Τρίτη, Αυγούστου 28, 2018

Οι Δάσκαλοι

Ας μιλήσουμε για τους δασκάλους.

Αφού, από ό, τι βλέπω όλοι έχετε άποψη για  αυτούς και τα αιτήματα τους. Εγώ ακόμη δεν έχω καταλάβει τι αιτούνται. Και ούτε που με κόφτει, να σου πω την αλήθεια. Έχω αποφασίσει ότι αν δεν με επηρεάζει άμεσα μία κοινωνική μερίδα με τα προβλήματά της, δεν έχω χρόνο να ασχολούμαι με τα δράματά τους. Για παράδειγμα, ουδείς κόπτεται για τα αιτήματα των πατατό-παραγωγών. Ουδείς για τα δράματα των υπαλλήλων του Συνεργατισμού. Ουδείς θα εκόπτετο επίσης για τυχόν δράματα άλλων επαγγελμάτων. Για τους δασκάλους γιατί έχουν όλοι άποψη και μάλιστα έντονη; Και γιατί σπεύδουν να μας την παραθέσουν στα κοινωνικά δίκτυα, σαμπώς και τους ρωτήσαμε;

«Επειδή η παιδεία είναι ένα θέμα που αφορά όλους. Μια μέρα θα πάει και το δικό σου παιδί σχολείο και θα έχεις απαιτήσεις!»

Α, να με συγχωρεί η χάρη σας, αλλά ουδεμία απαίτηση δεν έχω από τους δασκάλους και δη το εκπαιδευτικό σύστημα της Κύπρου. Εγώ έχω εξοικειωθεί με την ιδέα πως ό, τι μάθει κανείς, το μαθαίνει από το σπίτι του. Εγώ στο σπίτι μου έμαθα ό, τι έμαθα, από τον μακαρίτη τον πατέρα μου που κάθε απόγευμα μου έκανε ιδιαίτερο, όλα τα κύρια μαθήματα. Χωρίς να είναι δάσκαλος. Επειδή πίστευε ότι αν περιμέναμε από την κυρία Γεωργία (μια μαλακισμένη σκατόγρια, ανάθεμά την όπου και να' ναι σήμερα) και την κυρία Ιωάννου (καλή αρχίδω και του λόγου της), σωθήκαμε!

Πιστεύω ακράδαντα πως στο σχολείο απλά σου δίνονται κάποια βασικά ερεθίσματα. Αν αυτά χτυπήσουν φλέβα, ο εκάστοτε μαθητής θα θελήσει κάποτε να τα καλλιεργήσει περαιτέρω - μόνος του. Κατά τα άλλα, σε μία κοινωνία, η πλειοψηφία της οποίας δεν ξεχωρίζει το ενεργητικό από το παθητικό ρήμα και δεν ξέρει τη διαφορά του «ενοικιάζεται» από το «ενοικιάζετε» γιατί εγώ να κάθομαι να χωλοσκάω για τα προβλήματα της παιδείας της; Ποιας παιδείας, γιε μου; Κοροϊδεύομαστε και μεταξύ μας; Είναι προφανές ότι η παιδεία σ’ αυτόν τον τόπο, εξαντλείται στα πολύ βασικά. Καταργήστε τα σχολεία, μην τα πληρώνουμε. Τζάμπα πάτε, αφού στούρνοι μπαίνετε, στούρνοι βγαίνετε. 

Οπότε προς τι όλος αυτός ο ζήλος περί των διδασκάλων από όλο το κυπριακό Facebook; Δεν θέλει και ρώτημα, μάνα μου. Προφανής η απάντηση: Ζήλεια! Ναι, ζήλεια – ψώρα! Ποτέ δεν χώνεψε ο μέσος υπαλληλάκος της Κύπρου ότι υπάρχει και ένα επάγγελμα που απολαμβάνει τριών μηνών αργίες! Και εγώ ο ίδιος το ζηλεύω. Κι αν είχα νου, θα πήγαινα να το σπούδαζα. Μπορεί να έσπαζαν τα αρχίδια μου κάθε μέρα με τα παιδιά του καθενός, που θα μου αντιμιλούσαν και εγώ δεν θα μπορούσα να τους αστράψω μιαν, να «λουβήσουν τα δόγκια τους», αλλά αργά ή γρήγορα θα έπαιρνα το νόημα, θα εφησυχαζόμουν, θα έλεγα «να πα να γαμηθούν – Θέλουν ας μάθουν, θέλουν ας μεν μάθουν» και θα απολάμβανα τον στάνταρ μισθό με τις τρίμηνες διακοπές.

Μα, αυτό δεν μας αξίζει, έτσι κι αλλιώς;

Καταντήσαμε τα σχολεία παρθεναγωγεία. Που το κάθε μαλακισμένο επικαλείται «άσκηση ψυχολογικής βίας» ήτοι bullying (ή μάλλον, buling καθώς το γράφουν οι αγανακτισμένοι γονείς στο Facebook) με το πρώτο ύψωμα της φωνής. Οι εκπαιδευτικοί έχουν πλέον ευνουχιστεί πλήρως. Είναι απλοί επιστάτες, επιτηρητές της τάξης. Πολύ θέλει να τα ρίξουν στον κόκορα; Τρεις μήνες διακοπές; Yes, please!

Την ξέρω αυτή τη ζήλεια, επειδή την εισπράττω κι εγώ. Μην ακούσουν ότι είμαι δημόσιος υπάλληλος, το τι ειρωνείες ακούω, δεν περιγράφεται. Ε, λοιπόν, σας έχω νέα. Κανένας δεν γεννιέται δημόσιος υπάλληλος. Κανένας δεν γεννιέται δάσκαλος. Δεν είναι κληρονομικός τίτλος, όπως π.χ. οι Λόρδοι στο αγγλικό Κοινοβούλιο, να γεννιέσαι και να πεθαίνεις ως τέτοιος. Εδώ πέρα είμαστε όλοι εν δυνάμει δάσκαλοι και εν γένει δημόσιοι υπάλληλοι. Όποιος θέλει σπουδάζει και γίνεται ένας τέτοιος, ή δίνει εξετάσεις και μπαίνει. Ναι, υπάρχουν εμπόδια, υπάρχουν τα Κόμματα, τα μέσα, οι συντεχνίες και γενικότερες συμπαιγνίες, αλλά αν είστε μάγκες καταργήστε τα. Ψηφίστε μια φορά ακομμάτιστα, εξολοθρεύστε τα καρκινώματα της κοινωνίας και χτίστε κρατική μηχανή χρήσιμη και λειτουργική. Όχι μόνο δεν το κάνετε, απεναντίας εγώ βρίσκομαι εν ζωή 37 χρόνια και μονίμως τα ίδια Κόμματα βλέπω να κάνουνε κουμάντο. Δεν είδα να καταποντίζετε κανένα με τη ψήφο σας. Και όταν σας λέω ότι η Κύπρος βρωμά σκατά, εσείς μου απαντάτε, «αφού δεν σ’ αρέσκει γιατί εστράφηκες;» Ε, φάτε την Κύπρο με τα κατεστημένα της τώρα και ανεχτείτε τις τριμηνιαίες διακοπές των δασκάλων και  τον μινωταυρισμό του Δημοσίου.

Και εγώ από τον ιδιωτικό τομέα ξεκίνησα, κύριοι. Δεν γεννήθηκα δημόσιος υπάλληλος. Άμα θέλετε, ελάτε κι εσείς να κάνουμε όλοι μαζί παρέα. Αν αντέχετε. Αν πάλι δεν θέλετε, πολύ καλώς δεν θέλετε. Κάτσετε στα αβγά σας, δουλέψετε ως αργά το απόγευμα, και μην παραπονιέστε.

Μας τα πρήξατε. Και επιτέλους. Για να συνοψίζουμε. Θεωρώ πώς το πραγματικό σας θέμα είναι η ζήλεια ως προς την κωλοφαρδία των δασκάλων και τους τρεις μήνες διακοπών, παρά ό, τι άλλο. Έτσι κι αλλιώς, αυτό το «ό, τι άλλο» ουδέποτε κατάλαβε κανείς ποιο είναι, και σε τι αφορά. Και που να μάθετε, θα πείτε "δεν μας κόφτει". 


Γεια σας! 

Παρασκευή, Αυγούστου 24, 2018

Μιμητισμός Και Φάπα

Πάει καιρός που θέλω να θίξω αυτό το θέμα, αλλά δεν μου δινόταν η αφορμή. Σήμερα όμως, διάβασα ένα τεράστιο άρθρο-μαλακία σε μία από αυτές τις αριστερίστικες ιστοσελίδες που πωρώνουν περίτεχνα το ποίμνιό τους και δεν άντεξα άλλο! Ανέβασα πίεση 800!

Έλεγε, λοιπόν, ένας τύπος του οποίου ούτε το όνομα, ούτε την ιδιότητα συγκράτησα, ότι η κουλτούρα του Έλληνα διαμορφώθηκε από «το χαστούκι του Παπαμιχαήλ προς τη Βουγιουκλάκη». Θεωρεί, δηλαδή, ότι μέσα από τον παλιό, ελληνικό κινηματογράφο υποθάλπεται η βία κατά των γυναικών, και ότι κάποτε πρέπει να τελειώνουμε με αυτά τα παλιό-πρότυπα.

Θυμήθηκα τον άλλον, έναν εξίσου βλάκα, που μου είχε πει ευθέως και ενώπιος ενωπίω, ότι δεν έπρεπε να είχαμε παίξει στο θέατρο το «Η Γυνή Να Φοβήται Τον Άντρα» γιατί προωθούσαμε παρωχημένα κοινωνικά πρότυπα. Ίδιος νους, μία κάλπη!

Εν μέρει αυτοί οι τύποι, έχουν δίκιο. Αν δεχτούμε ότι το σύνολο των αριστερών ψηφοφόρων είναι βλάκες και ότι καταπίνουν μία εικόνα αμάσητη κι αφιλτράριστη, όπως τους την παρουσιάσουν, τότε ναι! Είναι δυνατόν κάποιος να θεωρήσει ότι εν έτει 2018 προωθούμε το «στεφάνι» του γάμου επειδή είναι ντροπή μια γυναίκα να παραμένει άγαμη, ή ότι εγκρίνουμε το χαστούκι του Παπαμιχαήλ. Το «χαστούκι», εν τω μεταξύ, ακολούθησε και ένα παθιασμένο φιλί βουτηγμένο στην κάβλα, αλλά αυτό τεχνηέντως παραλείπεται.

Εγώ όμως δεν θέλω να πιστέψω ότι όλοι οι αριστεροί είναι άκριτοι, βλάκες. Κατ’ ακρίβειαν, βαθειά μέσα μου αυτό πιστεύω, αλλά ας πούμε ότι αυτή δεν είναι μία σοβαρή, επίσημη άποψη που θα υποστήριζα δημόσια. Μπορώ να υποστηρίξω ότι είναι άνθρωποι κομπλεξικοί με παιδικά, ψυχολογικά τραύματα που τους εξέλιξαν σε κοινωνικούς πρήχτηδες. Αυτό, μάλιστα! Αλλά το ότι είναι άκριτοι, επουδενί!

Εγώ μπορώ να σου φέρω δεκάδες παραδείγματα ανθρώπων που μεγάλωσαν με το χαστούκι της Βουγιουκλάκη αλλά μπορούν να αντιληφθούν την «παρανομία» του πράγματος και δεν νοούνται να το υιοθετήσουν. Όλος μου ο κοινωνικός περίγυρος, ας πούμε. Οι φυσιολογικοί άνθρωποι μπορούν να καταλάβουν αν μια εικόνα είναι λάθος. Δεν είναι χαζοί. Και εκατό φορές να δουν το χαστούκι, αν τα έχουν τετρακόσια, μπορούν να αντιληφθούν γιατί δεν πρέπει να το μιμηθούν. Όπως και μια δολοφονία. Το να απαιτείς να καταργηθούν οι ταινίες με φόνους επειδή μπορεί να βρουν μιμητές, δεν χρειάζεται να το αναπτύξω με επιχειρήματα ότι σε καθιστά έναν απλό βλάκα.

Αν βέβαια αναφερόμαστε σε κινούμενα σχέδια τα οποία στοχεύουν στο παιδικό κοινό, το οποίο ακόμα δεν έχει πήξει ο νους του και δυνατόν να μην μπορεί να ξεχωρίσει το σωστό από το λάθος, τότε εν μέρει συμφωνώ. Εκεί να υπάρξει λογοκρισία. Αλλά, και τα παιδιά τη σήμερον ημέρα, είμαι σίγουρος ότι είναι πολύ εξυπνότερα από ό, τι νομίζουμε και δεν επηρεάζονται σοβαρά από όσα βλέπουν. Μπορεί για σκοπούς παιχνιδιού να γίνουν βίαια, αλλά κατά βάθος αναγνωρίζουν ότι αυτό είναι λάθος. Το διαπράττουν επειδή γνωρίζουν ότι ως παιδιά ακόμα και το λάθος τους θα δικαιολογηθεί και θα περάσει στο ντούκου.

Εν πάση περιπτώσει, αφήνοντας τα παιδιά κατά μέρος, θεωρώ ότι αν είσαι ενήλικας και αγχώνεσαι ότι κάτι που προβάλλεται μπορεί να βρει μιμητές, είσαι απλά βλάκας. Εγώ για παράδειγμα, περπατώ στον δρόμο και δολοφονώ κόσμο. Νοητά. Με τη φαντασία μου. Βλέπω, ας πούμε, έναν αχώνευτο μαλάκα που μου τη σπάει και σκέφτομαι «τι ωραία που θα ήταν αν τον σκότωνα και τον κρέμαγα από μια τσιγγέλα». Δεν το διαπράττω όμως. Γνωρίζω τις συνέπειες του νόμου. Γνωρίζω τι πα να πει ισόβια. Γνωρίζω ότι δεν έχω δικαίωμα να αφαιρέσω τη ζωή οποιουδήποτε. Γνωρίζω ότι μπορεί να το μετανιώσω και να με φαν’ οι τύψεις. Γνωρίζω ότι μπορεί να υποστώ αντίποινα. Έτσι, δεν τον δολοφονώ. Καταπίνω τον θυμό μου και τον προσπερνώ. Οι αριστεροί, νομίζουν ότι αν δω ταινία με βία μπορεί να επηρεαστώ και όντως να δολοφονήσω! Ή ότι θα δείρω τη γυναίκα μου, α λα Παπαμιχαήλ! Ή ότι θα την πιέσω να βάλουμε στεφάνι α λα Μάρω Κοντού!

Τώρα θα μου πεις, «εσύ δεν επηρεάζεσαι» αλλά «άλλοι μπορεί να επηρεαστούν!» Ε, ποιοι είναι αυτοί οι άλλοι που μπορεί να επηρεαστούν, ρε παιδιά; Πού τους είδατε; Κατονομάστε τους! Εσύ που με διαβάζεις αυτή τη στιγμή έχεις διαπράξει ποτέ σου κάποιο αδίκημα επειδή το είδες στο θέατρο, τον κινηματογράφο ή την τηλεόραση; Μιμήθηκες ποτέ κάτι «μεμπτό» που είδες στη μεγάλη οθόνη; Αν ναι, πείτε το, να δούμε τι θα κάνουμε. Εγώ όποτε ρωτήσω ανοιχτά «πείτε μου ποιοι επηρεάζεστε από τα θεάματα» κανένας δεν μου απαντά. Είχα αυτήν ακριβώς τη συζήτηση μια φορά, καλεσμένος σε ένα σπίτι, περιτριγυρισμένος από φανατικούς ιδεαλιστές, και κανένας δεν ήξερε να μου απαντήσει. Ήθελαν να διώκεται η ρητορική μίσους επειδή βρίσκει μιμητές. Όταν τους ρώτησα αν οι ίδιοι επηρεάστηκαν από τη ρητορική μίσους κι αν άρχισαν να μισούν τον οποιονδήποτε επειδή άκουσαν φερ' ειπείν έναν παπά να λέει μαλακίες, όλοι απάντησαν αρνητικά. Αλλά δεν τους αρκεί το ότι οι ίδιοι δεν επηρεάζονται. Οι ίδιοι είναι ούτως ή άλλως άτρωτοι σε τέτοια. Ισχυρίζονται ότι "κάποιοι άλλοι" μπορεί να επηρεαστούν. Κι αυτό το θεωρούν αρκετό. Το ότι αυτοί οι "κάποιοι άλλοι" δεν μπορούν να κατονομαστούν, ούτε να υποδειχθούν ποτέ, δεν τους αρκεί. Είναι προτιμότερο να φιμώσουμε την έκφραση παρά να υπάρξουν "κάποιοι άλλοι, κάπως, κάπου, κάποτε" που θα μιμηθούν. 


Χούντα κανονική!

Σάββατο, Αυγούστου 18, 2018

RIP Imish

Έχω απορίες.

Πριν ανακαλυφθούν τα κοινωνικά δίκτυα τι κάνατε σε περίπτωση θανάτου διασήμου; Βγαίνατε στους δρόμους και διαλαλούσατε «Πέθανε ο τάδε, rest in peace, rest in peace;» Εγώ δεν θυμάμαι κανέναν να αντιδρούσε έτσι. Το πολύ να λέγαμε «πέθανε ο τάδε» και να αλλάζαμε αμέσως κουβέντα.

Γιατί μας πρήζετε όλοι τα ούμπαλα, τώρα, με απανωτά RIP όπου σταθείτε και όπου βρεθείτε; RIP στο Facebook, RIP και στο τουίτερ και στο ίνσταγκραμ. RIP Aretha Franklin, RIP Aretha Franklin. Αν το ξαναπείτε παίζει και να αναστηθεί. Και να ήταν η αγαπημένη σας καλλιτέχνις, να το καταλάβω. Ξέρετε πάνω από δυο τραγούδια της; Αμφιβάλλω. Εντάξει αυτό δεν με ενδιαφέρει και τόσο. Αλλά, από ό, τι κατάλαβα, για όποιον πεθαίνει τα ίδια κάνετε. RIP εις τη δευτέρα. Τι στο διάολο, σε γραφείο κηδειών εργάζεστε και είναι μέρος των καθηκόντων σας;

Τρίτον. Τι πάει να πει RIP ρε μπαγλαμάδες;

Με τα RIP τους θάβατε στο χωριό σας; Εδώ εγώ που δεν είμαι από χωριό, και δεν τολμώ να πω RIP. Νιώθω μαλάκας. Εσείς πώς το ξεστομίζετε έτσι εύκολα σαν να μεγαλώσατε λίγο έξω απ’ το Μανχάταν; Πήγατε ποτέ να συλληπηθείτε στην εκκλησία, και είπατε στον συγγενή του πεθαμένου «rest in peace

 «Θεός ‘χωρέστoν», λέει ο κόσμος!

Και αν το θέλετε σώνει και καλά συντομογραφημένο: ΘΣΧΤΝ!

Ούτε RIP, ούτε «Καλό Παράδεισο» (άλλη μαλακία κι αυτή! Και πού ξέρετε εσείς ότι πήγε Παράδεισο ο μακαρίτης; Όλοι οι διάσημοι τίγκα στην αμαρτία, τα ναρκωτικά, τις παρτούζες και τις υπερβολές μου θέλουν και παράδεισο; Εμείς που είμαστε με τον σταυρό στο χέρι και ανεβοκατεβαίνουμε τον Γολγοθά σαν τον Σίσσυφο πού θα πάμε, δηλαδή; Κατευθείαν κόλαση;), ούτε «Καλό ταξίδι!», ούτε περαιτέρω φληναφήματα.

Θεός 'Χωρέστον!

Τέλος!

Τέλος, είπα!

Πέμπτη, Αυγούστου 09, 2018

Ιρλανδία: All Kinds Of Everything

Η Ιρλανδία επιλέγηκε για διακοπές για δύο βασικούς λόγους.

Πρώτον, επειδή είμαι ψυχαναγκαστικός και έπρεπε να κλείσω την τρύπα στον χάρτη. Όπως βλέπετε στον πιο κάτω προσωπικό «χάρτη των κατακτήσεων», έχω επισκεφτεί όλη τη δυτική Ευρώπη πλην της Ιρλανδίας. Ε, δεν μπορούσα να τη βλέπω λευκή. Τεντώνονταν τα νεύρα μου! Μόλις είδα ότι έβαλε η Κόμπαλντ απευθείας πτήσεις από Λάρνακα, δεν το σκέφτηκα δυο φορές. Έκλεισα αμέσως. Τώρα βέβαια έγιναν χειρότερα τα πράγματα, καθότι παραμένουν λευκά το Λουξεμβούργο και η Ανδόρρα, αλλά δεν θα κάτσω να πεθάνω κιόλας. Ας υποκριθούμε ότι δεν υπάρχουν!


Όπως βλέπετε, απομένει μόνο η ανατολική Ευρώπη και κλείσαμε. Φήμες λένε ότι όταν επισκεφτώ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, η ήπειρος θα ανατιναχθεί. Με πορτοκαλί βλέπετε την τελευταία προσθήκη. Με ανοιχτό πράσινο όσες χώρες έχω επισκεφθεί μία φορά, με κλειστό πράσινο όσες χώρες έχω επισκεφθεί πάνω από μία φορά.

Δεύτερον, επειδή πλέον ταξιδεύουμε με το μωρό μαζί. Ασχέτως του ότι δεν είναι σε ηλικία που μπορεί να εκτιμήσει το τι βλέπει γύρω του, θεωρούμε ότι η διαδικασία του ταξιδιού είναι κομμάτι της διαπαιδαγώγησής του. Μαθαίνει διά της προσαρμογής του στα διάφορα απαιτούμενα ενός μεγάλου ταξιδιού. Έπρεπε όμως να επιλέξουμε ένα προορισμό φιλικό προς την ηλικία του, ή τέλος πάντων, έναν προορισμό που να μην καιγόμαστε να τα δούμε όλα. Και η Ιρλανδία προσφέρεται γι’ αυτό, αφού μπορεί να βρίθει κουλτούρας, αλλά δεν έχει και τα άπειρα μνημεία να δεις.

Ιρλανδία, λοιπόν! Δουβλίνο, Γκάλγουεϊ, Γκρεμοί του Μόερ και ένας ενδιάμεσος σταθμός ως βάση, το λεγόμενο Άθλοουν, ή όπως εγώ το βάφτισα εξ αιτίας της ασχήμιας του: «Τρισάθλοουν».


Το πράσινο χρώμα στη σημαία τους συμβολίζει τους Καθολικούς, ενώ το πορτοκαλί τους Προτεστάντες. Το άσπρο στη μέση συμβολίζει την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ τους. Κάτι παρόμοιο μυρίζομαι και στη δική μας νέα σημαία που ψήνεται. Μπλε, άσπρο, κόκκινο. Τουλάχιστον θα φέρνει κάτι από Γαλλία και θα είναι "σικ". Όχι σαν αυτόν τον πορτοκαλο-κίτρινο λεκέ με τα φυλλαράκια που χρησιμοποιούμε τώρα. 

Δεν ξέρω πόσο σε ενδιαφέρει να σου μιλήσω για τις πιο πάνω πόλεις. Να σου πω μόνο ότι το Δουβλίνο αγγλοφέρνει, αλλά μην τολμήσεις να το πεις στους ντόπιους μιας και είναι πολύ περήφανοι που αποτίναξαν από πάνω τους τον αγγλικό ζυγό και ανεξαρτητοποιήθηκαν. Το Δουβλίνο, λοιπόν, θα μπορούσε να ήταν μία οποιαδήποτε τρίτο-δεύτερη βρετανική πόλη, με τα καλά της πρωτεύουσας. Οι Ιρλανδοί την κάνουν ακόμα ομορφότερη αφού είναι ιδιαίτερα φιλικοί και ευπροσήγοροι, θυμίζουν εμάς σε πολλά, ειδικά στην εξυπηρέτηση του πελάτη που είναι εντελώς ζαμανφού και στ’ αρχίδια τους.

Τι ωραία χρώματα! Μία κλασική ιρλανδέζικη μπυραρία στο κέντρο του Δουβλίνου.


Ένα θρυλικό μπαρ στο κέντρο του Δουβλίνου, ονόματι Lilly's Brothel. Εκεί τραγουδούσε ο Τζόνι Λόγκαν στα Γιουροβίζιον πάρτυ του 1988. Υπάρχει και ένα inside joke αλλά μόνο οι συγγενείς της γυναίκας μου θα το καταλάβουν.


Μία "προδημοτική" που μου άρεσε και φωτογράφησα. Πολύ "παιδική" για τα δικά μας στάνταρντ, αφού εδώ στα νηπιαγωγεία δίνουμε ονόματα εμπνευσμένα από κλαμπ των late nineties, βεβαίως, βεβαίως.

Μία χαλαρή και πιο συμπαθητική Αγγλία εν ολίγοις.

Δεν κάναμε κάτι το αξιοσημείωτο. Με τη γυναίκα μου προσπαθήσαμε να καλύψουμε το κενό και τη φθορά που μας προκάλεσε η πρόσφατη ανακαίνιση και συγκατοίκηση με τα πεθερικά. Ξαναήλθαμε κοντά και δεν συζητήσαμε για πλακάκια, μπιντέδες και λοιπά μερεμέτια για πέντε μέρες. Χαρήκαμε τον γιο μας που, επιτέλους, τον εξαπολύσαμε ελεύθερο σε καταπράσινα πάρκα με δροσερά γρασίδια, σιντριβάνια, και πολύχρωμα λουλούδια. Ολόκληρα απογεύματα περάσαμε εκεί, όπως και στον ζωολογικό κήπο της πόλης, που βρίσκεται σε ένα πάρκο εφάμιλλο του Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης. Ζήσαμε μία ζωή φυσιολογική, δηλαδή, που δεν εξαντλείται στο εκάστοτε Μωλ του Σιακόλα στο οποίο μεγαλώνουμε τον γιο μας στη Λευκωσία επειδή «έχει κλιματισμό» και είναι «επαρκώς μαντρωμένος». Ναι, εντάξει θεωρητικά έχουμε και εδώ πάρκα, αλλά συγκριτικά, έκλασαν τα ιρλανδικά και βγήκαν τα δικά μας!

Εντάξει, δεν φταίμε 100% εμείς για τα χάλια των πάρκων μας, αφού εδώ λόγω καιρού δεν μπορεί να βλαστήσει, ούτε να ανθίσει φυτό της προκοπής.

Αποπειραθήκαμε να επισκεφτούμε και τις φυλακές του Δουβλίνου. Το μέρος όπου οι Άγγλοι αποικιοκράτες δίκαζαν, βασάνιζαν και φυλάκιζαν όσους Ιρλανδούς πάλευαν για την ανεξαρτησία. Κάτι σαν τα δικά μας φυλακισμένα μνήματα, δηλαδή. Δεν τα καταφέραμε. Ο γιος μας έκρινε ότι όφειλε να σχολιάζει ό,τι έλεγε ο ξεναγός με διάφορα άναρθρα επιφωνήματα. Οι υπόλοιποι τουρίστες άρχισαν να δυσανασχετούν, οπότε φύγαμε κακήν κακώς. Προλάβαμε να δούμε και να ακούσουμε ελάχιστα πράγματα. Ομοίως, όταν επισκεφτήκαμε την υπέροχη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Τρίνιτι, στο κέντρο της πόλης, ο γιος μας έκρινε ότι έπρεπε να τρέχει πάνω κάτω στο παρκέ ωσάν να βρίσκεται σε γήπεδο και να ουρλιάζει σαν να μπήκε γκολ. Τον άρπαξα κάνοντάς του κεφαλοκλείδωμα και βγήκαμε έξω, στα χορτάρια, όπου συνέχισε το «τρέχω πάνω-κάτω» απτόητος. Μετά βίας πρόλαβα να βγάλω φωτογραφίες. Έχω αγάπη για τις βιβλιοθήκες και δη εκείνης της εποχής και αισθητικής. Ένθεν και ένθεν του διαδρόμου υπάρχουν οι προτομές διαφόρων φιλοσόφων. Στη δεξιά στήλη, οι μισοί εξ αυτών είναι Έλληνες.


Είχα πει κάποτε στη Μπρέντα ότι θα ήθελα έναν τοίχο του σπιτιού μας να τον μετατρέψουμε σε βιβλιοθήκη, με κινητή σκάλα κτλ. Με το που την είδα αυτήν στο Δουβλίνο ξαναφούντωσε μέσα μου η ιδέα. Το κακό βέβαια, ότι δεν έχουμε διαβάσει τόσα πολλά βιβλία στη ζωή μας, κι ότι μέχρι να τα διαβάσουμε δεν θα υφίσταται λόγος για δημιουργία της βιβλιοθήκης.


Το Δουβλίνο διασχίζει ο ποταμός Λάιφι ή Λίφι (δεν ξέρω πως ακριβώς προφέρεται) και οι Ιρλανδοί τον διακόσμησαν με πολλές γέφυρες ανά τις διάφορες χρονικές περιόδους. Η αγαπημένη μου είναι αυτή πιο κάτω, η πιο μοντέρνα απ’ όλες, η οποία φέρει και το όνομα του Σάμιουελ Μπέκετ. Στο φόντο φαίνεται και το νεόκτιστο συνεδριακό κέντρο, το οποίο οι φανς της Γιουροβίζιον αναγνωρίζετε από τη στιγμή της βαθμολογίας (το έχουν μεγάλο καμάρι προφανώς και το χρησιμοποιούν τα τελευταία χρόνια ως φόντο του εκάστοτε παρουσιαστή που δίνει την ιρλανδική βαθμολογία). Μιας και ανέφερα τη Γιουροβίζιον, να σας πω ότι έψαξα να βρω το Θέατρο Πόιντ στο οποίο έλαβε χώρα ο διαγωνισμός τα έτη 1994, 1995 και 1997, αλλά διάβασα ότι κατεδαφίστηκε το 2007, και στη θέση του χτίστηκε μία o2 Arena, συναυλιακός χώρος διπλάσιας χωρητικότητας. Κρίμα, γιατί είχε πολύ χαρακτηριστική, νεοκλασική πρόσοψη.

Η γέφυρα του Μπέκετ "καλατραβίζει" ελαφρώς, και δεν θέλετε και παπά να σας το πει, αφού πλέον έχουμε εμπεδώσει εμείς οι Έλληνες το στιλ του. Δεν είναι η μόνη γέφυρα που έχτισε στο Δουβλίνο, υπάρχει άλλη μία, όχι τόσο εντυπωσιακή, που λέγεται the millennium bridge, λίγα μέτρα πιο κάτω.

Το ταξίδι στην Ιρλανδία, φυσικά, δεν σημαδεύτηκε από τη διαμονή μας στο Δουβλίνο. Το ταξίδι αυτό στιγματίστηκε από την επίσκεψή μας στους Γκρεμούς Μόερ. Οι συγκεκριμένοι γκρεμοί βρίσκονται στην άλλη μεριά της χώρας, τέρμα δυτικά. Πιο δυτικά δεν έχει. Μετά βουτάς, κολυμπάς όλο ευθεία, και βγαίνεις στην Αμερική. Έχουν ύψος από 120 μέχρι 240 μέτρα και εκεί αισθάνεσαι το μεγαλείο της φύσης. Το όνομά τους το πήραν από το ομώνυμο φρούριο που βρίσκεται στην κορυφή τους. Η πρόσβαση εκεί δεν είναι απλή υπόθεση. Μπορείς να πας με λεωφορείο και τρένο, τα οποία όμως διαρκούν πολλές ώρες, και με τον Αλέξη μες τα πόδια μας θα ήτο σκέτη αυτοκτονία. Εδώ με το ζόρι άντεξε, ο δόλιος, την πεντάωρη πτήση. Ποιος τολμούσε να τον περιορίσει για εφτά ώρες με το τρένο ή άλλες πέντε με το λεωφορείο για να πάει να δει τα εν λόγω γκρεμοτσακίσματα; Κανένας!


Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πήγαν να βγάλουν μια φωτογραφία εκεί κοντά, γλύστρισαν και σκοτώθηκαν. Υπάρχει και μνημείο αφιερωμένο στη μνήμη τους.

Οπότε η λύση ήταν να νοικιάσουμε αυτοκίνητο και να πάμε μόνοι μας. Εδώ έρχεται και το κλου του ταξιδιού. Εγώ έχω ένα θέμα με την οδήγηση. Δεν θεωρώ εαυτόν κακό οδηγό, αλλά δεν διακατέχομαι από αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να οδηγήσω στο εξωτερικό. Και στην Κύπρο ακόμα, μέχρις ώτου εξοικειωθώ με την οδική κουλτούρα του Κυπραίου είδα κι έπαθα. Ρωτήστε τους φίλους μου, τους οποίους σε ηλικία 18-19, μην πω και είκοσι χρόνων, ανάγκαζα να μου κάνουν τον σωφέρ όταν επρόκειτο να πάμε όλοι μαζί σε κάποια δύσβατη περιοχή. Τούτων δεδομένων, δεν διανοούμουν ότι θα οδηγούσα ποτέ στο εξωτερικό. Όμως! Κάθισα και σκέφτηκα. Και είδα ότι δεν προβλέπεται να ξαναπάω στην Ιρλανδία σύντομα. Σκέφτηκα, επίσης, ότι έχοντας πλέον ανδρωθεί και χαλυβδωθεί στην κυπριακή οδική κουλτούρα που είναι μία από τις χειρότερες του κόσμου, με αμέτρητους νεκρούς κάθε χρόνο και χάλια επίστρωση δρόμων, πόσο δυσκολότερο θα ήτο να οδηγήσω σε μία χώρα τόσο πολιτισμένη όσο η Ιρλανδία; Δεν χασομέρησα. Έκλεισα αυτοκίνητο, τους έβαλα μέσα, τους πήγα στους γκρεμούς, γυρίσαμε πίσω σώοι και αβλαβείς και το όλον ήταν και τεράστια κάβλα, οφείλω να ομολογήσω.

Από κάποιο μπέρδεμα που έγινε με το πρακτορείο, μου νοίκιασαν μια Μπεμβέ. Πρώτη φορά θα οδηγούσα Μπεμβέ, και τώρα έχω κακομάθει, από χθες κοιτάζω τη Τζουλιέτα μου και παρόλη τη φινέτσα της, την αισθάνομαι σαν κουβά που τρέχει στον κατήφορο. Να οδηγώ τη Μπεμβέ στον ιρλανδικό αυτοκινητόδρομο, να βλέπω τα μοσχομυρισμένα βοσκοτόπια αριστερά και δεξιά, να χαίρομαι τη συννεφιά και το ψιλόβροχο, να τραγουδώ Τζόνι Λόγκαν συνοδεία της συζύγου και να περιβάλλομαι και από τους πιο φιλήσυχους και νομοταγείς οδηγούς της Ευρώπης. Τι άλλο ήθελα στον κόσμο;! Γι’ αυτά είμαι!

Έκανε η μύγα κώλο…, ξέρω. Χθες βράδυ που γυρίσαμε, απορούσα πως καταδεχόμουν τόσο καιρό να οδηγώ σ’ αυτή τη φτηνή, κυπριακή άσφαλτο. Και με τον κάθε μπουρτζόβλαχο τριγύρω, που ανοίγει τα φώτα πορείας αδιαφορώντας για το αν μας τυφλώνει ή όχι! Μαύρη η ώρα που ξανανταμώνουμε!

Τέλος πάντων.


Ένα tick στο προσωπικό μου bucket list μόλις μπήκε. Μην τους βλέπετε έτσι, τους αδικεί η οπτική γωνία από όπου τραβήχθηκε η φωτογραφία. Από κοντά είναι θεόρατοι και εκατό φορές πιο εντυπωσιακοί. 

Πήγαμε στους γκρεμούς. Δέος! Φυσομανούσε. Πολλά τα μποφόρια, ούτε οι γλάροι δεν κατόρθωναν να πετάξουν. Βραχήκαμε. Σαν βελόνες έπεφταν οι σταγόνες, ο μικρός τρόμαξε και καταφύγαμε στην σμιλευμένη στον βράχο καφετέρια. Αλλά το σκηνικό, επικό! Δέκα χρόνια νεότερος να ήμουν θα είχα έτοιμη την κιλτ, την καμπανέλλα κρεμμασμένη και θα γύριζα βίντεο τύπου Μπρέηβχαρτ! Εκείνη η εκδρομή ήταν όλη η Ιρλανδία κατ’ εμέ.

Μείναμε εκεί δυόμιση ώρες. Φύγαμε όταν πλάκωσαν πολλοί τουρίστες. Εξ όσων έμαθα, επισκέπτονται το μέρος κατά μέσο όρο 5.000 τουρίστες κάθε μέρα. Ε, δεν χωράγαμε άλλοι. Έβγαλα άλλες τόσες φωτογραφίες και φύγαμε.



Στην επιστροφή κάναμε και μια στάση στο Γκάλγουεϊ. Είναι η τέταρτη ή η Πέμπτη μεγαλύτερη πόλη στη σειρά. Σαν τη Λάρνακα μου φάνηκε εμένα. Δυο δρόμοι όλοι κι όλοι, χαρούμενα σημαιοστολισμένοι, με διάφορα καταστήματα επαρχιακής αισθητικής. Συμπαθέστατο, αλλά όχι και για χόρταση. Γευματίσαμε, περπατήσαμε, ήπιαμε καφέ και γυρίσαμε στη βάση μας. Επιλέξαμε να έχουμε ως βάση το Άθλοουν, ένα μίζερο χωριό στη μέση της χώρας για να μοιράζουμε τις διαδρομές. Είμαι ασυνήθιστος στην πολύωρη οδήγηση και πάνω από ένα δίωρο αρχίζω και πονώ τη μέση μου. Γι’ αυτό και φάγαμε το Άθλοουν στη μάπα, πραγματικός άθλος το ότι το υπομέναμε. Συμπαθητικός ο κόσμος του, δεν λέω (μετρήσαμε δέκα άτομα στους δρόμους, το μάξιμουμ!) και όλοι τους με ένα καλό λόγο στο στόμα για το μωρό και τα λοιπά, αλλά όχι, δεν ζεις εκεί.


Η θέα από το λόμπι του ξενοδοχείου μας στο Άθλοουν. Φαίνεται συμπαθητικό. Δεν είναι. Δυστυχώς, ξέχασα να φωτογραφήσω κάποιες βιτρίνες από τα λιγοστά μαγαζιά της αγοράς του, με ρούχα που προορίζονται για μεσαιωνικές, πορσελάνινες κούκλες, ή κάτι ταγιεράκια τύπου Καμίλας του Καρόλου από το 1930. 


Για να τελειώνουμε.

Πέρασα πολύ ωραία στην Ιρλανδία κάνοντας τίποτε το σπουδαίο. Κι αυτό στην εποχή μας, δηλαδή το να μπορείς να ζεις φυσιολογικά με το μυαλό καθαρό από τις έγνοιες της ρουτίνας, είναι πλέον πολυτέλεια. Πέρασα ποιοτικό χρόνο με τον γιο μου, με τη γυναίκα μου και μας εξέλιξα. Αυτός είναι εν τέλει και ο σκοπός του ταξιδιού.


Δεν ξέρω αν πρέπει να σας συστήσω να πάτε στην Ιρλανδία. Εγώ δεν θα πλήρωνα για να ξαναπάω. Μόνο αν με στείλουν με τη δουλειά, θα το δεχόμουν με ευχαρίστηση. Όμως δεν μπορώ να πω ότι δεν πέρασα υπέροχα. Γύρισα άλλος άνθρωπος και ψυχικά πλουσιότερος.


Μα, τελείωσε το ποστ και δεν σας έγραψα πόσο λατρεύω αυτό το πλάσμα του Θεού; Είμαι τόσο πλήρης μαζί του. Μακράν ο καλύτερος μου φίλος.