Μα πόσο ωραία πέρασα τις τελευταίες τρεις μέρες, κατά τη
διάρκεια των οποίων φόρτωσα τις δουλειές μου στον κόκορα, και τη σύζυγο στο
αεροπλάνο προς ολοταχώς για τη χώρα του… κόκορα! Ω, ναι, χρειάζεται συχνά πυκνά
να θυμόμαστε τους λόγους για τους οποίους ερωτευτήκαμε, παντρευτήκαμε και να
διασφαλίζουμε τη ψυχική μας υγεία με αποδράσεις σαν κι αυτή.
Ταξιδέψαμε στο Κολμάρ. Δεν το έχεις ακουστά; Μοντιέ! Ούτε
κι εγώ το είχα. Τώρα το έμαθα. Είναι η πρωτεύουσα της Αλσατίας στα
γαλλογερμανικά σύνορα. Ένα γραφικό χωριουδάκι το οποίο μαζί με δυο-τρία που το
περιβάλλουν, παρομοίου μεγέθους και αισθητικής, αποτέλεσαν την έμπνευση για τον
σχεδιασμό της γνωστής ταινίας του Ντίσνεϊ, «Η Πεντάμορφη και το Τέρας». Περιττό
να πω, δηλαδή, ότι είχα τη Μπρέντα με το πρώτο λάλημα του κόκορα να τριγυρίζει
στα χρωματιστά σοκάκια και να παριστάνει τη Μπελ, αναφωνώντας στον γνωστό
ρυθμό αναρίθμητα «μπονζούρ». Είχα κι εμένα, βεβαίως, βεβαίως, να σκαρφαλώνω στις
κρήνες παριστάνοντας τον Γκαστόν. Γυρίσματα κανονικά. Τώρα τι θα βγει, θα σου
πω όταν κάτσω στο μοντάζ.
Πανέμορφη η γαλλική επαρχία, κι αυτό δεν είναι νέο. Ήταν
ό, τι χρειαζόμασταν από κάθε άποψη. Είδαμε και εκτιμήσαμε τι πάει να πει «γραφική
ύπαιθρος», αναπνεύσαμε καθαρό αέρα χωρίς αφρικανική σκόνη, τσίτωσε το δερματάκι
μας από την δροσιά των άλπεων, φάγαμε τα κρουασανάκια μας, τα σοκολατένια ψωμιά
μας, μαλακά σαν σύννεφο, τσακωθήκαμε και με τους Γάλλους, και μετά φύγαμε. Α, ναι!
Πρέπει να το ομολογήσω. Είναι που είναι μουντρούχοι οι Γάλλοι σαν λαός γενικότερα,
στην επαρχία είναι εκατόν φορές πιο χωριάτες. Μας συναγωνίζονται επάξια. Μας διώχνανε από τα εστιατόρια ενώ είχαν ελεύθερα τραπέζια, αρνούνταν να
μιλήσουν αγγλικά παρόλο που καταλάβαιναν τι τους λέγαμε και γενικότερα μία
συμπεριφορά τύπου «εδώ έτσι το κάνουμε κι αν σας αρέσει!» Στο τσακ γλιτώσαμε το
πιάτο στο κεφάλι αφού μας σέρβιραν πολλάκις με ύφος «στον λαιμό να σας κάτσει».
Φυσικά, ξεκουράστηκα τα μάλα, έγινα άλλος άνθρωπος για
τρεις μέρες, που ουδόλως χαλιέμαι από την άξεστη συμπεριφορά των Γάλλων. Χώρια
που εν μέρει τους καταλαβαίνω, αφού πρόκειται για μέρος που πήζει στον τουρίστα,
και έχω παρατηρήσει ότι όσα μέρη σφύζουν από τουριστική κίνηση, αργά ή
γρήγορα εκδηλώνουν μία άλφα αλαζονεία. Δεν τη δικαιολογώ, αλλά την καταλαβαίνω.
Γι αυτά είμαι, όμως, αγαπητέ αναγνώστη. Αυτά ποθεί η ψυχή
μου. Χρωματιστά χωριά, χαμένα στο πράσινο της Ευρώπης, ένα πράσινο που δεν
επιτρέπει καν στο φως να το διεισδύσει και να το διαβάλει. Με ένα τζάκι, μία σύνδεση
στο ίντερνετ και ένα γραφειάκι σε ένα ξύλινο σπιτάκι να απολαμβάνω τα βιβλία
μου. Αυτά που θέλω να διαβάσω κι αυτά που θέλω να γράψω. Έτσι έπρεπε να ήταν η
ζωή. Κοίτα φωτογραφίες! Κοίτα χαρά Θεού!
Το κέντρο του χωριού. Εδώ ξετυλίξαμε το ταλέντο μας μπροστά στα έκπληκτα μάτια των περίοικων.
Το ξενοδοχείο μας. Πιο κέντρο δεν γινόταν. Ολίγον μπάτε σκύλοι αλέστε, φυσικά. Μπήκαμε μέσα, τους είπαμε "ήρθαμε", ούτε που ρώτησαν ποιοι είμαστε, ούτε πόθεν ήρθαμε, ούτε στοιχεία εξακρίβωσαν, μας δώσανε το κλειδί στον τρίτο, και μας έγνεψαν να ξεκουμπιστούμε. Σας είπα, πιο "χαθείτε από μπροστά μας" αντιμετώπιση είχα χρόνια να ζήσω.
Τα περισσότερα κτήρια είναι διακοσμημένα με τέτοιες συμπαθητικές παπάρες, ήτοι λουλουδάκια, πεταλούδες, μαϊμουδίτσες, μαϊμουδίτσους, καρδούλες κτλ, που κάποιες φορές είναι απλά... τρομακτικά.
Παρόλα αυτά, τα πάντα σε συνεπαίρνουν. Είχα τσακωθεί με έναν άγνωστο στο τουίτερ, κάποτε, που τόλμησε να μου πει να αφήσω κατά μέρος τις προκαταλήψεις και να δώσω μία ευκαιρία στον αγροτουρισμό της Κύπρου. Γέλασε και ο τελευταίος πελαργός της Αλσατίας.
Μια που τους έφερε η κουβέντα. Η Αλσατία είναι γεμάτη πελαργούς (και τα σουβενίρ σιοπς επίσης). Σε πολλές στέγες θα διακρίνεις τις φωλιές τους και εκείνους σε ζευγάρια μέσα να ερωτοτροπούν. Μπόγους με βρέφη πάντως, δεν είδα να κουβαλούν.
Όπως ήδη κατάλαβες, αγαπητέ αναγνώστη, πρόκειται για μία πραγματική Ντίσνεϊλαντ. Ένα παραμύθι υπαρκτό.
Αυτό εδώ είναι ένα γειτονικό χωριουδάκι που επισκεφτήκαμε, ονόματι Ρίκβιρ. Δέκα λεπτά μακριά με το αυτοκίνητο. Πνιγμένο στο πράσινο. Απ' τη μια μεριά τα γερμανικά σύνορα, από την άλλη τα γαλλικά, λίγο παραπέρα οι ελβετικές άλπεις, έχεις λίγο απ' όλα. Τον μεσαίωνα, κατά τη διάρκεια των πολέμων των Νορμανδών, το συγκεκριμένο χωριό κατακτούνταν εναλλάξ από τους δύο λαούς (Γάλλους και Γερμανούς) σε βαθμό που οι κάτοικοι άλλαζαν εθνικότητα έως και τέσσερις φορές κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Παρόλα αυτά δήλωναν πάντοτε Γάλλοι στην ψυχή. Αφότου κατέκτησαν την ελευθερία τους, ο σοφός λαός καθιέρωσε κάθε φορά που κατανάλωνε ένα μπουκάλι κρασί να λέει "...άλλο ένα μπουκάλι που σώθηκε και δεν θα το πιει Γερμανός".
Αυτό είναι ένα άλλο χωριό που επισκεφτήκαμε, το "Καϊζερμπεργκ" το οποίο εγώ αποκαλούσα επιμελώς "Χάιζενμπεργκ" για να του αποδώσω περισσότερο ενδιαφέρον, και το οποίο πριν δύο χρόνια βραβεύτηκε ως το πιο όμορφο γαλλικό χωριό. Περνά κι ένα ποταμάκι δια μέσου του, είναι πραγματικά out of this world που λένε και οι συμπατριώτες μου. Έβγαλα και μία φωτογραφία, στην οποία μπορείς να διακρίνεις την ευτυχία στο χαμόγελό μου εν είδει φύλλου κρουασάν που κόλλησε ανάμεσα στα δόντια μου.
Στο Κολμάρ γενικότερα δεν έχει και πολλά πράγματα να κάνεις. Έχει ένα εντυπωσιακό μουσείο τέχνης, απ' αυτά που με σούρνει η Μπρέντα με το ζόρι και το οποίο διεγράφη από τον εγκέφαλό μου πέντε λεπτά αφότου φύγαμε, έχει όμως κι ένα μουσείο παιχνιδιών, από το 1700 μέχρι σήμερα, το οποίο είναι συμπαθητικό, τετραόροφο και αξίζει τα λεφτά του.
Το πήρατε χαμπάρι ότι τα παιδικά μας χρόνια μπήκαν σε μουσείο κανονικά; Τα παιχνίδια σε μουσείο, εμείς σε μαυσωλείο!
Αυτό το βίντατζ κουκλοθέατρο, πάντως, το έκλεβα με συνοπτικές αν είχα τη δυνατότητα! Έχει ολόκληρο τμήμα με κουκλοθέατρα το μουσείο τα περισσότερα με τέτοιες κακάσχημες, σατανισμένες κούκλες. Υπέροχα.
Α, ναι, το είδαμε κι αυτό. Το Κολμάρ είναι η γενέτειρα του καλλιτέχνη που λάξευσε το Άγαλμα της Ελευθερίας. Τον έχουν σε μεγάλη υπόληψη, υπάρχει και μουσείο αφιερωμένο σ' αυτόν, που ευτυχώς το γλίτωσα. Όπως βλέπετε, σε μία κίνηση που θα ζήλευε ακόμα και η Λεμεσός μας, οι Γάλλοι διακόσμησαν έναν κυκλικό κόμβο με μία απομίμηση του αγάλματος, εις ένδειξη αναγνώρισης του έργου. Λεπτομέρεια που με έκανε και γέλασα: Αρχικά το άγαλμα προοριζόταν για τους Άραβες, για να μπει στην διώρυγα του Σουέζ. Όταν το είδαν οι Άραβες, είπαν "τι ειν' τούτο" και το απέρριψαν ευγενικά. Περίλυποι οι Γάλλοι που δεν ήξεραν τι να το κάνουν σκέφτηκαν να το δώσουν στους Αμερικάνους μην πάει χαμένο. Χουζ λάφινγκ νάου;
Αυτά από την υπέροχη Αλσατία.
Πώς πάμε εκεί; Παίρνουμε την απευθείας πτήση της Easyjet από Λάρνακα προς Βασιλεία,
Ελβετίας. Το αεροδρόμιο της Βασιλείας έχει τρεις εξόδους καθότι εξυπηρετεί
τρεις χώρες, βλ. Ελβετία, Γαλλία, Γερμανία. Βγαίνουμε από την έξοδο που βλέπει
στη Γαλλία. Από εκεί παίρνουμε λεωφορείο για Κολμάρ, το οποίο απέχει μία ώρα,
πάνω κάτω. Φροντίστε να έχετε και διαβατήριο μαζί σας, γιατί αν πέσετε σε
μαλάκα, Ελβετό αστυνομικό θα σας κάνει πρόβλημα με την κυπριακή ταυτότητα. Δεν
ξέρω γιατί, αλλά δεν την αποδέχονται ως ταξιδιωτικό έγγραφο. Ειδικά αν είναι
παλιάς έκδοσης. Εμένα με σταμάτησαν και μου είπαν ότι δεν αναγνωρίζουν αυτό το «πράμα»,
εγώ τους απάντησα «ούτε εγώ, αλλά τι να κάνουμε, εκεί γεννήθηκα», μου ξαναείπε «we have problems with you and those who come from Greece», και ξαφνικά χάρηκα
που μας ταυτίζουν ακόμα και σε τέτοια μαλακισμένα θέματα, και μετά από πολλή
διαπραγμάτευση που έφτασε τα όρια της έντασης και της παρολίγον σύλληψης, με
άφησαν να περάσω.
Γυρίσαμε σπίτι και ήταν σαν να μην φύγαμε ποτέ. Μας περίμενε
ο υπέροχος γιόκας μας, ο οποίος ήταν μηχανή παραγωγής τύψεων για όσο λείπαμε,
αλλά μετά το ψεσινό κάζο και το σύστημα που ξεσήκωσε τελευταία να μην πέφτει να
κοιμηθεί αν δεν προηγηθεί βόλτα με το αυτοκίνητο, τα ξεχάσαμε όλα, και
προσγειωθήκαμε μάλλον ανώμαλα στην πραγματικότητα.
Από τις σοκολατερί και τα
πατισερί, πίσω στο μπουρδελερί!