Είχα ένα ασύλληπτα ευτυχές
σαββατοκύριακο απ’ αυτά που σπάνια ζω πια, ειδικά τα τελευταία εφτά χρόνια που
είμαι πατέρας και οι έξοδοι κανονίζονται με το σταγονόμετρο. Δεν ξέρω όμως πώς
τα καταφέραμε, το περασμένο σαββατοκύριακο πήγαμε σε δύο συναυλίες, χώρια οι
βόλτες και οι καφέδες με φίλους στα ενδιάμεσα, βασιλιάδες ήμασταν, βασιλιάδες!
Την Παρασκευή πήγαμε στους Oniramaπου
είχαν αφιέρωμα στη δεκαετία του ’90 και γκεστς τον Θάνο Καλλίρη και τη Μαντώ. Τους
Oniramaπρώτη
φορά τους έβλεπα ζωντανά, και ήταν ευχάριστη έκπληξη, ο Μαραντίνης έχει τρομερό
στυλ επί σκηνής, ξέρει και κρατά το κοινό ενώ οι διασκευές των τραγουδιών τους με
κλασικά danceanthemsτων 90ς ήταν άκρως επιτυχημένες. Τα
τίμησαν όλα οι άτιμοι. Από BeMyLoverκαι Gangsta´sParadiseμέχρι
Μη Μου Μιλάς Για Καλοκαίρια και Καλοκαιρινές Διακοπές, του Καρβέλα. Ήταν μία
άκρως συγκινητική βραδιά, μνημόσυνο κανονικό, δεν προλάβαινα να θρηνώ και να
νοσταλγώ.
Ο Θάνος Καλλίρης ήταν προσθήκη για
δυνατούς λύτες. Θεωρώ ότι τα τραγούδια που είπε δεν ήταν για όλους. Θα έπρεπε
να ήσουν hardcorefanγια να τα εκτιμήσεις. Η Μαντώ από την άλλη, αποθεώθηκε με
τις πρώτες νότες του «Στοιχηματίζω». Τι να σας περιγράφω, φίλοι, άπειρα τα
συναισθήματα, ήταν σαν να πεθάναμε και ξαναζούσαμε τις πιο ξέγνοιαστες μέρες της
ζωής μας. Πραγματικά, δεν μπορώ να συγκρίνω εκείνη την εποχή με το σήμερα, δεν
βρίσκω τίποτε που να είναι αντάξιο της, και χαίρομαι που και ο γιος μου
μεγαλώνει με αυτά τα ακούσματα και όσο μπορώ τον σώζω από τα τέρατα που
ακούγονται σήμερα στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Η μουσική πέθανε το 2000. Τα
τελευταία 20 χρόνια, μόνο μαλακίες!
Χθες βράδυ πήγαμε και στον
Κορκολή. Άλλο επίπεδο εκεί. Από τους Oniramaμόνο
το μαλλί της γριάς έλειπε. Χθες, συνοδεία συμφωνικής ορχήστρας η πνευματική
ανάταση έφτασε στο ταβάνι! Πλέον κλαίω αβίαστα μέσα στις αίθουσες, δεν μπορώ να
συγκρατηθώ. Όταν ακούω καλή μουσική, δεν συγκινούμαι απλά, ξεσπώ σχεδόν σε
λυγμούς. Και λόγω νοσταλγίας, αλλά και εξαιτίας της εκτόνωσης του συσσωρευμένου
άγχους από την καθημερινότητα το οποίο αποσυμπιέζεται εκείνη τη στιγμή. Στον
Κορκολή απέφευγα και να τραγουδώ αφού έσπαζε η φωνή μου και δεν ήθελα να
γίνομαι ρεζίλι στους δίπλα ότι το «σκόνη και θρύψαλα» και το «καρδιά μου λιώνω»
έχουν τόση επίδραση επάνω μου.
Αν δεν ήταν και γεμάτο Κυπραίους
το θέατρο να μου σπάζουν τα νεύρα με την επιμονή τους να κινηματογραφούν το
θέαμα και να δέχονται συνέχεια παρατηρήσεις από τις ταξιθέτριες, θα ήταν ακόμα
καλύτερα τα πράματα. Ε, τι να κάνουμε. Το χώνεψα πια ότι στην Κύπρο ζουν
Κύπριοι και όχι Ελβετό-Σουηδοί, και ότι πρέπει να τους ανεχτώ. Αν ήμουν
πρόεδρος θα τους είχα σκοτώσει και θα ησύχαζα, θα είχα όλο το θέατρο δικό μου.
Η συνύπαρξη με δυσκολεύει σ’ αυτή τη χώρα.
Δεν είναι δυνατόν να ήμουν στην
Αγγλία πριν ένα μήνα, σε ένα θέατρο με 3000 θεατές στο οποίο έγινε ανακοίνωση
ότι απαγορεύεται η κινηματογράφηση και ούτε ένας θεατής δεν τόλμησε να
παρανομήσει, και χθες σε ένα θέατρο 1000 ατόμων να μην προλάβαιναν οι
ταξιθέτριες να κάνουν υποδείξεις σε κυράτσες που επέμεναν να κινηματογραφήσουν
την παράσταση επειδή απλά «έτσι ήθελαν!» Δεν είναι τυχαίο που ζούμε σε χώρες
όπου πέφτουν αεροπλάνα και συγκρούονται τρένα. Είναι απίστευτο το τουπέ και η
απειθαρχία. Και μάλιστα σε ενήλικες. Δεν ήταν κάποια συναυλία της Φουρέιρα να
πεις ότι είναι δύσκολο να σταματήσεις τους 15χρονους από το να
κινηματογραφήσουν το σόου! Το πρόβλημα είναι πολύ μεγαλύτερο από ό, τι φαντάζεστε.
Αλλά κατά τα άλλα μας φταίει ο Χατζηγιάννης. Μου θέλετε θέατρο και πολιτισμό.
Έφη Θώδη και πολλή σας πέφτει!
Εν πάση περιπτώσει, εγώ πέρασα
καταπληκτικά και είχα χρόνια να νιώσω έτσι. Ελπίζω ότι όσο μεγαλώνουν τα μωρά μας
θα είναι πιο εύκολο να βγαίνουμε. Αν δεν ισορροπείς λίγο σαν ζευγάρι, δεν
επιπλέει το καράβι!
Εδώ ο κόσμος χάνεται, αλλά εμείς
έχει από χθες συζητούμε αν ο Μιχάλης Χατζηγιάννης αξίζει να διοριστεί ως
υφυπουργός πολιτισμού στην Κύπρο!
Έχουμε οικονομικά και πολιτικά
προβλήματα επιβίωσης, αλλά σφυρίζουμε αδιάφορα, το έγκλημα του αιώνα είναι που
διορίστηκε ο Χατζηγιάννης υφυπουργός πολιτισμού.
Έξαλλοι οι καλλιτέχνες μας!
Θα μου πεις, εσύ είσαι σύμφωνος;
Εγώ δεν είμαι. Αν ήμουν δηλαδή εγώ ο Πρόεδρος δεν θα επέλεγα τον Χατζηγιάννη
για το συγκεκριμένο πόστο. Αλλά εγώ προσωπικά δεν θεωρώ ότι υφίσταται και
ιδιαίτερος πολιτισμός σ’ αυτή τη χώρα ώστε να αποτελέσει ο Χατζηγιάννης
οποιοδήποτε σοβαρό κίνδυνο και να χαλάσει τη μαγιά.
Ο πολιτισμός δεν είναι κάτι το
μετρήσιμο δυστυχώς. Πολιτισμό καμώνονται ότι έχουν και οι Ταλιμπάν. Πολιτισμό
καμώνονται ότι έχουν και στο WestEndτου Λονδίνου, πολιτισμό καμώνονται ότι παράγουν και οι
ερασιτεχνικές ομάδες του θεάτρου στα χωριά της Κύπρου οι οποίες ανεβαίνουν
κακήν κακώς μέσα στους καφενέδες της πλατείας ελλείψει υποδομών. Πολιτισμός
είναι και οι συναυλίες της Βιέννης, πολιτισμός είναι και μία παιδική χορωδία
που λέει τα κάλαντα στα στενά του Στροβόλου. Ο όρος είναι τόσο ξεχαρβαλωμένος
που ο καθένας μπορεί να τον επικαλεστεί, να τον καπιλευτεί και να το
προσαρμόσει στις θέσεις του. Και ο καθένας, εξίσου, μπορεί να τον αμφισβητήσει.
Εγώ λοιπόν που είμαι δεινός θεατής θα σας πω ότι αυτός ο τόπος δεν διαθέτει
ιδιαίτερο πολιτισμό ώστε να αγχώνεται ότι θα του τον διαλύσει ο Χατζηγιάννης.
Δεν θα τον αναστυλώσει κιόλας, σε αυτό συμφωνώ, αλλά δεν θεωρώ ότι θα τον
χαλάσει περαιτέρω. Τι να χαλάσει; Τα ετοιμόρροπα ή τα κατεδαφισμένα;
Από την άλλη, ο πολιτισμός μπορεί
να μην είναι μετρήσιμη έννοια, αλλά το βιογραφικό του Χατζηγιάννη είναι
μετρήσιμο. Έχει χρυσούς και πλατινένιους δίσκους, έχει κοινό, έχει views,
υπάρχουν δηλαδή αντικειμενικοί δείκτες που να αποδεικνύουν κατά πόσον
ανταποκρίνεται στο επάγγελμά του. Σ’ αρέσει δεν σ’ αρέσει η μουσική του, οι
πωλήσεις του αποδεικνύουν ότι στη δουλειά του είναι καλός. Τώρα αν δεν τον
χωνεύετε για χίλιους δυο άλλους λόγους, καλώς. Αλλά δεν μπορείτε να
αμφισβητήσετε ότι στη δουλειά του ανταποκρίνεται και ότι πρόκειται για
επιτυχημένο συνθέτη και τραγουδιστή. Μπορεί να είναι ποπ τραγουδιστής, αλλά
αυτό δεν λέει κάτι. Αν διοριζόταν μία νέα Μαρία Κάλλας το πιο πιθανό να
απαγόρευε στους μισούς από εσάς να αποκαλείστε καλλιτέχνες, οπότε καλύτερα που
διορίστηκε ένας τραγουδιστής του πιο ελαφρού, ποπ, δημοφιλούς όπως γουστάρετε
πείτε το, τραγουδιού, ώστε να υπάρχει πιθανότητα να σας λάβει υπόψιν ως «ένας από
σας».
Γράφουν πολλοί ότι έρχεται να
αποζημιωθεί για το κούρεμα που υπέστη το 2013. Αυτό το επιχείρημα είναι γελοίο.
Ο Χατζηγιάννης έχασε εκατομμύρια ευρώ στο κούρεμα και το σοκ του ήταν τεράστιο.
Από τη θέση του υφυπουργείου δεν προβλέπεται να βγάζει τόσα ώστε να ρεφάρει.
Αντιθέτως, ο μισθός του υφυπουργού είναι αντίστοιχος ενός τραγουδιού που γράφει
για τον Αντώνη Ρέμο στην καθισιά του. Δηλαδή, τρεις δίσκους να κυκλοφορήσει τα επόμενα
πέντε χρόνια και άλλες τόσες συναυλίες να κάνει, θα βγάλει μαζεμένα όσα θα
βγάλει από το υφυπουργείο μέσα στην πενταετία (αν αντέξει να βγάλει την
πενταετία). Δεν τον συμφέρει.
Επομένως, το χρηματικό δεν είναι
το δέλεαρ. Γιατί θέλει να ανακατωθεί ο Χατζηγιάννης με την πολιτική; Από ψώνιο
και μόνο, κατά τη γνώμη μου. Για «να προσφέρει στην πατρίδα του», κάτι που
αποδεικνύει και το προβληματικό της σκέψης του. Ποιος άνθρωπος με σώας τα
φρένας θέλει να προσφέρει στους Κυπραίους το παραμικρό; Δεν ξέρω!
Ο Χατζηγιάννης το καλοκαίρι του
1996 είχε πάει να καταταγεί στον στρατό ακούρευτος, όταν είχε έρθει η σειρά
του, γιατί θεωρούσε το μαλλί του ως μέρος της δουλειάς του και το χρειαζόταν μακρύ
και μπόλικο για να βγαίνει να τραγουδά στις εξόδους του. Μιλάμε για τέτοιο
τουπέ. Από ό,τι μου είχαν πει, του ξύρισαν το κεφάλι επί τόπου οι παλιοί του
στρατοπέδου. Επίσης όταν έτυχε να πάω με μία φίλη μου, η οποία ήταν μεγάλη φαν
του, στο καμαρίνι του στις αρχές της καριέρας του, όταν τραγουδούσε στην Αθήνα
σε πιάνο-μπαρ με τον Γ. Χατζηνάσιο και του είπα ότι εμένα μου αρέσει η Βίσση,
γύρισε και μου είπε με δήθεν χιουμοριστικό πλην αλαζονικό ύφος «καλή είναι και
η Άννα, καλή!» Η Βίσση το 1998 είχε μόλις βγάλει το «Αντίδοτο» και ήταν πάνω στις
μεγαλύτερες της κάβλες και ο Χατζηγιάννης μόλις είχε βγάλει το «Άγγιγμα Ψυχής».
Παρόλα αυτά, βγήκε να μου πει συγκαταβατικά ότι «είναι καλή!» Δεν ξέρω αν
επρόκειτο για σαρκαστικό αστείο, πάντως δεν το εξέλαβα ως τέτοιο.
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν τους λόγους
για τους οποίους αποδέχτηκε πιθανότατα τη θέση.
Από εκεί και πέρα, θεωρώ ότι ο
ντόρος γύρω από το όνομά του γίνεται ξεκάθαρα επειδή όποιος δεν μπορεί να
δείρει τον γάιδαρο δέρνει το σαμάρι και επειδή είναι εύκολο να συζητούμε για το
ποιόν του Χατζηγιάννη παρά για το ποιόν του τάδε και του δείνα οι οποίοι
κατέχουν διδακτορικά και περγαμηνές σε θέματα που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε.
Τις εμπειρίες μου από τον Άγιο
Βαλεντίνο τις έχω καταγράψει εδώ μέσα πολλάκις ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια αυτού
του μπλογκ. Τώρα, ήρθε η ώρα να καταγραφούν και οι περιπέτειες του γιου μου οι
οποίες αποδεικνύουν περίτρανα ότι το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει, κάτι το
οποίο μου προκαλεί μελαγχολία αφού «το έργο το έχω ξαναδεί και ξέρω απ’ έξω
θέμα και πλοκή».
Ο γιος μου είναι ερωτευμένος με
ένα κοριτσάκι από το νηπιαγωγείο το οποίο μάλιστα αποκαλεί «το κορίτσι μου». Τι
γλυκό! Το κορίτσι του βέβαια κοιμάται ύπνο βαθύ και ιδέα δεν έχει για τα αισθήματα
του γιου μου, τον οποίο όποτε ρωτήσω αν της τα έχει εκφράσει μου απαντά
αρνητικά επειδή «ντρέπεται». Του έχω πει να μην ντρέπεται και να εκφράζεται
γιατί θεωρώ ότι η επικοινωνία είναι το παν, χώρια που εγώ έχω αναπτύξει αντιπάθεια
και καχυποψία σε όλους όσοι δεν εκφράζονται, ακόμη κι αν επικαλούνται μία
έμφυτη εσωστρέφεια.
Τις προάλλες ο μικρός ήρθε και μου
είπε ότι στη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου θέλει να ζωγραφίσει μία κάρτα στο
κοριτσάκι. Μου είπε «τι λες να ζωγραφίσω ένα αγόρι γονατιστό που θα κάνει
πρόταση γάμου στο κορίτσι;» Τα λέει με ένα ενθουσιασμό που υποδηλώνει άγνοια
κινδύνου, και θέλεις να τον αγκαλιάσεις, να τον σφίξεις και να του πεις «τρέξε
όσο πιο γρήγορα μπορείς και μην κοιτάξεις πίσω!» Αντ’ αυτού του είπα «βεβαίως
πολύ ωραία ιδέα, να της ζωγραφίσεις ό, τι θέλεις, σίγουρα θα το εκτιμήσει» και
έκανα μια φάτσα αποδοκιμασίας που δεν ήξερε να αποκωδικοποιήσει.
Ο γιος μου βρήκε εξαιρετική ιδέα
την κάρτα Αγίου Βαλεντίνου και συμπλήρωσε: «Ξέρεις τι θα της γράψω μέσα;» όχι
του είπα, πες μου να λιποθυμήσω. «Θα της γράψω ότι είναι το φως των ματιών μου!»
και ξέσπασε σε γέλια. Εκεί ήθελα να βάλω τα κλάματα. Βλέπετε, το γονίδιο του
ρομαντισμού κληροδοτήθηκε αυτούσιο, δεν ξεθώριασε ούτε στο ελάχιστο
αναμειγνυόμενο με αυτό του ψυχρού κυνισμού το οποίο διαθέτει μπόλικο η Μπρέντα.
Γράψε εσύ είσαι το φως το ματιών μου και σου ανοίγεται πεδίον δόξης λαμπρό.
Φυσικά δεν τον αποθάρρυνα. Του είπα, «μπράβο γιε μου! Σιγούρα θα το εκτιμήσει».
Είχε όμως και συνέχεια. «Παπά, να
σου πω και τι έγινε σήμερα; Ήμουν πάνω στη τσουλήθρα και ξαφνικά είδα ότι αυτή
στεκόταν από πίσω μου και περίμενε τη σειρά της. Τότε παραμέρισα, της έδωσα τη
θέση μου και κάνοντας υπόκλιση (μου κάνει λάιβ αναπαράσταση) της είπα ‘προηγούνται
οι κυρίες!’» (αλλάζει και τη φωνή του να ακούγεται σαν Άγγλος μπάτλερ). Ο
Αλέξης ξέσπασε σε γέλια, εμένα με έπιασε κλαυσίγελος. Και πώς αντέδρασε το
κορίτσι σου; Σου χαμογέλασε; Σου είπε ευχαριστώ; Σου έκανε μια αγκαλιά; Τον
ρώτησα. «Σίγουρα θα το εκτίμησε!» δεν μπορεί! «Όχι, απλά πέρασε και γλίστρησε
κάτω» μου είπε.
Πώς τα καταφέραμε και φτάσαμε στις
εποχές που τα αγόρια είμαστε αλοιφή και οι γυναίκες αδιάφορες ουδέποτε το
κατάλαβα. Φυσικά, φταίμε κι εμείς. Όχι ως άντρες, δεν μιλώ εκ μέρους των
αντρών, μιλώ εκ μέρους του σογιού μου. Είμαστε υπέρ του δέοντος γλυκανάλατοι.
Στα όρια του διαβήτη. Κάποτε μου είχε πει η μάνα μου ότι ο πατέρας μου της έκανε
πρόταση γάμου μέσα στη βροχή. Περπατούσαν σε ένα δρόμο στην Αθήνα, έβρεχε, κι αυτός
χοροπηδούσε μέσα στις λακούβες με νερό πιτσιλώντας εαυτόν, φωνάζοντας «δεν θα
σταματήσω να βρέχομαι αν δεν με παντρευτείς». Ξέρω τι σκέφτεστε και θα
υπερθεματίσω. Αλλά βλέπετε; Τρέχει στην οικογένεια! Μάλιστα έμαθα ότι ο πατέρας
μου απαγόρευσε να μαθευτεί το συμβάν γιατί «ντρεπόταν», «του χαλούσε το ίματζ»,
και εγώ το έμαθα από σπόντα στο άσχετο πολλά χρόνια μετά την ενηλικίωση μου.
Πατήρ, υιός και πνεύμα, ένα και το
αυτό σε κάθε γενιά. Και τι καταλάβαμε; Εγώ δεν θα ξεχάσω που την πρώτη χρονιά
που τα είχα φτιάξει με τη Μπρέντα της είχα γεμίσει το αυτοκίνητο με 100
μπαλόνια σε σχήμα καρδιάς και την επόμενη μέρα το πρωί όταν ξύπνησε και το είδε
νευρίασε γιατί βιαζόταν να πάει δουλειά και «δεν έβλεπε να βάλει πισινή» από το
καθρεφτάκι με τόσα μπαλόνια στο αυτοκίνητο. Δεν με πήρε καν να μου πει ένα
ευχαριστώ για την έκπληξη, πήγε 11 το μεσημέρι να μου τηλεφωνήσει να μου πει
ένα ξερό «θένκιου», αφού πρώτα της πέρασαν τα νεύρα και αφού της είπαν οι φίλες
της «πάρτον και είναι κρίμα». Δεν θα το ξεχάσω. Εγώ περίμενα να λάβω μήνυμα από
το χάραμα «σε ευχαριστώ για την έκπληξη, σε αγαπώ» ή κάτι παραπλήσιο, αντ’ αυτού
έμεινα σύξυλος ως το μεσημέρι να διερωτώμαι τι πήγε λάθος.
Ακόμη και σήμερα όταν ανακαλεί το
συμβάν στη μνήμη της δεν λέει «αχ, τι γλυκό εκ μέρους του», αλλά «θυμάσαι πόσο
νευρίασα;» Οπότε τι να πω του γιου μου, δεν ξέρω. Καλή τύχη! Και ο πατέρας μου
θεωρώ ότι δεινοπάθησε με τη μάνα μου, και είμαι σίγουρος ότι ο γιόκας μου θα
περάσει τα ίδια. Γιατί είμαστε οι ίδιοι και όλα είναι προγεγραμμένα. Η γυναίκα
δεν θέλει ούτε μπαλόνια, ούτε σοκολατάκια, ούτε καρτούλες τη μέρα του Αγίου
Βαλεντίνου. Θέλει να τη βάλεις κάτω και να της βγάλεις τα μάτια. Όχι μόνο του
Αγίου Βαλεντίνου. Κάθε μέρα. Φυσικά αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβουλή εν
έτει 2023, απορώ και με τον εαυτό μου που τολμώ και το γράφω και δεν έχω πάει
ακόμα φυλακή. Αλλά παρά να σε βγάλει η Σκορδά στην τηλεόραση και να σε δικάζουν
στο Πάμε Δανάη πάρτης μπαλόνια, ζωγράφισέ της εκεί μια κάρτα και ας μην ενθουσιαστεί.
Σήμερα το πρωί καθοδόν προς το
νηπιαγωγείο τον ρώτησα. «Μα ξέχασες ότι σήμερα είναι του Αγίου Βαλεντίνου; Δεν
σε είδα τελικά να ζωγραφίζεις κάτι στο κορίτσι σου!»,
«Παπά, το θυμάμαι αλλά να σου πω
κάτι; Και ντρέπομαι και βαριέμαι!»
Δύο ήταν οι στόχοι: Να κερδίσει ο
Μάρκο Μενγκόνι το φεστιβάλ του Σαν Ρέμο στην Ιταλία και να πάει Γιουροβίζιον
και να κερδίσει ο Νίκος Χριστοδουλίδης τις εκλογές. Επετεύχθησαν αμφότεροι.
Κοιμήθηκα σαν το πουλάκι απ’ τη χαρά μου και ξύπνησα ξέγνοιαστος σήμερα το
πρωί, ούτε καν πως είναι Δευτέρα!
Είχα μεγάλη αγωνία κυρίες και
κύριοι. Πέραν του ότι δεν ήθελα με τίποτε να ξαναπεράσει στο προσκήνιο το ΑΚΕΛ –
και μην ακούτε τι λέγανε, ότι δήθεν δεν θα χειραγωγούσαν τον Μαυρογιάννη και
ότι θα κυβερνούσε ανεξάρτητος, τόσο χαζοί δεν είμαστε -, επιπλέον δεν ήθελα να
κερδίσει το κατεστημένο. Οι μηχανισμοί του οποίου κινητοποιήθηκαν με τόσο
χυδαίο τρόπο, την τελευταία εβδομάδα ειδικά, εναντίον του Χριστοδουλίδη που δεν
υπήρχε πιθανότητα να υπάρξει άνθρωπος που δεν θα ταυτιζόταν μαζί του και δεν θα
τον υποστήριζε.
Να ξέρεις ότι το ‘χεις, να ξέρεις
ότι μπορείς, αλλά η ματαιοδοξία του «μάστρου» να σου κόβει τα φτερά – η ιστορία
της ζωής μου. Κι όταν αποφασίζεις να τραβήξεις τον δρόμο μόνος σου, να
κινητοποιούνται θεοί και δαίμονες από τις υπόγες για να σου τον φράξουν! Οι
ανεκδιήγητοι μέχρι και την μούμια του Κληρίδη ανέσυραν από τον τάφο προκειμένου
να πείσουν τα αρνιά τους να κάνουν «την υπέρβαση!» Την Καιτούλα! Η οποία
Καιτούλα, κατά τη γνώμη μου, είναι τόσο αξιολύπητη προσωπικότητα γενικά, που το
να τη θεωρείς ως κάποια που μπορεί να επηρεάσει τον οποιονδήποτε καταδεικνύει και
τη βλακεία σου. Η Καίτη Κληρίδη ούτε Ελληνικά να γράψει δεν ξέρει. Ποιος τη
λαμβάνει υπόψη; Της έγραψαν εκεί ένα κείμενο και της είπαν «βάλτο στον τοίχο
σου μπας και αναχαιτίσει καμιά ψήφο ο κώλος μας», κι εκείνη η κακομοίρα το
αντέγραψε κάνοντας εκατό ορθογραφικά και συντακτικά λάθη, και μετά ήρθαν να μας
πουν «δείτε τι λέει η Καίτη!» Κατ’ αρχάς μόνο η Καίτη Γαρμπή μας κόφτει να
δούμε τι λέει η οποία αν και λαϊκή τραγουδίστρια έχει διαβάσει πιο πολλά
ελληνικά βιβλία από την Κληρίδενα. Το να νομίζετε ότι μας αφορά η κόρη του
Γλαύκου, είναι σαν να νομίζετε ότι μας αφορά τι γνώμη έχει η Σοφία Καρβέλα για
την Ελληνική δισκογραφία και το μέλλον της μουσικής. Αλλά, τόσος είναι ο νους σας!
Ύστερα, είχαμε και την ανακοίνωση
του Προύντζου ως υπουργό οικονομικών. Τόση ήταν η δίψα του ΑΚΕΛ για εξουσία που
ο Στεφάνου έδωσε το πράσινο φως στην ανακοίνωση ακόμη και του δεξιού Προύντζου
ώστε να μας πείσει ότι δεν κινδυνεύει η τσέπη μας από ενδεχόμενη επαναφορά του
ΑΚΕΛ. Ο Προύντζος, ο οποίος άλλα έλεγε στις συνεντεύξεις πριν δέκα μέρες (και πολύ
ορθά), αλλά αναγκάστηκε να ανασκευάσει όταν είδαν στο ΑΚΕΛ ότι δεν προτίθεται
ουδείς σοβαρός οικονομολόγος να αμαυρώσει τη φήμη του υποστηρίζοντας ανοιχτά
τον υποψήφιο τους. «Ε, ξέρετε, άλλα είχα πει όντως, αλλά σιγά! Και η Κριστίν
Λαγκάρντ δικηγόρος είναι και διαχειρίζεται κοτζάμ Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα!»
Βλέπετε; Καμία συναίσθηση ως προς τα μεγέθη, τη σοβαρότητα και τα εχέγγυα του
ανθρώπου που αναλαμβάνει μία τόσο μεγάλη ευθύνη. Σαν να βγαίνω εγώ και να πω, «τι
πειράζει που δεν είμαι ηθοποιός; Και η Ρένα Βλαχοπούλου δεν είχε σπουδάσει τίποτα!»
Βλέπετε το επίπεδο των
επιχειρημάτων. Βλέπετε το επίπεδο της πολιτικής ζωής. Πώς να μην συμπαθήσεις
τον Χριστοδουλίδη;
Να πω την αλήθεια, χθες βράδυ
συμπάθησα και τον Μαυρογιάννη. Κατ’ αρχάς όταν ανακοινώθηκε το όνομά του όλοι
αντιληφθήκαμε ότι έψαχναν έναν καινούριο Μαλά, αλλά επειδή θα ήταν χοντρό να
τον κατεβάσουν για τρίτη φορά, έψαχναν για έναν κλώνο του. Ο Μαυρογιάννης δεν
ήταν για να πάει στον δεύτερο γύρο. Όταν όμως άρχισε το μαδομούνι στον Συναγερμό
άρχισε και η υποψηφιότητά του να κερδίζει ψήφους και ξαφνικά βρέθηκε να
θεωρείται φαβορί. Πιστεύω πως δεν το περίμενε ούτε ο ίδιος και δεν ήξερε πώς να
το διαχειριστεί. Ένας άνθρωπος που πλησιάζει στα 70 και τρέχει σε γάμους σε γαλλικά
κάστρα και έχει και για σύντροφο ένα ωραιότατο πιπίνι, τι θέλει τα προεδριλίκια
στην Κύπρο και το ΑΚΕΛ μες τα πόδια του; Πιστεύω πως όταν συνειδητοποίησε ότι
υπάρχει πιθανότητα να «τη φάει» και να εκλεγεί, έκανε σπασμωδικές κινήσεις για
να χάσει. Μια εξυπηρέτηση πήγε να κάνει ο άνθρωπος και στο τέλος παραλίγο να
βρεθεί και πρόεδρος! Δεν μου πήγε η καρδιά ούτε μία στιγμή να χαρώ με την ήττα
του. Περισσότερο ευχαριστήθηκα τις φάτσες των οπαδών του Αβέρωφ που σήμερα
τρώνε τις σάρκες τους, παρά την ήττα Μαυρογιάννη. Κατ’ αρχάς όταν τον είδα χθες
βράδυ να δηλώνει πως η επόμενη μέρα θα τον «βρει σπίτι του» (Θεός!) και όταν
νομιζόμενος ότι έκλεισαν οι κάμερες έστριψε το κεφάλι και ρώτησε τον γιο του «αν
τα είπε καλά», σαν παιδάκι που λέει το ποίημα του στη γιορτή του Δημοτικού του
σχολείου και δεν έχει ιδέα τι συμβαίνει γύρω του, εμένα μου έδειξε ότι ο
άνθρωπος μετάνιωσε την ώρα και τη στιγμή που δέχτηκε να ανακατευτεί με τα
πίτουρα! Ρισπέκτ κύριε Μαυρογιάννη, και άλλη φορά να μην το ξανακάνεις.
Σε αυτή την εκλογική εβδομάδα των
παθών, είχαμε κι άλλες αηδίες! Λογύδρια από κομματόσκυλα τα οποία μέσω ποίησης
προσπαθούσαν να μας πείσουν τι να ψηφίσουμε ξεδιπλώνοντάς μας τις σκέψεις τους.
Το τι ωραιότατα καλολογικά στοιχεία, παρομοιώσεις και μεταφορές, είδα να
αναρτώνται προκειμένου η «πνευματική ελίτ» της χώρας (κάνω εμετό), να μας πείσει
να ψηφίσουμε τον εκλεκτό της καρδιάς της, δεν περιγράφεται. Τόσο πια μας υποτιμούν.
Θεωρούν ότι εκθειάζοντας δημοσίως τον δικό τους επίλεκτο μπορεί να μας επηρεάσουν!
Είδαμε και πάθαμε να χωνέψουμε το φαινόμενο του ίνφλουένσερ που σου μοστράρει
κρέμες, αφρούς ξυρίσματος και καφέδες στο ίνσταγκραμ, τώρα περάσαμε στο
πολιτικό πουλέν! «Ψηφίζω τον τάδε γιατί ο ουρανός μπορεί να γίνει πιο γαλανός!»,
«ταξιδεύουμε στο φως ψηφίζοντας τον δείνα». «Μόνο η ακραιφνής εντιμότητα του
τάδε μπορεί να μας τον σηκώσει!» Μη σχολιάσω το αιώνιο κλισέ «για τα παιδιά μας,
για το μέλλον, για την ελπίδα!» Τα «παιδιά μας», τα οποία ως γνωστόν πάντα
έχουν περισσότερο νου από τους γονείς τους, δεν θα ψήφιζαν ποτέ κάποιον που
θέλει να τους πάει «στο φως». Τις προάλλες ο γιος μού είπε «παπά, όταν βλέπουμε
έντονο φως, ξέρεις τι σημαίνει; Έρχονται οι άγγελοι να σε πάνε στον άλλο κόσμο!»
Σιγά μην ψηφίσω τον οποιονδήποτε να με πάει από τώρα στα κυπαρισσάκια! Δεν
σφάξανε!
Το θέμα όμως δεν είναι το «φως»
αυτό καθεαυτό. Το θέμα είναι η τύφλα σας. Και το ότι νομίζετε ότι μπορείτε να μας
χειραγωγήσετε. Χαράς το τουπέ! Σας θαυμάζω!
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, πάει κι αυτό.
Δόξα σοι ο Θεός! Έχω μπροστά μου άλλα πέντε χρόνια χωρίς το ΑΚΕΛ και με τη μύξα
του Συναγερμού να πνέει τα λοίσθια. Απόλαυση και κάβλα! Για όλα τα υπόλοιπα,
δεν περιμένω θαύματα. Αλλά τουλάχιστον γλιτώσαμε τα χειρότερα!
Καλή σας μέρα, και τώρα πάω να γράψω
για τον Μάρκο Μενγκόνι στο άλλο μπλογκ!
Καλά, τα πράγματα που θωρώ να
εκτυλίσσονται γύρω μου την τελευταία βδομάδα και τα πράγματα που πρόκειται να
εκτυλιχθούν αυτή που μπαίνει, ούτε στα μεγαλύτερα σενάρια επιστημονικής
φαντασίας. Κάποτε νιώθω ότι όλα αυτά είναι προ-συνεννοημένα και ότι απλά
συμβαίνουν για να μας κρατούν σε αγωνία. Μαζεύτηκαν, ας πούμε, από πέρσι στο
Προεδρικό και είπαν οι σεναριογράφοι: «εσύ εκλέγεσαι, εσύ θα προσπαθήσεις να
τον φας, θα πούμε ότι είμαστε μαζί σου για να τους ξεγελάσουμε, αλλά θα κάνουμε
το παν να χάσεις, κι αφού συσπειρωθούν οι υπόλοιποι και δουν ότι δεν μπορούν,
κάνουμε ανατροπή και υποστηρίζουμε τον δικό μας». Αν δεν έγινε αυτό, και όλα
έγιναν τυχαία, είστε απλά λίγοι.
Εν πάση περιπτώσει, αν εγώ ήμουν
πρόεδρος κόμματος και είχα το άλογο που κερδίζει μαζί μου, θα παραγνώριζα τις δικές
μου φιλοδοξίες και τον όποιο ναρκισσισμό με διακατέχει και θα εξέλεγα τον δικό
μου χωρίς το δεκανίκι κανενός. Θα τον είχα μαριονέτα και θα κυβερνούσα εγώ και
στα παπάρια μου η υστεροφημία μου και αν θα με καταγράψει η ιστορία ως τον
όγδοο πρόεδρο της μπανανίας. Όταν όμως είσαι τυφλωμένος και το μόνο που σε
νοιάζει είναι η καρέκλα, αυτά παθαίνεις. Κι αυτό, μόνο δείγμα ικανής ηγεσίας
δεν είναι. Αυτό κατ’ ακρίβεια είναι δείγμα αχρηστίας. Απορώ και με το σλόγκαν
ώρες-ώρες, «Ο Αβέρωφ μπορεί». Ένας άνθρωπος δεν βρέθηκε να τους πει ότι γελάνε
και τα πόμολα;
Δεν θέλω να πιστέψω ότι είναι τόσο
χαζοί. Απλά ήθελαν να τον σπρώξουν στον γκρεμό και να του φάνε την προεδρία.
ΟΚ, το κατάφεραν. Το γεγονός όμως ότι δεν βρέθηκε ένας άνθρωπος που να τον
αγαπά, που να τον νοιάζεται και να του υποδείξει τις κακοτοπιές και να του
ανοίξει τα μάτια (αποτυχημένη η μεταφορά αλλά οκ, αυτό μου ήρθε τώρα), εμένα με
απογοητεύει ως έκβαση της ζωής εν γένει. Καταδεικνύει πόσο μόνοι είμαστε σ’
αυτόν τον κόσμο. Αν ο πρόεδρος του μεγαλύτερου κόμματος της χώρας, του οποίου
εκ πρώτης όψεως δεν του λείπει τίποτε, δεν έχει στον περίγυρο του έναν άνθρωπο
να του πει «όχι, δεν το ‘χεις, κάτσε να χαρείς τα χρόνια σου και παράτα την
πολιτική», αυτό εμένα με αγχώνει για την ποιότητα του κόσμου που ζούμε.
Άλλο θέμα:
Περιπαίζαμε τους ακελικούς τόσα χρόνια, και πολύ ορθά, για το πόσο άβουλα αρνιά είναι. Αυτό που βιώνω από χθες
με το χτίκιασμα του μέσου συναγερμικού δεν περιγράφεται. Μη σου πω ξεπερνά και
τον ακελικό που κατ’ εμέ είναι κατώτερης στάθμης νους. Έχω γνωστούς που έβαλαν
μαύρο στο προφίλ τους στο Facebookεπειδή δεν πέρασε ο Αβέρωφ! Ποιου
να το πεις! Με αυτούς τους ανθρώπους τι θα κάνουμε; Δεν έπρεπε να τους είχαμε
ήδη παστώσει σε ένα πλοίο και να τους κουνήσουμε το μαντίλι; Πόσος φανατισμός!
Πόση παρωπίδα!
Θα πάνε τώρα να ψηφίσουν
Μαυρογιάννη, λένε, από πίκα. Στο καλό και να μας γράφετε! Ο Μαυρογιάννης,
άλλωστε, είναι ηλίου φαεινότερο ότι έχει όλα τα εχέγγυα για να αποτελέσει την
βιτρίνα αυτής της χώρας, φαίνεται και στον «αέρα» του, και στο λέγειν του, στη
στόφα του! Γεννημένος ηγέτης! Και στο ότι 10 χρόνια υπήρξε διαπραγματευτής του
Αναστασιάδη αλλά τώρα ξαφνικά αποφάσισε ότι μπορεί να συμπορευτεί με την Αριστερά
και να φέρει την πρόοδο την οποία το αφεντικό του τόσα χρόνια απέφευγε όπως ο
διάολος το λιβάνι. Όλα αυτά στοιχειοθετούν προφίλ συγκροτημένου υποψηφίου. Χαρ,
χαρ, χαρ!
Τώρα θα μου πεις, είναι ο
Χριστοδουλίδης ο νέος μεσσίας; Σαφώς και δεν είναι. Και πολλές γκάφες έκανε
κατά τη διάρκεια της προεκλογικής, (πρώτα η απομίμηση της ομιλίας του
Κασουλίδη, μετά τα ανεκδιήγητα sms- το scriptamanentούτε
ακουστά!- ύστερα οι πολλές υπεκφυγές στα debates) και
προσπαθεί τώρα να μας πείσει ότι θα κυβερνήσει έχοντας μαζέψει στην αυλή του
ανθρώπους δοκιμασμένους και αναποτελεσματικούς. Αλλά διά του αποκλεισμού δεν μας
μένει άλλος. Μόνο ο Αχιλλέας διέθετε ανάστημα, αλλά προσωπικά διαφωνώ με τις θέσεις
του και δεν θα μπορούσα να τον υποστηρίξω. Οπότε δεν απέμεναν ιδιαίτερες
επιλογές. Και προσωπικά έχω κουραστεί να μας κυβερνούν ψυχοπαθείς. Ή
τουλάχιστον, έχω κουραστεί να με ρωτούν ξένοι ποιος βγήκε πρόεδρος και να τους δείχνω
μία φάτσα εμφανώς διαταραγμένη όπως ήταν ο Χριστόφιας, και μετά αυτήν του
Αναστασιάδη.
Μα, η φάτσα είναι τελικά το
κριτήριο; Φυσικά και είναι η φάτσα. Τι θέλατε; Ουσία; Εδώ είναι Κύπρος χρυσά
μου, μου θέλετε κι ουσία! Πού να την εύρουμε;
Σήμερα θα σας πω πως πέρασα τις τελευταίες
πέντε μέρες στο Λονδίνο.
Είχα να πάω από το 2005 όταν έκανα
το μάστερ μου, πέρασαν δηλαδή 17 χρόνια! Έτυχε να ξαναπροσγειωθώ στο Λονδίνο σ’
όλο αυτό το διάστημα, αλλά δεν έτυχε να μείνω εκεί έκτοτε. Μέσα σε αυτά τα 17
χρόνια άλλαξε και το Λονδίνο, άλλαξαν τα πάντα. Τα δε τελευταία τρία χρόνια
λόγω της πανδημίας, συνέβαλαν έτι περισσότερον στην αλλαγή που είδαν τα μάτια
μου. Βρήκα ένα Λονδίνο σχετικά άδειο. Ελάχιστος συνωστισμός στο μετρό,
ελάχιστος χαμός στους δρόμους, ακόμη και το Σάββατο που ως γνωστόν γίνεται το
αδιαχώρητο στην Όξφορντ Στρητ. Έμαθα ότι οι περισσότεροι εργάζονται πλέον από
το σπίτι, και ότι εξαιτίας του Μπρέξιτ μειώθηκε αισθητά και ο τουρισμός. Επίσης,
πολλές συναλλαγές γίνονται πια μέσω ίντερνετ και η φυσική παρουσία δεν
απαιτείται για τη διεκπεραίωση τους.
Επισκέφτηκα μία εταιρεία όσο ήμουν
εκεί και το διαπίστωσα ιδίοις όμμασι. Η συγκεκριμένη εταιρεία εργοδοτεί 450
υπαλλήλους. Στα open planned γραφεία τους με τα εκατοντάδες τερματικά
υπολογιστών, δούλευαν εκεί μόνο 4 άτομα τη συγκεκριμένη μέρα! Ακόμα και στην
αγορά είδα αλλαγές. Όσα καταστήματα παιχνιδιών ήθελα να επισκεφτώ δεν έχουν πια
φυσικό κατάστημα, αλλά μόνο διαδικτυακό. Λογικό αν σκεφτείς ότι τα συλλεκτικά
παιχνίδια που αγοράζω δεν συμφέρουν το ακριβό νοίκι ενός κανονικού χώρου στο
Λονδίνο. Έχουν τα προϊόντα στοιβαγμένα σε αποθήκες και τα στέλνουν
ταχυδρομικώς. Χάθηκε πλήρως η μαγεία του «κοιτάζω βιτρίνες» όσον αφορά τα
καλούδια που ενδιαφέρουν εμένα.
Δεν είναι μόνο αυτά βέβαια.
Εντυπωσιάστηκα που για πέντε μέρες εκεί δεν χρειάστηκα συνάλλαγμα αφού πλήρωνα
παντού με κάρτα και μάλιστα μέσω κινητού. Ακόμα και στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς,
δεν χρειάστηκε να εκδώσω κάρτα από τα γκισέ, παντού χτυπούσα το κινητό μου, στο
μετρό, στο λεωφορείο, παντού. Κλικ από δω, κλικ από εκεί, τη λίρα δεν την είδα
ούτε ζωγραφιστή. Μόνο στην Κύπρο εξακολουθώ να ακούω το «πού πας χωρίς χρήματα
επάνω σου, δεν δέχονται παντού την κάρτα!» -αν είναι δυνατόν.
Ωραίο μουντό Λονδίνο και ψόφος! Τη πρώτη μέρα έκανε -2, σταδιακά ανήλθε στους 6 βαθμούς κελσίου. Κυκλοφορούσα με γάντια και σκούφο. Οι Άγγλοι μου είπαν "δεν ήρθε ο χειμώνας φέτος!" Πού να 'ξεραν!
Στο Λονδίνο γενικά ένιωσα ξανά το
πώς είναι να ζεις στο 2023 και όχι στο 1973 που ζούμε εδώ. Ήρθα σε επαφή με
επαγγελματίες οι οποίοι ήταν άψογοι, ενέπνεαν κύρος και εμπιστοσύνη, είχαν ένα άλφα
επίπεδο και φαινόταν η εξυπνάδα στο μάτι. Μου πήρε 10 χρόνια να συνηθίσω την
Κύπρο και να πω «έλα μωρέ, κι εδώ καλά είναι» και μόλις πέντε μέρες για να
αρχίσω τα «τι ήθελα κι έφυγα από την Αγγλία, τι ακριβώς δεν μου άρεσε εδώ και
ήθελα τη ζεστασιά της μάνας μου;» Οκνηρία σε συνδυασμό με εφησυχασμό. Αυτές οι
μάστιγες που με κατατρέχουν χρόνια και που ευθύνονται για το 90% των
προβλημάτων μου.
Τέλος πάντων. Πέρα από την
εργασία, έπαθα πολιτιστικό σοκ και στον καλλιτεχνικό τομέα. Πήγα και είδα
θέατρο. Και τι θέατρο! Πήγα στο Frozenτο οποίο παίζεται σε ένα υπέροχο θέατρο στο CoventGardenκαι
σχεδόν έκλαψα από συγκίνηση. Όχι μόνο για την παραγωγή αυτή καθεαυτή που είναι
ούτως ή άλλως μνημειώδης, αλλά για το θέατρο ως θέατρο. Μπήκα σε ένα κτήριο
αυτοκρατορικών διαστάσεων, προδιαγραφών και διακόσμησης. Δεν μπήκα σε αποθήκη
του ΘΟΚ, ούτε σε γκαράζ αυτοκινήτων το οποίο διαμορφώθηκε τσάτρα-πάτρα ώστε να
μπορεί να φιλοξενεί παραστάσεις που με το ζόρι παραπέμπουν σε θέατρο. Είχα να
νιώσω άνθρωπος από τότε που έπαιρνα σβάρνα τις παραστάσεις ως φοιτητής. Το πώς κατάφερα και έπεισα τον εαυτό μου ότι και στην
Κύπρο υπάρχουν παραστάσεις που αξίζουν είναι απορίας άξιο. Μα, τι να σχολιάσω;
Το μπαρ του θεάτρου; Τις σκάλες; Τα θεωρεία; Έβγαζα φωτογραφίες το κτήριο και
έτρεχαν τα σάλια μου! Μία κάβλα και μια κυπριακή κατάντια ταυτόχρονα!
Η είσοδος του θεάτρου. Και εδώ να καθόμουν που λέει ο λόγος πάλι πλήρης θα αισθανόμουν. Τέτοια βλέπω και θέλω να αρματωθώ μια μπουλντόζα και να πάω να κατεδαφίσω τα δικά μας!
Ρέπλικα του φορέματος της Έλσας στο φουαγιέ του θεάτρου. Αν ήταν κυπριακή παραγωγή (απ' αυτές που κάνει το Σατιρικό πού και πού και οι οποίες δεν βλέπονται) το φουστάνι στην καλύτερη περίπτωση θα ήταν αγορασμένο από μασκέ σελίδα του Amazon.
Πέρασα και μια βόλτα έξω από το Lyceum Theater. Ακόμα παίζεται το Lion King! Το είχα δει το 1999, ξανά μανά το 2004 και τώρα υποσχέθηκα του Αλεξάκου μου να τον πάω με την πρώτη ευκαιρία!
Το Frozenήταν
καταπληκτικό. Κατ’ αρχάς μόνο και μόνο το vibeτου
ακροατηρίου να έπιανες, έφευγες χαρούμενος. Στο κοινό υπήρχαν άπειρες
οικογένειες με μικρά κοριτσάκια, όλες ντυμένες Έλσα οι οποίες έδιναν έναν τόνο
γιορτής. Το έργο εξαιρετικό, αν και ομολογώ ότι τα καινούρια τραγούδια που
γράφτηκαν για να συμπληρώσουν το μουσικό κομμάτι, δεν λένε και πολλά πλην ενός.
Τα σκηνικά πλούσια, τα εφέ μαγικά (άμα δεν μπορείς να καταλάβεις πώς τα κάνανε, οι παραγωγοί κέρδισαν το στοίχημα), τα κοστούμια στην τρίχα. Υπήρχαν στιγμές που το δάκρυ
κυλούσε αβίαστο από τη χαρά μου που έβλεπα κάτι τόσο «σωστό» τόσο επαγγελματικό
και τόσο μεγαλειώδες. Στη σκηνή του LetItGoειδικά
στην κορύφωση και την αλλαγή του φορέματος, έπεσε το θέατρο από τις επευφημίες
του ακροατηρίου. Στη σκηνή που η Έλσα χάνει τη ψυχραιμία της και βγαίνουν
παγωμένα αγκάθια από το έδαφος απλά σου κόβεται η ανάσα από το πόσο πετυχημένο
είναι το εφέ. Ο χειριστής του τάρανδου, θεός όποιος κι αν ήταν. Το χορευτικό
δρώμενο στο LoveIsAnOpenDoorεξαιρετικό,
ενώ ο Δούκας της Πονηρούπολης πήρε άλλη διάσταση ως ρόλος στο έργο.
Φυσικά, τον Κριστόφ τον παίζει
μαύρος, αλλά μικρό το κακό. Όσο κράτησαν την Έλσα ξανθή και κυρίως γυναίκα, δεν
παραπονιέμαι, θα μπορούσαν να το κατέστρεφαν με καμιά ντραγκ κουίν εν είδει προώθησης της διαφορετικότητας. Αυτό θα ήταν το λιγότερο. Είδα ότι
σε κάποιες αντικαταστάσεις την Έλσα την παίζει μαύρη. Και όχι απλά μαύρη. Μαύρη
με ξανθιά περούκα-πλεξούδα, το οποίο το κάνει ακόμα πιο γελοίο ως θέαμα. Αν θα
την κάνεις μαύρη δώστης και τα σωστά μαλλιά! Γαμώ τη wokeκουλτούρα
και όλους τους υπερασπιστές της! Τέλος πάντων, έφυγα άλλος άνθρωπος από το
θέατρο. Αγόρασα μαγνητάκια, το πρόγραμμα, αγόρασα πάνινες κούκλες Έλσα και Άννα
της Μπουμπούς μου, αγόρασα μία τσάντα Frozenτης γυναίκας
μου. Έπεσα στην παγίδα του χαζοτουρίστα, ξόδεψα σαν μην υπάρχει αύριο (δεν υπάρχει!), αλλά το φχαριστήθηκα.
Παρόλη την πνευματική ανάταση και
αυτοπραγμάτωση, τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα ζούσα την επόμενη μέρα όταν
πήγα να δω το AbbaVoyage.
Έχω παρατηρήσει ότι πολύς κόσμος
δεν έχει πάρει χαμπάρι τι συμβαίνει με τους Abbaστο
Λονδίνο. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι πρόκειται για κάποια συναυλία στην οποία
παίζονται τραγούδια τους, κάποιοι άλλοι νομίζουν ότι πρόκειται για προβολή
ταινίας συνοδεία λάιβ ορχήστρας. Γενικά υπάρχει μία σύγχυση ως προς το τι
συμβαίνει μέσα στην αρένα που χτίστηκε ειδικά γι’ αυτό το σόου. Πρόκειται για
συναυλία με άβαταρς. Οι πραγματικοί Abba καλωδιώθηκαν και με τη χρήση υπερσύγχρονων υπολογιστών
δημιούργησαν τα άβαταρς τους όπως ήταν στην ακμή τους, δηλαδή τη δεκαετία του ’70, και αυτά προβάλλονται στη σκηνή ενόσω διαρκεί το σόου. Φυσικά, δεν πρόκειται
για προχειροδουλειά. Μετά βίας αντιλαμβάνεσαι ότι αυτό που βλέπεις επί σκηνής
δεν είναι πραγματικός άνθρωπος. Τόσο πολύ που εμείς φεύγοντας είχαμε και τις επιφυλάξεις
μας κατά πόσον η ζωντανή ορχήστρα και κάποιοι τραγουδιστές που έκαναν φωνητικά
ήταν όντως πραγματικοί άνθρωποι ή κι εκείνοι ψηφιακοί.
Δείτε εδώ για να πάρετε μια ιδέα. Πιστεύω ότι το βίντεο το αδικεί. Από κοντά είναι ακόμα πιο φαντασμαγορικό. Να πάτε, δεν το συζητώ!
Το σόου είναι το κάτι άλλο, είναι
η πιο συγκλονιστική εμπειρία που έζησα σε επίπεδο θεάματος. Κατ’ αρχάς είναι πανούργα
γιατί παίζει με το μυαλό σου. Χάνεται η αίσθηση του τι είναι πραγματικό και τι
εικονικό. Κατεβαίνουν σκηνικά από το ταβάνι γίνονται ένα με την σκηνή και δεν
ξέρεις πού αρχίζει και πού σταματά η πραγματικότητα. Δεύτερον, η νοσταλγία! Το
γεγονός ότι βρέθηκα σε συναυλία ανθρώπων που δεν είναι πια ενεργοί αλλά
καταφέρνουν μέσω της τεχνολογίας να διαιωνίσουν την τέχνη τους εμένα με γεμίζει
ελπίδα. Θα σας κάνω σπόιλερς στην πιο κάτω παράγραφο γι’ αυτό όσοι σκοπεύετε να
πάτε (και επιβάλλεται να πάτε!) προχωρήστε πιο κάτω.
Σπόιλερ: Βγαίνει ο Μπένι στην αρχή
και λέει «Ήταν 1979 όταν πρωτοπαίξαμε στο Λονδίνο. Πέρασαν 44 χρόνια, εμείς
είμαστε εδώ νέοι ενώ για εσάς ο χρόνος περνά». Βρίσκω συγκλονιστική τη
συνειδητοποίηση του πιο πάνω. Ζούμε πλέον εποχές που δεν έχει σημασία η χρονολογία.
Μπορείς με την εικονική πραγματικότητα να είσαι σε όποια χρονιά νιώθεις
περισσότερη γαλήνη. Το σόου είναι φαντασμαγορικό. Τα φώτα, τα γραφικά, τα
λέιζερ, τα σκηνικά, όλα συμβάλλουν στον να είσαι μιάμιση ώρα αποσβολομένος και
να μην ξέρεις από πού σου ήρθε. Εγώ ήμουν όρθιος στην αρένα - και το φοβόμουν
στην αρχή, μην κουραστώ και δεν αντέξω-, αλλά όχι μόνο δεν κατάλαβα Χριστό, αλλά
στο τέλος είπα «ήταν λίγο, ήθελα κι άλλο!». Πρέπει να σας πω ότι δεν λένε όλα
τα σουξέ τους (έχουν κρατήσει κάβα για μελλοντικό σόου). ΔενλένετοSuper Trouper, ούτετοMoney, Money, Money. Λένε
κάποια που δεν τα ξέρει ούτε η μάνα τους, ενώ κρατάνε το DancingQueenγια
το τέλος (περιττό να περιγράψω τι έγινε μόλις ακούστηκε η εισαγωγή του εν λόγω
άσματος! 3000 άτομα όρθια χόρευαν ευτυχισμένα). Το Waterlooπροβάλλεται
σαν βίντεο κλιπ στις οθόνες από τη βραδιά της Γιουροβίζιον, δεν το τραγουδούν τα άβαταρς, ενώ υπάρχει και
αιχμηρός σχολιασμός από τον Μπένι για το γεγονός ότι όταν διαγωνίστηκαν το 1974
η Αγγλία τους έδωσε μηδέν βαθμούς! (Μικρό το κακό, εδώ η
Μαρινέλλα που εκπροσωπούσε την Ελλάδα γύρισε στη χώρα και όταν ερωτήθηκε
σχετικώς στο αεροδρόμιο είπε «κέρδισε ένα τραγούδι που δεν του έδωσε κανένας
σημασία!» Χα, χα!) Υπάρχει και encoré στο
σόου, βεβαίως – βεβαίως, με το TheWinnerTakesItAll, ενώ
στην υπόκλιση, κι εδώ ήταν που ανατρίχιασα, βγαίνουν όπως είναι σήμερα, στα 70
φεύγα τους και μας (από)χαιρετούν. Είναι και λίγο «επιθανάτιο» όλο αυτό, γι’ αυτό
και συγκινεί.
Όπως και να ‘χει, αυτό είναι το
μέλλον των λάιβ συναυλιών, κατά τη γνώμη μου. Μπορεί να κάνω και λάθος αλλά γιατί να κάθεται να
χολοσκά η Μαντόνα, η LadyGagaαλλά και άλλοι όταν μπορούν να περιφέρουν σε τουρνέ τα
άβαταρς τους και εκείνες να κάθονται και να εισπράττουν από τα βραστά του
σαλονιού τους; Δεν είναι το ίδιο θα μου πείτε. Κι όμως, σε ένα στάδιο με
χωρητικότητα χιλιάδων θέσεων δεν μπορείς να καταλάβεις αν βλέπεις όντως τη Μαντόνα,
τη μίμο της, ή το άβαταρ της. Σημασία έχει η ατμόσφαιρα και η ψευδαίσθηση. Κι
αυτό επιτυγχάνεται και με το παραπάνω με τη συγκεκριμένη τεχνολογία. Επομένως,
στο μέλλον να περιμένετε περισσότερα τέτοια και εύχομαι να γίνει κάτι ανάλογο
με τον MichaelJackson και τον Freddie Mercury και τους Queen γιατί
καημό το έχω να παρευρεθώ σε συναυλία τους. Περιττό να πω ότι έχω φαντασιωθεί
ανάλογο σόου και για την Άννα Βίσση!
Σόρρι για την πολυλογία, αλλά έχω
κι άλλα να σου πω. Μέσα στο θέατρο των Abba επικρατούσε εξαιρετικός πολιτισμός. Εντάξει,
το κοινό ήταν 50+ κατά μέσο όρο, αλλά και πάλι. Ούτε σκουντιές, ούτε ακρότητες,
όλοι μια παρέα να χορεύουν και να τραγουδούν. Οι μπροστά μας είχαν συνέχεια την
έγνοια μας και ρωτούσαν αν μας κόβουν τη θέα. Οι διοργανωτές ήταν τρομερά
αυστηροί με την κινηματογράφηση του θεάματος και τις φωτογραφίες. Έκαναν
ανακοίνωση στην αρχή λέγοντας πως παρακολουθούμαστε και αν τολμούσαμε να
βγάλουμε βίντεο ή φωτογραφία, θα μας ζητούνταν να αποχωρήσουμε από την αίθουσα.
Εκεί ακούστηκαν μερικά γιουχαΐσματα, αλλά γενικά, το παρατήρησα, ούτε ένας δεν
τόλμησε να χαλάσει τη μαγεία του πράγματος. Πράγματα που στην Κύπρο ουδένa αφορούν. Δεν πα να λένε, ο καθένας κάνει ό, τι θέλει. Πόσο πεθύμησα αυτή την
τάξη και ευπρέπεια του εξωτερικού!
Εγώ, έξω από την αρένα, γίνεται όπως βλέπετε το αδιαχώρητο πίσω μου!
Έξω από την αρένα (είναι λειώμενη
έμαθα και θα ξεστηθεί στο τέλος του 2023 για να πάει παγκόσμια τουρνέ), έχει
στηθεί ολόκληρο «χωριό» στο οποίο μπορείς να φας, να πιεις, να χορέψεις και να
αγοράσεις ενθύμια. Εννοείται από τον ενθουσιασμό μου αγόρασα και πάλι ένα κάρο δώρα. Και
πάλι μαγνητάκια, συλλεκτικό βινύλιο του Waterloo, κασκόλ
Abbaγια τη Μπρέντα, μαγνήτες για το ψυγείο, πρόγραμμα με
φωτογραφικό υλικό και συνεντεύξεις του συγκροτήματος. Αυτά τα θεωρώ περιττά έξοδα γενικά,
αλλά ήταν τέτοιος ο ενθουσιασμός και η αναψυχή που δεν άντεξα!
Να πω την αμαρτία μου, επιχείρησα
να βρω εισιτήρια και για την επόμενη μέρα, θέλησα να ξαναπάω, αλλά ήταν όλα soldout. Ακόμα
και για τους όρθιους! Θεωρώ ότι είστε δεν είστε φαν των Abbaοφείλετε
να πάτε. Μόνο και μόνο για την τεχνολογική επιθεώρηση του πράγματος. Είναι το
μέλλον! Δεν μπορείτε να απουσιάζετε από αυτό. Αν σας αρέσουν και τα τραγούδια ή
τέλος πάντων τα βρίσκετε υποφερτά, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία να το χάσετε.
Εγώ προσπαθώ τώρα να πείσω τη Μπρέντα να ξαναπάμε ειδικά γι’ αυτό, ένα
σαββατοκύριακο στα πεταχτά, γιατί ομολογουμένως, νιώθω άσχημα όταν δε
μοιράζομαι μαζί της τέτοιες στιγμές ευτυχίας.
Τις υπόλοιπες μέρες στο Λονδίνο δεν
έκανα κάτι εξίσου εντυπωσιακό. Πήγα και ψώνισα ρούχα, παιχνίδια, ενώ επίσης συναντήθηκα
με τη φίλη μου τη Κέιτι με την οποία συγκατοικούσαμε στο Ρέντινγκ για δυο
χρόνια. Η Κέιτι ζει στις Βρυξέλλες πια, αλλά επειδή είχαμε να ιδωθούμε 17
χρόνια θεώρησε πρέπον να πάρει το eurostarκαι
να έλθει να με βρει. Βλέπετε, οι αποστάσεις δεν υπολογίζονται όταν σε νοιάζει ο
άλλος. Με τη Κέιτι φάγαμε ψωμί κι αλάτι το πάλαι ποτέ 2003-04. Ανοίγαμε τη
ψυχούλα μας ο ένας του άλλου και κάναμε ψυχοθεραπεία κάθε βράδυ μαζί, ενώ με
βοηθούσε ανιδιοτελώς με τις εργασίες μου διορθώνοντας κάποια άτσαλα γλωσσικά
λάθη. Δεν κρατήσαμε στενή επαφή έκτοτε αλλά όταν βρεθήκαμε ήταν σαν να μην
πέρασε μια μέρα.
Αχ Κέιτι μου, μεγαλώσαμε!
Πήραμε το πλοιαράκι από τον Τάμεση μαζί και κάναμε μία μίνι κρουαζιέρα, αποβιβαστήκαμε στη TateModernκαι
είδαμε μία φρικτή έκθεση μίας Πολωνής ονόματι Μαγκνταλένα Αμπακάνοβιτς, που έπλεκε χαλιά και δημιουργούσε
απομιμήσεις ανθρωπίνων οργάνων. Βλέπετε πιο κάτω μερικά, περιττό να πω ποιο
είναι ποιο. Οι εικόνες μιλούν από μόνες τους.
Χαλί - Πνεύμονες, ή μαύρο χάλι, δεν διεκρινίζεται κατά πόσο είναι μαύροι επειδή είναι πνεύμονες καπνιστή.
Χαλί - μουνί - Ό,τι πρέπει για να το έχω εκεί που παίζουν τα παιδιά και τα κάνουν όλα λίμπα. Θα έχει πάει σε άλλο επίπεδο ο σουρεαλισμός στην έκφραση "πώς μου το κάνατε έτσι το χαλί;!"
Αυτό το πράμα κρεμόταν από πίσω μου τρισδιάστατο. Θα μπορούσε να ήταν κάποιο τέρας από κάποια ταινία Alien. Όπως και να 'χει θεώρησα ότι είναι πιθανό να περπατά και να με πάρει κατά πόδας. Ενδιαφέρον όσο να πεις!
Βαρεθήκαμε γρήγορα μέσα στη Tate και
καταλήξαμε στο μπαρ να τα πίνουμε και να κάνουμε περαιτέρω catchup! Ελπίζω
να μην κάνουμε άλλα 17 χρόνια για να βρεθούμε, δεν υπάρχει πια τέτοια
πολυτέλεια χρόνου.
Είχα πολύ ελεύθερο χρόνο και το
σαββατοκύριακο ειδικά, επισκέφθηκα το πανεπιστήμιο μου, την εστία μου στο UCL(ομολογώ
ότι δεν ήμουν σίγουρος αν θυμόμουν πώς να πάω εκεί αλλά τα βρήκα, είναι εκεί
ακόμα, μουντή κι άσχημη, η χειρότερη φοιτητική εστία που έμεινα ποτέ!), ενώ
περπάτησα και όλη τη διαδρομή που έκανα από το RussellSquareμέχρι
το King´sCollege για να πάω στο μάθημα, και εκεί
έζησα άλλη μια συνειδητοποίηση. Γέρασα! Εκείνη τη διαδρομή την έκανα μέσα σε 45’
κάθε μέρα τω καιρώ εκείνω, ενώ προχθές, στα μισά του δρόμου σκεφτόμουν να τα
παρατήσω επειδή λαχάνιαζα, δεν έσωννα, και σκεφτόμουν να πάρω λεωφορείο. Πείσμωσα βέβαια και ολοκλήρωσα
τη διαδρομή, αλλά η κόπωσις ήτο αισθητή και η απογοήτευση μεγάλη!
Άλλη μία φώτο από τη Tate Modern, εδώ είμαστε σε άλλο τμήμα στο οποίο δεν έπρεπε να πληρώσουμε για να μπούμε. Κάτι τέτοιες εξυπνάδες με καθρέπτες πολύ μ' αρέσουν.
Ωραιότατη αρχιτεκτονική, από βόλτα στη περιοχή Little Venice.
Στο Λονδίνο έγινα άλλος άνθρωπος
αγαπητέ αναγνώστη και ήταν ό, τι χρειαζόμουν αυτή την εποχή για να κρατηθώ στα
λογικά μου, όπου η καθημερινότητα μου καθορίζεται από τη ρουτίνα της Μπουμπούς,
αλλά και του γιου μου. Μετά τη δουλειά το μόνο που κάνω κάθε μέρα είναι να
προσαρμόζομαι στα θέλω και τις ανάγκες τους. Πότε θα φάνε, πότε θα αλλάξει
πάνα, πότε θα κάνουν μπάνιο και πότε θα κοιμηθούν. Ο δε γιος μου με απομυζά 100%, παίζω μαζί του κάθε μέρα μιάμιση ώρα και στο τέλος κατεβάζει και τα μούτρα του ότι "δεν του αφιερώνω όσο χρόνο θέλει". Δεν υπάρχει αρκετός ποιοτικός χρόνος για μένα, ούτε για τον γάμο μου. Κάνω πολλή υπομονή και προσπαθώ να χαίρομαι
κι αυτή την περίοδο των παιδιών η οποία έτσι κι αλλιώς κάποτε θα τελειώσει, αλλά έχω ανάγκη
και την απομόνωση, και τη φροντίδα του εαυτού μου. Με νύχια και με δόντια τα
διεκδικώ και τα πετυχαίνω στο τέλος. Το Λονδίνο ήρθε πάνω στην ώρα που ήμουν με το πιστόλι στον κρόταφο! Φυσικά, τίποτα δεν
άλλαξε, τι να σου κάνουν πέντε μέρες, με τον ερχομό μου μου πήρε μία μέρα για
να ξανά-βαλτώσω, αλλά πού θα πάει, θα αντεπεξέλθουμε.
Το πολιτιστικό σοκ που
έζησα στο αεροδρόμιο Λάρνακας, όπου με το που προσγειώθηκα με υποδέχτηκε
αστυνομικός ο οποίος μου κατέδειξε πώς να σκανάρω το διαβατήριό μου λέγοντάς
μου «τσιου γιου λάγκουε» (chooseyourlanguage) επί
της οθόνης αφής, είναι η επιτομή του που ζω και του πώς κυλούν τα πράγματα! Θα μπορούσε να ήταν και ο τίτλος αυτού του post.