Τρίτη, Νοεμβρίου 30, 2021

Encanto

Το Encanto το σώζει κυρίως η μουσική.

Γενικότερα τις ταινίες της Ντίσνεϊ τις σώζει η μουσική επένδυση, αλλά στο Encanto ειδικά, είναι σωτήρια από όλες τις απόψεις.

Σπεύσαμε με τον Αλεξάκο να το δούμε τις προάλλες. Μια απ’ τα ίδια. Αν έχεις δει όλες τις ταινίες του Ντίσνεϊ από το 2010 και μετά θα συμφωνήσεις ότι στην προσπάθεια να εμβαθύνουν τα νοήματα και τις σχέσεις των χαρακτήρων, τα έχουν κάνει όλα ολίγον τι αχταρμά. Από κάποια φάση και μετά, όλα μηρυκάζονται από την αρχή αλλάζοντας το τοπίο και τους χαρακτήρες.

Στη Ραπουνζέλ είδαμε την τοξική σχέση μάνας και κόρης, με την πρώτη να εκτονώνει τον ναρκισσισμό και τη ματαιοδοξία της πάνω στη δεύτερη. Στο Frozen είδαμε την τοξική σχέση δύο αδελφών οι οποίες έπρεπε να διαχειριστούν το ότι η μία ήταν πιο χαρισματική από την άλλη. Στο Brave ξανά μανά, η επιβλητική και τελειομανής μάνα καταπιέζει την κόρη να ανταποκριθεί στο πρότυπο που σχεδίασε για εκείνην, ερήμην της. Στο Encanto συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, απ’ όλα έχει ο κολομβιανός μπαξές, αφού η κακομοίρα Μιραμπέλ πρέπει να συμφιλιωθεί τόσο με την επιβλητική και απαιτητική γιαγιά, όσο και με τα χαρισματικά αδέλφια της. Πρέπει να συμφιλιωθεί με τον πούλο.

Εκεί που όμως παραξηλώνεται το σενάριο, κατά τη γνώμη μου, είναι που γκρεμίζεται το σπίτι της οικογένειας και για να αναστυλωθεί απαιτείται αποκατάσταση των σχέσεων με τη γιαγιά, κάτι που αποτελεί ξεδιάντροπη κόπια τους Μέριντα στο Brave, η οποία προκειμένου να λύσει τα μάγια και να επαναφέρει τη μητέρα της στην πρότερα κατάσταση, πρέπει να ράψει τη σκισμένη ταπετσαρία. Τώρα θα μου πεις, παιδική ταινία είναι, τι απαιτήσεις είναι αυτές που έχεις. Όχι, χρυσέ μου, να με συγχωρείς! Βλέπω ταινίες του Ντίσνεϊ από μωρό, δεν θα μου τις χαλάσετε τώρα στα γεράματα. Να βάλουν κάτω τη ξερή τους να δουλέψει, να σκεφτούν κάτι πιο πρωτότυπο.

Παρόλα αυτά, η ταινία όπως προείπα σώζεται από τους δευτερεύοντες χαρακτήρες και τη μουσική. Η θεία Πέπα με το σύννεφο στο κεφάλι, το απολωλός πρόβατο ο Μπρούνο, η νταρντάνα αδελφή και η μπίμπο Ισαμπέλ, είναι τρομερά απολαυστικές προσωπικότητες. Η σκηνή με την κουτσομπόλα στο τραπέζι η οποία σφίγγεται να μη διαδώσει το μυστικό στους υπολοίπους, όλα τα λεφτά. Πολύ ελληνική! Για τη δε μουσική του Μιράντα τι να πει κανείς, κλέβει την παράσταση. Το We don´t talk about Bruno είναι το αγαπημένο του γιου μου. Υπάρχουν και μερικά άλλα ορχηστρικά ταγκό, να τα πιεις στο ποτήρι. 

Αλλά το αγαπημένο μου, και αυτό που θα μείνει από όλο αυτό το κακό, είναι το Dos Oruguitas στα ισπανικά. Είναι «γνώριμο», θυμίζει άλλα τραγούδια, αλλά εμένα αυτό ποτέ δεν με πείραξε στη μουσική. Το βρίσκω συγκινητικότατο.

Να πάτε να δείτε το Encanto, είναι βασισμένο σε «συνταγή», αλλά αν μπορείτε να το παραβλέψετε θα περάσετε πολύ ωραία. Άλλωστε ποιος είμαι εγώ που θα μιλήσει για ξαναζεσταμένο φαγητό; Εγώ τρώω 40 χρόνια κάθε μέρα μακαρόνια… 

Παρασκευή, Νοεμβρίου 26, 2021

Ευαγγελία

Στο πρώτο ή στο δεύτερο ραντεβού μου με τη Μπρέντα, το μακρινό 2010, πάνω σε μία στιγμή ονειροπόλησης, τη ρώτησα πώς θα ονομάσουμε τα παιδιά μας. Έτσι για να κόψω διάθεση. Εκείνη με πολύ σοβαρό ύφος μου είπε «δεν ξέρω για τον γιο, πάντως αν κάνω κόρη θα βγάλω τη μαμά μου».

Η μαμά της λέγεται Ευαγγελία. Δεν είναι το πιο άσχημο όνομα του κόσμου, δεν είναι όμως και το πιο ωραίο. Δεν ξέρω κανέναν που να θέλει να βαφτίσει το παιδί του Ευαγγελία, χωρίς να υπάρχει ανωτέρα βία. Το αναγνωρίζει και η ίδια ότι δεν είναι το ωραιότερο όνομα του κόσμου. Εμένα με διαπέρασε σύγκρυο μόλις το άκουσα. Εκεί κατάλαβα ότι εφόσον η Μπρέντα είχε το όνομα της κόρης της έτοιμο πριν καν τεθεί επί τάπητος ως μια πραγματικότητα, πάει να πει ότι η σχέση μάνας και κόρης είναι τόσο δυνατή και άρρηκτη, που θα αποτελέσει τείχος για πολλά θέματα στον επίδοξο σύζυγο και κατ’ επέκταση πατέρα.

«Είναι κάτι που δεν διαπραγματεύομαι» μου είπε. «Και για να σου δείξω πόσο σοβαρολογώ, έχεις λευκή κάρτα ως προς το όνομα του γιου μας». Εγώ το Αλέξης το επέλεξα εξαιτίας της μουσικότητάς του. Δεν έχουμε κανέναν Αλέξη στο σόι μας. Εξάλλου θεωρώ ότι τα παιδιά μας είναι καρποί του έρωτά μας και δεν έρχονται στον κόσμο για να ικανοποιήσουν τον εγωκεντρισμό των παππούδων και γιαγιάδων οι οποίοι για κάποιο λόγο θεωρούν τεράστια τιμή να διαιωνιστεί το όνομά τους. Χώρια που έχω διακρίνει σε διάφορες περιπτώσεις μία έξτρα συμπάθεια προς το εκάστοτε εγγόνι που φέρει το όνομά τους εις βάρος όλων των υπολοίπων, και εγώ τέτοια μικροαστικά συμπλέγματα δεν τα αντέχω.

Όταν γεννήθηκε ο γιος μας, της είπα: «Εγώ δεν θέλω να αποφασίσω μόνος μου το όνομά του. Θεωρώ ότι η ονοματοδοσία είναι δουλειά και των δύο. Γι’ αυτό σου ξαναλέω, αν θέλεις να γίνεις μέρος αυτής της υπέροχης δημιουργικής διαδικασίας, και άλλαξες γνώμη, πες το μου, εγώ θέλω πολύ να το αποφασίσουμε μαζί». Ήταν ανένδοτη. «Θα ονομάσεις εσύ τον γιο μας όπως θέλεις, ως αντιστάθμισμα που θα πάρει η κόρη μας το όνομα της μητέρας μου».

Τι να της πεις. Άμα αποφασίσει κάτι δεν υπάρχει περίπτωση να της αλλάξεις γνώμη. Ε, έτσι κι εγώ αποφάσισα το όνομα του γιου μου, μόνος μου. «Αν κάποτε μας στείλει ο Θεός και μια κόρη, βλέπουμε πως θα το φέρουμε τούμπα» σκέφτηκα, και γέλασε το σύμπαν σύσσωμο.

Ε, η κόρη ήρθε. Και η συμφωνία έπρεπε να τηρηθεί. Το φυσούσα και δεν κρύωνε. Μα, Ευαγγελία; Εντάξει, δεν είναι και Πουλχερία, ούτε Σαββούλα και τα τοιαύτα που προκαλούν αναγουλίαση. Αλλά, σοβαρά τώρα, θα βγάλω την κόρη μου Ευαγγελία; Εγώ άμα λέω Ευαγγελία, μία μου έρχεται στο μυαλό. Η Ευαγγελία Σαμιωτάκη. Δεν την ξέρεις; Google her. Ε, είναι και η Αραβανή, δεν λέω. Αλλά πρώτα κάνω εικόνα τη Σαμιωτάκη. Δεν θέλω η κόρη μου να μου θυμίζει την Ευαγγελία Σαμιωτάκη. Ούτε να της τραγουδούν στο σχολείο «ένα νερό κυρά Βαγγελιώ».

