Τρίτη, Δεκεμβρίου 31, 2019

2020

Το 2019 δεν ήταν μια καλή χρονιά. Ήταν από κακή έως μέτρια.

Παρόλα αυτά ήταν καλύτερη χρονιά από το 2018 που ήταν όλα τρισάθλια.

Για το 2020 είμαι αισιόδοξος γιατί πρώτον άρχισα να παίρνω πρωτοβουλίες και να διορθώνω τα κακώς έχοντα της ζωής μου. Δεν διορθώνονται όλα εύκολα, ούτε αμέσως. Αλλά είναι καλύτερο να προσπαθείς παρά να κάθεσαι στον καναπέ και να χάσκεις και να περιμένεις το θαύμα. Το θαύμα το δημιουργείς μόνος σου.

Είμαι αισιόδοξος γιατί το 2020 φαίνεται ωραίο στο μάτι και γενικά με τους ζυγούς αριθμούς τα πάω καλύτερα. Σε ζυγή χρονιά γεννήθηκε ο γιος μου, οπότε… μόνο να χαμογελώ μπορώ.

Δεν έχω να πω κάτι άλλο.

Είμαστε πια σε ηλικία που η ευχή για υγεία δεν είναι πλέον τυπική. Εύχομαι να είστε όλοι καλά και να χαίρεστε ό, τι σας δίνει ευχαρίστηση στη ζωή.

Τίποτε άλλο.


Καλή χρονιά. Ευτυχισμένο το 2020!

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 27, 2019

Έκατσα Και Είδα Τα Eurogames

Μόλις σήμερα κατάφερα να παρακολουθήσω τη νέα εκδοχή των Παιχνιδιών Χωρίς Σύνορα υπό τον τίτλο Eurogames που μεταδίδονται από το Σίγμα και τον Σκάι Ελλάδος από την περασμένη Παρασκευή.

Ήμουν επιφυλακτικός γιατί μόνο ο Θεός ξέρει τι σημαίνουν για μένα τα Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα. Επίσης, όλες οι ιμιτασιόν τηλεοπτικές απόπειρες που έγιναν για αναβίωσή του εν λόγω κόνσεπτ ήταν παταγώδεις αποτυχίες. Για όλα τα παραπάνω, και έχοντας διαβάσει μέτριες κριτικές στα διαδικτυακά φόρα φανατικών θαυμαστών του προγράμματος, διατήρησα χαμηλές τις προσδοκίες μου.

Παρόλα αυτά, εξεπλάγην ευχάριστα.

Τα Eurogames ήταν αξιοπρεπέστατα, σύγχρονα, γρήγορα, με τις σωστές δόσεις νοσταλγίας, και όλες τις προδιαγραφές της τηλεόρασης του 2020.

Δεν είχαν τα κοστούμια και τα σκηνικά της δεκαετίας του ’90 που ήταν πιο πλούσια, δεν είχαν την επισημότητα και τη σοβαροφάνεια της δεκαετίας του ’90, δεν είχαν την αυστηρότητα, αλλά ούτε και την αθωότητα εκείνης της υπέροχης δεκαετίας. Αυτά, δυστυχώς, είναι πλέον ψιλά γράμματα για τα δίσεκτα χρόνια που διαβαίνουμε και μόνο τον υποφαινόμενο κι άλλους δυο-τρεις σπασίκλες αφορούν. Εξάλλου, το παιδί μέσα μου πάει να πεθάνει, οπότε τι να λέμε τώρα, μπορώ να ζήσω άνετα και με αυτό που είδα απόψε. Το οποίο ήταν πολύ καλύτερο απ’ το απόλυτο τίποτα που μου πουλούσαν σωρηδόν τα κανάλια τα τελευταία είκοσι χρόνια.

Θέλω να κάνω ειδική μνεία στη μετάδοση του Θέμη Γεωργαντά που αποδείχτηκε επίσης υπεράνω των προσδοκιών μου και πιστεύω πως είναι άξιος συνεχιστής της Δάφνης Μπόκοτα. Ετοιμόλογος, ευχάριστος, καθόλου φλύαρος, πωρωμένος όσο πρέπει και χαλαρός όσο πρέπει. Μου άρεσε πολύ. Και όσο σκέφτομαι ότι οι ιθύνοντες του Σκάι σκέφτονταν να αναθέσουν τη μετάδοση στο αμόρφωτο βλήμα που ακούει στο όνομα Σάκης Τανιμανίδης, αναρωτιέμαι τι ληγμένα χάπια έπαιρναν. Θέμης και ξερό ψωμί για το συγκεκριμένο πρόγραμμα, παρόλο που όταν τον βλέπω στα πρωινάδικα, στα λέητ νάιτ, και στις συνεχείς και πλέον κουραστικές παρουσιάσεις των βραβείων του Mad, τον βαριέμαι.

Θέλω να σου πω επίσης ότι, με το που έπεσε το μουσικό σήμα της εκπομπής εγώ πλάνταξα στο κλάμα, έγιναν 13 χρονών και τηλεμεταφέρθηκα στο μπεζ σαλόνι του διαμερίσματός μας στην πολυκατοικία, αισθάνθηκα ακόμα και τον άνεμο να φυσά και να μπαίνει από τα ανοιχτά μας μπαλκόνια και είδα εμένα να βλέπω το αντίστοιχο πρόγραμμα παρέα με τον πατέρα μου. Θυμάμαι ότι τον έβαζα να χρονομετρά και ο ίδιος τους γύρους των αθλημάτων γιατί είχα υποψίες ότι οι κριτές μας «γελούσαν» και μας κατέτασσαν ξεπίτηδες συνέχεια τελευταίους. Ο καημένος ο πατήρ μου ξενυχτούσε μαζί μου κάθε Πέμπτη (οι κανόνες του σπιτιού έλεγαν ότι κοιμόμασταν στις 9:00), κι ας είχα σχολείο την επόμενη μέρα. Βλέπαμε το πρόγραμμα κανονικά, βλέπαμε ακόμα και το Δελτίο Ειδήσεων των 11:00 από την ΕΡΤ και μετά συνεχίζαμε μέχρι τα μεσάνυχτα για να μάθουμε αν κέρδισε το Χράντετς Κράλοβε της Τσεχίας, ή το Κέτσκεμετ της Ουγγαρίας.

Εννοείται ότι έγραφα όλα τα προγράμματα σε κασέττες, τις είχα όλες στη σειρά στη βιντεοθήκη μου παραταγμένες σαν κειμήλια, με διαφορετικό χρώμα γραφής του τίτλου στην ετικέτα, ανάλογα με το ποια χώρα διοργάνωνε την εκάστοτε εκπομπή. Τις έπαιζα στο βίντεο 2-3 φορές τη μέρα, τόσο πολύ που στο τέλος μάθαινα και το σχόλιο της Μπόκοτα απ’ έξω. Πέμπτη μεταδιδόταν το πρόγραμμα, την Παρασκευή το παρακολουθοπυσα τρεις φορές συνεχόμενες, ενώ μέσα στο σαββατοκύριακο ξεχείλωνα την κασέττα. Μέχρι την επόμενη Πέμπτη προλάβαινα και την έβλεπα τόσες πολλές φορές που εμπέδωνα τα αποτελέσματα κάθε γύρου, κάθε παιχνιδιού, ενδείξεις που σήμερα θα μπορούσαν να ερμηνευθούν και ως διάγνωση προχωρημένου στάδιου αυτισμού.

