Τρίτη, Μαρτίου 27, 2018

Παπάδες

Σε συνέχεια του σάλου που ξέσπασε στα κοινωνικά δίκτυα σχετικά με την ιστορία του πάτερ ο οποίος κακοποιούσε σεξουαλικά τη θετή του κόρη με αποτέλεσμα αυτή να καταλήξει αυτόχειρας, έχω να πω τα εξής:

Γιατί εκπλήσσεστε;

Ο μακαρίτης ο πατέρας μου, που ενόσω ζούσε ένιωθα ότι εκφράζει γραφικές απόψεις, αλλά μετά θάνατον δικαιώνεται κάθε μέρα, πάντα μου έλεγε: «μακριά από τους παπάδες!» Ήμουν δέκα χρονών και το είχα ήδη εμπεδώσει σαν… «προσευχή». Όρος απαράβατος, πιο απαράβατος κι από το άβατο στο Άγιον Όρος: Δεν πλησιάζουμε τους παπάδες! Εξ ου και με είχε αποθαρρύνει από το να γραφτώ στο κατηχητικό, όπως άλλοι συμμαθητές μου, εξ ου και ενθάρρυνε σιωπηρά την αποχή μου από τον σχολικό εκκλησιασμό και παντός είδους δούναι και λαβείν με το βρωμισμένο ιερατείο. «Η εκκλησία είναι μόνο για να παίζεις μπάλα στην αυλήν της», μου έλεγε. Εγώ μπάλα δεν έπαιζα, οπότε αντιλαμβάνεστε, στην εκκλησία κατέληξα να πηγαίνω μόνο για γάμους, βαφτίσεις και κηδείες, πράγματα τα οποία κι από μόνα τους μου προκαλούν αφόρητη πλήξη και δυσφορία.

Δεν ρώτησα ποτέ τον πατέρα μου να μου εξηγήσει από πού πήγαζε η αποστροφή που έτρεφε για τους παπάδες, μα δεν ήτο και τόσο δύσκολο να καταλάβω το σκεπτικό του. Θεωρώ πως ένας άνθρωπος ο οποίος γεννιέται στον ίδιο κόσμο που γεννιέμαι κι εγώ, πάσχει από κάποιου είδους εγκεφαλική αναπηρία για να δεχτεί να ζήσει ως παπάς. Πέραν της όψης που αποπνέει απλυσιά, πέραν της φορεσιάς που είναι τουλάχιστον «άβολη» για να μην πω παρεξηγήσιμη, είναι και βαρετή δουλειά. Θα μου πεις, γούστα είναι αυτά, και θα συμφωνήσω. Εγώ μια φορά, θεωρώ ότι ένας άνθρωπος που πάει και γίνεται παπάς, δεν είναι καλά. Δεν είναι κατ’ ανάγκη επικίνδυνος, αλλά σίγουρα δεν είναι καλά. Και επειδή ήδη συναναστρεφόμαστε με αρκετούς ανθρώπους που δεν είναι καλά, δεν είναι ανάγκη να έχουμε και τους παπάδες στο κεφάλι μας που κουβαλούν και τη ρετσινιά του καταπιεσμένου ομοφυλόφιλου, του παιδεραστή, του εκμεταλλευτή ηλικιωμένων και άλλων τόσων ποινικών αδικημάτων.

«Δεν είναι όλοι οι παπάδες το ίδιο».

Μην ξανακούσω αυτό το βλακώδες επιχείρημα. Προφανώς και δεν είναι όλοι οι παπάδες το ίδιο. Αλλά όταν η πλειοψηφία ενός συνόλου έχει λερωμένη τη φωλιά του είναι λογικό να φτάνεις σε τέτοια συμπεράσματα. Κατ’ αντιστοιχία, ούτε είναι όλοι οι τραγουδιστές ομοφυλόφιλοι, αλλά ένα 90% τον παίρνει. Ας το αποδεχτούμε. Ούτε είναι όλοι οι Κύπριοι αγράμματοι, αλλά αν κρίνω από όσα διαβάζω στο διαδίκτυο, ένα 90% δεν ξέρει τη διαφορά του «χαίρεται» από το «χαίρετε». Ας το αποδεχτούμε. Ούτε είναι όλοι οι πολιτικοί κλέφτες, αλλά δεδομένου του αριθμού σκανδάλων που ξεσπούσαν ανέκαθεν, είναι εύλογο το συμπέρασμα. Ας το αποδεχτούμε. Δεν είναι σωστές οι γενικεύσεις, αλλά αυτή η πολιτική ορθότητα σας μάρανε και ιδού τα αποτελέσματα. Δεν προλαβαίνετε να πέφτετε απ’ τα σύννεφα. Τα στερεότυπα, μωρά μου, δεν έπεσαν από τον ουρανό. Για κάποιο λόγο δημιουργήθηκαν. Προφανώς υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά είπαμε. Εδώ συζητάμε για την πλειοψηφία. Ναι, ο Κλήρος είναι διεφθαρμένος. Πάντα ήταν. Πάντα θα είναι. Ας το αποδεχτούμε και ας αποτραβηχτούμε. Για να μην διερωτόμαστε μετά «πώς έγινε;» και από πού μας ήρθε. 

Όλα αυτά στα γράφω και κοντεύω να παρεξηγηθώ για αριστερός. Όχι. Δεν είμαι. Κατ' ακρίβειαν, δεν υπάρχει πιο αντί-αριστερό πλάσμα από μένα.

Όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο, εγώ θεωρώ τον Κλήρο χρήσιμο. Και τον θεωρώ χρήσιμο γιατί ζούμε σε μία χώρα που λόγω της γεωγραφικής της θέσης είναι μόνιμα καταδικασμένη να βάλλεται από το Ισλάμ και τους Τούρκους. Και ο μόνος τρόπος να πολεμήσεις εναντίον φανατισμένων θρησκευτικά λαών και λοιπών κουλλούφων, είναι να καλλιεργείς κι εσύ μία χρήσιμη, πληθυσμιακή μερίδα ηλιθίων με αντίστοιχες μπαρούφες. Ω, ναι! Επειδή γνωρίζουμε άπαντες ότι άπαξ και γίνει πόλεμος δεν θα μείνει κανένας να υπερασπιστεί αυτόν τον τόπο, και επειδή αποτελεί κοινό μυστικό ότι μόλις υψωθεί η πρώτη τουρκο-χαντζάρα εμείς θα είμαστε ήδη μες τες βάρκες να τρέχουμε στους συγγενείς μας στην Αθήνα, οι παπάδες είναι χρήσιμοι. Χρήσιμοι να φανατίσουν όλους αυτούς που θεωρούν πως είμαστε οι επίλεκτοι του Θεού και ότι πρέπει να πεθάνουμε για την πατρίδα, τον Ιησού και την Παναγία. Μόνον έτσι θα μείνει να υπερασπιστεί κάποιος «τρελλός» αυτό το κράτος.

Δεν είναι το πιο ηθικό πράγμα του κόσμου, αλλά είναι η μόνη λύση. Αν οι πόλεμοι γίνονται από ηλίθιους, το να παράγουμε έξυπνους πολίτες δεν είναι το αντίδοτο. Η λύση είναι να παράγουμε ακόμα πιο ηλίθιους πολίτες ώστε να υπερτερούμε αριθμητικά απ’ αυτούς του εχθρού και να θεωρούμαστε μάχιμοι. Αυτή την «εκπαίδευση» αυτή τη «φανατίλα» μόνον οι παπάδες μπορούν να την πετύχουν κατά τη γνώμη μου. Οπότε ναι, είναι χρήσιμοι. Αν ζούσαμε στην Ελβετία, αν ήμασταν μία εκ των σκανδιναβικών χωρών, και είχαμε άλλου είδους προβλήματα, τότε θα εισηγούμουν κατάργηση της εκκλησίας. Αλλά επειδή είμαστε αυτοί που δυστυχώς είμαστε, τότε ναι, η εκκλησία χρειάζεται.

Τώρα θα μου πείτε, τους ηλίθιους τους πολεμάς με βιβλία και γνώση και όχι με έναν τόσο ανορθόδοξο τρόπο. Λάθος, φίλε μου. Ένας λαός του οποίου η συντριπτική πλειοψηφία δεν ξεχωρίζει τη διαφορά του «χαίρεται» από το «χαίρετε», το να προσφεύγει στη γνώση και τα βιβλία, είναι σχήμα οξύμωρον. Απλώς ματαιοπονεί. Δεν θα κολλήσει τίποτα στην ξερή του, πρώτον, επομένως πώς θα πολεμήσει; Ένας λαός που γεμίζει καφετέριες που μεταδίδουν ποδόσφαιρο αντί βιβλιοθήκες και θέατρα (τα οποία ούτως ή άλλως διαθέτει με το σταγονόμετρο), δεν θέλει και πολύ κυρελέησον για να καταλάβεις ότι το πεπρωμένον του είναι να φανατίζεται από την εκκλησία, για να πολεμήσει αύριο μεθαύριο αντίστοιχους ηλίθιους εντεταλμένους του Ισλάμ. Δεν ξέρω αν είναι σαφές το σκεπτικό μου και αν καταλαβαίνεις τι εννοώ, (εδώ που τα λέμε βαριέμαι και να το διατυπώσω καλύτερα), αλλά ναι. Η εκκλησία είναι χρήσιμη όσο χρειαζόμαστε τους ηλίθιους. Και οι ηλίθιοι είναι χρήσιμοι και γίνονται ανάρπαστοι σε χώρες σαν την Κύπρο. Οι υπόλοιποι, όσοι δηλαδή αισθάνεστε ότι ξεχωρίζετε ολίγον τι εγκεφαλικά, απλά κρατηθείτε μακριά και μην τους πολεμάτε. Αφήστε τους να κάνουν την δουλειά μας.

Ας το συνοψίσουμε έτσι. 

Παρασκευή, Μαρτίου 23, 2018

Να Απαγορευτεί Η Ντίσνεϊ Στην Κύπρο

Το ότι σας βαρέθηκα, κουραστήκατε να το ακούτε.

Το ότι σας σιχαίνομαι, επίσης.

Αλλά δεν λέτε να αλλάξετε. Δεν λέτε να απεκδυθείτε της βδελυρής σας οντότητας και να εξευρωπαϊστείτε, Μπυθουλαίοι της Κύπρου.

Ώθεν στην καταπακτή!

Είχα γράψει πριν λίγο καιρό ένα κείμενο στο ποίο κατακεραύνωνα την παιδική παράσταση που ανέβηκε πρόσφατα στο θέατρο Στροβόλου, με τίτλο «Ο Βασιλιάς Των Λιονταριών». Είχα παραφράσει και τον τίτλο με το εμπνευσμένο και πολύ πετυχημένο «Ο Βασιλιάς Των Χωρκαθκιών». Είχα γράψει ότι είναι απαράδεκτο να ανεβαίνει η συγκεκριμένη παράσταση προωθώντας την στο ευρύ κοινό λες και πρόκειται για το αντίστοιχο μιούζικαλ της Ντίσνεϊ, που παίζεται από το 1999 στο Μπρόντγεϊ και στο Λονδίνο. Είχα γράψει πως είναι παράνομο να έχουν αντιγραφεί με φτηνό και χυδαίο τρόπο η αφίσα, οι χορογραφίες, τα κοστούμια και τα άπαντα της παράστασης, απλώς και μόνο για να ξεγελαστεί το κοινό πως θα παρακολουθήσει μία παράσταση υψηλών προδιαγραφών, ενώ επί της ουσίας θα δει πέντε -έξι ατάλαντους ηθοποιούς που έχουμε φάει στη μάπα από τα κυπριακά σκετσάκια της τηλεόρασης, με στολές μασκέ, να αποπειρώνται να ανεβάσουν ένα έπος της σύγχρονης μουσικοχορευτικής τέχνης.

Το συγκεκριμένο κείμενο το είχα ανεβάσει για μία ώρα. Ελάχιστοι πρόλαβαν να το διαβάσουν. Μετά το κατέβασα γιατί σκέφτηκα ότι είναι κρίμα να υπονομεύω μία προσπάθεια (έστω και παράνομη) από την οποία καλώς ή κακώς θα θραφούν δυο τρία στόματα και από την οποία μπορεί να ωφεληθεί κάποια άπορη οικογένεια. Με πόνο ψυχής βέβαια, καθώς σκέφτηκα ότι «ο χωρκάτης πάντα θαν’ χωρκάτης» και δεν θα τον αλλάξεις. Φτάνει. Μην τους κράζεις άλλο. Η παράσταση θα ανέβαινε κανονικά και εγώ θα ήμουν ο μυγιάγγιχτος της υπόθεσης. Δεν θα σώσω εγώ την αισθητική του Κυπραίου. Δεν θα την αναβαθμίσω εγώ. Δεν θα την αλλάξω εγώ. Αυτά τα μέτρια θέλετε, φάτε τα.

Προ ολίγου, όμως, είδα στο Facebook κι άλλη ιεροσυλία. Ανέβασα πίεση 500. «Η Παναγία Των Παρισίων» με αφίσα την αντίστοιχη ταινία του Ντίσνεϊ. Ανεβαίνει, λέει, στο θέατρο Λατσιών από μια σχολή χορού και μπαλλλλλέτου. Δεν έχει σημασία. Δεν πα να είστε νηπιαγωγείο, δεν πα να είστε γηροκομείο. Δεν χρησιμοποιούμε αφίσα άλλου έργου για να προωθήσουμε το δικό μας που τυγχάνει να βασίζεται στον ίδιο μύθο! Απλές-αρχές-πνευματικών- δικαιωμάτων! 



«Η Παναγία των Παρισίων» με αισθητική «Παναγίας της Φανερωμένης», άλλος ένας βιασμός ψυχής που κάνει τον πάγο στον οποίο φυλάγεται μέσα ο μακαρίτης, ο Ουόλτ, να ραγίζει.

Δεν μαθαίνετε. Ούτε και πρόκειται! 

Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2018

Σκόνη Και Θρύψαλα

Όποτε γκρινιάξω για την Κύπρο και την κατάντια της, πετάγεται πάντα ένας καλοθελητής να με αποστομώσει με το «σοφό» πλην τετριμμένο επιχείρημα «ναι, αλλά η Κύπρος είναι ό, τι πρέπει για να μεγαλώσεις παιδιά!» Φυσικά, όσο δεν είχα παιδί δεν είχα και απάντηση. Γιατί μπορεί να έχω μια απάντηση για όλα, αλλά οφείλω να την στοιχειοθετώ. Τώρα που απόκτησα παιδί και έχω δει πόσα απίδια πιάνει ο σάκος, όπου σάκος βλέπε Κύπρος, μπορώ μετά βεβαιότητας να σου πω ότι η Κύπρος ούτε για να μεγαλώσεις παιδί δεν κάνει.

Εκτός του ότι κάθε βράδυ πέφτω για ύπνο και ψυχοπλακώνομαι για το τι θα πράξω ως γονέας σε περίπτωση που μουντάρουν οι Τούρκοι, κίνδυνος πλέον υπαρκτός και ρεαλιστικός, τώρα έχω και το πρόβλημα της σκόνης στην ατμόσφαιρα. Κάθε δυο τρεις μέρες, όποτε αποφασίσει δηλαδή να μας επισκεφτεί η αφρικανική ήπειρος προσωποποιημένη σε κόκκους σκόνης, αναρωτιέμαι πού θα κλειδαμπαρώσω τον γιο μου για να μην εισπνεύσει αυτή τη βρώμα και τον τρέχω στα νοσοκομεία με αναπνευστικά. Αντιλαμβάνεστε ότι το να τον έχω κλειδωμένο στο σπίτι τόσες ώρες ώσπου να καθαρίσει η ατμόσφαιρα λειτουργεί αρνητικά ως προς τη διάθεσή του. Βαριέται, αφηνιάζει, σπάζει ό, τι βρει μπροστά του, τρέχει προς την εξώπορτα και μου δείχνει συνέχεια τα κλειδιά, ήτοι «πάμε έξω!» Πού να σε πάω, αγάπη μου, που έξω είναι σαν τον τάφο του Ινδού;

Ένα καλό είχε η Κύπρος: Το κλίμα. Τώρα πάει κι αυτό. Καλοκαίρι από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο, με χειμώνα ενάμιση μήνα το πολύ. Φθινόπωρο και άνοιξη – καπούτ. Κι όταν λέμε χειμώνα εννοούμε δυο τρεις μπόρες το πολύ, οι οποίες μας υπενθυμίζουν τις μηδενικές μας υποδομές και το ότι δεν μπορούμε να επιβιώσουμε ως λαός σε οτιδήποτε παρεκκλίνει των τριάντα βαθμών κελσίου. Επιπλέον, το καλοκαίρι κινδυνεύεις από καρκινικά εγκαύματα απ’ τον καύσωνα, η κυκλοφορία ενδείκνυται μόνο μετά τις έξι το απόγευμα, και το μωρό στις οκτώ κοιμάται. Πού να τον πας να χαρεί «το υπέροχο κυπριακό καλοκαίρι;» Πουθενά. Κλειδωμένο μέσα στο air-condition όλη μέρα, ώσπου να τεζάρει. Είναι αυτά παιδικά χρόνια;

Έπειτα, είναι και τα ερεθίσματα. Για κάποιο λόγο σ’ αυτή τη χώρα θεωρούμε ότι η χαμηλή εγκληματικότητα είναι θετικός και βασικός παράγοντας για να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας. Δεν αντιλέγω. Αλλά πέραν τούτου, τι ερεθίσματα παίρνει ένα παιδί μεγαλώνοντας σε μία χώρα που ναι μεν δεν δολοφονούν τον γείτονα για πλάκα, αλλά και που δεν συμβαίνει τίποτα το συναρπαστικό; Είχα διαβάσει κάποτε στο βιβλίο της Γιάννας Αγγελοπούλου Δασκαλάκη ότι η ίδια είχε ασκήσει βέτο στον Αγγελόπουλο να μεγαλώσουν τα παιδιά της στη Γενεύη, γιατί επρόκειτο για μία πολύ ήρεμη πόλη και τα παιδιά της δεν θα έπαιρναν σωστά ερεθίσματα. Επέβαλε μετακόμιση στο Λονδίνο που ήταν πιο γουάο.

Τώρα θα μου πεις, και που τα μεγάλωσε στο Λονδίνο, τι κατάλαβε; Πήγαν και ασπάστηκαν τον ΣΥΡΙΖΑ τα σαΐνια της. Μακριά από εμάς τέτοια μιάσματα, εκατό φορές καλύτερα να πέσει στα βαριά. Αλλά ναι, σε μία Λευκωσία που το μοναδικό «ποσκόλιο» για ένα μωρό είναι να το πας να δει τις πάπιες στο πάρκο της Αθαλάσσας ή να το εξαπολύσεις μέσα στα φουσκωτά του Extreme Park για να ησυχάσει το κεφάλι σου, δεν μπορούμε να πούμε ακριβώς ότι η Κύπρος «είναι ό, τι πρέπει για να μεγαλώσεις κοπελλούθκια». Εντάξει, κύριος, δεν είπαμε να τα μεγαλώσουμε και στις ΗΠΑ που οπλοφορεί ο κάθε μπάρμπας και ανοίγει πυρ στα Δημοτικά. Αλλά, να έχουν μία άλφα ποιότητα ζωής. Πώς την έχουν στο Ελσίνκι, στη Κοπεγχάγη στη Στοκχόλμη; Ακόμα και στην Ιαπωνία, που οι ρυθμοί ζωής είναι αποπνικτικοί, έβλεπα τις προάλλες ένα βίντεο από ένα πολυβραβευμένο, υπαίθριο νηπιαγωγείο κι έμεινα άναυδος. Δεν έχει τοίχους, είναι κτισμένο σαν υπαίθριο κιόσκι, οι τάξεις δεν διαχωρίζονται από ντουβάρια «για να μάθουν τα παιδιά να συζητούν σε τόνους που δεν ενοχλούν τους συμμαθητές τους στις δίπλα τάξεις», ενώ μέσα απ’ τα πατώματα ξεφυτρώνουν δέντρα στα οποία τα παιδιά σκαρφαλώνουν για «να διατηρούν την επαφή τους με τη φύση».

Μην σου πω σε ποιο νηπιαγωγείο θα στείλω εγώ τον γιο μου του χρόνου, και γελάσει και ο τελευταίος πικραμένος, γιατί εν μέρει ντρέπομαι.


Πάρτε την Κύπρο χάρισμά σας με τα δήθεν καλά της και τα άπειρα κακά της! Πάρτε και το φυσικό αέριο, πάρτε και τις ελεύθερες περιοχές, χαλάλι σας. Δώστε μου μόνο δυο μέρες προειδοποίηση να προλάβω να φύγω. Γιατί κι εγώ περιμένω τους βαρβάρους για να αρχίσω επιτέλους να ζω. 

Δευτέρα, Μαρτίου 12, 2018

Tο Χρυσό Πιστολάκι

Μα γιατί να κάθομαι να περιμένω να ζήσω από το Δημόσιο, ενώ ξέρω ότι έχω έτοιμο το concept για την τηλεόραση; Έγινε πλούσιο το κάθε τσουτσέκι που αντιγράφει ιδέες του εξωτερικού και εγώ που μπορώ να αντιγράψω έτη φωτός καλύτερα ιδέες του εσωτερικού κάθομαι και χάσκω. Λοιπόν, δώστε βάση, έτοιμο το ‘χω το ριάλιτι! Φέτος είδαμε ειδήμονες να μας μαθαίνουν να συνδυάζουμε ρούχα, είδαμε ειδήμονες να μας διδάσκουν μαγειρική, είδαμε ειδήμονες να μας διδάσκουν μουσική. Τι δεν είδαμε; Ειδήμονες να μας διδάσκουν κομμωτική.

Έρχεται το «Χρυσό Πιστολάκι» διά χειρός Αντίχριστου.



Δέκα παίχτες, κομμωτές και κομμώτριες διαγωνίζονται για το χρυσό συμβόλαιο με γνωστό οίκο τριχωτής περιποίησης του εξωτερικού. Για να το κερδίσουν, περνούν από εβδομαδιαίες δοκιμασίες στις οποίες κρίνονται από τρεις υψίστου σεβασμού εγχώριους κομμωτές οι οποίοι δοκιμάζουν τα νεύρα τους σε ευφυέστατες αποστολές.

Για αρχή και ξεσκαρτάρισμα από πενηντάδα σε τριαντάδα. Οι υποψήφιοι παίκτες καλούνται να κουρέψουν νεοσύλλεκτους. Σε μία φαινομενικά εύκολη δοκιμασία οι κριτές ξεχωρίζουν αυτούς που ξέρουν να κρατούν ορθά την ηλεκτρική μηχανή και να παίζουν στα δάχτυλα τις κλίμακες των νούμερων. «Πρώτο νούμερο» για τους πουστόνεους, δεύτερο-τρίτο νούμερο για τους πιο παλιούς, ψαλίδι για τους απολελέ και τρελελέ. Οι καθηγητές με ένα ελαφρό χτύπημα στην πλάτη χωρίζουν τους αμνούς από τα ερίφια.

Σε δεύτερη φάση οι 30 προκριθέντες διαγωνίζονται σε κούρεμα φαλακρών ηλικιωμένων. Οι παίχτες επισκέπτονται έναν οίκο ευγηρίας όπου καλούνται να κουρέψουν φαλακρούς κυρίους. Η σκληρή τους τρίχα συνδυασμένη με τη δύστροπη συμπεριφορά, φέρνουν τους παίχτες στα όριά τους, αλλά επιδεικνύουν ιώβεια υπομονή προκειμένου να εξασφαλίσουν την πρόκριση. «Μου κληρώθηκε να κουρέψω τον κύριο Τάκη. Στην αρχή σκέφτηκα πέντε τρίχες όλες κι όλες και καρδιά μικρού παιδιού, ώσπου άρχισε να τον παίζει κάτω απ’ το κάλυμμα και να λέει προστυχιές. "Κούρεψέ με ρε μουνάκι" και τέτοια. Δεν κατάφερα να βγάλω κούρεμα απ' την ταραχή, πρόλαβα μόνο τη μισή φαλάκρα, εν τέλει ήρθαν δυο νοσοκόμες και του έκαναν ένεση να ηρεμήσει, και τον απέσυραν στο δωμάτιό του».



Οι είκοσι επίλεκτοι καλούνται να συγκατοικήσουν στο σπίτι. Καθημερινά λαμβάνουν μαθήματα master class από τους καθηγητές τους. Λούσιμο, κόψιμο, στέγνωμα. Κάθε βδομάδα καλούνται να ανταπεξέλθουν στη διαδικασία αποχώρησης. Όσο προχωρεί το πρόγραμμα αυτή δυσκολεύει περαιτέρω. Οι προγραμματισμένες δοκιμασίες ανά εβδομάδα θα είναι οι εξής:

-         Ανταύγειες σε παρουσιάστρια πρωινής ζώνης.

-         Κούρεμα σε μωρό δύο ετών.

-         Δημιουργία βίντατζ κότσου νύφης, ή κουμπάρας για γάμο στην κυπριακή επαρχία. Φερ' ειπείν:



«Δεν μου βγήκε η μπούκλα όσο κατσαρή την ήθελα, παρόλο που την άφησα πάνω στο ρολέι για πάνω από δέκα λεπτά. Παρά να την κάψω και να καταφύγω σε τρέσα, προτίμησα να την αφήσω πιο φρέσκια κι ας βγω προτεινόμενη, δεν πειράζει» δηλώνει σε προσωπική συνέντευξη μία επίδοξη παίκτρια στο "χρυσό πιστολάκι".

Οι κριτές στο στούντιο αφηνιάζουν λίγο πριν τη λήξη του χρόνου: Καθαρίστε τα πατώματα από τις τρίχες. Μην δούμε λερωμένες καρέκλες και ψαλίδια. Ούτε μία πουτσότριχα στο έδαφος!

Οι παίχτες με την πιο χαμηλή βαθμολογία περνούν από το τελικό τεστ: Μπροστά τους εμφανίζεται μία κάσκα. «Τι θέλετε να έχει από κάτω;» ρωτάει ο κριτής τους δύο μονομάχους. «Εγώ εύχομαι να είναι μια απλή μιζανπλί» λέει ο Γκρεγκ Παπαστεφανόπουλος. «Εγώ, πάλι, που δεν σκαμπάζ, προτιμώ να έχει ντεκαπάζ. Με τα μπικουτί μπερδεύομαι η κουτή!», λέει με εμφανή την αγωνία στη φωνή η Περσεφόνη Δημητρίου.



Ο κριτής, κύριος  Άγγελος Πατσόλης σηκώνει μαεστρικά την κάσκα και κάτω απ’ αυτήν οι διαγωνιζόμενοι αντικρύζουν έκπληκτοι μια Αφρικανή. «Έχετε σαρανταπέντε λεπτά για να φτιάξετε 150 κοτσιδάκια στο κεφάλι της Αμπούτζι!»



«Όταν άκουσα τον κριτή να μας λέει ότι πρέπει να φτιάξουμε εκατόν πενήντα κοτσιδάκια ζαλίστηκα, λέω ντάξει ρε παιδί μου, δεν είμαι και η Λάουρα Νάργες στο Σαρβάιβορ, ούτε η Ηλέκτρα στο Μάστερ Σεφ! Αλλά ξεκίνησα να πλέκω, είχα θυμηθεί μία μέθοδο που μου είχε δείξει η γιαγιά μου, που έφτιαχνε πλεξούδες τύπου Λωξάντρας πριν πέσει για ύπνο και νομίζω ότι κάτι έκανα, έφτιαξα ένα καλό κεφάλι που θα μου εγγυηθεί την παραμονή μου στο Χρυσό Πιστολάκι!»

- Πώς το έφτιαξες το κοτσιδάκι, Περσεφόνη;
- Με τριπλό προσκοπικό κόμπο, σερ!
- Για να δω (πασπατεύει το κεφάλι της Αμπούτζι). Η τρίχα δεν αναπνέει!
- Είναι σοβαρό, σερ;
- Να, δες και μόνη σου. Πνίγεται. Έχει τσιτώσει και κοντεύει να κλατάρει. Την τζέλωσες πριν την πλέξεις;
- Μάλιστα σερ.
- Με τι;
- Με υγρή παρκετίνη, ξυλοκαΐνη και παστουρμά.
- Οδοντόπαστα έβαλες;
- Ήθελα να βάλω, αλλά δεν πέτυχα την υφή της. 
- Μου σηκώνεται η τρίχα μ' αυτά που ακούω.
- Εμένα να δείτε.
- Από μένα είναι ένα 6/10.

(Κορυφώνεται η αγωνία) 

Αμπούτζι: Εγκώ τώρα μπορεί να φύγκει; Τέλει πάει σπίτι μου.

Δείτε στο επόμενο επεισόδιο ποιος επιβίωσε της διαδικασίας αποχώρησης. Δείτε ποιος είναι ένα βήμα πιο κοντά στο Χρυσό Πιστο-λάκι, and up all night to get lucky!

Παρασκευή, Μαρτίου 09, 2018

Οξύ-μωρο


Σ’ αυτή τη ζωή ο καθένας λαχταρά αυτά που του λείπουν.

Το οξύμωρον του πράγματος: Ο γιος μου με κάθε ευκαιρία αρπάζει το iphone μου και εγώ με κάθε ευκαιρία τον χρησιμοποιώ για να χαρώ παιχνίδια που δεν υπήρχαν στην εποχή μου.

Το πόσο χάρηκα που βούτηξα μέσα στις μπαλίτσες χθες δεν περιγράφεται. Ένιωσα σαν τον Σκρουτζ Μακ Ντακ την ώρα που βουτά μέσα στο θησαυροφυλάκιο. Τόσο πολύ χάρηκα που είπα στη Μπρέντα ότι δεν χρειάζεται να επιπλώσουμε το σαλόνι, αλλά να το γεμίσουμε με τέτοια παιχνίδια και να μετατρέψουμε το σπίτι σε μίνι-ντίσνεϊλαντ.

Αν αποφάσιζα εγώ όλο το σπίτι θα ήταν παιχνιδότοπος. Με σκοινιά, με μυστικές σήραγγες, σκοτεινές καταπακτές, καταρράκτες, λίμνες και φουσκωτά. Ένα μίγμα παιχνιδιών χωρίς σύνορα και ντίσνεϊ γουόρλντ. Δεν αποφασίζω εγώ. Δυστυχώς.

Στην ηλικία μου δεν έχω πια την πολυτέλεια να αποφασίζω μόνος μου. Όχι μόνο εξ αιτίας του γάμου, αλλά εξ αιτίας πολλών άλλων παραγόντων που δεν περνούν από το χέρι μου. Στην καλύτερη περίπτωση έχω ένα 50% που ουσιαστικά δεν σημαίνει τίποτε, που δεν μου αρκεί για να μεγαλουργήσω. Και όσο περνά ο καιρός συνειδητοποιώ ότι είμαστε καταδικασμένοι, κι εγώ να καταπιέζω τη δημιουργικότητά μου και οι υπόλοιποι να παραμένετε δέσμιοι στο γκρίζο.

Σάββατο, Μαρτίου 03, 2018

Fuego Θα Πέσει Να Μας Κάψει

Μαθήματα που παίρνεις από ένα τραγούδι κι από ένα βίντεο κλιπ.



Δεν είναι δυνατόν να διαρρέεις πως πολιορκείς την Παπαρίζου, η οποία παίζει τη δύσκολη, και μετά να πρέπει να μας πείσεις ότι ήταν τελικά γραμμένο για την Φουρέιρα. Λίγο να παρακολουθείς την πορεία της Παπαρίζου αναγνωρίζεις ότι το τραγούδι ήταν εξ αρχής γραμμένο για εκείνη. Όλα αυτά τα «yeay, yeay, yeay» στο ρεφρέν που παραπέμπουν σε λάτιν τραγουδάκι της Σακίρα, μόνο στην Παπαρίζου τα βρίσκουμε τελευταίως. Και για να λέμε και την αλήθεια «είναι σαν να την ακούμε» καθ’ όλη τη διάρκεια του τραγουδιού, βλέποντας όμως μια που κλήθηκε να την ντουμπλάρει - τη Φουρέιρα.

Μία Φουρέιρα που στο βίντεο φαίνεται αμήχανη, σαν να μην το απολαμβάνει, σαν να ξέρει ότι «εγώ την Παπαρίζου ήρθα να αναπληρώσω που κωλύεται». Δεν έχει ούτε ένα χαμογελαστό πλάνο, ούτε ένα κάδρο που να δείχνει ότι περνά ωραία. Ακόμα και την ώρα που καίει το αυτοκίνητο δείχνει να φοβάται που το κάνει αντί να το παίξει καβλωτική φαμ φατάλ. Εκτός ρόλου. Σαν να μετάνιωσε που δέχτηκε να μας εκπροσωπήσει.

Εντάξει, οι σκηνές στις οποίες διαφημίζονται οι χορηγοί, ήτοι οι μπανάνες, οι ανανάδες και οι κρέμες απλά αποδεικνύουν τη γυφτιά μας. Ξεκάθαρη ελληνική/κυπριακή νοοτροπία. Είμαστε πάμφτωχοι και το ξέρει ο κόσμος όλος, αλλά θα γυρίσουμε βίντεο στα πρότυπα της J.Lo, θέλετε δεν θέλετε. Αρχοντοχωριατισμός στα καλύτερά του. Είδατε σε κανένα άλλο βίντεο κλιπ εθνικής τηλεόρασης χορηγό; Ούτε στην πιο φτωχή χώρα του διαγωνισμού. Oh, wait… Εμείς είμαστε οι πιο φτωχοί.

Τέλος πάντων. Στο δεύτερο άκουσμα το τραγούδι είναι πιο συμπαθητικό, από ό, τι στο πρώτο. Και όλα τα παραπάνω που ανέφερα μπορούν να ξεπεραστούν τη νύχτα της παρουσίασης. Απλώς εμάς μας φούντωσαν τα μυαλά όλες οι εκπομπές τόσο καιρό με τα  «θα πάει η Φουρέιρα», «θα πάει η Φουρέιρα» και κάναμε σαν να θα πάει ο Μπετόβεν. Περιμέναμε να ακούσουμε κάτι εκτός του κόσμου τούτου. Ένα δεύτερο “My Number One”. Κακώς. Αν μας έλεγαν απλά «ξέρετε, βρήκαμε ένα τραγούδι αλλά θα το μάθετε την τελευταία στιγμή από μία καλλιτέχνη έκπληξη», σήμερα θα ανοίγαμε σαμπάνιες. Απλή ψυχολογία του μάρκετινγκ για την οποία το ΡΙΚ δεν ξέρει την τύφλα του.

Η Φουρέιρα θα προκριθεί. Συμμετέχει στον πρώτο ημιτελικό με την Ελλάδα και την Αλβανία. Από δυο δωδεκάρια να πάρει δηλαδή, και λίγο παρασκηνιακό σπρώξιμο από το σουηδικό λόμπι που θα ευνοήσει τον συνθέτη δεν είναι δύσκολο να μπει στη δεκάδα. Στον τελικό όμως δεν ξέρω τι θα κάνει. Χλωμά τα πράγματα. Θα σας πω περισσότερα όταν επιλεχθούν όλα τα τραγούδια. Δύσκολα θα ξεπεράσει την κατάρα της εικοσάδας στην οποία η Κύπρος βρίσκεται δέσμια τα τελευταία χρόνια. Από όσα άκουσα μέχρι σήμερα πάντως, τα αγαπημένα μου είναι το γαλλικό, το δανέζικο, το ολλανδικό και το ιταλικό. Το ελληνικό έχει τεράστιο ρεύμα, εμένα προσωπικά δεν με εντυπωσίασε, αλλά respect που τιμούν τη μητρική μας, respect που ξεφεύγουν από το comfort zone τους, γενικώς respect που στέλνουν κάτι που μυρίζει Ελλάδα. 

Σαν χρονιά, μέχρι στιγμής, το επίπεδο είναι καλύτερο από το περσινό, αλλά αυτό είναι το μόνο εύκολο, αφού πέρσι ήταν όλα άθλια.

Θα τα ξανασυζητήσουμε εν ευθέτω χρόνω.

Λαϊκό τραγούδι της προκοπής πότε θα στείλουμε, οεο;