Δευτέρα, Μαρτίου 31, 2014

Η Τέχνη Του 'Δεν Ασχολούμαι'

Από τον καιρό που εγχειρίστηκα στην καρδιά, οι οδηγίες του γιατρού ήταν ξεκάθαρες: "Να μην ταράζεσαι. Να ζεις ήρεμα και χωρίς έντονες συγκινήσεις." Όπου συγκινήσεις βλέπε νεύρα, βλέπε ανείπωτες χαρές, λύπες και τα συναφή. Καταλαβαίνεις ότι στο άκουσμα αυτής της συμβουλής γέλασαν και τα πόμολα της πόρτας. Εγώ, να μην ταράζομαι. Που μια ματιά στις ειδήσεις ρίχνω και γίνομαι μπουρλότο, να σταματήσω να νοιάζομαι και κατ' επέκταση να ταράζομαι. Αδύνατον.  

Έκανα ψυχοθεραπεία μετά την εγχείρηση. Για ενάμιση χρόνο. Μεταξύ άλλων, η ψυχολόγος επέμενε: "Να μην ασχολείσαι. Πρέπει να μάθεις να μην ασχολείσαι με όσα σε ταράζουν." Και πώς το πετυχαίνω αυτό μανδάμ; αναρωτήθηκα. Δεν μου έδωσε σαφή απάντηση. Πού να μου δώσει;! Η τέχνη του ΄δεν ασχολούμαι' δεν διδάσκεται κάπου ούτε χορηγείται με χάπι. Θαρρώ πως επιτυγχάνεται όταν πια περάσεις σε ανώτερα επίπεδα προβλημάτων ώστε το προηγούμενο να φαντάζει μικρό μπροστά στο καινούριο ώστε να χρήζει οποιασδήποτε σημασίας. Ας πούμε, αν δεν έχεις να φας χαβιάρι είναι ένα σοβαρό πρόβλημα, αλλά όταν ξαφνικά χρεοκοπήσεις και δεν έχεις να φας ψωμί, ξαφνικά γεννιέται ένα πρόβλημα σοβαρότερο, και σταματάς να κλαις για το χαβιάρι. Μόνον έτσι!

Εγώ δυστυχώς δεν έχω καταφέρει να μην ασχολούμαι. Ασχολούμαι με τη μάνα μου, ασχολούμαι με τη δουλειά μου, ασχολούμαι με την κατάντια της χώρας, ασχολούμαι με τη σχέση μου, με το μέλλον μου, φοβάμαι, αγχώνομαι, νευριάζω, πεισμώνω, βρίζω, κλαίω... Όλα τα κάνω. Δεν ξέρω τι στο διάολο πρέπει να κάνω για να μην ασχολούμαι. Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω για να σταματήσω να ενοχλούμαι. Όχι, αρνούμαι κατηγορηματικά να χαπακωθώ πάλι. Τα έκοψα τα λεξοτανίλ, πάνε χρόνια. Τελευταίως παίρνω πάλι μερικά, γιατί δεν θα κάτσω να πεθάνω κιόλας, εννοείται ότι θα πάρω μια μικρή δόση για να κοιμηθώ αν κοντεύω να σκάσω από την αγωνία μου, αλλά όχι, αρνούμαι να τα παίρνω πάλι με τις χούφτες. 

Πρέπει να βρω τον τρόπο να μην ασχολούμαι. Πρέπει. Πρέπει. Πρέπει. 

Όσους ξέρω που δεν ασχολούνται πάντως, παίρνουν είτε αντικαταθλιπτικά, είτε ναρκωτικά. Ελαφρά μεν, αλλά παίρνουν. Ένας άλλος φίλος-φίλου που ξέρω, προκειμένου να μην ξανασχοληθεί πήγε μία επίσκεψη στο Άγιον Όρος και έκτοτε δεν ξαναγύρισε. Θρησκεία αγάπη μου, το ισχυρότερο ναρκωτικό απ' όλα! Μα, ούτε αυτό είναι λύση. Δεν θα κάτσω να με γαμήσουν οι παπάδες για να γλιτώσω από τα χάλια σας!

Ξέρεις τί φοβάμαι; Ότι μόνο με μία ανίατη ασθένεια αρχίζεις να μην ασχολείσαι. Ο πατέρας μου για παράδειγμα, όταν συνειδητοποίησε ότι είναι στα τελευταία του, σταμάτησε να ασχολείται με τα πάντα. Του έλεγα "συνέβη αυτό", "ο τάδε είπε εκείνο", και αντί να τα σπάσει όλα εδώ μέσα, όπως θα έκανε υπό κανονικές συνθήκες, αυτός έμπαινε στο ίντερνετ και άκουγε Βίκυ Μοσχολιού. Φαίνεται διαισθανόταν το τέλος και δεν ήθελε να σπαταλήσει φαιά ουσία στα αίσχη που του περιέγραφα. Αρκούσε η Μοσχολιού. Εγώ βέβαια, παρακολουθώντας τον, έλεγα σε όλους ότι έχει πάθει κατάθλιψη και ότι έπρεπε να του φέρουμε ψυχολόγο στο σπίτι, αλλά αυτός αρνούνταν να συνεργαστεί. Ο πατέρας μου τους θεωρούσε αχρείαστους τους ψυχολόγους και ολίγον τι "παγαπόντηδες". Αλλά ναι, η ανίατη ασθένεια ιεραρχεί εκ νέου το τι είναι άξιο εκνευρισμού και σημασίας. Και αν δεν την έχεις (την ανίατη), από την πολλή ασχολία, σου 'ρχεται δώρο, μάννα εξ ουρανού! 

Δεν θέλω να αρρωστήσω κι εγώ για να πάψω να ασχολούμαι. Ας ελπίσουμε ότι θα βρω τη λύση πριν μου έρθει ο τεπετάκλας. Και για να σε προλάβω, επειδή ξέρω τι θα πεις, ναι, μπορεί η Βίσση να είναι πιο θαυματουργή κι από τη Μοσχολιού και να μου αλλάζει τη διάθεση, αλλά δεν θέλω άλλα κλαπατσίμπαλα. Θέλω να εύρω την ησυχία μου στους ανθρώπους, με τους ανθρώπους. Και αυτό είναι τόσο δυσεύρετο που ώσπου να επιτευχθεί, θα με έχει φάει ο εαυτός μου. Αυτό το "σιγά μην αρρωστήσω, σιγά μην ξενυχτήσω, σιγά να μην πεθάνω εγώ για χάρη σου" μόνο ο Καρβέλας τελικά το πέτυχε και αυτός μάλλον συνδυάζοντας όλα τα παραπάνω!

Ω Θεέ μου, λυπάμαι και φοβάμαι όσο τίποτα! 

Παρασκευή, Μαρτίου 28, 2014

Τα Ιουλιανά στο Παρίσι

Πριν κάποια χρόνια, όταν το μπλόγκινγκ ήταν ακόμα στις δόξες του, είχαμε όλοι περισσότερο κέφι και ιστορίες να διηγηθούμε, και γράφαμε από ένα κείμενο την ημέρα, είχα πάθει παροξυσμό με τα στατιστικά των επισκέψεων. Περνούσα ώρες μπροστά στην οθόνη παρακολουθώντας ποιοι κάνουν κλικ στο μπλογκ μου, τι έψαχναν όταν μπήκαν και από ποια χώρα έρχονταν. Είχα λοιπόν παρατηρήσει ότι κάθε μέρα είχα ένα κλικ από το Παρίσι. Δεδομένου ότι δεν είχα κάποιο φίλο εκεί και δεδομένου ότι οι επισκέψεις ήταν μετρημένες, (καμιά 50αρια όλες κι όλες), έγραψα ένα κείμενο και ρώτησα ανοιχτά, ‘ποιος είναι αυτός ο ήρωας που μπαίνει από το Παρίσι για να με διαβάσει;’

Λίγες ώρες αργότερα έλαβα στα σχόλια απάντηση από μια κοπέλα, η οποία μου είπε πως τη λένε Ιουλία, πως βρήκε το μπλογκ ψάχνοντας κάτι για την Άννα Βίσση στο google, και από τότε κόλλησε. Την Ιουλία δεν την γνώριζα, όμως με τα χρόνια δικτυωθήκαμε και στα υπόλοιπα κοινωνικά φόρα, από twitter μέχρι facebook. Διά ζώσης δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, μέχρι που στην περίφημη συναυλία της Λάρνακας, που εγώ χόρευα σαν Καρβέλας, πήρε το αεροπλάνο από το Παρίσι και ήρθε να τη δει. Λόγω στενότητας χρόνου και χώρου δεν προλάβαμε να πούμε περισσότερα από ένα γεια, αλλά ένιωσα το κλικ της συμπάθειας από το πρώτο λεπτό.

Όπως ήδη κατάλαβες, στο πρόσφατο ταξίδι στο Παρίσι, η Ιουλία έπαιξε σημαντικό ρόλο. Όχι μόνο συναντηθήκαμε και τα είπαμε, αλλά ήρθε και μαζί μας στη Ντίσνεϊλαντ, παρέχοντάς μας μετακίνηση και έκπτωση εισόδου στο πάρκο. Στη δε διαδρομή από και προς το πάρκο έγινε το έλα να δεις με τη Βίσση να χτυπιέται στη διαπασών και εμείς να τραγουδούμε δίχως αύριο. Διασχίζαμε τον περιφερειακό του Παρισιού, κοιτάζαμε αριστερά – δεξιά τα λαγκάδια και εμείς βαρούσαμε παλαμάκια τραγουδώντας «βρε κουτό, βρε κουτό, βρε κουτό!» Στην επιστροφή μάλιστα, παρόλο που ήμασταν πτώματα, δεν θέλαμε να φτάσουμε σπίτι. Είχαμε μερακλώσει τόσο πολύ που παρακαλούσαμε να μην τελειώσει ο δρόμος. Κάναμε κύκλους τα οικοδομικά τετράγωνα ώσπου να τελειώσει το τραγούδι. Και με το που άρχιζε το επόμενο λέγαμε "ακόμα ένα τελευταίο". Πολύ σουρεάλ πράμα. Οι γέφυρες του Παρισιού φωτισμένες και εγώ να τραγουδώ μέσα σε ένα αυτοκίνητο τα άπαντα της Άννας.

Αυτά είναι τα καλά του ίντερνετ, αγαπητέ. Εγώ στη Λευκωσία, αυτή στο Παρίσι, γεννημένοι σε διαφορετικές χώρες, κοινός παρονομαστής η Βισσάρα και γέφυρα το ίντερνετ. Πες μου πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι ανάλογο πριν 30 χρόνια, χωρίς διαδικτυακή σύνδεση. Θα αγνοούσαμε έκαστος την ύπαρξη του άλλου και όλη αυτή η ευτυχία θα πήγαινε χαμένη. Θα πεθαίναμε και δεν θα μοιραζόμασταν τίποτα. Γι αυτό είμαι τόσο υπέρμαχος των κοινωνικών δικτύων. Γιατί αν χρησιμοποιηθούν σωστά και καλοπροαίρετα, μας φέρνουν πιο κοντά από το πουθενά. Άλλαξαν οι εποχές, άλλαξαν τα σήματα. Facebook, skype, whats’up, instagraaaaaam!

Έχω γνωρίσει πολύ κόσμο από ‘δω ευτυχώς χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις (εκτός από μία, που θα σου εξιστορήσω μετά από χρόνια), και θεωρώ ότι πραγματικά έκανα καλούς φίλους. Μα, αυτό στο Παρίσι ήταν απρόσμενο. Δυστυχώς δεν είχαμε ώρα να συναντηθούμε κι άλλη μέρα, αλλά εννοείται πως την περιμένουμε στην Κύπρο με την πρώτη ευκαιρία, ή και συναυλία.

Ιουλία μου ξανά σε ευχαριστώ που «είπαμε το σ’ αγαπώ με λόγια!» J

Πέμπτη, Μαρτίου 27, 2014

Haute Culture

Στο Παρίσι ως είθισται επισκέφτηκα για άλλη μια φορά – 4η στη σειρά, τα αγαπημένα μου μουσεία. Να ξέρεις ότι γενικά τα μουσεία τα βαριέμαι φρικτά, με μόνη εξαίρεση αυτό της Ακρόπολης. Παρόλα αυτά, υπάρχουν συγκεκριμένα εκθέματα στο Λούβρο που δεν χορταίνω να τα μελετώ και να τα χαζεύω. Εν πάση περιπτώσει, λόγω του ότι αυτή τη φορά είχα ξεποδαριαστεί, η επίσκεψη στο Λούβρο ήταν ολίγον τι επιδερμική. Περισσότερο χρόνο ξόδεψα να παρατηρώ τους τουρίστες και τις αντιδράσεις τους, παρά τα ίδια τα εκθέματα. Και είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Για παράδειγμα, κοίτα εδώ κόσμο και ντουνιά που φωτογραφίζει την Αφροδίτη της Μήλου (για κάποιο περίεργο λόγο, οι φωτογραφίες επιτρέπονταν στο Λούβρο). Δεν σε παραπέμπει σε άφιξη μιας σελέμπριτι στο κόκκινο χαλί των Όσκαρ με το μπούγιο των φωτογράφων τριγύρω; Έτοιμη να κάνει δηλώσεις στα media φαντάζει η Αφροδίτη.



-      Πώς κουλαθήκατε κυρά Αφροδίτη;
-      Μου κόπηκαν τα χέρια σε μία επικίνδυνη σκηνή για την καινούρια μου ταινία.
-       Και αν κερδίσετε απόψε το Όσκαρ, πώς θα το σηκώσετε;
-      Έχω συνεννοηθεί με την παρουσιάστρια, να το πάρω στο στόμα.
-       Παίρνετε συχνά πράγματα στο στόμα;
-      Δυστυχώς η εναλλακτική μου θα ήταν πιο επώδυνη.
-     Οι σχέσεις σας με την Αφροδίτη της Πάφου εξακολουθούν να είναι τεταμένες;
-     Ουδέν σχόλιο.

Περιδιαβαίνοντας τις διάφορες αίθουσες πέτυχα κι αυτό το άγαλμα. Μα τον Θεό, για μια στιγμή νόμισα πως κρατά κινητό και ετοιμάζεται να βγάλει σέλφι!



«Ας μην χρησιμοποιήσω αυτό το φίλτρο, με ασπρίζει πολύ!»

Tο μεγαλύτερο σοκ όμως, ήρθε όταν σημείωσα μετωπική σύγκρουση με τις πιο κάτω τσούπρες:

 

"Ωωωω Μπρέντα, έλα να δεις τρεις κορασίδες που ποζάρουν σαν την Όλγα, τη Μαρία και την Ειρήνη στις ‘Τρεις Χάριτες’." Κοιτάζω από κάτω την ετικέτα… “The Three Graces” έγραφε. ΟΚ, ας μείνει μεταξύ μας.             



Αφήνοντας πίσω μου την αίθουσα με την κλασική τέχνη, η οποία παρεμπιπτόντως είναι τίγκα στα ελληνικά εκθέματα, (να το δούμε κι αυτό κάποια στιγμή όχι μόνο τους Άγγλους να στοχοποιούμε), πέρασα στην αίθουσα με τους πίνακες. Κοίτα να δεις σουξέ το άλμπουμ των Coldplay, ‘Viva  La Vida’. Τόσα χρόνια μετά, ακόμα ξεπουλάει.



Αντιλαμβάνεσαι ότι με τέτοια σχόλια, η Μπρέντα απηύδησε μια ώρα αρχύτερα και μ’ έπιασε να φύγουμε (πάντα πιάνει το κόλπο).

Όχι πως αυτό την πτόησε. Διόλου! Το ίδιο απόγευμα με έσυρε στην έκθεση μοντέρνας τέχνης στο μουσείο του Μπομπιντού, ένα τρομερά ενδιαφέρον κτήριο, διακοσμημένο με σωλήνες και σήραγγες στο εξωτερικό του. Είχα ξαναπάει και με είχε εκπλήξει ευχάριστα το 2007, αυτή τη φορά όμως δεν είδα κάτι καινούριο να με καταπλήξει. Αν κάτι πρέπει να ξεχωρίσω, είναι αυτό:



Συντρίμμια αυτοκινήτου σε σχήμα παραλληλεπίπεδου. Δεν ξέρω αν κάπου ανάμεσα βρίσκεται και το πτώμα του οδηγού. Πάντως το παρατηρούσα για ώρα και αποφάνθηκα πως ένα ωραίος τίτλος για το εν λόγω έκθεμα, αν αυτό εκτίθετο στην Κύπρο, θα ήταν: «Ο Παναής εβούραν».

Τέλος, για άλλη μια φορά είδα αυτούς τους ψευτοκουλουριάρικους άδειους καμβάδες, ομοίους αυτών που είδα και στο μουσείο του Μιρό στη Βαρκελώνη. Ως πότε θα θεωρούμε κουλτούρα τις εξυπνάδες τέτοιου τύπου, είναι άξιον απορίας.



Και ας περάσουμε στη Ντίσνεϊλαντ, να πούμε και καμιά σοβαρή κουβέντα.

Με τη Ντίσνεϊλαντ με δένουν ιδιαίτεροι δεσμοί. Είναι γνωστό ότι λατρεύω τον Ουόλτ και τις ταινίες του. Έχω πάει τέσσερις φορές στο πάρκο του και το όνειρο της ζωής μου είναι να περάσω μια βδομάδα στο πάρκο του Ορλάντο. Κατ’ ακρίβεια, η Ντίσνεϊλαντ είναι και ο μόνος λόγος που θέλω να ταξιδέψω στις ΗΠΑ.



Η Ντίσνεϊλαντ, λοιπόν, είναι σημείο αναφοράς των διαφόρων περιόδων της ζωής μου. Την επισκέφτηκα ως παιδί, όπου ενθουσιαζόμουν ή και φοβόμουν τα πάντα. Την επισκέφτηκα ως έφηβος με κολλητό μου όπου την απόλαυσα στο μέγιστο βαθμό. Την επισκέφτηκα ως φοιτητής με αγαπημένη συμφοιτήτρια όπου την είδα με πιο κριτικό / εμπορικό μάτι. Ε, τώρα την επισκέφτηκα ως καρδιοπαθής (αφού στα ρόλλερ κόστερς απαγορεύεται να ανεβαίνω πλέον), αλλά και ως «μάστρος». Ήξερα τα κατατόπια με κλειστά μάτια, και το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να επιβεβαιώσω ότι το πάρκο που σημάδεψε τη ζωή μου δουλεύει ρολόι. Γι αυτό και χαλάστηκα όταν σε κάποια rides διαπίστωσα πως μερικά ρομπότ δεν λειτουργούσαν καλά ή και καθόλου, κολλούσαν, ή ήταν εντελώς απενεργοποιημένα.



Το ride των πειρατών της Καραϊβικής, ας πούμε, το ξέρω απ’ έξω και ανακατωτά. Ξέρω ανά πάσα στιγμή τι είδους κίνηση πραγματοποιούν οι κούκλες και τι ηχητικά εφέ συνοδεύουν την εικόνα. Δεν φαντάζεσαι, λοιπόν, το πόσο τσαντίστηκα όταν παρατήρησα κούκλες να μην κινούνται με την ίδια φυσική χάρη όπως πριν 10 χρόνια, και να φαίνονται «παλιές». Το ίδιο φαινόμενο παρατήρησα δυστυχώς και στο Its a small world. Δεν τα γρασάρουν καλά τα ρομπότ, δεν τα περιποιούνται, ένας Θεός ξέρει τι στο καλό συμβαίνει. Με αυτή λοιπόν τη σκωπτική ματιά επισκέφτηκα το πάρκο «μου», και οφείλω να ομολογήσω ότι το βρήκα ελαφρώς παραμελημένο. ΟΚ, ήταν η μέρα βροχερή και off season, οπότε κατανοώ το να υπολειτουργούν κάποιοι τομείς, αλλά αν ήμουν εγώ διευθυντής εκεί μέσα, τίποτα από όλα αυτά δεν θα συνέβαινε. Μάτι δεν θα έκλεινα, όλη μέρα θα δούλευα να κρατήσω το Disney dream ζωντανό. Αντ’ αυτού, κάθομαι και κάνω άλλη δουλειά, στην κόλαση, άντε μην τα θυμηθώ και τσαντιστώ μεσημεριάτικα.

Παρόλα αυτά, για να μην γίνομαι σπαστικός, μια χαρά πέρασα, αγαλλίασε η ψυχούλα μου που ταξίδεψε στα ωραιότερα χρόνια της ζωής μου, ευτύχησα και ηρέμησα. Το δε σόου με τα βεγγαλικά, τα νερά και τις προβολές στο φινάλε της βραδιάς, είναι κάτι που πρέπει να ζήσεις ιδίοις όμμασι καθώς δεν αρκούν οι λέξεις να στο περιγράψω. Ούτε καν να στο παραθέσω σε βίντεο μέσω youtube δεν λέει, αφού ουδόλως αντικατοπτρίζει την αίσθηση του να είσαι εκεί.

Εύχομαι η επόμενη φορά, να είναι με τα παιδιά μου.


Εις αύριον τα υπόλοιπα. 

Τετάρτη, Μαρτίου 26, 2014

Οι Μέρες Του Κρουασάν

Η Απόδραση:

Όπως είχα γράψει πριν λίγο καιρό σε ένα σχόλιο στο μπλογκ της Τουλίπας, ο μόνος τρόπος να επιβιώσεις στην Κύπρο είναι να φεύγεις. Το ημερολογιακό έτος είναι χωρισμένο σε αργίες με τέτοιο τρόπο ώστε να ευνοεί τις αποδράσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι Χριστούγεννα και Πάσχα απέχουν όσο απέχουν από τις καλοκαιρινές διακοπές. Ούτε τυχαίος είναι ο αριθμός των αργιών κάθε χρόνο. Όλα τοποθετήθηκαν όπως τοποθετήθηκαν αρμονικά, για να μπορείς να μαζεύεις λεφτά και να φεύγεις όποτε οι κρεμαστοί σου αδένες εκεί χαμηλά αρχίζουν και πρήζονται.

Έτσι έκανα κι εγώ. Επειδή η μόνη εναλλακτική που είχα ήταν να αρχίσω να μοιράζω φάπες και μπουνιές, είπα να ρίξω ένα «άντε γεια» με ολίγον από «δεν γαμιέστε…» και να κλείσω εισιτήρια για το Παρίσι χωρίς ιδιαίτερη σκέψη. Δεν με ενδιαφέρει πόσο κόστισε. Με ενδιέφερε να φύγω. Και ήταν και η πρώτη φορά που ούτε το αεροπλάνο με άγχωσε, γιατί και να έπεφτε, πολύ καλύτερη εξέλιξη θα ήταν από το να επιστρέψω. Να που γύρισα όμως, αλλά έννοια σου και το Πάσχα είναι κοντά.

Το Παρίσι:

Αν και είχε ψοφόκρυο και δεν γλίτωσα ούτε το κρυολόγημα, το απόλαυσα. Ήταν η πρώτη φορά που επισκέφτηκα το Παρίσι χειμωνιάτικα και το είδα σε πιο μελαγχολική βερσιόν. Ξέρεις… Δέντρα γυμνά, γκρίζα σύννεφα πυκνά, περπατούσαμε με την ομπρέλα πάνω στις γέφυρες του Σηκουάνα και ήταν σαν να παιάνιζε στον αέρα η Edith Piaf. Τόσο κινηματογραφικά όλα. Δεν έχει ολοκληρωθεί ο δεσμός σου αν δεν πήγες με τη σύντροφό σου στο Παρίσι. Γεγονός. 

Το καλύτερο από όλα όμως, ήταν ότι δεν μείναμε σε ξενοδοχείο, αλλά στο διαμέρισμα δύο Παριζιάνων που πλέον ζουν στο εξωτερικό και το νοικιάζουν σε τουρίστες. Ήταν ομολογουμένως τεράστια η κάβλα να γυρνάς από τις περιηγήσεις και να σκέφτεσαι ότι σε περιμένει «το σπίτι σου στο Παρίσι» να σε ξεκουράσει. Φαντασίωση από τις λίγες. Μικρό, μα συμπαθητικότατο, με ωραία θέα, χρωματιστά έπιπλα, μοντέρνα διακόσμηση, έδινα και ένα νεφρό προκειμένου να το αποκτήσω. Πάρτε λίγο μάτι, κι από τούδε και στο εξής ποτέ ξανά ξενοδοχείο σε μεγαλούπολη.



Για να βρείτε κι εσείς κάτι ανάλογο, πατήστε εδώ.

Η Πρόταση Γάμου:

Παρίσι και πρόταση γάμου πάνε μαζί. Αυτό σκέφτηκαν οι δεκάδες φίλοι και συγγενείς μόλις έμαθαν ότι παραθερίζουμε στα Παρίσια. Βροχή τα μηνύματα στο κινητό μου, όπου όλοι ρωτούσαν για το πώς έγινε και αν έγινε, η πρόταση. Ήρθε η ώρα να μάθετε την αλήθεια. Πρόταση γάμου δεν έγινε. Για δύο λόγους: Πρώτον, θα ήταν τρομαχτικά κλισέ, κοινώς λαϊκό και αναμενόμενο. Σαν πράξη εννοώ. Οι εννιά στους δέκα κάνουν προτάσεις γάμου σε κάποιο ταξίδι και ως γνωστόν, αυτό το μπλογκ δεν συγχρονίζεται με τα ευρύτερα ήθη και έθιμα. Δεύτερον, η πρόταση γάμου συνεπάγεται ορισμού ημερομηνίας. Εμείς λεφτά για γάμο, και δη γάμο στα πρότυπα των ολυμπιακών αγώνων, δεν διαθέτουμε. Κι αν τα αποκτήσουμε μέσω κάποιου θαύματος, δεν πρόκειται να τα επενδύσουμε σε γάμους - ολυμπιάδες, είδατε τι έπαθε και η Αθήνα το 2004. Εμείς με το που πιάνουμε λεφτά στα χέρια μας κλείνουμε ταξίδια προς διάσωση της πνευματικής μας υγείας. Και αυτό σκοπεύουμε να κάνουμε και για το υπόλοιπο του ’14. Αν τώρα κερδίσουμε μερικά δισεκατομμύρια και μπορέσουμε να συνδυάσουμε τον γύρο του κόσμου με κάποια λαμπρή τελετή, καθώς αρμόζει στην ταλαίπωρη αισθητική μας, τότε να είστε σίγουροι, θα είστε οι πρώτοι που θα το μάθετε. Μια φορά, δεν χρειάζεται το Παρίσι, ούτε οποιαδήποτε άλλη πόλη για να επισημοποιήσει τη σχέση μας. Αγαπώ τη Μπρέντα εδώ και τρία χρόνια και θέλω να γεράσω μαζί της. Το ξέρει, το ξέρω, ξεράναμε όλοι. 

Αυτά για τώρα. Αύριο θα σου πω τα νέα από τη Ντίσνεϊλαντ, τα μουσεία, καθώς επίσης θα σου παραθέσω μια παριζιάνικη ιστορία που αποδεικνύει πόσο καλό κάνουν καμιά φορά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όταν χρησιμοποιούνται σωστά.



Τώρα κουράστηκα. 

Πέμπτη, Μαρτίου 13, 2014

Εγκαταλείποντας Τον Πλανήτη

Το πόσο συγκλονίστηκα από τον χαμό του αεροπλάνου που είχε προορισμό το Πεκίνο δεν περιγράφεται. Είμαι που είμαι χέστης με τα αεροπλάνα – μην κοιτάς που το κρύβω, ήρθε αυτό και έδεσα. Μα, είναι να απορείς πώς είναι δυνατόν σε τόσο αναπτυγμένους τεχνολογικά καιρούς να μην μπορείς να εντοπίσεις κοτζάμ αεροπλάνο!  

Κάθισα λοιπόν και σκέφτηκα, ότι για να φάγαμε τους τόπους και να μην το βρίσκουμε, μία είναι η εξήγηση: Το αεροπλάνο κρύβεται. Δεν θέλει να το βρούμε. Και κρύβεται γιατί όλοι οι επιβάτες του ήταν συνεννοημένοι να εγκαταλείψουν τις μέχρι σήμερα μουντές και καταθλιπτικές ζωές τους και να κρυφτούν κάπου, ώστε να κάνουν ένα καινούριο ξεκίνημα. Ναύλωσαν όλοι μαζί μία πτήση, και αφού απομακρύνθηκαν κάπως από την Κουάλα Λουμπούρ, έδωσαν το σύνθημα στον πιλότο να κλείσει τα συστήματα εντοπισμού του αεροσκάφους και να το προσγειώσει στο Θιβέτ, σε μια βουνοκορφή, όπου εκεί τους περίμενε ένας γκουρού με την ομάδα του.

Οι θιβετιανοί γκουρού κάλυψαν το αεροπλάνο με χιόνι και σιγά σιγά το πάρκαραν μέσα σε μια βαθιά σπηλιά, όμοια αυτής που κρυβόταν ο Μπιν Λάντεν τόσα χρόνια και έκαναν αμάν να τον βρουν. Κανένα ραντάρ και καμία Νικολούλη δεν το βρίσκει πλέον. Οι δε επιβάτες ζουν από τώρα και στο εξής σε ειδικά καταλύματα που στήθηκαν μέσα στα σπήλαια και εκεί θα δημιουργήσουν έναν καινούριο πολιτισμό. From scratch. Από το μηδέν. Κάτι σαν το ‘σπίτι απ’ την αρχή’. Κάτι σαν το ‘Lost’ στο αντίστροφο. Να μου το θυμηθείς. Το αεροπλάνο δεν έπεσε. Απλά ο κόσμος έχει απηυδήσει με την κοινωνία μας και διοργανώνει μαζικές αποχωρήσεις από τα εγκόσμια, εν κρυπτώ και παραβύστω. Φεύκουν νύχτα, κατά την κυπριακή. 

Ο συνειρμός του πιο πάνω σεναρίου επιστημονικής φαντασίας με οδηγεί στο εξής: Είδες τους επίλεκτους για την πρώτη ανθρώπινη αποικία στον Άρη; Είδες το μίνι-ντοκιμαντέρ που παρουσιάζει μερικούς από τους 100 ‘τυχερούς’ που θα εγκαταλείψουν μια για πάντα τη Γη το 2025 για να αποικήσουν τον Άρη χωρίς επιστροφή; Αν όχι, χάνεις! Ιδού:




Όχι πες! Δεν είναι λυπηρό που υπάρχουν τόσοι καταθλιπτικοί άνθρωποι που δηλώνουν πρόθυμοι να μας αδειάσουν τη γωνιά; Να λένε ότι δεν έχουν τίποτα να τους κρατά στη Γη; Δεν είναι τρομαχτικό ότι οι πρώτοι άνθρωποι που θα αποικήσουν τον Άρη, οι νέοι Αδάμ και οι νέες Εύες, θα είναι άνθρωποι με αυτοκαταστροφικές τάσεις; Θα στείλουμε τώρα την κομμώτρια και τον άλλο τον ξανθό τον ζαβό, να διαιωνίσουν το είδος στον Άρη; Τέλεια. Εδώ στο Big Brother πάνε και κλείνονται δέκα διαταραγμένοι και δεν αξιώνονται να συνεργαστούν να πάρουν τα χρήματα. Σκέψου στον Άρη τι έχει να γίνει, όπου ούτε νόμοι θα ισχύουν, ούτε αρχηγοί θα υπάρχουν, ούτε αντικειμενικός στόχος, πλην της επιβίωσης. Θα πάνε να σφαχτούν μεταξύ τους. Κρίμα που δεν θα έχει η Νόβα κάμερες να το αναμεταδίδει εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο να σπάσει κάθε ρεκόρ τηλεθέασης.

Ένα είναι το σίγουρο. Οι άνθρωποι έχουμε κουραστεί και έχουμε κορεστεί στη γη. Δεν μας χωράει ο τόπος. Και αρχίσαμε να την κάνουμε με ελαφρά.

Θα δουν πολλά τα μάτια μας ακόμα.    

Τρίτη, Μαρτίου 11, 2014

Chart Show: Τραγούδια Που Έχασαν

Ακολουθεί Chart Show αποκλειστικά αφιερωμένο σε γιούροφανς.

Και τώρα που μείναμε λίγοι, ας παίξουμε.



Μάζεψα όλα τα τραγούδια που ήταν υποψήφια για την εκπροσώπηση της Ελλάδος και της Κύπρου στον διαγωνισμό της Γιουροβίζιον από καταβολής του διαγωνισμού, μέρα που είναι, και έβγαλα αυτό το ΤΟΠ10. Σημείωσε ότι αναφέρομαι σε τραγούδια που τελικά έχασαν την εκπροσώπηση, αλλά είχαν αυτό το κάτι που τα έκανε να τα ακούω μέχρι σήμερα. 

10. Πέγκυ Ζήνα – Love Is A Wonderful Thing (2002).


Ευχάριστο τραγουδάκι στα συνήθη μέτρα και σταθμά του Θάνου Καλλίρη που μεσουρανούσε στα ’90ς, και το οποίο μας εμπέδωσε την Πέγκυ Ζήνα ως όνομα του καλλιτεχνικού στερεώματος την προηγούμενη δεκαετία. Δροσερό και χαρούμενο, γραμμένο και ραμμένο βάσει γιουροβιζιονικής συνταγής, δηλαδή με ακατανόητο κουπλέ, ενοχλητικό ρεφραίν και ηλίθιο χορευτικό, το love is a wonderful thing έβγαλε εύκολα τα λεφτά του το καλοκαίρι του 2002, αφού παιάνιζε ασταμάτητα στα κλαμπς. 

9. Ηρώ – Τίποτα (1998).

  

Ήταν πολύ μπροστά για την εποχή του, μας έπεφτε πολύ για Γιουροβίζιον και δυστυχώς ατύχησε γιατί διαγωνίστηκε σε εποχές που ακόμα η ΕΡΤ δεν είχε εκτιμήσει τον διαγωνισμό σαν τηλεοπτικό προϊόν και δεν τον προωθούσε τόσο, όσο στα 00ς. Ήταν τότε που η Γιουροβίζιον ήταν απλά μια υποχρέωση εξ ου και τα τραγούδια που στέλνονταν είτε πάτωναν, είτε διεκπεραίωναν τη δουλειά. Επειδή όμως ό,τι αξίζει αντέχει στον χρόνο, αυτό το τραγούδι μόνο ‘τίποτα’, δεν το λες.

8. Κώστας Μπίγαλης Μιρέλα Φραγκοπούλου – Let Me Be The One (2002).


Ο Μπίγαλης σε άλλη μια απονενοημένη προσπάθεια να ‘πιαστεί’ σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να αποτάξει από πάνω του τη ρετσινιά του 'ντίρι, ντίρι, ντα' από το 1994. Τελικά έπιασε τα τρία του Ρακιντζή. Θα θυμάστε βέβαια, τα ξεκατινιάσματα στα παράθυρα των μεσημεριανών που ακολούθησαν. Μιλάμε για μνημειώδεις καταστάσεις της ελληνικής τηλεόρασης. Είπαμε, ήμαστε στο 2002 και ή ελληνική τιβί είχε πάρει και επίσημα την κάτω βόλτα – μια κατηφόρα που μπορεί να απολαύσαμε, αλλά είδαμε και πού μας έφτασε. Όπως και να έχει, δεδομένου του τι ακούσαμε το 2002 στο Ταλίν, αυτό το ντουέτο αν είχε τελικά επιλεγεί θα πήγαινε πολύ καλύτερα από S.A.G.A.P.O

7. Κώστας Μαρτάκης – Always And Forever (2008).


Δεν έχω κάτι ιδιαίτερο να γράψω, δικαίως έχασε τότε, παρόλα αυτά το τραγούδι σήμερα το ακούω με ευχαρίστηση. 

6. Χρήστος Δάντης – No Madonna (2007).


Κιμπάρης, μάγκας, τσίφτης και καραμπουζουκλής ροκάς, ο Δάντης με το No Madonna ήταν η μόνη αξιοπρεπής επιλογή του 2007. Έχασε τελικά από τον Σαρμπέλ, mon dieu ποιού να το πεις, μόνο και μόνο επειδή είχε πιο έξυπνη χορογραφία και πιο ευφάνταστη σκηνική παρουσία.


5. Λία Βίσση – Χρήστος Κάλλοου Και Άλλοι – Λες Το Τέλος Να ‘Χει Έρθει; (1987).


Άκου τώρα αυτό το τραγούδι και νοστάλγησε. Αυτό το τραγούδι ερμηνευμένο από κόσμο που μέχρι τότε αρκούνταν μόνο στα φωνητικά άλλων τραγουδιστών, και οι οποίοι σήμερα είναι σχεδόν εξαφανισμένοι, γράφτηκε πάνω στην υπέροχη ιταλική συνταγή. Όλα τα ιταλικά τραγούδια των ‘80ς ήταν παρόμοια, άσε που έχω μια υποψία ότι θυμίζει έντονα το ‘Non So Che Darei’,  την ιταλική συμμετοχή του 1980. Αγαπημένο. Η δε Λία Βίσση με το δερμάτινο σακάκι και την πράσινη φόρμα από μέσα, απλά ασχολίαστη. 

4. Ευρυδίκη – Τα Λόγια Που Μου Λες (1990).



Αυτό είναι το μοναδικό κυπριακό τραγούδι που συμπεριλαμβάνεται στο τοπ και αυτό επειδή μου θυμίζει τα υπέροχα εκείνα χρόνια των late 80s και early 90s που δεν θα καταφέρω να ξεπεράσω ποτέ μου. Η Ευρυδίκη τυλιγμένη με ένα μουσαμά στο βίντεο κλιπ, ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι στον τοίχο του οποίου κρέμονται εικονίσματα της Χριστιανοσύνης, δεν νομίζω να υπάρχει ουδεμία απορία γιατί μπορεί να έχασε από τον Αναστάζιο και το ‘Μιλάς Πολύ’. Τι θα κάνουμε να επιστρέψουμε σε εκείνα τα χρόνια, δεν ξέρω. Σοβαρά. Ζω για τη στιγμή που θα ανακαλυφθεί μηχανή τηλεμεταφοράς στον χρόνο! Να φύγω να πάω στα 90ς, να μην σας βλέπω!   

3. Σάκης Ρουβάς – Right On Time (2009).

 

Ωραιότατη μπαλάντα από τον Κοντόπουλο που εκ των υστέρων θεωρώ πως θα πήγαινε καλύτερα από το “This is Our Night”. Βέβαια, τότε είχε βγει το +Σε Θέλω και οραματιζόμασταν όλοι κάτι ανάλογο επί σκηνής, σαν αυτό που είχαμε δει στη σκηνη των Mad Music Awards, εξ ου και είχαμε λυσσάξει να στείλουμε dance τραγούδι. Δεν μας έκατσε, ε, δεν πειράζει. 

2. Έλενα Παπαρίζου – The Light In Our Soul (2005).


Τραγούδι που τελικά αποκλείστηκε από τη διαδικασία επιλογής γιατί ο Μπίγαλης που το συνέθεσε το είχε ανεβάσει στο διαδίκτυο προηγουμένως, κάτι που απαγορεύεται ρητά από τους κανονισμούς του διαγωνισμού. Τον κάρφωσαν κάποια μέλη του φαν κλαμπ της γιουροβίζιον και έκτοτε αυτός όποτε βγει στα κανάλια τους βρίζει. Το τραγούδι παρόλα αυτά πήρε τον δρόμο του, έγινε χιτ, η Παπαρίζου το συμπεριέλαβε στον δίσκο της ως ένδειξη εκτίμησης, μέχρι και βίντεο κλιπ το γύρισε, ε, τι άλλο να θέλει και ο Μπίγαλης, άγαλμα να του στήσουμε; Ωραιότατο τραγουδάκι, αναμφίβολα.

1. Άννα Βίσση – Κλαίω (1989).


Α, ρε Άννα! Α, ρε Άννα! Μόνο εμείς ξέρουμε! Πόσο πεθυμώ εκείνα τα χρόνια. Πόσο! Για την ιστορία, μάθε ότι το συγκεκριμένο καρβελικό αριστούργημα έχασε από την Μαριάννα Ευστρατίου, η οποία μπορεί να ήταν συμπαθεστάτη με το δικό της το αστέρι και να πήρε την απρόσμενη 9η θέση, αλλά ουδεμία σύγκριση χωρεί ανάμεσα στο ‘Κλαίω’ και σ’ αυτό που τελικά πήγε. Πού είναι σήμερα η Μαριάννα Ευστρατίου; Ξαναρωτάω: Πού είναι σήμερα η Μαριάννα Ευστρατίου! 


Αντιλαμβάνεσαι τώρα ότι, για έναν άνθρωπο που μεγάλωσε εκείνες τις εποχές, με εκείνες τις τάσεις μόδας και εκείνη την αισθητική, πόσο επώδυνο θα είναι να δει απόψε να κερδίζει την εκπροσώπηση κόσμος και ντουνιάς, που πιθανό να γεννήθηκε σε κάποιο προάστιο της Αθήνας, αλλά αυτό-βαφτίστηκε Marc Angelo, ή Riskykidd! Τι ονόματα είναι αυτά ρε γαμώ το! 


Ο Θεός πλέον...!

Τετάρτη, Μαρτίου 05, 2014

Χριστέ Και Παναγιά Μου

Το γεγονός ότι μεγαλώνω και αλλάζω καταδεικνύεται κι από το γεγονός ότι σήμερα, ημέρα παρουσίασης των τεσσάρων υποψήφιων τραγουδιών για τη Γιουροβίζιον, μετά βίας άντεξα να τα ακούσω όλα μέχρι τέλους. Θα μου πεις, δεν άλλαξες εσύ, τα τραγούδια είναι όντως χάλια, μα όπως και να ‘χει, για να φτάσω στο σημείο να καταλήξω να υποστηρίζω το τραγούδι του Μαρτάκη, καταλαβαίνεις πού κυμαίνεται το φετινό επίπεδο.

Ο Μαρτάκης, που ως το 2006 ήταν φωτομοντέλο του συρμού και έκανε τον κομπάρσο στα βίντεο κλιπ της Βίσση, σήμερα ποντάρει στη Γιουροβίζιον. Τέτοια γεωμετρική πρόοδο μόνο αυτός και η Ειρήνη Χαραλαμπίδου είδαν στη ζωή τους. Εντάξει, πόνταρε και παλιότερα στον διαγωνισμό, αλλά τον είχε κάνει η Καλομοίρα μια χαψιά. Τόσο εύκολος αντίπαλος ήταν. Σήμερα, θεωρείται φαβορί. Τέτοια δίσεκτα χρόνια διαβαίνουμε. Και όχι μόνο θεωρείται φαβορί, αλλά μπαίνει και στο ρινγκ με τραγούδι γραμμένο από τον Ηλία Κόζα (από πέρσι), και με τις ευλογίες του Χριστού και της Παναγίας, τους οποίους επικαλείται πολλάκις στο ρεφραίν.

«Βάζω στη σκέψη μου φωτιά, καίω τα όνειρά μου, με το κεφάλι μου ψηλά, Χριστέ και Παναγιά μου!»  λέει ο άκρως θρησκευτικός στίχος - μια μέρα θα γίνει πιο καλτ κι από το φόρεμα της Γαρμπή.




Η επίκληση της Παναγίας δεν αποτελεί καινοτομία στα γιουροβιζιονικά δρώμενα. Η Μαρίζα Κωχ το 1976 στη Χάγη εκπροσώπησε την Ελλάδα με το «Παναγιά μου, Παναγιά μου», ένα τραγούδι εμπνευσμένο από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο (ήταν τότε που το ελληνικό κράτος ασχολούνταν ακόμα με το θέμα). Τι κι αν το είχε προκρίνει ο Χατζιδάκις, το τραγούδι πάτωσε. Χώρια που υπήρχαν φόβοι ότι ένας ελεύθερος σκοπευτής των Τούρκων βρισκόταν μέσα στο θέατρο και ετοιμαζόταν να πυροβολήσει την τραγουδίστρια την ώρα που σφάδαζε. Θα είχαμε τον πρώτο φόνο live on air. Μπορεί λοιπόν να δάκρυσε η Κωχ, μπορεί να δάκρυσαν οι εικόνες, μα θέση στη δεκάδα δεν είδαμε.

Δεν το βάλαμε κάτω. Τα θεία πρωταγωνίστησαν και επί Ελίνας Κωνσταντοπούλου το 1995 στο Δουβλίνο. «Ποια προσευχή εγώ να κάνω για τα κρίματά τους, ποια προσευχή να πω εγώ για να σωθούν;» αναρωτήθηκε η Ελίνα την ίδια εποχή που διατεινόταν ασυστόλως πως «όταν το τηλέφωνο χτυπήσει κανείς δεν θα στο απαντήσει». Η ‘Προσευχή’  ήταν τραγούδι αφιερωμένο στο μακεδονικό αυτή τη φορά (ήταν τότε που το ελληνικό κράτος ασχολούνταν ακόμα με το θέμα), μα πάλι δεν ίδρωσε το αφτί του Ευρωπαίου, πέρασε και δεν ακούμπησε η συμβολή της ορθόδοξης εκκλησίας.

Μόνο ο Σάκης κατάφερε να εξαργυρώσει τις ευλογίες, όταν το 2004 λίγο πριν μπει στην Πόλη σαν μετεμψύχωση του Βασίλειου του Βουλγαροκτόνου, πήρε την ευχή του Πατριάρχη στο Φανάρι. Προφανώς το “shake, shake, shake it mi amor” ήταν τόσο... θεϊκό, που δεν άφησε κανέναν ασυγκίνητο. Τρίτη θέση για τον Ρουβά.

Τώρα ο Μαρτάκης συστρατεύεται τόσο με τον Χριστό, όσο και με την Παναγία, "Εν τούτω Νίκα" τέκνον μου, είμαι πολύ περίεργος να δω τι ψάρια θα πιάσει. Εισηγούμαι σε μελλοντικούς υποψήφιους να κάνουν αναφορές και στον Άγιο Φανούρη, που έχει καλή φήμη στο να βρίσκει πράγματα, από χαμένα τηλεκοντρόλ μέχρι γκόμενους σε γεροντοκόρες, καθώς επίσης, μετά το κυπριακό και το μακεδονικό να καταπιαστούν με την επιστροφή των μαρμάρων του παρθενώνα, τώρα που είναι της μοδός.

Τα υπόλοιπα τραγούδια πλην του Μαρτάκη τα βρήκα εξαιρετικά εκτός πνεύματος, ακόμα και το Rise Up που θεωρείται επικίνδυνο μου θυμίζει κάτι ασύδοτα σκηνικά από Μύκονο που δεν είναι της ηλικίας μου, και το οποίο αμφιβάλλω αν θα αποδοθεί τηλεοπτικά με ενδιαφέροντα τρόπο ώστε να συντηρήσει τα καλά ελληνικά πλασαρίσματα των τελευταίων 13 χρόνων.