Πέμπτη, Μαρτίου 05, 2020

Μέτρα Ασφαλείας

Πώς άλλαξε η ζωή μας στην Κύπρο τα τελευταία τριάντα χρόνια;

Απλά να σου πω ότι τη δεκαετία του ’80, είχα πάει να κοιμηθώ στον παππού και τη γιαγιά μου, οι οποίοι διέθεταν μία φάρμα την οποία επισκέπτονταν συχνά τα καλοκαίρια. Επειδή εκείνο το σπίτι ήταν μικρό, και η ζέστη στην Κύπρο παραδοσιακά ανυπόφορη, η γιαγιά μου αρέσκετο να κοιμάται στην αυλή σε στρωματσάδα. Θυμάμαι ότι μου έστρωσε κι εμένα δίπλα της και κοιμηθήκαμε στο έδαφος, στο χώμα δηλαδή, και ένιωθα άβολα. Ήταν η πρώτη φορά που ερχόμουν σε επαφή με τη φύση, πρέπει να ήμουν 4-5 χρονών το πολύ. Σκέψου ότι υπήρχαν γύρω μας βατράχια που κόαζαν όλη νύχτα. Τώρα πια αυτό το σκηνικό μου φαντάζει εξωπραγματικό. Τύπου «πήγα στο Survivor και τη νύχτα ακούγαμε τα βατράχια!»

Κι όμως, ήταν σύνηθες. Κοιμόμασταν στο ύπαιθρον και το σπίτι πίσω μας ορθάνοιχτο και ασφαλές.

Ομοίως, θυμάμαι ότι στα τέλη της δεκαετίας του ογδόντα μέχρι και το 1994-95, όταν διακοπάραμε οικογενειακώς στον Πρωταρά, αφήναμε την εξώπορτα ανοιχτή για να κάνει ρεύμα! Κοιμόμασταν μέσα με ανοιχτά παράθυρα, ανοιχτές τζαμόπορτες και ανοιχτή την μπροστινή πόρτα. Θυμάμαι που ανέμιζαν οι κουρτίνες μέσα στη νύχτα και άφηναν το φως του φεγγαριού να μπαίνει, και ανάλογα την ένταση, καταλάβαινα αν πάει να ξημερώσει ή όχι.

Αυτά ήταν τόσο αυτονόητα, σε βαθμό που όταν σε αργότερο στάδιο κρίναμε ότι η ζωή έγινε πιο επικίνδυνη και αναγκαστικά κλείναμε την εξώπορτα (μόνο την εξώπορτα), μου φάνηκε περίεργη η αίσθηση.

Ζήσαμε εποχές που έκλεινε μόνο η εξώπορτα. Τα δε σπίτια στη Λευκωσία άφηναν μόνιμα την πισινή πόρτα, της κουζίνας φερ’ ειπείν ξεκλείδωτη. Ξεχνούσες τα κλειδιά; Έμπαινες από την κουζίνα που ήταν μόνιμα ανοιχτή. Έψαχνες τον γείτονα να δανειστείς κάτι και δεν τον έβρισκες; Έμπαινες από την πόρτα της κουζίνας έπαιρνες ό, τι ήθελες και τον ενημέρωνες μετά. Η γιαγιά μου είχε μόνιμα ξεκλείδωτη και τη μπροστινή πόρτα. Μπαίναμε όποτε θέλαμε. Την κλείδωνε όταν κοιμόταν ή αν έλειπε στο εξωτερικό.

Αυτά όλα σκέφτομαι, κάθε φορά που μπαίνω στο αυτοκίνητο εν έτει 2020 με την οικογένεια για να πάω κάπου και η Μπρέντα με ρωτά: «κλείδωσες τις πόρτες;» και αμέσως πατώ το αντίστοιχο κομβίο. Κλειδωνόμαστε και μέσα στο αυτοκίνητο!


Να ζήσουμε, να τα θυμόμαστε! 

3 σχόλια:

Neraida είπε...

Είμαστε τυχεροί που ζήσαμε τέτοιες εποχές!

Clueless είπε...

Θυμάμαι και εγώ που πήγαινα στο χωριό και κοιμόμασταν στην βεράντα το καλοκαίρι. Η γιαγιά μου όμως έκλεινε την πόρτα γιατί ήταν φοβιτσιάρα πολύ από τότε.
Ακουγόμαστε αρχαίοι ρε συ ενώ δεν είναι τόσο παλιά. Αλλά τόση διαφορά.

Moonlight είπε...

Θυμούμαι τα κι εγώ μέσα μέσα τούτα ούλλα. Μισή ζωή με την πόρτα ανοιχτή και τωρά κλείνουμε, κλειδώνουμε, και κλειδώνουμε και την πόρτα στην είσοδο της πολυκατοικίας, συναγερμοί, μηνύματα στα κινητά για διαρρήξεις σε γειτονικά ακίνητα με τα δικά μας, ιστορίες, κακά.
Στο αυτοκίνητο δεν κλείδωνα ποτέ. Πλέον έχει φορές που θυμούμαι να κλειδώνω. Εγίνουνταν και τότε πράματα. Άκουσα παραπάνω ιστορίες που παλιά που ανοίαν τα αυτοκίνητα και εκλέφκαν, εβιάζαν, εδολοφονούσαν, παρά νέες, αλλά παλιά εν με επηρεάζαν, ακούουνταν μου εξωπραγματικά σενάρια. Τι να πεις. Αλλάσουν οι καιροί...