Δευτέρα, Ιουνίου 20, 2022

Στα Τσακίδια Και Το Προπατορικό

Αν νομίζετε ότι με τον γιο μου έχω έρωτα, πού να δείτε τι άρχισε να με πιάνει τώρα που η κόρη μου μεγάλωσε, αντιδρά και όπως μπορεί εκφράζεται. Νόμιζα ότι επειδή δεν έχω την ίδια χημεία μαζί της όπως έχω με τον Αλέξη, ότι θα ήταν υποδεέστερη η σχέση μας. Όμως τελευταίως άρχισε να μου κάνει κάτι χαμόγελα και κάτι ύφη που με λιώνει, με έχει αλοιφή στα πόδια της, δούλο και πιστό υπήκοό της. Φυσικά, εξακολουθώ να μην την καταλαβαίνω, ούτε μπορώ να τη ψυχολογήσω όπως τον γιο μου που είναι η φυσική συνέχειά μου. Αλλά, γυναίκα είναι, τι περιμένεις. Δεν μπορείς να τα έχεις όλα στο πιάτο σου.

Χθες τη βαφτίσαμε. «Ευαγγελία» και με βούλα. Θυμάστε που σας έγραφα πόσο απεχθάνομαι το όνομα κτλ, κτλ. Περιττό να πω ότι τώρα το λατρεύω, κι ακόμα και το «Βαγγελιώ» και το «Κυρά Βαγγέλα» μου φαίνονται συμπαθέστατα υποκοριστικά και τα χρησιμοποιώ κατά κόρον. Δεν καταλαβαίνω Θεό πια μαζί της.

Που λέτε, ναι, τη βαφτίσαμε. Και συγκινήθηκα πάρα πολύ, δεν ξέρω γιατί. Δεν το περίμενα. Στον Αλέξη ούτε καν σκοτίστηκα. Ίσως επειδή υπήρξε κύριος από την αρχή μέχρι το τέλος και δεν έκλαψε ούτε ένα δευτερόλεπτο. Οπότε δεν ένιωσα ότι το παιδί μου βασανίζεται κι εγώ δεν μπορώ να επέμβω. Η Βαγγελίτσα μου έκλαψε, όχι πολύ, τόσο –όσο προνοεί το σαβουάρ βιρβ. Εντούτοις αναστατώθηκα στο κλάμα της και ήθελα να μουντάρω να τη σώσω, αλλά συγκρατήθηκα. Όταν είπε ο παπάς «λάβε μάνα το παιδί σου» και τέλειωσαν όλα, το δάκρυ έτρεχε κορόμηλο.

Έγινε και κάτι άλλο συνταραχτικό, απ’ αυτά τα «υπερφυσικά» που αρέσκομαι να πιστεύω. Λίγο πριν την έναρξη της βάφτισης, η οποία έγινε σε πολύ στενό οικογενειακό κύκλο, το πολύ 50 ατόμων, βρέθηκε στην εκκλησία ένας στενότατος φίλος του πατέρα μου με τον οποίο δεν έχουμε πια επαφή. Η τελευταία φορά που τον είδα ήταν στον γάμο μου το 2015. Έκτοτε καμία επικοινωνία, κανένα νέο εκ μέρους του. Όλως τυχαίως, χθες, την ώρα της βάφτισης βρέθηκε στην εκκλησία τυχαία γιατί περνούσε από εκεί για βόλτα, και σκέφτηκε να κατέβει να προσκυνήσει. Ξαφνιαστήκαμε ευχάριστα αμφότεροι με τη σύμπτωση. Προσωπικά, το θεώρησα σημαδιακό. Δεν πιστεύω ότι βρέθηκε τυχαία εκεί τη συγκεκριμένη στιγμή. Κάποιος τον έστειλε!

Επίσης, είχαμε κι άλλου είδους τράβαλα. Ο γιος μου, ο οποίος αντιλήφθηκε ότι η μέρα θα ήταν αφιερωμένη εξολοκλήρου στην αδελφή του και ζήλεψε λιγάκι, αποφάσισε να κάνει ό, τι μπορεί για να την καταστρέψει. Αρχικά, ενόσω ήμασταν ακόμα στο σπίτι και ετοιμαζόμασταν, αποφάσισε να πάρει ένα νεροπίστολο και να ρίξει νερό στα μούτρα της μητέρας του, η οποία είχε ξοδέψει όλο το πρωινό να βάφεται στην παρουσία ειδικής μακιγιέρ για την τελετή. Οι φωνές που άκουσε όταν κατέστρεψε με το νερό το μακιγιάζ ήταν σεισμικές, φανταστείτε τη σκηνή με τον Δεινόσαυρο στο πρώτο Jurassic Park την ώρα που τον τυφλώνουν με τον φακό τα δυο παιδάκια στο τζιπ. Ως αποτέλεσμα, ο γιος μας άνοιξε την πόρτα και έτρεχε με άκρως χειριστικούς λυγμούς να φύγει από το σπίτι και «ν’ αλλάξει οικογένεια».

Ο πανικός δεν καταλάγιασε εύκολα. Τον πήρα από πίσω μην τυχόν και βγει στον δρόμο και τον πατήσει κανένα αυτοκίνητο. Τρέχοντας κι εγώ στις αυλές, στους 40 βαθμούς κελσίου υπό σκιάν, ντυμένος με ρούχα που θα έπρεπε να μείνουν αδιάβροχα από ιδρώτα καθόλη τη διάρκεια της μέρας, καλοπιάνοντας τον γιο μου να συμμορφωθεί, να μπει στο αυτοκίνητο να πάμε στην εκκλησία. Όπερ και εγένετο με χίλια ζόρια και χίλια γαμώσταυρίδια. Κάπου εκεί συνειδητοποιήσαμε ότι χάσαμε τη λαμπάδα της βάφτισης.

Τη λαμπάδα την κρατούσε η Μπρέντα αλλά πάνω στην αναπουμπούλα του μπουγέλου είχε ξεχάσει που την είχε αφήσει. Βρισκόμασταν ήδη καθοδόν. Είχαμε ήδη αργήσει, και εγώ έπρεπε να σταματήσω στη μέση της λεωφόρου, να κατέβουμε να τσεκάρουμε αν βάλαμε κατά λάθος τη λαμπάδα στο καπό την ώρα του σκοτωμού. Άφαντη η λαμπάδα. Υπήρχαν δύο ενδεχόμενα: Είτε τη ξεχάσαμε στο γκαράζ, είτε την είχε πάρει η πεθερά μου η οποία ήταν παρούσα κατά τη διάρκεια του Τζουράσικ Παρκ. Την πήραμε τηλέφωνο στο κινητό, αλλά επειδή οδηγούσε, δεν έλεγε να απαντήσει το τηλέφωνο. Ο πανικός και τα νεύρα που προκλήθηκαν από τον χαμό της λαμπάδας δεν περιγράφονται. Νόμιζα ότι παίζω σε ταινία ή σε κάποιο επεισόδιο αόρατου φακού.

Ο γιος μου από το πίσω κάθισμα, παρόλο που βρισκόταν υπό δυσμένεια, βρήκε το θράσος και δήλωσε ότι «θα αρχίσει να μοιράζει βαθμολογίες συμπεριφοράς ενηλίκων» και τόλμησε να πει «παπάς- 100 βαθμοί, μαμά- μηδέν!» Αντιλαμβάνεστε…

Ο Θεός μας λυπήθηκε και φτάσαμε στην εκκλησία αρτιμελείς και με σώας τας φρένας!  

Όπως και να ‘χει, επιβιώσαμε. Ομολογώ ότι πέρασα ωραία και ειδικά στο γεύμα που ακολούθησε απόλαυσα την παρέα των παρευρισκομένων, αφού χαλάρωσα και δεν ασχολήθηκα δευτερόλεπτο με το πρωτόκολλο του οικοδεσπότη. Περιφερόμουν από τραπέζι σε τραπέζι και μάθαινα νέα φίλων και συγγενών και έτσι πέρασε ευχάριστα η ώρα. Ο Αλεξάκος πάντως ήρθε και με ρώτησε: «Μπορούμε να φύγουμε γιατί βαρέθηκα;» Πόσο γιος μου αυτό το παιδί! Κανένα τεστ πατρότητας! Μες τη ψυχολογία μου είναι ανά πάσα στιγμή. Του εξήγησα ότι δεν μπορούμε να φύγουμε από το δικό μας πάρτι, κι έτσι συμβιβάστηκε με το να φύγει με τη γιαγιά του όταν θα έφευγε κι εκείνη.

Πολύ τη χάρηκα τη βάφτιση της Μπουμπούς μου. Πάει και το προπατορικό! Ξεμπερδέψαμε! Τώρα έμεινε να την παντρέψουμε, να πεθάνω με το κούτελο καθάριο! Χα, χα! Πέρα από την πλάκα. Η κόρη μου είναι μία τυπάρα απίστευτη. Θα ξετρελαθείτε όταν τη γνωρίσετε. Το πώς σε κοιτά με επίκριση, ειρωνεία, το πώς μηδειά ελαφρώς όταν της λες κάτι αστείο γειώνοντάς σε, σε στιλ «δεν λες και κάτι ξεκαρδιστικά αστείο», είναι απερίγραπτο. Όταν μεγαλώσει θα είναι προσωπικοτάρα από τις λίγες. Και όποιος τολμήσει να την πλησιάσει ενόσω ζω, θα του κόψω τα πόδια σύριζα. Αυτά!

Καλό απόγευμα!

Υ.Γ.: Τη λαμπάδα την είχε πάρει η πεθερά μου. «Σας το είπα, αλλά δεν ακούγατε, τσακωνόσασταν!»

5 σχόλια:

Woofis είπε...

Να χαίρεστε την νεοφώτιστην!

Anti-Christos είπε...

Ευχαριστούμε Woofi!

μπεατριξ είπε...

Ω! να σας ζήσει να την χαίρεστε!

Ανώνυμος είπε...

Να σας ζήσει! Πολύ ωραίο όνομα!

Moonlight είπε...

Να σας ζήσει, καλότυχη!