Κυριακή, Μαΐου 03, 2020

#Σπίτι Με Την Άννα


Οι εκπομπές τύπου «Σπίτι Με Την Άννα», σε μένα δεν λένε τίποτα. Εδώ μέσα είναι σαν να ζούμε με την Άννα από το 1997, τη χρονιά κατά την οποία πωρώθηκα. Δεν μου λέει κάτι παραπάνω να τη δω να τραγουδά στους τρόφιμους της καραντίνας. Χθες το απόγευμα κιόλας είχα βάλει το λάιβ από το Χοτέλ Ερμού στη διαπασών και είχα και τη σύζυγο να με ρωτά «πού τη βρίσκω την όρεξη και τραγουδώ τόσο παθιασμένα, τραγούδια τα οποία έχω ακούσει ένα εκατομμύριο φορές». Ούτε εγώ ξέρω πού τη βρίσκω την όρεξη. Η μουσική του Καρβέλα σε συνδυασμό με τη φωνή της Βίσση είναι σαν ναρκωτικό για μένα. Άντε ρώτα τον ναρκομανή, πού βρίσκει την ενέργεια όταν σνιφάρει κόκα. Το ίδιο πράγμα είναι, ακριβώς.

Το μόνο θετικό που προκύπτει από εκπομπές τύπου «Σπίτι Με Την Άννα» είναι ότι τις βλέπουν και κανονικοί άνθρωποι, μη φανς, και θεωρούν ορθό να επικοινωνήσουν μαζί μου κατά τη διάρκεια, θεωρώντας με ταυτόσημο μαζί της. Το τι μήνυμα έπεσε χθες από παλιούς συμφοιτητές από Ελλάδα με τους οποίους είχα να μιλήσω αρκετά χρόνια, δεν λέγεται. Είναι συγκινητικό να σου λέει κάποιος ότι σε θυμάται εξ αιτίας ενός τραγουδιστή.

Χθες, λοιπόν, εξ αιτίας της επικοινωνίας μου με παλιούς συμφοιτητές άνοιξα παλιά φωτογραφικά άλμπουμ και βρήκα την πιο κάτω φωτογραφία. Είναι τραβηγμένη από «greek night» στο Ρέντινγκ, τον Ιανουάριο του 2002. Πριν 18 χρόνια, Τζίζους Κράιστ! Είναι η στιγμή που έμπαινε το «αγάπη υπερβολική» και γινότανε σεισμός. Όπως βλέπετε, και όπως βλέπω κι εγώ και πλέον ντρέπομαι, κουβαλούσα και μία αφίσα μαζί μου, ήταν από τα βραβεία του Ποπ Κορν 2001, την οποία ξεδίπλωσα και κρέμασα από το μπαλκόνι του κλαμπ την ώρα που έπαιζε η Βίσση. Δεν ξέρω γιατί το έκανα, ούτε τι σκεφτόμουν, ούτε σε τι αποσκοπούσα, ούτε γιατί το θεωρούσα κουλ. Όπως σας έγραψα πολλές φορές, ως φοιτητής ένιωθα χρέος μου να μάθει και ο τελευταίος ευρωπαίος τι εστί Βίσση. Φυσικά, στις ελληνικές βραδιές, ελάχιστοι ξένοι παρευρίσκονταν, κι αν παρευρίσκονταν ουδόλως κόπτονταν να μάθουν ποια ήταν η Βίσση. Εγώ όμως, θεωρούσα ότι όλοι έπρεπε να ξεραθούν να μάθουν.


Νομίζω εδώ είναι το σημείο που λέει "χάνομαιιιιι". Διακρίνεται συμφοιτήτρια στα κόκκινα που διακατέχοντο από το ίδιο πάθος. 

Δεν το βρίσκω φυσιολογικό εκ των υστέρων. Αν, πάντως, σημαίνει κάτι, χθες, τόσα χρόνια μετά, οπόταν και είχαμε μία σχετική κουβέντα στο φέησμπουκ, μία κοπέλα από τον Παναμά που σπούδαζε μαζί μας, άφησε κάτω από τη συζήτηση το εξής σχόλιο: «Even I remember that woman!» Οπότε ναι, μπορεί διεθνή καριέρα να μην έκανε, αλλά αυτή τη στιγμή υπάρχει τουλάχιστον ένα άτομο στον Παναμά που έμαθε τη Βίσση εξ αιτίας μου!

Τώρα που το σκέφτομαι, έχω και σε βίντεο μία Ουκρανή που τραγουδά φαρσί το Τραύμα, το οποίο της το έμαθα λέξη προς λέξη, κουπλέ-ρεφρέν. Ναι, ας μην το σκαλίσουμε το θέμα, γίνεται όλο και πιο άβολο.

Είναι όμως, θέλουμε δεν θέλουμε, αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου, παρόλο το awkwardness. Η μάνα μου, για παράδειγμα, μου είπε ότι παλιότερα δεν τη χώνευε τη Βίσση και ότι την αγάπησε εξ αιτίας μου. Απόψε, έμεινε ξύπνια μέχρι τις 22:30 και την παρακολούθησε παρόλο που υπό κανονικές συνθήκες κοιμάται στις 21:00. Επίσης, έσπευσε να μου στείλει και μήνυμα ότι την απολαμβάνει. Αυτό δεν θα συνέβαινε αν δεν έπαιζα τα cd στο σαλόνι ενόσω μεγάλωνα.

Κάθε τραγούδι της Βίσση είναι και μια εικόνα. Τραγουδούσε απόψε, στον Τσιτσιπά, τα «Κακά Παιδιά». Θυμήθηκα τον πατέρα μου, πόσο του άρεσε αυτό το τραγούδι. Δέκα μέρες πριν πεθάνει (δεν είχαμε πάρει ακόμα χαμπάρι πόσο κοντά στο τέλος βρισκόταν), είχα βάλει το εν λόγω τραγούδι να παίζει δυνατά και ανέβηκα στην κουζίνα να φάω. Ο πατέρας μου πάντα μου έλεγε να χαμηλώσω τη μουσική. Εκείνη την ημέρα, ακούγοντας τη λατέρνα στην εισαγωγή, μου είπε «πήγαινε κάτω και δυνάμωσέ το κι άλλο, τι ωραίο αυτό το τραγούδι!» Ήταν καταπονημένος, μετά δυσκολία κινούνταν, δεν είχε δύναμη καν να μασήσει τροφή και έτρωγε μόνο σούπες, κι όμως τον κατάλαβα ότι εκείνη την ώρα απολάμβανε αυτό που άκουγε. Κουνούσε και το κεφάλι ρυθμικά σαν να περνούσε ο πόνος. Δέκα μέρες μετά πέθανε. Σκεφτόμουν απόψε, άραγε το διαισθανόταν εκείνη την ώρα; Ήξερε, ότι το τέλος ήταν κοντά και γι αυτό δεν μου θύμωσε που είχα τη Βίσση τέρμα; 

Κανένας δεν ξέρει. Αυτά, σκεφτόμουν απόψε όσο διαρκούσε το τραγούδι. Τέτοιες ιστορίες όμως, με τραγούδια της Βίσση που έγιναν soundtracks στιγμών, έχω να σου διηγηθώ άπειρες. Οι περισσότερες είναι και αντικειμενικά ασήμαντες, αλλά μέσα στο μυαλό μου γιγαντώθηκαν και πήραν διαστάσεις θρύλου. Υπάρχουν συγκεκριμένα τραγούδια της, συγκεκριμένοι στίχοι, συγκεκριμένα μουσικά σημεία και θέματα που σημαίνουν πολλά.

Δεν το καταλαβαίνουν οι πιο πολλοί. Οι περισσότεροι νομίζουν ότι με νοιάζει αν πούλησε, αν της πάει το μαλλί, αν της πάει το ρούχο και άλλα τέτοια ευτελή και πανηλίθια. Επίσης πολλοί νομίζουν ότι αν έχω τις μαύρες μου και μου παίξουν τραγούδια της θα σηκωθώ πάνω και θα χτυπιέμαι σαν να γύρισε διακόπτης (σε πόσους γάμους, σε πόσα πάρτι έχω πάει και βαριέμαι τη ζωή μου, και για να μην φύγω έρχονται και μου λένε "θα πω στον dj να βάλει Βίσση", λες και αυτό θα σώσει τίποτα). Νομίζουν ότι είναι τόσο φαιδρό αυτό που συμβαίνει μαζί της. Κανένας δεν πάει στο βάθος να στοχαστεί τι είναι αυτό που με δένει ουσιαστικά μαζί της. Εξ ου και όποτε πάω στη συναυλία της, δεν πάω απλά σε μια συναυλία της τραγουδίστριας Άννας Βίσση. Επιστρέφω, εκόντας άκοντας, και ξαναβλέπω μπροστά μου όλη μου τη ζωή από το 1997 και μετά. 

Είναι προνόμιο, κατά μία έννοια. Καληνύχτα σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: