Σάββατο, Οκτωβρίου 31, 2020

Αναμμένα Κολοκύθια

 Άσε μάνα μου, δεν έμεινε τίποτε όρθιο.

Με πήρανε και οι γείτονες χαμπάρι και μου στέλνουν φωτογραφίες στο ίνμποξ από τις αναμμένες κολοκύθες τους, στημένες στην εξώπορτα του σπιτιού τους, για να με πειράξουν. Επειδή είναι πλέον ευρέως γνωστό πόσο βδελύσσομαι το χάλοουιν και κάθε τι ξενόφερτο.

Τι με πείραξε το χάλοουιν, θα μου πεις. Δεν με πείραξε, μάνα μου. Εγώ είμαι ούτως ή άλλος μακάβριος και μαυρισμένος ψυχικά. Πρώτος και καλύτερος έπρεπε να το γιορτάζω. Και το γιόρταζα, πολύ πριν γίνει της μόδας. Στο Δημοτικό δεν θυμάστε που είχα κάνει πάρτι, στην ΣΤ’ Δημοτικού, με θέμα «στοιχειωμένο σπίτι» και είχα κρεμάσει παντού σκελετούς, τρομαχτικές μάσκες και αναμμένα κεριά; Θραύση είχα κάνει τότε!            Όλοι οι συμμαθητές μου το θεώρησαν πολύ κουλ, μάλιστα είχα ακούσει κάποιον να με συστήνει στη μητέρα του ως «εκείνον που έκανε εκείνο το τέλειο πάρτι» και είχα ψηλώσει άλλους δυο πόντους.

Αλλά ήταν δική μου ιδέα! Γέννημα θρέμμα της φαντασίας μου. Δεν είχαμε ιδέα τι εστί Χάλοουιν εν έτει 1992. Έβλεπα πολλά θρίλερ τότε και από κάπου το ξεσήκωσα και το εξέλιξα. Δεν το υιοθέτησα μαζικά σαν το πρόβατο όπως γίνεται σήμερα. Δεν ήρθε το αμερικάνικο φιρμάνι να με βρει. Αυτό είναι που μου τη σπάει. Η μαζικότητα, η αγέλη. Δεν ήρθε ένας άνθρωπος με μεράκι και φαντασία να μας πει «ξέρετε, σκέφτομαι να κάνω ένα πάρτι έξω από τα τετριμμένα, ελάτε να βάλουμε κάτω την ιδέα και να το δουλέψουμε», να πορωθώ. Κι ας ήταν ό, τι εποχή θέλει. Ήρθαν και μας είπαν «μπήκε ο Οκτώβριος, κατεβάστε τις κολοκύθες σας! Γιατί, έτσι!»

[ Γιατί σώνει και καλά να πρέπει να γίνεται κάθε Οκτώβρη; Άμα θέλετε αιμοδιψές πάρτι, οργανώστε το και το Πάσχα και καταμεσής των Χριστουγέννων. Τι σημασία έχει;]

Άντε τώρα να κρατήσεις το παιδί σου μακριά απ’ όλα αυτά. Δεν μπορείς. Δεν μπορείς να του απαγορεύσεις να ζει την εποχή του. Αν όλοι οι συμμαθητές του συζητούν για το που θα κάνουν «χάλοουιν», κατά το «πού θα κάνετε πρωτοχρονιά;» πώς να του πεις ότι εσύ θα εξαιρεθείς γιατί δεν είσαι πρόβατο; Τον λυπάσαι. Ολόχρονα σου μιλά ενθουσιασμένος για βρικόλακες, μούμιες, ζόμπι και φαντάσματα. Θα του το χαλάσεις για ιδεολογικούς λόγους; Όχι. Αλλά μπορείς να απέχεις. Αυτή τη στιγμή που σου γράφω φερ’ ειπείν, είμαι στη σοφίτα απομονωμένος και κάτω στο σαλόνι γίνεται της κολοκύθας το ανάγνωσμα. Περνά τέλεια εξ όσων ακούω από τις κραυγές ευτυχίας που βγάζει, αλλά δεν συμμετέχω. Ας αναρωτηθεί κάποτε γιατί. Θα του εξηγήσω.

Ήταν η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου πριν δυο μέρες. Σκεφτόμουν να βγάλω έξω τη σημαία. Δεν το έκανα γιατί, ειλικρινά, την Ελλάδα την έχω στο πετσί μου, δεν χρειάζεται να την τρίψω στη μούρη του οποιουδήποτε. Αλλά σύμφωνα με τα νέα πολιτικά ήθη, η σημαία είναι και σύμβολο εθνικισμού (άσχετα αν η πλειοψηφία αντιλαμβάνεται τον όρο λανθασμένα. Με βλάκες έχουμε να κάνουμε, με τα νερά τους θα πάμε). Έχεις τώρα κέφια να κρεμάσεις τα λάβαρα και τις σημαίες, να ντύνεις το παιδί σου τσολιαδάκι και να τρέχεις στις παρελάσεις; Όχι. Δεν έχεις. Γιατί πέραν του ότι δεν έχεις να αποδείξεις την εθνικοφροσύνη και τη φιλοπατρία σου σε κανέναν, ζούμε και σε καιρούς κουρασμένους.

Κι όμως, εντυπωσιάζομαι. Εντυπωσιάζομαι που το έπος του ’40 περνά σχετικά στο ντούκου, αλλά να λαξεύσουμε την κολοκύθα μας δεν διστάσαμε ουδόλως. Και χρόνο γι’ αυτήν βρήκαμε, και στο ψυγείο τρεις μέρες τη φυλάγαμε μην σαπίσει, και πάρτι με σκελετούς οργανώσαμε, και φωτογραφίες θα ανεβάσουμε στο ίνσταγκραμ. Ευτυχώς!

Τουλάχιστον δεν θα μας πουν φασίστες!

Καλό Θενξγκίβινγκ να φτάσουμε!

Δευτέρα, Οκτωβρίου 26, 2020

Body Shaming

Κάθομαι και βλέπω μια συνέντευξη αυτής της αισχρής, της Αφροδίτης του Big Brother που δόξα τω Θεώ, έδωσε ο κόσμος και ξεκουμπίστηκε μια ώρα αρχύτερα από το σπίτι, η οποία πρήζει τα παπάρια των παρουσιαστών σχετικά με το body shaming και λοιπές νεωτεριστικές παπάντζες.

Είναι απίστευτο το πως εν έτει 2020 κάθονται και παράγουν σλόγκαν για να απενεχοποιήσουν τον κόσμο που πάσχει από διατροφικές διαταραχές και εξαρτήσεις απλά και μόνο για να βγάλουν χρήμα στην καμπούρα του. Με εντυπωσιάζει το πώς έχουν αναπτύξει αυτές τις αηδίες περί plus size μοντέλων και έχουν δαιμονοποιήσει τις  καλλίγραμμες γυναίκες μόνο και μόνο για να πουλούν πιο πολλά ρούχα στις χοντρές. Οι κίνδυνοι είναι πολύ μεγαλύτεροι από ό, τι μπορούν να φανταστούν, και πραγματικά απορώ αν οι υπέρβαροι μέσα στη σαστιμάρα τους είναι ανήμποροι να αντιληφθούν την παγίδα που τους στήνεται.

Πριν συνεχίσω με το πιο πάνω θέμα, θα παραθέσω δική μου εμπειρία. Όπως πολλοί ίσως γνωρίζετε, εγώ είμαι πάρα πολύ ιδιότροπος με το φαγητό. Δεν τρώω κρέας, δεν τρώω ψάρι, δεν τρώω όσπρια. Μεγάλωσα με υδατάνθρακες και ελάχιστη γυμναστική. Αυτό είχε φυσικά ως αποτέλεσμα να αναπτύξω υψηλή συγκέντρωση χοληστερίνης. Μπορεί να μην φαίνεται, λόγω ύψους και σκελετού μου, αλλά έχω τεράστιο πρόβλημα, οι τελευταίες αναλύσεις αίματός μου έδειξαν χοληστερίνη στο 245. Αυτό δεν με απασχολούσε όσο ήμουν 25-30 ετών, όμως από τον καιρό που εγχείρισα το ανεύρυσμα και οι γιατροί μου έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου προσπάθησα με δίαιτες να μειώσω τη συγκέντρωσή της στο αίμα μου. Κατά περιόδους το κατάφερνα με εξαντλητικές δίαιτες, βασικά λιμοκτονώντας. Δεν κρατούσε όμως και πολύ, αφού η διατροφή μου αποτελούνταν κυρίως από μακαρονοειδή και πίτσες. Έριχνα λίγο τη χοληστερίνη, μετά χαλάρωνα και γίνονταν όλα ξανά μπάχαλο.

Δεν υπήρχε άλλη λύση από το να αλλάξω διατροφή και να αρχίσω να τρώω σαν άνθρωπος. Δυστυχώς αυτό ήταν κάτι το οποίο δεν διαπραγματευόμουν. Τώρα που έφτασα τα σαράντα, όμως, και βλέπω ότι δεν με παίρνει άλλο να παίζω, πήγα σε μία πολύ αυστηρή γιατρό η οποία με ψάρωσε, με ταρακούνησε σύγκορμο και εν μία νυχτί, -σαν να γύρισε ένα κουμπί στο μυαλό μου- άρχισα να τρώω ψάρια και κοτόπουλα. Έκοψα όλα τα γλυκά μαχαίρι, όλα τα είδη φούρνου, από ψωμιά μόνο μαύρα, αναψυκτικά μηδέν, χυμοί μόνο Robinsons, για επιδόρπιο μόνο φρούτα και στο τσακίρ κέφι καμιά χούφτα αμυγδάλων χωρίς αλάτι. Έτσι είμαι δέκα μέρες τώρα, και ομολογώ ότι όχι μόνο έχασα 3,5 κιλά, αλλά άρχισε να εξαφανίζεται και το λίπος – σωσίβιο γύρω απ’ την κοιλιά μου που ήταν και το σήμα κατατεθέν μου.

Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος γιατί ζυγίζομαι καθημερινά και κάθε μέρα η ζυγαριά δείχνει μισό κιλό πιο κάτω, επανέφερα την καθημερινή άσκηση στη ζωή μου (κάθε απόγευμα 50’ ποδήλατο), ενώ σήμερα το απόγευμα θα πάω να αγοράσω και ένα ηλεκτρονικό διάδρομο για να περπατώ στο σπίτι όταν θα αρχίσουν τα κρύα και θα βαριέμαι να βγω στο ποδήλατο.

Είμαι ακόμα πιο χαρούμενος γιατί όλα αυτά τα κάνω με τη ψυχή μου, χωρίς βία, χωρίς μιζέρια, χωρίς οδυρμό για τις σοκολάτες που χάνω και κυρίως χωρίς να πεινώ και να ψάχνω τρόπους να… «κλέψω» από τη δίαιτα. Μεταμορφώνομαι σε ένα φρικιό υγείας και το χαίρομαι. Το απόλυτο τεστ ήταν χθες το απόγευμα όταν πήγα επίσκεψη σε ένα σπίτι από την παρέα του θεάτρου, είχε λουκουμάδες πάνω στο τραπέζι και ούτε που τους ακούμπησα. Άναυδοι άπαντες!

Αντιλαμβάνεστε πως όταν εγώ πετυχαίνω όλα αυτά τόσο απλά και εύκολα, δεν μπορώ να ακούω την ηλίθια την Αφροδίτη να μου μιλά για body shaming. Θα πρέπει κάποτε να αντιληφθούν οι χοντροί ότι δεν εμπίπτουν καν στην κατηγορία του body shaming, γιατί δεν γεννήθηκαν έτσι. Το body shaming είναι κατακριτέο όντως, όταν αυτό ασκείται σε κόσμο που γεννήθηκε κουτσός, στραβός, μονόχειρας, ή καμπούρης. Δεν γνωρίζω όμως άτομα που γεννιούνται χοντρά. Όλοι στην πορεία παχαίνουν εξ αιτίας του μυαλού τους του κλούβιου και της ανικανότητάς τους να χαλιναγωγήσουν τη βουλιμία τους. Επομένως, ας μας κάνουν τη χάρη, ας σταματήσουν να χρησιμοποιούν το επιχείρημα του body shaming (και βρείτε μου σας παρακαλώ τον αντίστοιχο ελληνικό όρο να χρησιμοποιώ, μισώ τον εαυτό μου που γράφει εγγλέζικα), για να δικαιολογήσουν τα πάθη τους, ή την προσπάθειά τους να εξοικειωθούν με την παρακμή τους.

Το να είσαι χοντρός δεν πάει να πει ότι σου αξίζει η χλεύη αλλά δεν σου αξίζει και παράσημο. Το «τα πάχη μου τα κάλλη μου» που πλάσατε για να παρηγοριέστε φανερώνει εθισμό. Είναι σαν τον αλκοολισμό. Ούτε ο αλκοολικός αξίζει περιθωριοποιήσης. Χρήζει όμως άμεσης ψυχολογικής στήριξης, και το να βγαίνει να καυχιέται ένας πότης ότι αποδέχτηκε τον εαυτό του όπως είναι, δείχνει άρνηση αποδοχής του προβλήματος. Και προ πάντων, δεν είναι δυνατόν να φορτώνεται τη ρετσινιά αυτός που υποδεικνύει το πρόβλημα (έστω και προσβλητικά), απλά και μόνο επειδή ο ασθενής αποδέχτηκε τα χάλια του. Όχι! Θα το ράψετε, θα αδυνατήσετε, και θα μας πείτε και ευχαριστώ που σας πιέσαμε να βρείτε την υγειά σας.

Τις προάλλες, όταν πήγα στη γιατρό, είδε τις αναλύσεις μου και ξέρασε ευγενικά με τα αποτελέσματα, άκουσα τον εξάψαλμο, σχεδόν άκουσα και τον επικήδειο μου, και έφυγα κλαίγοντας από το ιατρείο. Πήγα αυτοστιγμεί στο σούπερμάρκετ και αγόρασα του κόσμου τα κοτόπουλα, του κόσμου τα φρούτα και λαχανικά και έκτοτε άλλαξα. Τις τελευταίες δέκα μέρες έφαγα τόσο κοτόπουλο και τόση φακή όση δεν έφαγα μια ζωή. Ούτε γύρισα να της πω για body shaming, ούτε τόλμησα να αντιμιλήσω, ούτε βγήκα να δώσω συνεντεύξεις και να πουλήσω πνεύμα αντιρρησία. Μια στιγμή τόλμησα ο δόλιος να ψελλίσω «μια διαιτολόγος μου είπε…» και μου το ξέκοψε. «Σου μιλά γιατρός και μην μου ξανά-αναφέρεις τι είπε η κάθε διαιτολόγος». Το βούλωσα.  Κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Οπότε ναι, φακ γιου όσους επικαλείστε τα body shaming, μια χαρά τα χάλια σας έχετε and its not fine Αφροδίτη μου. Αλλά από γυναίκα που τακίμιασε με Κεχαγιά, Θέμη και Σοφία, τι μπορεί να περιμένει κανείς;

Παρασκευή, Οκτωβρίου 23, 2020

Φλας Μπακ στο 1992

 Ένας διαδικτυακός φίλος που ξέρει πόσο εκτιμώ αυτές τις παλιατζούρες μου απέστειλε ταχυδρομικώς ένα παλιό τεύχος του περιοδικού Φλας, από το σωτήριον έτος 1992. Τον ευχαριστώ βαθύτατα καθότι βρήκα θέμα για ανάρτηση, πολυσήμαντο και γοητευτικό. Για το «Φλας» τα έχουμε ξαναπεί σε παλιότερη ανάρτηση, ήταν ένα νεανικό περιοδικό της εποχής, στα πρότυπα του ελλαδικού Κατερίνα, το οποίο βέβαια ήταν κλάσεις κατώτερο από κάθε άποψη, ερασιτεχνικό μέχρι αηδίας. Παρόλα αυτά, δεν υπήρχε άλλο, ήταν μονοπώλιο, και θέλοντας και μη το διαβάζαμε. Εγώ το αγόραζα γιατί είχε μία εμμονή και αγάπη με τη Γιουροβίζιον, την οποία εκτιμούσα, και κάθε χρόνο, στις μέρες του διαγωνισμού, είχε ένθετο με τους στίχους όλων των συμμετοχών. Το αγόραζα, τα διάβαζα, τα μάθαινα απ’ έξω, και στο τέλος καμωνόμουν πως μιλούσα 22 γλώσσες!

Το επίμαχο τεύχος φωτογραφήθηκε και παρατίθεται πιο κάτω για νοσταλγία και στοχασμό. Δείτε τα πρότυπα της τότε νεολαίας, τους προβληματισμούς της και τα ενδιαφέροντά της. Φρίξετε με την ησυχία σας. 



Αυγουστιάτικο εξώφυλλο, εννοείται θα είχε μοντέλα με μπικίνι, κάθε χρόνο η ίδια συνταγή. Καθώς βλέπουμε, ήταν η εποχή που μας άφησε η Τζένη Καρέζη, εξαιρετική περίοδος για να τη συνδυάσουμε με θέμα σχετικό με το τι καίει και τι δροσίζει τον Ανδρέα Αργυρίδη. 



Το περιοδικό είχε και ψυχολογικά τεστ. Μην κοιτάτε που φτάσατε το 2020 και σας τσεκάρουν για το αν πάσχει το παιδί σας από ΔΕΠΥ. Τότε ήταν απλά τα πράγματα, το πιο ακραίο συναίσθημα που μπορούσες να νιώσεις στην εφηβεία ήταν η απογοήτευση. 

Σαββιδάκης στα ντουζένια του και στην προ «της Ελλάδος τα παιδιά» εποχή. 



Έβγαλες φωτογραφία με τον Μίστερ Γιουροβίζιον; Φυσικά και αξίζεις μία θέση στο περιοδικό μας, ας είναι και στην τελευταία σελίδα. 



Αυτός είναι ο θησαυρός αυτού του τεύχους. Ποιηματάκι από πονεμένη ψυχή στον αγαπητικό της που υπηρετούσε τη θητεία του. Το ότι υπογράφει ως «φκιόρο», ενδεικτικό γιατί σήμερα συγκροτούνται επιτροπές και με το ζόρι σας λαμβάνουν υπόψιν. 


Η Μάρω Κοντού σε εξομολόγηση περί ηλικίας. Υπάρχει κι άλλος τίτλος στην άλλη σελίδα, τον οποίο δεν φωτογράφησα που λέει «τρελή γιαγιά, ετών πενήντα!» Αχ, Φλας μου! Σήμερα στα 50 προσπαθούμε ακόμα να γίνουμε γονείς!


Τα είδωλα της εποχής σε αφίσες. Ευρυδικάρα που ήταν must, η Αρβανιτάκη που ποτέ δεν κατάλαβα γιατί έγινε διάσημη, και οι New Kids On The Block (NKOTB σε συντομογραφία. Πάντα αναρωτιόμουν τι πάει να πει ΝΚΟΤΒ, νόμιζα ότι είναι αρχικά συντεχνίας δημοσίων υπαλλήλων, μέχρι που μου εξήγησαν ότι ήταν το όνομά τους στα αγγλικά!)



Ω, μα φυσικά και η Λία μας εδώ, η αγαπημένη μου πόλη! Χαμογέλα λίγο πια, τι σου ζητήσανε, για το Φλας ποζάρεις κι όχι για το ψηφοδέλτιο!


Σαχλίτσες της εποχής. Γελοιογραφίες με πρόσωπα της επικαιρότητας. Κάτω βλέπετε το τότε προεδρικό ζεύγος να παίζει με τον σκύλο του. 



«Πέφτει ξύλο με σίδερα και λάστιχα!» καταγγελία καταπέλτης! «Αρχίζουν με βρισιές για τις μανάδες τους!» This is not my Cyprus!


Πέρασαν 28 χρόνια από το 1992 κι όμως ουδεμία πρόοδος σημειώθηκε. Ορίστε ότι και τότε κάποιοι μας προετοίμαζαν για τις επιπτώσεις από την πιθανή Λύση του Κυπριακού, ενώ κάποιος άλλος έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου σε περίπτωση αποστρατικοποίησης της νήσου. Προσωπικό αγαπημένο, όμως, το «Φωτογράφηση γυμνών νεοσυλλέκτων και αδιαφορία» που μου προκαλεί έως και αμηχανία. Ιδιαίτερα το καταληκτικό σχόλιο της γράφουσας ήτοι «…όπως και για την πιθανότητα να μην ήθελε να γυμνωθεί μπροστά σε γυναίκες. Ίσως να έχει ορισμένους που θα τους δημιουργούσε ψυχολογικό πρόβλημα». Αξιολογώντας το με τα ήθη του 2020, υπέροχο για χίλιους πεντακόσιους λόγους. 

Καμαρώνουμε εδώ τα βλαστάρια της Κύπρου μας που διεκδικούν τον τίτλο της Μις Κύπρος 1992. Ξεχωρίζουμε την Μαρία Ιωάννου κάτω αριστερά που σήμερα είναι γνωστή ηθοποιός. Από ό, τι βλέπουμε δεν έχει αλλάξει και πολύ. Δεν ξέρω αν αυτό το γράφω για καλό. 



Και Κρις Ντε Μπεργκ και Χούλιο Ιγκλέσιας μέσα στην ίδια χρονιά. Ορίστε μας. Αυτές ήταν χρονιές. Δύο παγκοσμίου φήμης είδωλα στη χώρα μας. Αυτά να βλέπει το 2020 που ούτε μισή Σελίν Ντιόν δεν μπορεί πια να πατήσει το πόδι της εδώ χάμω. 


Η εκπομπή της Στέλλας Σουρμελή και της Ρούλας Σχίζα «Το πλοίο που σαλπάρει στις 10:30» στο Ράδιο Πρώτο. Η Ρούλα Σχίζα είναι αυτή που καταλαμβάνει τη θέση στη Βουλή τώρα που παραιτήθηκε ο Συλλούρης. Όλες ήταν πιο συμπαθητικές όταν έκαναν απλά τη δουλειά τους και δεν ανακατεύονταν με τα πίτουρα. Όνομα και μη χωριό.   

Τραγουδώντας με τ’ αστέρια – Τραγουδώντας με τους μακαρίτες, καλύτερα. 


Αυτά τα χρόνια τα έχω μυθοποιήσει στο μυαλό μου αλλά όποτε έχω κάτι χειροπιαστό μπροστά μου αναρωτιέμαι γιατί. Προφανώς ό, τι έχει συνδυαστεί με την πρώτη μου νιότη μου προκαλεί θαλπωρή και ασφάλεια, μα ως εδώ. Σήμερα είμαστε πολύ καλύτερα. Μπορεί να γκρινιάζω για την έλλειψη περιεχομένου, για την εξαφάνιση των περιοδικών, των εφημερίδων, και για τον κατακλυσμό μας από ανούσιες ιστοσελίδες, μα κοιτάξτε εδώ το Φλας και πείτε μου αν άξιζε τα δέντρα που κόπηκαν για να τυπωθεί. Ασφαλώς και όχι. Τουλάχιστον τα σαχλά κυπριακά σάιτς δεν προκαλούν οικολογική καταστροφή.

Είμαι ευγνώμων που έζησα τις δεκαετίες ’80 και ’90 και δεν μου έμεινε τίποτε άλλο από το να τις νοσταλγώ, αλλά δυστυχώς όλα είναι στο μυαλό μου παραφουσκωμένα και αγιοποιημένα. 


Πέμπτη, Οκτωβρίου 22, 2020

200 Χρόνια Ελληνική Επανάσταση

Αρνούμουν σθεναρά να πατήσω το play στο πιο κάτω βίντεο για τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση, γιατί όσο κι αν τρελαίνομαι για τέτοια, αντιλαμβάνομαι ότι εν έτει 2020 αυτά δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η Ελλάδα δεν είναι το κράτος που επιθυμεί να προβάλει προς τα έξω. Έχει δεκάδες σοβαρά προβλήματα και τα πανηγύρια για την επανάσταση μόνο ως πυροτέχνημα μπορούν να ερμηνευθούν. Τρίζουν τα κόκκαλα και του Μιαούλη, και του Κολοκοτρώνη και της Μπουμπουλίνας όταν βλέπουν τον σημερινό ορυμαγδό. Το τούρκικο πλοίο σχεδόν προσάραξε στο Καστελλόριζο, εμείς εδώ ετοιμάζουμε φιέστες. Ας ζούσε ένας ήρωας του ’21 να έβλεπε τα σημερινά χάλια, να σας πω εγώ τι θα έλεγε.  

Με έπεισε όμως η Μπρέντα να κάτσω να το δω, γιατί μου είπε «δεν είναι τίποτα». Άντε να της εξηγήσεις ότι εγώ κλαίω αβίαστα με λυγμούς όταν βλέπω τέτοια. Σήμερα το πρωί πάτησα το play, κατασπάραξα κανονικά στο κλάμα, με τη διαφορά όμως ότι πλέον δεν έχουμε τις συνθήκες του 2004. Τι ωραίο που ήταν το 2004! Ήμασταν νέοι, αθώοι, όλα ήταν ακόμα ανθηρά και αισιόδοξα, κερδίζαμε γιουροβίζιον, κερδίζαμε ευρωμπάσκετ, η Αθήνα ήταν μια κούκλα, περπατούσες και έβλεπες Έλληνες… Τώρα τι να γιορτάσεις;

Αχ, Ελλάδα μου, αχ, Αθήνα μου! Μόνο ο Αργυρός αξίζει πλέον να σε τραγουδά.  

Παρασκευή, Οκτωβρίου 16, 2020

Θα Κορωνομελαγχολήσω

 Έχω βαρεθεί!

Άρχισα να δυσανασχετώ. Δεν υποτιμώ τον κορωνοϊό και τις επιπτώσεις του, αλλά εγώ κοντεύω να πάθω κατάθλιψη με την κατάσταση. «Θα πάθεις πολύ χειρότερα αν αρρωστήσεις» θα μου πεις και θα έχεις δίκιο. Αλλά είμαι να σκάσω. Κυριαρχεί μια μαυρίλα απερίγραπτη στα πάντα.

Δεν μπορώ να παίξω θέατρο. Έκοψα το θέατρο. Έκανα αμάν να ψήσω την ομάδα να επανέλθει στα δρώμενα προκειμένου να έχουμε μία απογευματινή διαφυγή, αλλά με τα προσφάτως ανακοινωθέντα 100 κρούσματα επικρατεί και πάλι ένα μούδιασμα. Και θέατρο να τους πείσω να παίξουμε, επικρατεί τέτοια αβεβαιότητα ως προς τις συνθήκες που θα επικρατήσουν στον χώρο των θεαμάτων που δεν έχουμε ιδέα αν θα βγούμε ποτέ πρεμιέρα. Αυτή η αβεβαιότητα με αποσυντονίζει και με ρίχνει.

Όπου πάω, και όπου βγω, είμαι με τον φόβο. Ακόμη κι όταν τον αψηφώ σκέφτομαι διπλά και τριπλά πριν αποφασίσω κάτι. Δεν μπορείς να βγεις ξέγνοιαστα να πας πουθενά. Ούτε για μπίρες με τους φίλους σου, ούτε στο μωλ για βόλτα. Εδώ βγαίνω βόλτα με το ποδήλατο τα απογεύματα και άρχισα να υποπτεύομαι τους υπόλοιπους ποδηλάτες που περνούν ξυστά από μένα μην τυχόν μου μεταδώσουν σωματίδια με τον ιδρώτα τους. Παράνοια! Για να καταλάβετε, την Κυριακή έκλεισα να πάω να δω θέατρο με τη γυναίκα μου και νιώθω ότι θα φορέσουμε σκάφανδρο για να αντεπεξέλθουμε.

Δεν πάμε καλά. Πεθύμησα να ταξιδέψω. «Ουδείς σε εμποδίζει», θα μου πεις. Όχι, θέλω να ταξιδέψω με τις συνθήκες του 2019. Βλέπω ταινίες από τα παλιά μας οικογενειακά ταξίδια και αναρωτιέμαι αν θα επιστρέψουμε ποτέ σ’ εκείνη την ανεμελιά. Πώς καταντήσαμε έτσι; Να μας φαίνεται ανέμελο το 2019 που ήταν ούτως ή άλλως ΓΤΠ. Όλα σχετικά!

Δεν μπορώ να κάνω κανένα σχέδιο, κανένα πλάνο. Θέλαμε να καλέσουμε φίλους στο σπίτι σε λίγες μέρες, πάει κι αυτό για ματαίωση αφού οι καλεσμένοι θα ήταν περισσότεροι από δέκα. Κλείνω τα σαράντα τον Δεκέμβρη και πάντα ονειρευόμουν ένα πάρτι υπερπαραγωγή με πάμπολλους καλεσμένους, σαν σε γάμο. Πάει κι εκείνο. Γενικώς, όλα πάνε! Πού θα πάει αυτή η κατάσταση. Πού μας πηγαίνουνε, τι θα μας κάνουνε, κανείς δεν ξέρει!

Γαμώ την Κίνα μου, γαμώ!

Τετάρτη, Οκτωβρίου 14, 2020

This Is Not My Cyprus

Η νέα γελοιότητα η οποία κυκλοφορεί στα κοινωνικά δίκτυα μετά την πρόσφατη αποκάλυψη του σκανδάλου με την πώληση κυπριακών διαβατηρίων σε αλλοδαπούς, εγκληματίες και μη, έχει να κάνει με την αντίδραση μερίδας του κόσμου η οποία «έπεσε απ’ τα σύννεφα». Δεν περίμενε τόση σήψη και διαφθορά. Έξαλλοι όλοι τους διαμηνύουν προς πάσα κατεύθυνση πως «δεν είναι η Κύπρος τους» αυτή.

Το επιχείρημα «δεν είναι η Κύπρος μου αυτή», δεν είναι καινούριο. Μου το παρέθεταν πολλάκις διάφοροι ανώνυμοι σχολιάστες κάτω από τα κείμενα αυτού του μπλογκ όταν αυτά ήταν στο φόρτε τους, πριν δέκα και βάλε χρόνια. Κάθε φορά που έγραφα ένα κείμενο στο οποίο έθαβα την Κύπρο, έπεφταν από κάτω να με φάνε με αντιστοίχου κάλλους επιχειρήματα. Χειρότερα τα έκαναν τα πράγματα.

Προφανώς, αγαπητοί μου, η Κύπρος για τον καθένα σημαίνει διαφορετικά πράγματα. Η Κύπρος και η πατρίδα του καθενός είναι τα βιώματά του, η οικογένειά του, η γειτονιά του, τα παιδικά του χρόνια. Αν με ρωτήσεις εμένα για την Κύπρο μου, θα σου πω για την Έγκωμη, τον Κύκκο Α’ και τις οικογενειακές μας στιγμές. Ομοίως, «η Αγγλία μου» την οποία κατά τα άλλα βδελύσσομαι, δεν είναι μόνο η όξινη χώρα που ανέκαθεν υπέσκαπτε τα συμφέροντα της πατρίδας μας. Είναι και η χώρα στην οποία σπούδασα και μορφώθηκα και από την οποία έχω να θυμάμαι τα καλύτερα.

Έτερον εκάτερον! Η υποκειμενική αντίληψη δεν καθορίζει την πραγματικότητα. Υπάρχουν αντικειμενικοί δείχτες που καθορίζουν ποια είναι η Κύπρος σου, και αν βαστάς να τους ελέγξεις μπες στο ευρωβαρόμετρο να δεις που στεκόμαστε σε επίπεδα διαφθοράς, σεβασμού προς το περιβάλλον, στην οικονομία, τον ρατσισμό, την ανεργία, τον πολιτισμό. Εκεί θα δεις «ποια είναι η Κύπρος» και πίστεψέ με, θα απογοητευτείς τόσο πολύ, που δεν θα τολμήσεις να ξανακοιτάξεις τους πίνακες όσο ζεις. Παίζει να πρωτεύουμε και σε κάποιες πτυχές της ζωής όπως για παράδειγμα «πόσο ευτυχείς αισθάνονται οι κάτοικοι στη χώρα την οποία ζουν», αλλά κι αυτό το ερμηνεύω ως ένδειξη αυταπάτης, αφέλειας και άγνοιας.

Μερικοί πήγαιναν και ένα βήμα παραπέρα το επιχείρημα και καταδείκνυαν το κυπριακό φυσικό περιβάλλον ως αυτό που μας ξεχωρίζει. Με συγχωρείτε που θα σας χαλάσω πάλι τη φαντασίωση αλλά αν αυτή η ξεραΐλα σας προκαλεί θαυμασμό, προφανώς δεν έχετε ταξιδέψει αρκετά. Η Κύπρος είναι συμπαθητική αν την συγκρίνεις με τη Μάλτα και τις γύρω αραβικές χώρες. Με όλες τις υπόλοιπες απλά υποτιμάς τις υπόλοιπες.

«Αυτή είναι η Κύπρος μας» λοιπόν, είτε σας αρέσει είτε όχι. Είναι συγκινητικό εν μέρει που υποστηρίζετε το σπίτι σας για να μην πέσει να σας πλακώσει, αλλά μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια. Όλοι συμβάλαμε γι’ αυτά τα χάλια, και με το να κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας δεν πρόκειται να προοδέψει κάτι.

Απλώς διαιωνίζεται το χάλι μας.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 12, 2020

Δήθεν Εξιλαστήρια Θύματα

Στην Κύπρο συμβαίνει το εξής, το οποίο υποθέτω συμβαίνει σε όλα τα μικρά μέρη.

Η διαφθορά είναι αντιστρόφως ανάλογη του πληθυσμού.

Πιστεύω ότι όλοι έχουμε κάποιον γνωστό μας, κατά τα άλλα ευυπόληπτο πολίτη, με όνομα στην κοινωνία, ο οποίος μια καλή μέρα συνελήφθη και δικάστηκε για κάποια μαφία. Για κάποιο έγκλημα «λευκού κολλάρου» που λέγαμε και στην Αγγλία.  

Η μαλακία είναι η εξής: Αυτοί οι καταδικασθέντες, συνήθως έχουν παιδιά, τα οποία στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν να διηγηθούν μία διαφορετική εκδοχή της ιστορίας προκειμένου να ξεπλύνουν το όνομα της οικογένειάς τους. Πάντα σ’ αυτή την εκδοχή της ιστορίας οι γονείς τους είναι αθώοι και αν μπήκαν στη φυλακή αυτό συνέβη γιατί κάποιος τους… «την έστησε». Κάποιος τους πρόδωσε, κάποιος αλλοίωσε στοιχεία, κάποιος είχε διασυνδέσεις και τη γλίτωσε και την πλήρωσε ο δικός τους γονιός. Το εξιλαστήριο θύμα.

Ξέρω τουλάχιστον τρία τέτοια τέκνα, τα οποία όποτε συναντιόμαστε διαδίδουν… «την αλήθεια τους» όπως θα έλεγε και η Άννα Βίσση, η οποία πόρρω απέχει από τη δικαστική απόφαση.

Το κακό είναι ότι δεν μπορείς να διαφωνήσεις μαζί τους. Σέβεσαι τον πόνο τους, σέβεσαι το γεγονός ότι δεν γνωρίζεις τίποτε ουσιώδες για να εκφράσεις άποψη, ενώ η πιθανότητα της διαπλοκής, το «κάτι που μας κρύβουν» είναι πάντα γοητευτικό και εύκολο να το καταπιούμε. Γιατί υπάρχει κι αυτή η πιθανότητα. Τι ξέρουμε άλλωστε εμείς για το βρακί της αλληνής;

Θα ήθελα να βρεθεί κάποτε ένα τέκνο με παγαπόντη πατέρα που θα αναγνωρίσει το λάθος του γονιού του και θα το πει ευθαρσώς. «Ήταν απατεώνας, καλά έκαναν και τον μπουζουριάσανε!» Πιο πολύ θα ανέβαινε στην εκτίμησή μου. Αναρωτιέμαι αν πραγματικά αυτή η τυφλή υποστήριξη, αν αυτή η φανατική άρνηση να δουν την αντικειμενική αλήθεια και πραγματικότητα, είναι συνειδητή ή όχι.

Φαντάζομαι είναι κάτι αντίστοιχο με την άρνηση που νιώθει ο γονιός όταν οι καθηγητές ανακοινώνουν τα χαΐρια του τέκνου τους. Θυμάμαι, φερ’ ειπείν ότι το 1994 όταν κάποιοι καθηγητές έκαναν τσακωτούς συμμαθητές μου να καπνίζουν, είχαν εντυπωσιαστεί με την άρνηση των γονέων τους να αποδεχτούν την πραγματικότητα. «Ο γιος μου; Να καπνίζει; Αποκλείεται!»

«Μα βρωμάει σαν δέκα καπνοδόχους, μαντάμ!» Καμία συνεργασία, καμία αμφισβήτηση της ηθικής τους. Τι να πω, εγώ αν με έπαιρναν τηλέφωνο να μου καταγγείλουν τον Αλέξη θα τους έλεγα «έχετε δίκαιο, πιάστε μια τανάλια και βγάλτε του τα νύχια, να μάθει!» Εντάξει, υπερβάλλω. Τρόπος του λέγειν! Αλλά τις προάλλες που η δασκάλα του νηπιαγωγείου μου είπε ότι «ο γιος σας θέλει συνέχεια να παίρνει τον λόγο και να απαντά τις ερωτήσεις χωρίς να σηκώνει το χέρι του» η απάντησή μου ήταν «να τον βάλετε τιμωρία να πήξει η βάκλα του» και το ύφος μου ήταν τόσο επιτακτικό που η ίδια η νηπιαγωγός τρόμαξε.

Ναι, είναι δύσκολο να δεχτείς ότι υπάρχει ένα μαύρο στίγμα πάνω στην άσπρη σου ψυχή. Είναι δύσκολο να δεχτείς ότι έχεις γονιό απατεώνα, και γιο αλήτη.

Πού θα πάει, θες δεν θες, μια μέρα θα το αποδεχτείς.


Κυριακή, Οκτωβρίου 11, 2020

Μουσικές Εποχές

Μεγάλωσα με την «κασέτα που ακούγαμε στο κόκκινο αυτοκίνητο».

Εκείνη η κασέτα, στο αυτοκίνητο της μάνας μου, περιείχε σουξέ της δεκαετίας του ’80. Ακόμα και σήμερα όταν ακούω κάποια απ’ αυτά τα τραγούδια, ξέρω ότι είναι τραγούδια από την κασέτα του κόκκινου αυτοκινήτου της μάνας μου. Είναι τραγούδια που καθόρισαν μια ολόκληρη εποχή.

Όταν ήρθε το cd και η κασέτα πέρασε σε δεύτερη μοίρα, η εποχή καθοριζόταν από το τι περιείχαν τα cd. Τα cd γίνονταν δώρα και τα παίρναμε σε φίλους σε πάρτι. Διανύαμε την εποχή των cd και ανάλογα τη ψυχολογική μας κατάσταση τα αγαπούσαμε, τα μισούσαμε, κι αυτά και τα τραγούδια που περιείχαν.

Στο μεταξύ οι κασέτες εξαφανίζονταν και τα τραγούδια που περιείχαν ξεθώριαζαν μαζί τους. Θυμάμαι ότι όταν προς το τέλος της δεκαετίας του ’90 άρχισαν οι εταιρείες να κυκλοφορούν δίσκους του ’80 σε cd, ήταν σαν να αναστήθηκε νεκρός. Έπαιζα τα cd και το κόκκινο αυτοκίνητο της μάνας μου έβγαινε από τη χωματερή άθικτο και ήταν έτοιμο να με ξαναπάει βόλτα.

Φαντάζομαι ότι τα ίδια βίωσαν και όσοι μεγάλωσαν με το βινύλιο. Ο πατέρας μου είχε αρκετούς δίσκους τους οποίους μου χάρισε και μου είπε «ελπίζω κάποτε αυτά τα τραγούδια να ξαναπαίξουν». Τα τραγούδια του ξαναπαίζουν, βέβαια, αλλά σε άλλη μορφή. Η εποχή του αναβιώνεται αλλά όχι με τον τρόπο που φαντάστηκε. Τα ακούμε όπως και όποτε θέλουμε χωρίς να χρειαστεί να βγάλουμε τα βινύλια από τη δισκοθήκη.

Τι θέλω να πω. Θέλω να πω ότι εμείς είμαστε οι τελευταίοι που απολαύσαμε τη μουσική συνδέοντάς τη με την εποχή που διανύαμε. Ξέραμε ότι βινύλιο θα πει 1960-1980, ξέραμε ότι κασέτα θα πει 1980-1990, και ότι cd θα πει 1990-2000. Τα τραγούδια που ακούγαμε εκπροσωπούσαν ολόκληρες εποχές και καταστάσεις. Δεν ήταν όλα παντός καιρού. Ήταν τα τραγούδια του «Δημοτικού», του «Γυμνασίου», του «Λυκείου», του «Πανεπιστημίου». Επειδή η μουσική ήταν αντικείμενο. Για να παίξει έπρεπε να την κουβαλήσεις μαζί σου μαζί με τον ανάλογο εξοπλισμό. Δεν ήταν ένα σύννεφο όπως τώρα που το ξεκλειδώνεις όπου είσαι και το χαίρεσαι.

«Και δεν χαίρεσαι γι’ αυτό;» θα μου πεις. Και χαίρομαι και δεν χαίρομαι. Ο γιος μου δεν θα έχει αναμνήσεις από το κόκκινο αυτοκίνητο του πατέρα του όταν μεγαλώσει. Γιατί εκεί μέσα ακούει τα πάντα. Ακούει πάνω από 6.000 τραγούδια από το 1950 μέχρι το 2020, ανάλογα τι θα επιλέξει το μηχάνημα. Πώς να του εντυπωθούν; Πώς να καθορίσουν την ηλικία και την εποχή του; Θα ακούσει μια μέρα τυχαία «το τραμ το τελευταίο» και θα πει «α, τι εποχές, ακούγαμε αυτό το τραγούδι στο αυτοκίνητο και πηγαίναμε νηπιαγωγείο;» Επ’ ουδενί. Εμένα η παιδική μου ηλικία στιγματίστηκε από 50 τραγούδια. Η παιδική ηλικία του γιου μου έχει στη διάθεσή της ολόκληρο το μουσικό σύμπαν!

Και αυτό είναι καλό γιατί έχει πρόσβαση ανά πάσα στιγμή όπου θέλει και μπορεί να εξερευνήσει και να μάθει τα πάντα. Αλλά εγώ που μπορώ να σου πω κατά πάσα χρονιά τί ακούγαμε, πού ήμασταν, τι σκεφτόμασταν, ποια θέλαμε, με ποιον τσακωθήκαμε κτλ, στεναχωριέμαι. Τα χρόνια θα είναι όλα τα ίδια. Πείτε μου εσείς ένα τραγούδι που καθόρισε την εποχή από το 2005 και μετά. Δεν υπάρχει! Το My Number One εξαιρείται λόγω συνθηκών. Όλα τ' άλλα είναι τα ίδια. Και είναι όλα τα ίδια γιατί το τσουνάμι των προηγούμενων δεκαετιών ήρθε και ξεπέρασε το σήμερα. 

Πώς ξεχωρίζετε τα σουξέ του 2010 από τα σουξέ του 2020; 

Πιστεύετε θα διαφέρουν από τα σουξέ του 2030;


Σάββατο, Οκτωβρίου 10, 2020

O Πανικός Του Μελλοθάνατου

Μια φορά πριν πολλά χρόνια, είχα πετύχει μία διάσημη Ελληνίδα σελέμπριτι σε ένα ξενοδοχείο της Λευκωσίας να τσακώνεται με τον σερβιτόρο, επειδή το wifi του ξενοδοχείου ήταν αδύναμο και δεν μπορούσε να μπει στο ίντερνετ από το κινητό της. Δεν τσακωνόταν απλώς. Υστερίαζε, φώναζε και έβριζε τραβώντας όλα τα βλέμματα κατά πάνω της.

Η κοπέλα αυτή πέθανε λίγες βδομάδες μετά, από μία γνωστή ασθένεια, και αυτό ήταν πασίγνωστο σε όλους μας μέσω των διαφόρων πρωινών εκπομπών. Θυμάμαι πως μου είχε κάνει εντύπωση πώς είναι δυνατόν μία κοπέλα που πάσχει από μία τόσο σοβαρή νόσο και τόσο αυτή, όσο κι εμείς, ξέρουμε πως είναι μετρημένα τα ψωμιά της, έχει το σθένος να κάνει χαμό και να γίνεται αγενής με το προσωπικό του ξενοδοχείου για το γαμημένο το wifi. «Έτσι θέλει να τη θυμόμαστε;» αναρωτήθηκα.

Σκέφτηκα πως έτσι, μάλλον, αισθάνονται όσοι ξέρουν ότι το τέλος πλησιάζει. Δεν μπορούν να εκραγούν από θλίψη απλά και μόνο επειδή «το τέλος βρίσκεται προ των πυλών», γιατί θα γίνουν ρεζίλι. Κάπου αλλού πρέπει να διοχετεύσουν το άγχος τους και να ξεσπάσουν. Έτσι, τους φταίει το αδύναμο wifi, ή το ότι ο σερβιτόρος τους έφερε την κόκα κόλα με λεμόνι στο ποτήρι ενώ είχαν ξεκαθαρίσει πως δεν ήθελαν πάγο και λεμόνι μέσα. Είναι κατανοητό, αλλά ταυτόχρονα, λίγο κρίμα.

Έτσι αντιδρά και η κυπριακή κοινωνία στον επερχόμενο θάνατό της.

Βρίσκω εξαιρετικά γελοίο, άβολο και κρίμα το γεγονός ότι οι Τούρκοι προελαύνουν στην Αμμόχωστο, την ανοίγουν και την εποικίζουν και εμείς εδώ σφυρίζουμε αδιάφορα και τσακωνόμαστε για άλλα θέματα που μπροστά στην Αμμόχωστο και την ευρύτερη επιβίωσή μας, ωχριούν. Το άνοιγμα της Αμμοχώστου συνέπεσε με τη Δίκη της Χρυσής Αυγής. Περιττό να πω ποιο θέμα μας απασχόλησε περισσότερο. Και δεν υποβιβάζω τη σημαντικότητα της Δίκης. Για μένα όμως, η Χρυσή Αυγή είναι τόσο 2015. Η Αμμόχωστος είναι το τώρα.

Επίσης, σήμερα, κάθονται οι Κυπραίοι και τσακώνονται για το αν ένα περιοδικό, το People (που δεν το διαβάζει και κανένας) έβαλε στο εξώφυλλό του τρεις γυναίκες πολιτικούς και σχολίαζε τα ρούχα τους. Σεξισμός! Σεξισμός! «Γιατί δεν κάνουν το ίδιο και για άντρες πολιτικούς;» Ποιος άντρας κόπτεται, κυρά μου, για το ρούχο του αλλουνού; Ξέρεις άντρα που αναρωτιέται «από πού αγόρασε ο τάδε Υπουργός τη γραβάτα του, να πάω να πάρω μίαν ίδια;» Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που ασχολούνται με τη μόδα είναι γυναίκες. Λογικό εκεί να εστιάζει το περιοδικό. Δεν είναι υπόχρεο να διατηρεί την πολιτική ορθότητα. Ξέρει το τάργκετ γκρουπ του. Ξέρει τι θέλουν οι αναγνώστες του. Έλεος πια.

