμπαράστασης. Τους παρασυμπαραστάθηκαν θα έλεγα.
Καλά περάσαμε, δεν έχω παράπονο. Ήταν εναλλακτικός προορισμός όπως μου είπαν και διάφοροι φίλοι (όταν δεν πας Μύκονο θεωρείσαι εναλλακτικός σ’ αυτή τη χώρα), και ομολογώ ότι η ένταση των εικόνων και του περιβάλλοντος ήταν τέτοια που ένιωσα ότι ήμουν εκεί ένα μήνα. Ξεχάστηκα πλήρως και το χάρηκα γιατί αυτός ήταν και ο σκοπός των διακοπών μου. Να ξεχαστώ. Ύστερα πήραμε αεροπλάνο των σκανδιναβικών αερογραμμών και βρεθήκαμε στο Όσλο για το μεγάλο φινάλε (βλέπε επόμενη ανάρτηση στα προσεχώς). Μέχρι τότε, πάρε μάτι φωτογραφίες:

Αυτό είναι το Harpa, το κτίριο με τα θέατρα και τις αίθουσες για κονσέρτα που σου έλεγα. Αν κερδίσουν τη Γιουροβίζιον κάποτε, παίζει και να την φιλοξενήσουν εδώ. Έχει και ένα τρισδιάστατο σινεμά μέσα όπου προβάλλουν ένα γελοίο βίντεο με την ιστορία της Ισλανδίας σε 360 μοίρες, το οποίο τιμήσαμε και ακόμα κλαίμε τα €10 μας. Σαν αρχιτεκτονικό έργο είναι υπέροχο πάντως, πολύ μ’ άρεσε.





Αυτό το πράγμα είναι κρατήρας ηφαιστείου. Όχι αυτό με τα γυαλιά, το πίσω λέω. Ανενεργός κρατήρας βεβαίως, βεβαίως που γέμισε νερό εξ αιτίας της βροχής. Στο τσακ ήμασταν να γυρίσουμε βίντεο κλιπ εντός, «σαν ηφαίστειο που ξυπνά απ’ όνειρο βαθύ» αλλά θα έφευγε το πούλμαν, χώρια που δεν είχαμε εύκαιρη την Πρωτοψάλτη.


 Μοιάζει με λάκκο αποχέτευσης, μα δεν είναι. Αυτό είναι ένα μίνι γκέιζερ. Θερμή πηγή που κοχλάζει, χουχουλιάζει και στο τέλος εκτοξεύει πίδακες νερού σαν μαινόμενο σιντριβάνι. Υπάρχουν πολλές τέτοιες σ’ όλη τη χώρα. Από το λεωφορείο φαντάζουν πολύ επιβλητικές, είναι σαν να έχει αρπάξει φωτιά όλη η χώρα και καίγεται. Μα, όχι. Υπάρχει κι ένα πολύ μεγαλύτερο γκέιζερ, το οποίο και επισκεφτήκαμε και το οποίο εκτονώνεται κάθε δεκάλεπτο, αλλά δεν έχω κάποια φώτο να σας δείξω. Έβγαλα όμως βίντεο. Κάποια άλλη φορά θα σας δείξω.


 
Α, να κι άλλο ένα γκέιζερ. Το νερό, λέει, βράζει στους 80 βαθμούς εκεί, αλλά εγώ έβαλα το δάκτυλό μου και δεν καίει τόσο. Δηλαδή, μια χαρά βουτούσα για μπάνιο.



 
Όχι, δεν είναι η Λάρνακα μετά από τα πρωτοβρόχια, είναι οι καταρράκτες της Ισλανδίας. Αυτή η φώτο είναι τραβηγμένη από πολύ μακριά και δεν φαίνεται καλά το ύψος των νερών. Ύστερα βγάλαμε κι άλλες, από πιο κοντινή απόσταση και εκεί γίνεται το έλα να δεις. Μούσκεμα γίναμε, χαρά Θεού.


Κι αυτό είναι το λεγόμενο blue lagoon. Όχι αυτό με τη Brooke Shields, ένα άλλο. Θερμή πηγή που λειτουργεί ως Spa, περικυκλωμένη από επιβλητικά ηφαίστεια. Μπήκαμε και κολυμπήσαμε με τη Μπρέντα, πολύ το ευχαριστηθήκαμε. Η θερμοκρασία του νερού πλησιάζει τους 50 βαθμούς κελσίου και σε συνδυασμό με την εξωτερική θερμοκρασία που ήταν γύρω στους 10 βαθμούς, όταν έβγαινες από το νερό το δέρμα σου αναζωογονιόταν και τέντωνε τόσο, που νόμιζες ότι κατάπιες δέκα πακέτα Mento´s και Polo μαζί. Το χώμα ήταν μαύρο από τη λάβα και αν πασάλειβες τη μούρη σου μ’ αυτό για δέκα λεπτά, έκανες τάχα μου απολέπιση. Δεν επιπλέεις μ’ ευκολία εκεί, δεν έχει άνωση όπως η θάλασσα και γενικά είναι τόσο θερμά που δεν μπορώ να πω ότι απολαμβάνεις το λουτρό. Απλώς βράζεις και ψήνεσαι σαν μακαρόνι και βγαίνοντας ξανανιώνεις δέκα χρόνια! Στο blue lagoon έχει και εστιατόρια, καφετέριες και ξενοδοχείο για να μείνεις αν γουστάρεις, αλλά βρίσκεται στη μέση του πουθενά, πολύ έξω από την πόλη και θες ειδικό λεωφορείο για να πας εκεί. Εννοείται ότι είναι γεμάτο γέρους με αρθριτικά που νομίζουν πως βρήκαν μια σύγχρονη κολυμπήθρα του Σιλωάμ.   

Αυτό είναι το Perlan, το ημισφαίριο κτίριο που μοιάζει με αστεροσκοπείο και το οποίο έχει μέσα εστιατόριο -το πιο ακριβό στην πόλη, αν και εμένα μου θύμισε καφετέρια αεροδρομίου στην καλύτερη περίπτωση και μάλιστα του παλιού αεροδρομίου, όχι του καινούριου. Για να καταλάβεις, πήγαμε να πιούμε καφέ και συναντήσαμε άλλους 5 Κύπριους εκεί μέσα. Πάθαμε σοκ, σαν τα μανιτάρια βλαστάμε, και στην άκρη της γης να πας θα ακούσεις ένα «Κύριε Γιώρκο, ο καφές εν τζιερασμένος!» και θα διερωτάσαι από πού σου ήρθε. Η πλάκα είναι ότι ένας κύριος εξ αυτών βρέθηκε να είναι γνωστός με τη Μπρέντα! Πολύ γέλασα! «Πάμε κρουαζιέρα!» μας είπαν. «Ξεκινήσαμε από Southampton και θα περάσουμε από τα νησιά Φαρόε!» συνέχισε. Μωρέ μπράβο! Αφήσαμε τους Αγίους Τόπους και το Σιαρμ Ελ Σέιχ και καταλάβαμε τη βόρεια θάλασσα. Σαν τους Κινέζους είμαστε πια, παντού!


Είμαι ο κατακτητής της Ισλανδίας και πέρασα υπέροχα. Πρόσθεσα άλλο ένα σημαιάκι στον χάρτη με τις χώρες που θέλω να επισκεφτώ πριν πεθάνω. Δόξα τω Θεώ!

Παρασκευή, Αυγούστου 03, 2012

Στην Αποτοξίνωση

Αύριο το πρωί φεύγουμε για διακοπές και είμαι πάρα πολύ χαρούμενος γιατί έχω μπουχτίσει με τη ζέστη και δεν αντέχω άλλο να είμαι μονίμως κλεισμένος σε δωμάτιο με το κλιματιστικό και τον ανεμιστήρα στο τέρμα ταυτόχρονα (ξέρω ότι θα πληρώσω τα μαλλιοκέφαλά μου, αλλά δεν με ενδιαφέρει, προέχει να αναπνέω!) ή σε κάποιο καφέ με δυνατό κλιματισμό -που τουλάχιστον παρέχεται δωρεάν. Κατάντησα να βγαίνω εκτός σπιτιού μόνο μετά τις 8:00 το βράδυ. Πριν, είμαι εσώκλειστος.  

Θα φύγουμε, να πάμε σε δροσερά μέρη που θα μπορούμε να χαρούμε τη μέρα, γιατί εδώ ζούμε στα καζάνια της κολάσεως. Και δεν αποτελούν βάλσαμο διά εμέ οι παραλίες μας, πρώτον γιατί κι αυτές ζεστές είναι, αλλά και επειδή είναι τα μάλα συνωστισμένες και γνωρίζεις τη γνώμη μου για τα μπάνια του λαού, αλλά και για οτιδήποτε συνοδεύει τα… του λαού.
Ο στόχος των φετινών μου διακοπών είναι να απολαύσω τις χώρες που θα επισκεφτώ. Για να το πετύχω αυτό θα έχω το κινητό κλειστό αλλά και το ipad με το ίντερνετ. Θα τα πάρω μαζί μου εννοείται, γιατί τι θα κάνω τόσες ώρες πάνω στα αεροπλάνα χωρίς τα βίντεος και τα τραγούδια μου, αλλά ορκίζομαι σε ό, τι έχω ιερό, ότι από την ώρα που θα προσγειωθούμε, θα τα κλείσω και θα τα ξανανοίξω όταν επιστρέψουμε. Πέρσι τον Ιούνιο, όταν πήγαμε στο Βερολίνο και ξέχασα το κινητό στο σπίτι κατά λάθος, ήταν άλλο πράμα οι διακοπές. Οι 4 μέρες στο Βερολίνο έμοιαζαν με 8 και ο χρόνος κυλούσε τόσο αργά που δεν υπήρχε περίπτωση να έχω αλλού το μυαλό μου.

Δεν θέλω να δω like, retweets, posts, ή οτιδήποτε παραπέμπει σε social media και τεχνολογία για μια βδομάδα. Ελπίζω να τηρήσω αυτή τη δέσμευση μέχρι τέλους γιατί το κεφάλι μου έγινε καζάνι και θέλω να αδειάσει μια και καλή. Καταντήσαμε όπου πάμε να κουβαλούμε μαζί μας 300+ friends και 600 τόσους followers. Έχει κι αυτό τη χάρη του, εννοείται, αλλά νισάφι. Θέλω να πάω και κάπου μόνος μου!
Αν θέλει ο Θεός και επιστρέψουμε στις 13 Αυγούστου, θα τα ξαναπούμε. Μέχρι τότε σε αφήνω με κάτι ρετρό κι αγαπημένο για να μπαίνουμε στο κλίμα: