Τετάρτη, Ιανουαρίου 30, 2019

Χώρα Πιθήκων, Χώρα Ελληνική

Η Κύπρος δεν είναι ελληνική κυρία Σταύρου μου.

Από όποια σκοπιά και αν το δούμε, η Κύπρος μόνο ελληνική δεν είναι.

Και αυτό στο λέω και στο δηλώνω εγώ, που για να προσδιοριστώ ως Έλληνας και να βρω τις ρίζες και την ταυτότητά μου, έπρεπε να γίνω 22 χρονών και να έχω πάει στην Αγγλία. Στην Αγγλία, ως φοιτητής, αντιλήφθηκα ότι είμαι Έλληνας από την κορφή μέχρι τα νύχια, όταν χαμένος μέσα σε εκατοντάδες κουλτούρες φοιτητών εγώ ένιωσα οικειότητα και ταύτιση με την ελληνική κοινότητα. Προηγουμένως δεν ξέρω τι ήμουν, ήμουν Κύπριος, ήμουν δευτεροκλασάτος Έλλην, ήμουν νησιώτης, ήμουν μαθητής, γενικότερα δεν είχε και τόση σημασία επειδή ούτως ή άλλως ήμουν σε μία ηλικία που το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να βλέπω τηλεόραση και να βρω γκόμενα. Δεν είχα αναζητήσεις αυτοπροσδιορισμού.

Πίσω στο θέμα μας, όμως. Η Κύπρος δεν είναι ελληνική. Είναι «ανεξάρτητη» από το 1960. Βέβαια, κατοικείται στην πλειοψηφία της από μία κοινότητα που προσδιορίζεται ως ελληνική, η οποία όμως δεν υπηρετεί τα ελληνικά γράμματα σε ικανοποιητικό βαθμό ώστε να προασπίζεται την ταυτότητά της με πρόσχημα την παιδεία της. Τα κοινωνικά δίκτυα, προσωπικά, μου άνοιξαν τα μάτια. Η αμορφωσιά στην έκφραση, στη σύνταξη, στο λεξιλόγιο και στην ιστορική μνήμη είναι τόσο διάχυτη σε κάθε κοινωνικό στρώμα και στη συντριπτική πλειοψηφία της χώρας, που θα ήταν ντροπή για τον ελληνισμό να αποτελούμε μέρος του. Αν δεις και ένα-δυο επεισόδια του πιο αδύναμου κρίκου αντιλαμβάνεσαι εύκολα ότι δεν δικαιούμαστε να διεκδικούμε ουδέν μερίδιο ελληνικότητας. Η εξέλιξη από τον πίθηκο και μετά ήταν ελάχιστη.

Οπότε, ποια ελληνικότητα διεκδικούμε; Την ελληνικότητα του 2019; Αυτήν που χάνει μάχες από τα Σκόπια; Αυτή που δεν μπορεί να σώσει ούτε το τομάρι της από τα μνημόνια και δεν μπορεί να εκλέξει έναν ταγό της προκοπής; Ναι, μπορώ να μας «δω» ως κομμάτι αυτής της παρακμής, αλλά τέτοια ελληνικότητα ούτε εγώ τη θέλω. Και αύριο να μου πεις δηλαδή, να ενωθούμε με την Ελλάδα του Τσίπρα εγώ θα ψηφίσω όχι. Ή μάλλον μπορεί να ψηφίσω και «ναι» από γινάτι, να τη σπάσω στους αριστερούς που βγάζουν σπυριά στη θέα της γαλανόλευκης. Αλλά σοβαρά ομιλώντας, δεν είναι στο συμφέρον κανενός να γίνουμε πλέον μέρος της σημερινής Ελλάδος.

