Σάββατο, Νοεμβρίου 09, 2024

Το Nachtland Στον ΘΟΚ

Σπάνια σας προτείνω να πάτε να δείτε παραστάσεις από εδώ μέσα, αλλά σπάνια βλέπω κι εγώ παραστάσεις που να τις συζητώ και την επόμενη μέρα.

Το Nachtland που παίζεται τώρα στη Νέα Σκηνή του ΘΟΚ όμως, με έκανε να παραμιλάω και δεν έχω άλλη επιλογή από το να σας το προτείνω. Βασικά, αν μπορούσα θα σας έπαιρνα σηκωτούς να το δείτε, γιατί είναι πραγματικά ένα πανέξυπνο έργο, που ανεβαίνει σε σατανικά καλό τάιμινγκ και πραγματεύεται ένα αγαπημένο μου θέμα: Κατά πόσον η προσωπικότητα του καλλιτέχνη επηρεάζει την αξία του έργου του.

Στο έργο, μία οικογένεια Γερμανών πάει να εκκαθαρίσει το σπίτι του αποβιώσαντα πατέρα τους. Στο πατάρι βρίσκουν έναν πίνακα που τον υπογράφει ο Αδόλφος Χίτλερ. Ναι, ο γνωστός. Προφανώς ήταν ζωγράφος πριν γίνει ο γνωστός ψυχοπαθής δικτάτωρ. Η οικογένεια διχάζεται κατά πόσον πρέπει να κρατήσει τον πίνακα, να τον πουλήσει ή να τον καταστρέψει. Μπαίνει στην εξίσωση και μία Εβραία, που είναι σύζυγος του υιού του αποβιώσαντα και αντιλαμβάνεστε τι τροπή παίρνει η συζήτηση.

Εκστασιάστηκα με την παράσταση. Μετά βίας συγκρατιόμουν και δεν πετάχτηκα να συμβάλω στη σύσκεψη που λάμβανε χώρα επί σκηνής. Και αυτό γιατί είναι ένα θέμα που με απασχολεί χρόνια τώρα. Από τότε που βεβαιώθηκα ότι ο Michael Jackson ήταν όντως παιδεραστής έπαψα να αγαπώ τα τραγούδια του. Εξακολουθώ και τα παίζω και τα ακούω βέβαια, αλλά πλέον δεν ηχούν το ίδιο λαμπερά στα αυτιά μου. Αναρωτιέμαι συχνά αν πρέπει να επηρεαζόμαστε από τα αίσχη του καλλιτέχνη. Και σε ποιο βαθμό. Ο Φρανκ Σινάτρα, για παράδειγμα, ήταν μέλος της αμερικανικής μαφίας. Δεν με νοιάζει ποσώς. Οι Rolling Stones και τα περισσότερα μέλη των πλείστων αγγλικών συγκροτημάτων των '60ς έμπηγαν τις ανήλικες στα καμαρίνια για μία γρήγορη πίπα πριν τα λάιβ τους. Μας πήρε ο πόνος; Γιατί για τον Michael Jackson με πείραξε τόσο; Δεν ξέρω.

Θεωρώ ότι δεν πρέπει να μας νοιάζει το ποιόν του καλλιτέχνη. Τι με νοιάζει αν ο Σφακιανάκης είναι ακροδεξιός αν τα τραγούδια του μιλάνε στην ψυχή μου (δεν μιλάνε, παράδειγμα δίνω). Τι με κόφτει αν η Μποφίλιου είναι κομμουνίστρια αν οι ερμηνείες της μου προκαλούν κατάνυξη (Δεν μου προκαλούν, παράδειγμα δίνω). Γενικά προσπαθώ να μην επηρεάζομαι από τους χαρακτήρες των καλλιτεχνών. Τι με κόφτει αν ο Καρβέλας είναι ανάγωγος από κοντά και αν πετάει τη τσίχλα στον Φουρθιώτη (και λίγα του έκανε!) αφού μπορεί και γράφει μουσικές που με κάνουν ευτυχισμένο;

Για τον Michael Jackson όμως πειράχτηκα. Πειράχτηκα έτι περισσότερον όταν ο Αλέξης είδε το βίντεο κλιπ του Θρίλερ μία μέρα στο Youtube και μου είπε «φαίνεται πολύ καλός αυτός ο Michael Jackson!» Ίσως επειδή είναι διαφορετικές οι αντιστάσεις μου απέναντι σε έναν παιδεραστή. Και ίσως επειδή ο Jackson είναι κάποιος της εποχής μου, ενώ ο Μιγκ Τζάγκερ δεν με εκπροσωπεί.

Τέλος πάντων, όλα αυτά συζητιόνται στο έργο το οποίο με καθήλωσε και το παρακολούθησα απνευστί απ’ την αρχή ως το τέλος. Οι ηθοποιοί είναι εξαιρετικοί, ένας κι ένας. Ακόμη και η Χριστίνα Παυλίδου, που την έχω συνδέσει στο κεφάλι μου με άθλιες κυπριακές σειρές, στο έργο ήταν καταπληκτική και με έπεισε. Ο Παρίσης, ο Γκρόζος και η Καλλινίκου, καταπληκτικοί. Η Παπαδοπούλου καλή. Το σκηνικό ωραιότατο, σαν καλλιτεχνική εγκατάσταση μουσείου, μέσα στο πνεύμα. Δεν βρήκα το παραμικρό κουσούρι!

Να σας πω ότι βρήκα και εξαιρετικά ενδιαφέρουσες τις αντιδράσεις του κόσμου. Οι Κυπραίοι δεν ξέρουν αν δικαιούνται να γελάσουν με σχόλια για το ολοκαύτωμα ή την Παλαιστίνη. Και δεν είμαι σίγουρος αν δεν αντιδρούν επειδή είναι αμόρφωτοι και δεν πιάνουν τα υπονοούμενα, ή αν αισθάνονται ότι το θέμα είναι αρκετά σοβαρό και δεν σηκώνει χιούμορ. Η γνωστή υποκρισία του μη μου άπτου Κυπρίου. Εγώ περιττό να πω ότι κακάριζα στις στιγμές του μαύρου χιούμορ. Εγώ και η φίλη μου. Ήμασταν οι μόνοι.

Να πάτε να το δείτε το έργο. Είναι πλέον sold out επειδή ακούστηκε από στόμα σε στόμα πόσο καλό είναι. Αλλά θα προσθέσουν διπλές παραστάσεις τα σαββατοκύριακα, οπότε μπορεί να το προλάβετε.

Θα με θυμηθείτε.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 25, 2024

Μετά-θεατρική Κατάθλιψη



Διανύω καραμπινάτο post-theater-depression.

Χθες το απόγευμα, το πρώτο απόγευμα που δεν ασχολήθηκα με την παράσταση μετά από πολύ καιρό, ήμουν μέσα στο σούπερμαρκετ και τάχα μου ψώνιζα, αλλά εγώ απλώς κοίταζα τα ράφια και έκανα περίπατο σπρώχνοντας το καρότσι, για να μου περάσουν τα νεύρα. Δεν ήξερα πώς να γεμίσω το κενό. Για ένα τυπικό ψώνισμα με τα απαραίτητα μου πήρε μία ώρα και σαράντα πέντε λεπτά! Αντί να ψάχνω τα προϊόντα, έχασκα τα ράφια και μοιρολογούσα από μέσα μου. Μπήκα στο άλφα-μέγα απόγευμα με φως και βγήκα βράδυ με φεγγάρι. Δεν ξέρω τι να κάνω τώρα που τέλειωσε και αυτό. Νιώθω γυμνός, σαν να μην έχω κανένα στόχο.

Η χαρά που έλαβα τις τελευταίες δεκαπέντε μέρες που μπήκαμε στην τελική ευθεία για την παράσταση ήταν ανείπωτη. Νομίζω η τελευταία φορά που χάρηκα τόσο ήταν με τη γέννηση των παιδιών μου. Η «Σουίτα» μου έδωσε ένα τεράστιο διέξοδο από τη σαβούρα της καθημερινότητας. Ήμουν τόσο ενθουσιασμένος με τη δημιουργική διαδικασία, ήμουν τόσο στην κοσμάρα μου, που μειώθηκαν και οι καβγάδες στο σπίτι. Τίποτα δεν μετρούσε, τίποτα δεν με αφορούσε, εκτός από το να πάει καλά το εγχείρημα. Έκανα τον μεταφραστή, τον διασκευαστή, τον σκηνοθέτη, τον παραγωγό, τον ηθοποιό, τον μάστορα, τον διακοσμητή. Πέρασα απ’ όλα τα πόστα για να στηθεί η «σουίτα». Και τώρα, τίποτα. Ησυχία ως του χρόνου.

Είτε θα κάτσω να βάλω μπρος το επόμενο, είτε θα πέσω σε πραγματικό μαρασμό.

Είχα πει θα κάνω ένα διάλειμμα ενός μηνός να αποτοξινωθώ από τα θέατρα. Κι όμως χθες το μεσημέρι πήγα στη βιβλιοθήκη μου και κοίταζα ποια θεατρικά έχω στην πάντα, ποια προσφέρονται στη σύνθεση της ομάδας, ποια σηκώνουν διασκευή, ποια θα μπορούσαν να υπερβούν την φετινή επιτυχία. Βάλτε μου μιαν ένεση να ησυχάσω.

Α, ναι, πήγε πολύ καλά η φετινή παράσταση. Όλοι είχαν να πουν τα καλύτερα. Και όσο στεκόμουν στα παρασκήνια και άκουγα τον κόσμο να γελά με τα κείμενά μου, ένιωθα μια αναγνώριση άνευ προηγουμένου. Ούτε στο πτυχίο δεν είχα καμαρώσει έτσι. Είχαμε και μία σκηνικάρα απίστευτη. Επιπέδου θεάτρου Αθηνών. Όταν μπήκα στο θέατρο την πρώτη μέρα και είδα μπροστά μου την απίστευτη δουλειά της Έλενας Κατσούρη εκστασιάστηκα. Δεν έχω ξαναπαίξει ποτέ σε τόσο πλούσιο σκηνικό. Και δεν νομίζω και να ξαναπαίξω. Ο πήχης ανέβηκε, τώρα πια πρέπει να κατεβούν από το Χόλλιγουντ για να ικανοποιηθεί η ματαιοδοξία μου.

Πέρασα φανταστικά με τα παιδιά φέτος.

Να’ ναι καλά όλοι. 


 

Τετάρτη, Οκτωβρίου 09, 2024

Η Σουίτα Μας

It’s that time of the year, που λένε και στο χωριό μου.

Η παράστασή μας είναι την ερχόμενη βδομάδα.

Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος φέτος. Νομίζω η τελευταία φορά που πέρασα καλά σε παράστασή μας ήταν το 2016. Φέτος όμως ανεβάζουμε ένα έργο που πρότεινα εγώ, το μετάφρασα, το διασκεύασα και το σκηνοθέτησα εγώ, και είμαι πανευτυχής γι’ αυτό. Τόσο επειδή οι φίλοι μου στην ομάδα με εμπιστεύτηκαν και με σεβάστηκαν αλλά επειδή έγιναν όλα όπως τα φαντάστηκα, όπως τα ήθελα, χωρίς ιδιαίτερες εκπτώσεις και κυρίως χωρίς προστριβές και εντάσεις με τον σκηνοθέτη. Θα ήταν δύσκολο να έχω προστριβές με τον εαυτό μου, αλλά ικανός θα ήμουν και γι’ αυτό.

Φυσικά έχω τρομερό άγχος για το αποτέλεσμα, αλλά επειδή άρχισα να στήνω την παράσταση αυτή μέσα στο μυαλό μου από πολύ νωρίς και τα είχα όλα έτοιμα μέσα μου, δεν τρέχουμε την τελευταία στιγμή για τίποτα. Την άλλη Πέμπτη μπαίνουμε στο θέατρο και είμαι ενθουσιασμένος.

Να κοπιάσετε να μας δείτε. Τα καθαρά έσοδα διατίθενται όπως πάντοτε για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Κάθε χρόνο διαθέτουμε περί τις €3000 καθαρά κέρδη σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και οργανώσεις. Τα λεφτά σας πιάνουν τόπο! Και η παράσταση δηλαδή να μην σας αρέσει, δεν θα πάει χαμένο το δεκάευρω που πληρώνετε.

Το έργο που θα παίξουμε είναι η διασκευή του «Σουίτα στο Πλάζα» του Νιλ Σάιμον. Το πήρα και το μετάφρασα και το έφερα στα μέτρα μας. Πρόκειται για έργο του 1960 και αντιλαμβάνεστε πολλά πράγματα σήμερα δεν είναι το ίδιο αστεία, ενώ πολλές αναφορές δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολιτικά ορθές. Απεχθάνομαι την πολιτική ορθότητα αλλά εδώ οφείλω να παίξω με τους όρους του σήμερα. Διέγραψα μία πράξη η οποία θεώρησα ότι σήμερα δεν θα μπορούσε να σταθεί, και πρόσθεσα μία δική μου. Όταν λέγω «δική μου», εννοώ κατά-δική μου, την σκέφτηκα εγώ, την έγραψα εγώ, δεν υπάρχει πουθενά αλλού στο σύμπαν. Δεν το είπα στα παιδιά ξεπίτηδες, για να μην τα επηρεάσω και όχι να το παινευτώ, από τις τρεις πράξεις, η δική μου είναι η αγαπημένη τους.

Τις προάλλες στην πρόβα τους έβλεπα να παίζουν κείμενο δικό μου και το πόσο ψωνίστηκα δεν περιγράφεται. Είναι υπέροχο να βλέπεις να ζωντανεύει μπροστά σου κάτι που εσύ έγραψες.

Που λέτε, ναι. Το έργο αποτελείται από τρεις αυτοτελείς ιστορίες που όλες λαμβάνουν χώρα σε μία σουίτα του ξενοδοχείου Πλάζα. Η πρώτη σουίτα βρίσκεται στη Νέα Υόρκη, η δεύτερη στη Ρώμη και η τρίτη στην Αθήνα. Δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Τρεις διαφορετικές ιστορίες σε τρεις διαφορετικές χώρες με κοινό παρανομαστή τη σουίτα στο Πλάζα. Κάτι σαν το τηλεοπτικό «Κόκκινο Δωμάτιο» που βλέπαμε πριν χρόνια στην τηλεόραση από τους Ρήγα- Αποστόλου. Δεν θέλετε και παπά να σας το πει ότι όλες οι ιστορίες είναι κωμικοτραγικές και αφορούν στις ανθρώπινες σχέσεις σε όλες τις εκφάνσεις τους. Το αποτέλεσμα είναι συμπαθέστατο δεδομένου ότι χτίστηκε καθ’ολοκληρία από ερασιτέχνες και περάσαμε τόσο ωραία στήνοντάς το που πιστεύω ότι αυτό θα περάσει και κάτω. Κλισέ, αλλά ισχύει.

Με αυτά τα παιδιά είμαστε οικογένεια πια, δεν μπορείς να φανταστείς πόσο συνδέεσαι με έναν άνθρωπο που μοιράζεσαι μαζί την ίδια σκηνή. Η φετινή είναι η δέκατη μας παράσταση. Δεν παίζουμε οι ίδιοι κάθε χρόνο, αλλά ο βασικός πυρήνας της ομάδας είναι εκεί, και έτσι οι σχέσεις χαλυβδώθηκαν και εδραιώθηκαν στο υποσυνείδητό μας ως αδελφικές.

Οι παραστάσεις θα λάβουν χώρα από τις 18 Οκτωβρίου μέχρι τις 23 Οκτωβρίου στο Θέατρο Δέντρο στις 8:00. Κατ’ εξαίρεση, την Κυριακή 20 Οκτωβρίου παίζουμε στις 18:30, τη λεγόμενη «απογευματινή» για να ξεμπερδεύουμε νωρίτερα. Θα χαρούμε να σας δούμε.

Έχω ενσκήψει τόσο φανατικά σε όλο αυτό το εγχείρημα που εννοείται θα αισθάνομαι κενός μόλις τελειώσει, και ένας Θεός ξέρει τι θα πρέπει να σκαρφιστώ να κάνω για να μην πάθω κατάθλιψη από εκεί και πέρα. 



Κυριακή, Οκτωβρίου 06, 2024

Στο Φεστιβάλ Βιβλίου

Για να δείτε πώς η μαλακία πάει σύννεφο σ’ αυτή τη χώρα…

 

Σήμερα το απόγευμα πήρα την κορούλα μου και πήγαμε στο φεστιβάλ βιβλίου στο πάρκο ακροπόλεως. Ήταν ομολογουμένως πολύ ωραία, είχε πάρα πολύ κόσμο, κάτι που με ξένισε ευχάριστα, αφού είναι απίστευτο ότι τόσος κόσμος ενδιαφέρεται για βιβλία, αλλά αυτός δεν αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της κοινωνίας μας. Όλως περιέργως είχε και δροσούλα το απόγευμα, ήταν ό,τι πρέπει να περάσεις εκεί την ώρα σου. 

 

Πάω κάθε χρόνο στο εν λόγω φεστιβάλ. Φέτος το έχουν επεκτείνει έτι περισσότερον. Έστησαν και δύο εξέδρες. Μία για μια ορχήστρα, δεν ξέρω όμως τι έπαιζε, και μία άλλη στην οποία γινόταν ανάγνωση παιδικών παραμυθιών και βιβλίων. 

 

Πλησιάσαμε για να ξαποστάσουμε λίγο και είδα στη σκηνή της εξέδρας μία κυρία να κρατά ένα μικρόφωνο και να συνομιλεί με πολλά παιδάκια τα οποία ήταν καθισμένα επί σκηνής και άκουγαν αυτά που τους έλεγε. Η παρουσιάστρια σήκωσε δύο παιδάκια, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι και τα ρωτούσε:

 

“Πες μου, Γιωργάκη: Μπορεί ένα αγόρι να παίζει με κούκλες;”

“Όχι βέβαια”, της το ξεκόβει ο μικρός χωρίς να σκεφτεί, “αυτά είναι κοριτσίστικα παιχνίδια”.

 

Ξυνίζει λίγο αυτή, και του λέει τάχα μου αδιάφορα “μάλιστα, ακούσαμε τη γνώμη σου” του απαντά. Αντί να του πει “μπράβο που είπες ελεύθερα τη γνώμη σου” (τι περίμενε, αλήθεια, να της πει ένα εξάχρονο παιδί;) του είπε ένα σκέτο, ψυχρό “ακούσαμε τη γνώμη σου”, η μαλακισμένη. Σαν να του έλεγε “δεν απάντησες σωστά, αλλά έχε χάρη που πρέπει να κρατώ τα προσχήματα.

 

Γυρίζει μετά στο αντίστοιχης ηλικίας κοριτσάκι και το ρωτάει:

 

“Εσύ Ελένη, πιστεύεις ότι μπορείς να παίζεις με τα αυτοκινητάκια του αδελφού σου;”Απορεί το κοριτσάκι με τη μαλακία που το ρώτησαν, γουρλώνει τα μάτια και απαντά: “δεν παίζω με αγορίστικα παιχνίδια”. 

 

Δεν πήγαινε καλά το πράμα. Δεν ήξερε πώς να το χειριστεί η παρουσιάστρια. Δεν μπορούσε να διαολοστείλει τα παιδάκια, ούτε να τα συγχαρεί για το θάρρος της γνώμης τους. Οπότε έβγαλε ένα πιο μεγάλο κορίτσι επί σκηνής, γύρω στα 12, το οποίο είπε με ύφος μαθήτριας που ήξερε την απάντηση που ήθελε να ακούσει η δασκάλα: “δεν υπάρχουν αγορίστικα ή κοριτσίστικα παιχνίδια!” είπε με καμάρι, και όλες οι μαμάδες στις μπροστινές πλαστικές καρέκλες ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Τα προαναφερθέντα παιδάκια των έξι ετών που απάντησαν διαφορετικά κοίταζαν αμήχανα σαν να διερωτούνταν τι μαλακία είπαν. 

 

Η κοινωνία δεν μπορεί να επιβραβεύσει πια την παρρησία. 

 

Ούτε μπορεί να καταλάβει ότι ο κάθε μικρόκοσμος έχει τους κανόνες του. Στον κόσμο των εξάχρονων αυτά ισχύουν. Ο γιος μου, φερ’ ειπείν, μια εποχή αρνούνταν να καθίσει σε ροζ καρεκλάκι επειδή ήταν κοριτσίστικο. Στο σπίτι ουδέποτε είχαμε τέτοια θέματα. Εμείς του φέραμε το ροζ το καρεκλάκι. Βασικά μας το χάρισε μία γειτόνισσα και εμείς του το φέραμε για να κάθεται. Μόλις πήγε σχολείο και κατάλαβε ότι το ροζ είναι συνυφασμένο με τα κορίτσια δεν δεχόταν να καθίσει. Τι να κάναμε; Να του το επιβάλλαμε; Θα κάτσεις με το ζόρι στη ροζ καρέκλα γιατί εδώ μέσα καταπολεμάμε τον σεξισμό; Του εξηγήσαμε ότι τα χρώματα δεν έχουν φύλο. Δεν το δέχτηκε. Προφανώς αυτό ισχύει στον κύκλο του. Οφείλουμε να το σεβαστούμε. 

 

Το τι θα πουν οι φίλοι σου είναι πιο σημαντικό από το τι επιβάλλει η πολιτική ορθότητα. Αν οι φίλοι του γιου μου θεωρούν ξεφτίλα να κάθονται σε ροζ καρέκλα, είναι μεν λάθος, είναι δε σωστό για τους κανόνες που ορίζουν τις δικές τους αντιλήψεις και αναφορές. 

 

Πέραν τούτου, αυτά τα μαθήματα περί χρωμάτων και φύλων, δεν τα κάνεις στα παιδάκια. Τα κάνεις στους γονείς. Δεν θα αλλάξει η ζωή με το να τα “διδάσκεις” σε ανυποψίαστα παιδάκια στην εξέδρα φεστιβάλ βιβλίου. Τα παιδάκια έχουν σοβαρότερες έγνοιες από το αν υπάρχει φυλετικός, χρωματικός διαχωρισμός. Τους γονείς εκπαιδεύεις. Τους μαζεύεις και τους λες “αν παίζει ο γιος σας με κάτι ροζ, ή με κούκλες, δεν πάει να πει ότι θα σας βγει ομοφυλόφιλος. Και αν η κόρη σας παίζει με τρακτέρ δεν πα να πει ότι θα σας βγει λεσβία. Αλλά και λεσβία να σας βγει, δεν υπάρχει πρόβλημα. Ως γνωστόν οι περισσότεροι φοβόμαστε μόνο το πρώτο”.

 

Έχω μπουχτίσει με την ηλιθιότητα. Όπου πας πρέπει να βρεθεί μια κυράτσα να σου κάνει μάθημα. Μια φορά, πέρσι, πήγαμε σε μία παιδοψυχολόγο γιατί ο Αλέξης είχε χτυπήσει δυο παιδιά στο σχολείο και θέλαμε να δούμε πώς θα χειριστούμε τη βία. Η ψυχολόγος με ρώτησε: “Πιστεύεις ότι υπάρχει πατριαρχία στην Κύπρο;” Της ανέπτυξα τις απόψεις μου. Της είπα ότι δεν γνωρίζω τα στατιστικά για να τοποθετηθώ. Τι πάει να πει αν πιστεύω εγώ αν υπάρχει πατριαρχία; Είτε με ρωτάς αν εγώ συμπεριφέρομαι ως πατριάρχης, είτε μου παρουσιάζεις μαθηματικά δεδομένα. Ηλίθια είσαι; Τέλος πάντων. Της είπα ότι “πιστεύω ότι σε κάθε σπίτι υπάρχει ένας που είτε εκούσια είτε ακούσια καταδυναστεύει τους υπόλοιπους όντας ισχυρή προσωπικότητα.”

 

-        Ναι, αλλά πιστεύεις ότι υπάρχει πατριαρχία στην Κύπρο;

-        Σας απάντησα.

-        Άρα, θεωρείς ότι δεν υπάρχει πατριαρχία στην Κύπρο;

-        Από που προκύπτει τι θεωρώ; Σας απάντησα.

-        Δεν μου απάντησες αν πιστεύεις ότι υπάρχει γενικά πατριαρχία στην Κύπρο.

 

Βλέπετε πώς με κατεύθυνε να απαντήσω σ’ αυτό που ήθελε να ακούσει η κακομοίρα; Δεν της έκανα τη χάρη. Της απάντησα, αλλά επέμενε σώνει και καλά να της πω ότι υπάρχει πατριαρχία στην Κύπρο. Εν τω μεταξύ εγώ στον κύκλο μου μόνο ευνουχισμένους σύζυγους έχω, τι πατριαρχία μας τσαμπουνάς κυρά μου; 

 

Ζούμε την εποχή που η σωστή απάντηση δεν είναι μία γνώμη βασισμένη σε κάποιο λογικό επιχείρημα. Βιώνουμε την εποχή που η σωστή απάντηση είναι αυτή που θέλει να ακούσει η πλέμπα. Το πόπολο. Το μόμολο! Χούντα δηλαδή. 

 

Εννοείται με το που ρώτησε σήμερα στο φεστιβάλ βιβλίου η κυράτσα αν τα αγόρια μπορούν να παίζουν με τις κούκλες, πήρα τη Βαγγελιώ, την κάθισα στον αυχένα μου και φύγαμε τρεχτοί. 

 

Δεν θα μας τρελάνετε εσείς! 

Τρίτη, Οκτωβρίου 01, 2024

Τα Κλασσικά Της Αλέξιας


 

Το νέο δεν είναι ότι πήγα και είδα την Αλέξια να ερμηνεύει “Τα Κλασικά” της σε μία επετειακή συναυλία για την 30η επέτειο από την κυκλοφορία του συγκεκριμένου άλμπουμ. Εννοείται πώς θα πήγαινα. Ακύρωσα και την πρόβα του θεάτρου για να προλάβω να είμαι εκεί στις 8:30. 

 

Το νέο είναι ότι εξαιτίας αυτής της επετειακής βραδιάς ανακάλυψα και γνώρισα τη Συμφωνική Ορχήστρα Νέων Κύπρου. Την είχα ακουστά, αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ το μέγεθος του μεγαλείου της. Μίλησα και με άλλους γνωστούς μου εκεί στο θέατρο και όλοι συμφωνήσαμε ότι το κλου της βραδιάς δεν ήταν η Αλέξια αυτή καθαυτή, αλλά το ταλέντο των νεαρών μουσικών μας. Η Συμφωνική Ορχήστρα Νέων Κύπρου αποτελείται από παιδιά και νεαρούς από έξι (!) έως είκοσι-έξι ετών.

 

Είναι παιδιά που έχουν αφοσιωθεί με θρησκευτική ευλάβεια στη μουσική και προκειμένου να κάνουν πρόβες μαζεύονται κάθε Σάββατο από όλες τις πόλεις της Κύπρου για να μελετήσουν νότες, τις περισσότερες φορές σε συναντήσεις οι οποίες διαρκούν μέχρι και δώδεκα ώρες! 

 

Το επίπεδο της Ορχήστρας είναι εξωπραγματικό για τα δεδομένα της παντού μέτριας Κύπρου. Το διαπίστωσα ιδίοις όμμασι και ομολογώ ότι εξεπλάγην και συγκινήθηκα. Υπάρχει μέλλον! Βέβαια μια ορχήστρα που αποτελείται από καμιά πενηνταριά νέους πόσο μέλλον να σου εγγυηθεί, θα μου πείτε. Κι έχετε δίκιο. Αν όμως σκεφτείτε ότι τις προάλλες μου έδειχναν κάτι ξόανα θηλυκού γένους, κυπριακής προελεύσεως να κάνουν βίντεο “get ready with me” στο Tik-Tok και να προβάρουν κρέμες σε απευθείας μετάδοση, το γεγονός ότι το ίδιο βράδυ έγινα κοινωνός ενός τέτοιου θεάρεστου κοντσέρτου με κόσμο που τον ενδιαφέρει η πνευματική του ανάπτυξη, εξισορρόπησε το νευρικό μου σύστημα και αποκατέστησε την πίστη μου στην ανθρωπότητα. 

 

Μπορείτε να εξερευνήσετε περαιτέρω τα της Συμφωνικής Ορχήστρας Νέων Κύπρου εδώ. 

 

Τώρα για τα Κλασικά της Αλέξιας τι να πω. Επρόκειτο για ένα μνημειώδες άλμπουμ της δεκαετίας του ’90. Ήταν και το τελευταίο άλμπουμ της Αλέξιας που μας αφορούσε (άντε, ας βάλω και το Κεκλεισμένων Των Θυρών μέσα ελέω συμπάθειας στο ομότιτλο). Μετά, η πορεία της Αλέξιας άλλαξε, έγινε πιο «σοβαρή» με τα γνωστά αποτελέσματα. Δεν της το συγχώρεσα ποτέ. Την πέτυχα πριν λίγα χρόνια σε ένα φαγάδικο στη Λευκωσία. Στεκόταν στην ουρά για το ταμείο και πήγα και της τα έψαλλα. Ευγενέστατη και γλυκήτατη, αλλά της κατέστησα σαφές ότι με τις τζαζ και τους αυτοσχεδιασμούς της μας στέρησε καλή, διαχρονική, ποπ μουσική.

 

 Θα μου πείτε, τρελή ήταν να μείνει να εξυπηρετεί το ποταπό σύστημα της ελληνικής, μουσικής βιομηχανίας και την υπόγα των δισκογραφικών εταιρειών με τον κάθε λογής ανώμαλο κακοποιητή; Όχι! Πιστεύω ότι θα μπορούσε να βρει έναν σοβαρό συνθέτη και να κάνει πιο ψαγμένα πράγματα, ραδιοφωνικά και φιλικά στο αφτί και να εξελιχθεί πιο ομαλά, παρά να μας κουνήσει το μαντίλι. 

 

Τέλος πάντων, δική της η καριέρα, όπως θέλει τη διαχειρίζεται. 

 

Μόνο η Βίσση ήξερε να διαχειριστεί σωστά το brand της. Καμία άλλη. 

 

Ήταν εξαιρετική η Αλέξια ψες, είπε όλα τα κομμάτια από το άλμπουμ συν ένα από το re-be το οποίο με εξέπληξε ευχάριστα επίσης. Έκανε και ένα αυτοσχεδιασμό, ευτυχώς όχι μεγάλο σε διάρκεια, και γενικά μπορώ να πω ότι άξιζε τα λεφτά της και με το παραπάνω. Επιπλέον, το γεγονός ότι το μισό θέατρο ήταν γεμάτο από φίλους και γνωστούς μας έδωσε στην ατμόσφαιρα ένα τόνο πάρτυ, κάτι το οποίο είχα ανάγκη ως γονέας που πλέον βγαίνει έξω μια φορά το τρίμηνο. Πλέον βλέπω κόσμο να κυκλοφορεί τις νύχτες και εντυπωσιάζομαι. 

 

Όπως και να ‘χει. Χθες συνειδητοποίησα ότι η Αλέξια είναι πια εξήντα ετών! Όχι ότι έχει σημασία, αλλά ένα υπαρξιακό με έπιασε όταν το υπολόγισα. Τα πιο διάσημα σινγκλς από εκείνο το άλμπουμ, ήτοι: «έχω απόψε ραντεβού», «είσαι παιδί μου πειρασμός» και «διπλός, γλυκός καημός» ήταν ντουέτα με τους Βλαχοπούλου, Μπονάτσο και Ζωή Κουρούκλη. Και οι τρεις αποβιώσαντες! Πότε μεγάλωσαν, πότε μας άφησαν τα εφηβικά μας είδωλα, πότε τέλειωσαν όλα, γιατί δεν αναπληρώνεται το κενό, μόνο ο Θεός το ξέρει. 



Τότε, το 1994 και τώρα, το 2024:

Γράψτε λάθος. Ανέβασα ένα βίντεο από το κινητό αλλά ο αρχαίος μπλόγγερ δεν το αναγνωρίζει να το παίξει. Δεν πειράζει.


Μπήκαμε επιτέλους στον δροσερό Οκτώβρη, θα συγκεντρωθώ στις παραστάσεις της θεατρικής μας ομάδας, θα προσπεράσω κι αυτή την κατάθλιψη.



Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 26, 2024

Τα Λόγια Είναι Περιττά

 Άκου τώρα τι συμβαίνει με τη Μαρινέλλα.

Έχει από χθες βράδυ που έγινε το συμβάν που κάθομαι και στεναχωριέμαι επειδή η Μαρινέλλα ήταν η αγαπημένη τραγουδίστρια του πατέρα μου (μαζί με τη Μοσχολιού), και το γεγονός ότι ήταν ακόμη εν ζωή και ενεργή αποτελούσε για μένα μία παρηγοριά. Από την ώρα που λιποθύμησε στη σκηνή του Ηρωδείου, παρακολουθώ ενδελεχώς τα ιατρικά ανακοινωθέντα και αγωνιώ για την υγεία της γιατί, «ήταν η αγαπημένη του πατέρα μου» και ενδόμυχα φοβάμαι μήπως στεναχωρηθεί κι αυτός όταν το μάθει. Σημειώστε, πάνε και 15 χρόνια που πέθανε ο πατέρας μου. Κι όμως, χωρίς να το θέλω, ανησυχώ για τη Μαρινέλλα για χάρη του!

Τι σου είναι ο νους! Τι σου είναι το πένθος! Να ανησυχείς για την αγαπημένη τραγουδίστρια αποθανόντα συγγενή σου. Έτσι γίνεται όμως. Και εμένα η μάνα μου, μου έχει πει πολλές φορές ότι αντιπαθούσε τη Βίσση πριν γίνει η αγαπημένη μου τραγουδίστρια, ενώ τώρα όποτε την πετύχει σε τηλεόραση ή στο ραδιόφωνο κάθεται και την ακούει και μάλιστα την υπερασπίζεται όταν βρίσκεται σε κάποια παρέα και τη θάβουν.

Από τη μέρα που πέθανε ο πατέρας μου αγάπησα όλη τη μουσική που άκουγε, έχω και ειδικό playlist στο itunes μου που λέγεται «τα τραγούδια του παπά μου», τα οποία παίζω από καιρού εις καιρόν εν είδει μνημοσύνου. Δεν πάω ποτέ στο κοιμητήριο. Όποτε θέλω να επικοινωνήσω μαζί του, παίζω τα τραγούδια του. Όλους αυτούς τους «γέρους» που όταν ήμουν μικρός αναρωτιόμουν πότε θα αποσυρθούν να ησυχάσουμε τώρα πια όχι μόνο τους αγαπώ αλλά έχω μάθει τα τραγούδια τους  απ' έξω και εξερευνώ περαιτέρω τη μουσική πορεία τους. Τόλη Βοσκόπουλο, Μοσχολιού, Στράτο Διονυσίου, Πάριο, Μπιθικώτση. Είναι όλοι τους ένα βάλσαμο στην καρδούλα μου όποτε με πιάνει νοσταλγία.

Γι αυτό ανησυχώ για τη Μαρινέλλα. Δεν θέλω να πάθει τίποτα. Θέλω να υπάρχει για να νιώθω μία ψυχολογική ασφάλεια, ότι παραμένει από το τότε κάτι ζωντανό.

Στο διά ταύτα, να σας πω ότι δεν θύμωσα καθόλου με την αναπαραγωγή του βίντεο της πτώσης. Ζούμε στο 2024 και είμαστε άπαντες με ένα κινητό στο χέρι όλο το εικοσιτετράωρο καταγράφοντας ακόμη και τη συχνότητα των αναπνοών μας. Το συμβάν αυτό θα γλίτωνε τη διάδοση; Εδώ στο τουίτερ υπάρχει ολόκληρος λογαριασμός που ανεβάζει βιντεάκια από ανθρώπους που πέθαναν από ατυχήματα και βλέπεις φάτσα κάρτα διάφορους να τους πατά το τρένο, να παθαίνουν ηλεκτροπληξία, να πέφτουν από ταράτσες. Η Μαρινέλλα θα γλίτωνε; Δεν το βρίσκω κομψό, αλλά τι έμεινε κομψό στον κόσμο αυτό; Εννοείται θα το αναπαρήγαγαν όλα τα σάιτ και όλα τα κανάλια. Δεν με ενοχλεί τόσο αυτό.

Με ενοχλεί η κακία που γράφεται κάτω από τις αντίστοιχες ειδήσεις για την ηλικία της. «Είναι 86 ετών έπρεπε να ξέρει πότε να αποσυρθεί». Α, ρε κακομοίρες! Γεμίστε κι εσείς το Ηρώδειο μια φορά στη ζωή σας, ακούστε χιλιάδες κόσμου να σας αποθεώνει κι ελάτε πείτε μου αν μπορείτε ποτέ να χορτάσετε την αποθέωση. Εγώ εδώ που παίζω ένα θεατράκι με τους φίλους μου κάθε χρόνο και είναι τόση η χαρά που βιώνω σ' όλη αυτή τη διαδικασία και δεν θέλω να το αποχωριστώ. Και θα αποδεχτεί η Μαρινέλλα που γέμιζε στάδια, που πούλησε εκατομμύρια δίσκους, που τραγούδησε στους Ολυμπιακούς, στη Γιουροβίζιον, σε θέατρα σε όλο τον πλανήτη ότι έγινε 86 και πρέπει να σταματήσει; Σταματήστε εσείς. Δημόσιοι υπάλληλοι πίσω από ένα γραφείο μια ζωή βάζουν στάμπες και γεμίζουν φάιλς, και όταν έρθει το πάρτι αφυπηρέτησης δακρύζουν (ίσως από χαρά δεν παίρνω όρκο). Και απαιτείτε από τη Μαρινέλλα, τον Πάριο, τη Βίσση και όλες αυτές τις τιτάνιες μορφές του ελληνικού τραγουδιού να δεχτούν ότι «πάει, τέλειωσε», επειδή μεγάλωσαν;

«Η Αλεξίου γιατί ήξερε πότε να αποσυρθεί;» γράφει μια ηλίθια. Η Αλεξίου δεν αποσύρθηκε λόγω ηλικίας. Αποσύρθηκε γιατί δεν μπορούσε πια να ελέγξει τη φωνή της. Άλλο το ένα, άλλο το άλλο. Η Μαρινέλλα, ακόμη και στο δευτερόλεπτο της πτώσης της, πατούσε πάνω στον τόνο του τραγουδιού.

Και στο κάτω κάτω, απ’ αυτό το επάγγελμα δεν αποσύρεσαι. Σε αποσύρουν! Αν η Μαρινέλλα είναι 86 και καταφέρνει να γεμίζει το Ηρώδειο και μάλιστα με το πιο φθηνό εισιτήριο στα €70(!) και το πιο ακριβό στα €300+, αντιλαμβάνεστε ότι δεν ήταν ακόμη η ώρα της απόσυρσης. Γεμίστε μία τάξη με 20 άτομα και προσπαθήστε να τους επιβληθείτε και να έχετε την προσοχή τους για τρεις ώρες, να δω κάτι. Αφού δεν μπορείτε, δεν δικαιούστε να έχετε άποψη για το πότε θα αποσυρθεί η κάθε Μαρινέλλα.

Αλλά κι άντε και αποσύρθηκε η Μαρινέλλα. Ποιος θα γεμίζει το Ηρώδειο βρε μπούφοι, η Μαρίνα Σάττι; Υπάρχει σήμερα Έλληνας καλλιτέχνης που να έχει καριέρα εφάμιλλη των προαναφερθέντων; Και μη μου πείτε τώρα για τον Κωνσταντίνο Αργυρό. Ναι, οκ, στους τυφλούς βασιλεύει ο Αργυρός. Αλλά δεν μπορεί να υπάρξει σύγκριση με τα ιερά τέρατα της δεκαετίας του ’60 και ’70!

Άσχετο, αλλά, θυμήθηκα τώρα και γελώ, που στα 90’ς κάποιοι μου έλεγαν «τι θέλει η Βίσση και συνεχίζει το τραγούδι στα 40 της;!» Ηλικιακός ρατσισμός άλλου επιπέδου!

Περαστικά στη Μαρινέλλα! 

Θα κλείσουμε με το «Τολμώ». Το αγαπημένο μου τραγούδι της.

Όλοι όρθιοι:

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 22, 2024

Επίπεδο Δελφινάριο

Με εντυπωσιάζει το πώς δίνεται τόση συνέχεια στο θέμα του Σεφερλή και στη σάτιρα που ασκεί στα, τάχα μου, «μη δυαδικά άτομα» μέσω της μεταμφίεσης του στον Νέμο, τον φετινό νικητή της Γιουροβίζιον. 

 

Με εντυπωσιάζει γιατί συνηθίσαμε αυτές οι τηλεοπτικές κόντρες να διαρκούν το πολύ μία βδομάδα και μετά να προχωράμε στην επόμενη. Η συγκεκριμένη κόντρα προφανώς καλά κρατεί, έχει ήδη κλείσει δεκαπενθήμερο και οδεύει ακάθεκτη προς το εικοσαήμερο! 

 

Σκέφτηκα και προηγουμένως να θίξω το ζήτημα, αλλά δίστασα. Δίστασα γιατί ουδεμία διάθεση έχω να κάθομαι να εξηγώ τα αυτονόητα, από την άλλη διαπιστώνω ότι ζω σε ένα κόσμο που τα αυτονόητα δεν είναι τόσο αυτονόητα, οπότε γιατί να μην πω κι εγώ τη γνώμη μου; Δημοκρατία έχουμε! Τουλάχιστον στα χαρτιά. 

 

Πριν πω τη γνώμη μου, όμως, θα σας πω μιάμιση ιστορία.

 

Η ιστορία αφορά στον δεύτερο μεγαλύτερο καβγά που είχα με τη Μπρέντα όταν τα πρωτοφτιάξαμε! Τον θυμάμαι έντονα αυτόν τον καβγά γιατί είχε διάρκεια πάνω από 45 και έλαβε χώρα μέσα στο πάρκινγκ του Friday’s απέναντι από το Θέατρο Διόνυσος στη Λευκωσία. Τω καιρώ εκείνω, το 2011 αν θυμάμαι καλά, παιζόταν εκεί η κωμωδία του Λώρη Λοϊζίδη, «Κοτζιακάρο-τέζα». Επρόκειτο για διασκευή της αθηναϊκής κωμωδίας «Σεσουάρ Για Δολοφόνους». Γνωρίζετε την αγάπη που τρέφω για τις διασκευές στην κυπριακή διάλεκτο, αλλά για κάποιο περίεργο λόγο έτυχε να βρεθώ κι εγώ σε εκείνη την παράσταση. Νομίζω είχα πάει με μία φίλη μου που ήθελε να με διασκεδάσει λίγο, γιατί μόλις είχε πεθάνει ο πατέρας μου και θέλησε να με βγάλει από το σπίτι. 

 

Εν πάση περιπτώσει. Θυμάμαι ότι είχα περάσει πάρα πολύ ωραία στην παράσταση, ότι γελούσα ασταμάτητα και ότι βγαίνοντας, παρότρυνα και τη Μπρέντα να πάει να το δει. Ήμασταν ακόμη στις αρχές της σχέσης, δεν είχε δέσει το γλυκό, και εξακολουθούσαμε να βγαίνουμε μόνοι μας, ξεχωριστά, και με άλλες παρέες. Εξ ου και όταν της πρότεινα να πάει να δει τη συγκεκριμένη παράσταση το έπραξε πηγαίνοντας με τη μητέρα της.

 

Εξερχόμενοι του θεάτρου η Μπρέντα πήρε τηλέφωνο να μου τα ψάλλει, και να μου πει ότι έχασε πάσα ιδέα για το ποιόν μου, και ότι δεν μπορούσε να χωνέψει ότι εγώ, ο άντρας με τον οποίο ξεκινούσε μία σχέση, πήγα και είδα το συγκεκριμένο έργο και ότι μάλιστα το βρήκα και ωραίο! Η κλήση είχε διάρκεια 45’ όπως σας είπα και πιο πάνω, και θα μπορούσε να αποτελεί μέρος συμποσίου περί χιούμορ και γούστου. 

 

Της είχα εξηγήσει, και θα το επαναλάβω και εδώ για τις ανάγκες αυτού του κειμένου, ότι τα πάντα μπορώ να τα βρω αστεία αν βρίσκομαι στη σωστή διάθεση, στο κατάλληλο mood. Η Μπρέντα δεν μπορούσε να το δεχτεί. Προσέγγιζε το ζήτημα με τόση αυστηρότητα που αρνούνταν ότι υπάρχουν στιγμές που είναι δυνατόν να γελάσεις και με έναν παλιάτσο που κάνει μία τούμπα και πέφτει κάτω, με τον χοντρό και λιγνό, με τον Μπέννυ Χιλλ, με τον Λώρη Λοϊζίδη και εν τέλει με τον Σεφερλή. 

 

«Δεν είναι αυτό χιούμορ επιπέδου».

 

Και από πότε είμαστε αναγκασμένοι να γελάμε μόνο με χιούμορ επιπέδου; 

 

Όπως επιλέγουμε να ακούσουμε Τσαϊκόβσκι τη μια μέρα και την άλλη τη βρίσκουμε με Πάολα, όπως τη μια μέρα τρώμε σε ακριβό, γκουρμέ εστιατόριο και την άλλη θέλουμε ένα τοστ από μία καντίνα, έτσι και στο χιούμορ. Μπορεί τη μιά μέρα να γελάσουμε με Σεφερλή, και την άλλη με Ρίκι Τζερβές. Είναι δικαίωμά μας και είναι πολυτέλειά μας να μπορούμε να προσαρμοζόμαστε σε όλα τα μήκη και πλάτη. Κατ’ ακρίβεια, πιστεύω ότι εκείνος που τρώει μόνο γκουρμέ ή μόνο junk food είναι εκείνος που έχει το πρόβλημα και όχι εκείνος που μπορεί να τα συνδυάζει ανάλογα το κέφι του. 

 

Τούτων λεχθέντων, δεν χρειάζεται να πω περισσότερα. Δεν θα επιλέξω να πάω στον Σεφερλή. Δεν θα πάω στην Αθήνα για να πάω στο Δελφινάριο (πήγαινα βέβαια όταν ήμουν μικρός και έβλεπα εκεί τον Σωτήρη Μουστάκα και τη Βάσια Τριφύλλη, αλλά ήμουν 14 ετών), αλλά μου έχει τύχει να πέσω πάνω σε παράστασή του Σεφερλή στο Youtube και να δω αποσπάσματα και να σκάσω στα γέλια. Μου έχει τύχει και το αντίθετο, να δω δηλαδή κάποιο απόσπασμα και να σκεφτώ «τι μαλακίες είναι αυτές», επίσης. Δεν είναι όλα άσπρο-μαύρο σ’ αυτή τη ζωή. Είναι όλα θέμα σωστής στιγμής

 

Σε όλα αυτά, παρακαλώ, προσθέστε και τη ψυχολογία του πλήθους. Μία φίλη που απεχθάνεται τον Λούη Πατσαλίδη και τον βρίσκει φρικτό από τηλεοράσεως (και εγώ μαζί της), μου είπε ότι έτυχε να βρεθεί σε λάιβ του και επειδή ήταν τέτοια η ατμόσφαιρα μέσα στο μπαρ, ήταν και το ακροατήριο στα πάνω του με τα ποτάκια του, ό, τι έλεγε ο Λούης το έβρισκαν αστείο και πέρασε καταπληκτικά. Παίζει τρομερό ρόλο το πώς και κυρίως το πού λέγεται το συγκεκριμένο αστείο.

 

Το να μου επιβάλλεις με τι θα γελάσω, το βρίσκω φασιστικό και ελιτίστικο. Η λέξη φασισμός είναι κάτι που σιχαίνομαι έτσι κι αλλιώς, αφού είναι μία λέξη που χρησιμοποιούν οι Αριστεροί κατά κόρον εκφυλίζοντας το νόημά της και έχει καταλήξει να μη σημαίνει τίποτε. Αλλά επί της ουσίας αυτό πιστεύω. Ότι είναι φασισμός να μου επιβάλλετε με τι θα γελάσω. Με ό,τι θέλω θα γελάσω και αν σας αρέσει έχει καλώς. 

 

Πέρσι είχα γνωρίσει κάποιον ο οποίος όταν άκουγε τα αστεία με τα οποία γελούσαμε σε μια παρέα και τα οποία έβρισκε ξεπερασμένα, μας διέκοπτε λέγοντας μας: «better jokes please». Στα αγγλικά κιόλας! Όχι χρυσέ μου. Με αυτά γελάμε και αν δεν σου αρέσει φεύγοντας κλείνεις και την πόρτα! (Αυτή ήταν η άλλη μισή ιστορία που σας έταξα στην αρχή του κειμένου).

 

Και περνάμε στο άλλο επιχείρημα τώρα, αυτό του Σεργουλόπουλου, ότι τάχα μου, μπορεί να το χιούμορ να έχει απήχηση αλλά «πληγώνει συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες». Μεγαλύτερη μαλακία δεν έχω ξανακούσει στα 44 μου χρόνια. Από πότε οι κοινωνικές ομάδες μοιράζονται το ίδιο χιούμορ, τις ίδιες ευαισθησίες; Ποια μονάδα μέτρησης χρησιμοποιήθηκε για να καταλήξουμε ότι «οι κοινωνικές ομάδες πληγώνονται»; Από πότε υπάρχουν ομοιογενείς κοινωνικές ομάδες (διαφωνώ κάθετα και με τον όρο «κοινωνική ομάδα» έτσι κι αλλιώς, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας) οι οποίες θίγονται με τα ίδια πράγματα;

 

Ο Σεφερλής ανάρτησε ένα βίντεο στο οποίο ο Σεργουλόπουλος διακωμωδεί τους Κυπρίους. Με βάση τα όσα είπε ο Σεργουλόπουλος στο κωμικό σκετς, εγώ ώντας Κύπριος ανήκω στην κοινωνική ομάδα των Κυπρίων και πρέπει να θιχτώ από την στερεοτυπική μας απεικόνιση. Να θιχτώ επειδή διακωμώδησε την προφορά μας και ούτω καθεξής. Όχι μόνο δεν θίγομαι, αλλά προσωπικά δεν θεωρώ ότι ανήκω ιδιαίτερα σε οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα που να με τσουβαλιάζει, πολλώ δεν μάλλον με τους Κυπρίους. Στη θέση του, θα μας έκραζα κι άλλο κατ’ ακρίβειαν.

 

Ό,τι τι; Έχουμε όλοι οι Κύπριοι την ίδια ευαισθησία απέναντι στη σάτιρα; Θιχτήκαμε όλοι το ίδιο; Υπάρχει κάποια επιστημονική έρευνα που να συνδέει την αντίληψη και τον ερεθισμό με την καταγωγή; Υπάρχει οτιδήποτε που να συνδέει τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τη φυλή, το χρώμα των μαλλιών με την αντίδραση στο χιούμορ; Δηλαδή παλιά όταν λέγαμε ανέκδοτα για τις ξανθές αυτές έχαναν τον ύπνον τους; Θεωρούνταν «κοινωνική ομάδα που στεναχωρέθηκε;» Αυτά είναι ΜΑ-ΛΑ-ΚΙ-ΕΣ. Κι αν υπάρχει κόσμος που θίγεται επειδή κάποιος έπιασε στο στόμα του κάποιο χαρακτηριστικό του, τότε το πρόβλημα το έχει ο ίδιος, όχι ο ομιλών. 

 

Θυμήθηκα τώρα μία ηλίθια, όταν ήμουν 25 χρονών, σε μία καφετέρια όπου καθόμουν με τους φίλους μου και ήταν κι αυτή μαζί μας, και μου είπε «σε παρακαλώ μην ξαναπεις τη λέξη «μαλάκας» γιατί δεν μπορώ να την ακούω».

 

Αντιλαμβάνεστε το μέγεθος της γελοιότητας. Ε, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει σήμερα με την πολιτική ορθότητα και τις «κοινωνικές ομάδες». Κοινωνικές ομάδες, τάχα μου... μόνο τα ζώα ομαδοποιούνται σε κατηγορίες! 

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 18, 2024

Κορούνια

 Πέρασαν πολλές μέρες από το ταξίδι και στο μεταξύ βιώνω τα ανομολόγητα, αλλά σας έταξα ότι θα τελειώσω αυτή την ενότητα και θα το πράξω.

Λοιπόν,

Ο επόμενος σταθμός ήταν η Κορούνια.

Η Κορούνια ήταν ο πρώτος σταθμός που άρχισα να περνώ ωραία. Προσοχή! Και στους προηγούμενους σταθμούς είδα πράματα και θάματα αλλά στην Κορούνια περνούσα συνειδητοποιημένα ωραία. Και εν μέρει αυτό οφειλόταν στο ότι τα παιδιά ξύπνησαν καλά και δεν είχαν πυρετό. Φυσικά μέχρι να φύγουμε από ‘κει ξανανέβασαν και τα δύο. Αλλά πρόλαβα και απήλαυσα την πόλη.

Η Κορούνια ήταν μία πολύ ευχάριστη έκπληξη. Για το Μπιλμπάο ήξερα τι να περιμένω, το έχουν επισκεφθεί πολλοί και διάφοροι και σου μεταφέρουν ότι αξίζει να το δεις. Κόσμο που πήγε στην Κορούνια δεν γνώρισα. Οπότε δεν ήξερα τι να περιμένω. Ναι, είναι άλλη μία ισπανική πόλη, αλλά η μέση ισπανική πόλη είναι πολύ ομορφότερη από οτιδήποτε έχεις επισκεφθεί, οπότε η Κορούνια ήταν τρομερά ευχάριστη.

Ενόσω καθίσαμε εκεί, στις όχθες της Γκαλίθια επισκεφθήκαμε τον φάρο της πόλης, τον οποίο υποτίθεται ότι έκτισε ο δικός μας, Ηρακλής. Τι σχέση έχει ο μυθολογικός Ηρακλής με τη Γαλλικία ένας Θεός ξέρει, εγώ πάντως χαίρομαι να βλέπω ελληνικά στοιχεία όπου κι αν ταξιδεύω. Περάσαμε από τις παραλίες της πόλης, είχε όμως συννεφιά και έμοιαζαν γκρίζες, ενώ επίσης, περάσαμε και από το μεγάλο ψηφιδωτό χταπόδι, το οποίο αποτελεί πόλο έλξης φωτογραφιών για όλους τους τουρίστες. Το χταπόδι εντυπωσίασε τον γιο μου, ο οποίος δεν χόρταινε να φωτογραφίζεται μαζί του. Δεν είναι τίποτα το σπουδαίο. Είναι απ’ αυτές τις χαζοχαρούμενες πινελιές που για κάποιο ανεξήγητο λόγο σε ενθουσιάζουν όταν ταξιδεύεις. Κάτι τέτοια λείπουν από την Κύπρο, αλλά όταν τα λέω εγώ εκνευρίζονται οι οικολόγοι.

Καθίσαμε στην κεντρική πλατεία μπροστά από το Δημαρχείο για φαγητό και μπύρες. Η κεντρική πλατεία ονομάζεται «Πλατεία Μαρίας Πίτα». Ξέρω, ακούγεται πολύ κυπριακό το όνομα. Όμως δεν πρόκειται περί αστείου. Η Μαρία Πίτα ήταν μία ηρωίδα του Μεσαίωνα η οποία έσφαξε πάρα πολλούς Άγγλους αποικιοκράτες και απελευθέρωσε την πόλη της. Το άγαλμά της δεσπόζει στο κέντρο της πλατείας. Κάτι σαν τον Γουλιέλμο Τέλλο στο γυναικείο. Συμπαθεστάτη η κυρία, πολύ το χάρηκα που τη γνώρισα.  

Περπατήσαμε στο κέντρο της πόλης. Η Ισπανία μου ασκεί μία ανεξήγητα μεγάλη γοητεία και το επιβεβαιώνω κάθε φορά που βρίσκομαι εκεί. Νιώθω ότι έζησα μια άλλη ζωή κάποτε εκεί, ότι θα μπορούσα να ζήσω εκεί για πάντα. Το κέντρο της πόλης είναι γεμάτο από pop culture αναφορές, βλέπεις διάφορους υπερήρωες να κρέμονται από διάφορα κτήρια της πόλης στα καλά καθούμενα και κάτι τέτοια μας ενθουσιάζουν οικογενειακώς.

Φωτογραφίες:



Το κάστρο της πόλης. Ένα δείγμα. Το είδαμε εκ του μακρόθεν. Δεν έχω ιδέα πότε και για ποιο σκοπό ακριβώς χτίστηκε. Μια φωτογραφία του και πολύ του πέφτει, έχουμε και στην Πάφο άσκοπα κάστρα. 


Ακολουθεί ιστορία που θα μπορούσε να ήταν ελληνική. Βλέπετε αυτό εδώ το "κτήριο;" Είναι ένα... μνημείο. Τι συμβολίζει; Το 1992 ένα πλοίο που κουβαλούσε τεράστια εμπορευματοκιβώτια τράκαρε στην προβλήτα του λιμανιού καταστρέφοντας μέρος αυτής και βυθίζοντας μερικά από τα containers που κουβαλούσε. Προκειμένου να θυμούνται αυτό το μεγάλο ατύχημα, οι Ισπανοί έχτισαν αυτό το πράγμα για να τους θυμίζει το συμβάν και να είναι πιο προσεχτικοί στο μέλλον. 


Αυτός, στο βάθος, είναι ο φάρος του Ηρακλή που σας έλεγα. Παραδόξως, ο κύριος που βλέπετε πιο μπροστά, αυτός με την ασπίδα, δεν είναι ο Ηρακλής. Είναι ο Μπρεογκάν, ένας άσχετος μυθολογικός ήρωας που ουδεμία σχέση έχει με τον Ηρακλή ή την ιστορία του. Κουφό; Ε, οκ, στην Ισπανία είμαστε, ό,τι θέλουν κάνουν. 


Εδώ είναι το κέντρο της πόλης. Όπως βλέπετε τα κτήρια κοσμούνται από τα γνωστά miradores που είναι ουσιαστικά τζαμαρίες που σου επιτρέπουν να απολαμβάνεις τη θάλασσα. Δεν αναδεικνύονται στη φωτογραφία, όπως βλέπετε ήταν χάλια ο καιρός. Το καλύτερο timing διαλέξαμε για καλοκαιρινές διακοπές... 




Επάνω: Ο Μπάτμαν στην ταράτσα μίας τράπεζας, και κάτω: ο Σπάιντερμαν κρέμεται από έναν οβελίσκο. Ό,τι να'ναι. Μια φορά ο γιόκας μου τα χάρηκε. 


Και κάπου εδώ τέλειωσε η Κορούνια. Ο επόμενος μας σταθμός ήταν στη Χάβρη της Γαλλίας. Φτάνοντας στη Χάβρη τα παιδιά ήταν πάρα πολύ άρρωστα. Τόσο πολύ που αναγκαστήκαμε να ζητήσουμε τη βοήθεια του «γιατρού του πλοίου». Για όσους ταξιδεύσατε με Royal Caribbean θα ξέρετε τι πάει να πει αυτό. Γδάρσιμο! Για να δει την κορούλα μου η γιατρός του πλοίου και να της αφιερώσει ένα τέταρτο από τον χρόνο της, χρεωθήκαμε $240! Επί της ουσίας δεν μας έκανε καμία διάγνωση. Επιβεβαίωσε μόνο τα συμπτώματα που της περιγράψαμε ότι είχε και μας έδωσε λίγη αντιβίωση μέσα σε ένα διάφανο μπουκαλάκι το οποίο δεν ξέραμε καν αν περιείχε ό,τι μας είπε.

Το φυσάω και δεν κρυώνει αλλά δεν μπορούσαμε να το ρισκάρουμε άλλο. Είχε σχεδόν τελειώσει το ταξίδι και ειδικά η Μπουμπού ήταν η προσωποποίηση της ταλαιπωρίας. Με όλα αυτά δεν είχαμε κέφι να κατέβουμε στη Χάβρη. Είχαμε κλείσει εκδρομές να ταξιδέψουμε στη Ρουέν η οποία είναι μια υπέροχη γραφική πόλη μιάμιση ώρα απ’ τη Χάβρη αλλά ήμασταν τόσο ξενερωμένοι με το μάτι που έπεσε επάνω μας, που αποφασίσαμε να μην κατέβουμε. Μείναμε στο πλοίο και φχαριστηθήκαμε τις ανέσεις του τηρουμένων των αναλογιών. Ύπνος για τα μωρά και γυμναστήριο για μένα. Το πόσο φαγητό τρως στην κρουαζιέρα δεν περιγράφεται. Αν δεν κάψεις και τίποτα στην πορεία, επιστρέφεις Κύπρο δέκα κιλά βαρύτερος.

Σαν να μην έφτανε όλη αυτή η γκίνια, είχαμε κι άλλα. Μία εκδρομή που κλείσαμε να πάμε στο Ουΐνσδορ με την επιστροφή μας στην Αγγλία η οποία μάλιστα θα τελείωνε στο αεροδρόμιο του Χίθροου, ακυρώθηκε από την εταιρεία και έτσι δεν είχαμε τρόπο να πάμε στο αεοδρόμιο. Μας επέστρεψαν μεν τα χρήματά μας, αλλά έπρεπε τελευταία στιγμή να βρούμε τρόπο να πάμε από το Σαουθάμπτον στο αεροδρόμιο. Σημειώστε ότι η πτήση μας ήταν αργά το απόγευμα, στις 6:30, οπότε θα έπρεπε να περάσουμε όλη την Κυριακή στο αεροδρόμιο. Εκεί τα πήρα.

Δεν το σκέφτηκα δυο φορές. Με το που κατεβήκαμε στο Σαουθάμπτον πήραμε National Express για αεροδρόμιο. Φτάνοντας εκεί αφήσαμε τις βαλίτσες σε μία υπηρεσία και πήραμε το γρήγορο τρένο για Λονδίνο. Αυτό δεν ήταν στο πρόγραμμα, αλλά το χρειαζόμουν. Κατέβηκα Bond street, μπήκα με τον Αλεξάκο και τη Βαγγελιώ μέσα στο Disney Shop και το HMV, τους αγόρασα όλη τους την προίκα ως αποζημίωση και ψυχική οδύνη και επέστρεψα τρεις ώρες αργότερα στο αεροδρόμιο όπως τους Μπέκαμ! Φορτωμένος ψώνια και σακούλες. Πολύ χωριάτικο, το ξέρω. Αλλά δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τελειώνει αυτό το ταξίδι χωρίς να μου βγει ξινό. Έπρεπε να τελειώσει όπως ήθελα εγώ. Και αφού τίποτα δεν πήγε όπως έπρεπε θα τα ξόδευα όλα σε παιχνίδια και μπιχλιμπίδια, να φύγω με το χαμόγελο στα χείλη.

 Και αυτό έπραξα.