Το επίπεδο της ζητιανιάς έχει περάσει σε άλλο επίπεδο στην Κύπρο.
Θυμάστε παλιά που σου ζητούσαν ψιλά και επειδή υποψιαζόσουν ότι επρόκειτο
περί τοξικομανές πρεζάκι τον προσπερνούσες άνευ τύψεων; Τώρα έμαθαν νέο τροπάρι
και σε πατάνε σε πιο ευαίσθητο σημείο. Τώρα σου λένε ότι « πεινάνε» σκέτο, και
ότι θέλουν κάτι να φάνε. Ποιος άνθρωπος θα μείνει ανεπηρέαστος κι ασυγκίνητος μπροστά στη θέα ενός
ανθρώπου που σου ζητά κάτι να φάει; Ειδικά μάλιστα όταν εσύ κατευθύνεσαι στο
γκισέ για να παραγγείλεις κάτι να φας ως πολίτης του πρώτου κόσμου – λέμε τώρα.
Τι ψυχή έχει ακόμα ένα σάντουιτς, τι ψυχή έχουν τρία ευρώ όταν έχεις μπροστά
σου κάποιον που πεινά;
Ευκαιρία να πάω στον Παράδεισο, σκέφτηκα, ας πάρω του ανθρώπου κάτι να
φάει, να κάνω την καλή πράξη της ημέρας. Πάω στο φαγάδικο παραγγέλνω για μένα
και παίρνω ακριβώς το ίδιο φαγητό και για τον πεινασμένο ζητιάνο, χωρίς καμία απολύτως διαφοροποίηση, μην πει ότι εγώ τρώω το καλό και αυτού του πετάω τα αποφάγια. Με
το που βλέπει τι του πήρα, μια κανονική μερίδα με πατάτες και αναψυκτικό μαζί,
γυρνάει και μου λέει: «δεν είχε τίποτε καλύτερο;»
Α, ωραία θα τα πάμε, σκέφτηκα, αυτός πρέπει να φάει ξύλο, όχι φαγητό. Δεν
του απαντώ καθότι ο στόχος είναι ο παράδεισος. Του παραδίδω τον δίσκο με το
φαγητό και συνεχίζει: «μπορείτε να τους πείτε να το ετοιμάσουν για το σπίτι;
Δεν θέλω να το φάω εδώ!» Ο εκνευρισμός μου χτυπά κόκκινο, δεν του απαντώ τίποτα
και απομακρύνομαι. Κάθομαι να φάω σε μια γωνιά και τον παρακολουθώ. Ζητά μία
σακούλα να βάλει μέσα το φαγητό που του αγόρασα και φεύγει. Επιστρέφει πέντε
λεπτά μετά και αρχίζει το ίδιο τροπάριο με νέους περαστικούς ότι τάχα μου πεινάει
και θέλει να φάει.
Στα τσακίδια ο παράδεισος, τώρα να δεις τι έχει να γίνει, λέω από μέσα μου. Συνεχίζω να τρώω και να τον παρατηρώ έκθαμβος που όλοι οι μαλάκες που τον λυπήθηκαν και τον τάισαν ήταν άντρες, όλοι όσοι τον προσπέρασαν ήταν γυναίκες. Ξάφνου τον βλέπω να πλησιάζει μία γριούλα, της πουλά ξανά το παραμύθι κι εκείνη το χάβει, του γνέφει να την ακολουθήσει, οπότε δεν άντεξα. Σηκώθηκα πάνω, πήγα και τη βρήκα επί τόπου και της είπα διακόπτοντας: «τον τάισα εγώ πριν πέντε λεπτά. Δεν είπε καν ευχαριστώ! Κάνει το ίδιο πράγμα με όλους, τον παρακολουθώ για ώρα». Έντρομη η γριούλα απομακρύνθηκε κακήν κακώς. Γυρνά με θράσος και μου λέει το ζώον: «είναι κακό που πεινάω;» Τώρα που θα καλέσω και τον σεκιούριτι να δεις τι έχει να γίνει, του λέω. Πήγα και τον κατήγγειλα και μου είπαν: «α, είναι γνωστός αυτός, μας τον καταγγέλλουν κάθε μέρα!» Κι εσείς τον ανέχεστε φυσικά, γιατί έτσι είναι αυτή χώρα, μπουρδέλο.
Ωραιότατα!
Να προσέχετε ποιους ταΐζετε. Ο τύπος ήταν αρτιμελέστατος, λαλίστατος και προ πάντων αγνώμων. Αν πεινάει να πάρει τα ξερά του και να πάει να βρει μια δουλειά. Και επιτέλους, ας τους το υποδεικνύουμε. Μην χάφτετε τα "πεινάω".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου