Σάββατο, Ιουλίου 05, 2025

Αυτή η Αγάπη Είναι, Ό,τι Καλύτερο Στ' Ορκίζομαι

 

Άλλη μια συναυλία της Βίσση στην καμπούρα μας.

Τα χρόνια περνάνε με τη Βίσση. Έγραφα προ ολίγου σε κάτι φίλους ότι είναι η μόνη τραγουδίστρια που γεννήθηκε (δισκογραφικά) μαζί μας και εξελίσσεται μαζί μας και ουδέποτε θεωρήθηκε μουσικά irrelevant. Είναι σταθερή αξία και σημείο αναφοράς. Μετρούμε τις χρονιές με τα άλμπουμ της. Στο «Λάμπω!» ήμουν Έκτη Δημοτικού. Στο «Τραύμα» Δευτέρα Λυκείου, στο «Αντίδοτο» φαντάρος και στην «Κραυγή» στο πανεπιστήμιο. Στη Γιουροβίζιον του 2006 ήμουν ασκούμενος δικηγόρος, στο «Απαγορευμένο» έπαθα το ανεύρυσμα, στο «Ξανά Μανά» γεννήθηκε ο γιος μου, στο «Αίμα» η κόρη μου. Όλη μου η ζωή πορεύεται παράλληλα με την καριέρα της και όλα της τα τραγούδια είναι το soundtrack της ζωής μου. Πολλές φορές τρομαχτικά ταυτόσημο.

Ζούμε μεγάλες στιγμές οι φανς της. Το ντελίριο που προκλήθηκε φέτος από το «Σε Περίπτωση Πού» δεν το περίμενε κανένας. Είναι πλέον Vissi Classic και ένα από τα καλύτερά της. Το γεγονός ότι επέστρεψε στα μεγάλα στάδια γεμίζοντας τα εις διπλούν δεν συνέβαινε ούτε επί «Αγάπης Υπερβολικής». Και έχω ως σημείο αναφοράς το «Αγάπη Υπερβολική» γιατί δεν θα ξεχάσω ποτέ όταν το 2000 στο ΓΣΠ Λευκωσίας ένιωθα την οικοδομή να κουνιέται κάθε φορά που η αρένα φώναζε «θα-πε-θα-νω». Νόμιζα θα πέσει το κτήριο. Έκτοτε δεν είχα πάει σε πιο ζωντανή συναυλία. Τώρα πια όμως ζούμε κάτι ανώτερο. Η Βίσση κατάφερε να γεμίζει στάδια με όλων των ειδών τις ηλικίες. Χθες βράδυ μπροστά μου καθόταν ο πατέρας, η μητέρα, τα αγόρια τους που ήταν στην εφηβεία και η γιαγιά μαζί!

Το Τικ-Τοκ και τα ΜΚΔ της έκαναν φοβερό καλό. Βλέπεις παιδιά, αγέννητα τότε, να τραγουδούν με φανατισμό τραγούδια της που όταν είχαν κυκλοφορήσει εκείνα ήταν αγέννητα. Και να και το πρώτο σοκ: Χθες βράδυ κάθονταν δίπλα μου δυο κορίτσια περί τα είκοσι έτη. Χτυπιούνταν, ούρλιαζαν, έκαναν στόρις συνέχεια, άλλη γενιά. Στα πολλά γυρίζει η μία και μου λέει: «Κύριε, ουάο! Ξέρετε όλα τα τραγούδια!» Από πού να το πιάσεις το σχόλιο. Κατ’ αρχάς με είπε «κύριο!» εμένα που όταν πάω στη Βίσση, δεν πάω ως 45αρης αλλά ως ο 17ρης που τη μέρα που αγόρασε το «Αντίδοτο» το 1998 δεν πήγε σχολείο γιατί κήρυξε τη μέρα αργία. Δεύτερον, η κοπελίτσα θεώρησε ότι είμαι πολύ μεγάλος για να ξέρω όλα τα τραγούδια απέξω! Και τρίτον, όταν της είπα, «στα νιάτα μου ντυνόμουν στις συναυλίες της Καρβέλας» εκείνη είπε «νομίζω σας έδειξε στο ντοκιμαντέρ της, πρέπει να κάνετε come back!». «Νομίζει», είπε. 🤯

Jesus Christ! Να κάνω come back! Πλάκα, πλάκα πέρασαν 15 fucking χρόνια από τότε που πήγα στο Παττίχειο ως «Βέλας». Έβγαλα μια φωτογραφία χθες την ώρα που έλεγε το «αγάπη υπερβολική» και είδα και εγώ έναν γέρο με σορτσάκι και φανέλα, να χτυπιέται πάνω στην κερκίδα. Τι θέαμα. Τι να κάνω, δεν αντιστοιχεί το έξω με το μέσα μου.

Τέλος πάντων, η Βίσση ζει την καλύτερη στιγμή της καριέρας της. Το γεγονός ότι όλα της τα πρόσφατα σουξέ, όπως το "Όλα για Όλα, την "Περίπτωση" και το "Σαντρέ" τα είπε δυο φορές δείχνει ότι ο κόσμος διψά για τη μουσική της. Θυμάστε κάποια... πιο πέτρινα χρόνια που έβγαζε κάτι ανέμπνευστα τραγούδια όπως το «Καλύτερες Μέρες», τα οποία μετά βίας τα έλεγε στις συναυλίες; Καμία σχέση. Τώρα λέει το «Τυραννιέμαι» και ο κόσμος το ξέρει απέξω, ακούγεται φρέσκο σαν να βγήκε χθες. Λέει το «Σαντρέ» που κυκλοφόρησε πριν μια βδομάδα και ο λαός ξέρει ήδη απέξω και το κουπλέ και το ρεφραίν. Μάθαμε και τι θα πει Σαντρέ και το θεωρούμε και φυσιολογικό να βγαίνει τραγούδι με αυτόν τον τίτλο. Η Βίσση μας κάνει ό,τι θέλει! Η τρίχρονη Ευαγγελία, που μετά βίας ξέρει να προφέρει το όνομά της, ξέρει να πει πεντακάθαρα τη λέξη «κιγκλιδώματα». Μια λέξη που κατά τα άλλα θα μπορούσε να είναι γλωσσοδέτης. Η Βίσση την έκανε απλή και καθημερινή ακόμη και για ένα τρίχρονο.

Η Βίσση με έκανε να αγαπήσω και την κυπριακή παράδοση. Εκεί που έβγαζα σπυριά με τις Τυλλιρκώτισσες και τις Κόρες Μηλιές, ξαφνικά έγινε και η βράκα που κάμνει τρίκκι-τράκκα mainstream. Και ωραίο mainstream. Αυτά δεν μπορεί να τα πετύχει ο οποιοσδήποτε.

Τέλος πάντων. Τι να λέμε τώρα, κουράστηκα πολύ από τη χθεσινή συναυλία. Έφτασα στη Λάρνακα στις 7:00 και μπήκα στο σπίτι μου στη Λευκωσία στις 2:00 το πρωί. Είχα πολλά χρόνια να το κάνω αυτό. Παρόλα αυτά, θα ξαναπήγαινα και απόψε εύκολα στη 2η συναυλία αν είχα τη δυνατότητα να λείψω από τα παιδιά.

Αγαπώ πάρα πολύ την Άννα και αυτό πια φαίνεται και από το πόσο άβολα νιώθουν τα παιδιά μου μαζί της, τα οποία αισθάνονται ανταγωνισμό. Ο Αλέξης μια φορά μου είπε: «Παπά, δεν θα σου αρέσει αυτό που θα σου πω, αλλά είναι χάλια τραγουδίστρια!» 😂

Έκλεισα να πάω και στο Καλλιμάρμαρο.

Καλά να είμαστε και η Βίσση καλύτερα.

Πέμπτη, Ιουνίου 19, 2025

Τι Θέρος!

 

Γίνονται πραγματάκια και δεν πλήττουμε.

Μπορεί ο τρίτος παγκόσμιος να είναι προ των πυλών, αλλά στην πολύπαθη Κύπρο μας έχει από προχθές που ασχολούμαστε με τους αστυνομικούς που γαμήθηκαν μέσα στο χωράφι!

Όλα κι όλα, first things first! Μπορεί ο νυχτερινός, κυπριακός ουρανός να φωτίζεται από τις ρουκέτες που πλήττουν τη Μέση Ανατολή αλλά το παν είναι να ανακαλύψουμε ποιοι ήταν οι αστυνομικοί που αθέτησαν το καθήκον τους και άρχισαν τις σεξουαλικές περιπτύξεις εν ώραν εργασίας!

Υπάρχουν και πάλι δύο πόλοι. Τα τρολς που ξεσαλώνουν, και οι «δεν γελώ, υπάρχουν και οικογένειες». Τα τρολς είναι συνήθως Αριστεροί που ευκαιρία περίμεναν να τα βάλουν με τους μπάτσους, «γαμιέστε στη δουλειά», «αστυνομία που γαμεί» και λοιπά σαχλά, χιλιοειπωμένα. Αν επρόκειτο, βέβαια, για καμιά «ευπαθή ομάδα» (σε εισαγωγικά γιατί δεν πιστεύω στον όρο «ευπαθής ομάδα») θα μας έλεγαν ότι επιβάλλεται οι εργαζόμενοι να συνουσιάζονται εν ώρα εργασίας για αποβολή του άγχους!

Υπάρχουν και οι «δεν γελώ» που είναι, κατ’ εμέ, οι χειρότεροι. Έβλεπα εχθές μια ντουζίνα όξυνες να επιτίθενται σε μια γνωστή μου επειδή γελούσε με το θέαμα. «Υπάρχουν οικογένειες», «δεν είναι μάγκας εκείνος που δημοσιοποίησε το βίντεο» και προ πάντων, «εγώ δεν το βρίσκω αστείο». Εις την πούτσαν μας, μανδάμ, αν δεν το βρίσκετε αστείο. 2025 και ακόμη υπάρχει κόσμος που θα μας υποδείξει με το τι θα γελούμε! Και τι νομίζετε; Ότι περνιέστε για σοβαρές επειδή δεν γελάτε; Για κακογαμημένες ξυνομούνες περνιέστε. Επειδή δεν σας το λέμε;

Ο καθένας μπορεί να γελάσει με ό,τι θέλει. Γούστο του και καπέλο του. Το μόνο που δεν σηκώνει χιούμορ είναι η αρρώστια και ο θάνατος. Αλλά αυτό είναι το δικό μου όριο. Άλλοι μπορούν και δικαιούνται να γελάνε και μ’ αυτό. Έστω όμως ότι είστε ψυχροί και δεν μπορείτε να χαλαρώσετε το χειλάκι σας με το θέαμα. Τι μας κόφτει αν «δεν το βρίσκετε αστείο;» Νομίζετε μας νοιάζει; Σας ρωτήσαμε; Ή πιστεύετε ότι θα ντραπούμε, θα ανακαλέσουμε και θα υιοθετήσουμε την όποια ηθική σας; Το δάχτυλο που μας κουνάτε, ξέρετε που να το βάλετε.

Δεν γελάμε ούτε για τις οικογένειες των αστυνομικών, ούτε για το γαμήσι αυτό καθεαυτό. Γελούμε με τη βλακεία και την ηλιθιότητα. Διότι μόνο δυο βλάκες θα έβρισκαν καλή ιδέα να πάνε να γαμηθούν μέσα σε ένα ξερό χωράφι δίπλα σε ένα λούνα παρκ. Είναι τόσο τραβηγμένο που είτε κατακάβλωσαν και δεν κρατιούνταν, που είναι αστείο από μόνο του, είτε δεν τους έκοφτε αν τους έπιαναν, κάτι που για μένα είναι άξιο σεβασμού. Yolo!

«Εγώ δεν γελώ!» Στ’ αρχίδια μας!

Αλλάζουμε θέμα. Μου είπαν προ ολίγου ότι στην παράσταση του ΘΟΚ «Χωρικά Ύδατα» της Λίνας Νικολακοπούλου, κατά τη διάρκεια της υπόκλισης χθες στο Κούριο, οι ηθοποιοί φώναξαν «και επειδή δεν είμαστε μάζα, λευτεριά στη Γάζα!» Τι μαλάκες, θεέ μου!

Ποια Γάζα, βρε παρτάλια; Σας προσλαμβάνει η κυβέρνηση να παίζετε θέατρο για να ασκείτε εξωτερική πολιτική; Είναι επίσημη θέση του κρατικού θεάτρου το «λευτεριά στη Γάζα;» Ποιος σας εξουσιοδότησε να φωνάζετε πολιτικά μηνύματα; Κανονικά θα έπρεπε να σας απολύσουν χωρίς δεύτερη σκέψη. Τι να τα κάνουμε τα Υπουργεία Εξωτερικών όταν έχουμε τους ηθοποιούς του ΘΟΚ να τυλίγονται τη παλαιστινιακή σημαία και να φωνάζουν τα φρονήματα τους; Τους ακούσατε ποτέ τους Κυπρίους ηθοποιούς να φωνάζουν λευτεριά στην πατρίδα τους και να ανεμίζουν την κυπριακή σημαία; Όχι! Και ούτε πρόκειται να τους ακούσετε. Υπάρχει ταβάνι αντίληψης.

Το νέο επιχείρημα του κάθε pro-Palestine τύπου είναι «δεν θέλω να σκοτώνονται μωρά!» Το λάνσαρε πρώτη η Μαρίνα Σάττι. Μέχρι εκεί φτάνει η πολιτική τους ανάλυση. Τα εις βάθος νοήματα τους πέφτουνε βαριά. Τώρα θυμήθηκαν και τα μωρά. Ναι, κανένας δεν θέλει να σκοτώνονται μωρά. Ούτε εγώ αντέχω τις εικόνες. Ποιος θέλει πόλεμο και ποιος θέλει να βλέπει μωρά στα χαλάσματα; Αλλά μωρά σκοτώνονται παντού. Και στο Κίεβο της Ουκρανίας που βομβάρδισαν προχθές οι Ρώσοι, και στην Αφρική πεθαίνουν από τον υποσιτισμό, και στα δικτατορικά καθεστώτα της Νιγηρίας σφάζουν Χριστιανόπουλα, και άλλων αντίστοιχων χωρών. Γι’ αυτά τα παιδιά, μούγκα! Και φυσικά ούτε λέξη για τα μωρά που έσφαξε η Χαμάς στο φεστιβάλ του Ισραήλ απ’ όπου ξεκίνησαν τα θλιβερά γεγονότα τον Οκτώβρη του ’23. «Λυπάμαι τα μωρά!»

Γελάω, γιατί, το «λυπάμαι τα μωρά» μου το λένε συνήθως άνθρωποι που εκ πεποιθήσεως δεν θέλουν να κάνουν μωρά (και ορθώς – δεν είναι όλοι για αναπαραγωγή), ή που βρίσκουν εμάς που θέλουμε να κάνουμε πολλά, περίεργους και να δεις πώς το λένε… «κριντζ!»

Όλα ένα γελοίο θέατρο αγαπητοί μου, όλα ένα θέατρο και δυστυχώς, εκτός σκηνής!

 

 

Κυριακή, Ιουνίου 15, 2025

Happy Father's Day

 

Αυτό το κείμενο το γράφω κάθε χρόνο και κάθε χρόνο το σβήνω.

Φέτος ήρθε η ώρα να αναρτηθεί.

Κάθε χρόνο στη μέρα του πατέρα τσαντίζομαι με τον κόσμο που γράφει δακρύβρεχτα ή και αποθεωτικά κειμενάκια για τον υπέροχο πατέρα του. Και γνωρίζω πλέον καλά ότι τσαντίζομαι γιατί δεν μπορώ να πράξω το ίδιο για τον δικό μου πατέρα. Ούτε τώρα που πέθανε και, κατά πως λέει ο λαός, «δικαιώθηκε».

Οι σχέσεις μας ήταν κακές. Τα έχω ξαναγράψει. Με τον θάνατο του έχουν εξωραϊσθεί πολλά και συγχωρέθηκαν άλλα τόσα, αλλά όχι αρκετά ώστε να συμφιλιωθούμε. Τις προάλλες τον είδα πάλι στον ύπνο μου μετά από πολλά χρόνια. Τον πέτυχα σε ένα ξενοδοχείο στο οποίο είχα πάει διακοπές με την οικογένεια μου και ενώ στεκόμασταν μαζί στην ουρά για να πάρουμε κάποιες πληροφορίες από τη ρεσεψιόν και με κοίταζε επίμονα, διερευνητικά και επικριτικά εντουτοις αρνούνταν να έρθει να μου μιλήσει. Τον πλησίασα εγώ και τον ρώτησα αν είναι ο τάδε κύριος, εκείνος με κοίταξε βλοσυρά, γνέφοντάς μου καταφατικά, και όταν του είπα «είμαι ο γιος σου, δεν με κατάλαβες; Γιατί δεν έρχεσαι τόση ώρα να μου μιλήσεις;», εκείνος προχώρησε ευθεία και με αγνόησε θυμωμένα. Φαινόταν νεκρός, αλλά περπατούσε κανονικά, αν και κούτσαινε λίγο.

Περίγραψα το συγκεκριμένο όνειρο στο chat gtp και του ζήτησα να μου κάνει τον ονειροκρίτη. Μου έγραψε πολλά πράγματα που ήξερα, αλλά με μία ανάλυση συγκλονιστική και ολίγον τι αβάσταχτη: «Το ξενοδοχείο συμβολίζει μία μεταβατική περίοδο στη ζωή σου. Το ότι ήσουν εκεί με τα παιδιά και την οικογένεια σου, δείχνει την ανάγκη σου να προσφέρεις σ’ αυτούς ένα ασφαλές και σίγουρο περιβάλλον. Το ότι συστήθηκες στον πατέρα σου ήταν μία εσωτερική ανάγκη αναγνώρισης και αποδοχής: «είμαι ο γιος σου, δεν με κατάλαβες;» Το ότι προχώρησε και σε απαξίωσε επιβεβαίωσε τις διαχρονικές, κακές σας σχέσεις. Επιβεβαίωσε το απωθημένο της αποδοχής.

Όλα αυτά πονάνε, πόσο μάλλον όταν στα λέει το ρομπότ του chat gtp που δεν σε ξέρει καν. Σκεφτείτε να ρωτούσα κάποιον που μας ήξερε αμφότερους μια ζωή τι θα άκουγα.

Εν πάση περιπτώσει, τι θέλω και τα αναμοχλεύω τώρα όλα αυτά. Θέλω και τα αναμοχλεύω γιατί συνειδητοποιώ κάθε χρόνο στη μέρα του πατέρα τη σημαντικότητα της πατρικής φιγούρας στο μεγάλωμα ενός παιδιού και το πόσο μπορεί να σου γαμήσει τη ζωή όταν αυτό το πρότυπο προβάλλει τα δικά του κόμπλεξ και ανασφάλειες πάνω στο παιδί του.

Και ας μπούμε στο ζουμί του σημερινού κειμένου.

Τον τελευταίο καιρό περνώ δύσκολα. Και όποτε περνώ δύσκολα κάθομαι και σκέφτομαι τι ευθύνεται και δυσκολεύομαι. Και τα πιάνω όλα ένα, ένα, και τα αναλύω, και τα ξεδιαλύνω και πάω στο παρελθόν, και σκάβω, σκάβω, σκάβω και όλα καταλήγουν σε ένα συμβάν με τον πατέρα μου, το οποίο με σημάδεψε και το οποίο έλαβε χώρα τον Απρίλη του 1995.

Ας το μοιραστώ, αν και πολύ φοβάμαι ότι θα το μετανιώσω μετά. Θα σας κάνω και έναν πρόλογο για να τα διαβάσετε όλα πιο περιεχτικά.

Ο πατέρας μου ήταν γιατρός. Και ως γιατρός ήθελε να κάνει γιο – γιατρό. Πώς να κάνει τον γιο γιατρό όταν εγώ δεν είχα την παραμικρή κλίση στο επάγγελμα, αυτό είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Ήταν όμως σίγουρος πως σ’ αυτή τη ζωή όλα επιτυγχάνονται αν το θέλουμε, οπότε δεν υπήρχε λόγος να το συζητάμε. Κάπου εκεί στην ηλικία των πέντε, έξι ετών μου ανακοίνωσε ότι εγώ, όταν μεγάλωνα θα γινόμουν γιατρός. Ήμουν παιδάκι, το μόνο που με ένοιαζε ήταν να παίζω, δεν φανταζόμουν καν ότι μια μέρα θα μεγαλώσω και θα πρέπει να επιλέξω καριέρα, οπότε ολίγον με ενδιέφερε. «Δεν πα να γίνω και γιατρός, ώσπου να μεγαλώσω έχουμε μπροστά μας αιώνες!»

Η πλύση εγκεφάλου υπέρ της ιατρικής επιστήμης ήταν τόσο έντονη και βαθιά ριζωμένη που όταν με ρωτούσαν διάφοροι φίλοι ή γνωστοί «τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις», απαντούσα μηχανικά: «γιατρός». Δεν ήξερα ότι υπάρχει δικαίωμα επιλογής. Γιατί ουσιαστικά δεν υπήρχε για μένα το δικαίωμα της επιλογής. «Γιατρός» και άγιος ο Θεός.

Θυμάμαι, χαρακτηριστικά, ότι το 1991 σε ένα φιλικό σπίτι που είχαμε πάει οικογενειακώς για σουβλάκια, όταν ο οικοδεσπότης μου έκανε ανάλογη ερώτηση και απάντησα «γιατρός» μου είπε «ναι, αλλά το θέλεις πραγματικά ή το λες επειδή στο επέβαλε ο πατέρας σου;» ξέσπασε τρικούβερτος καβγάς στη βεράντα που καθόμασταν. Ο πατέρας μου επιτέθηκε στον οικοδεσπότη «με ποιο δικαίωμα ανακατεύεσαι στο τι θα γίνει ο γιος μου όταν μεγαλώσει» και «με ποιο δικαίωμα του βάζεις ιδέες;!» Ήταν άβολο σκηνικό, ακόμα το θυμάμαι, γιατί είχαν μπει στη συζήτηση και άλλοι παριστάμενοι και ξαφνικά συζητούσαν για μένα και το μέλλον μου περί τα 10 άτομα. Ήμουν κι εγώ εκεί και άκουγα αυτή τη σουρεαλιστική συζήτηση. Ένιωθα ότι ίσως θα μπορούσα να πάρω θέση, αλλά σιγά μην έπαιρνα. Εγώ το 1991 ήμουν έντεκα ετών και έβλεπα χελωνονιντζάκια στο βίντεο και αγωνιούσα αν ο Σρέντερ θα σκότωνε τον απαχθέντα Σπλίντερ.

Το 1995 όμως, εκείνη την επίμαχη και αποφράδα νύχτα, ήμουν τελειόφοιτος Γυμνασίου και έπρεπε να επιλέξω τα μαθήματα που θα έκανα στο Λύκειο. Ήμουν καλός μαθητής σε όλα, αλλά μην γελιόμαστε, το φόρτε μου ήταν τα θεωρητικά μαθήματα. Έγραφα 18 και 20 και στα διαγωνίσματα των θετικών επιστημών, αλλά με ζόριζαν, έπρεπε να υπερβάλω εαυτόν για να το πετύχω, ενώ τα Νέα Ελληνικά, την ιστορία και τις ξένες γλώσσες τις έπαιζα στα δάχτυλα.

Πού να τολμήσω να εκφραστώ ότι εγώ δεν υπήρχε περίπτωση να «ανθίσω» μέσα στα μαθηματικά, τις φυσικοχημείες και τις άλγεβρες; Θυμάμαι ότι ήταν βράδυ, ετοιμαζόμασταν για ύπνο, ο πατέρας μου κρατούσε το φυλλάδιο στο οποίο έπρεπε να συμπληρώσω τα επιλεγόμενα μαθήματα και ούρλιαζε ανεμίζοντας το στα χέρια του, (φανταστείτε την Ειρήνη Χαραλαμπίδου στη Βουλή όταν ανεμίζει κάποια σκανδαλώδη έγγραφα αλλά με πολύ περισσότερο μένος και ένταση). Τα μάτια του ήταν γουρλωμένα, κατακόκκινα, έβγαζε σπίθες, κάπνιζε αρειμανίως και φώναζε: «θα γίνεις γιατρός! Θα γίνεις γιατρός!»

Ήταν τραυματική εκείνη η νύχτα. Οι φωνές είχαν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, αλλά περισσότερο νομίζω με πείραξε το ότι η μάνα μου είχε πέσει για ύπνο και βαριόταν να συμμετάσχει ή να με υπερασπιστεί. Νομίζω κάποια στιγμή ψέλλισε ένα αδιάφορο «άστον να διαλέξει ό,τι θέλει» αλλά μετά γύρισε πλευρό και κοιμήθηκε. Ήταν σβηστά όλα τα φώτα στο σπίτι, και το μόνο φως έβγαινε από την οθόνη της τηλεόρασης, η οποία μάλιστα θυμάμαι ότι έπαιζε μία εκπομπή του Τσαλακού στον Αντέννα. Η νύχτα κορυφώθηκε με εμένα να κλαίω με λυγμούς, και να λέω ότι θα διαλέξω ό,τι θέλω και εκείνον να μου λέει «διάλεξε ότι θέλεις και άντε παράτα μας!» Πήρα, λοιπόν, το φυλλάδιο και συμπλήρωσα στο κενό των επιλεγόμενων μαθημάτων: «Μαθηματικά, Φυσική». Το υπέγραψα και το έβαλα στη τσάντα μου. Ο πατέρας μου παρακολουθούσε με την άκρη του ματιού του, με ύφος τσάρου και έβγαζε καπνούς απ’ τα ρουθούνια του σαν τον δράκο. «Εσύ τα διάλεξες!» μου είπε. «Μη διανοηθείς αύριο να μου πεις ότι σε πίεσα και να επιρρίψεις ευθύνες!»

Ναι, εγώ το διάλεξα. Αλλά ήταν τόσο μεγάλη η υπόγεια άσκηση ψυχολογικής πίεσης τόσα χρόνια που δεν τολμούσα να διαλέξω και κάτι άλλο. Τα διάλεξα επειδή φοβόμουν. Τα διάλεξα επειδή κατά βάθος τον φοβόμουν.

Στο Λύκειο η επίδοση μου ήταν αξιοπρεπής. Δεν ήμουν όμως άριστος όπως ήμουν συνηθισμένος. Και κάθε χρόνο ακολουθούσαν φθίνουσα πορεία οι βαθμοί μου. Είχα ένα γενικό βαθμό στο απολυτήριο της τάξεως του 17, το οποίο συγκροτούνταν από τις πολύ καλές επιδόσεις μου στα μαθήματα θεωρητικής κατεύθυνσης. Στη Γ’ Λυκείου είχα σε όλα τα μαθήματα 19 ή 20, και στα επιλεγόμενα μαθήματα, ήτοι, μαθηματικά, φυσική και χημεία βαθμούς οριακά πάνω από τη βάση. Και αυτό επειδή οι καθηγητές αναγνώριζαν την προσπάθεια και την τραγικότητα των επιλογών μου. Κοινώς με λυπόντουσαν και με περνούσαν με το ζόρι για να μην μου φράξουν το μέλλον μου. Ένας φιλόλογος τόλμησε μια φορά να πει της μάνας μου «αν αυτός ήταν στον κλασσικό κλάδο σήμερα θα ήταν σημαιοφόρος!» Ουδόλως τους ενδιέφερε. Το ζητούμενο ήταν να γίνω γιατρός.

Όπως βλέπετε, γιατρός δεν έγινα. Πώς να γίνω; Στις εισαγωγικές εξετάσεις των ΑΕΙ  του 1998 δεν έγραψα σε κανένα τεστ πάνω από τη βάση. Το αστείον του πράγματος ήταν ότι ο πατέρας μου ενώ γνώριζε τις αδυναμίες μου, μέχρι και την τελευταία μέρα ήλπιζε ότι κουτσά στραβά σε κάποια σχολή της Ελλάδος θα έμπαινα. Κάθισε και στο ραδιόφωνο και άκουγε τις ανακοινώσεις των επιτυχόντων σίγουρος ότι κάπου θα άκουγε το όνομά μου, μα εις μάτην. Μιλάμε πάντα για την ιατρική Ελλάδος. Δεν δήλωσα πουθενά αλλού. Ούτε καν οδοντιατρική. Τι δουλειά έχω εγώ με τα σφραγίσματα και το βρωμόστομα του καθενός; Μου αρκούσε το δικό μου. Θα μπορούσα βέβαια να στοχεύσω να γίνω ψυχίατρος γιατί έχω μία έφεση στους τρελούς και μία φυσική έξη προς τους ψυχάκηδες, αλλά τότε δεν την είχα ακόμη ανακαλύψει. Τέλος πάντων.

Το σοκ που βίωσα όταν όλοι μου οι συμμαθητές πέρασαν σε κάποιο πανεπιστήμιο και εγώ δεν υπήρχα πουθενά, ήταν μεγάλο και ο μόνος τρόπος να το διαχειριστώ ήταν να το μπλοκάρω και να προσποιούμαι ότι δεν συνέβη ποτέ. Ήμουν όμως και 18 χρονών. Σε εκείνη την ηλικία πιο πολύ με πείραζε που δεν είχα γκόμενα, που δεν είχα ακόμα ξεπαρθενέψει, παρά το ότι δεν μπήκα στην ιατρική. Ήταν όμως όλα στο μυαλό μου ένας βάλτος, μία κινούμενη άμμος και εγώ παραδομένος βούλιαζα.

Τώρα τι σημασία έχουν όλα αυτά εφόσον εν τέλει τον δρόμο μου τον βρήκα και σήμερα έχω και εργασία, έχω και οικογένεια;

ΕΧΟΥΝ! Και πολλή μάλιστα.

Γιατί αν είχα ακολουθήσει την κλίση μου σήμερα θα ήμουν ένας άλλος. Και θα ήμουν ένας άλλος χωρίς να έχω υποστεί πλήγματα αυτοπεποίθησης και ψυχικής συγκρότησης. Θα ήμουν ό,τι είμαι στο θέατρο, χωρίς να βρίσκομαι στη σκηνή. Θα ήμουν στην πρώτη γραμμή. Δεν θα ήμουν απλά οκ και με χίλια ζόρια επιβιώσαντας. Θα ήμουν κυρίαρχος! Μέσα μου, μέσα στον εγκέφαλό μου εννοώ, μέσα στα μύχια της ψυχής μου είμαι πιο κυρίαρχος και από τον Νετανιάχου. Έξω μου, όμως, είμαι σαν την Αννίτα Δημητρίου 😁.

Και αυτή η ανορθογραφία, αυτός ο ευνουχισμός προήλθε από τον πατέρα μου εκατό τοις εκατό!

Θα μου πεις, σου βγήκε σε κακό; Και στην Αγγλία πήγες, και με όλες τις ράτσες της υφηλίου φίλεψες, και το μυαλό σου ακόνισες, και έγκριτα πτυχία πήρες. Ναι, τα πήρα. Αλλά τα πήρα λαβωμένος και ως παθητικός θεατής. Δεν τα πήρα ως πρωταγωνιστής. Και είναι τόσο τραγικό αυτό, θα ρωτήσετε.

Ναι, είναι. Γιατί όποτε βρεθώ σε δύσκολες καταστάσεις, όποτε η ζωή μου στρίβει τον δρόμο και πιάνομαι εξαπίνης, σκέφτομαι ότι αν εκείνο το βράδυ του 1995 είχα αποφασίσει να πάρω τον δικό μου τον δρόμο χωρίς τα πρέπει του πατέρα μου σαν Δαμόκλειο σπάθη πάνω από το κεφάλι μου, σήμερα δεν θα είχα την παραμικρή ενοχή, τον παραμικρό δισταγμό ως προς το πού πρέπει να κατευθυνθώ και θα είχα αρπάξει τον ταύρο από τα κέρατα. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, τον ταύρο όχι μόνο δεν τον κρατώ από τα κέρατα, ούτε καν απ’ τα αρχίδια. Ο ταύρος μαίνεται μέσα στο υαλοπωλείο και τα διαλύει όλα. Κι εγώ απλώς χάσκω.

Happy fathers day, λοιπόν, και άντε γεια μας! Από κάτι τέτοια έμαθα πως να μην είμαι. Από κάτι τέτοια πληγωτικά κέρδισα σήμερα να έχω τον Αλεξάκο και τη Βαγγελιώ να μου λεν απροσδόκητα «είσαι ο καλύτερος παπάς του κόσμου». 


Τετάρτη, Ιουνίου 04, 2025

Δεν Μου Λείπει Τίποτα!

 

Με τον γιο:

Είμαι μαζί του και τον επιβλέπω καθώς κάνει το μπάνιο του.

Σαπουνίζεται και ταυτόχρονα μου λέει:

«Όποιος ζει το 2050 θα είναι πολύ τυχερός. Ξέρεις γιατί, παπά; Επειδή τότε θα ανακαλυφθούν κάτι φάρμακα που όποιος τα πίνει θα ζει για πάντα».

Βάζει σαμπουάν και τρίβει το κεφάλι του. Εγώ δεν συμμετέχω στη συζήτηση.

Συνεχίζει:

«Εσύ, παπά, πόσων χρονών θα είσαι το 2050;»

(Σιωπά για να κάνει τη μαθηματική πράξη).

«45 συν 25 ίσον…70; Ναι, 70!» (Γουρλώνει τα μάτια του. Σιωπά. Δεν του αρέσει το άθροισμα, μάλλον του φάνηκε μεγάλος ο αριθμός).

«Εντάξει δεν θα είσαι και τόσο γέρος. Υπάρχουν γέροι που δεν φαίνονται γέροι. Αν ήσουν 80 θα ήσουν πολύ γέρος, θα ήσουν έτσι (σκύβει και παριστάνει τον γέροντα που τρέμει). Αλλά στα 70 θα είσαι εντάξει».

Προσπαθεί να μου χρυσώσει το χάπι. Το σκέφτεται λίγο, αντιλαμβάνεται ότι δεν σώζεται, και αποφαίνεται:

«Τουλάχιστον δεν θα πεθάνεις!»

Και όπως είναι πασαλειμμένος με σαπουνιές ολόκληρος μέσα στο μπάνιο με αρπάζει και με αγκαλιάζει! Με έκανε χάλια! 🥲🥲

 

Με την κόρη:

Ξαπλώνουμε στο κρεβάτι και κάνουμε αγκαλιές, γαργαλητά και τα τοιαύτα. Ξαφνικά μου αρπάζει το κεφάλι με τα δυο της χέρια, με κοιτάζει κατάματα και μου λέει:

«Όταν μεγαλώσω θα σε παντρευτώ!»

«Δεν γίνεται να με παντρευτείς!»

«Γιατί;» Το αναφωνεί λες και γκρεμίζεται ο κόσμος.

«Γιατί τα κοριτσάκια δεν παντρεύονται τον παπά τους, πρέπει να βρεις κάποιον άλλον, της ηλικίας σου!»

Σκέφτεται λίγο με ύφος «πού να βρίσκουμε τώρα άλλον», και μου λέει:

«Τον Μιχαήλ από το σχολείο;»

Ποιος είναι ο Μιχαήλ; Πρώτη φορά μου τον αναφέρει. Όποιος και να ‘ναι αυτός, τον λυπάμαι από τώρα.

«Ναι, ας πούμε τον Μιχαήλ, αν τον αγαπάς…»

«Δεν τον θέλω! Εγώ εσένα θέλω!»

Δεν γίνεται, Βαγγελιώ μου, της εξηγώ περαιτέρω. Το ξανασκέφτεται λίγο και μου δηλώνει ορθά κοφτά:

«Μα εσύ είσαι ο πιο όμορφος άντρας του κόσμου!»

🤯🤩🥰

Αχ! Ούτε η μάνα μου, ούτε η γυναίκα μου δεν μου έχουν πει ποτέ τέτοια λόγια!

Αλλά…

Από τρελό κι από μικρό μαθαίνεις την αλήθεια! 😂😂😍😍❤

 

Γράφω τα πιο πάνω για να τα ανακαλώ όποτε γκρινιάζω για τη μίζερη ζωή μου και να μου υπενθυμίζω ότι όχι μόνο δεν μου λείπει τίποτα, αλλά αντιθέτως έχω και τα πάντα!

 

 

 

 

 

Κυριακή, Μαΐου 18, 2025

Το Ωραιότερο Πρόγραμμα Στον Κόσμο & Η Αριστερά

 

Δεν υπάρχει πιο μεγάλη, και πιο ηλίθια κοινωνική μερίδα από τους Αριστερούς.

Δείτε πόσο ξεσαλώνουν από χθες με τη συμμετοχή του Ισραήλ στη Γιουροβίζιον για να καταλάβετε πόσο συνεπής είναι η αλληλουχία των σκέψεων τους. Θεωρούν, και ορθώς, ότι οι Ισραηλινοί δεν θα έπρεπε να συμμετέχουν στη Γιουροβίζιον εξαιτίας του τι συμβαίνει στην Παλαιστίνη.

Τους ακούσατε ποτέ να διαδηλώνουν εξίσου έντονα όταν συμμετείχε παλιότερα η Τουρκία; Ρητορικόν το ερώτημα. Τότε, όχι μόνο δεν διαδήλωναν, αλλά θεωρούσαν τη Γιουροβίζιον μία τέλεια ευκαιρία «για να χτιστούν γέφυρες ανάμεσα στους λαούς». Όχι μόνο ήθελαν και επεδίωκαν ελληνοτουρκικές φιλίες, αλλά η μοναδική νίκη της χώρας – κατακτητή μας προήλθε από το 8αρι που έδωσαν οι Κύπριοι στη Σερτάμπ Έρενερ γιατί πίστεψαν το 2003 ότι οι Τούρκοι άνοιξαν τα οδοφράγματα επειδή σκόπευαν να τους επιστρέψουν τις περιουσίες τους. Για τόσο χαμηλό δείκτη νοημοσύνης μιλούμε. Δείτε και τι δήλωνε πέρσι η ζαία με το ζάρι: 




Είδατε κανέναν Γιούροφαν να διαμαρτύρεται για τα αίσχη του Αζερμπαϊτζάν στην Αρμενία; Πρόσφατα συνέβησαν όλα αυτά, δεν έγιναν προ μισού αιώνα όπως η εισβολή στην Κύπρο για να πεις ότι υπάρχει και κάποια πιθανότητα να ξεχάστηκε το ζήτημα σε βάθος χρόνου. Κανένας! Εκεί, όλοι μούγκα. Εντάξει, θεωρώ και το ζήτημα του Ναγκόρνο Καραμπάχ πολύπλοκο για να το καταλάβει ο νους του μέσου Αριστερού, αλλά και πάλι. Δεν θα έπρεπε να ζητείται αποκλεισμός του Αζερμπαϊτζάν με το ίδιο πάθος όπως γίνεται για το Ισραήλ; Ουδείς τόλμησε να το ζητήσει. Αντιθέτως, το Αζερμπαϊτζάν θεωρείται φιλική χώρα, μας δίνει και δωδεκάρια πού και πού, άσχετα αν είναι στο τσακ να αναγνωρίσει το ψευδοκράτος ως ανεξάρτητο κρατίδιο. 

Είναι διασκεδαστικός ο θυμός των Αριστερών με το Ισραήλ. Και παρόλο που συμφωνώ ότι ως ζήτημα αρχής, όταν μια χώρα επιτίθεται σε μία άλλη, ειδικά τόσο δυσανάλογα και συνεχιζόμενα, θα έπρεπε να αποκλείεται από τα παγκόσμια πολιτιστικά δρώμενα, εντούτοις αρχίζω να τα παίρνω με αυτή την μεροληψία τους. Είστε τόσο ισλαμολάγνοι που θέλετε πίσω διακαώς την Τουρκία; Που κατέχει τη μισή Κύπρο, που έσφαξε Ποντίους, Κυπρίους, Αρμενίους αλλά όλα αυτά παραβλέπονται χάριν επαναπροσέγγισης και ένδειξης καλής συνύπαρξης; Ε, κάντε το ίδιο και με το Ισραήλ. 

Βλάκες, ηλίθιοι!

Δευτέρα, Απριλίου 07, 2025

Νίτσα

 

Η πολιτική έχει δυσκολέψει στις μέρες μας.

Παρακολουθώ τον ντόρο που προκλήθηκε τις τελευταίες μέρες με την Αννίτα Δημητρίου και την περιβόητη φωτογραφία στα φυλακισμένα μνήματα. Δεν αντέχω να μην τοποθετηθώ κι εγώ, παρόλο που το πάλεψα, καθότι θεωρώ τη νέα φουρνιά πολιτικών κομπλεξική, επικίνδυνη και ανάξια λόγου. Δεν ξέρεις από που θα σου ‘ρθει με δαύτους. Θα την πω όμως την κουβέντα μου, γιατί έτσι έμαθα, να μιλώ. Εγώ βαριέμαι αφόρητα τον κόσμο που δεν μιλά και δεν εκφράζει άποψη, οπότε δεν θα κάνω αυτά που περιπαίζω. Θα μιλώ.

Την Αννίτα Δημητρίου τη λυπάμαι. Αλλά περισσότερο λυπάμαι εμάς. Τη λυπάμαι γιατί τη θεωρώ άνοστη, με την έννοια ότι ενώ πρόκειται για μία νεαρή γυναίκα που θα μπορούσε να φέρει ένα φρέσκο αέρα στα κοινά, εντούτοις μιλά σαν τη κοτζιάκαρη και μου θυμίζει κάτι καθηγήτριες που όταν ήμουν εγώ μαθητής τους βγάζαμε τον αδόξαστο. Κι αν δεν μου θυμίζει καθηγήτρια, σίγουρα μου θυμίζει μία «καλή μαθήτρια», την απουσιολόγο της τάξης, εκείνη που όταν ρωτούσε η καθηγήτρια «ποιος θέλει να γράψει απρόοπτο να καλυτερέψει τον βαθμό του;» εκείνη σήκωνε πάντα το χέρι της και έτρωγε όλη η τάξη το αγγούρι εξαιτίας της. Εκείνη που ερχόταν στην Αγγλία να σπουδάσει αλλά όταν έβγαινε έξω αντί να χαρεί τα φοιτητικά της χρόνια γυρνούσε κακήν κακώς στις 10:00 για να προλάβει να μιλήσει με το αγόρι της στην Κύπρο που ήταν στρατιώτης. Ο καθωσπρεπισμός των ‘80ς τουρλού με τον καιροσκοπισμό και τη ματαιοδοξία των ‘90ς. Όλα αυτά που ο κάθε φυσιολογικός άνθρωπος βδελύσσεται. Ε, αυτήν κάναμε επικεφαλής της Βουλής και του μεγαλύτερου κυπριακού κόμματος.

Το θέμα είναι ότι αυτό το προφίλ δεν φτουρά πια. Το «φαινόμενο Φειδίας» απέδειξε ότι για να πας μπροστά πρέπει να γίνεις καταναλωτικό προϊόν απενεχοποιημένα και με τη βούλα, και να σημειώνεις υψηλά ποσοστά στο «νεανικό, δυναμικό κοινό» που λένε και στις τηλεοπτικές εκπομπές. Εξ ου και η Αννίτα μας προκειμένου να δικαιολογήσει το πόστο της και τις φιλοδοξίες της, άρχισε να κάνει βιντεάκια στο ίντερνετ για «κολάνια που κόπηκαν» (η τελευταία φορά που άκουσα τη λέξη ‘κολάνι’ ήταν το 1985 όταν ο μακαρίτης ο παππούς μού έλεγε «αν πιάσω το κολάνι κατίσιη σου»), αλλά και ατυχείς μελοδραματικές πόζες μπροστά στους τάφους των ηρώων μας, με τα γνωστά αποτελέσματα.

ΟΚ, δεν θα συζητήσω για το γελοίον του πράγματος, τα είπαν άλλοι καλύτερα από μένα. Εγώ λυπάμαι που πλέον για να επιβιώσεις στην πολιτική πρέπει να παράγεις περιεχόμενο, και όχι έργο. Προσοχή στη σημασία των λέξεων. Άλλο το περιεχόμενο, άλλο το έργο. Θα πρέπει πια να προσλαμβάνονται σκηνοθέτες, φωτιστές, κινητολόγοι (νέα λέξη δικής μου επινόησης που προέρχεται από το ‘κινητό’), να μπορούν να χειρίζονται εφαρμογές οι οποίες φωτίζουν φωτογραφίες, μικραίνουν μύτες, κεφάλια, αφτιά και τα τοιαύτα. Τι να σου κάνει και η Αννίτα, σηκώθηκε και πήγε τόσο δρόμο να βάλει το στεφάνι της, ένα ποστάκι δεν θα ανέβαζε; Θα το ανέβαζε που θα το ανέβαζε, δεν θα έπαιρνε και μια πόζα; Δεν θα έπαιρνε και το βλέμμα του Ζαχαράτου όταν μιμείται τη Μιμή Ντενίση; Θα το έπαιρνε! Δεν της βγήκε, της γύρισε και μπούμερανγκ, τρέχουν στον Συναγερμό να μαζέψουν τα ασυμμάζευτα. Τι να κάνουμε τώρα!

Η πολιτική δυσκόλεψε.

Και αν θέλεις να είσαι πολιτικός πρώτης γραμμής πρέπει να κάνεις τέτοια. Δεν έχουμε δει τίποτα ακόμα!

Το όνομα Αννίτα το έχω πολύ θετικά καταγεγραμμένο στο μυαλό μου. Κατ’ αρχάς προέρχεται από το όνομα ‘Άννα’ που για μένα είναι το ομορφότερο γυναικείο όνομα. Αλλά επίσης το έχω συνδεδεμένο με την Αννίτα Πάνια που τη θεωρώ μία από τις πιο πνευματώδεις και ενδιαφέρουσες προσωπικότητες στην ελληνική τηλεόραση. Ε, μεγαλύτερο downgrade δεν μπορούσα να φανταστώ.

Ας μας κάνει τη χάρη και ας το αλλάξει σε «Νίτσα». 😂😂

Δευτέρα, Μαρτίου 24, 2025

Η Αυνάνοι Της Ντίσνεϊ & Η Χιονάτη

 


Πήγα με τον Αλέξη να δούμε τη Χιονάτη χθες το απόγευμα.

Καλά, δεν περίμενα και τίποτα. Είχα προετοιμαστεί για την πανωλεθρία με τα όσα διάβαζα στα σάιτ τα τελευταία χρόνια, αλλά ακόμη κι έτσι εντυπωσιάστηκα με το πόσο κακή ταινία ήταν.

Εμ, αυτά συμβαίνουν όταν πρέπει να ικανοποιήσεις τους πάντες. Ζούμε σε εποχές που η ηλίθια πλέμπα δεν μπορεί να αναγνωρίσει το δικαίωμα του δημιουργού να φτιάξει όπως γουστάρει τους ήρωες του. Πρέπει να τα μπήξουν όλα μέσα. Και το empowerment και το political correctness και όλα. Βγήκε τώρα ένα πράμα άοσμο, άγευστο και άνευρο που δεν αφορά κανέναν και κλάψτε να εκατομμύρια που φάγατε. Και είναι απορίας άξιον πώς επέτρεψε η εταιρεία να κατακρεουργηθεί η ταινία που αποτελεί κορωνίδα της κληρονομιάς της για να ικανοποιηθούν τα «προοδευτικά» βλήματα του τρέχοντος αιώνα.

Άσχημη πρωταγωνίστρια checked, κακά νέα τραγούδια checked, διαστρέβλωση της ιστορίας checked! Πιο αριστερό μανιφέστο δεν θα μπορούσε να είναι. Και προ πάντων, κουτοπονηριές. Βάζουν τη Χιονάτη να σώζεται από τον πρίγκιπα, αλλά δεν είναι ακριβώς «πρίγκιπας», είναι πλέον… «επαναστάτης». Οπότε, ναι μεν τον κράτησαν για να βγει το παραμύθι κάπως γνώριμο με το αυθεντικό, αλλά του άλλαξαν την ιδιότητα μην τυχόν και σκίσουν οι Αριστερές κάνα καλσόν. Έκοψαν και το τραγούδι “some day my prince will come”, εκείνο το υπέροχο βαλσάκι, μην τυχόν και πουν τη Χιονάτη υπόδουλη της τοξικής αρρενωπότητας. Το ότι την έκαναν κακάσχημη σαν να τράκαρε η μούρη της με φορτηγό και ούτε ο νάνος δεν μπορεί να καβλώσει μαζί της δεν τους πείραξε. Μόνο ο πρίγκιπας μην τη δει και τη λιγουρευτεί και την πουν φιλοβασιλικιά. Φυσικά και τη φίλησε «παρά τη θέλησή της» στο τέλος, αλλά ήταν ξυστά απ’ τα χείλη, για τους ίδιους, εικάζω, πάλι λόγους.

Τι να συζητάμε τώρα, πρόκειται περί ηλιθιότητας στο τετράγωνο.

Τη Σταχτοπούτα που την κράτησαν αυτούσια το 2013 και ήταν ένα χάρμα οφθαλμών δεν την κακολόγησε κανείς. Τώρα γιατί βάλθηκαν να καταστρέψουν ό,τι έχτιζαν έναν αιώνα τώρα πια δεν μπορώ να το καταλάβω. Ξανακάναμε αυτή τη συζήτηση και όταν βγήκε η Άριελ (άλλη δολοφονία χαρακτήρα απ’ εκεί) και βαριέμαι να τη ξανακάνω. Ο μόνος λόγος που τα συζητάω τώρα όλα αυτά, είναι χάριν άπλετου ελεύθερου χρόνου.

Για να λέμε και τα καλά, βρήκα συμπαθέστατους τους νάνους και θεωρώ ως αποκορύφωμα της ταινίας το heigh-ho το οποίο αναβαθμίστηκε και του πάει. Μέσα σε εκείνο το τρίλεπτο βλέπεις δεκάδες iconic moments από το αυθεντικό έργο ενώ πολύ έξυπνα ενέταξαν και το στοιχείο του roller coaster μέσα στο τραγούδι για να παραπέμπει στο αντίστοιχο attraction του Magic Kingdom της Φλόριντα. Το silly song το διέσωσαν επίσης, αλλά σε πολύ μικρή διάρκεια δυστυχώς και περνά και δεν ακουμπά. Γενικά είναι εγκληματική η απόδοση, αλλά τι να κάνω, πιάνομαι απ’ όπου μπορώ.

Η Χιονάτη είναι πολύ απλή ιστορία και πολύ παλιά. Δεν μπορεί να έρθει στο σήμερα. Κατά τη γνώμη μου δεν την αγγίζεις. Είναι κειμήλιο. Όπως είναι χωριάτικο και άστοχο να χτίζεις σπίτια με κίονες τύπου «παρθενώνας» το 2025, έτσι είναι και η Χιονάτη. Την θαυμάζεις για το 1939. Δεν τη φέρνεις με το ζόρι στο σήμερα. Την αφήνεις στην ησυχία της. Αντιλαμβάνομαι ότι αφού έγινε που έγινε έπρεπε να βρεθεί τρόπος να δοθεί βάθος σε κάποια ζητήματα αλλά τις περισσότερες φορές δεν λειτούργησε.

Το γεγονός ότι η γριά μάγισσα της δίνει το μήλο και της μιλά για τον χαμένο πατέρα της για να τη δελεάσει να το φάει είναι ένας εκσυγχρονισμός που μου άρεσε. Αλλά αυτό είναι το 1% της ταινίας. Όλα τα άλλα, τραβηγμένα από τα μαλλιά.

Ο γιος μου πάντως έμεινε ευχαριστημένος και μάλιστα μου είπε ότι «δεν καταλαβαίνει γιατί κάποιοι διαμαρτύρονται». Ο Αλέξης όμως δεν αντέχει να δει την αυθεντική Χιονάτη γιατί τη βρίσκει βαρετή (και είναι με τη ματιά του σημέρα), αλλά ούτε είναι σε θέση να εκτιμήσει το αριστούργημα με βάση τα δεδομένα της δεκαετίας του ’30. Γι’ αυτό σας λέω. Τέτοια κειμήλια ΔΕΝ τα αγγίζουμε. Λυσσάξατε στη Ντίσνεϊ να βγάλετε νέες ταινίες με σύγχρονες αναφορές; Κάντε το με νέους χαρακτήρες. Ουδείς διαμαρτυρήθηκε που η Brave είναι αγοροκόριτσο και δεν θέλει να παντρευτεί. Επειδή έτσι τη γνωρίσαμε και έτσι την αγαπήσαμε. Η Χιονάτη όμως ήταν ένα κοριτσάκι 14 ετών που εκπροσωπεί μία συγκεκριμένη κοινωνία την οποία πολλοί έτσι τη μάθαμε και έτσι την αγαπήσαμε. Δεν θέλουμε να τη δούμε επαναστάτρια, ούτε ηγέτιδα, ούτε κακομοίρα. Θέλουμε να τη βλέπουμε σαν την Αντελίνα Βαρθακούρη! Γούστο μας και καπέλο μας.

Φάτε τώρα ζημιά εκατομμυρίων, να μάθετε να σέβεστε.


Τρίτη, Φεβρουαρίου 25, 2025

Τώρα Μάθανε Και Την 'Ενσυναίσθηση'

 

Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλος λαός πλην των Κυπριών που να αρέσκεται στη μπουρδολογία και να την έχει αναγάγει σε επιστήμη. Πολύ αμφιβάλλω.

Μου έλεγε χθες μία κυρία στα πλαίσια συζήτησης για τις εκδρομές στα κατεχόμενα, ότι για να λυθεί το Κυπριακό χρειάζεται να αναπτύξουν οι νέες γενεές ελληνοκυπριών και τουρκοκυπρίων την ‘ενσυναίσθηση’.

Η ‘ενσυναίσθηση’ είναι μία νέα ορολογία που μπήκε στη ζωή μας τα τελευταία χρόνια και ορίζεται ως η ικανότητα να ψυχανεμίζεσαι τι αισθάνεται ο άλλος και να δείχνεις κι εσύ την απαραίτητη κατανόηση. Η ενσυναίσθηση είναι η καραμέλα των ημερών (πώς ήταν κάποτε η ‘ρητορική μίσους;’), και χρησιμοποιείται κατά κόρον ως η πανάκεια σε όλα τα ζητήματα. Προσωπικά δεν την απορρίπτω ως αρετή, αλλά όταν μου την συνδέουν με την πολιτική αισθάνομαι ότι έχει και η μαλακία όρια.

Ακολουθούν παραδείγματα ενσυναίσθησης στην καθημερινότητα:

Μπαίνει, φερ’ ειπείν, η γυναίκα σου σπίτι νευριασμένη και δεν μιλιέται; Ωραίο θα ήταν να το μυριστείς νωρίς και να πας να της πεις: «Μπορώ να κάνω κάτι για να σου αλλάξω τη διάθεση;» και να γυρίσει αυτή να σου πει μουτρωμένη ένα κοφτό: «όχι», και να τελειώσει εκεί το θέμα. Μπορεί να μην βγήκε κάτι από όλο αυτό το σκηνικό αλλά τουλάχιστον υπέδειξες ενσυναίσθηση.

Ομοίως, μπορεί να σχόλασε ο γιος σου νευριασμένος από το σχολείο και να του φταίει η δασκάλα του. Οφείλεις να πας να του πεις: «μπορώ να κάνω κάτι για να σε βοηθήσω;» και να σου πει: «θέλω να πεθάνει!», και εσύ να πρέπει να κάνεις κήρυγμα ότι δεν ευχόμαστε να πεθάνουν όσοι δεν χωνεύουμε. Εκείνος θα επιμένει «όχι, εγώ θέλω να πεθάνει, κάνε κάτι!». Μπορεί να μην βγήκε τίποτε γόνιμο από όλο αυτό το σκηνικό, αλλά εσύ έδειξες ενσυναίσθηση και αυτό είναι αξιόλογο.

Η χρήσιμη αυτή μέθοδος θα ήταν αποδοτική και στις δικαστικές υποθέσεις. Σε έχουν κλέψει; Σε έχουν βιάσει; Σε έχουν δείρει; Γιατί να τραβιέστε στα δικαστήρια; Επιδείξτε λίγη ενσυναίσθηση. Αντιληφθείτε τους λόγους που οδήγησαν τον βιαστή στο να διαπράξει το συγκεκριμένο αδίκημα, δείτε λίγο τα τραυματικά, παιδικά του χρόνια, ψάξτε να δείτε αν μεγάλωσε με μία καταπιεστική και τοξική μητέρα η οποία με τις παραλείψεις της τον εξώθησε σήμερα στην παραβατικότητα και βρείτε τα! Τι τα θέλετε τα δικαστήρια; Να απονείμουν δικαιοσύνη; Τώρα έχουμε ενσυναίσθηση!

Αυτή την αποδοτικότατη λογική θέλουν να φέρουν και στην πολιτική. Να ψυχανεμιζόμαστε τι αισθάνεται ο άλλος και να του κάνουμε πατ-πατ στην πλατούλα. Μα πώς δεν το σκεφτήκαμε τόσα χρόνια ότι αυτό έφταιγε και δεν λύνονταν όλα μας τα προβλήματα;

Το τραγικό είναι ότι τέτοιες μπούρδες, δεν τολμούν να τις εισηγηθούν παρά-έξω. Μπορεί να θεωρούν ότι το πρόβλημα του Κυπριακού είναι η απουσία ενσυναίσθησης και κατανόησης, αλλά δεν πρόκειται να τολμήσουν να πουν στον Ουκρανό: «βρείτε τα με τους Ρώσσους, δείξτε λίγη ενσυναίσθηση!» Ούτε φυσικά θα τολμήσουν να πουν στον Ισραηλινό «Βρείτε τα με τη Χαμάς, κατανοήστε τις διαφορές σας, κάντε και μια σφιχτή αγκαλιά, παίξτε ένα θέατρο, κάντε ένα σπίτι συνεργασίας να πίνετε το καφεδάκι σας και όλα θα λυθούν! Καλή διάθεση να υπάρχει».

Και δεν τολμούν επειδή ξέρουν ότι εκεί θα πέσει φάπα. Δεν είναι όλοι μαλάκες σαν τον μέσο Κύπριο που φοβάται να υψώσει ανάστημα και να διεκδικήσει λίγο αυτοσεβασμό στις μαλακίες που του προτείνουν.

Ενσυναίσθηση, ημίσιημου.  

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 05, 2025

"Είναι Κακό Που Πεινάω;" Ψυχούλα Μου!

 

Το επίπεδο της ζητιανιάς έχει περάσει σε άλλο επίπεδο στην Κύπρο.

Θυμάστε παλιά που σου ζητούσαν ψιλά και επειδή υποψιαζόσουν ότι επρόκειτο περί τοξικομανές πρεζάκι τον προσπερνούσες άνευ τύψεων; Τώρα έμαθαν νέο τροπάρι και σε πατάνε σε πιο ευαίσθητο σημείο. Τώρα σου λένε ότι « πεινάνε» σκέτο, και ότι θέλουν κάτι να φάνε. Ποιος άνθρωπος θα μείνει ανεπηρέαστος κι ασυγκίνητος μπροστά στη θέα ενός ανθρώπου που σου ζητά κάτι να φάει; Ειδικά μάλιστα όταν εσύ κατευθύνεσαι στο γκισέ για να παραγγείλεις κάτι να φας ως πολίτης του πρώτου κόσμου – λέμε τώρα. Τι ψυχή έχει ακόμα ένα σάντουιτς, τι ψυχή έχουν τρία ευρώ όταν έχεις μπροστά σου κάποιον που πεινά;

Ευκαιρία να πάω στον Παράδεισο, σκέφτηκα, ας πάρω του ανθρώπου κάτι να φάει, να κάνω την καλή πράξη της ημέρας. Πάω στο φαγάδικο παραγγέλνω για μένα και παίρνω ακριβώς το ίδιο φαγητό και για τον πεινασμένο ζητιάνο, χωρίς καμία απολύτως διαφοροποίηση, μην πει ότι εγώ τρώω το καλό και αυτού του πετάω τα αποφάγια. Με το που βλέπει τι του πήρα, μια κανονική μερίδα με πατάτες και αναψυκτικό μαζί, γυρνάει και μου λέει: «δεν είχε τίποτε καλύτερο;»

Α, ωραία θα τα πάμε, σκέφτηκα, αυτός πρέπει να φάει ξύλο, όχι φαγητό. Δεν του απαντώ καθότι ο στόχος είναι ο παράδεισος. Του παραδίδω τον δίσκο με το φαγητό και συνεχίζει: «μπορείτε να τους πείτε να το ετοιμάσουν για το σπίτι; Δεν θέλω να το φάω εδώ!» Ο εκνευρισμός μου χτυπά κόκκινο, δεν του απαντώ τίποτα και απομακρύνομαι. Κάθομαι να φάω σε μια γωνιά και τον παρακολουθώ. Ζητά μία σακούλα να βάλει μέσα το φαγητό που του αγόρασα και φεύγει. Επιστρέφει πέντε λεπτά μετά και αρχίζει το ίδιο τροπάριο με νέους περαστικούς ότι τάχα μου πεινάει και θέλει να φάει.

Στα τσακίδια ο παράδεισος, τώρα να δεις τι έχει να γίνει, λέω από μέσα μου. Συνεχίζω να τρώω και να τον παρατηρώ έκθαμβος που όλοι οι μαλάκες που τον λυπήθηκαν και τον τάισαν ήταν άντρες, όλοι όσοι τον προσπέρασαν ήταν γυναίκες. Ξάφνου τον βλέπω να πλησιάζει μία γριούλα, της πουλά ξανά το παραμύθι κι εκείνη το χάβει, του γνέφει να την ακολουθήσει, οπότε δεν άντεξα. Σηκώθηκα πάνω, πήγα και τη βρήκα επί τόπου και της είπα διακόπτοντας: «τον τάισα εγώ πριν πέντε λεπτά. Δεν είπε καν ευχαριστώ! Κάνει το ίδιο πράγμα με όλους, τον παρακολουθώ για ώρα». Έντρομη η γριούλα απομακρύνθηκε κακήν κακώς. Γυρνά με θράσος και μου λέει το ζώον: «είναι κακό που πεινάω;» Τώρα που θα καλέσω και τον σεκιούριτι να δεις τι έχει να γίνει, του λέω. Πήγα και τον κατήγγειλα και μου είπαν: «α, είναι γνωστός αυτός, μας τον καταγγέλλουν κάθε μέρα!» Κι εσείς τον ανέχεστε φυσικά, γιατί έτσι είναι αυτή χώρα, μπουρδέλο. 

Ωραιότατα!

Να προσέχετε ποιους ταΐζετε. Ο τύπος ήταν αρτιμελέστατος, λαλίστατος και προ πάντων αγνώμων. Αν πεινάει να πάρει τα ξερά του και να πάει να βρει μια δουλειά. Και επιτέλους, ας τους το υποδεικνύουμε. Μην χάφτετε τα "πεινάω". 

Τετάρτη, Ιανουαρίου 29, 2025

Over Analysing Chris


Όπως κάλλιο γνωρίζετε καθώς έχω γράψει εδώ μέσα αρκετές φορές όλα αυτά τα χρόνια, ξεκίνησα να γράφω ημερολόγιο στα 15 μου χρόνια. Όταν λέω «ημερολόγιο» εννοώ ότι δεν κατέγραφα απλώς τι έκανα κάθε μέρα ή «πού πήγα και δεν μου άρεσε». Κατέγραφα αναλυτικά και με πάσα λεπτομέρεια τις σκέψεις μου, τα συναισθήματα μου, τους φόβους μου και γενικότερα έκανα ένα είδος γραπτής ψυχοθεραπείας μόνος μου, κάτι το οποίο είχε ευεργετικές συνέπειες στην ψυχική μου υγεία. Δεν το αναγνώριζα μόνο την ώρα που συνέβαινε καθότι το γράψιμο ήταν ανέκαθεν ένα τεράστιο είδος εκτόνωσης για μένα. Το αναγνώριζα και αργότερα, όταν αφού περνούσε ο καιρός και ανέτρεχα στα παλιότερα κείμενά μου, συνειδητοποιούσα τη ματαιότητα των πάντων και το πόσο δεν άξιζε να χολοσκώ για το οτιδήποτε. Η ζωή όσο προχωρούσε έφερνε μεγαλύτερα προβλήματα τα οποία έκαναν τα παλιότερα να φαντάζουν αστεία και όλο αυτό ήταν ένα καλό μάθημα ζωής για μένα.

Θυμάμαι φερ’ ειπείν ότι στα 15 μου κάθισα και έγραψα δύο δακρύβρεχτες σελίδες επειδή οι γονείς μου με απειλούσαν ότι δεν θα με άφηναν να πάω σε ένα πάρτι ένα Σάββατο αν δεν έφερνα καλό βαθμό σε ένα διαγώνισμα χημείας. Εγώ που ήξερα ότι η πορεία μου ήταν προδιαγεγραμμένη στη χημεία κατέβαζα Θεούς και δαίμονες εξ αιτίας αυτής τους της απειλής. Λίγα χρόνια μετά αυτό είχε αντικατασταθεί από άγχος για τη στρατιωτική θητεία, για τις σπουδές και ούτω καθεξής. Σε κάθε ηλικία ένα ηλίθιο πρόβλημα το οποίο με τον καιρό απομυθοποιούνταν, καθιστώντας εμένα τον γράφοντα, γραφικό και βλάκα.

Η τελευταία φορά που έγραψα στο ημερολόγιο μου ήταν περί τα τέλη του 2010. Δηλαδή, όταν έγινα τριάντα ετών. Στο τελευταίο μου κείμενο εκείνου του ημερολογίου καταγράφω και επίσημα ότι τα έχω φτιάξει με τη Μπρέντα. Δεν ξανάγραψα έκτοτε. Τίποτα. Ούτε λέξη.

Φυσικά, έγραφα στο μπλογκ πολλές σκέψεις μου για τη σχέση μου με τη Μπρέντα όλα αυτά τα χρόνια που μπλογκάρω, όμως δεν ήταν το ίδιο. Στο προσωπικό μου ημερολόγιο έγραφα πάντα απογυμνωμένος από το άγχος της δημόσιας γραφής, ανέλυα τα πάντα, ακόμη και αυτά που με ενοχλούσαν. Πράγματα που δεν μπορούσα να μοιραστώ εδώ για ευνόητους λόγους, πράγματα που δεν τολμούσα να μοιραστώ ούτε με τους καλύτερους μου φίλους.

Σήμερα αναρωτιέμαι γιατί σταμάτησα να γράφω στο ημερολόγιο.

Έκλεισα δέκα χρόνια γάμου προχθές.

Σκέφτομαι ότι αν συνέχιζα να γράφω και να αναλύω στο ημερολόγιο μου τα του γάμου, ίσως να μην έκλεινα ούτε ένα χρόνο παντρεμένος. Ίσως η απόφαση μου να εγκαταλείψω το ημερολόγιο να ήταν μια ακούσια απόφαση μου… to let of myself go και να βουτήξω στα άδυτα αυτού που λέγεται γάμος και να τον βιώσω στο πετσί μου. Ίσως η υπερανάλυση να σκοτώνει τα πράγματα και καμιά φορά να είναι απαραίτητο να μην καταγράφονται όλα ώστε να επιβιώσουν. Να αφήνεις το μυαλό να θυμάται ό,τι εκείνο επιλέγει και ό,τι εκείνο αντέχει. Πόσο ωφέλιμο είναι σήμερα το ότι οι γονείς μου με απειλούσαν με τιμωρία για εκείνο το πάρτι του 1996 εξαιτίας ενός διαγωνίσματος; Πόσο ωφέλιμο θα ήταν να κατέγραφα με κάθε λεπτομέρεια κάθε ανασφάλεια, κάθε καβγά, κάθε συναίσθημα καλό ή κακό μέσα στον δεκαετή γάμο μου; Εξάλλου, στο τέλος της ημέρας τι απομένει από ένα γάμο;

Τα παιδιά απομένουν. Και αυτά μια μέρα φεύγουν και καταριούνται την ώρα και τη στιγμή που μας είχαν για γονείς.

Για τα παιδιά μου νομίζω σταμάτησα να γράφω στο προσωπικό μου ημερολόγιο. Δεν θέλω να μάθουν τίποτα αναφορικά με τα ενδότερα του γάμου μας. Δεν υπονοώ ότι θα μάθαιναν τέρατα. Ξέρω ότι αυτό που μόλις έγραψα δεν ακούστηκε σωστό. Όχι, δεν προσπαθώ να πω κάτι.

Απλώς, εγώ δεν ξέρω τίποτα για τον γάμο των γονιών μου. Ξέρω μόνο πώς γνωρίστηκαν και όλα τα υπόλοιπα τα οποία έζησα μαζί τους. Καμιά φορά όμως αμφισβητώ κι αυτά που έζησα μαζί τους. Δεν έχω ιδέα αν αυτά που έβλεπα ενόσω μεγάλωνα ίσχυαν στην πραγματικότητα ή αν ήταν δικές μου προβολές και εικόνες του παιδικού μυαλού μου. Δεν έχω ιδέα αν όλα όσα ξέρω για τον γάμο των γονιών μου αληθεύουν ή αν υπήρχε κάτι που δεν γνώριζα και που δεν πρόκειται να μάθω ποτέ. Δεν ξέρω κιόλας αν ωφελεί η πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες τώρα πια. Θέλω να πω, δεν ξέρω στην περίπτωση που ένας γονιός μου κρατούσε ημερολόγιο, αν θα ήθελα να το διαβάσω. Αν έπεφτε στα χέρια μου ίσως έμπαινα στον πειρασμό να το μετροφυλλίσω στα πεταχτά και αν η ενέργεια του ήταν θετική ίσως να το διάβαζα εν τέλει. Το γράφω αυτό με επιφύλαξη.

Γι’ αυτό έκοψα και το ημερολόγιο, νομίζω. Ναι. Γι’ αυτό και θα κόψω και το blogging όταν μια μέρα, η οποία μάλλον κοντοζυγώνει, ο γιος μου θα μου πει «παπά, ανακάλυψα ότι έχεις μπλογκ!» Εννοείται ότι όχι μόνο θα το σταματήσω, αλλά θα το «κρύψω» και από τον παγκόσμιο ιστό, ώστε να μην μπορεί να το βρει, ούτε να διαβάσει το παραμικρό που θα μπορούσε να με απομυθοποιήσει στα μάτια του. Ήδη έχει ξεκινήσει την αποδόμηση μου. Μια μέρα που πήγε να φάει στη μάνα μου, εκείνη του εξιστόρησε διάφορες ιστορίες της παιδικής μου ηλικίας και όταν ήρθε σπίτι μου είπε: «παπά, η ζωή σου πρέπει να ήταν πολύ ρεζίλι πριν γεννηθώ!» Είμαι τεράστιος ήρωας στα μάτια του γιου μου κι αυτό το καμαρώνω γιατί είναι ένα προφίλ που έχτισα συνειδητά και με κόπο χωρίς να χάνω την ουσία του εαυτού μου. Δεν πρόκειται να το χάσω κι αυτό εξαιτίας ενός μπλογκ και ενός ημερολογίου.

Πάντα έλεγα ότι ίσως βγάλω πολλά λεφτά αν μια μέρα αποφασίσω να εκδώσω τα ημερολόγια μου και αλλάξω ονόματα και καταστάσεις. Δεν το βλέπω να γίνεται. Ίσως είναι καλύτερα να τα κάψω μια και καλή.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 22, 2025

Χαιρετισμοί

 Η λύσσα των απανταχού Αριστερών κατά του Τραμπ και της συμμορίας του είναι απολαυστική.

Τέσσερα χρόνια δεν τους πείραξε το ότι κυβερνούσε ένας αρτηριοσκληρωμένος γέρος υπό τις υποδείξεις ενός αχάπαρου και αδίστακτου γύναιου, τώρα θυμήθηκαν ότι κινδυνεύει ο πλανήτης και η παγκόσμια τάξη.

Ζούμε σε μία γεωγραφική ζώνη περικυκλωμένοι από δύο μεγάλους πολέμους, οι οποίοι μαίνονται εδώ και χρόνια. Ζούμε σε μία χώρα υπό κατοχή και με χίλια μύρια εσωτερικά προβλήματα, αλλά οι Αριστεροί ανησυχούν για τον Τραμπ και την παγκόσμια τάξη. Τόση επαφή με την πραγματικότητα! You gotta love them, που λένε και στα χωριά. 



Είναι ο Τραμπ ψυχοπαθής και αδίστακτος; Είναι. Είναι όμως και ο Ερντογάν, είναι όμως και ο Πούτιν, είναι και ο Νετανιάχου. Το ότι επιλεκτικά τους φταίει ο Τραμπ, με ξεπερνά.

Τέλος πάντων, δεν θα τους μάθουμε τώρα. Χθες έβλεπα στο τουίτερ τον χαμό που προξενήθηκε επειδή ο Ίλον Μασκ χαιρέτισε ναζιστικά. Πέραν του ότι η πιο κάτω φωτογραφία δείχνει ότι όλοι οι τρελοί στο ίδιο καζάνι βράζουν, ή μάλλον εμείς βράζουμε – οι τρελοί μια χαρά την έχουν, εγείρεται άλλο ένα σχετικό και αγαπημένο μου θέμα. Οι χειρονομίες και η συμπεριφορά.

Αν συναντηθούμε αύριο το πρωί και με δείτε να κάνω τον σταυρό μου, σημαίνει αυτόματα ότι είμαι πιστός Χριστιανός και θρήσκος; Ε, σας διαβεβαιώ ότι στην καθημερινότητα μου, κάνω τον σταυρό μου εθιμοτυπικά εκατό φορές από τα αίσχη που βλέπω να με περιβάλλουν, κι όμως έχω να εκκλησιαστώ από το σχολείο όταν μας έπαιρναν με το ζόρι να προσκυνήσουμε. Δεν με λες και Χριστιανό. Ούτε θρήσκο.

Αν συναντηθούμε αύριο το πρωί και σχηματίσω με τα χέρια μου τα κέρατα του διαβόλου, πάει να πει ότι είμαι σατανιστής; Αν σχηματίσω με τα χέρια μου τον αετό της Αλβανίας πάει να πει ότι είμαι Αλβανός αμοραλιστής; Αν ενώσω τα χέρια μου και κάνω μία ελαφριά υπόκλιση όταν σας συναντήσω πάει να πει ότι προέρχομαι από την Ιαπωνία;

Τι θέλω να πω. Οι χειρονομίες δεν είναι ενδεικτικές για το οτιδήποτε. Μπορώ να σας χαιρετίσω με το σήμα της ειρήνης αλλά να επιθυμώ πόλεμο. Μπορώ να σας χαιρετίσω ναζιστικά και να επιθυμώ ειρήνη. Μπορώ να σας χαιρετίσω στρατιωτικά αλλά μην έχω πατήσει το πόδι μου σε στρατόπεδο. Μπορώ να σας χαιρετίσω στα Γαλλικά, στα Ισπανικά, στα Ιταλικά, αλλά να μην έχω την παραμικρή συγγένεια με την κουλτούρα των συγκεκριμένων χωρών.

Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.

Προφανώς τα ράσα και οι χειρονομίες είναι πολλές φορές ενδεικτικές των προθέσεων των άλλων, αλλά δεν είναι δυνατόν να οδηγούν σε σοβαρά συμπεράσματα. «Α, πα, πα, χαιρέτισε ναζιστικά! Πάει να πει έρχεται το τέταρτο ράιχ!» Φέρτε θαλάμους αερίων. Οι Τούρκοι, φερ’ ειπείν, δεν χαιρετούν ναζιστικά αλλά μια χαρά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας έχουν διαπράξει. Από εκεί κρίνονται όλοι, από τις πράξεις τους.

Δεν προσπαθώ να αθωώσω την αμερικάνικη εξωτερική πολιτική ή οποιουδήποτε άλλου. Απλά έχω βαρεθεί να ακούω βλακείες. Έτυχε να ακούσω και σε κυπριακή εκπομπή εκπρόσωπο του ΑΚΕΛ να λέει ότι οι ελαμίτες χαιρετούν ναζιστικά. Ε, και; Άμα θέλουν ας χαιρετούν και σαν χίπηδες στο Woodstock. Από τον χαιρετισμό θα κριθούν; Τα χειρότερα αίσχη και τη μεγαλύτερη δικτατορία τη ζήσαμε επί ΑΚΕΛ που υποτίθεται είναι «με τον άνθρωπο».

Η βλακεία κρίνεται στις πράξεις. Μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να συμβαδίζει και με τους συμβολισμούς. Αλλά το ένα δεν συνεπάγεται το άλλο. Οπότε σταματήστε να στέκεστε και να κρίνετε με βάση αυτά.

Ηλίθιοι. Δεν τελειώνουν!