Άλλο ένα υπερρεαλιστικό σαββατοκύριακο πέρασε στην ιστορία.
Το Σάββατο έθαψα τη γιαγιά μου και την ίδια μέρα γιορτάσαμε
τα γενέθλια του Αλέξη.
Πέρασα από τα «συλλυπητήρια» στο «να σας ζήσει» εντός δύο
ωρών!
Και τα δύο γεγονότα είχαν τις στιγμές τους.
Γενικά, στις κηδείες αποφεύγω να κοιτάζω τα πτώματα μέσα
στο φέρετρο. Φοβάμαι λίγο. Τον πατέρα μου δεν τον κοίταξα καθόλου, φερ’ ειπείν.
Σε άλλες κηδείες που τυχαίνει να πάω, το ίδιο. Αποφεύγω να ρίξω προς το φέρετρο
τη ματιά μου. Όμως προχθές με τη γιαγιά μου ήταν διαφορετικά. Της έριξα μια δυο
ματιές πάνω από το καθρεφτάκι του φερέτρου, και όσο στεκόμουν εκεί κατά τη
διάρκεια του μυστηρίου την κοίταζα συνέχεια. Δεν πίστευα ότι ήταν νεκρή. Έλεγα
ότι απλά κοιμάται, ότι κάποιο λάθος πρέπει να έγινε, ότι από στιγμή σε στιγμή
θα ξυπνήσει και θα την πιάσει το χάχανο λέγοντας μας ότι έκανε πλάκα, όπως έκανε
μια ζωή. Για κάποιο λόγο όλες αυτές οι σκέψεις δεν μου έφερναν δυσφορία, θρήνο
ή οδυρμό. Είχα ένα μειδίαμα το οποίο έφερνε αμηχανία ακόμα και σε μένα.
Ο οδυρμός είχε έρθει τις προάλλες.
Σας έχω ξαναπεί ότι μου τυχαίνουν πολλές υπερφυσικές
συμπτώσεις κατά καιρούς. Όπως για παράδειγμα όταν είδα όνειρο τον πατέρα μου
και μου ανακοίνωσε την εγκυμοσύνη της γυναίκας μου πριν καν έχουμε κάνει τεστ,
πριν καν υποψιαστούμε ότι μπορεί να ήταν έγκυος. Όπως όταν άκουσα τη φωνή του
μέσα στο μαιευτήριο να μου λέει «έχει μεγάλη διαστολή και θα γεννήσει γρήγορα» όπως
και έγινε.
Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τη γιαγιά μου. Το πρωί που μου
ανακοινώθηκε ο θάνατός της ήμουν στο γραφείο. Ενόσω ήμουν εκεί και περνούσαν
διάφορες αναμνήσεις από το μυαλό μου σκέφτηκα ότι δεν έχω κάποιο τραγούδι με το
οποίο να έχω συνδυάσει ιδιαίτερα τη γιαγιά μου, ώστε να το θεωρώ «δικό της». Όμως,
έχω μια ανάμνηση από εκείνη, πάλι στη δεκαετία του ’80, να είμαι στο σπίτι της και
να παίζω με τα «νερά». Τι εννοώ; Η γιαγιά μου όταν έπρεπε να μου βρει παιχνίδι για
να την αφήσω λίγο ήσυχη, μου γέμιζε μία παιδική μπανιέρα με νερό, έριχνε μέσα
και υγρό πιάτων για να δημιουργηθεί σαπουνάδα και μου έφερνε διάφορα παιχνίδια
να τα πλατσουρίσω μέσα και να παίξω. Θυμάμαι ένα Σάββατο που ενώ εγώ έπαιζα με
τα «νερά» εκείνη σφουγγάριζε και τραγουδούσε τη «Συχνότητα» της Μοσχολιού.
Έκανε και χορογραφία κρατώντας τη σφουγγαρίστρα όπως τη γνωστή διαφήμιση και
ήταν σε μεγάλη ευφορία. Το θυμάμαι έντονα.
Με το που σχολάνω και μπαίνω στο αυτοκίνητο να πάω σπίτι,
ανοίγω το ραδιόφωνο και ποιο τραγούδι έπαιξε πρώτο-πρώτο; Η Συχνότητα! Εντάξει,
αυτά είναι μηνύματα από άλλο σύμπαν! Ποια ήταν η πιθανότητα να πέσω επάνω σ’
αυτό το τραγούδι; Και μάλιστα τη συγκεκριμένη στιγμή και μέρα; «Δεν είμαστε
στην ίδια τη συχνότητα, δεν είμαστε στον ίδιο τον σταθμό, τα όνειρα μου έχουν
ταυτότητα τα όνειρά σου έχουν αριθμό». Το έβαλα στη διαπασών και έκλαψα με την ησυχία
μου σε όλη τη διαδρομή! Οι πεθαμένοι είναι όντως γύρω μας. Και μας στέλνουν μηνύματα.
Μετά από αυτή την εκτόνωση, ήταν επόμενο στην κηδεία να
είμαι απόλυτα συγκροτημένος. Η μόνη στιγμή που συγκινήθηκα λίγο ήταν όταν είχα
δει μία κυρία από την παρέα της, η μόνη που ζει ακόμη, να μπαίνει στην εκκλησία
σαν το ερείπιο υποβασταζόμενη από την κόρη της. Έχω κι από τη συγκεκριμένη
κυρία αναμνήσεις. Τον Απρίλη του 1999 όταν ήταν τα γενέθλια της γιαγιάς μου, η
εν λόγω κυρία ήρθε να της κάνει έκπληξη μαζί με άλλες τρεις. Εκείνη την περίοδο
ήταν πολύ της μόδας το τραγούδι Sex Bomb του Tom Jones. Μου ζήτησαν να τους παίξω το CD, και άρχισαν όλες να χορεύουν στο πάρτι κάνοντας
τραινάκι. Ήμουν 19 ετών τότε, και το έβρισκα καταπληκτικό ότι οι τότε 66χρονες «γριές»
χόρευαν το Sex Bomb!
Αυτά από την κηδεία.
Το μεσημέρι του Σαββάτου είχαμε τα γενέθλια του γιου μου.
Εκεί είχαμε άλλα δράματα. Στο πάρτι φέραμε έναν ταχυδακτυλουργό. Ο «μάγος»
κάλεσε τον εορτάζοντα επί σκηνής να του κάνει ένα κόλπο. Ο γιος μου στάθηκε στα
φώτα, αλλά όταν ο μάγος του είπε ένα αστείο, το οποίο τώρα δεν το θυμάμαι να σας
το μεταφέρω, τα παιδάκια στο ακροατήριο ξέσπασαν σε γέλια. Ο Αλέξης ντράπηκε, ερμήνευσε
τα γέλια των συμμαθητών του ως κοροϊδία και έφυγε κακήν κακώς από το πάρτι.
Αντιλαμβάνεστε τι ακολούθησε.
Δέκα ψυχολόγοι και εκατό σοφοί πατέρες δεν αρκούν για να συνεφέρουν
αυτό το παιδί όταν το πιάνει το γινάτι και η ευθιξία. Τον καταλαβαίνω απόλυτα βέβαια,
γιατί κι εγώ έτσι είμαι ως ένα βαθμό, αλλά αυτός έτι περισσότερον. Πήγα να τον
καλοπιάσω, να τον συνετίσω, να του εξηγήσω τις προθέσεις του μάγου, αλλά τίποτα
εκείνος, ανένδοτος. Μου είπε «για να επιστρέψω στο πάρτι θέλω να φύγει ο μάγος!»
Πόσο εγώ!
Η αλήθεια είναι ότι ο «μάγος» ήταν αντιπαθέστατος και σε
μένα, ένας σάχλας και μισός, απ’ αυτούς που τους βλέπεις και κλαις τα λεφτά σου,
μα έλα που έχει απήχηση και θεωρείται το κλου της βραδιάς σε τέτοιες
περιπτώσεις.
Μετά από αρκετά λεπτά πολιτισμένων διαπραγματεύσεων που θα
ζήλευε και η Τένια Μακρή, τον πείσαμε να επιστρέψει στο πάρτι έστω και χωρίς να
συμμετάσχει στα μαγικά. Όπερ και εγένετο. Με το που εισερχόμαστε στην αίθουσα
τι να δουν τα μάτια μας; Η σουρλουλού, η Βαγγελιώ μου, πήρε τη θέση του Αλέξη στην
πίστα και συνομιλούσε διά μικροφώνου με τον μάγο. Αυτή του έλεγε διάφορα
ακαταλαβίστικα (αφού δεν μιλά ακόμα) και ο μάγος τα ερμήνευε όπως ήθελε και το
κοινό γελούσε. Βολεύτηκαν όλες οι πλευρές. Η σουρλουλού σωστή σόου γούμαν το απολάμβανε
και ο μάγος το εκμεταλλευόταν παραπάνω. Άρχισε να εμφανίζει κουνέλια και περιστέρια
από τα καπέλα του, η μπουμπού ενθουσιαζόταν και τα χάιδευε, και όπως αντιλαμβάνεστε
έκλεψε κανονικά την παράσταση.
Πώς γίνεται στις ελληνικές ταινίες που αρρωστά η
πρωταγωνίστρια και της τρώει τη δόξα η αναπληρώτρια; Έτσι! Ο Αλέξης την είδε,
αλλά δεν έδωσε σημασία, ευτυχώς το πήρε χαλαρά. Η έγνοια του ήταν να μην
ξανά-αντιμετωπίσει τον μάγο. Ανάθεμα την ώρα που τον καλέσαμε. Αν μη τι άλλο,
έβγαλε τα λεφτά του επάνω στη μπουμπού.
Ο γιος μου δήλωσε ότι εν τέλει πέρασε ωραία στα γενέθλιά
του, αλλά μία αναμπουμπούλα την περάσαμε. Μισώ που στις μέρες μας πρέπει όλα να
τα αναλύουμε και να ψάχνουμε αίτια και αφορμές και τι μπορεί να γίνει για να
αντιμετωπιστεί πολιτισμένα μία κρίση. Στην εποχή μου, αν τολμούσες να συμπεριφερθείς
έτσι, σε άρπαζαν από το αφτί, σε έφερναν μέσα με το ζόρι και σου έλεγαν «πλήρωσα
μία περιουσία τον ταχυδακτυλουργό, θα κάτσεις να σε ξευτυλίσει και θα σκάσεις,
τ’ ακούς;»
Τώρα, μόνο το Δαλάι Λάμα δεν προσεγγίσαμε να μας πει τί
να κάνουμε και πώς να τον αντιμετωπίσουμε, μην τυχόν τραυματιστεί η ψυχούλα
του.
Αυτό ήταν το Σάββατο μου.
Η Κυριακή ευτυχώς ήταν πιο ήρεμη. Δεν έκανα τίποτα! Θεός!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου