Παρασκευή, Απριλίου 10, 2020

Εγκεφαλικό Ποστ


Παράλληλα με το βιβλίο του Sacks περί μουσικοφιλίας, διαβάζω και ένα άλλο, που αφορά στα απομνημονεύματα ενός νευροχειρουργού. Τα διαβάζω ταυτόχρονα και μεταπηδώ από το ένα στο άλλο, ανάλογα τα κέφια. Το βιβλίο του νευροχειρουργού είναι συγκλονιστικό, μα δυσβάσταχτο, αφού ουσιαστικά αφηγείται το πώς διαχειρίζεται ψυχολογικά τις αποτυχίες του, οι οποίες απέβησαν μοιραίες για τη ζωή πολλών ασθενών του. Σε ένα από τα κεφάλαια αναφέρεται και σε ασθενείς οι οποίοι μετά από κάποια επέμβαση έμειναν φυτά. Διηγείται μία επίσκεψη του σε ένα ίδρυμα στο οποίο νοσηλεύονταν διάφοροι ασθενείς που ήταν ζωντανοί αλλά με πλήρη απώλεια συνειδήσεως εξ αιτίας κάποιου εγκεφαλικού επεισοδίου. «Αντιλαμβάνονται άραγε τον πραγματικό κόσμο; Έχουν την παραμικρή αντίληψη του τι συμβαίνει γύρω τους; Δεν θα το μάθουμε ποτέ» καταλήγει.

Δεν ξέρω αν σας το είχα ξαναγράψει. Αν σας το είχα ξαναγράψει πρέπει να ήταν προ δεκαετίας. Εμείς στην οικογένειά μου είχαμε μία θεία που ήταν φυτό και την είχαμε στο σπίτι της γιαγιάς μου κανονικά, σαν αντικείμενο μέσα στο σαλόνι.

Το θυμάμαι πεντακάθαρα. Ένα βράδυ,  μέσα της δεκαετίας του ’80, προκλήθηκε βαβούρα διότι ξύπνησε τον πατέρα μου η γιαγιά μου, για να του πει ότι η αδελφή της, η Μερόπη κάτι έπαθε. «Έπαθε κόλπο». Είδαν κι έπαθαν να μου εξηγήσουν εμένα «ποιος έκανε στη θεία ένα κόλπο» και τι ακριβώς σήμαινε αυτό. Ήμουν δεν ήμουν πέντε χρονών. Σημασία είχε ότι η θεία Μερόπη θα παρέμενε ζωντανή-νεκρή. Θα καθόταν μόνιμα σε μια καρέκλα φρόνιμη και δεν θα μιλούσε, απλά θα κοίταζε τριγύρω της με βλέμμα απλανές. Όπερ και εγένετο. Η θεία Μερόπη ουδέποτε αντιδρούσε, ουδέποτε άλλαζε στάση στο παραμικρό. Κανονικό «μπιμπελό», ακίνητο και ανέκφραστο.

Μπορούσε να περπατά, μόνο με βοήθεια του πι, και υποβασταζόμενη από τη γιαγιά μου και την άλλη, τη μεγαλύτερη τους αδελφή. Τη μετέφεραν στο κρεβάτι της το βράδυ, την έκαναν και ένα υποτυπώδες μπάνιο πού και που, ενώ την υπόλοιπη μέρα ήταν παλουκωμένη στο σαλόνι να κοιτάζει το υπερπέραν. Ένας Θεός ήξερε αν αντιλαμβανόταν τι της είχε συμβεί. Για εμένα και τα ξαδέλφια μου ήταν τρομερά συναρπαστικό το θέαμα. Υπήρχε ένας άνθρωπος μέσα στο δωμάτιο στο οποίο παίζαμε, ζωντανός, αλλά επί της ουσίας νεκρός. Κάναμε διάφορα πειράματα εν είδει παιχνιδιού επάνω της. Προσπαθούσαμε να της αποσπάσουμε την προσοχή, πεισμώναμε να την κάνουμε να μας μιλήσει (εγώ ήμουν σίγουρος ότι δεν μιλάει επειδή βαριέται), κάποιες φορές μπορεί να της πετούσαμε και κανένα κομμάτι λέγκο για να δούμε αν θα αντιδράσει. Τίποτα! Η γιαγιά μου όταν έβλεπε ότι πλησίαζε να ξεφύγει η κατάσταση ερχόταν και μας θύμωνε να την αφήσουμε ήσυχη, την καημένη.

Η θεία Μερόπη έμεινε σ’ αυτή την κατάσταση για πολλά χρόνια, μέχρι που μεγαλώσαμε και συλλάβαμε και οι ίδιοι την τραγικότητα της κατάστασής της. Δεν θυμάμαι για πότε πέθανε, πρέπει να είχα πάει γυμνάσιο. Τόσα χρόνια μετά όμως, εγώ πραγματικά θαυμάζω το γεγονός ότι η γιαγιά μου, παρότι ήταν παντρεμένη με τον παππού μου, δεν σκέφτηκε ούτε μία στιγμή να στείλει τη θεία Μερόπη σε κάποιο ίδρυμα (δεν υπήρχαν και λεφτά, βέβαια). Την κράτησε κανονικά στο σπίτι της και την περιποιούνταν μέχρι τέλους. Βέβαια, η γιαγιά μου, δεν είχε σπιτώσει μόνο τη Μερόπη. Στο σπίτι της (που ήταν ούτως ή άλλως μια σταλιά), φιλοξενούσε και τη μεγαλύτερη αδελφή της, την Όλγα, η οποία ήταν ανύπαντρη και «δεν είχε που να πάει».

Πραγματικά, σήμερα, εντυπωσιάζομαι που όλοι αυτοί οι άνθρωποι συγκατοικούσανε. Ως παιδάκι μου φαινόταν φυσιολογικό γιατί έτσι τους είχα γνωρίσει. Η γιαγιά μου, ο παππούς μου, η θεία Μερόπη με το κόλπο και η Όλγα, η μεγάλη, ανύπαντρη αδελφή. Ως ενήλικας το βρίσκω αδιανόητο. Όλοι μαζί παστωμένοι σε ένα δυάρι! Άπειρα respect στη γιαγιά μου, αλλά και ακόμα περισσότερα στον παππού μου, ο οποίος ανεχόταν αυτή την υπερρεαλιστική συγκατοίκηση άνευ γκρίνιας. Εμάς έρχεται η πεθερά μας επίσκεψη μισή ώρα και αρχίζουμε να δυσανασχετούμε. Σκέψου να έπρεπε να συγκατοικήσουμε και με τις αδελφές της γυναίκας μας, εκ των οποίων η μία να ήταν φυτό (κατά μία έννοια, καλύτερα φυτό να την βγάζεις και να τη μπάζεις από το ντουλάπι στο μπαλκόνι σαν έπιπλο, παρά ζωντανό με άποψη και γνώμη).

Η θεία Όλγα από την άλλη, ήταν ευχάριστη, εξ όσων θυμάμαι είχε και πολλύ χάζι, και δεν ενοχλούσε. Η ζωή της ήταν να βλέπει «Τόλμη και Γοητεία» και «Λάμψη» στην τηλεόραση, οπότε δεν ήταν βάρος σε κανέναν. Θυμάμαι τον παππού μου να επιστρέφει τα βράδια από τον καφενέ και όποτε την έβλεπε να παρακολουθεί αυτές τις σαπουνόπερες της έλεγε υποτιμητικά: «πάλι κάθεσαι και βλέπεις αυτές τις οικογένειες που γαμιούνται μεταξύ τους;»

«Σσς, το παιδί!» του έλεγε εκείνη.

Μια φορά, πολλά χρόνια αργότερα, ρώτησα τη γιαγιά μου πώς μπορούσαν να κάνουν σεξ μέσα σε εκείνο το σπίτι. Πώς εμπνέονταν με τη Μερόπη στο δίπλα δωμάτιο να φυτοζωεί και την Όλγα στο σαλόνι να βλέπει «Τόλμη και Γοητεία».

«Δεν μπορούσαμε… φεύγαμε και πηγαίναμε στην εξοχή!» μου απάντησε.

Πέθαναν όλοι πια. Πάνε πολλά χρόνια. Η γιαγιά μου έφυγε τελευταία, πέθανε το 2010 μόλις δύο μήνες πριν τον πατέρα μου. Με την ασθένεια του πατέρα μου να κορυφώνεται τότε, δεν προλάβαμε να συνειδητοποιήσουμε ιδιαίτερα τον χαμό της γιαγιάς. Η περίπτωση του πατέρα μου ήταν πιο επείγουσα. Με το ζόρι τον καταφέραμε να πάει όρθιος στην κηδεία της. Δύο μήνες μετά θάφτηκε μαζί της. Ήταν τόσο κοντινό το χρονικό διάστημα που οι νεκροθάφτες φοβούνταν να ανοίξουν τον τάφο τόσο σύντομα από τη δυσωσμία της γιαγιάς μου. Εμάς πάντως, αυτοί οι δύο μήνες που μεσολάβησαν ανάμεσα στον χαμό μητέρας και γιου, μας φάνηκαν πάνω δυο χρόνια. Είχαμε να αντιμετωπίσουμε τόσα έμπα-έβγα στα νοσοκομεία με τον πατέρα μου, που δεν προλάβαμε να πενθήσουμε φυσιολογικά τη γιαγιά. Οι υπόλοιποι της πιο πάνω ιστορίας έφυγαν πολύ προηγουμένως. Ο παππούς μου το 1993 και η θεία Όλγα το 2001. 

Είναι απίστευτο το ότι ακόμα κάπου στο βάθος του μυαλού μου θεωρώ ότι ζουν όλοι ακόμα, εκεί στο ίδιο σπίτι, κι ότι εγώ απλά αμέλησα να περάσω να τους δω. Το σπίτι στο οποίο έμεναν κατεδαφίστηκε. Όποτε περάσω από εκεί ξαφνιάζομαι σαν να το μαθαίνω πρώτη φορά. 

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μπράβο στη γιαγιά σου. Αυτό είναι οικογένεια. Πιστεύω ότι όλοι ακούν/καταλαβαίνουν σε κάποιο βαθμό (έστω ασυνήδειτα κάπου καταγράφονται όλα): άτομα που κοιμούνται, αναισθησία στο χειρουργείο, κόλπο, κτλ.

Γι' αυτό πιστεύω επίσης ότι πρέπει να προσέχουμε τι λέμε δίπλα τους.

Dreamer είπε...

Να μου επιτρεψεις να βγω εκτος θεματος λιγο. Αφου σου αρεσκουν τα ιατρικά, να εισηγηθω το being mortal: medicine and what matters in the end. Μιλά για την τριτη ηλικία, τα λαθη που καμνει η κοινωνία, τι τους συμβαινει κτλ χρησιμοποιωντας πραγματικες ιστοριες σαν παραδειγματα

Anti-Christos είπε...

Α, πολύ ωραία, ευχαριστώ. Θα το ψάξω!

Ανώνυμος είπε...

Τι όμορφο κείμενο! Λες και διάβαζα μυθιστόρημα

Ανώνυμος είπε...

Νομίζω κάτι τέτοιες "οικογενειακές ιστορίες" εν πιο ενδιαφέρουσες που τούτα τα βαριά βιβλία που δεν θέλεις να γυρίσεις σελίδα να δεις τι γίνεται παρακάτω! Για μένα μιλώ, προφανώς! Πε μας κι άλλα! :p
Είχε κι ο παπάς μου μια γιαγιά που κάποια ασθένεια είχε και ήταν σε περίεργη κατάσταση μέσα στο σπίτι τους, μαζί με τον άντρα της φυσικά, και η γιαγιά μου από την πλευρά της μάνας μου επρόσεχε μες στο σπίτι της τη μάνα της και τη θέια της αν θυμούμαι σωστά, Όλοι αυτοί είχαν πεθάνει πριν γεννηθώ εγώ βέβαια (εκτός των παππούδων μου αυτών που πέθαναν κι εκείνοι εδώ και πολλά χρόνια πλέον) οπότε δεν τα έχω καθόλου καθαρά στο μυαλό μου, αλλά μάλλον ήταν το νορμάλ να "γηροκομούν" τους δικούς τους μες στα σπίτια τους, όσο μικρά κι αν ήταν, ό,τι προβλήματα κι αν είχαν και οι ίδιοι. Πλέον πώς να το κάμουμε με τις δουλειές μας και τα τρεχάματά μας; Παλιά ήταν αλλιώς... :/
Moonlight