Όμως εγώ όλα τα παραπάνω τα δικαιολογώ. Επειδή όλοι ξέρουμε ότι μια μέρα οι Τούρκοι θα μας φάνε. Και όσο είμαστε τυχεροί και περνούν οι δεκαετίες και τη γλιτώνουμε, έχει καλώς. Τα περιθώρια στενεύουν βέβαια, και σιγά σιγά η προέλαση θα επεκταθεί και σε άλλες πόλεις και γειτονιές και μια μέρα θα ξυπνήσουμε και θα δούμε τα τανκς να διασχίζουν τη Μακαρίου και δεν θα ξέρουμε πώς να αντιδράσουμε. Θα ξέρουμε ότι πόλεμο δεν μπορούμε να κάνουμε, ότι δεν είμαστε άξιοι να πολεμήσουμε καν, γι’ αυτό θα πρέπει να βρούμε κάτι άλλο να διοχετεύσουμε την ανασφάλειά και τον εκνευρισμό μας. Ο σεξισμός είναι πάντα ένα καλό και διαχρονικό θέμα, ο φασισμός επίσης ανεξάντλητος (ει δυνατόν να είναι εγχώριος γιατί ο φασισμός του Ερντογάν δεν συμφέρει, προϋποθέτει εξέγερση και είμαστε αρκετά κότες για να τον αντιμετωπίσουμε), βάλε και λίγο ρατσισμό ή και ομοφοβία και είμαστε έτοιμοι.

Τι λαός για κλάματα!

Πέμπτη, Οκτωβρίου 08, 2020

Gotcha! Ημίσιημου!

«Παπά, όταν παίζουμε κυνηγητό στο σχολείο και πιάσουμε ένα παιδάκι, ξέρεις τι λέμε;»

«Τι λέτε;»

«Gotcha!»

Α, μάνα μου! Ο γιος μου λέει gotcha! Σαν αμερικανάκι της σειράς! Σαν αππωμένος νεοκύπριος! Θεέ και Κύριε!

Όχι, ψύχραιμα το αντιμετώπισα. Έκανα πως δεν καταλαβαίνω. Όταν μου εξήγησε ότι gotcha θα πει «σ’ έπιασα!» υποκρίθηκα ότι τότε άρχισα να βγάζω νόημα και του υπογράμμισα ότι «εδώ μέσα είμαστε Έλληνες και Ελληνικά μιλούμε. Εμένα Ελληνικά θα μου μιλάς!» Αλλά δεν σταμάτησε εκεί. Σήμερα του είπα να δούμε μαζί μια ταινία του Ντίσνεϊ και όταν τον σήκωσα στους ώμους μου για να διαλέξει μία από το ράφι μου είπε «Διαλέγω… this one

Μπρέντα, το δίκαννο!

Μου γυρίζει το μάτι ανάποδα όταν τον ακούω να μιλά αγγλικά. Εντάξει, θέλω να τα μάθει. Είναι παγκόσμια γλώσσα. Εννοείται θα τα μάθει. Αλλά όχι και να μου τα πετά στα μούτρα με στιλ εκατόν πενήντα λόρδων! Έχω που έχω να αντιμετωπίσω καθημερινά μία σιχαμερή κοινωνία που μετά βίας χρησιμοποιεί αξιοπρεπώς τη μητρική της γλώσσα, έχω τώρα και τον Αλέξη να μιμείται τα μαλακισμένα στο σχολείο του, που πριν πουν «μαμά», είπαν «how do you do

Μα, είμαι να σκάσω. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι σου δίνεται το δώρο της Ελληνικής ως μητρική γλώσσα, και όλοι ηδονίζονται με τα εγγλέζικα! Την πιο εύκολη και ξευτυλισμένη γλώσσα του κόσμου! Πόσα απωθημένα πια; Πόσο κόμπλεξ; Είναι δυνατόν να γνώρισες τη γλώσσα του Ελύτη και του Σεφέρη και εσύ να τρέπεσαι στα Αγγλικά; Και να πω ότι χρησιμοποιείς λεξιλόγιο του Σέξπηρ. Πάει στο διάλο! Σαν μαλάκες Youtubers μιλάτε οι περισσότεροι.  

Ο μόνος λόγος που ακόμα δεν έχω συγκαλέσει Οικουμενική Σύνοδο για τη χρήση της αγγλικής από τον Αλέξη είναι επειδή στο παρόν στάδιο τα Ελληνικά του γιου μου είναι πολύ ανώτερα από τον μέσο όρο των παιδιών της ηλικίας του. Όλοι μας το λένε και καμαρώνω. Αν ρίχνει και κανένα εγγλέζικο μέσα-μέσα, εξ αιτίας των μυξιάρικων με τα οποία συναγελάζεται στο νηπιαγωγείο, δεν πειράζει. Αν όμως αισθανθώ ότι η μητρική περνά σε δεύτερη μοίρα χάριν κοινωνικού ακκίσματος, θα γίνει το σώσε!

Έχουμε και μια γνωστή μας, μαλακισμένη κυράτσα σοσιαλιτέ, η οποία από τη μέρα που γεννήθηκε το παιδί της του μιλά στα Αγγλικά. Δεν ξέρουμε γιατί. Από ένα περίχωρο της Λευκωσίας προέρχεται η μανδάμ, με το «εσού τζαι το εγιώνι» συνεννοείται η μάνα της, δεν ξέρω πώς την είδε η ίδια και μιλούσε στο βρέφος της απ’ την πρώτη μέρα στα Εγγλέζικα. Μεγάλωσε το παιδί και πλέον δεν καταλαβαίνει Ελληνικά. Μας είπε τις προάλλες σχεδόν δυστυχισμένη: «με αυτό το παιδί δεν συνεννοούμαστε στα Ελληνικά! Λες και μεγάλωσε στην Αγγλία! Μα, είναι ν’ απορείς γιατί μου απευθύνεται στα εγγλέζικα!» Ένας Θεός ξέρει πώς συγκρατήθηκα και δεν της άστραψα τον πάτσο.

Πραγματικά, δεν ξέρω πώς θα αντέξω να μεγαλώσω τον γιο μου σωστά, να μην γίνει μισάνθρωπος σαν εμένα, αλλά ταυτόχρονα να αποφύγει την επαφή με όλα αυτά τα νούμερα τα οποία πλέον αποτελούν το 99% του πληθυσμού μας.

Μου έλεγε κι ένας φίλος τις προάλλες, «πού να έρθει να σου πει ότι θέλει να βγει στη γύρα με τους φίλους του και να χτυπούν τις πόρτες λέγοντας ‘φάρσα ή κέρασμα’; Το βλέπουν στην πριγκίπισσα Σοφία και το υιοθετούν όλα!» Τι μαλακισμένα μεγαλώνουμε στον κόσμο, Θέ μου!

Αν έρθει παιδάκι και μου πει ‘φάρσα ή κέρασμα’ θα του τεθεί ανάλογο δίλημμα εκ μέρους μου: «αποτέφρωση ή ενταφιασμός;»

Αλλά, ναι! Ήρθε και μου είπε Gotcha! Ε, όχι και gotcha ο κύριος Αλέξης μας! Ε, όχι και gotcha ο κύριος Αλέξης μας!

Τούρου τούρου τουρού τουρού…

Τετάρτη, Οκτωβρίου 07, 2020

Όσα Μου Έμαθε Η Ψυχανάλυση

Εχθές είχα τη ψυχολόγο απέναντί μου στην πολυθρόνα για τελευταία φορά (συγκινητική μουσική στο μπακγκράουντ).

«Αφού είναι όλα καλά, γιατί ήρθες;» με ρώτησε.

«Για να κλείσουμε τον κύκλο» της είπα. Για να αποχαιρετιστούμε.

Ήταν ο τρίτος κύκλος ψυχανάλυσης που ολοκλήρωσα στη ζωή μου. Και μπορώ να σας πω ότι ήταν και ο πιο κρίσιμος, ο πιο χρήσιμος και ο πιο καθοριστικός.

Με την ιδέα της ψυχανάλυσης φλέρταρα για πολλά χρόνια αλλά πάντα απέφευγα να μπω στη διαδικασία γιατί ουσιαστικά αρνούμουν να αναλάβω τις ευθύνες μου, ή να παραδεχτώ στον εαυτό μου το μερίδιο του φταιξίματος μου. Και είναι εύκολο όταν είσαι νεαρότερος και ανωριμότερος να φταιν όλοι οι άλλοι για τα κακά της μοίρας σου. «Όποιος έχει φίλους δεν χρειάζεται ψυχανάλυση» έλεγα και έγραφα, ακόμη κι εδώ στο μπλογκ. Λάθος! Οι φίλοι τις περισσότερες φορές δεν ξέρουν την τύφλα τους, συχνά απλώς επιχαίρουν ρουφώντας με καλαμάκι τον καφέ τους, και όποιος δεν πληρώνεται δεν έχει απέναντί σου την παραμικρή ευθύνη και σκασίλα να σου υποδείξει τον… άλλο δρόμο.  

«Δεν πειράζει, η ψυχανάλυση για να πετύχει πρέπει να έρθει στο σωστό timing. Αν την έκανες νωρίτερα μπορεί και να μην πετύχαινε», μου είπε και η ίδια η ψυχολόγος.

Σωστά. Όλα γίνονται όταν αρχίσεις να καταλαβαίνεις πώς δρα ο κόσμος και πρωτίστως πώς αντιδρά ο εαυτός σου. Είναι ένα τεράστιο ταξίδι αυτογνωσίας που δεν μπορείς να το διανοηθείς πριν το ξεκινήσεις. Ακόμα και αν νομίζεις ότι το διανοείσαι, κατά τη γνώμη μου, είσαι λάθος.

Η ψυχολόγος μου είπε σαν επίλογο να γράψω δυο τρία πράγματα για το πώς με ωφέλησε η όλη διαδικασία και να της τα στείλω. Τι έμαθα όλο αυτόν τον καιρό. Λοιπόν, είναι εύκολο:

Έμαθα πως για ό, τι σε βασανίζει δεν φταίει κανένας άλλος εκτός από τον εαυτό σου. Για τα πάνδεινα και τα εφτά κακά της μοίρας σου δεν φταίει ποτέ κανένας άλλος, παρά μόνο εσύ που τους έδωσες χώρο και τους επέτρεψες να σε επηρεάσουν. Καλείσαι να αναπτύξεις άμυνες, να μάθεις να προστατεύεις τον εαυτό σου, όπως ξέρεις να φοράς γυαλιά ηλίου όταν σε ενοχλεί ο ήλιος και όπως έμαθες να ανοίγεις ομπρέλα όταν βρέχει. Δεν μπορεί να σου φταίει μόνιμα ο καιρός. Πρέπει κάποτε να σου φταίει ο εαυτός σου που δεν ξέρει να προφυλάγεται. Δεν είναι εύκολη άσκηση αυτή, ο καιρός είναι απρόβλεπτος και συχνά δεν ξέρεις από πού θα σου ‘ρθει, γι’ αυτό ακριβώς όμως πρέπει να εκπαιδευτείς ώστε να τη βγάζεις αβρόχοις ποσίν, παντός καιρού και διά πάσα μαλακία.

Δεν μπορείς να σταματήσεις τον ήλιο, ούτε τη βροχή. Εγώ προσπαθούσα να σβήσω τον ήλιο και να μαζέψω τη βροχή. Δεν γίνεται! Αποδέχεσαι ότι ο καιρός είναι άστατος, και φεύγεις, προφυλάσσεσαι.

Κάποτε μου είχε γράψει μία ανώνυμη σχολιάστρια εδώ, ότι όταν σε ενοχλεί το φως της λάμπας δεν προσπαθείς να σβήσεις τη λάμπα. Απλά φεύγεις για να μην σε ενοχλεί το φως της. Δεν είχα καταλάβει τότε γιατί. Σε μένα ακουγόταν πολύ απλό να πατήσεις τον διακόπτη και να τη σβήσεις. Δεν πάει έτσι. Η λάμπα θα λάμπει, και αν τη σβήσεις θα βρεθεί άλλος να την ξανά ανοίξει. Αν δεν το αντέχεις, πας και κοιμάσαι σε άλλο δωμάτιο.

Το δεύτερο πράγμα που έμαθα από όλη αυτή τη διαδικασία είναι το εξής: Η ζωή είναι ένα μικρό διάλειμμα από την αιωνιότητα της ανυπαρξίας. «Από μια μαύρη τρύπα ερχόμαστε και σε μια άλλη μέσα θε να μπούμε» που λέει και ο Καρβέλας στο άσμα του. Ακριβώς γι’ αυτό, ο σκοπός στη ζωή δεν πρέπει να είναι κανένας άλλος από την ηδονή και την απόλαυση. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να αντιδράς με τρόπο που οι βιοχημικές αντιδράσεις του εγκεφάλου σου, να σου προσφέρουν χαρά. Αυτό θα επιτευχθεί μόνο επιλέγοντας σε κάθε δεδομένη στιγμή αυτό που σου προξενεί απόλυτη χαρά και ικανοποίηση. Τέρμα οι ενοχές, τέρμα η καταπίεση, τέρμα οποιαδήποτε μορφή δουλοπρέπειας.

Αν κάθεσαι στο γραφείο και τσαντίζεσαι, απλά σήκω και φύγε. Πήγαινε μια βόλτα και ξαναγύρνα, βγες και αγόρασε κάτι που μπορεί και να μην χρειάζεσαι. Αν σε τσαντίζει η τάδε συνάδελφος, βρίστην. Μετά ζήτα της συγγνώμη. Αν σου πει ότι η συγγνώμη είναι μισό χέσιμο, συμφώνησε. Θα έχεις ήδη χαρεί από την έκπληκτη φάτσα της. Αν επιμένει, πες της ότι δεν άκουσε καλά και ότι όλα τα έβγαλε από το μυαλό της. Βγάλτην τρελή. Γάμησέ της το μυαλό. Αν πάει στον διευθυντή και σε καταγγείλει παραδέξου ότι την έβρισες αλλά πες του ότι το καταπόλαυσες και ότι θα έπρεπε να το δοκιμάσει κι ο ίδιος. Βρίστε την μαζί! Αν θέλεις να φας τυρόπιτα, φάε! Αν θέλεις να ακούσεις τσιφτετέλια, άκου τα. Αν θέλεις να φύγεις από το πάρτι που δεν περνάς καλά, φύγε και πες τους το κατάμουτρα ότι φεύγεις επειδή δεν περνάς ωραία. «Είστε όλοι βαρετοί». Γίνε αγενής αν αυτό σου προξενεί χαρά. Γίνε ευγενής αν αυτό σου προξενεί ακόμα περισσότερη χαρά. Κάνε ό, τι θέλεις! Είσαι σαράντα. Ζήτημα να σου απομένουν άλλα τόσα (αντικειμενικά λίγα και αμφιβόλου ποιότητας) χρόνια μπροστά σου. Μην στερείς του εαυτού σου ούτε λεπτό ηδονής. Θέλεις να κάνεις σεξ; Κάνε! Δεν θέλεις; Μην κάνεις. Δες Νετφλιξ. Βγες για μπύρα. Δεν έρχεται κανένας μαζί σου; Βγες μόνος σου. Πήγαινε βόλτα με το ποδήλατο, πότισε τα δέντρα, ξάπλωσε χάμω και γίνε ολόλασπος και μετά τρόμαξε τη γριούλα που περπατά στο μούχρωμα για να κάψει τη χοληστερίνη. Κάνε ό, τι θέλεις. Αυτό κάνω εγώ φέτος. Και είναι τέλειο γιατί άμα σε καταλάβουν ότι έτσι πλέον πορεύεσαι και δεν είσαι διατεθειμένος να σταματήσεις οπουδήποτε, λίγοι τολμούν να μπουν τροχοπέδη στα θέλω σου. Τον τρελό και τον φοβούνται και τον σέβονται.

Αυτά μου έμαθε η ψυχοθεραπεία, αυτά μου έμαθε ο Καρβέλας, αυτά μου έμαθε ο Σοπενχάουερ. Ελπίζω να μην χρειαστεί ποτέ ξανά να καθίσω στο ντιβάνι. Η ψυχοθεραπεία είναι πανάκριβη, αλλά επέμενα να την κάνω ακόμα και στους χαλεπούς καιρούς όπου έπρεπε να δουλεύω στο μωλ για να τα βγάζω πέρα. Ήταν μία επένδυση για τη γαλήνη μου. Μία ψυχή την έχω, και δεν θα σας έκανα τη χάρη να μου τη βγάλετε πριν την ώρα μου. Αμήν!