Σάββατο, Απριλίου 14, 2018

Συνεδριακό

Όπως σας έχω ξαναγράψει, στα επαγγελματικά συνέδρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση περνώ φανταστικά. Από την ώρα που πατώ το πόδι μου στο εκάστοτε κέντρο συνεδρίων αισθάνομαι τρομερά «μικρός» και συναρπάζομαι από το πόσα πράγματα μαθαίνω, κι από όσα ακούω και βλέπω. Υπάρχουν και οι στιγμές που βαριέμαι και κοιτάζω το ρολόι, βεβαίως, αλλά ως επί το πλείστον ο νους μου παραμένει συγκεντρωμένος και ενεργός, πράγμα σπάνιο στην κυπριακή μου καθημερινότητα όπου ο εγκέφαλος, όσος έμεινε, δεν αντέχει να αναλώνεται πουθενά και απλά λειτουργεί στο ρελαντί.

Θα σου γράψω αύριο για ένα θέμα που συζητήθηκε στο συνέδριο και το οποίο χρήζει ξεχωριστής συζήτησης. Σήμερα θα σου πω ότι στο Συνέδριο πήγα και κάθισα τυχαία δίπλα από μία κοπέλα, η οποία με τα πολλά μου προέκυψε Ιταλίδα, και η οποία εργάζεται στην Ντίσνεϊ. Στο συνέδριο ήρθε για να παρακολουθήσει τις εξελίξεις στα ηλεκτρονικά ΜΜΕ και λοιπά ευρωπαϊκά νομοσχέδια προκειμένου να συμβουλεύσει νομικά τους πελάτες της – την Ντίσνεϊ δηλαδή, για το πώς πρέπει να κινηθεί τώρα που σχεδιάζει τη δική της πλατφόρμα περιεχομένου (στα πρότυπα του Νετφλιξ), αλλά και γενικότερα το πώς πρέπει να αποδίδονται οι χαρακτήρες στις ταινίες της (τώρα που όλα πρέπει να προσαρμόζονται στις ευρωπαϊκές κορεκτίλες που δεν θίγουν φύλα, φυλές και μειονότητες – αυτά τα οποία θεωρώ υπερβολικά).

Περιττό να πω πόσο ζήλεψα γενικά την εργασία της και πώς ευχόμουν να γίνει ένα επιτόπιο θαύμα και να με αρπάξει ένα αόρατο, θεϊκό χέρι και να με πάει στη Ντίσνεϊ να κάνω το ίδιο. Συζητήσαμε αρκετή ώρα και όταν είδε ότι είμαι ένα γνήσιο Ντίσνεϊ φρικ, με πτυχίο νομικής μου είπε ότι διαθέτω το σωστό προφίλ για να εργαστώ εκεί. Το τερπνόν μετά του ωφελίμου, κύριοι. Θα μπαίνω και στα πάρκα δωρεάν, θα πετάγομαι στη Ντίσνεϊλαντ όποτε θέλω, μούχτιν! Αλλά θα πρέπει να ζω στις Βρυξέλλες. Και αν είναι να φύγω από το χωριό που κάνει πάντα ζέστη, για να ζήσω στο χωριό που κάνει πάντα κρύο, να λείπει το βύσσινο. Τη ζήλεψα πάντως την κυρία, καθίσαμε και φάγαμε μαζί στο διάλειμμα και μου τα είπε όλα χαρτί και καλαμάρι και θυμήθηκα πως είναι να κάνεις ακόμα παρέα με τους ζωντανούς.

Ήπια και μπύρες ένα βράδυ στο  μπαρ του ξενοδοχείου με έναν Σκανδιναβό συνάδελφο, ετών 28, με γνώσεις, όμως, 40αρη, που ήταν κατατοπισμένος πλήρως περί Κυπριακού προβλήματος και παντός προ-βλήματος. Συζητήσαμε από τα ενεργειακά της Μεσογείου μέχρι τα περί Μπρέξιτ και συμφωνήσαμε ότι όλοι κατά βάθος ευχόμαστε οι Εγγλέζοι να φάνε μεγάλη φάπα μετά την έξοδο του Μεσολογγίου που ετοιμάζουν. Πόσο χαίρομαι όταν ταυτίζονται οι απόψεις μου και με άλλους. Όση ώρα τα πίναμε ούτε για το «πώς τα πάμε με το μωρό» με ρώτησε, ούτε αν περπάτησε, ούτε αν «κοιμόμαστε τα βράδια», ούτε «σε ποιο νηπιαγωγείο τον γράψαμε και αν αυτό βασίζεται στο σύστημα Μοντεσόρι, ή στο να σε φαν΄οι ψώροι!» Μα δεν είναι αυτά τα θέματα ενδιαφέροντα; Γιατί στην Κύπρο μόνο γι’ αυτά συζητάμε τα τελευταία δύο χρόνια.

Γνωρίστηκα και με τους Τούρκους συναδέλφους. Βασικά, την παθαίνω κάθε φορά, αφού όποτε δω φάτσα κυπριακής αισθητικής πάω και συστήνομαι και στο τέλος αποκαλύπτεται ότι πρόκειται για Τούρκους. Πονάει, αλλά το έχω πάρει απόφαση ότι είμαστε τουρκόσποροι που μιλούν Ελληνικά. Τι ν στην Αγγλία ᱀耀﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽α κάνω ο καψερός, ξεχνώ ότι οι Τούρκοι αλωνίζουν στην ΕΕ ασχέτως αν δεν είναι ακόμα μέλη. Μην ανησυχείτε, στάθηκα στο ύψος μου, που είναι ούτως ή άλλως μπόλικο, χαμογέλασα και ξεδίπλωσα όλη μου τη διπλωματία, μην τυχόν και διαταραχθεί το καλό, πλην δουλοπρεπές κλίμα και ξεσηκωθεί η προοδευτική περιρρέουσα. Ρώτησα χαμογελαστά πώς πάνε τα πράγματα εκεί, μου είπαν ότι ο Ερντογάν έκανε τη χώρα ξανά θαυμάσια, ότι η επανεκλογή του το 2019 είναι σίγουρη, και ότι περνούν την καλύτερη τους φάση. Λες και δεν τα ξέραμε.. Τους είπα good for you. Ακολούθησε αμήχανη σιωπή τριών δευτερολέπτων και κάνοντας μία σφιχτή χειραψία επιστρέψαμε στις θέσεις μας. Δεν την ξαναπαθαίνω!

Και τώρα δυο λογάκια για τους Γερμανούς. Τους Γερμανούς δεν τους έχω ζήσει ιδιαίτερα. Ελάχιστους γνώρισα όσο σπούδαζα στην Αγγλία για να διαμορφώσω άποψη, αλλά στα ευρωπαϊκά συνέδρια που πάω τελευταίως πραγματικά εντυπωσιάζομαι από τον επαγγελματισμό τους. Τι ατσαλάκωτοι άνθρωποι! Τους έβλεπα καθόσον παρουσίαζαν τα θέματά τους. Πέραν του χειρισμού της αγγλικής γλώσσας, που ήταν πιο άρτιος και από τη μητρική τους (δεν κόμπιασαν ούτε λεπτό, η προφορά άψογη, το λεξιλόγιο και η έκφραση σχεδόν λογοτεχνικά), πέραν του ότι έχουν την απάντηση έτοιμη σε ό,τι κι αν τους ρωτήσεις, είναι και ρομπότ. Πέντε ώρες μιλούσαν, δεν φάνηκε να κουράζονται δευτερόλεπτο, ούτε μία τρίχα απ’ τα μαλλιά τους δεν έφυγε απ’ τη θέση της, ο γιακάς του πουκαμίσου τους ίσιος σαν να ήταν οξυγονοκολλημένος στη θέση του, η γραβάτα ολόισια με τέλειο κόμπο, το παπούτσι γυαλιστό σαν να ήταν μαρμάρινο, η διάθεση σταθερή, ο λόγος κοφτός και ουσιαστικός. Θεέ μου, δεν κουράζονται; Αυτούς δεν τους ζηλεύω, αλλά πραγματικά τους θαυμάζω. Και επιπλέον, είχαν και χιούμορ. Ποιος το περίμενε;

Ναι, βασικά σε όλο το συνέδριο μιλούσαν οι Γερμανοί. Οι υπόλοιποι, οι καημένοι, ακούαμε. Και καλά κάναμε. Και που ακούαμε δηλαδή, δεν νομίζω να κόλλησε και τίποτε. Χα,χα,χα,χα! Το πόσο με ωφέλησε επαγγελματικά, ψυχολογικά και υπαρξιακά όλο αυτό το συνέδριο, δεν περιγράφεται.

1 σχόλιο:

bestman είπε...

Νομίζω πως αν υπάρχει ένας λαός που έχει αποκτήσει διατριβή στην ψιλοκουβέντα, αυτοί είμαστε εμείς... Συζητάμε πρόσωπα και γεγονότα, αλλά ιδέες, τσας δύσκολο.