Τετάρτη, Αυγούστου 18, 2021

Διανθισμένο Καλοκαίρι

 

Πρώτη φορά στη ζωή μου πήγα διακοπές στην Πάφο.

Γενικά έχω ξαναπάει στην Πάφο, αλλά μόνο στο Λατσί. Στην πόλη της Πάφου πρώτη φορά πήγα και πρώτη φορά έμεινα. Τρεις νύχτες ήταν υπέρ-αρκετές ώστε να μην βάλω την κάννη του περίστροφου στο στόμα και να τραβήξω τη σκανδάλη. Τόσο-όσο. Είχαμε καλή παρέα οπότε γέμιζε τα κενά, μέναμε και σε ωραίο ξενοδοχείο οπότε δεν είχα λόγους για να αρχίσω τα γνωστά μου βλ. «τι γυρεύουμε στην Κύπρο», «ποιος Θεός μας καταράστηκε και μας έστειλε τον κορωνοϊό και τρέμουμε να ταξιδέψουμε όπως παλιά» και τα λοιπά, και τα λοιπά, και τα λοιπά.

Το καλό είναι ότι με τον γιο μου να βρίσκεται ακόμα σε ηλικία πνευματικής άνθησης, τα πάντα έπαιρναν άλλες διαστάσεις. Για παράδειγμα, του έταξα ότι θα πηγαίναμε βόλτα στο κάστρο και το μυαλό του σκέφτηκε κάτι εφάμιλλο του Grayskull. Μπορεί να μην είδε ακριβώς το κάστρο που είχε κατά νου, και φρόντισα να του αποκρύψω πως επρόκειτο για ένα απλό φρούριο του οποίου η τελευταία χρησιμότητα ήταν ως αποθήκη αλατιού στα χρόνια της αγγλοκρατίας, αλλά φροντίσαμε να του δώσουμε  μυθικές διαστάσεις, ώστε να μην μουρμουρά. Τρέχαμε πάνω κάτω στη γέφυρα της εισόδου και φανταζόμασταν δράκους, ιππότες, καταπέλτες, πριγκίπισσες, μυστικά περάσματα, πυρσούς, μυστικές καταπακτές και θησαυρούς. Άλλο που δεν ήθελα κι εγώ, άρχισα να κτίζω περαιτέρω το σενάριο και βγάλαμε όλο το απόγευμα παίζοντας και επιβιώνοντας με αλχημείες.

Το ίδιο κάναμε και όταν επισκεφτήκαμε το Ναυάγιο στην Πέγεια. Τι να του έλεγα; Ότι μια κακήν ημέρα ξεκίνησε ένα πλοιάριο να μεταφέρει… γυψοσανίδες και εξαιτίας της φουρτούνας τσακίστηκε στα βράχια; Πολύ μπανάλ. Ακούς εκεί «γυψοσανίδες», έλεος πια! Αρχίσαμε να λέμε για το Κράκεν του βυθού, το τεράστιο, γιγάντιο καλαμάρι που βρήκε το συγκεκριμένο ναυάγιο με τα πτώματα πειρατών μέσα στον βυθό της θάλασσας και το ξέβρασε στα βράχια. Καθόμασταν και περιμέναμε από στιγμή σε στιγμή να ξεπροβάλει το πλοκάμι, να τυλίξει το πλοίο και να το πάει αλλού. Κάτι σαν το τέρας του Λόχνες στο πιο κυπριακό του. Μόνο με τέτοιες ιστορίες κρατάς το πεντάχρονο σε εγρήγορση και μόνο με μύθους δίνεις αξία σε οτιδήποτε στην Κύπρο.


Μυθικά τα χρώματα, το αναγνωρίζω. Αλλά το ότι μας προσέλκυσε ένα μάτσο σίδερα που βούλιαξαν, ποιου να το πεις;

Ήταν άλλη μια συνειδητοποίηση για μένα γιατί τα πράγματα πρέπει πάντα να… διανθίζονται. Γιατί αλλιώς δεν παλεύονται. Η ζωή στην Κύπρο είναι τρομερά πληκτική. Αν την περιγράψεις με ρεαλισμό, κανέναν δεν ενδιαφέρει. Αν όμως της προσθέσεις αλατοπίπερο, ενίοτε αν διαστρεβλώσεις την ιστορία, μπορεί να αξίζει να περάσεις μερικά από τα παιδικά σου χρόνια εδώ. Ελπίζω ο γιος μου να μην απομυθοποιήσει την Κύπρο νωρίτερα από ό, τι εγώ. Και κυρίως, όταν το κάνει, να έχει τα κότσια να φύγει μια για πάντα από αυτόν τον πυρωμένο και άγονο βράχο και να με πάρει και μαζί του. Δεν θα ενοχλώ. Σε μια σοφίτα θα κάθομαι να διαβάζω και να γράφω και άμα θέλω τίποτα θα πηγαίνω με το ποδηλατάκι μου να ψωνίζω. 

Ο Θεός να μας λυπηθεί, να καταλαγιάσει λίγο η πανδημία και του χρόνου να ταξιδέψουμε εκτός πιο άνετα και άφοβα.

1 σχόλιο:

Moonlight είπε...

Εν ωραία που κάμνετε ιστορίες με τον γιό σας και τις ζείτε κι εσείς. Γενικά βοηθά να θωρείς τα πράματα με μια άλλη σκοπιά. Είτε έτσι, είτε για εμάς που εν έχουμε φαντασία με τη σκοπιά του τουρίστα που (παραδόξως) βρίσκει και βλέπει τα ωραία, όσο κι αν εταξίδεψε στον κόσμο ολόκληρο.
Αλλά ναι, γουστάρω να διαβάζω τες ιστορίες που επινοείτε, ξυπνά λίο και η δική μου φαντασία που κοιμάται!