«Να της δώσετε υποκοριστικό», μας είπαν. Σιχαίνομαι τα υποκοριστικά. Αν το όνομα δεν είναι ωραίο το αλλάζεις ολόκληρο, δεν το παραποιείς, ούτε χρυσώνεις το χάπι με σαχλά υποκοριστικά. Άσε που με το ‘Ευαγγελία’ δεν σώζεται η κατάσταση. Να την πούμε Εβίτα; Μου θυμίζει την πουτάνα την Περόν. Να την πούμε Εύα; Μου θυμίζει κάτι μπουζουξούδες σε μαρκίζες στον Αθηνών – Λαμίας. Εντάξει είναι και η Εύα Καϊλή. Δεν μου καϊλά που λέμε και στην κυπριακή! Ε, τι άλλο να σκαρφιστώ για να το απαλύνω; Όλα τα δοκίμασα. Είχαμε μία στο Πανεπιστήμιο που ήταν βαφτισμένη Ευαγγελία και τη φωνάζανε «Βάγκη» και εγώ έλεγα ότι οι γονείς της πρέπει να τη μισούσαν για να την ονομάσουν έτσι. Ρούφα τώρα Αντίχριστε, ρούφα!

Ήλπιζα ότι αν έρθει κάποια μέρα η κόρη μας η Μπρέντα θα το ξανασκεφτεί. Θα ανακαλέσει. Θα λογικευτεί. Τζίφος.

Η αλήθεια είναι ότι μετά από όσα περάσαμε για να έρθει αυτό το κορίτσι δεν με έπαιρνε να εγείρω θέμα επαναδιαπραγμάτευσης ονόματος. Δεν θα γινόταν δα και το Μακεδονικό ζήτημα. Ας γεννηθεί το μωράκι μου σώο και αβλαβές και ας το πούμε και Αφροξυλάνθη. Το οποίο εδώ που τα λέμε το προτιμώ από το Ευαγγελία. Τέλος πάντων. Ήρθε η μικρή, την είπαμε Ευαγγελία. Δεν της πάει, δεν της ταιριάζει. Όταν μεγαλώσει και το αντιληφθεί και η ίδια, ας τα λύσει με τους ψυχολόγους, ας τα βάλει με τη μάνα της. Εγώ μια φορά τα γράφω εδώ να είμαι καλυμμένος. Η κόρη μου άξιζε καλύτερου ονόματος.

Πάντως, για να αποδίδουμε τα του Καίσαρος, η Μπρέντα τις προάλλες έκανε μία κίνηση Ματ. Με ευχαρίστησε ιδιαιτέρως και συγκινημένη που δεν «κλώτσησα» για το όνομα, που το αποδέχτηκα παρόλο που ακόμα δεν το χώνεψα, που την έγραψα στο ληξιαρχείο χωρίς να το συζητήσω, και που γενικώς δεν δημιούργησα διπλωματικό, οικογενειακό επεισόδιο. Μα, εννοείται. Δεν επρόκειτο να κάνω τα γνωστά χωρκατιλίκια που γίνονται κατά καιρούς στα σόγια μας. Σας είχα πει άλλωστε πως όταν γεννήθηκα εγώ, η γιαγιά μου προσποιήθηκε ότι της έρχεται λιποθυμία όταν της είπαν ότι θα με βαφτίσουν Μάριο αντί Χρίστο λόγω τάματος στην Παναγία. Η Παναγία προφανώς δεν είχε θέμα ούτε με το Χρίστος αφού έτσι ήταν και το όνομα του γιου της, και έτσι η μητέρα μου πείστηκε να το αλλάξει από Μάριος σε Χρίστος. Επήλθεν έντιμος συμβιβασμός.

Με μαλάκωσε το ευχαριστώ της Μπρέντας. Μου το σέρβιρε σε φάση που δεν το περίμενα κι εγώ το κατάπια αμάσητο. Και το εκτίμησα που αντιλήφθηκε κι εκείνη τον πόνο να μην σου αρέσει το όνομα του παιδιού σου. Προφανώς αυτά συμβαίνουν σε όλες τις οικογένειες. Εγώ δεν διανοούμαι όμως το δικό μου δημιούργημα, η κοράκλα μου, ο έρωτάς μου, να αποκτά όνομα το οποίο επιβάλλεται από σχέση τρίτων. «Σημαίνει πολλά για μένα να πάρει το όνομα της μαμάς μου». Αντιπαραβάλατε το επιχείρημα με το «δεν σημαίνει ότι δεν σε αγαπώ επειδή δεν πήρα το επίθετό σου!»

Τι να πεις! Τουλάχιστον μου είπε ευχαριστώ.

Ευαγγελία λοιπόν. «Ευαγγελία» για όταν θα την ανακαλώ σε τάξη, «Ευαγγελίτσα» για όταν κάνουμε αγάπες, και «Εύα» για όταν αρχίσει να γκομενίζει. Ο Θεός μαζί μας.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 22, 2021

Μπλόκο Στο Γέλιο

Δεν βρίσκετε εκπληκτικό πώς κάποιοι άνθρωποι προσπαθούν να σας επιβάλουν τον ηθικό τους κώδικα όταν μπροστά σε μία κωμικοτραγική στιγμή την οποία απολαμβάνετε με χάχανα και άκρατους κλαυσίγελους, επιλέγουν να σας ενημερώσουν ότι «δεν το βρίσκουν αστείο;»

Ουσιαστικά σας ζητούν να συμμορφωθείτε και να προσαρμοστείτε στη βάση του δικού τους συναισθήματος. Μου έχει τύχει πολλές φορές να εξιστορώ μία ιστορία και η απάντηση του ξινού απέναντί μου να είναι «δεν είναι αστείο». Ναι, δεν με ενδιαφέρει αν δεν το βρίσκεις αστείο. Με ενδιαφέρει ότι το βρίσκω εγώ. Αν η ιστορία που εξιστορώ σε προσβάλλει με οποιονδήποτε τρόπο, με γεια σου με χαρά σου, μπορείς να το επικοινωνήσεις με πιο ευθείς τρόπους παρά να μου υποβάλεις εμένα αν η ιστορία είναι ή όχι, αστεία. Μπορεί να κλείσεις τα αφτιά σου, μπορείς να σηκωθείς να φύγεις.

Δεν θα μας υποδείξετε με τι θα γελάμε. Ούτε πόσο θα γελάμε. Ούτε θα μας επιβάλετε την ενσυναίσθηση, απλά και μόνο επειδή σας πληγώνει η πραγματικότητα. Θα μπορούσατε να εξασκηθείτε οι ίδιοι στην καλύτερη διαχείριση των συναισθημάτων σας παρά να υποχρεώσετε εμάς να προσαρμοστούμε πάνω στην  υπερευαισθησία σας.

Μία φορά, πριν πολλά χρόνια, ήμουν στο Waynes Coffee στην Έγκωμη. Αν έχετε πάει, θα θυμάστε ότι είχε εκεί μία ελικοειδή σκάλα που οδηγούσε στις τουαλέτες του 2ου ορόφου. Κατεβαίνοντας τις σκάλες είχα μπουρδουκλωθεί, παραπάτησα και έπεσα φαρδύς πλατύς από τις σκάλες, κουτρουβαλιστός στο ισόγειο. Έπεσα με τεράστιο κρότο, όλο το καφέ σηκώθηκε όρθιο να δει τι έγινε, ένας καλός Σαμαρείτης έσπευσε να δει αν έσπασα το πόδι μου ή κανένα πλευρό. Είδα όμως και δυο-τρεις που μετά βίας συγκρατούσαν τα γέλια τους. Δεν τους αδικώ. Κι εγώ αν έβλεπα έναν δίμετρο να γκρεμοτσακίζεται από μία σκάλα στη μέση της καφετέριας μπορεί και να γελούσα. Δεν θα σηκωνόμουν ποτέ όμως να τους πω «δεν είναι αστείο!» Όχι, είναι τραγικό, είναι όμως και αστείο και οφείλεις να αποδεχτείς ότι κάποιοι θα γελάσουν.

Αποδέχομαι ότι υπάρχουν όρια και ότι κάποια πράγματα παρά-είναι σοβαρά για να προκαλούν τον γέλωτα. Δεκτόν. Όμως ποιος είμαι εγώ που θα σας επιβάλω τον ηθικό μου κώδικα; Θέλετε να γελάσετε; Γελάστε. Το πολύ να θεωρήσω ότι δεν συμπλέουμε και να αποφύγω τα δούναι και λαβείν μαζί σας. Θεμιτότατον κι ορθότατον. Αλλά δεν έχω το παραμικρό δικαίωμα να σας πω «δεν το βρίσκω αστείο» ή «δεν γελώ» υποδεικνύοντάς σας με τι είδους αστεία οφείλετε να εκτονώνεστε. Στ’ αρχίδια σας αν δεν το βρίσκω αστείο, στ’ αρχίδια σας κι αν δεν γελώ.

Αν κάτι δεν συνάδει με την αισθητική σας μπορείτε να το επικοινωνήσετε ακόμα και με τη σιωπή. Ο παραλήπτης θα πάρει το μήνυμα. Δεν χρειάζεται να το κάνετε επιστρατεύοντας οποιουδήποτε είδους διδαχή.

Και τι θα καταφέρετε νομίζετε με το να μου απαντήσετε πως δεν το βρίσκετε αστείο; Το πολύ-πολύ να σας απαντήσω «χέστηκα» και να συνεχίσω. Βάρβαροι!

Παρασκευή, Νοεμβρίου 19, 2021

Σκηνές Ζηλοτυπίας

Σε μέσες άκρες η αντίδραση του Αλέξη για τον ερχομό της αδελφής του ήταν ηπιότερη από ό, τι περίμενα. Έχουμε δει αλλαγές και αντιδράσεις, αλλά τα ήθελε και τα έπαθε. Κατ’ αρχάς να σου πω ότι ο Αλεξάκος ήταν ο ίδιος μέρος  της ψυχολογικής πίεσης την οποία υποστήκαμε, αφού εδώ και χρόνια ζητά αδελφάκι γιατί «όλοι οι άλλοι έχουν». Δεν θα ξεχάσω ένα πρωί που τον ξύπνησα να τον πάω στο σχολείο. Ήταν ένα πρωί που η Μπρέντα είχε μόλις αδιαθετήσει και η απογοήτευσή μας ήταν απερίγραπτη. Δεν μας έφτανε το χάλι μας, με το που ξύπνησε ο μικρός και πέρασε μπροστά από το «δίπλα δωμάτιο», αυτό δηλαδή που προορίζαμε για το δωμάτιο του αδελφού του, είπε με ύφος Μάρθας Βούρτση: «Άλλη μια μέρα που δεν υπάρχει αδελφάκι σ’ αυτό το δωμάτιο». Λιώμα εμείς.

Είτε τα έλεγε για να μας τσιγκλήσει, είτε γιατί πραγματικά τα εννοούσε, εμείς γινόμασταν χάλια μ’ αυτές τις δηλώσεις. Να όμως που καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια. Η αδελφή του μπήκε σε τροχιά καθόδου και θα έπρεπε να το επεξεργαστεί και να το αποδεχτεί.

Δεν ήταν καλοί άριστοι οι οιωνοί. Όταν συνέβη το περιστατικό με την αιμορραγία, η Μπρέντα χρειάστηκε να νοσηλευτεί στην κλινική για δύο βράδια. Ο Αλεξάκος δεν γνώριζε το γιατί, του είπαμε ψέματα ότι η μαμά στραμπούληξε το πόδι της και ότι θα πήγαινε εκτάκτως στον γιατρό. Όταν μάθαμε ότι το έμβρυο ήταν ζωντανό και ότι για να ξεφύγει εντελώς από τον κίνδυνο η μαμά όφειλε να διανυκτερεύσει, κάναμε μία βιντεοκλήση να του εξηγήσουμε τους λόγους για τους οποίους θα έπρεπε να κοιμηθεί στη γιαγιά του. Απαντώντας την κλήση ο Αλεξάκος είπε αυτολεξεί: «Πού είσαι μαμά;», «Στην κλινική, αγάπη μου, θα μείνω εδώ μέχρι να γίνει καλά το πόδι μου και θα επιστρέψω μεθαύριο σπίτι». «Γιατί είσαι στην κλινική μάμα; Πήγες να κάνεις παιδάκι; Πες μου!» Κόκαλο εμείς. «Πώς σου ήρθε τέτοιο πράγμα, αγάπη μου, δεν είπαμε ότι η μαμά έσπασε το πόδι της;» Σιγά μην πειστεί ο σατανάς! «Όποιος σπάζει το πόδι του πάει στο νοσοκομείο. Στην κλινική πας για να κάνεις παιδάκι!» Άναυδοι και λίγο περήφανοι συνάμα.  

Όταν ο κίνδυνος ξεπεράστηκε και η εγκυμοσύνη προχωρούσε πια κανονικά, είχα μπει ένα απόγευμα στο «δίπλα δωμάτιο» και κοίταζα τριγύρω τις ανάγκες του. Πού θα βάλουμε το κρεβατάκι, πού θα βάλουμε την αλλάχτρα, πού θα βάλουμε το γραφειάκι της, τη βιβλιοθήκη της κτλ. Ο Αλεξάκος ακόμη δεν γνώριζε τίποτε. Είχα χαθεί στις σκέψεις μου ώσπου εμφανίστηκε πίσω μου σαν Φάντης Μπαστούνης, ή μάλλον σαν τον Χλαπάτσα στης «Ελλάδος τα Παιδιά». «Τι κάνεις εδώ μέσα παπά;» με ρώτησε επιτακτικά λες και έκανα κάτι ανήθικο. «Τίποτα γιε μου, απλά κοιτάζω!» «Τόσο καιρό δεν κοίταζες, ούτε έμπαινες εδώ μέσα. Τώρα πώς σου ήρθε να μπεις;» «Ε, να που μου ‘ρθε», είπα προσπαθώντας να μαζέψω τα ασυμμάζευτα. «Φύγε αυτή τη στιγμή από δω μέσα και έλα κάτω να παίξεις μαζί μου!» είπε σε τόνο που θα ζήλευε και ο Αδόλφος Χίτλερ. Μόνο «θα σας δείξω εγώ, θα δείτε τι θα πάθετε» που δεν μου είπε.  

Προφανώς άρχισε να ψυχανεμίζεται ότι κάτι γίνεται. Δεν ξέραμε ούτε εμείς πότε θα ήταν η καταλληλότερη στιγμή να του το ανακοινώσουμε. Από τη μια, αν το μάθαινε νωρίς μπορεί να του δημιουργούσε στρες, αν το μάθαινε αργά ίσως να πάθαινε σοκ από την απότομη αλλαγή και να μην προλάβαινε να το επεξεργαστεί. Σε αυτά τα διλήμματα δίνει λύση η πραγματικότητα. Όταν τα νέα άρχισαν να μαθαίνονται και μας επισκέπτονταν διάφοροι οι οποίοι ρωτούσαν μπροστά του «πώς πάει η εγκυμοσύνη» σκεφτήκαμε ότι ήταν θέμα χρόνου να το ακούσει από τρίτους και αυτό δεν το θέλαμε. Θέλαμε να του το ανακοινώσουμε εμείς με τη γνωστή τελετή. Όπερ και εγένετο μόλις η εγκυμοσύνη σταθεροποιήθηκε.

Στην αρχή το πήρε θετικά. Μας έκανε βέβαια πισογυρίσματα του τύπου «θέλω να με ταΐζετε γιατί είμαι μωράκι», καθώς επίσης τα έκανε και πάνω του μια-δυο φορές, αλλά δεν είδα κάτι το ακραίο. Δεν πήρε σχοινί να κρεμαστεί όπως είχα κάνει εγώ όταν έμαθα ότι θα αποκτήσω αδελφή το 1983. Όταν πια η εγκυμοσύνη μπήκε στην τελική ευθεία και αντιλήφθηκε ότι αυτό ήταν, η απειλή θα γίνει πραγματικότητα, με έπιασε και μου είπε ευθαρσώς κουβέντες αντρικές: «άκου να σου πω παπά. Εμένα θα με αγαπάς περισσότερο από την αδελφή μου!» Δεν το συζήτησα περαιτέρω. «Ναι, βεβαίως», του απάντησα και έτσι έληξε το ζήτημα. Είναι τώρα μια βδομάδα που ζει με την αδελφή του στο ίδιο σπίτι. Δεν υπάρχει απόλυτη συνεργασία, μα και πάλι τα περίμενα πολύ χειρότερα τα πράγματα. Προχθές για να φάει τρεις μπουκιές τοστ του πήρε μιάμιση ώρα. Στο μπάνιο παίζει με τις σαπουνιές αντί να ξεπλένεται να τελειώνουμε, και έκτοτε διαλέγει για παραμύθι πάντα εκείνο με τις περισσότερες σελίδες για να καθυστερήσει τον ύπνο του.

Τα περίμενα χειρότερα.

Ίσως να βρίσκονται καθοδόν.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 17, 2021

Τοκετός Τακ-Τακ

Ο τοκετός διήρκησε δέκα λεπτά!

Ο τοκετός του Αλέξη, από την άλλη, είχε διαρκέσει 45΄και θυμάμαι ότι τα είχα βρει πολλά. Μας είπαν βέβαια και για τοκετούς που κράτησαν δωδεκάωρα. Οπότε τα 45’ θεωρούνται άθλος. Ε, αντιλαμβάνεστε ότι τα δέκα λεπτά θεωρούνται απλά… χαμός.

Μπήκαμε στο μαιευτήριο και ώσπου να πούμε «καλημέρα σας» και να επιδράσει η αναισθησία, η Μπρέντα άρχισε να φωνάζει. «Κάτσε, τώρα μπήκε η αναισθησία, θέλει χρόνο μέχρι να επιδράσει» της είπα. Αμ, δεν πρόλαβε να επιδράσει. Τόλμησε η μαία και κοίταξε κάτω από το σεντόνι και έντρομη βγήκε στον διάδρομο να φέρει πίσω τον γιατρό. «Γιατρέ, ξεπρόβαλε το κεφάλι!»

Σοκ εγώ! Δεν ήταν κανένας μας προετοιμασμένος ψυχολογικά. Εμάς μας είπαν «στο επόμενο δίωρο γεννάτε». Δεν μας είπαν «γεννάτε εντός δέκα λεπτών!» Βιαζόταν όμως η μικρούλα. Ο γιατρός επέστρεψε φουριόζος, άρχισαν όλοι να τρέχουν πανικόβλητοι να φέρουν τα όργανα του μαιευτηρίου, και επειδή η διαστολή μεγάλωσε σε δευτερόλεπτα, άρχισαν όλοι να φωνάζουν «τηλεφωνήστε του παιδίατρου!» Μόλις κατάλαβαν ότι η γέννα είναι θέμα λεπτών και ο παιδίατρος δεν θα την προλάβαινε έτσι κι αλλιώς, ο γιατρός είπε: «Θέλω κάποιον να πιάσει το μωρό τώρα που θα βγει! Πείτε του Χρίστου να έρθει να το πιάσει!»

Εγκεφαλικό εγώ! Τι να πιάσω το μωρό; Πώς να πιάσω το μωρό; Δεν ξανάπιασα μωρό την ώρα που γεννάται! Πού να πάω να σταθώ να πιάσω το μωρό; Με γυμνά χέρια; Και χωρίς ποδιά; Και άντε και το έπιασα, τι το κάνω μετά; Πού το αποθέτω; Κι αν μπλεχτώ με τον ομφάλιο λώρο; Αν μου γλιστρήσει από τα μητρικά υγρά και μου πέσει κάτω; Εγώ για να βιντεοσκοπώ ήρθα εδώ, όχι για να ξεγεννήσω! Θεέ μου, θα το ζήσουμε κι αυτό;

Όλες οι πιο πάνω σκέψεις ξεδιπλώθηκαν εντός ενός δευτερολέπτου και μου προκάλεσαν κρίση πανικού και εφίδρωση. Ύστερα κατάλαβα ότι ο «Χρίστος» δεν ήμουν εγώ. Χρίστο λένε και τον αναισθησιολόγο! Αλλά ώσπου να το καταλάβω, πέθανα!

Η μικρή γεννήθηκε αμέσως. Και έγιναν όλα τόσο κινηματογραφικά, πανικόβλητα και γρήγορα που δεν πρόλαβα να προετοιμαστώ ψυχολογικά. Στον Αλέξη το 45λεπτο βόλεψε να εξοικειωθώ με την ιδέα. Έκλαψα λυτρωτικά μόλις ξεμύτησε, αλλά σεμνά. Με τη μικρή και με όλη αυτή την προηγηθείσα εισαγωγή, όχι απλά έκλαψα, έκλαψα με λυγμούς και σπαραγμούς. Η δε ταινία που έβγαλα… Μην τη δείτε! Από την αναμπουμπούλα το μόνο που έγραψα ήταν πατώματα και ταβάνια και φωνές. Δεν άντεξα να το ξαναδώ.

Με τούτα και μ’ εκείνα, τελείωσε κι αυτό.

Η μικρή Μπουμπού γεννήθηκε τρεισήμισι κιλά, και είναι γαλανομάτα! Προς το παρόν τουλάχιστον. Είναι μία πραγματική Αυτοκράτειρα. Με το σαβουάρ βιρβ ενσωματωμένο στο λογισμικό της. Δεν κλαίει αχρείαστα, ούτε χρίζεται όταν τρώει. Κοιμάται με αριστοκρατικό τρόπο και σε κοιτάζει αφ’ υψηλού και ενίοτε με μίσος. Όπως πρέπει και αξίζει κάθε κοινού θνητού. Βγαλμένη από το DownTon Abbey τουλάχιστον. Κοιμάται, δεν γκρινιάζει και όταν θέλει σημασία απλά αφήνει ένα ανεπαίσθητο προειδοποιητικό ξεφύσημα. Μετρημένη, δωρική, αξιοπρεπής. Ίδια η μάνα της. 

Προς το παρόν τη λέω Μπουμπού, το όνομα της πεθεράς δεν το γυρίζει η γλώσσα μου. Θα πρέπει να επινοήσω πολλά παρατσούκλια. Αλλιώς δεν βγαίνω.

Θέλω κι άλλα παιδάκια, κόσμε. Η Μπρέντα είναι προς το παρόν ανένδοτη.

Θα δούμε.

Κλείνω εδώ το ρεσιτάλ κειμένων της δεύτερης εγκυμοσύνης. Ευχαριστώ όσους με νιώσατε και με καταλάβατε και για όλες τις ευχές. Αντεύχομαι τα ίδια και καλύτερα σε όλους σας, με όποιον τρόπο επιθυμείτε.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 15, 2021

Πρωταπριλιάτικη Φάρσα

Ήταν πρώτη Απριλίου, της ΕΟΚΑ η αρχή, που ακούστηκε στην Κύπρο της Μπρέντα Ντίξον η κραυγή. 

 

Και ήταν τόσο δυνατή και σπαραχτική  που εγώ που ήμουν κάτω και έπαιζα παζλ με τον μικρό, κατάλαβα ότι δύο τεινά μπορεί να συνέβησαν. Είτε να μπήκε στο σπίτι κλέφτης και την έχει ακινητοποιήσει υπό απειλή περίστροφου, είτε απέβαλε. Η εικόνα που αντίκρυσα ανεβαίνοντας επάνω έχει εντυπωθεί μέσα στον νου μου σαν φωτογραφία και δεν θέλω να την περιγράψω λεπτομερώς. Να πω μόνο ότι ήταν κινηματογραφικότατη, θύμιζε σπλάτερ από θρίλερ και εκείνο το βλέμμα της απογοήτευσης που είχε στα μάτια της, μου έκοψε και εμένα είκοσι χρόνια ζωής. 

 

Για πότε άρπαξε η πεθερά μου τον Αλεξάκο και τον φυγάδεψε, για πότε μπήκαμε στο αυτοκίνητο και τρέξαμε στην κλινική, ούτε που θυμάμαι. Μας έκαναν rapid test, ναι αυτό μας μάρανε, και μας πήγανε κουβαλητούς σ’ ένα δωμάτιο. Το αίμα ποτάμι στο μεταξύ, πότισε ρούχα, κάθισμα αυτοκινήτου, μύριζε έγκλημα όλος ο αέρας. Δεν υπήρχε λόγος να ρωτήσουμε τι συνέβη, ξέραμε καλά μέσα μας. Η «Μπουμπού» μας αποχαιρέτησε! Περιμέναμε τον γιατρό να έρθει να μας το επιβεβαιώσει και τυπικά, μα ήταν όπως προείπα, πρωταπριλιά. Στην Κύπρο η πρώτη Απριλίου είναι αργία λόγω απελευθερωτικού αγώνα κατά της Αγγλοκρατίας έτσι ο γιατρός ήταν σε εκδρομή. Είχε πάει θάλασσα! Και μέχρι να βρεθεί να ειδοποιηθεί και να έρθει να την εξετάσει, περάσανε τέσσερεις ώρες!

 

Σ’ αυτές τις τέσσερεις ώρες περάσαμε από όλα τα ψυχολογικά στάδια της απώλειας. Από την άρνηση στον θυμό, από τη διαπραγμάτευση στην κατάθλιψη και στην αποδοχή. «Δεν ήταν γραφτό. Ο Θεός είδε ότι έχουμε κάβα τα κατεψυγμένα και σκέφτηκε ότι αυτοί έχουν συμπληρωθεί», «δεν έδεσε το κακόμοιρο, δεν πειράζει», «γιατί Θεέ μου πάνω που χαρήκαμε, ποιος μας μάτιαξε!», «Δεν είμαστε ούτε οι πρώτοι, ούτε οι τελευταίοι, συμβαίνουν αυτά». Λίγο πριν τα Μεσάνυχτα κατάφερε να μα δει ο γιατρός. Μέχρι εκείνη την ώρα αποδεχτήκαμε πλήρως την κακοτυχία μας και θέλαμε απλά να μας αποδεσμεύσει να πάμε σπίτια μας. «Άντε γιατρέ μου, πόση ώρα να πούμε Τι τις θες τις θάλασσες πρωταπριλιάτικα! Έχουμε τον πόνο μας, έχουμε και σένα!»

 

Άρχισε τους προλόγους και το καλόπιασμα: «Ξέρετε, καμιά φορά η φύση αποβάλλει το ελαττωματικό. Να χαίρεστε που έγινε νωρίς και γλιτώσαμε τα χειρότερα». Συμφώνησα. Καλωδίωσε τη Μπρέντα στον υπέρηχο. Την άλοιψε με τζελ και πάτησε το κουμπί του ήχου. Καρδιακοί παλμοί ξεχείλησαν το δωμάτιο. Τι είναι αυτό που ακούμε, Παναγία μου; «Μια χαρά το μωρό!» είπε με χαμόγελο. Δεν πίστευα στα αφτιά μου. Δεν πίστευα στα αφτιά μου! Βγήκα έξω από τη χαρά μου να ουρλιάξω. «Έλα μέσα να το δεις» μου είπε. «Η αιμορραγία είναι από την άλλη πλευρά, δεν έχει επηρεαστεί το έμβρυο. Να που επιτέλους ακούμε και καρδούλα!» Πρώτη φορά την ακούγαμε, παρεμπιπτόντως, μόλις είχε σχηματιστεί. 

 

Ούτε στο Game of Thrones τέτοιες ανατροπάρες!

 

Απερίγραπτη η χαρά μου! 

 

Σ’ εκείνη ακριβώς τη στιγμή σκέφτηκα ότι έρχεται σίγουρα κόρη! Τέτοια ιδιοτροπία, τέτοιο σθένος, τέτοιο πείσμα, τέτοια τσαχπινιά πασπαλισμένη με ισχυρογνωμοσύνη μόνο η κόρη μας θα μπορούσε να είχε. Πρώτα μας έσκασε δύο χρόνια να μας κάνει την τιμή, αποφάσισε να έρθει στη ζωή μας μόλις ένιωσε ότι απειλείται από τα «κατεψυγμένα», και αφού ήρθε αποφάσισε να μας κοψοχολιάσει στήνοντας μας μια πρωταπριλιάτικη φάρσα. Μία πλάκα που παρολίγο να της γυρίσει μπούμερανγκ, αλλά σαν πραγματικό θηλυκό και κατεργάρα γυναίκα, επιβίωσε της λαίλαπας με μαεστρία. 

 

Ήταν πολύ νωρίς βέβαια για να επιβεβαιώσουμε το φύλο, αλλά εγώ ήμουν σίγουρος. 

 

Ακολούθησαν πολύ δύσκολοι μήνες. Η Μπρέντα έπρεπε να ξαπλώνει και να μην κινείται για οκτώ εβδομάδες και εγώ επωμίστηκα όλο το υπόλοιπο βάρος. Να φέρνω το σπίτι βόλτα, να απασχολώ τον Αλέξη ο οποίος δεν γνώριζε τίποτε, να του παίζω τα απογεύματα, να του μαγειρεύω, να τον ταΐζω, να τον κάνω μπάνιο, να τον κοιμίζω, να τον πηγαίνω σχολείο, να τον σχολάνω και τούμπαλιν. Παράλληλα, να φροντίζω και τη Μπρέντα. Είχα γίνει εκατό κομμάτια. Χαλάλι βέβαια, αλλά να πω ότι το φχαριστήθηκα, θα ήταν ψέμα. 

 

Η εγκυμοσύνη του Αλέξη ήταν ένα συνεχές πάρτι και η Μπρέντα ένας πραγματικός άγγελος καθόλη τη διάρκειά της. Στην μικρούλα μας, αντιθέτως, ήταν ένα άγχος, μία δυσφορία, μία αρνητικότητα. Μην πάθει τίποτα από την αιμορραγία, μα κι ακόμα όταν ξεπεράστηκε η σκόπελος, μην τυχόν κολλήσουμε κορωνοϊό και επηρεαστεί η κύηση, τα εμβόλια, οι παρενέργειες, οι ορμόνες, οι ανασφάλειες, τέλος πάντων, μην στα πολυλογώ. Δεν ήταν όμορφα! Κι ακόμα και τώρα, πέντε μέρες αφότου γεννήθηκε η μικρή μας, το άγχος συνεχίζεται μετατοπισμένο σε άλλο αντικείμενο και σε άλλο επίπεδο. Μην τυχόν κολλήσει το βρέφος κορωνοϊό, μην τυχόν πάθει πνευμονία, μην τυχόν της μεταφέρει ο Αλέξης μικρόβια, την αγκαλιάζουμε φορώντας μάσκα (εγώ ακόμα δεν την έχω φιλήσει καν!), και η μουρμούρα πάει σύννεφο. 

 

Κι εκεί που γίνομαι πραγματικά Τούρκος, είναι όταν ακούω «δεν ξέρεις τι περνώ!» Λες κι εγώ δεν συμπάσχω επαρκώς, λες και δεν το περάσαμε μαζί όλο αυτό, λες και δεν υπέφερα σιωπηρά και στωικά τόσους μήνες, απλά και μόνο επειδή δεν την είχα μέσα στην κοιλιά μου. Κατ’ αρχάς ας σας εξηγήσει κάποτε κάποιος ότι η ψυχολογική πίεση είναι ισάξια, μην πω και χειρότερη της σωματικής. Κι εγώ από πίεση, τράβηξα καμπόση. Όταν αυτή αμφισβητείται, ξεχειλίζει το ποτήρι. Το μωρό το γεννήσαμε μαζί. Μπορεί η γυναίκα να ζορίζεται στον τοκετό, αλλά ρώτα με κι εμένα αν το βίωσα ψυχραιμότερα που ήμουν σε μια γωνιά και σπάραζα στο κλάμα, ανεβάζοντας πίεση 40 από την αγωνία μου να πάνε όλα καλά. Μετά από όλα αυτά να ακούω «δεν ξέρεις τι πέρασα», πάει πολύ!

 

Τέλος πάντων. Ού μπλέξεις! Δυστυχώς δεν μπορούμε να γεννούμε μόνοι μας τα μωρά μας. Είναι ομαδική διαδικασία. Οπότε πρέπει να σκάσουμε και να ανεχτούμε όλη αυτή την τοξικότητα χάριν των μωρών μας. Ας είναι, όλα έχουν ένα τίμημα. Και τα παιδιά είναι τεράστια ευτυχία για να μας έρχονται τζάμπα και άνευ λυπητερής. 

 

Θα σου πω και για τον τοκετό, αύριο ή μεθαύριο.

Άλλο σοκ εκεί!

Σάββατο, Νοεμβρίου 13, 2021

Το Σύμπαν Ξέρει

Ξεκίνησα να σας γράφω αναλυτικά την ιστορία από το 2019 μέχρι σήμερα, όταν δηλαδή αποφασίσαμε να αρχίσουμε και επίσημα τις προσπάθειες για δεύτερο παιδί. Διέγραψα όμως το κείμενο γιατί αποφάσισα ότι δεν θέλω να απελευθερώσω στο άπειρο την αρνητική ενέργεια που μας έφθειρε τα τελευταία δύο χρόνια. Δεν υπάρχει λόγος να μιζεριάζει το σύμπαν εξαιτίας μας, πόσω μάλλον αφού εντέλει είχαμε happy end. 

 

Να πω περιληπτικά ότι οι αποτυχημένες προσπάθειες μας πέρασαν από χίλια κύματα. Μας έφθειραν, μας τελείωσαν, και καταλήξαμε να εφαρμόζουμε όλες τις παράπλευρες επιστημονικές μεθόδους που υπάρχουν πριν καταλήξουμε στην εξωσωματική γονιμοποίηση. Υπήρχε λόγος για εξωσωματική; Και ναι και όχι. Είχαμε ακόμα περιθώρια, αλλά ψυχολογικά φτάσαμε στο τέλμα, δεν θέλαμε άλλο να ταλαιπωριόμαστε. Ο χρόνος ήταν αμείλικτος, μας είχαν κιόλας ενημερώσει ότι τα ψωμιά μας είναι μετρημένα, η σύλληψη ούτως ή άλλως θα θεωρούνταν... «γηριατρική», κι αυτό ήταν και το τελειωτικό χτύπημα.

 

Φέρτε μου ένα μπουκαλάκι να τελειώσω μέσα, να τελειώνουμε. Τρομερή εμπειρία κι αυτή. Πού να ήσουν από μια μεριά να με κοίταζες. Εμένα μέσα σε μια κάμαρη της κλινικής να πρέπει να εκσπερματώσω μέσα σε ένα μπουκαλάκι ανάλυσης ούρων. Να ακούω απέξω τις νοσοκόμες και τους γιατρούς να πιάνουν ψιλή κουβέντα και εγώ μέσα να πρέπει να τελειώσω. Πού να συγκεντρωθείς; Πόρτες ανοιγόκλειναν, κρεβάτια πηγαινόερχονταν, νεογνά έκλαιγαν κι εγώ με το πουλί στο χέρι να πρέπει όχι μόνο να εκσπερματώσω «σεβαστή ποσότητα» αλλά και να πετύχω το δείγμα να χυθεί μέσα στο μπουκάλι! Βασικά, αν πήγαινα στο Survivor και έπρεπε να ρίξω τις κορίνες ισορροπώντας πάνω σε βάθρο που επιπλέει στη θάλασσα μέσα, καλύτερα θα τα πήγαινα!

 

Την κάναμε την εξωσωματική. Και κυρίως την προπληρώσαμε! Σημειώστε το αυτό. Την εξωσωματική την προπληρώνεις! Και καταφέραμε με χίλια ζόρια να απομονώσουμε 8 ωάρια, να γονιμοποιήσουμε επιτυχώς 6, και να επιβιώσουν μόνο 4 εκ των οποίων μόνο 2 ήταν εκλεκτής ποιότητας! Ας είναι Θέλαμε παραπάνω από δύο; Εγώ μια χαρά φλέρταρα με το ενδεχόμενο να μου έρθουν δίδυμα. Μέχρι όμως να γίνει η μεταφορά τους στη μήτρα, ο γιατρός αποφάσισε να τα ψύξει. Γιατί; Δεν ξέρω. «Έχουν καλύτερες πιθανότητες ανάπτυξης αν ψυχθούν πρώτα», μας είπαν. Έτσι τα έβαλαν στο ψυγείο. «Καθίστε περιμένετε τώρα ένα μήνα ώσπου να σφίξουν, και μετά βλέπουμε».

 

Στο «μετά βλέπουμε» μείναμε. 

 

Γιατί στο μεταξύ ο Θεός μας έστειλε τη Μπουμπού μας! Ένα βράδυ εκεί που ετοιμαζόμασταν να κοιμηθούμε, και μεταξύ τυρού και αχλαδίου συζητούσαμε τι θα απογίνουν τα... «κατεψυγμένα μας», η Μπρέντα έθιξε το γεγονός ότι διανύαμε «γόνιμη περίοδο». «Δεν είσαι με τα καλά σου!» της απάντησα. «Που τα σκάσαμε τοις μετρητοίς για να δημιουργήσουμε τα δυο κατεψυγμένα για να ξαναμπώ απόψε στο λούκι της προσπάθειας επειδή έτσι λέει το ημερολόγιο».

 

 «Κι αν είναι το τυχερό μας απόψε;»

 

Έτσι γίνεται πάντα, αγαπητέ μου. Το σύμπαν ξέρει. Και το σύμπαν ήξερε ότι για να μας στείλει τη μπουμπού, έπρεπε να περάσουμε πρώτα την Ομήρου Οδύσσεια, μη σου πω και την Ιλιάδα μαζί, για να καταλάβουμε ότι τη ζωή δεν πρέπει να την εκβιάζεις. Σου χαρίζει τα δώρα της όταν πρέπει. Κι αν δεν στα χαρίσει, σε αποζημιώνει αλλιώς.

 

 Ήρθε που λέτε το τέλος του μήνα, η κακιά έμμηνος ρήση άργησε, και εγώ επιτέλους την είχα γραμμένη στα παλαιότερα των υποδημάτων μου. Μη σώσει και έρθει, έχω δύο έμβρυα φυλαγμένα στην κατάψυξη! Πείσμωσε λοιπόν το σύμπαν και μας είπε «πάρτε μια μπουμπού για πρόγευμα και με τα κατεψυγμένα βλέπετε πότε θα τα φάτε...»

 

Ξέρεις πώς ένιωσα; Ότι τερμάτησα. Όπως κάτι Κενυάτες στους Ολυμπιακούς που περνούν την γραμμή του τέρματος και πριν σηκώσουν το κύπελλο λιποθυμούν μέσα στον ιδρώτα τους. Έτσι ακριβώς. Θυμάμαι ότι κοιμόμουν στο δωμάτιο του Αλέξη εκείνο το πρωί του Μαρτίου, γιατί μου είχε ζητήσει να κοιμηθώ μαζί του εξαιτίας κάποιου εφιάλτη, όταν με ξύπνησε η Μπρέντα στις 5:30 το πρωί με το τεστ στο χέρι: «Θεέ μου, είμαι έγκυος!»

 

«Θεέ μου ξέρεις τι κάνεις», σκέφτηκα, και ξανακοιμήθηκα μέχρι τις 7:30, σαν πουλάκι. 

 

Βέβαια, δεν προλάβαμε να χαρούμε. 

Μετά ήρθαν άλλα!

Παρασκευή, Νοεμβρίου 12, 2021

Μία Μέρα Καθυστέρηση

Είμαστε στον έκτο μήνα προσπάθειας σύλληψης.

Μπορεί και στον έβδομο, δεν ξέρω πώς τα μετράμε αυτά.

Η γυναίκα μου σήμερα μου ανακοίνωσε πως έχει μία μέρα καθυστέρηση. Και προσπαθώ να μην χαρώ. Τι πάει να πει μια μέρα καθυστέρηση, άλλωστε; Δεν ξεράθηκε σήμερα το κύτταρο, μπορεί να ξεραθεί αύριο. Σάμπως δεν τη ξαναπάθαμε; Τότε, που είχαν περάσει δέκα μέρες κι εγώ κόντεψα να πάθω συγκοπή από το σοκ όταν μου ανακοίνωσε ότι τελικά αδιαθέτησε. Είχε διαταραχθεί ο κύκλος της, είπε, λόγω άγχους στη δουλειά. Θεέ μου, υπάρχει ακόμα κόσμος που αγχώνεται για τη δουλειά του!

Εγώ τότε, από τη χαρά μου μέχρι ονόματα άρχισα να σκέφτομαι. Πώς θα την έπειθα να μη βγάλει τη μάνα της σε περίπτωση που ήταν κορίτσι. Και τι εναλλακτικές θα της πρότεινα. Έτσι συμβαίνει πάντοτε, και εμένα ειδικά, μου συνέβαινε ανέκαθεν κατά κόρον. Τόση δα ελπίδα να μου δώσεις, το μυαλό μου ξεφεύγει. Μέχρι σε τι πανεπιστήμιο θα φοιτήσει κάθομαι και σκέφτομαι.

Φταίει που ο Αλεξάκος μας ήρθε εύκολα. Από την πρώτη. Και νόμισα πως κάθε απόπειρα θα ήταν το ίδιο ανέξοδη. Δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι απλώς φανήκαμε υπερ-τυχεροί. Είχαμε πιάσει τον Τζόκερ κανονικότατα και δεν το εκτιμήσαμε όσο έπρεπε. Εγώ τότε πίστευα ότι απλώς το μαγικό σπέρμα που διαθέτω όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει, και όλα τα γκαστρώνει. Κακομάθαμε. Ε, να τώρα που πληρώνουμε την ύβρι.

Εντάξει, άλλοι περνούν πολλά χειρότερα. Δεν κάνει να παραπονιόμαστε. Αλλά γιατί, όχι; Απαγορεύεται να εκφράζω την αγωνία μου επειδή κάποιοι περνούν πολύ χειρότερα; Όλα σχετικά είναι σ’ αυτή τη ζωή. Και ναι, στεναχωριέμαι. Κάθε φορά που τη βλέπω να εξέρχεται της τουαλέτας με την απογοήτευση να κολυμπά στα βουρκωμένα της μάτια είναι ένας θάνατος για μένα. Και απλώς σφίγγομαι και το παίζω κουλ και άνετος, και υποκρίνομαι πως δεν πειράζει, πως θα μας κάτσει την επόμενη φορά, πως δεν είναι ακόμα η ώρα του. Κι όμως με νοιάζει! Και το σκέφτομαι. Και αναστατώνομαι. Και χάνω και τον ύπνο μου.

Θέλω και δεύτερο και τρίτο παιδάκι και προ πάντων, θέλω να είμαι δυνατός και υγιής να τα χαρώ. Κοντεύω τα σαράντα. Μου μένουν δεν μου μένουν άλλα 20-25 ποιοτικά χρόνια. Ήδη με τον Αλέξη αισθάνομαι κόπωση. Μου ζητά να παίξουμε έντονα και απαιτητικά και μετά βίας ανταποκρίνομαι. Τι θα γίνει με τα υπόλοιπα; Πότε θα μου έρθουν; Πότε θα τα χαρώ;

Δεν συνειδητοποιούμε την ηλικία μας. Η εφηβεία η επιεικής γίνεται σαράντα και αναρωτιέται γιατί δεν γεννοβολά με το φύσημα του ανέμου. Να σου πω εγώ γιατί. Επειδή όταν έπρεπε να ενσκύψει στο εγχείρημα ήθελε μεταπτυχιακά, ήθελε «εμπειρίες», ήθελε να χαρεί τη ζωή της. Ποια ζωή μωρέ; Εγώ πια, πιστεύω ακράδαντα πως οποιαδήποτε εμπειρία βιώνω μακριά από τον γιο μου δεν έχει αξία. Κανένα ταξίδι, καμία νέα ανακάλυψη, κανένα φαινόμενο, τίποτα δεν αξίζει αν δεν μπορώ να το εξηγήσω και να το μοιραστώ με τον γιο μου. Αυτά βέβαια δεν τα ενστερνιζόμουν πριν γεννηθεί. Πριν… ήθελα «να χαρώ τη ζωή μου». Άκου μαλακίες! «Να χαρώ τη ζωή μου! Ειλικρινά στο λέω, αν δεν τα είχα όλα γραμμένα σε ημερολόγια, σήμερα μετά βίας θα θυμόμουν οτιδήποτε συνέβη πριν το 2016, τη χρονιά που γεννήθηκε το μωρό μας. Ακόμα και τις φωτογραφίες από τον μήνα του μέλιτος όταν κοιτώ, από μέρη εξωτικά και χλιδάτα στις οποίες ποζάρω σαν άλλος Ωνάσης από ακριβά ξενοδοχεία και κρουαζιερόπλοια, σκέφτομαι ότι ουδεμία αξία έχουν εφόσον δεν ήμουν εκεί με τον Αλεξάκο να τα χαιρόμαστε μαζί. Πες το αρρώστια, πες το αφέλεια, πες το θυσία, πες το δακρύβρεχτο σενάριο σε ινδική ταινία, αλλά χωρίς το μωρό μου, τι-πο-τα!

Δεν μπορώ να καταλάβω το παραμικρό από όσους θέλουν να αποδράσουν πάνω από οκτώ ώρες μακριά από τα παιδιά τους. Εγώ με χρονομέτρησα. Πάνω από οκτώ ώρες μακριά του, είναι χαμένος χρόνος. Χρόνος γεμάτος τύψεις.

Φυσικά αυτά τα μέτρα και σταθμά δεν ισχύουν για όλους και ούτε ισχυρίζομαι πως τα δικά μου είναι τα φυσιολογικά. Δεν κατακρίνω όποιους μπορούν να διαχωρίζουν τη ζωή τους ως γονιοί από τη ζωή τους ως αυτόνομοι άνθρωποι. Ούτε καν αυτούς που βρήκαν την ευτυχία τους στην ατεκνία. Εγώ, απλώς, δεν μπορώ. Και πραγματικά θεωρώ ότι τα πάντα στη ζωή γίνονται αρχικά για τις γυναίκες, και μετά για τα παιδιά. Μετά δεν αξίζει τίποτα.

Αυτά. Μία μέρα καθυστέρηση, λοιπόν. Παρόλο που πρέπει να μην το σκέφτομαι, να μην με νοιάζει, να μην το γρουσουζεύω, να απασχολώ το μυαλό μου αλλιώς, δεν τα καταφέρνω. Όσο δεν το σκέφτομαι, τόσο περισσότερο το σκέφτομαι. Βρισκόμαστε άλλωστε σε καραντίνα. Πώς αλλιώς να με απασχολήσω; Πλυντήριο έβαλα, τον κήπο τον περιποιήθηκα, το μαστιχόδεντρο το κλάδεψα, τα σκουπίδια τα έβγαλα, νέτφλιξ είδα. Τώρα τι; Κάθομαι κοιτάζω τον τοίχο και απλά ακούω ένα τικ-τοκ στο μυαλό μου να χτυπάει. Ώσπου να βγει από την τουαλέτα και να μου πει ξανά «κατέφτασε η κόκκινη κυρία». Για να με σκοτώσει. Βρωμοκαριόλα περίοδος, θα έβρω άλλη δίοδο!

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Το πιο πάνω κείμενο το έγραψα πέρσι, κάποτε μέσα στο 2020, εν καιρώ πρώτης καραντίνας. Οι απανωτές αποτυχημένες προσπάθειες τεκνοποίησης διάρκειας ενός χρόνου και βάλε, μου είχαν προκαλέσει ένα είδος κατάθλιψης το οποίο ήταν αβάσταχτο δεδομένου ότι δεν μπορούσα να το εκδηλώσω, να το συζητήσω, να το μοιραστώ με την ήδη αγχωμένη Μπρέντα μου. Τα έγραφα και τα εκτόνωνα όλα στο ημερολόγιο μου ή σε καλούς φίλους που στήνονταν για μένα στα τηλέφωνα. Χθες όμως, γεννήθηκε επιτέλους η κόρη μας. Και μπορώ τώρα να ανασύρω το συγκεκριμένο κείμενο και να το δημοσιεύσω, καταδεικνύοντας το πόσο ανούσιο είναι να αγχώνεσαι για το οτιδήποτε σ’ αυτή τη ζωή. Ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει. Φυσικά, ο άνθρωπος σπάζει κατά τη διάρκεια της αναμονής και κάπου πρέπει να ξεράσει τη σαβούρα του. Δεκτόν και θεμιτό. Δόξα τω Θεώ, όμως, όλο αυτό το μαρτύριο του Σίσσυφου αποτελεί πια παρελθόν.

Θα σας τα γράψω όλα αναλυτικά εν καιρώ.

Είδαμε και πάθαμε!

Καλώς ήρθες κορούλα μου, υπέροχη! Θα περάσουμε τέλεια μαζί!


Κυριακή, Νοεμβρίου 07, 2021

Οι Μουσικές Του 2021


Είχα χρόνια να αγαπήσω μουσικά μια χρονιά.

 

Το 2021 μου έκατσε μουσικά όσο τίποτα, νομίζω έχω 20ετία και βάλε να βγάλω ένα τόσο ευχάριστο Τοπ25 μέσω του playcount του iTunes. 

 

Εντάξει, γενικά όταν η Βίσση βγάζει τραγούδια η χρονιά μου πάει καλά, αλλά νομίζω έπαιξε ρόλο και το 2020 που ανάγκασε τους πάντες να κάτσουν στο σπίτι καραντίνα και να ενσκύψουν στη μουσική τους. Κυκλοφόρησαν ωραία πράγματα.

 

Επίσης, επέστρεψαν στη μόδα τα 80ς χάρη στον The Weeknd. Και αυτή η μόδα πέρασε και στους υπόλοιπους με αποτέλεσμα όλες οι κυκλοφορίες να είναι πλέον είτε ρετρό, είτε διασκευές της εποχής εκείνης. 

 

Πολύ το φχαριστήθηκα!

Πέμπτη, Νοεμβρίου 04, 2021

Το Nitro Επέστρεψε

Η καλή μου αδελφούλα η οποία ζει στην Αθήνα μου απέστειλε το νέο τεύχος του Νίτρο χθες.

Ναι, του περιοδικού του Κωστόπουλου που όλοι αγαπήσαμε και μεγαλώσαμε μαζί του.

Το Νίτρο επανακυκλοφόρησε το περασμένο καλοκαίρι μετά από δέκα χρόνια απουσίας. Ο Κωστόπουλος διέκρινε μία τάση φυγής απ’ τη μιζέρια των τελευταίων ετών και πίστεψε ότι υπάρχει χώρος για μία πιο λαμπερή εκδοχή της ζωής στην Ελλάδα του 2020. Ευτυχώς για εμένα. Το πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε με ένα βλάχικο τσαρούχι στο εξώφυλλο κι έγινε ανάρπαστο, δυστυχώς όμως δεν πρόλαβα να το αποκτήσω. Σημειώστε ότι αργά ανακάλυψα ότι το Νίτρο δεν κυκλοφορεί στην Κύπρο, μόνο στην Ελλάδα, έτσι για το δεύτερο τεύχος με τον Κωνσταντίνο Αργυρό έβαλα την αδελφή να κρατά τσίλιες και να το αρπάξει με το που κυκλοφόρησε.

Το Νίτρο το αγαπώ. Είναι ένα περιοδικό που θα μπορούσα να είχα εκδώσει εγώ και εξαιτίας αυτού σπούδασα δημοσιογραφία. Ήμουν 17 χρονών όταν το ανακάλυψα, το είχε φέρει ο πατέρας μου στο σπίτι δώρο, από ένα ταξίδι του στην Αθήνα. Έκτοτε γίναμε οικογενειακώς hooked, και το αγοράζαμε κάθε μήνα. Δυστυχώς δεν κράτησα τεύχη, μόνο κάποια με τη Βίσση στο εξώφυλλο, τα οποία μάλιστα κουβάλησα μαζί μου στην Αγγλία και διακοσμούσα τους τοίχους των δωματίων μου. Όσο μάλιστα σπούδαζα εκεί, έβαζα τους Έλληνες φοιτητές που πηγαινοέρχονταν στην Ελλάδα στα μέσα του τριμήνου να μου φέρουν το νέο τεύχος ή αν δεν έβρισκα κάποιον, έπαιρνα το τρένο, πήγαινα στο Λονδίνο, στο ελληνικό περίπτερο στο Bayswater για να το πάρω ο ίδιος. Η λαχτάρα να έχω επαφή με οτιδήποτε ελληνικό στα πρώιμα στάδια του ίντερνετ, ήταν τεράστια και το Νίτρο με αποζημίωνε. 

Ένα από τα πιο αγαπημένα μου εξώφυλλα του περιοδικού, το 2004.

Το νέο Νίτρο δεν με απογοήτευσε καθόλου. Κινείται στην ίδια αισθητική και φιλοσοφία, και έχει προσαρμοστεί στο 2020 στο έπακρον. Έχει λιγότερες γυμνές γυναίκες μέσα, περισσότερες χοντρές που δεν ντρέπονται για το σώμα τους, περισσότερα προφίλ μεταναστών που κατάφεραν να ενσωματωθούν, οπότε αντιλαμβάνεσαι ότι το 2020 είναι εδώ. Προσεγγίζονται όλα τόσο όμορφα από αισθητικής απόψεως, γραφιστικά και φωτογραφικά που σχεδόν σε καταφέρνουν να τα ενστερνιστείς και ιδεολογικά. Είναι ένα περιοδικό που εξωραΐζει την πραγματικότητα χωρίς να την παραποιεί και σε κάνει να αισθάνεσαι όμορφα.

Πόσο χρήσιμο είναι ένα τέτοιο περιοδικό στην ψηφιακή εποχή; Δεν ξέρω. Η αλήθεια είναι ότι συνηθίσαμε τα κλικς και όλες τις συνεντεύξεις τις παρακολουθούμε σε βίντεα που αναρτώνται σε οπτικοακουστικές πλατφόρμες. Όμως το Νίτρο, κατά τη γνώμη μου, είναι χρήσιμο αφού πλέον το αντιμετωπίζεις σαν μία αντίκα άλλης εποχής προσαρμοσμένο όσο γίνεται στη σύγχρονη. Δεν θα το πάρεις για να ενημερωθείς. Θα το πάρεις επειδή είναι ένα collectible. Ένα συλλεκτικό είδος, σαν μπιμπελό.

Τα λάτρευα τα περιοδικά μικρός, τα αγόραζα σχεδόν όλα, με το Νίτρο έπαθα έρωτα και όπως προείπα εξαιτίας του ήθελα να γίνω δημοσιογράφος, να μάθω τη δουλειά και να ανοίξω ένα δικό μου. Με τι κοινό, θα μου πεις και θα υπερθεματίσω. Αλλά κλασσικά η εποχή με προσπερνά πριν την προλάβω και όταν αξιώθηκα να σπουδάσω στο Κάρντιφ, τα περιοδικά είχαν ήδη αρχίσει να είναι είδος προς εξαφάνιση. Παρόλα αυτά, όσο κι αν το διαδίκτυο μας προσφέρει πιο άμεση και φθηνή ενημέρωση, η χαρά που αισθάνεσαι όταν ξεφυλλίζεις ένα περιποιημένο έντυπο δεν συγκρίνεται κατά τη γνώμη μου.  

Πριν κλείσω να πω και δυο κουβέντες για το λεγόμενο «ξεβλάχεμα». Ο Κωστόπουλος για μένα είναι αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Τον θαυμάζω που έχει όρεξη για ζωή που είναι στην μόνιμα ντυμένος στην τρίχα, που έχει τις ωραιότερες γυναίκες, που προσέχει τη λεπτομέρεια και είναι ο μπον βιβέρ που όλοι θα θέλαμε να είμαστε, αλλά δεν τον θεωρώ σπουδαίο δημοσιογράφο. Οι συνεντεύξεις του στις εκπομπές του στην τηλεόραση δεν έβγαζαν το παραμικρό ζουμί, στις περισσότερες φλυαρούσε και κούραζε. Όμως τα περιοδικά του ήταν το κάτι άλλο. Είχε φέρει επανάσταση είτε μας αρέσει είτε όχι. Μπορεί η φράση «σας ξεβλάχεψα» να σας πάτησε τον κάλλο, αλλά το Νίτρο έφερε όντως τομές και θα ήταν άδικο να μην του τις αναγνωρίσουμε. Το «ξεβλάχεμα» ήταν δυνατή και ίσως ατυχής στιγμή, πιστεύω ότι το είπε πάνω στα νεύρα του και τον πιάσατε απ’ τα μούτρα. Έτσι κι αλλιώς, πόσο μπορεί να σας ξεβλάχεψε; Δεν βλέπετε το χάλι σας; Μπορείς να βγάλεις τον βλάχο απ’ τη βλαχιά μα όχι τη βλαχιά απ’ τον βλάχο. Έκλεισε η ΙΜΑΚΟ, μα η Ελλάδα παρέμεινε μπουρδέλο. Οπότε τι ζημιά μπορεί να σας προξένησε ο Κωστόπουλος και ο κάθε Κωστόπουλος; Αλλού σας τρώει και αλλού ξύνεστε. Κλασική ελληνική συμπεριφορά.

Αυτά. Να το αγοράσετε το Νίτρο. Δεν ξέρω αν θα ξεβλαχέψετε, θαύματα δεν γίνονται, μια φορά πρόκειται για υπέροχο περιοδικό. 


Τρίτη, Νοεμβρίου 02, 2021

Μόνο Πάγο!

Το πραγματικό πρόβλημα με όλα όσα συμβαίνουν στην ελληνική ζώου μπίζνες το τελευταίο 24ωρο είναι που ο Ξιαρχό (Ξιαρχό ή Ξιαρχός, ποτέ δεν κατάλαβα τι σόι επίθετο είναι αυτό, κινέζικο μου ακούγεται), θεωρείται «διάσημος», «σελέμπριτι». Τι είναι ο Ξιαρχό και του δώσαμε υπόσταση, ουδέποτε κατάλαβα. Χορογράφος δεν είναι; Ένα συμπαθητικό τραγούδι με την Κόνι Μεταξά δεν έβγαλε όλο κι όλο; Σιγά τα ωά! Λίγο να τον ψάξεις, λίγο να τον μελετήσεις, είναι ν’ απορείς προς τι τόση καταξίωση. Την εποχή μου, κάτι τέτοιους τους είχαν για χαμάληδες, για να ξεφορτώνουν φορτηγά. Δεν τους έδιναν βήμα.

Αλλά αυτή είναι η παθογένεια των μιλλένιαλς. Ο υπερβολικός δικαιωματισμός. Στις μέρες μας δικαιούται ο κάθε Ξιαρχό να γίνει σελέμπριτι. Δικαιούται γιατί όταν ήταν μικρός υπέστη μπούλινγκ. Ως παιδί που το αδίκησε η ζωή η κοινωνία οφείλει να τον αποζημιώσει σε δόξα, παρόλο το μέτριο ταλέντο του. Και φυσικά, όσο εύκολα του την έδωσε, άλλο τόσο πιο πανεύκολα του την πήρε, όταν αυτός έκραξε μια χοντρή με ρίγες. Λες και δεν κράξαμε άπαντες κάποιον, κάπου, κάπως κάποτε για την εμφάνισή του. Εντάξει, μπορεί να μη βγάλαμε το κινητό και να γράψαμε στόρι με το κράξιμο, δεν υπήρξαμε τόσο ηλίθιοι να βγάλουμε μόνοι μας τα μάτια μας. Αλλά αυτός το έκανε. Υπό επήρεια αλκοόλ, λέγεται.

Από όλα αυτά, ουδείς στάθηκε στο «υπό την επήρεια». Το να είσαι χάι θεωρείται πλέον φυσιολογικό. Κανένας δεν σκοτίστηκε, κανένας δεν φώναξε τον μπόγια να τον συνάξει. Η κοινωνία στάθηκε στο «πώς τολμάτε να κρίνετε το πώς θα ντυθούμε». Έχει και η κοινωνία τις προτεραιότητές της, δεν λέω. Σοβαρότατες όπως πάντα. Μπορεί να υπάρχουν 3-4 ριάλιτι σόου αυτή τη στιγμή που βασίζονται στο κράξιμο του στιλ απ’ τη μία παίχτρια στην άλλη, τα βλέπουμε και σπάμε πλάκα, αλλά όχι να συμβαίνουν αυτά και στην πραγματική ζωή. Έλεος κάπου! Και δώστου από χθες, όλες οι άσχημες να έχουνε λυσσάξει (οι ωραίες είναι ωραίες, χέστηκαν τι είπε ο Ξιαρχό), για το αν θα φορέσουν ρίγες ή πουά, καρό και μποά, κι αν αυτά τις κολακεύουν. Εν τω μεταξύ εγώ δεν έχω υπάρξει ούτε μισή φορά σε τραπέζι για καφέ με γυναίκες και να μην σχολιάζουν δυσμενώς τι φορά η απέναντι. Ο Ξιαρχό τις πείραξε.

Γιατί δεν ρωτούν έναν άντρα να τους πει πως ό, τι κι αν φορέσουν, αν δεν δείξουν λίγο μπούτι και βυζί ουδείς θα γυρίσει να τις δει; Α, ναι, εκείνοι είναι φαλλοκράτες και εν δυνάμει γυναικοκτόνοι! Δεν είναι υπολογίσιμοι.

Τέλος πάντων, η αντεπίθεση γύρισε μπούμερανγκ. Ο Ξιαρχό εξαφανίστηκε, έστειλε «περίεργα sms» σε φίλους του και απείλησε να αυτοκτονήσει. Η κοινωνία ξαφνικά άρχισε να σκέφτεται «are we the bad guys?» Αν είχε τα κότσια να αυτοκτονήσει ο Ξιαρχό, σήμερα όλη αυτή η ξανθιά μπούκλα με το σφυρί του δικαστηρίου θα μιλούσε για τον άδικο χαμό ενός πολλά υποσχόμενου χορογράφου, που εξέπνευσε άδοξα εξαιτίας ενός χιουμοριστικού σχολίου στα σόσιαλ. Α, ναι, εννοείται θα έφταιγαν και τα σόσιαλ! Τα σόσιαλ, τα οποία, λειτουργούν ως παραισθησιογόνα, τα οποία υποτίθεται μας φέρνουνε κοντά, αλλά εντέλει μας αποξενώνουν! Είναι του σατανά, στην πυρά, στην πυρά! Δεν υπάρχει πια μέτρο στις αντιδράσεις, το αντιλαμβάνεστε; Όλα στο τέρμα!

Και όλα αυτά, μέσω του Τικ-Τοκ! Ο Ξιαρχό ανακοίνωσε μέσω της συγκεκριμένης πλατφόρμας την αδυναμία του να θέσει τέλος στη ζωή του και εγώ επιτέλους βρήκα έναν ακόμα λόγο να κατεβάσω τη συγκεκριμένη εφαρμογή, γιατί μέχρι σήμερα όποτε αποπειράθηκα να την ανοίξω μου εμφανίζει έναν τραβεστί Κύπριο, έναν φαλακρό με τελαντωτή φανέλα να διαβάζει ποιήματα στην αγαπημένη του και πολλές μπίμπος να χορεύουν κάτι σουξέ ακαταλαβίστικα και σκιάζομαι. Φυσικά, ποιος είμαι εγώ που θα τους κρίνω όλους αυτούς; Ποιος είναι ο Ξιαρχός; Μονίμως όλοι οι υπόλοιποι είναι δικαιούχοι να κρίνουν. Εμείς ποτέ. Τουμπεκί όπως θα έλεγε και η λόγια Έλενα Ακρίτα!

Και για να τελειώνουμε, για να το κλείσουμε στα σοβαρά: φταίμε όλοι. Και η χοντρή που δεν ήξερε να ντυθεί, και ο Ξιαρχό που την έκραξε δημόσια. Ας την έκραζε στη φίλη του ιδιωτικά, όπως κάνει όλος ο καλός ο κόσμος, και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Φταίνε και οι δημοσιογράφοι για την υπέρμετρη δημοσιότητα που έδωσαν στο θέμα και παραλίγο ο άλλος να σκοτωθεί, και φταίει και όλη η κοινωνία γιατί έκανε τον Ξιαρχό σελέμπριτι για να ασχολούμαστε μαζί του. Ας είχατε πρότυπα της προκοπής.

Τον Πετρούνια για παράδειγμα!

(Όχι δεν μπορείτε να πείτε, για Τρίτη πρωί, επιδεικνύω τρομερή γενναιότητα με αυτό το κείμενο! Χα, χα, χα!)