Δευτέρα, Απριλίου 29, 2013

Easterίες


Ποιο Πάσχα, μάνα μου;

Κανένα Πάσχα. Πάσχα μόνο για τα νησιά του Πάσχα. Εδώ ούτε αβγά, ούτε καν πασχάλια! Δεν έχω διάθεση για τίποτα. Για να φανταστείς αύριο φεύγω για ταξίδι και δεν λέω να χαλαρώσω να το απολαύσω.

Πάνε τώρα τρεις βδομάδες που τρώγομαι με τα ρούχα μου. Μου φταίει η οικονομία, μου φταίει η δουλειά μου (μην τολμήσεις να μου πεις ότι πρέπει να είμαι ευγνώμων απλά και μόνο επειδή έχω δουλειά, μαύρο φίδι που σ’ έφαγε!), μου φταίει το μέλλον που προδιαγράφεται κατάμαυρο, ο ένας το μακρύ του, ο άλλος το κοντό του. Μου φταίει και ο καιρός που μια παγώνει μια ζεσταίνεται. Δεν είναι κατάσταση αυτή, να έχουμε στα τέλη Απριλίου 33 βαθμούς κελσίου... Βασιλεύει ο κυπριακός «λάλλαρος» και είναι ν’ απορείς πότε επιτέλους θα ξαναμπεί ο πλανήτης σε φάση παγετώνων να ξαναβρούμε την υγειά μας. Μην μου μιλάς για καλοκαίρια!

Έχω να γράψω κείμενο τρεις βδομάδες. Δεν έχω κέφια. Γράφω, σβήνω, διορθώνω, ξαναγράφω και λίγο πριν πατήσω το κομβίο της «ανάρτησης» σκέφτομαι: δεν γαμιέται που θα δώσω αναφορά στον καθένα για το πώς νιώθω και πως σκέφτομαι.

Συνεχίζω να κάνω πολλά πράγματα και να τα βαριέμαι ταυτόχρονα. Άρχισα πρόβες για νέα παράσταση, προετοιμάζομαι για νέες εξετάσεις Ισπανικών, διαβάζω το ένα βιβλίο μετά το άλλο, πάω κολύμπι, πάω σινεμά, βλέπω φίλους. Τίποτε δεν απολαμβάνω. Τα κάνω για να τα κάνω. Και τίποτα όμως να μην κάνω, δεν αντέχω άλλο ταβάνι, δεν αντέχω να μην κάνω τίποτα. Ακούω συνέχεια τα ίδια σιχαμένα τραγούδια. Βλέπω συνέχεια τα ίδια εμετικά προγράμματα. Καμία έκπληξη, καμία πρωτοτυπία. Ίδιες φάτσες, ίδια προβλήματα, όλα ίδια και απαράλλαχτα. Πφφφ, τι θα κάνουμε!;

Αν σε αγχώνω να μην με διαβάζεις μαντάμ, κατάλαβες; Μην με βλέπεις εμένα με αυτό το ύφος! Ναι, μουρμουρώ και θα μουρμουρώ!

Μόνο το κορίτσι μου με σώζει από τον ψυχολογικό Χάροντα. Αχ, το κορίτσι μου! Μακάρι να με άφηνε να σου γράψω όλα όσα πρέπει και νιώθω για εκείνη. Έλα όμως που με περιμένει με τον βούρδουλα. Σε κάποια άλλη ζωή θα στα πω, και θα στα τραγουδήσω γιατί η Μπρέντα ώρες, ώρες είναι για άγριο διθύραμβο και λαβύρινθο.

Σκέφτομαι ότι θέλω να γεννήσω μωρό. Οι άντρες γεννούν, οι γυναίκες τίκτουσιν, μου είπαν! Σκέφτομαι ότι έπρεπε να είχα ήδη μωρά! Πρέπει να πάρουμε τη σχέση ένα βήμα παρακάτω. Υπάρχουν χίλια δυο πράγματα που εκκρεμούν φυσικά, αλλά μόνο στη σκέψη της επίλυσής τους λέω «δεν βαριέσαι, κι έτσι καλά είμαστε». Περνούν τα χρόνια, θα φτάσουμε τα 40 και θα μείνουμε σαν χάνοι. Αλλά πρέπει να κάνουμε μωρό. Μπορεί να μην έχουμε που θα το στεγάσουμε, μπορεί να μην έχουμε τι θα το ταΐσουμε, αλλά το θέλω για να παίζω. Τόσα στρουμφάκια είναι κρίμα να μην κληρονομηθούν από κανέναν. Ο ανιψιός μου που μέχρι τώρα λειτουργούσε ως μέσο εκτόνωσης του παλιμπαιδισμού μου κλείνει πλέον τα έξι. Μεγαλώνει και θα αρχίσει να με βαριέται. Ούτε τα στρουμφάκια δεν θα θέλει όπου να’ ναι. Γι αυτό σου λέω, πρέπει να βρεθεί νέο μωρό άμεσα!

Πφφφ. Φέρτε μου έναν ανεμιστήρα πριν σας πάρει!

Ή μάλλον άκυρο, θα ανάψω το κλιματιστικό. Δεν με κόφτει να κάμω οικονομία. Ας μην ψηφίζατε Χριστόφια!

Φέρτε πίσω τα κλεμμένα, τα διεστραμμένα και τα κατεστραμμένα!

Δευτέρα, Απριλίου 15, 2013

Σκυλάδικο


Κράτα με, να χαρείς, γιατί δεν αντέχω άλλη μαλακία σε αυτή τη χώρα!

Διάβασε την είδηση σε παρακαλώ, όπως δημοσιεύτηκε αυτούσια στο www.showbiz.com.cy, δηλ. στο αντίστοιχο πόρταλ του economist στην πατρίδα μας (στις παρενθέσεις τα δικά μου σχόλια):

"Νέο ένοικο απέκτησε πρόσφατα το Προεδρικό. Πρόκειται για ένα πανέμορφο τετράποδο που το πήραν δώρο στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας οι θυγατέρες του, διότι το σκυλάκι που είχε στη Λεμεσό πέθανε λίγες μέρες πριν τις εκλογές (τα έπαιξε και το τετράποδο με τις μαλακίες που άκουγε), για να του προσφέρει στιγμές χαλάρωσης (μασσάζ θα του κάνει ή θα στήνεται στα τέσσερα;), μέσα στα ασφυκτικά εικοσιτετράωρα που διέρχεται από την πρώτη ημέρα της ανάληψης των καθηκόντων του. Πρόκειται για ένα μαύρο τεριέρ (τεριέρ είναι; Κι εγώ που το πέρασα για κομματό-σκυλο) που κυκλοφορεί ελεύθερα σε όλους τους χώρους του Προεδρικού και ακούει στο όνομα «Λίο» (προφανώς από το παρα-λύω)."

Το ότι ήταν μπάτε σκύλοι αλέστε το προεδρικό μέγαρο το ξέραμε από χρόνια, τώρα επιβεβαιώνεται και με βούλα! Μα, είναι να απορείς! Πώς γίνεται εδώ ο κόσμος να χάνεται και το μουνί να χτενίζεται τόσο αδιάφορα σε αυτόν τον τόπο... Είχαμε τους χωρκάτες τα προηγούμενα πέντε χρόνια που δεν άφησαν τίποτε όρθιο, τώρα έχουμε τη Βάνα Δάγκα με την Τερέζ παραμάσχαλα να διαχειρίζεται τάχα μου  την κρίση! Διάβολε, ό,τι και να πούμε είναι «Λίο».


Θα αρχίσω να γαβγίζω μου φαίνεται, όπως ο πρωταγωνιστής στο Ξύπνα Βασίλη που στο τέλος τρελάθηκε και άρχισε να κακαρίζει!  

Πνιγμένος στο Κάτουρο


Έχεις ξανακούσει εσύ άνθρωπο που έκλεισε η ουρήθρα του από το άγχος;

Ούτε κι εγώ. Είμαι ο πρώτος που γνωρίζω. Μα, αυτό μας έλειπε να πάθουμε σε αυτή τη ζωή αγαπητέ μου. Να μην μπορούμε να ουρήσουμε από το στρες! «Δεν έχω ξαναδεί πιο σφιχτή ουρήθρα!» μου είπε τις προάλλες ο ουρολόγος. Άρπαξε μεμιάς ένα όργανο και το σφήνωσε με δύναμη στην ουρήθρα μου σαν να επρόκειτο να ξεβουλώσει νεροχύτη. Τα είδα όλα! Τέτοιο πόνο δεν βίωσα ούτε κατά τη διάρκεια της εγχείρησης καρδίας. Έμπαινε το σίδερο μέσα στην ουρήθρα και εγώ κρατούσα τους βολβούς των ματιών μου για να μην πεταχτούν προς τα έξω!

Γιατί χρειάζεται να τα ξέρεις εσύ όλα αυτά; Ε, αφού εδώ όλα τα μοιραζόμαστε, θα μοιραστούμε και τον πόνο. Σφάδαζα σαν τον Αθανάσιο Διάκο στη σούβλα! Και πρόσεξε, όλο αυτό, χωρίς αναισθητικό. Μόνο με λίγη ξυλοκαΐνη γύρω από το κεφάλι του πέους. Αχ, αυτό το πέος. Τι έχει τραβήξει σ’ αυτή τη ζωή. Είναι το μόνο για το οποίο υπερηφανεύομαι και είναι το πιο ταλαιπωρημένο πράγμα επάνω μου. Τόση ομορφιά, τόση περηφάνια και να ταπεινώνεται έτσι άγαρμπα με την πρώτη ευκαιρία. Τέλος πάντων, τον ξεβουλώσαμε τον σωλήνα. «Δεν βλέπω τίποτα το παθολογικό» ήταν η διάγνωση. Μάλιστα! «Να χαλαρώσεις και να απολαύσεις τη ζωή σου. Όλα αυτά είναι σημάδια στρες!»

Σημείωσε ότι δεν είμαι παντρεμένος, παιδιά, σκυλιά, γατιά δεν διαθέτω, ούτε δάνεια έχω πάνω στο κεφάλι μου, ζω με τη μάνα μου οπότε δεν πληρώνω νοίκι, δεν επηρεάζομαι ιδιαίτερα από τα οικονομικά μέτρα, ούτε χάνω τη δουλειά μου. Οπότε, για ποιο άγχος μιλάμε; Αν εγώ έχω στρες, τότε οι υπόλοιποι που βιοπαλεύουν θα έπρεπε να είναι σε κόμα!

Μα, το στρες μάνα μου, δεν είναι αλεργία να βγάλεις σημάδι στο κούτελο. Είναι υποβόσκων σύμπτωμα. Όταν ζεις σε μια χώρα που εδώ και ένα μήνα χαροπαλεύει και δεν ξέρεις αν θα έρθει ο Χάρος να την πάρει μαζί του, είναι να μην αγχώνεσαι; Κοιμόμαστε και ξυπνάμε με την αβεβαιότητα στο τσεπάκι. Δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει, δεν ξέρουμε αν θα υπάρχουμε αύριο. Πώς να μην κλείσει η ουρήθρα μας; Εκείνο το γαμημένο sigmalive δεν το προλαβαίνουμε. Κάθε δευτερόλεπτο ανενεώνεται και διαψεύδει την προηγούμενη του είδηση, δεν τις φτάνουμε τις εξελίξεις. Ε, όσο και να θέλουμε, δεν μπορούμε να μην αγχωνόμαστε. Μας κάνουν σκοτσέζικο ντους όλη μέρα, στο τέλος πολύ λογικά θα παπαριάσουμε!

Ο γιατρός μου έδωσε μυοχαλαρωτικά χάπια. «Θα χαλαρώσουν τους σφικτήρες της ουρήθρας και θα κατουρήσεις ξανά σαν άνθρωπος» μου είπε. Κατάλαβες κύριε; Με μυοχαλαρωτικά χάπια θα τη βγάζουμε. Το επόμενο βήμα θα είναι να βουλώσει και ο κώλος μας! Άμα φτάσω σ’ αυτό το σημείο, κάντε μου ευθανασία να τελειώνουμε! Πάντως, οφείλω να ομολογήσω ότι από τη μέρα που άρχισα να τα παίρνω, η ούρησή μου έχει αναζωπυρωθεί. Σαν μουσικό σιντριβάνι σε πλατεία της Βαρκελώνης έγινε! Κατεβάζω παντελόνι, κατεβάζω εσώρουχο και τσουυυπ, πετάγονται δροσερά, δροσερά και τσαχπίνικα, μόνο η ενάτη συμφωνία του Μπετόβεν που δεν ακούγεται. Να το θυμηθείς ότι στην επόμενη fantasia του Disney θα μου αφιερώσουν μια σονάτα να την έχω προίκα.  


  
Τέλος καλό, όλα καλά τώρα. Το σημαντικό είναι ότι ακόμα μου σηκώνεται. Το τσεκάρω με κάθε ευκαιρία. Εις υγείαν λοιπόν, τη δροσιά τους να ‘χουμε και περαστικά μας! 

Τρίτη, Απριλίου 09, 2013

Άλλος με τη Γόνδολά μας;



Τις προάλλες η Μπρέντα κι εγώ καθόμασταν και σκεφτόμασταν σε ποια χώρα θα μεταναστεύσουμε τώρα που θα πούμε το ψωμί, ψωμάκι. Δεν τα πολύ βρίσκουμε, έχουμε διαφορετικά γούστα. Το κύριο μας πρόβλημα είναι πως θέλουμε μια χώρα που να είναι μεσογειακή και όχι χρεοκοπημένη, πράγμα ολίγον τι αδύνατο. Δεν θέλουμε να ταλαιπωρηθούμε, εδώ στη γειτονιά θέλουμε να παραμείνουμε, αποφεύγοντας τους άραβες εννοείται, και επενδύοντας σε κάτι ευρωπαϊκό μα συνάμα κερδοφόρο, ξέρω, ξέρω, τρομερά αισιόδοξο το στοίχημα.

Το φέραμε από ‘δω, το πήγαμε από ‘κει, τελικά μας ήρθε η έκλαμψη και καταλήξαμε τόσο στη χώρα, όσο και στην επιχείρηση. Θα πάμε να ανοίξουμε ένα γονδολάδικο στη Βενετία! Αδιαμφισβήτητη η ομορφιά της πόλης και της χώρας, όσο για την οικονομική βιωσιμότητα (είδες τι ωραίους οικονομικούς όρους χρησιμοποιώ ένεκα το μνημόνιον!)  του εγχειρήματος; Αστεία ερώτηση! Με τη σέσουλα τα βγάζουν τα ευρώπουλα οι γονδολιέρηδες. Τα ζήσαμε πέρσι ιδίοις όμμασι. Για μια μισάωρη βόλτα στα βρομοκάναλα της Βενετίας, σκάσαμε €100! Υπολόγισε: €100  ανά μισή ώρα, πάει να πει €1600 σε ένα οκτάωρο. Τόσος δεν είναι πια ούτε ο βασικός μισθός! Ε, εμείς θα τα βγάζουμε σε μια μέρα. Πανεπιστήμια, μεταπτυχιακά και λοιπές αστειότητες! Γόνδολα και πάλι γόνδολα!

Φανταστικό - συνταραχτικό, εξαιρετικό - καταπληκτικό. Και τις μισές διαδρομές να κάνω σε περίπτωση που υπερνικήσει η τεμπελιά τη σάρκα μου, πάλι σαν βασιλιάδες θα ζούμε. Θα κάνω εγώ κουπί, η Μπρέντα θα τραγουδά στους τουρίστες ιταλικά τραγούδια τύπου Σαν Ρέμο, βγήκε το μεροκάματο. Άμα την πιάσουν οι νοσταλγίες για την πατρίδα της ας χτυπά κι έναν Αντώνη Ρέμο μεταφρασμένο, εδώ θα τα χαλάσουμε;

Τι εννοείς θα μου βγει η ωμοπλάτη από το πολύ κουπί; Άμα δεν μου βγήκε απ’ τη πολλή τη μαλακία στα νιάτα μου, δεν θα μου βγει ποτέ! Άσε που άμα το συνηθίσεις στο τέλος σου δυναμώνει και το χέρι. Από μια φάση κι ύστερα δεν καταλαβαίνεις Χριστό, χτίζεις και κορμί. Κι άντε πες κουράστηκα από το πολύ το τάκα-τούκα. Τι νομίζεις; Κινέζοι είναι οι περισσότεροι τουρίστες. Μια βόλτα να τους πας όσο για να βγάλουν φωτογραφίες, ξεμπέρδεψες. Δεν καταλαβαίνουν αυτοί πολλά, πολλά!

Τι εννοείς δεν ξέρω καλά τη Βενετία; Έχεις πάει; Τα κανάλια της είναι πολύ στενά, αποκλείεται να χαθείς. Και στην απίστευτη περίπτωση που χαθείς, αν σπάσει ο διάολος το κουπί του που λέμε, ακολουθείς τον μπροστινό σου και βγαίνεις στο Γκραν Κανάλ σε δύο λεπτά. Μην μου το χαλάς τώρα που ψηθήκαμε... Έχουμε τρομερές ιδέες! Αν πιαστεί η γόνδολα στην πιάτσα θα λανσάρουμε πρωτοποριακές ιδέες, εμπνευσμένες από την πλούσια κυπριακή παράδοση, να τις βλέπει ο Πεπίτο και να ρουφά τα δέματα των παπουτσιών του σαν μακαρόνια από τη ζήλεια του!

Εν πρώτοις, θα δημιουργήσουμε προσφορές: Μεταφορά νύφης ή νεόνυμφου ζεύγους με τη γόνδολα ως την εκκλησία με λαούτα και γιωργαλλέτους. Κατά δεύτεροις, Θα έχουμε επιλογή κρουαζιέρας με τουριστικό σχολιασμό από τη Μπρέντα με έξτρα χρέωση. Κατά τρίτοις, στα καρναβάλια της Βενετίας θα στολίζουμε τη βάρκα μας τη γόνδολα ανάλογα και θα παρελαύνουμε σαν άρμα στο λεμεσιανό καρναβάλι, μην σου πω και το άλλο, που τώρα μου ήρθε…

Μεταφορά νεκρού στην κηδεία μέσω γόνδολας: «Το τελευταίο ταξίδι του σχωρεμένου!»

Πωω, όσο το σκέφτομαι τόσα περισσότερα συγχαρητήρια δίνω στον εαυτό μου!

Μπρέντα φτιάξε βαλίτσες! Πάμε να σε κάνω κυρία των τιμών, δόγησσα, γόησσα, κόμησσα της Κέρκυρας, και ό, τι άλλο θέλεις!

Τι βόλιο μπένασαααααι και πλάτσα-πλούτσα το κουπί…Μα τάντο μπεεεέεενε σαααααι… 

Πέμπτη, Απριλίου 04, 2013

Η Άβολη Στιγμή Που Εσύ Έχεις Να Φας...


Κατά τη διάρκεια της μικρής παραμονής μου στην Αθήνα έγινα για πρώτη φορά μάρτυς των τρανών επιπτώσεων του μνημονίου. Ανεβαίνω συχνά στην Αθήνα, μα πρώτη φορά ένιωσα τόσο χάλια με την κατάσταση, πρώτη φορά ήταν οι συνέπειες τόσο εμφανείς και έντονες στους δρόμους. Θα σου περιγράψω πιο κάτω το περιστατικό που με συγκλόνισε, αλλά πρώτα θα σου πω ότι οι ζητιάνοι στο κέντρο έχουν πολλαπλασιαστεί, ενώ οι πλανόδιοι που θέλουν να σου πουλήσουν μικροπράγματα είναι περισσότεροι από τους απλούς περαστικούς.

Κάθεσαι να φας σαν άνθρωπος, ας πούμε, και αρχίζεις πόλεμο με το τσιγγανάκι που παίζει στο ακορντεόν τα παιδιά του Πειραιά πάνω από το κεφάλι σου, με τον έγχρωμο που πουλά κλεμμένα γυαλιά, τσάντες, αθλητικά παπούτσια, με τον άνεργο οικογενειάρχη που πουλά μολύβια στο μετρό στην τιμή των 50σεντ για να ζήσει την οικογένειά του, με τα αδέσποτα που ξεφυτρώνουν στα καλά καθούμενα σαν επιπλέον εμπόδια σε πίστα video game, και τέλος, με την μαθήτρια της τρίτης λυκείου που πουλά ημερολόγια για να πάει η τάξη της πενταήμερη. Εξαιρουμένης της τελευταίας που ο ακριβής της στόχος είναι το πήδημα στη Μύκονο, όλους τους άλλους τους λυπάσαι, μα δεν μπορείς να τους σώσεις όλους. Κανέναν δεν μπορείς να σώσεις εδώ που τα λέμε. Αλλά καταφέρνουν και σε ρίχνουν ψυχολογικά και αναρωτιέσαι με ποιο θράσος διακοπάρεις στην Αθήνα όταν από πολύ κόσμο λείπουν τα στοιχειώδη.

Το αποκορύφωμα ήταν όταν πήγαμε να φάμε σε ένα εστιατόριο στο Θησείο. Παραγγείλαμε να φάμε και καθώς γέμιζε το τραπέζι μας με πιάτα, ένιωθα να με κατακεραυνώνει ένα απύθμενο μίσος μέσα από τα βλέμματα των περαστικών που κοίταζαν έντονα. Στην αρχή νόμισα ότι ήταν η ιδέα μου, μα ύστερα από λίγο καθώς συζητούσα με την παρέα μου γύρισα απότομα στα δεξιά μου για να δω ένα αγοράκι 6 χρονών, κολλημένο στο τραπέζι μας να μου ζητά πολύ ευγενικά «ένα κομμάτι πίτσα». Έκοψα και του έδωσα ένα και αυτό έτρεξε προς τη μάνα του που τον περίμενε παραπέρα, ρακένδυτη και βρόμικη. Μα, σου κόβεται η όρεξη! Με τι μούτρα να φας όταν οι περισσότεροι γύρω σου πεινούν; 

Η πίτσα ήταν τεράστια και δεν άντεξα να τη φάω όλη. Περίσσεψαν τρία κομμάτια. Όταν ήρθε η ώρα να πληρώσουμε και ο σερβιτόρος μάζευε τα πιάτα, ήρθε από απέναντι ένας άστεγος (ο οποίος σημείωσε μας παρακολουθούσε από ώρα) και ζήτησε τα αποφάγια. Παναγία μου, πόσο άβολα ένιωσα. Ο σερβιτόρος τον έδιωξε λέγοντάς του «δεν σου είπα να μην ξαναέρθεις εδώ;». Ο άστεγος είπε ότι δεν ήθελε να ενοχλήσει γι αυτό περίμενε μέχρι να τελειώσουμε το φαΐ μας και να ζητήσει ό, τι είχε περισσέψει. Ο σερβιτόρος παρέμεινε ανένδοτος ώσπου ο άστεγος έκανε μια απότομη κίνηση, άρπαξε τα τρία κομμάτια από το πιάτο με κίνδυνο να τα ρίξει όλα κάτω και άρχισε να τρέχει.

Αχ, Θεέ μου, πού φτάσαμε! Πού φτάσαμε!

Φτάσαμε στο σημείο να νιώθουμε τύψεις που έχουμε να φάμε, και να μου το θυμηθείς κάποια μέρα όχι πολύ μακρινή θα μας λένε «μην βγάζετε το φαγητό σας σε κοινή θέα, προκαλείτε». Όπως κάποτε θεωρούνταν πρόκληση να δείχνεις ότι έχεις δικό σου κινητό τηλέφωνο. Τώρα θα γίνεται το ίδιο με το σάντουιτς! Πολύ λυπηρή κατάσταση, πραγματικά.

Αχ Αθήνα μου όμορφη…

Τρίτη, Απριλίου 02, 2013

Ο Ευδαιμονισμένος


Ήμουν στην Αθήνα το σαββατοκύριακο, πήγα για τους Δαίμονες. Το ξέρω, κι εγώ τύψεις ένιωθα που μέσα στον κακό χαμό ανηφόρησα για τριήμερο διακοπών, αλλά ξέρεις, οι Δαίμονες για μένα ήταν ένα όνειρο ζωής και δεν επρόκειτο να το χάσω που να ερχόταν ο κόσμος ανάποδα. Που εδώ που τα λέμε, ήρθε. Φοβόμουν ότι κάποιος κατσικοπόδαρος θα γρουσουζέψει το ταξίδι και στο τέλος θα έμενα επί ξύλου κρεμάμενος. Φοβόμουν μήπως κλείσουν οι κυπριακές αερογραμμές, φοβόμουν μήπως αρρωστήσει κανείς και ακυρωθεί η παράσταση, με σοκ και δέος προσέγγιζα το Παλλάς την περασμένη Παρασκευή και Σάββατο (ναι, πήγα δυο φορές για να το ευχαριστηθώ). Μέχρι να αρχίσει η παράσταση είχα ακόμα έναν υποβόσκοντα φόβο ότι κάτι θα γίνει, θα μας βγάλουν άρον, άρον έξω από το θέατρο και θα πεθάνω με τον καημό.

Δεν έχω πολλά να σου πω, γιατί είμαι σίγουρος ότι θα πας να δεις την παράσταση, αν δεν πήγες ήδη. Το μόνο που έχω να τονίσω είναι ότι η Βίσση με το ανέβασμα των Δαιμόνων μου έκανε τεράστιο δώρο. Ξετύλιξε μπροστά μου πάλι τα παιδικά μου χρόνια και μου ζωντάνεψε το σπίτι της γιαγιάς μου όπου μαζευόμασταν όλα τα ξαδέλφια και αναπαριστούσαμε τους Δαίμονες. Αυτοί είναι για μένα οι Δαίμονες: Η μυρωδιά της σάλας της γιαγιάς, η δανεική κάμερα του θείου μου με την οποία μαγνητοσκοπούσα το «έπος», οι τσακωμοί ανάμεσά μας για τη διανομή, η πλάκα στη μικρότερη ξαδέλφη που επίτηδες έκανε τον ρόλο της μάγισσας για να μπορούμε να τη δέρνουμε με την ησυχία μας και να βγάλουμε το άχτι μας. Δες εδώ μερικά screenshots από τότε:


Ο ξάδελφός μου σε ρόλο γελωτοποιού, ενώ πίσω η ξαδέλφη και αδελφή μου σε ρόλους βασίλισσας Ροζάννας και γκουβερνάντας αντίστοιχα. Ντυμένες με νυχτικά της γιαγιάς και πετσέτες του μπάνιου για μανδύες.


"Θάνατος στη Μαύρη μάγισσα". Αδελφή και ξαδέλφη εκτελούν χρέη όχλου (έπαιζαν και διπλό ρόλο τρομάρα τους), ενόσω ο ξάδελφος ως ιερός εξεταστής έδερνε με το σκουπόξυλο την μικρότερη ξαδέλφη, που υποδυόταν τη μάγισσα. Ήταν δεμένη πάνω στη σκάλα που είχε η γιαγιά μου στην αυλή της και ήταν βαμμένη με φούμο γιατί φυσικά εμείς ερμηνεύαμε το "μαύρη μάγισσα" κυριολεκτικά, δεν είχαμε ιδέα περί  βουντού και μαύρης μαγείας ως παιδάκια.


Κι εδώ, η σκηνή λίγο πριν η βασίλισσα δώσει το ΟΚ για να καεί η μάγισσα στην πυρά. Εννοείται ότι τελείωσε εδώ το έργο, εφόσον δεν μπορούσαμε να κάψουμε στ' αλήθεια την ξαδέλφη μου. Αντιλαμβάνεσαι ότι όλοι αυτοί που βλέπεις εδώ είναι τώρα 30αρηδες γι αυτό και έσβησα τα πρόσωπά τους, για να γλιτώσω από τα νύχια και τα δόντια τους. 

Αυτά μου ζωντάνεψε ο Βίσσαρος, εξ ου και το ότι από τραγούδι σε τραγούδι μετά δυσκολίας συγκρατιόμουν να μην δείξω ότι συγκινούμαι.

Κατά τα άλλα, τα λόγια μικρά για να πούνε τι νιώθω. Η παράσταση είναι κατά παρασάγγας αναβαθμισμένη από αυτήν του 1991 και παρόλο που στην αρχή με ξένισε το γεγονός ότι μπορεί να δω μια μεταμοντέρνα έκδοση του έργου και να χαλαστώ, εν τέλει συμφωνώ ότι σήμερα οι Δαίμονες αποδίδονται με την αίγλη και το κάλλος που τους αξίζει. Η Παπούλια κλέβει εύκολα την παράσταση, ο Πετράκης αποδεικνύεται ανώτερος των προσδοκιών μου (δεν τον χώνευα καθόλου πριν), ενώ η Βίσση είναι η Βίσση ό, τι κι αν κάνει, ό, τι κι αν τραγουδήσει. Για μένα έχει περάσει πλέον στο απυρόβλητο, είναι μύθος. Τι κι αν κάποιες κορώνες δεν βγαίνουν πλέον, αντισταθμίζει και με το παραπάνω που υπάρχουν κάποιες συγκλονιστικές ερμηνείες στο «Κλείνω τα μάτια», το «Φοβάμαι» και τους «Δαίμονες» που δεν σε παίρνει να γκρινιάξεις για ο,τιδήποτε, παρά μόνο να την παραδεχτείς. Θεωρώ ότι υπερβαίνει και πάλι εαυτόν.

Πιο ειδικά:

Ολόκληρη η σκηνή του Μεσαίωνα χτυπά τα ρέστα της, είναι μακράν η αγαπημένη μου, ανέκαθεν ήταν. Ο θίασος στα «στάχτη» και «κάφτε την» δίνει ρεσιτάλ.

Ο διάβολος, δυστυχώς, έχασε το τρομαχτικό παρουσιαστικό που είχε το 1991 και τον έκαναν πιο… καλλιτεχνικό, αλλά ίσως να έγινε για να αποφευχθεί η γραφικότητα του ρόλου. Είναι πιο έκφυλος και πρόστυχος, αλλά έχασε εκείνο το δέος που μου προκαλούσε όταν ήμουν 11 χρονών. Ίσως εγώ απλά να μεγάλωσα και να μην μπορώ να εντυπωσιαστώ τόσο εύκολα, τι να πω...

Μετά δυσκολίας συγκρατιέσαι να μην σταθείς όρθιος και να χειροκροτείς μετά μανίας στα «Ουράνια Τόξα» και στο «Τραγούδι της Φιλίας». Η μουσική του Καρβέλα στα εν λόγω κομμάτια είναι σκέτος οργασμός. Μια κοπέλα με σγουρό ξανθό μαλλί που κάνει σόλο σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό. Από την άλλη, ο Λούης Γεωργίου στο «Θα Κάνουμε Μπαμ» παραπέμπει σε παιδική διαφήμιση της Fanta, για να μην πω στο Disney Channel, και θέλεις απλά να βγεις στη σκηνή να τον χαστουκίσεις λέγοντας του ένα σκέτο «ξέρεις εσύ». Επίσης, η χορογραφία στο συγκεκριμένο τραγούδι μου θύμισε εμφάνιση στο Fever με Γαρμπή και One την ώρα του «Λάμπω», αλλά ίσως είμαι λίγο πιο αυστηρός απ’ ό, τι πρέπει.

Τα εφέ είναι μπόλικα και δόξα τω θεώ, γεμίζει το μάτι σου. Βροχές θες; Φωτιές θες; Εκρήξεις θες; Πτήσεις θες; Απ’ όλα έχει το πανέρι, δεν θα κλάψεις τα λεφτά σου. Είναι μια παράσταση τόσο άρτια που χαραμίζεται που ανεβαίνει μόνο στην Αθήνα. Είδα σχεδόν όλες τις μουσικές παραστάσεις στο Λονδίνο όταν σπούδαζα εκεί πριν 7 χρόνια και ομολογώ ότι οι Δαίμονες ξεπερνούν άνετα πολλές.

Το πρώτο βράδυ που είδα την παράσταση ήταν και ο Καρβέλας μου εκεί. Καθόταν στη πρώτη θέση και μπαινοέβγαινε στα παρασκήνια κατά τη διάρκεια της παράστασης διορθώνοντας πράγματα. Στο τέλος της παράστασης αντί για υπόκλιση έτρεξε σαν μωρό παιδί που ντρέπεται να κρυφτεί κάνοντας εμφανές πως δεν ήθελε πάρε δώσε με κανέναν.

Περιττό να σου πω ότι το θέατρο ήταν γεμάτο Κύπριους και τις δύο μέρες.

Δεν συνάντησα την Άννα γιατί μου είπαν ότι φεύγει αμέσως μετά την παράσταση και δεν δέχεται κόσμο, αλλά την πέτυχα τυχαία στο αεροδρόμιο κατά την επιστροφή μου και τα είπαμε λίγο. Με θυμάται ακόμα, εντυπωσιάζομαι που με αναγνωρίζει κάθε φορά. Ήρθε αμάν, αμάν για το Cyprus Aid, πρέπει να την είδες. Σωστή λεβέντισσα! Την καμάρωσα όσο τίποτε αυτό το σαββατοκύριακο και χάρηκα γιατί μου αναζωπυρώνει συνεχώς το πάθος μου για εκείνη και μου επιβεβαιώνει πόσο αξίζει κάθε λεπτό αφοσίωσής μου προς το πρόσωπό της. Όπως της είπα και από κοντά στο αεροδρόμιο:

«Μεγαλειοτάτη μου σε χαιρετώ, τον όρκο που ‘δωσα στο στέμμα σου κρατώ!»