Παρασκευή, Δεκεμβρίου 30, 2016

Το Τελευταίο Του Έτους

Σόρρυ που θα σας το χαλάσω αλλά για μένα το 2016 ήταν υπέροχο έτος. Νιώθω άβολα όταν βρίσκομαι σε παρέες όπου όλοι εύχονται να πάει στα τσακίδια, ενώ εγώ εύχομαι να ‘ταν κι άλλο, αλλά ένα έχω να σας πω: και το 2017 σκατά να είναι. Γενικότερα όλα σκατά θα είναι από εδώ και πέρα. Ο κόσμος πάει κατά διαόλου, ο πλανήτης καταστρέφεται, ο άνθρωπος έχει αλλάξει και σαν βιολογικό ον αλλά κυρίως σαν κοινωνιολογικό ον, οπότε αν περιμένετε ότι θα φτιάξουν τα πράγματα από μόνα τους και ότι θα ζήσετε κατιτίς παραπάνω φέτος, λανθάνετε.

Τις χρονιές εμείς τις κάνουμε ωραίες. Δεν γίνονται από μόνες τους. Γι αυτό θέστε στόχους και συγκεντρωθείτε σ’ αυτούς. Μην το χλευάζετε, δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Στόχος, συγκέντρωση, επιτυχία. Προσωπικά έτσι πορεύομαι. Γκρινιάζω βέβαια, γιατί είμαι φύσει τράβα με κι ας κλαίω, αλλά κάθε Δεκέμβρη κοιτάζω πίσω και σκέφτομαι «τι υπέροχη χρονιά ήταν και η φετινή;»

Το 2016 αφιερώθηκε στη γέννα. Από τον Ιανουάριο που άρχισαν οι εντατικές προσπάθειες σύλληψης μέχρι τον τοκετό τον περασμένο Νοέμβριο δεν μπορούσαμε να συγκεντρωθούμε σε περαιτέρω δημιουργικές ασχολίες. Κι όμως, και το θέατρό μας καταφέραμε κι ανεβάσαμε, και τον πούλο πήραμε στα βραβεία του ΘΟΚ, και τα βιβλία μου απόλαυσα, και τις μουσικές μου άκουσα, και τα τηλεοπτικά μου προγράμματα είδα, και τη μετακόμιση στο καινούριο σπίτι φέραμε εις πέρας, και τα οικονομικά μου συγύρισα όσο γινότανε με έλεγχο εξόδων και πειθαρχία στη τσέπη. Μια χαρά και δυο τρομάρες, και δόξα τω Θεώ να λέμε.
Ταξίδια δεν έκανα φέτος, πήγα μόνο στα Χανιά για λίγες μέρες για τον γάμο της αδελφής μου, αλλά δεν γινότανε να ρισκάρω με έγκυο γυναίκα να τρέχω από δω και από κει όπως τα τελευταία πέντε χρόνια. Δεν μπορώ να αγχώνομαι να βρω γυναικολόγο στα ξένα αν τυχόν συμβεί κάτι. Κάτσαμε στα βραστά μας όλο το καλοκαίρι και φάγαμε τον Πρωταρά στη μάπα σαν να είχαμε 1990. Που και το 1990 μια χαρά χρονιά ήταν, είχε κερδίσει ο Τότο Κουτούνιο.

Για το 2017 δυο στόχους έχω. Πρώτον, να πειστώ να πάω να κάνω μια επέμβαση στο μάτι, να αφαιρέσω ένα κριθαράκι που έβγαλα στο δεξί βλέφαρο και το οποίο μου θυμίζει ότι έχω πάρει την κάτω βόλτα. Προϋποθέτει ένεση μέσα στο μάτι κι όλο το αναβάλλω γιατί φοβάμαι, κι ας είναι εγχείριση ρουτίνας. Δεύτερον, να πάω σε τράπεζα και να ζητήσω δάνειο ανακαίνισης. Αυτό κι αν θα με πεθάνει φέτος. Γιατί εγώ με τους αριθμούς τσακωθήκαμε, τις τράπεζες τις αποφεύγω όπως ο διάολος το λιβάνι και επειδή δεν αντέχω τη διαδικασία του ψάξε βρες πλακάκια, έπιπλα, κουζίνες, μπάνια, χερούλια, μπογιές, μάστρους κτλ. Προτιμώ να πεθάνω. Προτιμώ να πεθάνω παρά να συνεννοηθώ με μάστρο!

Είμαι άξιος να ζήσω σ’ ένα σπίτι άδειο για το υπόλοιπο της ζωής μου παρά να κάτσω να σχεδιάσω οικονομικό πλάνο και να μπω στη διαδικασία ανακαίνισης που θα μου φάει τα σωθικά για τα επόμενα δυο χρόνια. Δυο χρόνια στα οποία δεν γνωρίζουμε τι θα απογίνει με το κυπριακό πρόβλημα, αν θα λυθεί, πώς θα λυθεί, αν θα μεταναστεύσουμε, αν θα φύγουμε να μην σας βλέπουμε, αν θα γίνει η Κύπρος μια συγκαλυμμένη Τουρκία (που της αξίζει εδώ που τα λέμε με τόσο γυφταριό που κυκλοφορεί ελεύθερο), αν θα πάρω τον γιο μου να τον μεγαλώσω κάπου στη γαλλική εξοχή και να τον κάνω πρέσβη καθώς του αξίζει, με πολλά κομμάντ αλεβού, και κομμάντ σαβά μπιαν.

Πολλά τα άγχη για το 2017. Και επειδή δεν θα ξέρω πώς να τα διαχειριστώ, το πολύ, πολύ να ξαναρχίσω πρόβες για κανά καινούριο θέατρο. Τι θα πει «τώρα έχεις και γιο;» Θα τον βάλω να παίζει μαζί μου. Όχι, οκ, αστειεύομαι. Στόχος – πειθαρχία – επιτυχία! Το τρίπτυχο του κέρδους!

Το καλό της υπόθεσης είναι ότι όλες οι χρονιές που έζησα που έληγαν σε -7 ήταν γουρλίδικες. 1987, 1997, 2007, ήταν όλες μία και μία. Επομένως, έχω πολλά να προσδοκώ από το 2017.

Καλόν νέον έτος να έχετε. Κι αν δεν το έχετε, φτιάξτε το. Δεν θέλει και πολύ. Λίγη φαντασία και λίγη απάθεια χρειάζονται, και όλα λύνονται.


Τα λέμε!

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 26, 2016

His Last Christmas

Μα, τι κάθεστε και κλαίτε που πέθανε ο Τζωρτζ Μάικλ; Σάμπως και ήταν τίποτα ενεργός καλλιτέχνης και έβγαζε τραγούδια αβέρτα και θα μείνετε επί ξύλου κρεμάμενοι γιορτάρες μέρες; Τόσο ο Τζωρτζ Μάικλ, όσο και ο Ντέιβιντ Μπάουι και ο Πρινς, όλοι αυτοί οι σπουδαίοι μακαρίτες του 2016 τέλος πάντων, ήταν άπραγοι για δεκαετίες. Μπορεί να έκαναν συναυλίες αλλά επί της ουσίας ήταν «δισκογραφικοί μακαρίτες» καιρό τώρα. Αντιλαμβάνομαι ότι στεναχωριέσαι επειδή μαζί τους πεθαίνει και ένα κομμάτι της νιότης σου, της εφηβείας σου, ή της παιδικής σου ηλικίας και αισθάνεσαι ότι σιγά, σιγά παίρνεις σειρά, αλλά σιγά τα ωά.

Οι μεγάλοι καλλιτέχνες δεν πεθαίνουν. Τα τραγούδια τους, τουλάχιστον δεν πεθαίνουν. Τα ακούς όποτε θες. Οι εμφανίσεις τους, οι συναυλίες τους, τα βίντεο κλιπ τους θα είναι για πάντα στο Youtube. Είναι αθάνατοι. Επομένως, προς τι το μοιρολόι; Προσωπικά, το να στεναχωρηθείς πάνω από 10 λεπτά το θεωρώ υπερβολή. Εδώ ρε, πέθανε ο Μάικλ Τζάκσον, ΤΟ είδωλο, και έκτοτε είναι σαν να αναστήθηκε και τον ακούμε περισσότερο από ποτέ. Εδώ πέθανε ο Παντελίδης (ατυχής η σύγκριση, αλλά τον αναφέρω ως παράδειγμα) και έκτοτε έβγαλε και τρία σινγκλς στα ραδιόφωνα. Σαν να βρικολάκιασε και δεν μας αφήνει σε ησυχία.

Αν, αύριο, πεθάνει η Lady Gaga, που είναι ακόμα στα ντουζένια της, να δικαιολογήσω τον θρήνο. Να δικαιολογήσω το σοκ. Αλλά να χάνεται ο Τζωρτζ Μάικλ που, ειδικά αυτές τις μέρες λοιδορείται μέρα-νύχτα για την παρακαταθήκη του στη χριστουγεννιάτικη δισκογραφία το βρίσκω και λίγο υποκριτικό.

«Θα σε δω όταν πεθάνει η Βίσση!» μου λένε. Μα είναι το ίδιο, μάνα μου; Έχω εγώ με τη Βίσση τη σχέση που έχει ο μέσος ακροατής με τον Τζωρτζ Μάικλ; Εμείς έχουμε άλλου είδους σχέση. Κατ’ αρχάς, είναι ακόμα ενεργή και βγάζει δίσκους. Μπορεί να τους κυκλοφορεί μια φορά στα πέντε χρόνια, μπορεί να μην πουλάει τόσο, όσο την περίοδο του 1996-2004, αλλά όπως και να ‘χει, παράγει έργο. Επομένως, αν ω μη γένοιτο πάθει κάτι, ναι, θα είναι αισθητή η απουσία της. Επίσης, μας συνδέει και το απίστευτο περιστατικό στη Λάρνακα. Σε κοτζάμ ντοκιμαντέρ της ζωής της έχω συμπεριληφθεί. Άρα, το να στεναχωρηθώ για εκείνην δικαιολογείται πάραυτα. Που και πάλι, η Άννα κατά τη γνώμη μου, είναι αθάνατη. Όχι μόνο για τα τραγούδια της, αλλά γιατί έχει το κοκαλάκι της νυχτερίδας. Με πείθει ότι θα μας θάψει όλους μια μέρα. Όχι το ανάποδο.

Άστη Βίσση τώρα ήσυχη και ας επανέλθουμε στον Τζωρτζ Μάικλ.

Θέλεις να σου πω γιουροβιζιονική λεπτομέρεια που έμαθα πρόσφατα διά στόματος Άντυ Πωλ και έμεινα άναυδος; Φυσικά και θέλεις. Το 1984, όταν η Κύπρος συμμετείχε στη Γιουροβίζιον με το υπέροχο καλτ τραγούδι Άννα-Μαρία-Λένα, το τραγούδι το διεκδίκησε και ο Τζωρτζ Μάικλ μέσω των συνθετών Aitken & Waterman που αργότερα έγιναν οι απόλυτες φίρμες των 80ς με τα τραγούδια που έγραψαν για τον Rick Astley, Jason Donovan, Kylie Minogue κτλ. Όμως το ΡΙΚ δεν τον ήθελε τον Τζωρτζ Μάικλ, γιατί... "δεν ήταν καλά τα ελληνικά του", και όπως καταλαβαίνετε ένα τέτοιο αριστούργημα όπως το Άννα Μαρία Λένα, δεν θα μπορούσε να το πει όποιος κι όποιος. Έτσι το Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ αποφάνθηκε ότι ο Τζωρτζ θα μπορούσε να συμβιβαστεί με ένα Last Christmas και να πάει στον Άντυ Πωλ ο διθύραμβος. Δες το βιντεάκι με τη συνέντευξη διά του λόγου το αληθές, κι αν αντέχεις άκουσε παρακάτω και την ιστορία του κοστουμιού, εκείνου του δείγματος υψηλής ραπτικής που το ΡΙΚ επέβαλε στον τραγουδιστή μέσω μιας «ράφτενας» στη Λευκωσία απορρίπτοντας το δερμάτινο συνολάκι εκ Λονδίνου. Ω, κυπριακή δημόσια υπηρεσία δεν θα αλλάξεις ποτέ.



Το βίντεο δεν λειτουργεί για κάποιο λόγο στο μπλογκ, πρέπει να μεταφερθείς στο Youtube, κάνε κλικ και απόλαυσε, ξεκινά στο 46' το επίμαχο σημείο.

Κατά τα άλλα, πώς τα περάσατε τα Χριστούγεννα; Εγώ τρισευτυχισμένα. Ειδικά τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων που έξω έβρεχε καταρρακτωδώς και εγώ μες τις πιτζάμες μου και τις παντόφλες μου απολάμβανα τον καναπέ μου αγκαλιά με το γιούδιν μου, ήμουν ο πιο ευγνώμων άνθρωπος στη γη. Σας τα έχω πρήξει με το θέμα του γιου μου, το κατανοώ. Αλλά δέκα χρόνια τώρα σας έπρηξα με τη μουρμούρα και τη μιζέρια μου και δεν είπατε τίποτα. Καιρός να γυρίσει κι ο τροχός.


Τετάρτη, Δεκεμβρίου 21, 2016

Τριάντα Έξι

Παναγία μου, έγινα τριάντα έξι χρονών σήμερα!

Φέτος πήρα δώρο γενεθλίων και δώρο για μια ολόκληρη ζωή. Δεν έχω παράπονο.

Ο γιος μου κάνει τα τριάντα έξι να ισοδυναμούν με την αιωνιότητα. Πέραν του ότι αισθάνομαι ότι μέσω εκείνου πέρασα τα γονίδια μου στην επόμενη γενιά (ο ίδιος δεν ξέρω αν θα χαρεί που θα το μάθει, αλλά ισχύει), νιώθω ότι ολοκληρώθηκα σε τόσο μεγάλο βαθμό που πλέον τίποτα για μένα δεν μετρά. Δεν έχω ηλικία, είμαι το μηδέν και το άπειρο. Ο γιος μού άλλαξε τον αδόξαστο.

Απ’ τη μέρα που γεννήθηκε δεν με νοιάζει αν ο Χ, Ψ μου έκοψε την καλημέρα, γιατί στο τέλος της ημέρας, αγκαλιάζω τον γιο μου.

Δεν με νοιάζει αν με νευριάσανε στη δουλειά, γιατί μόλις σχολάσω τρέχω σαν τρελός να πάω σπίτι και να αγκαλιάσω τον γιο μου.

Δεν με νοιάζει αν δεν έχω λεφτά για διακοπές όπως άλλες χρονιές. Στο τέλος της ημέρας θα αγκαλιάσω τον γιο μου.

Δεν με νοιάζει αν έχω να δω τους φίλους μου μήνες. Δεν με νοιάζει αν δεν κανονίστηκε η παρέα για κρασί.

Δεν με νοιάζει που τα σόγια μου πρήζουν τ’ αρχίδια. Στο τέλος της μέρας έχω τον γιο μου.

Αυτός ο μπόμπιρας δεν είναι απλά άνθρωπος. Είναι ένα φάρμακο, είναι η Δευτέρα παρουσία. Και όλα να χαθούν στον κόσμο, το μόνο που με νοιάζει είναι που κατάφερα και τον έκανα. Μόνο υγεία θέλω πια, να μπορώ να τον χαίρομαι. Αλλά και υγεία να μην μπορώ να έχω, σημασία έχει ότι πρόλαβα και τον αγκάλιασα.

Με έσωσε από τεράστια καταθλιψάρα ο κύριος μπόμπιρας.

Τα τελευταία χρόνια τίποτα δεν μου έκανε εντύπωση. Είχα βαρεθεί τα πάντα. Δεν είχε ουσιαστικό νόημα τίποτα από όσα έκανα. Μάθαινα Ισπανικά… Για ποιον και γιατί; Σάμπως και θα είχα ποτέ τα κότσια να πάω να ζήσω στην Ισπανία; Μπα…! Έπαιζα και παίζω θέατρο. Για ποιον; Έπαιξα μια, έπαιξα δυο, έπαιξα τρεις, έπαιξα δεκατρείς. Μετά από κάποια παράσταση ούτε αυτό έχει σημασία. Πήγαινα ταξίδια. Όταν ήμασταν στη Φλόριντα και επισκεφτήκαμε τη Ντίσνεϊλαντ με τη Μπρέντα, συνειδητοποίησα ότι κανένα ταξίδι δεν έχει σημασία αν δεν μπορείς να το μοιραστείς με τα παιδιά σου. Τι γύρευα εγώ εκεί χωρίς το μωρό μου; Εντάξει η Ντίσνεϊλαντ είναι συγκεκριμένο παράδειγμα. Πες μου εσύ πόσες φορές ακόμα να πάω στην Αθήνα; Πόσες φορές να πάω Παρίσι, Ρώμη, Λονδίνο; Τι να τα κάνεις όλα αυτά αν δεν μπορείς να έχεις δίπλα σου το πιτσιρίκι σου να του εξηγείς ποιος έκτισε τα προπύλαια, τι ήταν το Κολοσσαίο, ποια ήταν η Πιάφ και να παίρνεις ζωή από τις ερωτήσεις τους, να συναρπάζεσαι με τον ενθουσιασμό τους, τις ατάκες τους…


Είμαι τρομερά ευτυχισμένος και χαρούμενος και τίποτα πλέον δεν μου το χαλά!

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2016

Το Βιβλίο του 2016

Δεν θεωρώ ότι διαβάζω αρκετά. Κι αν θεωρήσω πως διαβάζω αρκετά σε σύγκριση με γνωστούς μου, που διαβάζουν ένα βιβλίο τη διετία και αισθάνονται πλήρεις, δεν ξέρω αν τα κατά βάση αστυνομικά μυθιστορήματα που με ενδιαφέρουν μετρούν ως «διάβασμα». Διάβαζε κι ας είν’ και ρόγες θα μου πεις. Συμφωνώ, απλά τώρα δεν ξέρω κατά πόσον είμαι εγώ ειδικός να σου προτείνω βιβλία για να διαβάσεις.



Όπως και να ‘χει, το 2016 δυσκολεύτηκα να βρω βιβλίο της προκοπής. Διάβασα τα πιο πάνω βιβλία και αν κάποιο πρέπει να σου προτείνω, αυτό είναι το «Ο Πατέρας Μου» που έγραψε ο γιος του Πάμπλο Εσκομπάρ.

Τα υπόλοιπα ήταν από αδιάφορα έως απογοητευτικά. Το δε «House of Cards» που ενέπνευσε και την γνωστή σειρά, σκέτη βλακεία. Πρόκειται για το βιβλίο που κυκλοφόρησε αρχικά τη δεκαετία του 1980 και το οποίο φαντάζει τρομερά αθώο σε σχέση με της δολοπλοκίες του Άντεργουντ σήμερα. Αν έχεις δει τη σειρά, μην το διαβάσεις, θα βαρεθείς.

Το βιβλίο του Εσκομπάρ να το διαβάσεις αν σε γοητεύουν τα καρτέλ των ναρκωτικών. Εγώ από τότε που εντρύφησα στο Breaking Bad έγινα φαν του είδους. Σε βαθμό που σκοπεύω να ανοίξω δικό μου εργαστήρι. Απέναντι από του Θεοφάνους. Για ΜΕΘ στον πρώτον πάγκο, για Σολφέζ, στον κύριο απέναντι.



Ναι, που λες, ο γιος του Εσκομπάρ διηγείται τη ζωή του. Έχει ενδιαφέρον το βιβλίο γιατί είναι κακογραμμένο και διαπνέεται από μια αυθεντικότητα. Θυμίζει κατάθεση συλληφθέντα από Κύπριο αστυνομικό. Αν έχεις διαβάσει μια τέτοια κατάθεση, συγχυσμένη και χωρίς ιδιαίτερη δομή, θα καταλαβαίνεις τώρα τι εννοώ. Ο Εσκομπάρ ο νεότερος περιγράφει πώς έζησε τα μεγαλεία στην αυτοκρατορία που έκτισε ο πατέρας του από τα έσοδα του εμπορίου ναρκωτικών και πως τα έχασαν όλα στην προσπάθειά τους να σωθούν από τα αιμοδιψή καρτέλ που είχαν ορκιστεί εκδίκηση όταν ο Εσκομπάρ δολοφονήθηκε το ’93.

Θα διαβάσεις συναρπαστικά πράγματα, όπως για παράδειγμα, για τα χλιδάτα πάρτι που διοργάνωνε τη δεκαετία του ’80 στην έπαυλή του, με μπάντες που έπαιζαν μουσική για μέρες συνεχόμενες στους καλεσμένους, και οι οποίοι καλεσμένοι έπρεπε να καταφθάσουν ντυμένοι ανάλογα με το θέμα του πάρτι. Τις στολές των καλεσμένων έραβαν ράπτριες που προσλαμβάνονταν από τον Εσκομπάρ ειδικά γι αυτόν τον σκοπό. Όπως επίσης θα εκπλαγείς με το ότι στον κήπο της έπαυλης δημιουργήθηκε ένας ζωολογικός κήπος για χάρη του γιου του, με άγρια ζώα που έφτασαν λαθραία από την Αφρική στις ΗΠΑ κι από εκεί με παράνομα αεροπλάνα στην Κολομβία. Διάβασα ότι, όταν οι κολομβιανές αρχές ανακάλυψαν τις ζέβρες, τις κατασχέσανε και ο Εσκομπάρ για να μην χαλάσει το πάρτι που είχε κανονίσει την επόμενη μέρα, έστειλε έναν μπράβο του να βάψει 60 γαϊδούρια μαυρόασπρα για να μην καταλάβει κανένας καλεσμένος τίποτε. Πολύ ‘Μαντάμ Σουσού’, ο κύριος, για έμπορας κοκαΐνης.

Έχει πολλά τέτοια ενδιαφέροντα το βιβλίο μέσα. Έχει βέβαια και περιγραφές από πολλές συμπλοκές και μάχες, τις οποίες δεν μπορώ να πω ότι μπορείς να παρακολουθήσεις από τα πολλά ονόματα μαφιόζων που εμπλέκονται και καταντούν κουραστικές.

Ο γιος του Εσκομπάρ ξεκαθαρίζει ότι αναγνωρίζει πως ο πατέρας του ήταν ένας τεράστιος εγκληματίας και δολοφόνος αλλά στα μάτια του υπήρξε ένας πολύ στοργικός πατέρας, ο καλύτερος που θα μπορούσε να είχε φανταστεί ποτέ. Κάποιοι ίσως να πουν ότι αυτή η προσέγγιση δεν είναι εντελώς λάθος. Προσωπικά έχω τις επιφυλάξεις μου. Όσο κι αν φρόντιζε ο πατέρας σου να σου παρέχει τα πάντα, ακόμα και μία προσωπική Ντίσνεϊλαντ στην αυλή σου, οφείλεις σαν ενήλικας να τον απομυθοποιήσεις και να τον κατατάξεις εκεί που πρέπει. Τα παιδικά μάτια εύκολα ξεγελιούνται και δημιουργούν λανθασμένα πρότυπα όταν εξαγοράζονται. Θέλω να πω, όσο κι αν σε αγάπησε, όσο κι αν τον αγάπησες, αξίζει να αφιερώσεις έστω και μία σελίδα για να περιγράψεις τον πατέρα σου, όταν αυτός ευθύνεται για τον θάνατο τόσων αθώων ανθρώπων; Ή πας και φτύνεις στον τάφο του αβλεπί;

Δεν ξέρω.

Τέλος πάντων. Πριν σε αφήσω να σου πω ότι φέτος αγόρασα και αυτό το Λεύκωμα – Κόσμημα σχετικά με την σειρά των κιν. Σχεδίων που σημάδεψε την παιδική μου ηλικία, των Masters of the Universe. Έχω γράψει πολλές φορές πόσο αγαπούσα τους ήρωες της σειράς και ότι μετά τα στρουμφάκια ήταν το αγαπημένο μου παιχνίδι. Είχα πολλούς, τους πέταξε η μάνα μου. Αν τους αγαπούσες αυτό το λεύκωμα είναι σκέτος θησαυρός.




Αν έχεις κανένα βιβλίο να προτείνεις, είμαι όλος αυτιά. Ειδικά τώρα που πεθαίνω στο baby sitting ΄μπορώ να καταβροχθίσω τα πάντα!

Κυριακή, Δεκεμβρίου 18, 2016

Charts 2016

Κάθε χρόνο τέτοια εποχή παίζω το καθιερωμένο παιχνίδι των charts και χαίρομαι πολύ – μόνος μου. Βάζω σε μία λίστα στο itunes όλα τα τραγούδια που κυκλοφόρησαν μέσα στη χρονιά, και αυτό βάσει του playcount, μου παρουσιάζει το τοπ25. Το φετινό του 2016 διαμορφώθηκε ως εξής:


Μα δεν είναι πανέμορφη η λίστα μου από αισθητικής απόψεως; Πόσο όμορφα φαίνονται όλα τα πεδία συμπληρωμένα στα ελληνικά, με όλες τις πληροφορίες και λεπτομέρειες συγυρισμένες και τακτοποιημένες. ΟΚ, το σημαιάκι δίπλα από τις χώρες της Γιουροβίζιον, απλά φετίχ. 


Καμία έκπληξη βεβαίως για τη Βίσση στην κορυφή. Θα μου πεις, η ‘Συνέντευξη’ κυκλοφόρησε πέρσι, όχι φέτος. Ναι, αλλά η μουσική χρονιά ξεκινά από τον Νοέμβριο κάθε έτους και τελειώνει τον Νοέμβριο του επόμενου. Κι αυτό για να δώσω την ευκαιρία σε άλμπουμ που κυκλοφόρησαν μέσα στις γιορτές «να ακουστούν». Ολόκληρη επιστήμη, όχι αστεία.

Γενικά, μετά από πολλά χρόνια είχα μία ενδιαφέρουσα μουσική χρονιά. Βγήκε και νέος Καρβέλας, και η Γιουροβίζιον φέτος είχε ωραιότατα τραγούδια, χόρτασα μουσική. Βασικά, αν δεν βγει νέος Καρβέλας και νέα Βίσση δεν ικανοποιούμαι. Όλα τα άλλα που ακούω είναι για πλάκα κι ουχί για χόρταση.

Πριν τρεις μέρες κυκλοφόρησε και το βίντεο κλιπ του ‘Προτιμώ’. Μα, πόσο την αγαπώ τούντην Βίσση! Που έχει ακόμα όρεξη και κέφι πρωτάρας και φτιάχνει κινηματογραφικά βιντεάκια, με σενάριο, με ιστορία με τα πάντα του. Τόσα χρόνια μετά, και με τις υποχρεώσεις του έγγαμου βίου αλλά και του παιδιού που ήρθε, δεν μπορώ να την παρακολουθώ ανελλιπώς όπως παλιότερα. Αλλά όποτε βγάλει βίντεο νιώθω ότι μου στέλνει γράμμα μια παλιά φίλη, γράφοντας μου «χεϊ, θυμάσαι τι ωραία περνούσαμε κάποτε;»


Δες το βίντεο, ασχέτως αν πάει έξι λεπτά. Αγαπώ τη σκηνή που στέκεται μπροστά στο κλεμμένο βαν και κοιτάζει ψαρωτικά τις κλέφτρες. Όπως και το τέλος που μετρά τα λεφτά με τους «συνωμότες» της. 

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2016

Η Δικτατορία Του Βυζιού

Εχτές ήταν μία υπέροχη μέρα!

Πήγαμε στον παιδίατρο και τι μας είπε;! Χαράς ευαγγέλια! Ο μικρός μας ΔΕΝ έβαλε τα γραμμάρια που έπρεπε να είχε βάλει στο διάστημα των 15 ημερών που μεσολάβησε. Ξέρεις τι σημαίνει αυτό;

Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να τρώει συμπλήρωμα γάλακτος με φόρμουλα (=το γάλα σκόνης που αγοράζουμε από το σουπερμάρκετ, μην νομίζεις - κι εγώ τώρα τα μαθαίνω αυτά τα κβαντικά), πράγμα που σημαίνει ότι σταδιακά αφήνουμε κατά μέρος το βυζί και πιάνουμε το μπιμπερό.

Που σημαίνει, περαιτέρω, ότι θα βρούμε ομαδικώς την υγειά μας. Και το μωρό θα τρώει και θα χορταίνει, και η μάνα του θα αναθαρρέψει ψυχολογικά αφού δεν θα ξημεροβραδιάζεται με το βλέμμα στο υπερπέραν αδυνατώντας να ελέγξει κατά πόσον το παιδί της έχει φάει επαρκώς, και ο πατέρας θα ευτυχίσει αφού ως στυλοβάτης θα έχει διασφαλίσει την ψυχική υγεία του ιδίου και της οικογένειάς του.

Ποιο είναι το πρόβλημα;

Υπάρχει μία συμμορία στην Κύπρο, ή αν θέλετε καλύτερα, «συμ-μωρία» που αποτελείται από νευρασθενικές γυναίκες που υπερασπίζονται τον θηλασμό μέχρι θανάτου. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν αμφισβητώ τα πλεονεκτήματα του θηλασμού τόσο για το βρέφος, όσο και για τη μητέρα. Θεωρώ εκ των ων ουκ άνευ ότι κάθε νέα μητέρα θα θηλάσει. Αλλά όπως όλα τα πράγματα στην Κύπρο, έτσι κι αυτό, έχει υπερβεί τα μέτρα του φυσιολογικού και πέρασε στη σφαίρα της ψύχωσης. Μην ακούσουν οι κυράτσες ότι μία μητέρα δεν θηλάζει ή ότι σταμάτησε σταδιακά να θηλάζει για τον Χ, Ψ λόγο, ακούει τα εξ αμάξης: Κήρυγμα, διδασκαλία, προσηλυτισμός, εξορκισμός, με αποτέλεσμα η μητέρα που δυσκολεύεται να τα καταφέρει, να πέφτει σε κατάθλιψη και να αισθάνεται «κακή μάνα».

Αν έχεις γνωρίσει τέτοιες νευρασθενικές κυρίες θα συμφωνήσεις μαζί μου ότι είναι το ίδιο αντιπαθητικές όσο κι άλλες διαταραγμένες κοινωνικές ομάδες που για κάποιο λόγο θεωρούν ότι θα «κλείσουν τα μάτια» μόνο αν διορθώσουν τα κακώς έχοντα της κοινωνίας μας. Δεν αρκούνται στο να επωφεληθούν οι ίδιες από τα πλεονεκτήματα αυτού που πρεσβεύουν και να σκάσουν, πρέπει να μεταλαμπαδεύσουν με το ζόρι τη φώτισή τους γιατί θεωρούν πως έχουν θεάρεστη αποστολή να επιτελέσουν, ώστε να κερδίσουν επάξια τον τίτλο του Αρχαγγέλου στον παράδεισο.

Γνωρίζεις τη συμπάθεια που τρέφω σε κάθε μορφή κρυπτό-φασισμού που εκδηλώνεται από τη κακογαμησιά του καθενός, και στην περίπτωση του θηλασμού, της κάθε μίας. Στο μυαλό μου είναι ήδη όλες σφαγμένες σε στοίβες σε ένα καμένο χωράφι.

Έτσι που λες, ξεκίνησε η μεταβατική περίοδος από το στήθος στο μπιμπερό. Χάρηκε και ο μπέμπης που για πρώτη φορά χόρτασε, καρδάμωσε, ηρέμησε και κοιμήθηκε χωρίς να χρειαστεί να του τραγουδήσω τα best of του Broadway προηγουμένως, χάρηκε και ο υποφαινόμενος που επιτέλους μπορεί να ελέγξει πρακτικά το πόσο τρώει ο γιος του και, προ πάντων,  που θα διασωθεί το στήθος της συζύγου του που ως γνωστόν, του ανήκει. Μόνο η μητέρα αισθάνεται μουδιασμένη, κυρίως γιατί θα πρέπει να αντιμετωπίσει και να «απολογηθεί» στις ορδές των πιο πάνω κακούργων.


Αλλά ας τολμήσουν να πουν κουβέντα μπροστά μου και τις περιμένει μεγάλο δώρο.  


Κυριακή, Δεκεμβρίου 11, 2016

Χριστούγεννα Στην Πόλη

Κάθε χρόνο πέφτουμε στην ίδια παγίδα.

Πάμε βόλτα στη Λήδρας τις μέρες των Χριστουγέννων. Εντάξει, ακόμα 12 Δεκεμβρίου έχουμε, αλλά ξέρεις τώρα… με το που φεύγει ο Νιόβρης μυρίζει, τάχα μου, Χριστούγεννα. Πήραμε που λες το μωράκι μας παραμάσχαλα και είπαμε να του δείξουμε σε τι χώρα γεννήθηκε μπας και σοφιστεί και ξενιτευτεί νωρίς και σωθεί μια ώρα αρχύτερα.

Μα, τι χάλι! Τι χάλι! Τι παρακμή! Καθίσαμε ένα εικοσάλεπτο να φάμε ένα πιάτο ρημαδομακαρόνια στο πλημμυρισμένο από μύγες ιταλικό, και μας διέκοψαν τουλάχιστον 20 φορές για να μας πουν τα κάλαντα. Μας είπαν τα κάλαντα τρία τσιγγανάκια εξ Αθηνών ορμώμενα, μία κυρία περί των 65 ετών χωρίς δόντια, ένας κουτσός με πατερίτσες, ένας που έτρεμε το κεφάλι του, ένας μάγκας με ράδιο στους ώμους (πόσο 90ς!), ένας κουφός που αράδιασε στο τραπέζι μας χωρίς την άδειά μας 5-6 παιχνίδια που αναβόσβηναν χρώματα και έπαιζαν μουσική, αντιλαμβάνεσαι ότι πιρουνιά δεν καταφέραμε να απολαύσουμε. Και κάθε φορά που πλησίαζε κάποιος εξ αυτών εμείς έπρεπε να μαζεύουμε πορτοφόλια, κινητά και μωρό μην τυχόν και μας τα ξαφρίσουν ή τον απαγάγουν και του κλέψουν κάνα νεφρό… Άσε!

Δεν είναι χώρα της Ευρώπης αυτή.

Ή μάλλον είναι χώρα της Ευρώπης, από την οποία κληρονομήσαμε όλα τα κακά της και ουδέν πλεονέκτημά της. Μόνο εμείς μπορούσαμε να μπούμε στην ΕΕ και να θυμίζουμε βαγόνι του συρμού της Αθήνας τέτοιες γιορτινές μέρες. Αντί να περπατούμε και να απολαμβάνουμε την ατμόσφαιρα, περπατούμε και αναρωτιόμαστε πόσες αρρώστιες θα κολλήσουμε ώσπου να φτάσουμε στο τέρμα του πεζόδρομου.

Θυμάστε τη δεκαετία του ’80 που η αγαπημένη μας Εύη Παπαμιχαήλ στο «Ματιές στον Κόσμο» μας έλεγε «ας δούμε τώρα λίγα πλάνα από τους χριστουγεννιάτικα στολισμένους δρόμους στην Ευρώπη» και βλέπαμε ρεπορτάζ από την Oxford Street και τη Champes Elysees και λέγαμε «αχ, πότε θα μπούμε στην Ευρώπη να γίνουμε κι εμείς έτσι;» Βλέπαμε τα λαμπάκια, τις βιτρίνες και νομίζαμε ότι οι ευρωπαίοι έρχονται από άλλον πλανήτη. Νομίζαμε θα μπούμε στην ΕΕ και θα πλακώσουν οι Ιταλοί, οι Γερμανοί, οι Γάλλοι να μας κάνουν ανθρώπους κι εμάς μια μέρα. Πού να ξέραμε ότι τελικά όχι μόνο δεν θα πατούσε το πόδι του κανένας πέραν κάποιων Άγγλων συνταξιούχων για να ψοφήσουν στον ήλιο, αλλά φύγανε και οι πέντε-έξι Κύπριοι που αξίζανε, δυστυχώς.

Μα γιατί νομίζαμε θα γινόμασταν το κέντρο των πάντων, δεν έχω καταλάβει ακόμα. Παιδικές ονειρώξεις, μάνα μου! Ήρθανε οι ανατολικοευρωπαίοι, βέβαια, δεν έχω παράπονο. Κοντεύω να μάθω να μιλώ απταίστως τα βουλγάρικα και τα ρουμάνικα από τις συναναστροφές μου με τις πωλήτριες στους φούρνους και τα καφέ. Ντόμπερ ντεν! Κακβό πράβις; Φσίτσκο ε πρεκράσνο!

Έτσι που λες, η φαντασίωση μου, ήτοι μια Γαλλίδα Εύη Παπαμιχαήλ να ανακοινώνει στους Γάλλους «ας ενωθούμε δορυφορικά με τη Λευκωσία να απολαύσουμε τον χριστουγεννιάτικο διάκοσμο της οδού Λήδρας» αναβάλλεται διά παντός. Εκτός κι αν το σημερινό που έζησα τους καταπλήξει ως freak show. Πού ξέρεις; Μπορεί…

Έρχονται και Δημοτικές Εκλογές. Πραγματικά θέλω να ρωτήσω τον Γιωρκάτζη και τον Σταυρινίδη. Όταν περπατάτε στη Λευκωσία απολαμβάνετε την αύρα της; Ανοίγετε τα πνευμόνια σας και εισπνέετε τον αέρα της ή σούζετε σαν εμένα τα χέρια σας να διώξετε τις μύγες και να καθαρίσετε τον αέρα να ξεβρομίσει; Είστε ευχαριστημένοι με την αισθητική της; Ας πούμε, αν έρθει κάποιος φίλος σας από το εξωτερικό έχετε κάπου να τον πάτε ν ‘ανοίξει το μάτι του ή διερωτάστε σαν εμένα πώς να σώσετε την κατάσταση;

Ξέρεις πότε ήταν ωραία η Λήδρας; Πριν ανοίξει. Τη δεκαετία του ’90, που ήταν ανύπαρκτη και όλη την αίγλη την είχε η Μακαρίου. Ωωωω τι τόλμησα και είπα! «Προτιμά να ήταν υπανάπνιχτη η παλιά πόλη, παρά τώρα που βγάζει το ψωμί του ο τίμιος λαός!» Φυσικά και προτιμώ. Σας είδαμε και τώρα που την «αναπτύξατε» πώς την κάνατε! Θυμάμαι όταν ήμουν μωρό τι χαρά κάναμε που περπατούσαμε στη Μακαρίου και δεν ξέραμε πού να πρωτομπούμε! Το City Plaza έσφυζε από ζωή, ουρές έξω από το Jumbo στον τελευταίο όροφο! Μέχρι να διανύσουμε τη διαδρομή Woolworth Capital Center χρειαζόμασταν μία ώρα από την πολυκοσμία. Όλο το σχολείο συναντούσαμε εκεί πέρα. Και δώστου χαιρετούρες, και δώστου χαρές. Η Λήδρας τι προσέφερε με τη δήθεν ανάπτυξή της; Πέραν του ότι έγινε trend η βρομιά, οι κόκκινες γραμμές με μπογιά στο πλακόστρωτο και δυο τρία μπαρ μες τη δηθενιά, τι άλλο μας έδωσε; Το ότι έγινε «σημείο συνάντησης πολιτισμών;» Σιγά την Ουνέσκο!

Αχ, Θεέ μου, κατάργησε τα Χριστούγεννα και δώστους ραμαζάνι. Μόνο αυτό τους αξίζει.

«Σκάσε Αντίχριστε, θα τελειώσει η πλατεία τον Απρίλιο και θα νιώσεις Ευρωπαίος!»

Δεν την θέλουμε την πλατεία, κύριος. Ξενερώσαμε. Απ’ τη μύτη μας τη βγάλατε. Ένα δώρο έχει αξία όταν έρθει στην ώρα του. Όπως τη δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη που απονέμεται δέκα χρόνια μετά, δεν είναι δικαιοσύνη. Και πλατεία που παραδίδεται 150 χρόνια μετά και μάλιστα πλατεία που σχεδιαστικά δεν έπεισε ιδιαίτερα κανέναν, δεν είναι πλατεία. Αν μπορούσα θα έμπαινα με μπουλντόζα μέσα να την κατεδαφίσω την ώρα που θα κόβουν την κορδέλα. Μας σκάσατε για μια πλατεία που τάχα μου θα τελείωνε το 2012! Το γιοφύρι της Άρτας πιο γρήγορα θα τελείωνε και θα τρωγε και τον πρωτομάστορα. Όχι σαν εμάς που τον έχουμε έξω να γυρίζει με το κούτελο ψηλά.

Για να μην μιλήσω για τα πεζοδρόμια. Που από τότε που έγινα μπαμπάς και σπρώχνω καρότσι με μωρό, νιώθω ότι τον υποβάλλω σε κινέζικα βασανιστήρια. Κάθε ένα μέτρο που διανύω πέφτω σε λακούβα ή απλά τελειώνει το πεζοδρόμιο και αναγκάζομαι και το ρίχνω στον κύριο δρόμο. Τι να πουν και οι ανάπηροι, θα μου πεις. Ε, τι να πουν.

Αυτή η χώρα μόνο στους Τούρκους αξίζει. Και στους τουρκόφιλους/σπορους. Οι υπόλοιποι έπρεπε να είχαμε φύγει προ πολλού.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 05, 2016

Πόθεν Να Πάρει Μάνα Μου;

Πέρασαν κιόλας 19 μέρες από τη γέννηση του υψηλού μικρού και εγώ αισθάνομαι ότι πέρασαν μόνο 24 ώρες. Βρισκόμαστε επί ποδός πολέμου έκτοτε. Δεν ξεχωρίζουμε τις μέρες από τις νύχτες, τις ημέρες από τις εβδομάδες. Διανύουμε συνέχεια μία ευθεία χρονική στιγμή την οποία αντιμετωπίζουμε αναλόγως του πως έρχονται τα πράγματα. Κοιμόμαστε όποτε μπορούμε, κάνουμε μπάνιο όποτε μπορούμε, τρώμε όποτε μπορούμε και ουχί τις ώρες που μέχρι τώρα ήμασταν συνηθισμένοι. Δεν υπάρχει πρόγραμμα. Μόνο σειρήνες πολέμου. Βαράνε και εμείς τρέχουμε.

Δεν γκρινιάζω, ούτε μιζεριάζω όμως. Η χαρά του παιδιού είναι τεράστια. Μην επηρεάζεσαι αρνητικά από όσα σου διηγείται ο καθένας. Ναι, υπάρχει κούραση, η οποία όμως εξαργυρώνεται στο δεκαπλάσιο από έναν απλόν και μόνον μορφασμό του. Αυτό βέβαια δεν θα στο πει κανείς. Θα το κρατήσει για τον εαυτό του. Ε, στο λέω εγώ. Είναι κρίμα να παρουσιάζουμε τον ερχομό ενός μωρού σαν τον τέλος του κόσμου. Και στο κάτω, κάτω, αν δεν είσαι έτοιμος να αποχωριστείς αυτό τον ηλίθιο κόσμο, όπως τον έζησες μέχρι τα 35 σου, τότε δεν είσαι έτοιμος για παιδί ούτως ή άλλως.

Επίσης, αν κάτι επιβεβαίωσα αυτές τις 19 μέρες είναι ότι το παιδί σου, ως απότοκο κατά 50% δικό σου και 50% της γυναίκας σου, θα έχει τα χούγια εσένα και της γυναίκας σου. Ποιος ο λόγος να κάθεσαι και ν’ ακούς τι κάνει το παιδί του καθενός και να τρομάζεις με το αν κοιμάται ή όχι, αν κλαίει, αν χέζει κτλ; Εγώ το έλεγα πάντα στη Μπρέντα, «Το μωρό μας θα πάρει από μένα και θα κοιμάται σαν να μην υπάρχει αύριο!» Και ναι, κοιμάται, φτου μην το βασκάνω. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν κουραζόμαστε για χίλιους δυο άλλους λόγους, αλλά ναι, αν δεν τον ξυπνήσουμε να φάει δεν ξυπνά από μόνος του.

Άλλα είναι τα χούγια του γιου μου, για τα οποία φυσικά δεν μπορώ να κλαίγομαι καθότι εγώ του τα κληροδότησα. Είναι τελειομανής και εκλεκτικός. Άπαξ και αρχίσει να κλαίει και θέλει τραγούδι για να ηρεμήσει δεν αρέσκεται ούτε αρκείται σε ημίμετρα. Δεν μπορείς δηλαδή να ξεμπερδέψεις με ένα ρεφραινάκι από ένα παιδικό τραγούδι και έξω απ’ την πόρτα. Θέλει τραγούδι με αρχή, μέση τέλος και πάθος στην ερμηνεία. Αν καταλάβει ότι το τραγουδάς διεκπεραιωτικά, για να τον νανουρίσεις να ξεμπερδεύεις, αρχίζει και ουρλιάζει. Θέλει διακυμάνσεις στη φωνή, θέλει ψηλές και χαμηλές. Θέλει να το παίρνεις σοβαρά. Αυτά πληρώνω τώρα, να μάθω να του τραγουδώ από τον καιρό που ήταν ακόμα μες την κοιλιά της μάνας του. Τραγούδα τώρα Αντίχριστε.

Τραγουδώ τα άπαντα του Ντίσνεϊ. Ξεκινούμε με Αλαντίν κάνουμε πέρασμα από Ωραία και το Τέρας, ολίγη Μικρή Γοργόνα, τελειώνουμε με Ταρζάν. Δεν γουστάρει να τα ακούει με λόγια. Θέλει μόνο τη μελωδία ει δυνατόν με «λα,λα,λα». Αν του τα πεις με «να,να,να», πιθανόν να στραβομουτσουνιάσει. Ιδιορρυθμία στο έπακρον. Επίσης του αρέσει η κλασσική μουσική, δεν θέλει λαϊκά με τίποτα, και για Άννα Βίσση δείχνει ελάχιστη ανοχή, κυρίως σε τραγούδια από τη δεκαετία του ’80. Όλα τα άλλα του προκαλούν εκνευρισμό. Οι συναυλίες διαρκούν 40 λεπτά κατά μέσο όρο και συνοδεύονται και από χορευτικά ενόσω αυτός προσπαθεί να αποκοιμηθεί στην αγκαλιά μου. Ναι, ούτε το στατικό το εγκρίνει. Οι δονήσεις που δέχεται το κορμάκι του εξ αιτίας των χορευτικών, του πήγαινε-έλα στην κουζίνα τον ηρεμούν. Μην τυχόν και σταματήσω όμως, ανοίγει τα μάτια του απότομα και με καρφώνει με ένα τόσο γνωστό και επικριτικό βλέμμα τύπου «ποιος σου είπε να σταματήσεις;» και με γειώνει.

Άρτον και θεάματα ο κύριος. Ε, βέβαια, από ποιον να πάρει Θεέ μου. Χαλάλι οι πόνοι στη μέση, χαλάλι η εξάρθρωση της ωμοπλάτης, χαλάλι τα ξενύχτια, χαλάλι τα πάντα. Η ασφάλεια με την οποία αποκοιμιέται στο τέλος πάνω μου και η γαλήνη που εκπέμπει το προσωπάκι του είναι η μεγαλύτερη επιβράβευση.


Και κάπως έτσι κυλούν οι μέρες και οι νύχτες μας.