Τα Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα είναι από τις πιο ζεστές εφηβικές μου αναμνήσεις και ό, τι και να σου περιγράψω εδώ τώρα είναι λίγο για να σου μεταφέρει την νοσταλγία και τη θαλπωρή που αισθάνομαι όποτε καταφεύγω σε επαναληπτικές μεταδόσεις μέσω Youtube, των τότε εκπομπών. Ακόμα κι απόψε που τα παρακολουθούσα σε πιο ήρεμη και απομυθοποιημένη μορφή, έπιασα τον εαυτό μου πολλές φορές να έχει αγωνία για τα αποτελέσματα. Χάρηκα που η Σπάρτη κατετάγην προτελευταία, οτιδήποτε άλλο θα μου χαλούσε τη φαντασίωση. Το πόσο με πονά και ταυτόχρονα με πωρώνει να βλέπω την Ελλάδα να αποτυγχάνει δεν λέγεται. Αν κέρδιζε θα έλεγα «έλα μωρέ τώρα με το πανηγυράκι, είναι παιχνίδια για παιδάκια». Τώρα που χάνει βουρκώνω σαν τσολιάς που δέχεται επίθεση με δακρυγόνα στο Σύνταγμα.

Αν δεν είδατε το πρόγραμμα και σας ενδιαφέρει να πάρετε μια γεύση, υπάρχει όλο ανεβασμένο, εδώ: 


Παρασκευή, Δεκεμβρίου 20, 2019

Πάω Για Τσιγάρο

Η αντιπάθεια που έτρεφα και τρέφω προς τους καπνιστές έχει καταλαγιάσει τα τελευταία δέκα χρόνια με την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου στην Κύπρο. Δεν ξέρω αν εφαρμόζεται 100% σε όλα τα υποστατικά, αλλά πλέον δεν με κόφτει ιδιαίτερα αφού λόγω ηλικίας και οικογενειακής κατάστασης σπάνια βγαίνω τα βράδια σε χώρους όπου ενδέχεται να καπνίζουν παράνομα. Οπότε, σε ένα σχεδόν απόλυτο αριθμό, γλίτωσα από τη βρώμα που αναδυόταν από τα τσιγάρα των γύρω μου.

Τώρα που εργάζομαι στο μωλ, όμως, παρατηρώ κάτι άλλο που με εντυπωσιάζει. Παρατηρώ την ευκολία με την οποία οι συνάδελφοι επικαλούνται τον εθισμό στο τσιγάρο για να βγουν έξω από το κατάστημα για να καπνίσουν. Πέραν τούτου, εντυπωσιάζομαι που το θεωρούν αυτονόητο. Το «πάω για τσιγάρο» το θεωρούν αναφαίρετο δικαίωμα, το θεωρούν πιο σημαντικό και από το «πάω τουαλέτα».

Εσένα τι σε νοιάζει, τι ζόρι τραβάς, θα μου πεις. Αφού ούτως ή άλλως δεν τους μυρίζεσαι, γιατί το κάνεις θέμα; Καθόλου δεν με νοιάζει. Κατ’ ακρίβεια, περνώ καλύτερα όταν βγαίνουν έξω να καπνίσουν και ησυχάζει το κεφάλι μου.

Το ψάχνω όμως από φιλολογικής πλευράς. Αν εγώ είχα έναν άλλον είδους εθισμό, θα επιδείκνυαν οι γύρω μου την ίδια κατανόηση; Θα θεωρούνταν δεδομένο ότι μπορώ να βγω έξω επειδή φερ’ ειπείν, είμαι εθισμένος στο «να μιλάω στο κινητό κάθε πέντε λεπτά» ή επειδή είμαι εθισμένος στο «να πηγαίνω βόλτα και να βλέπω βιτρίνες άλλων καταστημάτων;» Θα δικαιούμουν να επικαλεστώ εθισμό στο αλκοόλ και να πίνω το ουισκάκι μου μέσα από ένα φλασκί που θα είχα κρυμμένο στη φόδρα του σακακιού μου; Θα δικαιούμουν να βγαίνω έξω κάθε δέκα λεπτά επικαλούμενος τον εθισμό μου στο να… «ξύνω τ’ αρχίδια μου;»

Είναι απίστευτο το πώς κατάφεραν οι καπνιστές και πέρασαν στη συνείδηση του κόσμου το «πάω για τσιγάρο» ως κάτι το φυσιολογικό στο οποίο όλοι οι υπόλοιποι πρέπει να δείξουμε σεβασμό και κατανόηση. Χεστήκαμε αν θες να καπνίσεις, να κάτσεις εδώ που κάθεσαι να βγάλεις δουλειά. Πού προέβλεπε το συμβόλαιό σου ότι δικαιούσαι διαλείμματα για τσιγάρο; Θεέ μου! Σ’ ευχαριστώ που με προφύλαξες και δεν με έκανες αφεντικό. Δεν θα στέριωνα υπάλληλο στην επιχείρηση. Εκτός του ότι με δυσκολία θα σταύρωνα άνθρωπο να προσλάβω, θα γίνονταν τα νεύρα μου χορδές όποτε άκουγα την επίκληση της δικαιολογίας αυτής για να βγει ο άλλος έξω.

«Πάω για τσιγάρο»


«Στα τσακίδια κι ακόμα παραπέρα!»

Τρίτη, Δεκεμβρίου 17, 2019

Τρία Σχόλια Και Γεια Σας

Ναι, γεια σας, εγώ μιλώ;

Ήρθα να πω τρία πράγματα και μετά να πάω για ύπνο.

Πρώτον,

Η Άννα Βίσση έβγαλε ένα νέο βίντεο κλιπ για το τραγούδι «Φλεγόμενος Τροχός». Θεωρείται, και ίσως όχι άδικα, το καλύτερο τραγούδι του τελευταίου της δίσκου. Κάτσε και δες το. Όχι πες μου, ζηλεύεις ή όχι το κέφι αυτής της γυναίκας στα 63 της χρόνια να κάθεται και να γυρίζει τέτοια βίντεο; Μου θυμίζει εμένα και τους φίλους μου, αλλά στα 15 μας χρόνια. Που γυρίζαμε θρίλερ σε εγκαταλελειμμένες οικοδομές με δανεική κάμερα και ανάβαμε κεριά και φορούσαμε μανδύες και αναπαριστούσαμε τον Δράκουλα του Κόππολα. Ε, η Βίσση γουστάρει να παίζει με τέτοια κόνσεπτ μέχρι σήμερα. Την αγαπώ!



Εντάξει, για το βίντεο έχω ενστάσεις. Θεωρώ ότι άξιζε καλύτερης φωτογραφίας και καλύτερης… περούκας. Γενικά υπάρχουν αμήχανα πλάνα, και πιστεύω ότι η ιστορία που προσπαθεί να πει είναι είτε συγχυσμένη, είτε απλά ανύπαρκτη. Μου άρεσε στην ολότητά του, αλλά θα μπορούσε να ήταν κλάσεις ανώτερο. Όπως και να ‘χει, τα γραφικά με τις φωτιές είναι καταπληκτικά, η κορύφωση με τα φτερά νυχτερίδας τύπου Μαλέφισεντ όλα τα λεφτά, ενώ το ότι χρησιμοποιήθηκε και ο Καρβέλας ως στοιχειό, το κερασάκι στην τούρτα του αυτοσαρκασμού!

Δεν θα μου περάσει ποτέ αυτή η μανία!

Δεύτερον,

Μιας και ανέφερα τον Καρβέλα, εδώ και λίγες μέρες ανακάλυψα ότι έγραψε το πιο κάτω τραγούδι για την Έλενα Φερεντίνου, η οποία φημολογείται πως είναι και η νέα του σχέση. «Δεν πάει καλά το παιδί». Έξυπνοι στίχοι, ωραιότατο βαλς. Θα μπορούσε να το είχε πει η Ζουγανέλη και να θεωρείται κουλτούρα επιπέδου Μαραβέγια, το έγραψε όμως ο Καρβέλας και είναι καταδικασμένο να το ακούσουμε μόνο εγώ και άλλοι πέντε-έξι… «παλιακοί». Σήμερα το είχα όλη μέρα στο ριπίτ και το τραγουδούσα δυνατά στο αυτοκίνητο αδιαφορώντας για τα αδιάκριτα βλέμματα από τους οδηγούς απέναντι. «Δεν πάει καλά…δεν πάει καλά… δεν πάει καλά το παιδί!»



