Δευτέρα, Ιουλίου 30, 2018

Τα Μαστόρια

Με την ανακαίνιση του σπιτιού μας δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα.

Για τους πιο κάτω λόγους.

Από νωρίς αντιλήφθηκα ότι «το σπίτι των ονείρων μου» δεν θα ζήσω να το δω. Ό, τι ιδέα είχα για εκείνο το σπίτι απορρίφθηκε λόγω κόστους και λόγω δυσκολίας στην εκτέλεση. Όλα αυτά που έβλεπα στα περιοδικά και ήθελα να τα υιοθετήσουμε, όλα εκείνα τα παράξενα και πρωτότυπα, θα παραμείνουν στα περιοδικά. Δυστυχώς. Εκεί έπεσε το πρώτο μεγάλο ξενέρωμα.

Το δεύτερο ξενέρωμα έπεσε όταν είδα να διακυβεύεται η ομαλή συμβίωση με τη σύζυγό μου εξ αιτίας των διαδικαστικών. Όταν αντιλήφθηκα ότι πέραν των καβγάδων της ρουτίνας θα πρόσθετα στο κεφάλι μου καβγάδες που αφορούσαν στο χρώμα του πατώματος της κουζίνας, στα χερούλια της πόρτας, στα πόμολα των ερμαριών, στα σχήματα των φωτιστικών του κήπου, ε, κάπου εκεί είπα φτάνει. Time out! Έθεσα μια-δυο κόκκινες γραμμές σε μερικά ζητήματα που είχα έντονη άποψη (π.χ. στο ενυδρείο, στο χρώμα του ταβανιού του υπνοδωματίου και στον διάκοσμο της εισόδου), και για τα υπόλοιπα δεν νοιάστηκα σταλιά.

Το τρίτο ξενέρωμα ήρθε όταν αντιλήφθηκα ότι που και που θα έπρεπε να έρχομαι σε επαφή με τα μαστόρια. Λίγο να με διαβάζεις, μπορείς να φανταστείς τη χαρά μου όταν καλούμαι να συνεννοηθώ με τέτοιου είδους κόσμο. Εγώ μπλοκάρω με τους μαστόρους. Δεν ξέρω πώς να τους αντιμετωπίσω. Το «ρε, μάστρε», δεν μου περνά. Εγώ μιλώ στον πληθυντικό και μου απαντούν με το «ρε, φίλε». Δεν έχω πρόβλημα με το «ρε, φίλε» αλλά όταν βλέπω λάθη και το γυρίζω στο «ρε, μαλάκα», θίγονται. Αυτή η χαλαρή οριοθέτηση των επαγγελματικών μας σχέσεων, που δεν ξέρεις ακριβώς που αρχίζει και που τελειώνει εμένα με αποσυντονίζει.

Γι’ αυτό απείχα. Έπρεπε να με προφυλάξω από απανωτά εγκεφαλικά, έχω κι ένα παιδί να μεγαλώσω. Γι’ αυτό και το βάρος έπεσε στους ώμους της συζύγου, η οποία αποδείχτηκε άξια στην επίβλεψη του έργου σε συνεργασία βέβαια με την αρχιτέκτονά μας και άλλους σχετικούς.

Ναι, τα μαστόρια με αποσυντονίζουν. Μου θυμίζουν στιγμές απείρου κάλλους που έζησα στον στρατό. Που έλεγα το άλφα και γινόταν το βήτα. Που τους έδειχνες έναν τρόπο και το έκαναν με τον δικό τους, εννοείται λάθος. Στον στρατό βέβαια, χέστηκες. Θα έφευγες από εκεί μια μέρα. Στο σπίτι σου όμως, περνάς από το έμφραγμα ξυστά.

Άκου, τώρα, ιστορίες:

Τοποθέτησαν το γραμματοκιβώτιο ανάποδα! Άνοιξαν τη σχισμή για τα γράμματα από τη μέσα μεριά του φράκτη, και άφησαν τη μεγάλη τρύπα περισυλλογής στην εξωτερική πλευρά του φράκτη. Τους το επισημάναμε. Χρειάστηκε να ξαναχτίσουν τον τοίχο απ’ την αρχή. Η κοινή λογική δεν είναι τόσο κοινή.

Τοποθέτησαν βρύση του μπάνιου με τέτοιο τρόπο που όταν αυτή άνοιγε, το νερό δεν έρρεε μέσα στο μπάνιο, αλλά στο χείλος της μπανιέρας γύρω, γύρω. Κοινώς, έρρεε στο πάτωμα. Το επισημάναμε, έσπευσαν να αλλάξουν τη βρύση και να φέρουν μία μακρύτερη. Η κοινή λογική, ότι δηλαδή θα έπρεπε να το ελέγξουν από μόνοι τους πριν το ανακαλύψουμε εμείς, δεν είναι τόσο κοινή.

Τοποθέτησαν τη γκαρνταρόμπα δίπλα από τη σκάλα, βάσει σχεδίου. Δεν μέτρησαν σωστά το μήκος της, και έτσι όταν η πόρτα της γκαρνταρόμπας άνοιγε, χτυπούσε πάνω στο κεφαλόσκαλο. Πώς έκριναν ορθό να το διορθώσουν; Έσπασαν και έτριψαν το κεφαλόσκαλο, αντί να αντικαταστήσουν την πόρτα! Το να αφαιρέσουν την πόρτα του ερμαριού και να τοποθετήσουν μία σε μικρότερο μέγεθος δεν τους πέρασε από το μυαλό. Αντ’ αυτού, την πλήρωσε το σκαλοπάτι. Εννοείται, το αναφέραμε, διόρθωσαν το σκαλοπάτι φτιάχνοντας ένα καινούριο και φέρνοντας νέα πόρτα για τη γκαρνταρόμπα. Χάσαμε πολύτιμο χρόνο.

Περιττό να πω ότι μία μέρα περάσαμε από την οικοδομή και βρήκαμε τη μπανιέρα στο σαλόνι. «Θα την τοποθετήσουμε αύριο», μας είπαν. Περάσαμε την επόμενη. «Πού είναι η μπανιέρα; Γιατί δεν τοποθετήθηκε;» αναρωτηθήκαμε. «Τη σπάσαμε καθώς τη μεταφέραμε, θα σας αγοράσουμε άλλη!» Σαΐνια.

Τα μαστόρια πάντα σε εκπλήσσουν. Πού και πού αναλαμβάνουν και πρωτοβουλίες εσωτερικής διακόσμησης. Παραγγείλαμε γκρίζα ερμάρια για το μπάνιο. Αντ’ αυτού τοποθετήθηκαν λευκά. «Γιατί;» ρωτήσαμε. «Ε, νομίζω αυτά σας ταιριάζουν περισσότερο!» μας απάντησαν. Δεν το κάναμε θέμα, ήμασταν τόσο απηυδισμένοι και μανικωμένοι να μπούμε σπίτι μας, που είπαμε, δεν πειράζει, ας είναι λευκά τα ερμάρια!

Παρακάμπτω το γεγονός ότι όποτε πήγαινε κάτι λάθος έπρεπε να διεξαχθεί έρευνα για να ανακαλύψουμε το ποιος φταίει. Ουδείς αναλάμβανε την ευθύνη. Ο ηλεκτρολόγος έφταιγε τον υδραυλικό, ο υδραυλικός τον μπογιατζή, ο μπογιατζής τον πυροσβέστη, ο πυροσβέστης τον ασβέστη και ούτω καθεξής. Από αντεξέταση τους περνούσε η Μπρέντα κάθε φορά για να βγάλουμε άκρη. Δεν βγάζαμε άκρη, απλώς το διόρθωναν και η μαλακία περνούσε στη λήθη με μια καινούρια.

Το προσωπικό αγαπημένο όμως, είναι το παρακάτω:

Μπαίνει η Μπρέντα μία μέρα στην οικοδομή, να κόψει πρόοδο. Να πω εδώ, σαν παρένθεση, ότι όσες φορές κάναμε ντου στην οικοδομή να δούμε τι γίνεται, μπήκαμε σαν τους κλέφτες και ουδείς μας ρώτησε ποιοι είμαστε, αν έχουμε άδεια να βρισκόμαστε εκεί, αν είμαστε οι ιδιοκτήτες ή κάποιοι περίεργοι απ’ τη γειτονιά. Μπάτε σκύλοι αλέστε. Τέλος πάντων. Μπαίνει η Μπρέντα στη κουζίνα και βρίσκει τον μπογιατζή να βάφει με το κλιματιστικό ανοικτό (το οποίο δεν ξέρουμε πώς κατάφερε και το άναψε χωρίς το τηλεχειριστήριο). Είχε πολλή ζέστη, οπότε η Μπρέντα λυπήθηκε να του ορμήξει. «Άσε τον άνθρωπο να αναπνεύσει», σκέφτηκε. Προχωρά στα άλλα δωμάτια και έκθαμβη ανακαλύπτει ότι ο κύριος άναψε όλα τα κλιματιστικά του σπιτιού, προκειμένου να βάψει! Τα παράθυρα και οι πόρτες ορθάνοιχτα, εν τω μεταξύ, και όλα τα κλιματιστικά σε φουλ χρήση! «Μα, τι γίνεται εδώ;» τον ρώτησε. «Ε, να, ανάλογα το δωμάτιο που έβαφα άνοιγα και το κλιματιστικό να μην ζεσταίνομαι!» Ναι, αλλά δεν έκρινες ότι τελειώνοντας όφειλες να το κλείσεις, ενώ είχες και όλα τα παράθυρα και τις πόρτες ανοιχτές. Ποιος μαλάκας θα πληρώσει το ρεύμα στο τέλος του μήνα; Ρητορικό το ερώτημα. Εμείς, για να ανάψουμε κλιματιστικό πρέπει να φτάσουμε στα πρόθυρα λιποθυμίας και πάλι το σκεφτόμαστε διπλά, λόγω του ηλεκτρικού που χρεωνόμαστε. Ο κύριος άναψε και τα τρία, άνοιξε και όλα τα παράθυρα να μπαινοβγαίνει απτόητος, μας έστειλε και τον λογαριασμό!

Δεν ξέρω πώς να προσεγγίσω εγώ αυτούς τους ανθρώπους. Με μπλοκάρει η αναίδεια τους, με μπλοκάρει η λογική τους. Δεν μπορώ να τους βρίσω, δεν μπορώ να τους μιλήσω όπως μιλώ συνήθως γιατί τα μισά θα καταλάβουν από όσα θα τους πω, πραγματικά ΖΩ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΡΟΜΠΟΤ! Και να δω μετά, τι δουλειά θα πα να κάνουν! Τα ρομπότ που θα έχουν περισσότερο νου, περισσότερη ευγένεια, περισσότερη αποτελεσματικότητα.

Τέλος πάντων. Μπήκα σπίτι μου εδώ και τέσσερεις μέρες. Βρήκα την υγειά μου, γιατί είχα κουραστεί να ζω σαν τον πρόσφυγα στις συμπεθέρες (ετοιμάζεται βιβλίο για το τι έζησα μαζί τους πέντε μήνες). Χρειαζόμαστε restart. Και σαν ζευγάρι, και σαν οικογένεια και γενικώς.


Αμήν Παναγία μου!

Παρασκευή, Ιουλίου 27, 2018

Καμμένοι

Γεια σας και χαρά σας.

Το πόσο μαύρισε η ψυχή μου με τις πυρκαγιές στην Ελλάδα δεν περιγράφεται.

Δεν έκαμα τίποτε όμως, γι’ αυτό. Και τώρα δεν έχω μούτρα να κάτσω να σχολιάσω οτιδήποτε. Ντρέπομαι. Ένας φίλος μου, ο Αντώνης, έχει γραφτεί εδώ και χρόνια εθελοντικά στην Πολιτική Άμυνα και όποτε υπάρχουν κρίσεις σπεύδει να βοηθήσει. Είναι ένας εξ αυτών που στάλθηκαν στην Ελλάδα να σβήσουν τις πυρκαγιές με την κυπριακή αποστολή. Και δεν είναι πυροσβέστης, ούτε στρατιωτικός. Μηχανικός περιβάλλοντος είναι ο άνθρωπος. Δεν έχει το φυζίκ του πυροσβέστη δηλαδή, ούτε είναι ιδιαίτερα φιτ. Είναι ένας σαν εμάς. Ή μάλλον, ένας πολύ καλύτερος από εμάς, αφού παρά να πιάσει το τουίτερ και το φέισμπουκ και να παίζει τον καμπόσο, άφησε πίσω του τρία παιδιά και έτρεξε να βοηθήσει την Ελλάδα.

Αυτός είναι άνθρωπος. Αυτός ναι, δικαιούται να έχει γνώμη. Αυτός δικαιούται να έχει άποψη. Εσύ κι εγώ που κάτσαμε στα βραστά μας, ή μάλλον στα… ψυχρά του κλιματιστικού μας, στείλαμε μία-δυο σακούλες τρόφιμα και δώσαμε πέντε ευρώ στον ραδιομαραθώνιο και «ξοφλήσαμε», νομίζω πρέπει να βγάλουμε απλά τον σκασμό.

Δεν μας έχει καλλιεργηθεί η νοοτροπία του εθελοντισμού, ούτε της προσφοράς στην πατρίδα. Είμαστε τεμπελόσκυλα που ακόμα και τον στρατό προσπαθούμε να τον αποφύγουμε, αφού τύποις δεν μπορούμε να τον καταργήσουμε. Και να πεις ότι είμαστε καμιά Σουηδία που δεν βάλλεται από πουθενά; Εμείς μέσα στην παρακμή μας, βλέπουμε τα πολεμικά να εισβάλλουν στην ΑΟΖ μας και κολυμπούμε αμέριμνοι μαζί τους. Αντί να στρατολογούμε γυναίκες, παιδιά, παππούδες, γιαγιάδες, να βοηθούν όπως μπορούν, να υπάρχει μία βασική ετοιμότητα για κάθε πιθανό ενδεχόμενο, για κάθε φυσική καταστροφή, για κάθε είδους «εισβολή», εμείς πασχίζουμε να βρούμε άλλοθι να απαλλαγούμε. Τόσο ζώα!

Εντάξει, δεν μπορούμε να είμαστε όλοι υπ’ ατμόν. Δεν σώνουμε όλοι το ίδιο. Δεκτόν! Ας καλλιεργηθεί τουλάχιστον η νοοτροπία της πρόληψης, της παθητικής αντίστασης, κάτι που να αποδεικνύει ότι κοπτόμαστε για τη χώρα που ζούμε. Ας καλλιεργηθεί τουλάχιστον η πολιτική ευθύνη, να αισθάνεσαι ότι πρέπει να πας στην κάλπη, ότι έχεις χρέος να πας στην κάλπη και αν ακόμη όλες οι επιλογές σου βρωμούν, να επιλέξεις τη μη χειρότερη.

Τίποτα! Ώσπου μας παίρνει να πηγαίνουμε στη Μύκονο τα καλοκαίρια, είμαστε ευτυχισμένοι.

Είμαστε βέβαια αλληλέγγυοι. Βέβαια. Σε αυτά δεν μας πιάνει κανένας! Θρηνούμε με τα προσωπικά δράματα των πληγέντων. Κλαίμε στη θέα του ταλαιπωρημένου σκύλου, της μάνας που έχασε την οικογένεια, στα πτώματα που βρέθηκαν αγκαλιά. Αλλά, θέλουμε να βγούμε από τη βολή μας; Να δράσουμε; Όχι βέβαια, τι είμαστε, τίποτις εξελιγμένον είδος;

Γι’ αυτό και εγώ ντρέπομαι. Και αυτά τα γράφω κυρίως για μένα, γιατί για εσάς έχω άλλους δεκαπέντε χιλιάδες λόγους να ντρέπομαι. Δεν περίμενα τις φωτιές. Ντρέπομαι για τον εαυτόν μου, γιατί τα σκέφτομαι, τα λέω, και δεν κάνω τίποτα. Και ακόμη και τώρα που τα γράφω όταν τελειώσω αυτό το κείμενο δεν με βλέπω να κάνω κάτι άλλο πλην του να γύρω πίσω στην καρέκλα, γιατί είμαι τόσο υποχόνδριος που η συνείδησή μου θα μαλακώσει στο υπέγραψα για «να γίνει η στάχτη, δάσος» και στο να «καθαιρεθεί ο Αμβρόσιος!»

Κάψε μας Θεέ μου να ησυχάσουμε.


Μπράβο Αντώνη, σε θαυμάζω!

Πέμπτη, Ιουλίου 19, 2018

Θέκλα

Της Θέκλας Πετρίδου της χρωστώ αυτό το κείμενο.

Έχει καιρό που θέλω να της αφιερώσω μία ανάρτηση. Αλλά την τελευταία φορά που επιχείρησα να γράψω για εκείνην, χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν η ίδια για να μιλήσουμε! Το θεώρησα τεράστια τηλεπαθητική εμπειρία και διέκοψα το γράψιμο. Σήμερα ξαναγράφω το κείμενο από την αρχή με νέα διάθεση, καθότι πιστεύω ότι αν ένα κείμενο δεν δημοσιευτεί την ώρα που γράφεται, χάνει τη λάμψη του.

Λοιπόν, τη Θέκλα Πετρίδου δεν την γνώριζα. Αν θυμάστε, η πρώτη φορά που τράβηξε την προσοχή μου ήταν πριν πολλά χρόνια σε κάποιες βουλευτικές εκλογές, στις οποίες είχε δημιουργήσει το πολιτικό κόμμα ΚΥ.Π.Ρ.Ο.Σ και με είχε ξαφνιάσει ευχάριστα με την άκρως ακομπεξάριστη αφίσα της. Την είχα αναφέρει εδώ στο μπλογκ. Είχα γράψει τότε, «η Θέκλα με τα σιέρκα στην κόγξα, με ύφος δεν ξέρετε τι σας περιμένει!» Και επειδή ακριβώς είναι τόσο αδιάβροχη, όταν έτυχε να διαβάσει την ανάρτηση μου, επικοινώνησε μαζί μου, βασικά μου άφησε σχόλιο, και κατόπιν γνωριστήκαμε από κοντά.

Αρχικά δεν είχαμε κρατήσει σχέσεις, αλλά μέσω τον κοινωνικών δικτύων τα λέγαμε συχνά. Έκτοτε ήρθε και σε όλες μας τις θεατρικές παραστάσεις, κάτι που εκτιμώ απίστευτα.

Επί του προκειμένου. Το πόσο απολαμβάνω τη μεσημεριανή της εκπομπή, δεν περιγράφεται. Δεν προλαβαίνω να τη δω ολόκληρη, αλλά καθώς γευματίζω τα μεσημέρια στη μάνα μου, δεν υπάρχει περίπτωση να μην την έχω να παίζει στο φόντο. Πιστεύω ότι είναι στο στοιχείο της. Και είναι μακράν η πιο ενδιαφέρουσα προσωπικότητα που πέρασε από την κυπριακή τηλεόραση τα τελευταία χρόνια. Βασικά, δεν μπορώ καν να θυμηθώ πότε προηγουμένως υπήρξα θετικά προσκείμενος προς κάποια τηλε-περσόνα. Με τα σαχλοκούδουνα που κατακλύζεται η κυπριακή τιβί, βεβαίως, δεν είναι και δύσκολο να ξεχωρίσεις. 

Πόσο απολαμβάνω την ικανότητα της να προσαρμόζεται λεκτικά στις περιστάσεις αλλά και στο ύφος του συνομιλητή της. Άλλη Θέκλα όταν συζητά με τους καλεσμένους επιστήμονες, άλλη Θέκλα όταν παρουσιάζει, άλλη όταν πρέπει να αντιμετωπίσει το απίστευτο χωρκαθκιόν που τηλεφωνεί να πει τον πόνο του. Τη θαυμάζω για το πώς τους διαχειρίζεται όλους, για το πώς δεν την πειράζει ακόμα και να τσαλακωθεί για να γίνει κατανοητή στον εκάστοτε ταλαίπωρο που την καλεί ή ακόμα και να τον κατσαδιάσει. Γιατί αυτή η στείρα αντιμετώπιση μας μάρανε. Γελώ και την παραδέχομαι. Αυτά είναι δείγματα ενδιαφέρουσας προσωπικότητας. Δεν ξέρω αν ή ίδια το κατάλαβε, πάντως η εκπομπή της είναι ένα υπερθέαμα και όχι άλλο ένα ανέμπνευστο agony aunt. Θα έπρεπε να είχε εργοδοτηθεί προ πολλού στο TLC και να κάνει εκπομπή τύπου Judge Judy. Το ότι η Μενεγάκη τη δέχτηκε στην εκπομπή λέει πολλά. Η Μενεγάκη, που ακόμα και τον τραγουδιστή που θα φέρει τον περνά από κόσκινο πριν του κάνει την τιμή. Γι' αυτά είσαι Θέκλα, και λίγο ακόμα να ξαμολυθείς, έτοιμη την έχεις την εκπομπή στην Ελλάδα!

Αυτά είχα να πω, γεια σας!
Υ.Γ.: Αν ποτέ το διαβάσεις αυτό, μην το μοιραστείς στα σόσιαλ σου. Δεν θέλω να θεωρηθεί διαφήμιση επουδενί. 

Τρίτη, Ιουλίου 03, 2018

Influencers

Ο εμπλουτισμός του σύγχρονου λεξικού μας, συνεχίζεται και σήμερα με ένα νέο, σημαντικό όρο που ανακάλυψα τελευταίως, που όμως χρήζει ξεχωριστής ανάρτησης, εξ ου και δεν συμπεριλήφθηκε στη χθεσινή, αναλυτικότερη λίστα. Ο όρος αυτός είναι ο «Influencer».

Influencer, ήτοι ο ασκών επιρροή.

Ακούγοντας τον πιο πάνω όρο, ένας απλός άνθρωπος θα θεωρούσε ότι θα αφορά σε ανθρώπους που εμπνέουν τους υπόλοιπους στο να κατορθώσουν κάτι στη ζωή τους. Ο Δαλάι Λάμα, ας πούμε. Ο Μαχάτμα Γκάντι, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο Τσε Γκεβάρα, οι Αδελφοί Τζαβάρα, και άλλοι πολλοί. Παρόλα αυτά, ο σύγχρονος όρος δεν αφορά σε ανθρώπους του πνεύματος, αλλά σε αυτούς του… εμπορεύματος. Στο 2018, influencer θεωρείται ο σελέμπριτι ο οποίος μέσω των κοινωνικών δικτύων και των χιλιάδων ακολούθων του διαφημίζει προϊόντα. Φερ’ ειπείν ο Ντάνος, που ακόμα και η κλανιά του θα μοσχοπουλούσε και θα γινόταν ανάρπαστη, θεωρείται ένας απ’ αυτούς. Η Ελένη Μενεγάκη με τα σαμπουάν της, ο Χ, Ψ, Ω τραγουδιστής που ποζάρει δήθεν τυχαία με μία επώνυμη μπίρα, ένα επώνυμο ρούχο, ένα παπούτσι, σε περίοπτη θέση.

Αυτό που τη δεκαετία του ’80 ονομαζόταν «πλασιέ», και έπαιρνε σβάρνα τους δρόμους, χτυπούσε πόρτες, επισκεπτόταν σπίτια κάνοντας επιδείξεις τάπερ, οικιακών συσκευών, κτλ, τώρα πήρε μια πιο σύγχρονη ονομασία και δρα διά μέσου των κοινωνικών δικτύων. Με μπροστάρηδες τους διασήμους της εγχώριας ζώου μπιζ. Ο Καπουτζίδης, νομίζω, είχε πει σε μία συνέντευξη πως μία φωτογραφία στον λογαριασμό του στο ίνσταγκραμ που διαφημίζει εμμέσως πλην σαφώς ένα προϊόν μπορεί να αποφέρει κέρδη έως και €500. Για μία μόνο φωτογραφία! Εννοείται πως, όσο πιο διάσημος, όσο μεγαλύτερη η γκάμα των φόλλοουερς, τόσο πιο αδρά πληρώνεσαι.

Γιατί εγώ έγινα δημόσιος υπάλληλος και όχι ένας influencer, να βγάζω στην καθισιά μου τη δόση του δανείου;

Influencers, λοιπόν. Το επινοήσαμε κι αυτό. Ή μάλλον το «επικαιροποιήσαμε», αφού υπήρχε από αρχαιοτάτων χρόνων. Ο Ιησούς ήταν ένας τέτοιος influencer, ας πούμε. Αλλά πουλούσε πνεύμα, δεν πουλούσε κρέμες αλόης. Μα, πραγματικά δεν το χωνεύω το πού καταντήσαμε. Να θεωρούμε ινφλουένσερ αυτόν που σε πείθει να αγοράσεις κάτι. Αντί να θεωρούμε αυτόν που με τις ιδέες του προβληματίζει, δημιουργεί τάσεις, ρυάκια σκέψης και ανοίγει νέους κοινωνικούς και πνευματικούς ορίζοντες. Το πώς καταφέραμε την κάθε πατσαβούρα που χαίρει μιας άλφα αναγνώρισης να την προάγουμε σε ινφλουένσερ και να καμαρώνει πως ασκεί επιρροή και διαμορφώνει τάσεις, τρομάρα να του 'ρθει, με εντυπωσιάζει!

Αλλαγή θέματος.

Εσένα ποιοι ήταν οι δικοί σου ίνφλουένσερς; Χρησιμοποιώ τον όρο με τη λογική ερμηνεία, τώρα. Εγώ αν πρέπει να σου πω δυο πρόσωπα που με επηρέασαν και με καθόρισαν και με κατέστησαν οπαδό τους (οπαδό τους με την ποδοσφαιρική έννοια, που και να σκοτώσουν, δηλαδή, θα τους βρω εκατόν ελαφρυντικά) είναι, πρώτος, ο Ουόλτ Ντίσνεϊ για το πώς κατάφερε να εμπορευματοποιήσει το παιδικό όνειρο χωρίς να το εκφυλίσει και να βγάλει εκατομμύρια μέσα από τα πάρκα του. Και δεύτερος, ο Νίκος Καρβέλας. Που μπορεί εσύ να τον κρίνεις μόνο απ’ αυτό το αντιπαθητικό / αντισυμβατικό προσωπείο που βγάζει στα μίντια, αλλά εγώ που τον έχω μελετήσει / ψυχολογήσει, τον θεωρώ βαθειά σκεπτόμενο άνθρωπο, πανέξυπνο, υπερφυσικά ταλαντούχο και σε συνδυασμό με την Άννα Βίσση, ιαματικό. 

Πέραν τούτων, αν πρέπει πραγματικά να κατονομάσω ποιο πλάσμα με επηρέασε και με διαμόρφωσε στη μάταιη αυτή ζωή, αυτή είναι η γιαγιά μου, η Νέδη. Η οποία μου μετέδωσε όλα αυτά που αγαπώ σήμερα, δηλαδή το θέατρο, τη Γιουροβίζιον, τα ταξίδια, την καλοπέραση. Περισσότερα γι’ αυτήν όμως, στο ειδικό αφιέρωμα που θα της κάνω όταν μας αφήσει. Ελπίζω όχι σύντομα. Γιατί μπορεί να μην επικοινωνεί πλέον ιδιαίτερα, αλλά τύποις, ζει. 

Δευτέρα, Ιουλίου 02, 2018

Λεξικό Εννοιών Σύγχρονης Ελληνικής Γλώσσας

Σύμφωνα με τα όσα ακούω, βλέπω και διαβάζω στο διαδίκτυο από τον κάθε ειδήμονα, οι ορισμοί των λέξεων έχουν αλλάξει. Δεν είναι όπως τους θυμάσαι ή όπως τους διδάχτηκες παλιά. Ασχέτως του τι μπορεί να υποστηρίζει ο Μπαμπινιώτης και οποιοδήποτε άλλο έγκριτο λεξικό εννοιών, πάρε χαρτί και καλαμάρι και σημείωνε τις καινούριες, ώστε να προσαρμοστείς μια ώρα αρχίτερα στα νέα ήθη ηλιθίων:

Εθνικισμός / Εθνικιστής: Οποιοσδήποτε φέρει την ελληνική σημαία ή εκφράζει ελάχιστο θαυμασμό / αγάπη προς την Ελλάδα. Αν παρ’ ελπίδα φέρεις την κυπριακή σημαία, ουδέν μεμπτόν, εκεί δεν υφίσταται εθνικισμός παρά μόνο αυθεντική φιλοπατρία που αξίζει επιβράβευσης. Το ίδιο ισχύει και με οποιονδήποτε άλλο πολίτη ξένης χώρας και της σημαίας του. Αλλά Κύπριος + Ελληνική Σημαία = Εθνικιστής. Μην πω, οριακά ναζιστής.

Σεξιστής / Σεξισμός: Οποιοσδήποτε δεν αναγνωρίζει τη φυσική και ολοκληρωτική υπεροχή του γυναικείου φύλου σε όλους τους τομείς της ζωής. Οποιοσδήποτε τολμήσει να συγκροτήσει μία ομάδα αξιοκρατικά και όχι βάση φυλετικής ποσόστωσης. Ασκείται κατεξοχήν, αυστηρά και μόνον, από άρρεν σε θήλυ και ουδέποτε ανάποδα.

Hate Speech / Ο εκφραστής ρητορικής μίσους: Οποιοσδήποτε δεν εκφράζει την αμέριστη, αέναη και ανιδιοτελή του αγάπη / συμπαράσταση για οποιαδήποτε πολιτική, κοινωνική, φυλετική ή άλλη ομάδα ανεξαρτήτως (συχνά αμφισβητίσημου) επιτεύγματος και βάσει αντικειμενικού δείκτη αξιολόγησης. Εξαιρούνται του κανόνα: Οι ψηφοφόροι της Αριστεράς όταν καταφέρονται λεκτικά εναντίον αυτών της Δεξιάς. Ποτέ το ανάποδο.

Ρατσισμός / Ρατσιστής: Οποιοσδήποτε δεν έβαλε πρόσφυγα από άλλη χώρα στο σπίτι του να τον ταΐσει και να τον βάλει στο Facebook. Οποιοσδήποτε αντιτάσσεται της (λάθρο)-μεταναστευτικής πολιτικής της χώρας του ως επιζήμιας όσον αφορά τον ντόπιο πληθυσμό. Οποιοσδήποτε αντιμετωπίζει ισότιμα τους πάντες και δεν ραγίζει στη θέα των αναξιοπαθούντων λαών, ειδικά των γειτονικών χωρών (για πιο πέρα, είναι εντάξει). Οποιοσδήποτε δεν επιλέγει επίτηδες να συναγελάζεται κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο εξωτερικό με φοιτητές φτωχότερων χωρών, ήτοι της Ανατολικής Ευρώπης, των Βαλκανίων ή της Ασίας (όπου Ασία, εξαιρείται η Ιαπωνία που τολμά να ξεφεύγει από τα μίζερα / δικτατορικά πρότυπα διακυβέρνησης των υπολοίπων).

Άθεος: Όποιος πολεμά φανατικά και εμμονικά και συστηματικά τον Χριστιανισμό, όποιος γράφει αστεία, υποτιμητικά, προσβλητικά σχόλια για τον Αρχιεπίσκοπο στα φόρουμ των κυπριακών διαδικτυακών εφημερίδων, όποιος αντιστέκεται στην ανέγερση νέων χριστιανικών εκκλησιών αλλά αδιαφορεί μπροστά στην ανέγερση νέων τζαμιών / μιναρέδων, καθότι τα θρησκευτικά δικαιώματα άλλων θρησκειών οφείλουν να γίνονται σεβαστά ως κομμάτι αποδοχής της διαφορετικότητας σε μια πολύ-πολιτισμική κοινωνία. Προσοχή στις λεπτομέρειες. Πρόκειται για «άθεο» και όχι για άτομο με καθυστερημένη εφηβεία, ή για επαναστάτη χωρίς αιτία.

Φασίστας: Οποιοσδήποτε τολμά να διαφωνεί με τις πιο πάνω ερμηνείες.

Αριστερός / Ειρηνοποιός / Άνθρωπος με Άλφα Κεφαλαίο: Οποιοσδήποτε βρίσκει αυτονόητες, εκ των ων ουκ άνευ, και καθόλου χιουμοριστικές τις πιο πάνω ερμηνείες.