Μη μου πείτε ότι δεν φέρνει σε λίγο από Άννα στη δεκαετία του '90...!

Τρίτον,

Σήμερα στο μωλ, καθώς εξυπηρετούσα ένα μεσόκοπο κύριο με γκρίζα μαλλιά, τον οποίο έκανα γύρω στα πενήντα και βάλε, και καθώς ήμουν σκυφτός στο ταμείο και μετρούσα τα ρέστα του, άκουσα τη φωνή του να με ρωτάει: «Ήσουν Δόκιμος στα Τεθωρακισμένα;» Γούρλωσα τα μάτια μου, σήκωσα το κεφάλι μου και τον κοίταξα, και μου είπε «κοίτα με καλά και πες μου ποιος είμαι!» Κόκκαλο εγώ. Ο διοικητής μου δεν ήταν, ο υποδιοικητής μου δεν ήταν, τελικά τον αναγνώρισα απ’ τη φωνή. Ήταν ένας μόνιμος αξιωματικός της ηλικίας μου. Ετών σαράντα! Και έδειχνε γέρος. Μαράθηκε αμέσως η καρδούλα μου. Δεν ήξερα πώς να κρύψω την έκπληξή μου. Είναι από αυτούς τους ανθρώπους που μετά τη θητεία δεν έτυχε να ξαναπέσουμε ο ένας πάνω στον άλλον. Πουθενά δεν έτυχε να συναπαντηθούμε τα τελευταία είκοσι χρόνια. «Σε άφησα με μάγουλα ροδαλά, εικοσάρη νέου, και τώρα ξαναβρισκόμαστε, εσύ γκριζομάλλης και εγώ σχεδόν καραφλός» του απάντησα. 

Πραγματικά, έπαθα σοκ.

«Έμαθα από κοινούς γνωστούς ότι έκανες εγχείρηση καρδιάς και στεναχωρήθηκα», μου είπε.

Εκεί ζέστανε λίγο η καρδούλα μου. Από άνθρωπο που έχω να δω είκοσι χρόνια, και για τον οποίο δεν επεδίωξα καν να μάθω νέα του, εκτίμησα πραγματικά το ενδιαφέρον του, τον αγάπησα κατιτίς παραπάνω. «Πού το θυμήθηκες αυτό, πάνε και δέκα χρόνια» του είπα αμήχανα. Τι να του έλεγα ότι δεν περνά μέρα που δεν το σκέφτομαι και φοβάμαι; Εγώ ακόμα προσπαθούσα να συνέλθω από την αλλαγή στην εμφάνισή του.

Κάπως έτσι φαντάζομαι τη μετά θάνατο ζωή. Να συναντιόμαστε με διάφορους πεθαμένους, άϋλα φαντάσματα, και να ξανασυστηνόμαστε. «Είμαι το πνεύμα του τάδε. Θυμάσαι που ήμασταν ζωντανοί και κάναμε παρέα;»

Βλέπω πολλά ενδιαφέροντα, γενικά, στο μωλ. Αγωνιώ να σας τα διηγηθώ. 

Κυριακή, Δεκεμβρίου 15, 2019

Part Time Job

Στη ζωή δεν έρχονται όλα όπως τα υπολογίζεις.

Εγώ, για παράδειγμα, πάντα ήμουν της άποψης ότι δεν ζούμε για να δουλεύουμε, αλλά το ανάποδο. Πάντα επεδίωκα να βρίσκω μια δουλειά πρωινή, το πολύ μέχρι το μεσημέρι, για να έχω ποιοτικό χρόνο για τον εαυτό μου και τους αγαπημένους μου. Το ωράριο 8:30-18:00 μου ακουγόταν ανέκαθεν εφιαλτικό, και τρόμαζα με όσους εξοικειώνονταν μαζί του έστω και στη θεωρία. Εξ ου και ο στόχος ήταν πάντα μία θέση στο Δημόσιο ώστε στις 15:00 μάξιμουμ να είμαι σπίτι μου.

Ε, να που τα έφερε έτσι η ζωή, όμως και πλέον αναγκάστηκα να βρω και απογευματινή εργασία. Δεν βγαίνω, μάτια μου. Τα έξοδα τρέχουν. Δάνεια, έξοδα τέκνου, συντήρηση σπιτιού, ασφάλειες, γιατροί, τα ξέρετε και εσείς. Αν δεν άρχιζα να ρίχνω έξτρα χρήμα στον κουβά, σε λίγο θα ήμουν με το ακορντεόν στα φώτα του ΑΠΟΕΛ να τραγουδώ το «φτωχολογιά για σένα κάθε μου τραγούδι» και να πουλώ χαρτομάντιλα.

Δεν ήταν εύκολη απόφαση. Για μήνες τη γυρόφερνα αλλά δεν έλεγα να ρίξω τα μούτρα μου. Δεν ήταν εύκολο, ούτε να δεχτώ ότι θα βγω από το βόλεμα μου, ούτε ότι ξαφνικά θα βρεθώ να κάνω δουλειές «του ποδαριού», αφού δεν θα μπορούσα να βρω μια δουλειά που να έρχεται σε σύγκρουση συμφέροντος οποιουδήποτε είδους με την πρωινή μου εργασία. Θα έπρεπε να βρω κάτι πιο… «λαϊκό» να κάνω. Περίπτερο, ταμείο, μεταφορές, τηλεφωνικό κέντρο. Τέτοια.

Επίσης θα έπρεπε να διαχειριστώ τις νέες ισορροπίες στο σπίτι. Το να δουλεύω απογεύματα σήμαινε αυτόματα λιγότερες ώρες με τον γιο μου, ο οποίος τρία χρόνια τώρα έχει μάθει ότι τα περνάμε μαζί, ταυτόχρονα σημαίνει περισσότερες ώρες με τη μαμά του, η οποία όση καλή διάθεση και να επιδεικνύει, όταν τρώει στη μάπα τον Αλέξη κάθε απόγευμα έξι ώρες συνεχόμενες καταλήγει κι εκείνη τέζα. Εγώ τα ακούω μετά.

Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, αλλά τι να κάνεις; Εγώ έβγαινα στην αυλή κάθε μέρα, κοίταζα τον ουρανό, αλλά δεν έβλεπα να βρέχει χρήμα. Έπρεπε να «αναλάβω πρωτοβουλία». Αυτό δεν θέλουν οι γυναίκες; Άλλωστε, ένα από τα ινδάλματά μου, ο Γουώλτερ Γουάιτ από το Μπρέηκινγκ Μπαντ λέει ότι ο ρόλος του άντρα είναι να «παρέχει στην οικογένεια». A mans duty is to provide! Κι εγώ είμαι παραδοσιακός σ’ αυτά. Μπορεί να υιοθετήσαμε κάποια φεμινιστικά, έτσι για ξεκάρφωμα, για να μην μην μας γίνεται το κεφάλι καζάνι, αλλά κατά βάθος αυτά πιστεύω. Ο άντρας δεν είναι άντρας αν δεν ταΐζει τη φαμίλια! Μπλου μεθ δεν ξέρω να μαγειρεύω βέβαια για να διευκολύνω και τη ζωή όλων μας στα πρότυπα του ινδάλματος. Γι’ αυτό και για την ώρα έγινα... πωλητής σε μαγαζί του μωλ.

Ναι. Tο πρωί νομικός, το απόγευμα ο ψηλός με το «χρειάζεστε κάποια βοήθεια;» που μισούμε ν’ ακούμε όλοι. Είναι φοβερή εμπειρία. Το τι ακούω από τους πελάτες, το τι κοινωνιολογικές αναλύσεις κάνω βάσει πωλήσεων, φύλων και κοινωνικών στρωμάτων δεν περιγράφεται. Απολαμβάνω τα μωρά που πρήζουν τους γονείς να τους αγοράσουν παιχνίδια, απολαμβάνω τους τρελούς (που είναι πολύ περισσότεροι από ό, τι νομίζετε και κυκλοφορούν ελεύθεροι), τις περιπτωσάρες, τους ιδιότροπους. Μια μέρα θα σας τα γράψω όλα πιο αναλυτικά. Τώρα δεν μπορώ για ευνόητους λόγους. Καιρό είχα να μαζέψω ιστορίες που να θέλω να διηγηθώ.

Με τούτα όλα, όμως, και προκειμένου να βγαίνει μισθός που να πιάνει τόπο και να αξίζει την ταλαιπωρία, κατέληξα να δουλεύω κάθε απόγευμα και σαββατοκύριακα μέχρι τις οκτώ το βράδυ. Για όλο τον Δεκέμβριο δεν έχω ούτε μία μέρα ελεύθερη.  Επιπλέον, ξέρετε πως είναι τα μαγαζιά τον Δεκέμβριο. Ο χειρότερος μήνας για τον υπάλληλο! Όταν έκλεινα τη συμφωνία δεν είχα φανταστεί πόσο κουραστικό θα ήταν. Σήμερα, για παράδειγμα, επί εφτά ώρες έκανα ταμείο, χειριζόμουν λεφτά, έκοβα αποδείξεις, τύλιγα δώρα, τύπωνα κάρτες αλλαγής και δεν πρόλαβα να πω ούτε ένα «μανά». Στις οκτώ που κλείσαμε έφυγα σαν ζόμπι. Αυτά δεν τα ζω τα πρωινά. Μπορεί να διασκεδάζω με τον κόσμο που έρχομαι σ’ επαφή στο κατάστημα, αλλά εξαντλούμαι. Δεν ξέρω πόσο θα αντέξω κι ακόμα δεν αρχίσαμε. Έρχομαι σπίτι, κάνω μπάνιο το μωρό, του λέω παραμύθι και μετά ξεραίνομαι μαζί του. Δεν είναι ζωή αυτή. Και μετρώ μόνο δέκα μέρες!

Οι φίλοι και οι γνωστοί βάζουν στοιχήματα σχετικά με το πόσο θα αντέξω. Δεν ξέρω. Εγώ στο μυαλό μου δεν αντέχω ούτε μια μέρα. Δεν αντέχω ούτε τώρα που σας το περιγράφω. Κατ' ακρίβεια δεν αντέχω που δουλεύω το πρωί στο Δημόσιο, πόσο μάλλον που τώρα φορτώθηκα κι άλλη θέση το απόγευμα. Αλλά έχω πολλές τρύπες να κλείσω, και πολλά πράγματα που θέλω ν’ αγοράσω. Ε, δεν γίνεται αλλιώς!


Να δείτε που όπως πάω, θα βγω να παρελάσω και στην εργατική πρωτομαγιά!

Τρίτη, Δεκεμβρίου 10, 2019

Η Χαλουμόπιτα Του Ενός Εκατομμυρίου

Αν νομίζει ο Μαουρίτζιο Καττελάν, ή πώς στον διάολο τον λένε, ότι είναι μεγάλη καλλιτεχνάρα που σκαρφίστηκε το κόλπο με την κολλημένη μπανάνα στον τοίχο της γκαλερί Αρτ Μπάσελ, είναι γελασμένος.

Κατ’ αρχάς σιγά μην περιμέναμε τον κάθε Καττελάν για να υποψιαστούμε πού το πήγαινε. Παλιό το κόλπο. Πάνε και κολλάνε ένα απλό, καθημερινό αντικείμενο στον τοίχο, το κοστολογούν όσο και ένα νεφρό, πάει μετά ένας θρασύς ή και ανυποψίαστος επισκέπτης και το τρώει και σοκάρεται το παγκόσμιο. Καταστράφηκε το έργο τέχνης! Όπως έγινε πριν λίγα χρόνια με τον πίνακα του Μπάνκσι που μόλις δημοπρατήθηκε αυτοκαταστράφηκε.

Αυτά τα διαδραστικά, πολύ σούπα ρε παιδάκι μου! Πολύ «τηλεμάρκετινγκ» που λένε και στο νεξτ τοπ μόντελ.

Δεν βρέθηκε ένας άνθρωπος με όραμα, να το πάει ένα βήμα παραπέρα. Να σοκάρει πραγματικά με τη σκέψη του. Θέλεις να σοκάρεις; Παρ’ το μέχρι τέλους. Για παράδειγμα, εδώ βλέπουμε κατ' αντιστοιχία μία χαλλουμωτή κολλημένη σε έναν τοίχο. 


Σε προκαλεί, σε θέλει, σε παίζει με το βλέμμα. Πόσην ώρα να αντέξεις; Θέλεις να τη μπουκώσεις, όσο κι αν προσπαθείς να σεβαστείς τη τέχνη. Δεν αντέχεις να μην τη καταβροχθίσεις και να ρευτείς απολαυστικά, προκαλώντας σεισμό των οκτώ ρίχτερ σε όλη την ανατολική μεσόγειο.

Γιαμ, γιαμ, να 'ταν κι άλλη! Πάει το έργο, όμως, καταστράφηκε.

Ποιος, όμως, θα μπορούσε να υποψιαστεί ότι η χαλλουμόπιτα ποτίστηκε με άφθονο κάτουρο πριν τοποθετηθεί στον τοίχο από τον καλλιτέχνη; Ποιος υποψιάστηκε ότι κάθε γραμμάριο χαλουμιού περιέχει σταγονίδια από παραθείο το οποίο παραμονεύει, καραδοκεί και θέλει να μολύνει τις αρτηρίες σου, να δηλητηριάσει τις φλέβες σου, να σε στείλει στον αδόξαστο, να σε πάει στον βαθύ τον τάφο, στο μαύρο χώμα, στη σήψη, στη διαφθορά, στην πύρινη κόλαση του Δάντη;

Έτσι είναι το κόνσεπτ του δικού μου έργου τέχνης. Πρώτα μπανιαρίζεις τη χαλουμόπιτα στο δηλητήριο, ύστερα την τοιχοκολλάς. Ύστερα έρχεται ο ανυποψίαστος μαλάκας που θα φάει το ύστερό του και θα γίνει εν αγνοία του μέρος της τέχνης.

Πηχυαίοι τίτλοι την επομένη: «Νεκρός ο 36χρονος επισκέπτης της γκαλερί Τεϊτ του Λονδίνου, μετά από τη δαγκωματιά που έριξε στην τοιχοκολλημένη χαλουμόπιτα». «Ως κομμάτι του ευρύτερου ινσταλέισιον θα παρουσιάζεται το πτώμα του αδικοχαμένου επισκέπτη στη γκαλερί, το οποίο θα ταριχευθεί και να μεταφερθεί και σε άλλες γκαλερί ανά το παγκόσμιο, προκειμένου να σεταριστεί με το κυρίως έκθεμα». «Ένα εκατομμύριο στερλίνες πουλήθηκε χθες η περιβόητη «χαλουμωτή» μαζί με το πτώμα του άτυχου δοκιμαστή της – πανευτυχής ο μπλόγγερ που το φιλοτέχνησε, σκοπεύει να επενδύσει το εκατομμύριο σε εμπόριο ζωοτροφών».

Τι ωραία που θα ήταν!

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 06, 2019

Το Βιβλίο Της Πεθεράς Μου

Η πεθερά μου, έγραψε βιβλίο και το εξέδωσε. Δεν είναι το πρώτο της μυθιστόρημα, είναι το δεύτερο. Είχε κυκλοφορήσει πριν πολλά χρόνια και ένα άλλο στο οποίο μία δολοφονούσε τον πρώην της με μία τυρόπιτα (η τυρόπιτα είναι το αγαπημένο μου σνακ, πρέπει να προσέχω). Έγραψε και ένα θεατρικό έργο με τίτλο Actus Reus, το οποίο υπέβαλε σε ένα διαγωνισμό του ΘΟΚ και το οποίο διακρίθηκε. Παρουσιάστηκε σαν αναλόγιο στο θέατρο των Αποθηκών, αλλά και στην κυπριακή πρεσβεία στην Αθήνα.

Ήρθε σπίτι μας τις προάλλες και μας χάρισε δύο αντίτυπα από τις «Πεταλούδες στο Μπάνιο». ΄Ετσι λέγεται το καινούριο.  Ένα αντίτυπο για τον εγγονό της και ένα για την κόρη της. Εγώ δεν πήρα τίποτα, παρόλα αυτά κάθισα να το διαβάσω για να την ανακαλύψω. Να την καταλάβω. Η ίδια ισχυρίζεται ότι το βιβλίο είναι κατά ένα 10% στηριγμένο σε πραγματικά γεγονότα και κατά 90% σε μυθοπλασία. Εγώ που διάβασα 250 σελίδες μέχρι τώρα, ζήτημα να βρήκα δέκα σελίδες με φανταστικά γεγονότα. Της το επισήμανα και, κλασικά άρχισε να αμύνεται, το έκοψα για να μην τσακωθούμε. Επιμένει ότι πρόκειται για μυθοπλασία και ότι πρόκειται για προϊόντα της φαντασίας της. ΟΚ, δεν θα της το χαλάσω.

Είναι τίμια και αξιοπρεπέστατη η προσπάθεια της πάντως. Δεν πρόκειται για βιβλίο που θα επέλεγα να διαβάσω εγώ, είναι άλλο το τάργκετ γκρουπ της. Αλλά διαβάζοντάς το, είδα ότι είναι αρκετά προσεγμένο. Και την ιστορική έρευνά της έχει κάνει, και οι περιγραφές της παραστατικές χωρίς να κουράζουν, και τα πάντα. Το βλέπω να γίνεται εύκολα και σειρά εποχής. Διασκεδάζω καθώς αναγνωρίζω πρόσωπα και καταστάσεις από ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον και αναρωτιέμαι αν και εκείνοι αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους και πως αισθάνονται γι' αυτό.

Τέλος πάντων, γιατί στα λέω όλα αυτά. Επειδή, κατά μία έννοια, ζήλεψα. Ξέρεις πόσα βιβλία ξεκίνησα να γράφω, ξέρεις πόσα θεατρικά ξεκίνησα και έμειναν στην μέση; Ποια μέση; Πιο κάτω κι απ’ τη μέση. Έγραψα ένα θεατρικό ολόκληρο στα 25 μου χρόνια αλλά σήμερα το έχω αποκληρώσει. Έκτοτε αποπειράθηκα να γράψω μία τηλεοπτική σειρά (έγραψα μόνο το πρώτο επεισόδιο, είπα τι μαλακία είναι αυτή και δεν ξανασχολήθηκα), καθώς επίσης ένα άλλο θεατρικό (έγραψα γύρω στις 20 σελίδες και στέρεψα) και πιο πρόσφατα ένα μυθιστόρημα εμπνευσμένο από την κυπριακή Δημόσια Υπηρεσία (έγραψα 110 σελίδες, το πιο πολύ που έχω φτάσει).

Συνήθως μου έρχεται μια ιδέα, λέω από μέσα μου «ωραία ιστορία, ας τη γράψω» αλλά στην πορεία είτε ξεφουσκώνει, είτε σκέφτομαι ότι πρόκειται περί σάχλας, είτε φοβάμαι να την μοιραστώ με άλλους. Διαβάζω μετά από καιρό αυτά που έγραψα και σκέφτομαι, «α, αυτό το έκλεψα από εκεί», «α, εκείνο το παραποίησα από εκεί» και συνειδητοποιώ ότι αδυνατώ να σκεφτώ μία αμιγώς φανταστική ιστορία που να είναι προϊόν δικής μου φαντασίας στο 100%. Ακόμα και αν αρχίσω να γράφω κάτι που πάει καλά, στην πορεία αρχίζω να βαριέμαι και το κανιβαλίζω μόνος μου. Όπως όταν χτίζεις ένα κάστρο στην άμμο και λίγο μετά το βαριέσαι κι ο ίδιος και του δίνεις μια κλωτσιά και το κατεδαφίζεις. Έτσι. Τα περισσότερα κείμενά μου καταλήγουν σε τσόντες. Πάω να γράψω ένα ρομάνζο, στην πορεία βαριέμαι τα πολύ ποιητικά λόγια και καταλήγω στα "πάρτα βαθειά μωρή καριόλα". Για να γελώ μόνος μου. 

Τώρα που κάθομαι στον καναπέ και κρατώ στα χέρια μου το βιβλίο της πεθεράς μου και το περιεργάζομαι, το μυρίζω και το χαίρομαι, σκέφτομαι «γιατί όχι κι εγώ;!» Κι όμως δεν έχω καμία πειθαρχία, καμία έμπνευση, κανένα κέφι και πάνω απ’ όλα, δεν αισθάνομαι ότι έχω κάτι ενδιαφέρον να πω. Δεν έζησα καμιά εκτός του κόσμου τούτου εμπειρία που να αξίζει να αποτυπωθεί στα χαρτιά. Ούτε αισθάνομαι ότι μπορώ να φανταστώ κάτι που δεν ξαναφαντάστηκε κανένας. Χώρια οι οικολογικές ενοχές. Δεν αξίζει να κοπεί δέντρο για να τυπωθεί κάποια ιστορία μου. Τώρα θα μου πεις, άξιζε να κοπεί δέντρο για τους άλλους; Ίσως όχι. Σίγουρα όχι. Εγώ δεν θα έκοβα δέντρο για τον οποιονδήποτε. Αλλά, να που κόπηκαν και να που τυπώθηκαν.

Ποτέ δεν αποφάσισα ποιο είναι το σωστό. Να προσπαθήσεις και να εκδώσεις κάτι που αποτελεί την καλύτερη σου προσπάθεια έστω κι αν είναι μέτρια στα μάτια του πολλού του κόσμου, ή να έχεις επίγνωση της μετριότητάς σου και να απαλλάσσεις τον κόσμο απ’ αυτήν;

Ξέρω ότι δεν θα συνέβαινε τίποτα στον κόσμο αν κρύβονταν όλοι πίσω από την ανασφάλεια τους. Εγώ πάντως, δεν είμαι ακόμα έτοιμος να αναλάβω οποιανδήποτε συγγραφική ευθύνη, ούτε να εκτεθώ παρόλη την υπερέκθεση εδώ μέσα τόσα χρόνια.

Λοιπόν. Το βιβλίο της πεθεράς μου είναι αυτό:



Κυκλοφορεί σε διάφορα βιβλιοπωλεία. Αν το δείτε μπροστά σας να το αγοράσετε μπας και βγάλει κάνα φράγκο, ξεπεράσει εκείνη την ξινή Αγγλίδα του Χάρι Πόττερ και γίνουμε όλοι δισεκατομμυριούχοι. Είναι το καλύτερο βιβλίο! Το καλύτερο πράμα που θα διαβάσεις φέτος! Για να μην λέει ότι δεν την προωθώ. Ότι δεν έχω να πω μια καλή κουβέντα. 

Τρίτη, Δεκεμβρίου 03, 2019

Περί Γυναικοκρατίας

Νισάφι με το θέμα έλλειψης γυναικών στη Κυβέρνηση, νισάφι!

Πάνε τώρα δυο μέρες δεν συζητάμε άλλο πράγμα. Γελοίοι άνθρωποι.

Θέλετε γυναίκες στο Υπουργικό Συμβούλιο. Δεν υπάρχουν αρκετές. Οκέι.

Αντιλαμβάνεστε ότι αυτό το ζήτημα δεν πρόκειται να λυθεί ποτέ ούτε κι αν ακόμα αποκτήσουμε γυναίκα πρόεδρο, έτσι;

Ο μόνος τρόπος να μπουν γυναίκες στις θέσεις των υπουργών, είναι να καταργηθούν οι διορισμοί. Δηλαδή, να υπουργοποιείσαι με εξετάσεις. Γραπτές εξετάσεις.

Οι γυναίκες είναι κατά βάση πιο διαβαστερές και πιο έξυπνες. Το λένε οι στατιστικές. Πετυχαίνουν καλύτερα στις γραπτές εξετάσεις, εξακριβωμένο. Αυτός θα ήταν και ο πιο τίμιος τρόπος να υπουργοποιείται κάποιος χωρίς σ’ αυτή τη χώρα χωρίς να καταντά έρμαιο του εκάστοτε προέδρου.

Σας διαβεβαιώ, επίσης, πως με αυτόν τον τρόπο θα έσφυζε η πολιτική ζωή του τόπου από γυναίκες. Πάρτε για παράδειγμα το Αστυνομικό Σώμα που πλέον αντιμετωπίζει προβλήματα λειψανδρίας, αφού όλοι οι επιτυχόντες στις γραπτές εξετάσεις για εισαγωγή στο Σώμα είναι γυναίκες. Βέβαια εκεί, παρουσιάζονται άλλα προβλήματα, καθώς γνωρίζω από πρώτο χέρι. Πρώτα πάνε και γίνονται αστυνομικίνες, και ύστερα αρνούνται να αντιμετωπίσουν τον υπόκοσμο γιατί φοβούνται, «έχουν παιδιά», «μπορεί κάποιος να τις μουντάρει», αλλά αυτό είναι άλλου παπά ευαγγέλιο και ουχί της παρούσης.

Τέρμα οι διορισμοί, ζήτω οι γραπτές εξετάσεις!

Γιατί δεν το εισηγείται καμία αυτό;

Αφενός γιατί αυτές που διψούν για καρέκλα γνωρίζουν και οι ίδιες ότι σε περίπτωση γραπτών εξετάσεων δεν θα έπιαναν ούτε τη βάση (μια ματιά στα ονόματα που ήδη πολιτικοποιούνται αποδεικνύει του λόγου τω αληθές), αφ’ ετέρου, επειδή το ζητούμενο δεν είναι να υπάρξει αξιοκρατία. Αλλά να βολευτούν οι βρωμισμένες των κομμάτων.

Ας βρεθεί ένα αφελές ζώο να εισηγηθεί κατάργηση των διορισμών, και όχι μόνο στο Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά σε όλα τα οφίκια της Δημοκρατίας κι εγώ θα σταθώ μαζί του να διαδηλώσω.

Αλλά πού;

Το παν είναι να πωρώνουμε τις γυναικούλες ότι δεν εκπροσωπούνται επάξια και να ξεκατινιάζονται στα τουίτερ. Επί του προκειμένου, δηλαδή της αξιοκρατίας στα δημόσια αξιώματα, καμία ουσιαστική συζήτηση.

Συνηθίσαμε.


(Τα περί ισότιμης στρατιωτικής θητείας, ισότιμης άδειας πατρότητος και τα λοιπά, δεν τα συζητώ καν, ξέρουμε όλοι κατά βάθος ότι αποτελούν θέματα γι' ανέκδοτα, καμία δεν τα πιστεύει πραγματικά, και ότι όλα συμβαίνουν για το σούσουρο, και σε δουλειά να βρισκόμαστε).

Πέμπτη, Νοεμβρίου 21, 2019

Τα Charts Της Δεκαετίας


Όπως είχα γράψει και σε ένα παλιότερο ποστ, από τα τριάντα μου έτη και μετά με ελάχιστα νέα τραγούδια έχω συνδεθεί. Δυστυχώς όσο μεγαλώνω η μόνη μουσική που μου δίνει ευχαρίστηση είναι η μουσική που μου ξυπνά αναμνήσεις. Οι μόνες μουσικές που μου χαρίζουν ευτυχία είναι αυτές που περιλαμβάνονται στη λίστα με τα τραγούδια των παιδικών μου χρόνων, των μαθητικών και φοιτητικών χρόνων, των χρόνων που έζησα τους πρώτους έρωτες. Από τα τριάντα και μετά έχω μόνο καμιά δεκαριά τραγούδια που μου θυμίζουν τη γυναίκα μου και τα ταξίδια μας, αλλά ουδέν καινούριο άσμα δεν έχει στιγματίσει με οποιονδήποτε τρόπο τη ζωή μου.

Θα μου πεις, τραγούδια είναι αυτά που γράφονται σήμερα; Ε, τα ίδια ακριβώς έλεγε και ο πατέρας μου για τα τραγούδια που κυκλοφορούσαν όταν ήμουν εγώ νιάτο. Και του απαντούσα «γέρασες και δεν μπορείς να εκτιμήσεις το τι ακούει η νεολαία». Μιας και τον ανέφερα, να πω ότι πλέον μου αρέσουν και τα τραγούδια που άρεσαν στον πατέρα μου, τα οποία τότε θεωρούσα παλιακά και μπανάλ. Πλέον, όμως, ακούω Μοσχολιού και Μαρινέλλα και στέκομαι σε στάση προσοχής.

Δεν έχω καταλήξει κατά πόσον η μουσική έχει να κάνει με ορμόνες που εκκρίνονται στη νεαρή ηλικία και αν χρειάζεται να συνδεθεί με όνειρα και ελπίδες της νιότης για να δώσει ευχαρίστηση στον εγκέφαλό μας. Διότι και λογικά να το σκεφτείς, αποκλείεται να μην υπάρχει και σήμερα ένα «καλό τραγούδι» στα ραδιόφωνα. Όλο και κάποιο θα υπάρχει. Γιατί δεν μας λέει τίποτα είναι που με παραξενεύει. Μήπως τελικά να μην μπορείς να εκτιμήσεις τη μουσική μετά από κάποια ηλικία; Μήπως να μην μπορείς και να την καταχωρίσεις στα αρχεία του εγκεφάλου σου επειδή… «γέμισαν;» Δεν ξέρω.

Πάντως, ναι, το ομολογώ. Τα τελευταία δέκα χρόνια δεν βγήκε ούτε ένα τραγούδι με το οποίο να μπορώ να ταυτιστώ. Ομοίως, τα τελευταία δέκα χρόνια δεν κατάφερα να γνωρίσω δέκα ανθρώπους που να μπορώ να σου τους παρουσιάσω ως τους «καλύτερους». Βασικά, δεν ξέρω τι πήγε λάθος τα τελευταία δέκα χρόνια. Ενώ ήταν τα ευτυχέστερα της ζωής μου, εντούτοις, μπορεί και να πέθανα ψυχολογικά και να μην το ξέρω.

Με αυτά για πρόλογο, ας σου παρουσιάσω τα τραγούδια που μονοπώλησαν το ενδιαφέρον μου τα τελευταία δέκα χρόνια, όπως αυτά καταγράφηκαν από τον υπολογιστή. Είναι περίεργο που ο υπολογιστής ξέρει καλύτερα κι από μένα τι μου άρεσε και τι έπαιξα περισσότερο τα τελευταία δέκα χρόνια, ενώ εγώ βλέποντάς τα στη λίστα ουδέν συναίσθημα αισθάνομαι μέσα μου. Ας είναι, τα κομπιούτερ ξέρουν πάντα καλύτερα, οπότε δεν θα φέρω ενστάσεις.

Ας αρχίσουμε όμως με το τι έπαιξε περισσότερο τη χρονιά που φεύγει και μετά να πιάσουμε τα της δεκαετίας. Λοιπόν, το 2019 ήταν μια χάλια μουσική χρονιά, από την οποία το μόνο που κρατώ είναι ότι έβγαλε η Βίσση ένα ωραιότατο δίσκο. Αυτός μονοπώλησε το ενδιαφέρον μου. Παρόλο που κανένα τραγούδι δεν πρώτευσε στη λίστα, εντούτοις, πρώτη φορά στα χρονικά συμπεριλαμβάνονται τόσα πολλά τραγούδια από το ίδιο άλμπουμ μέσα στην 25άδα της χρονιάς. Η Γιουροβίζιον φέτος χτύπησε τα ρέστα της και το Soldi έγινε και με βούλα το πιο πολυπαιγμένο τραγούδι του θεσμού στην Ιταλία ξεπερνώντας ακόμα και το Volare από τη δεκαετία του ‘50. Όχι άδικα. Εκ των υστέρων πιστεύω ότι έπρεπε να είχε νικήσει φέτος η Ιταλία. Εμένα με νίκησε.


(Κλίκαρε πάνω στην εικόνα να τη δεις σε σωστό μέγεθος) 
Στην 25άδα θα δείτε και δυο τραγούδια από την ταινία της Μαίρη Πόππινς του 2018. Με ένα δίχρονο στο αυτοκίνητο να λέει «ξανά!» και «ξανά!» κάθε φορά που ακούγαμε τα εν λόγω τραγούδια δεν είναι παράλογο να μπαίνουν κι αυτά στη λίστα, πλέον. Είχα γράψει ότι τα τραγούδια της ταινίας δεν φτουρούσαν μία όταν την είχα πρωτοδεί στο σινεμά και είχα τεράστιες ενστάσεις ως προς εκείνα. Τελικά, όμως, από το πολύ το κυρελέησον, τα αγάπησα και ομολογώ ότι δεν τα βρίσκω καθόλου άσχημα σήμερα. Απλώς δεν μπορούσα να δεχτώ τότε ότι ήρθαν τα άγρια να διώξουν τα ήμερα, όπως άλλωστε και με κάθε τι καινούριο στη ζωή μου. 

Η δεκαετία φεύγει λοιπόν, και η λίστα με τα τραγούδια της Γιουροβίζιον που διαγωνίστηκαν μεταξύ 2010 και 2019 διαμορφώθηκε ως εξής:


Η αδυναμία που τρέφω στην Ιταλία εμφανής, με πέντε τραγούδια στην 25άδα. Η Κύπρος παρούσα με τρεις επιτυχίες αυτή τη χρυσή δεκαετία της ακμής της, ενώ η Ελλάδα που ήθελε ΣΥΡΙΖΑ δεν έβγαλε μισό χιτ που να αξίζει να καταγραφεί στο τοπ. 

Σε ξεχωριστή λίστα με μόνο τα τραγούδια που κέρδισαν, η δεκάδα διαμορφώθηκε έτσι:

Για να λέμε την αλήθεια, το Euphoria είναι ένα τραγούδι που πάντα απορούσα γιατί χαίρει τόσο ευρείας αποδοχής και απήχησης, κι ένας Θεός ξέρει γιατί το έβγαλα πρώτο. Αυστηρά ομιλώντας το καλύτερο τραγούδι που κέρδισε τα τελευταία δέκα χρόνια ήταν το πορτογαλικό και μετά το ολλανδέζικο. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι δεν είμαι τόσο τζαζ σαν άνθρωπος και το πορτογαλικό ειδικά είναι ένα τραγούδι που θέλει συγκεκριμένη διάθεση για να το ακούσεις απρόσκοπτα στο αυτοκίνητο. Το σίγουρο είναι ότι τα σιχαμένα νικητήρια της Ουκρανίας και του Αζερμπαϊτζάν πήραν τον πάτο που τους άξιζε.

Και κάπως έτσι φτάσαμε στο συνολικό τοπ25 των τελευταίων δέκα χρόνων. Πολλή η Βίσση. Αλλά τι άλλο να ακούσεις πια; Δεν έμεινε και τίποτα. Βίσση με γεμίσματα από διάσπαρτα σουξέ ένθεν κακείθεν. Θα μου άρεσε να ήταν πιο ισορροπημένα τα πράγματα, αλλά τι να κάνουμε. Δυο αφτιά τα έχουμε, όσο μεγαλώνουν, μεγαλώνουν μαζί τους και οι εμμονές τους. 













Στο λαϊκό ρεπερτόριο πάντως, επικράτησε περισσότερη ποικιλία και χαίρομαι γι’ αυτό. 
  

Μέχρι και Βανδή με Παντελίδη κατάφερα να συμπτύξω μέσα. Αντικειμενικότατος, δεν μπορείτε να πείτε! 

Ας είμαστε καλά, κι ας είμαστε εδώ να δούμε τι θα ακούμε τα επόμενα δέκα χρόνια αν και φοβάμαι ότι ο εγκλωβισμός μου στα ‘90ς και ‘80ς θα είναι αναπόφευκτος. 

Δευτέρα, Νοεμβρίου 18, 2019

Τα Φρικιά Των Χριστουγέννων

Δεν μας κόφτει αν στολίσατε χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Κατ’ ακρίβεια, ο μόνος λόγος για να μας κόφτει είναι για να επιβεβαιώσουμε ότι πάσχετε από ψυχιατρική διαταραχή και ότι άλλη δουλειά δεν έχετε να κάνετε.

Μέσα Νοέμβρη, ακόμα, και με το θερμόμετρο στους 30 βαθμούς κελσίου, με τι κέφι καθίσατε και στολίσατε; Με το κέφι του «βαριέμαι σπίτι μόνος μου, κάθομαι και στολίζω να περνά η ώρα παρά να τον κάνω λάστιχο;»

Το δέντρο θέλει και την απαραίτητη ατμόσφαιρα. Βροχή, μουντίλα, κρύο, τζάκι, χριστουγεννιάτικα τραγούδια στα ηχεία. Από όλα αυτά, μόνο τα τραγούδια είναι εύκαιρα. Όλα τα άλλα ελλείπουν και δεν μπορείτε να τα δημιουργήσετε από μόνοι σας. Οπότε, τι δέντρα και μπαρμπούτσαλα μου κοπανάτε;

Και άντε και το στολίσατε. Σιγά τον Παρθενώνα! Γιατί να πρέπει να μας το δείξετε; Τι κρεμάσατε στο δέντρο και πρέπει να το δει όλη η πλάση μέσω του ίνσταγκραμ; Ράβδους χρυσού; Μπάλες πασπαλισμένες με σκόνη κοκαΐνης; Τα ίδια πλαστικά στολίδια από το Τζάμπο δεν κρεμάτε κάθε χρόνο; Σιγά το κατόρθωμα!

Το δέντρο (που επιβάλλεται να είναι πλαστικό, παρεμπιπτόντως) αφορά στα Χριστούγεννα. Και τα Χριστούγεννα έρχονται στις 25 Δεκεμβρίου. Άντε να στολίσεις το πολύ δέκα μέρες πριν! Νωρίτερα θεωρείται ψυχαναγκασμός και αθκειασεροσύνη, για να το πω κυπριακά.

Λατρεύω τα Χριστούγεννα, αλλά με όλα αυτά τα αδικαιολόγητα τρισευτυχισμένα Ελφς τριγύρω, κοντεύω να τα μισήσω!


Σας εύχομαι να σας καεί ή να πέσει πάνω σας και να σας πλακώσει μόλις το στολίσετε. 

Παρασκευή, Νοεμβρίου 15, 2019

Υιός Ετών Τριών

Ο υπέροχος γιος μου, αυτό το θαύμα της φύσης, γίνεται σήμερα τριών χρονών.

Το πόσο ξετρελαμένος είμαι μαζί του δεν χρειάζεται να το πω. Σήμερα όμως θα το βροντοφωνάξω, ένεκα ημέρας.

Σκόρπιες ιστορίες.

Κατ’ αρχάς να σου πω ότι του έμαθα όλους τους ήρωες του Ντίσνεϊ απ’ έξω. Είναι φαν και με βούλα. Κάθε απόγευμα βλέπουμε μαζί από μια ταινία. Τις έχει δει όλες εκτός απ’ τη Χιονάτη επειδή «εκεί έχει μια κακιά». Του εξηγώ ότι σε όλες τις ταινίες υπάρχει ένας κακός αλλά για κάποιο λόγο θεωρεί πως μόνο η μάγισσα της Χιονάτης είναι πραγματικά κακιά. Οι υπόλοιποι μάλλον έχουν άλλοθι. Κρατά στα χέρια του όλα τα εξώφυλλα από τα dvd και σου κατονομάζει όλους τους ήρωες. Ξέρει επίσης όλα τα τραγούδια. Τα αναγνωρίζει και σου λέει από ποια ταινία είναι το καθένα. Στο αυτοκίνητο παίζουμε το playlist του Disney και από την πρώτη νότα ξέρει ποιο τραγούδι ακολουθεί (το κάνω κι εγώ αυτό, από μένα το κληρονόμησε. Ο επόμενός μου στόχος είναι να του μάθω τις σημαίες και τις πρωτεύουσες).

Είναι κοινωνικότατος.

Χθες πήγαμε στον γιατρό και ενόσω συμπληρώναμε μια φόρμα στη ρεσεψιόν γύρισε και είπε στη γραμματέα, «χμ, μοιάζεις με τη μαμά της φίλης μου της Βασιλικής!» Καθόλου κακή ατάκα για πέσιμο, όσο να πεις. Όταν μπήκαμε στο γραφείο του γιατρού, ο Αλέξης πήρε φόρα και πριν καλά-καλά προλάβουμε να πούμε καλημέρα, τού είπε αυστηρά: «γιατρέ, δεν θέλω να μου βάλεις τσιμπίδα!» (Εννοεί να του βάλει εμβόλιο. Τη σύριγγα τη λέει «τσιμπίδα»). Ο γιατρός γούρλωσε τα μάτια με έκφραση WTF. Ο γιος μου αμέσως άλλαξε ύφος, πήγε κοντά του, τον άγγιξε στοργικά και του είπε «πώς σε λένε εσένα, είπαμε;»

Κάθε βράδυ του διαβάζω παραμύθια. Κατά περιόδους κολλάμε σε ένα και το επαναλαμβάνουμε συνέχεια, ύστερα από καμιά βδομάδα βαριέται και περνάμε σε άλλο. Τα εμπεδώνει τόσο καλά που αν του ζητήσεις να στα διηγηθεί θα στα πει ακριβώς όπως τα έχω διηγηθεί εγώ, στον ίδιο τόνο φωνής και με τις ίδιες λέξεις. Έχει απομνημονεύσει κάθε μου λέξη, τόνο και ύφος. Προχθές το βράδυ μου είπε: «δεν είπες «και»!» Τι πράμα, του λέω; «Εδώ κανονικά λες και ένα «και»!» Αντιλαμβάνεστε… «Οκ, δεν πειράζει» του λέω. «Ξαναπές το, και πες «και»!» μου απαντά κοφτά.

Καθόμαστε δίπλα δίπλα στον καναπέ και τρώει μπισκότα. Εγώ παίζω με το κινητό. Γυρνά και μου λέει «θέλεις ένα, να σε κεράσω;» Πεθαίνω όταν μου λέει «να σε κεράσω». Του λέω «όχι, αγάπη μου!». Επιμένει, βγάζει ένα μπισκότο από το κουτί και μου λέει, γλυκά: «έλα, έλα». Τύπου, «πάρε ένα μην ντρέπεσαι». Ερμηνεύεται και ως «άσε το κινητό κάτω και ασχολήσου μαζί μου».

Ένα από τα αγαπημένα μας παιχνίδια φέτος ήταν να αναπαριστούμε τον Αλαντίν την ώρα που μπαίνει στην Άκραμπα ως Πρίγκιπας Αλί καβάλα στον ελέφαντα. Σκαρφαλώνει στους ώμους μου και εγώ παριστάνω τον ελέφαντα. Εκείνος τον Αλαντίν. Βάζουμε το τραγούδι δυνατά και εγώ χοροπηδώ μέσα στο σαλόνι. Πάμε βόλτες πέρα δώθε και ο Αλέξης χαιρετά τα πλήθη σαν το Μεσσία. Έμαθε και λέει και τα λόγια, κάπως. Βασικά λέει "Πριν Αλί, Άλι Αμπάμπουααα". Παρακάτω δεν ξέρει. 

Στους παιδότοπους θέλει να παίξει με τα άλλα παιδάκια. Του λέω πήγαινε και συστήσου τους και ρώτα τους αν γίνεται να παίξεις μαζί τους. Αυτός πάει κορδωτός, κορδωτός συστήνεται λέγοντας φουλ ονοματεπώνυμο και ΑΦΜ, «γεια σας, είμαι ο Αλέξης Αντίχριστου, μπορώ να παίξω μαζί σας;» αλλά συνήθως δεν λαμβάνει απάντηση. Αν μάλιστα πρόκειται για μεγαλύτερα παιδάκια μπορεί να εισπράξει και ειρωνική απάντηση αλλά ευτυχώς είναι ακόμα πολύ μικρός για να αντιληφθεί το μέγεθος της απόρριψης. Ζω για τη μέρα που θα μου πει «τι με φέρνεις να παίζω με τούτα ούλλα τα χωρκατόπαιδα!» να του απαντήσω «Δόξα σοι ο Θεός, πάμε να φύγουμε γιε μου, αργά τους κατάλαβες» και να ησυχάσουμε αμφότεροι. Εννοείται από τώρα κάνω σχέδια να πάω μαζί του όπου πάει να σπουδάσει και να μένω κάπου απόμερα, να μην ενοχλώ. Απλά να αισθάνομαι ότι αποδράσαμε μαζί.

Είναι σκληρός διαπραγματευτής.

Χθες βράδυ έπρεπε να κάνουμε μια μάσκα για τα βρογχικά του. Δεν ήθελε. Ενώ πέρσι την έκανε με ευχαρίστηση και υπό τύπον παιχνιδιού, τώρα ξεσυνήθισε και δεν θέλει. «Δεν είναι τίποτα βρε, ώσπου να μετρήσω μέχρι το πέντε θα έχει τελειώσει», του λέω. Απάντηση άλλης πλευράς: «Μέχρι το τέσσερα θα μετρήσεις!»

Κάποια μεσημέρια πάω και τον παίρνω εγώ από το σχολείο. Μόλις με δει να μπαίνω στο νηπιαγωγείο τρέχει ενθουσιασμένος κατά πάνω μου. Τον αρπάζω και τον σηκώνω ψηλά στην αγκαλιά μου. Αμέσως γυρίζει, κοιτάζει την τάξη του και λέει όλος περηφάνια και καμάρι: «παιδάκια, αυτός είναι ο μπαμπάς μου!»

Πόσην ευτυχία να αντέξεις; Είναι ο άνθρωπος που έκανε την ευτυχία να είναι δυσβάσταχτη. Να σου υποδεικνύει την ουσία. Την τραγικότητα της υπόλοιπης ζωής σου. Ένας δάσκαλος!




Χρόνια πολλά γιε μου υπέροχε!