Είναι στο συμφέρον μας να σταθούμε μόνοι μας; Ή μάλλον, μπορούμε να σταθούμε μόνοι μας; Όχι βέβαια, αριθμητικά δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε κανέναν εχθρό, εγκεφαλικά έχουμε αποδείξει προ πολλού πως είμαστε καμένοι. Τι απομένει; Να παρηγορηθούμε πως είμαστε Ευρωπαίοι. Και γιατί όχι δηλαδή; Όταν Ρουμάνοι και Βούλγαροι θεωρούνται πλέον Ευρωπαίοι, γιατί όχι και ‘μεις; Πόσο χειρότεροι είμαστε πια; Σε λίγο θα γίνουν Ευρωπαίοι οι Αλβανοί, οι Σκοπιανοί και οι Σέρβοι. Εμείς θα χαλάσουμε την πιάτσα; Και γιατί δηλαδή να μην επενδύσουμε σ’ αυτή τη φαντασίωση; Σας πέφτουν λίγα τα σαλόνια των Ιλισίων Πεδίων ή τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ; Μπορεί να μην σας προσλαμβάνουν εκεί ούτε για να τα καθαρίζετε, αλλά θα ήταν μία ωραία αφορμή για να ξεφύγουμε από το «η Κύπρος είναι Ελληνική» που προκαλεί εν έτει 2019 τόσες αντιδράσεις, σάμπως και χέστηκε η φοράδα στ’ αλώνι για το τι είναι η Κύπρος.

Πείτε ρε παπάρες «η Κύπρος είναι Ευρωπαϊκή». Και πείτε το πειστικά! Αυτό περιλαμβάνει και την Ελλάδα και ακόμα 27 χώρες! Τι πιο ωραίο, ρεαλιστικό και νομικά αδιαμφισβήτητο; Και κυρίως δεν περιλαμβάνει την Τουρκία. Υπάρχει ωραιότερο σύνολο αυτή τη στιγμή για να ανήκεις;

Δεν μας καλλιεργήθηκε η ευρωπαϊκή ταυτότητα επαρκώς. Μία έκθεση ιδεών του Συμβουλίου της Ευρώπης κάθε χρόνο στο σχολείο δεν ήταν αρκετή για να νιώσουμε κομμάτι της ηπείρου. Ούτε η τηλεόραση κάνει επαρκώς τη δουλειά της με λαϊκές προσεγγίσεις τύπου Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα και Γιουροβίζιον. Έπρεπε να ήταν πιο εντατική η καλλιέργεια της κοινής συνείδησης με τους άλλους 27. Να αντιληφθούμε ότι πλέον αποτελούμε ένα υπερκράτος που μόνο έτσι μπορεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μουσουλμανικού και γενικότερα του ασιατικού κόσμου. Ναι, θα συμφωνήσω, έχει και η Ευρώπη χίλια δυο κακά, έχει δημοκρατικό έλλειμμα, υπάρχουν κι εκεί οι μπροστάρηδες και οι τελευταίοι τροχοί της αμάξης, δεν επωφελούνται όλοι το ίδιο, μπορείς να πεις ότι πρόκειται για δούρειο ίππο του γαλλογερμανικού άξονα, ενώ μια βόλτα στις Βρυξέλλες αρκεί για να την απομυθοποιήσεις κι αυτήν σε ένα μεγάλο βαθμό. Αλλά τι καλύτερο εισηγείστε;

Όπως και να ‘χει, αυτά είναι ψιλά γράμματα για κάποιον που σκοπεύει απλώς να χειραγωγήσει τη πλέμπα στο μνημόσυνο του Γρίβα. Με ένα «η Ευρώπη είναι ελληνικό δημιούργημα», με ένα «ο Δίας πήδηξε την Ευρώπη για να δημιουργηθούν τα κράτη της» θα μπορούσε να φέρει και πάλι την Ελλάδα στο στόχαστρο. Θα έθετε νέο προσανατολισμό που δεν θα απέκλειε το ελληνικό στοιχείο, αντίθετα, θα το καθιστούσε επίκεντρο ενός μεγαλύτερου οικοδομήματος. Και η φαντασίωση θα παρέμενε ζωντανή για τους ρομαντικούς, και θα τροφοδοτούσε τις μάζες περί ελληνικότητας σε άλλο επίπεδο πια.

Κατά τα άλλα, ναι. Η Κύπρος δεν είναι ελληνική, όπως δεν είναι ελληνική πια ούτε η ίδια η Ελλάδα. Όπως δεν είναι και κανένας τριγύρω μας. Η Ελλάδα στο μυαλό μου είναι πολύ μεγάλη ιδέα για να την καπιλεύεται ο μέσος Κύπριος που κατά την ταπεινή, αυστηρή μου γνώμη είναι σκέτος δούλος. Κατ’ εμέ η Κύπρος είναι δούλα. Δούλα με δούλους έτοιμους να ξεπουληθούν σε όποιον τους τάξει δυο μπακίρες. Σ’ αυτό δεν νομίζω να διαφωνεί κανείς. Αλλά μέχρι να φτάσουμε σ’ αυτό το επίπεδο αυτογνωσίας, μέχρι να έχουμε εξοικειωθεί με το μηδέν της ύπαρξής μας και να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε ουσιαστικά κάτι καλύτερο, ας βολευτούμε με το all time classic περί «γης ελληνικής» και «χώρας αγίων».

Η Κύπρος δεν είναι ελληνική, αλλά δεν είναι και τίποτε καλύτερο από… ελληνική. Αυτό κατά βάθος σας τρώει.


Υ.Γ.: Μόλις είδα μια φωτογραφία από τα έργα στην πλατεία Ελευθερίας. Πες μου τι κοινό μπορεί να έχει η Κύπρος με την Ελλάδα που μας γοήτευσε, με την Ελλάδα που έχτιζε παρθενώνες για πλάκα, όταν μία τσιμεντένια λεκάνη χρειάζεται δέκα χρόνια μίνιμουμ για να τελειώσει. Πες μου τι κοινό μπορεί να έχει η Κύπρος με οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα που κάτι τέτοια έργα δεν παίρνουν πάνω από ένα χρόνο να τελειώσουν. Ναι, μην σας πω τι είναι η Κύπρος σας και με πείτε και πάλι αφοριστικό.

Τρίτη, Ιανουαρίου 29, 2019

Έγραψα Ένα Ποίημα

Μύξες και Φλέγματα

Κιτρινοπράσινα, πηχτά, εκκρίματα,
της μοίρας μου τα κρίματα.
Κυλούν στο χαρτομάντιλο, Ενίοτε στο δεξί μου μάγουλο.
Ω, Θεοί των φαρμάκων,
Αποσυμφορίστε με,  και αν στο τέλος θέτε, αφορίστε με,
Μα δεν αντέχω άλλα φλέγματα,
Βήχω και λέω αρχαία αποφθέγματα.
«Τα πάντα ρει και ουδέν μένει»,
Άλλο ένα kleenex περιμένει.
Γκούχου-γκούχου, φτύσε πάλι.
Μια ροχάλα δεν σου φτάνει.
Γκούχου-γκούχου,
Γκάχα-γκάχα,

Δεν αργώ να μπω στην κάσα!

Παρασκευή, Ιανουαρίου 25, 2019

Τρελός Παπάς Σε Βάφτισε Vol.3

Εξακολουθώ να εκπλήσσομαι που υπάρχει ακόμα κόσμος που ονομάζει τα παιδιά του βάσει των παππούδων και γιαγιάδων, προκειμένου να τους δώσει ηθική ικανοποίηση.

Πάμε πίσω στο 1980.

Η μάνα μου, που είχε αποβάλει δύο παιδιά πριν γεννηθώ εγώ, είχε κάνει τάμα στην Παναγία να δώσει το όνομά Της στο παιδί που θα κατάφερνε να φέρει τελικά στον κόσμο. Σε εμένα δηλαδή. Θα με ονόμαζε Μάριο, ή Μαρία αν ήμουν κορίτσι. Τελικά, με το που γεννήθηκα όλοι φώναξαν με χαρά στο μαιευτήριο «να μας ζήσει ο Μάριος», αλλά ονομάστηκα Χρίστος επειδή η γιαγιά μου, από τη μεριά του πατέρα μου, προσποιήθηκε λιποθυμιά στο άκουσμα του ονόματος. Δεν διανοούνταν πως δεν θα έπαιρνα το όνομα του παππού μου. Για να αποφευχθούν παράπλευρες απώλειες, λοιπόν, βαφτίστηκα Χρίστος, με ιώτα, και η Παναγία μας συγχώρεσε οικογενειακώς, αφού μπορεί να μην πήρα το όνομά της, πήρα όμως αυτό του γιου της. Όλοι έμειναν ευχαριστημένοι.

Στο 2019, λίγα άλλαξαν!

Οι παππούδες και οι γιαγιάδες παίρνουν κάποια ανεξήγητη και μυστηριώδη ικανοποίηση με το να παίρνουν το όνομά τους τα εγγόνια τους. Έχω πολλές απορίες να σας υποβάλω. Αν η χαρά να δίνεις το όνομά σου σε άλλον είναι τόσο μεγάλη, γιατί δεν αρχίσατε από τα τέκνα σας; Γιατί ειδικά το εγγόνι; Γιατί όχι το ανίψι;

Επίσης, τι ακριβώς έχει το όνομά σας και πρέπει να διαιωνιστεί στον αιώνα τον άπαντα; Να σας λέγανε Μαντόνα, να σας λέγανε Μαραντόνα, να σας λέγανε Ελευθέριο Βενιζέλο, να σας λέγανε Άλμπερτ Αϊνστάιν να το καταλάβω. Αλλά άμα δεν έχεις και κάποιο θεάρεστο έργο να επιδείξεις, το οποίο να φτάνει μέχρι και τα όρια της εθνικής ευεργεσίας, για ποιο λόγο να στιγματίσεις το εγγόνι με το όνομά σου; Για να σε θυμάται; Θα σε θυμάται ούτως ή άλλως. Εγώ δεν θυμάμαι τον παππού μου επειδή πήρα το όνομά του. Τον θυμάμαι επειδή υπήρξε. Ομοίως θυμάμαι και τον άλλο παππού που δεν πήρα το όνομά του. Μάλιστα τον θυμάμαι περισσότερο αφού υπήρξε περισσότερο παρών στη ζωή μου.

Αλλά, έστω, και εθνικός ευεργέτης να είστε. Θεωρείτε σοφό να πάρει το όνομά σας το εγγόνι σας, αν αυτό μάλιστα αποδειχτεί ανίκανο να συνεχίσει το έργο σας; Δεν λυπάστε που μπορεί ο Άλμπερτ Αϊνστάιν ο νεότερος να είναι σκνίπα στα μαθηματικά και ούτε μία πρόσθεση να μην μπορεί να κάνει σωστά; Δεν λυπάστε που το φέρνετε προ τετελεσμένων και πιθανόν να το εκθέσετε με τη μανία σας να πάρει το όνομά σας; Θα μπορούσε, π.χ. ο εγγονός του Κολοκοτρώνη, ο Θεόδωρος τζούνιορ, να πάρει απαλλαγή από τον στρατό; Ρόμπα θα γινότανε. Πώς θα συνέχιζε την ιστορία; Οπότε, μόνο κακό θα του έκανε ο παππούς του, ο στρατηλάτης, αν επέμενε να του δώσουν το όνομά του και ο εγγονός προέκυπτε κατώτερος των προσδοκιών.

Το παιδί πρέπει να παίρνει ένα όνομα που το εμπνέονται οι δημιουργοί του. Οι γονείς του δηλαδή. Είναι καρπός του έρωτά τους και αυτοί πρέπει να το ονοματίζουν. Ελεύθερα και μακριά από πιέσεις. Φαντάζεστε να έπρεπε να ζωγραφίσει ο Πάμπλο Πικάσο έναν πίνακα αλλά να έπρεπε να διαλέξει το όνομα του έργου του ένας άσχετος; Φαντάζεστε ας πούμε, τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι να ρωτούσε κάποιον τρίτο πώς να βάφτιζε τη Μόνα Λίζα; Από πού κι ως πού;! Ξεκωλώθηκε να τη ζωγραφίσει για να τη βαφτίσει άλλος; Εγώ το βρίσκω τουλάχιστον θρασύ να έχεις άποψη για το πώς θα βαφτιστεί το παιδί κάποιου τρίτου.

-         Ορίστε, μάνα, επιτέλους! Σου παρουσιάζω τη Μόνα Λίζα! (τραβά σεντόνι αποκαλύπτεται ο πίνακας)
-         Μόνα Λίζα; Θέλεις να πεθάνεις τη μάνα σου; Θέλεις να πεθάνεις τη μάνα σου, σατανισμένε; Τζοκόντα θα τη βγάλεις αν θέλεις να ζήσω!
-         Μα, Τζοκόντα; Εν έτει 1503 βαφτίζουν ακόμα Τζοκόντες;
-         Σβήνω! Σβήνω!

Και εγένετο η Τζοκόντα-Μόνα Λίζα. Όπως κι εδώ με κάτι Σαββούλες-Μανταλένες και με κάτι Παναγιώτηδες-Μάξιμους. Ακούς το όνομα και ξέρεις: Το πρώτο, το χωρκάτικο μπήκε για να ικανοποιηθεί η γιαγιά, το δεύτερο, για να ικανοποιηθεί το άππωμα της μάνας. Ε, αν πάρει και το επίθετο του πατέρα, έχει καλώς.

Δεν είναι εγωπάθεια. Αν ήταν εγωπάθεια θα είχαν απαίτηση να είχαμε και εμείς το όνομά τους. Είναι κάτι πέρα από αυτό, που ακόμα δεν έχω αποκωδικοποιήσει. Είναι σκέτη μαλακία. Ο πατέρας μου, ας πούμε, εάν ζούσε θα μας είχε κόψει την καλημέρα επειδή βγάλαμε τον γιο μας άλλο όνομα από το δικό του. Ήμουν μικρό παιδί και τον θυμάμαι να μου τονίζει «το παιδί σου θα πάρει το όνομά μου!» Το έλεγε με τόσο πάθος που σχεδόν νόμιζα πως επρόκειτο για νόμο. Ευτυχώς πέθανε και δεν είδε ότι τελικά γλιτώσαμε το καημένο το παιδί από ένα τόσο άσχημο όνομα. Βέβαια, είμαι σίγουρος ότι και εκεί που βρίσκεται γνωρίζει την παρασπονδία και μια μέρα θα «την ακούσω».


Εν πάση περιπτώσει, αυτά είχα να πω, γεια σας. Αν διερωτάστε για το timing της ανάρτησης, όχι, δεν περιμένουμε παιδί, ούτε ψάχνουμε όνομα. Απλά είναι κάποιες σκέψεις που για καιρό στριφογυρνούσαν στο μυαλό μου.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 23, 2019

Ήρθε Η Ώρα Να Κυβερνήσουμε

Χθες το βράδυ, λίγο πριν να κοιμηθούμε, η Μπρέντα γύρισε και μου είπε ότι «ο τάδε γνωστός μας θα κατέβει υποψήφιος στις ευρω-εκλογές».

Ω, ναι! Φτάσαμε την ηλικία που αντί για βραδινό φιλί, κλείνουμε τη μέρα σχολιάζοντας τέτοιες ποταπές ειδήσεις. Απογοητευτικό από κάθε άποψη. Έκλεισα τα μάτια μου και σκέφτηκα διάφορα πράγματα.

Κατ’ αρχάς, όταν ήμασταν μικροί οι πολιτικοί μας φαίνονταν ως κάτι σοβαροί, ηλικιωμένοι κύριοι που «ήξεραν τη δουλειά τους» και που «αναλάμβαναν να μας κυβερνήσουν για να κοιμόμαστε εμείς ήσυχοι». Μεγαλώνοντας αυτή η εικόνα απομυθοποιήθηκε και κάναμε αμάν να τους στείλουμε σπίτι τους, με την ελπίδα ότι όταν θα κυβερνούσε η νέα γενιά τα πράγματα θα γίνονταν καλύτερα και θα πέφταμε να κοιμηθούμε ξέγνοιαστοι. Και ήγγικεν η ώρα. Δυστυχώς, δεν προβλέπω να ξανακοιμάμαι ήσυχος. Διότι μπορεί στα παιδικά μου μάτια αυτοί οι ηλικιωμένοι κυριούληδες να φάνταζαν αρχικά σχετικοί και χρήσιμοι, μα τα ονόματα που ξεφυτρώνουν από τη δική μου τη γενιά απλώς με προετοιμάζουν ότι δεν είδαμε ακόμα τι πάει να πει πραγματικός εφιάλτης!

Δεν έμεινε παράξενος για παράξενος του σχολείου μου που δεν ασχολήθηκε με τη πολιτική. Θα μου πεις, κι εσύ στους παράξενους συγκαταλέγεσαι. Ναι, οκ. Εγώ όμως έχω και λίγο χάζι. Και ξέρω μέχρι που φτάνει η μαλακία μου. Δεν επιχειρώ να σας «σώσω». Έχω αντιληφθεί ότι δεν αξίζετε σωτηρίας. Αντιθέτως, αν έπρεπε να επιχειρήσω κάποιου είδους πολιτική δράση, αυτή θα είχε σκοπό την παντελή καταστροφή σας. Αλλά, πιστέψτε με ούτε αυτοί που δήθεν νοιάζονται για να μας σώσουν μπορούν και θέλουν να το καταφέρουν.

Έτυχε να μιλήσετε ποτέ με νέους πολιτικούς; Σε εμένα έτυχε. Σε πάρτι, σε γάμους, σε κοινωνικές συνευρέσεις, από ‘δω και από ‘κει. Είναι άνθρωποι οι οποίοι παρόλο που η ηλικία τους κυμαίνεται από τριάντα έως σαράντα έτη, εντούτοις ομιλούν τόσο παλιακά, τόσο παρωχημένα που αναρωτιέσαι αν η πραγματική τους ηλικία είναι κάτω των εξήντα. Και δεν αναφέρομαι σε κάποια αρχαΐζουσα χρήση της ελληνικής γλώσσας, κάτι που θα με χαροποιούσε ιδιαίτερα και θα αναπτέρωνε το ηθικό μου. Αναφέρομαι στο στιλ, στις ιδέες, στη νοοτροπία. Είναι όλοι τόσο στημένοι και προσεχτικοί στο τι θα πουν, που αναρωτιέσαι πώς θα κονταροχτυπηθούν όλοι αυτοί με τα κατεστημένα, όταν για να σου πουν μια πρόταση σκέφτονται δέκα ώρες μην τυχόν υποπέσουν σε λεκτικά ατοπήματα.

Από τους νέους πολιτικούς μόνο έναν άνθρωπο γνώρισα που μιλά και φέρεται φυσιολογικά και αντίστοιχα με την ηλικία του. Τον Δημήτρη τον Δημητρίου του ΔΗΣΥ. Όλοι οι υπόλοιποι που γνώρισα είναι για να τους κλαιν’ οι ρέγγες. Ο Δημήτρης μιλά τόσο καθημερινά και χύμα που σε φέρνει σε αμηχανία. Εγώ όποτε τον πετύχω έξω αναρωτιέμαι αν αυτός είναι ο περίεργος ή όλοι οι υπόλοιποι που έχουν καταπιεί μπαστούνι και ξέρεις από πριν τι και πως θα εκφραστούν. Είναι τόσο φυσιολογικός που εμένα προσωπικά μου γεννά καχυποψία. Εκεί φτάσαμε! Να νιώθουμε ότι κάτι δεν πάει καλά όταν μας μιλούν ανθρωπινά.

Ε, μα πώς αλλιώς; Κάποτε είχα πάρε δώσε με έναν άλλο φέρελπι πολιτικό (μην σας πω με ποιο σχηματισμό κατεβαίνει τώρα στις εκλογές και αυτό-δυσφημιστώ για τις συναναστροφές μου), που με πήρε τηλέφωνο να μου ευχηθεί για τα γενέθλια μου - στα φιλικά. Μου μιλούσε στο τηλέφωνο λες και έβγαζε ομιλία σε συλλαλητήριο. Μέχρι να μου πει το «χρόνια πολλά» νομίζω μου είχε πει και το «ευχόμαστε μία δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού». Τόσο προβλέψιμος, τόσο κλισέ που ήθελα να του πω "σκάσε γρουσούζη και μας έπρηξες!" Από το πολύ το στήσιμο δεν μπορούσε να αρθρώσει καθημερινό, φυσιολογικό λόγο.

Ομοίως και οι γκόμενες της πολιτικής που ξεφύτρωσαν προσφάτως. Τις αποκαλώ γκόμενες ξεπίτηδες γιατί παρόλο που το παίζουν φεμινίστριες και γυναίκες σύγχρονες και χειραφετημένες πρόκειται για κατώτερης στάθμης -καταπιεσμένες- οντότητες. Δεν μπορούν να μιλήσουν αν δεν πιάσουν πρώτα έγκριση του κομματάρχη τους. Δεν μπορούν να βγάλουν μια φωτογραφία αν δεν την εγκρίνει πρώτα το κόμμα. Δεν μπορούν να πουν την πραγματική τους γνώμη αν αυτή δεν συνάδει με την πολιτική γραμμή της παράταξης. Αλλά κατά τα άλλα, πρώτες και καλύτερες φιγουράρουν στα συνέδρια γυναικείας ανεξαρτησίας. Τι αστείο! Τι ειρωνικό! Για τον πούτσο χειραφέτηση, συγγνώμη κιόλας.

Ναι, ήρθε η ώρα να κυβερνήσει η γενιά μου και γελώ από τώρα αφού πλέον τους υποψηφίους τους γνωρίζουμε. Τους ζήσαμε, τους ψυχολογήσαμε. Ξέρουμε τι κάνανε στις τουαλέτες του σχολείου, ξέρουμε πώς σπουδάσανε, ξέρουμε από ποιον αντιγράφανε, ξέρουμε τι κρύβουν. Από μία άποψη αυτό είναι καλό, γιατί τουλάχιστον μπορούμε να αποφύγουμε τις κακοτοπιές. Από μια άλλη, νιώθω πιο ανασφαλής από ποτέ! Και όσο μεγαλώνω και κυβερνούν οι νεότεροι, αυτοί που συνεννοούνται πλέον με greeklish και emoticons τόσο περισσότερο πανικοβάλλομαι. Ένα μόνο θα σου πω: Κοπέλα που όταν σπουδάζαμε μαζί στην Αγγλία ντυνόταν Άννα Βίσση και γυρίζαμε μαζί βίντεο κλιπς στα πάρκα του Λονδίνου για την πλάκα μας, διορίστηκε σε υψηλό πόστο στους πρόσφατους διορισμούς των ημικρατικών οργανισμών, χάρη στο κόμμα που ανήκει ο πατέρας της. Εννοείται ότι αν δεν την αγαπούσα για τις αναμνήσεις που μου χάρισε, το βίντεο θα είχε μοσχοπουληθεί ήδη για εκατοντάδες ευρώ σε αντιπάλους, προκειμένου να την εκβιάζουν σχετικώς. Γι’ αυτό σας λέω:


Καμία σωτηρία. Πιάστε το μωρό σας και φύγετε.  

Πέμπτη, Ιανουαρίου 10, 2019

Η Πιο Όμορφη Κρίκα

Και φτάσαμε να ζήσουμε τους καιρούς που το να λες σε ένα κοριτσάκι ότι είναι πολύ όμορφο και αξίζει να πάει στα καλλιστεία όταν μεγαλώσει να είναι τόσο κατακριτέο ώστε να αξίζει να γίνουν ατέρμονες συζητήσεις στα κοινωνικά δίκτυα με αποκορύφωμα τη παρέμβαση της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού. Με ποιο ακριβώς ρόλο, δεν έχω ακόμα καταλάβει. Ίσως να υπάρχει κάποιο δικαίωμα «μη καταπιεστικής συμμετοχής στα καλλιστεία άμα την ενηλικίωση» και να μην το ξέρω.

Εν πάση περιπτώσει, τρελούς καιρούς διανύουμε, θα τα υποστούμε κι αυτά.

Δυσκολεύομαι όμως να το καταπιώ. Ότι ποινικοποιήσαμε και την ομορφιά. Και προ πάντων το ότι την εξισώσαμε με την πνευματική επιφάνεια. Βλέπεις όμορφη = είναι χαζή. Αν έχει σκοπό να πάει και στα καλλιστεία, ακόμα χειρότερα, χαζή και με βούλα! Το ενδεχόμενο κάποια να είναι και όμορφη και καλλιεργημένη το απορρίπτουμε αβλεπεί. Γιατί;  Η απάντηση είναι πολύ απλή και παιδική και αφού έχουμε να κάνουμε με παιδιά ας την μοιραστούμε: Επειδή αυτό βολεύει να πιστεύουν οι άσχημες.

Υπάρχουν πολλές κουκλάρες που συνδυάζουν εσωτερική καλλιέργεια, οξύτητα πνεύματος και έχουν πνευματικές αναζητήσεις. Απλά ο συνδυασμός αυτός σπανίζει στην Κύπρο. Στο εξωτερικό χαμός γίνεται. Βρίσκεις άνετα γυναικάρες με προσωπικότητα. Που ξέρουν και πότε να βαφτούν και πότε να ανοίξουν το βιβλίο τους. Και οι οποίες, φυσικά, δεν θα έκαναν θέμα ένα άκαιρο σχόλιο σαν κι αυτό.

Το γελοίον του πράγματος φαίνεται καλύτερα όταν σκεφτείς τι θα γινόταν αν το σχόλιο αυτό απευθυνόταν σε κάποιο αγόρι. Κανείς δεν θα πτοούνταν! «Να πας στα καλλιστεία όταν μεγαλώσεις, θα γίνεις σίγουρα ο μίστερ Σάιπρους». Εκεί δεν θα κινητοποιούνταν κανένας. Θα το βρίσκαμε λίγο awkward, μα αμφιβάλλω αν θα άνοιγε καμιά μύτη σε πολιτικό επίπεδο (σήμερα έβλεπα ένα τουίτ του Σταύρου Μαλά που ζητούσε τιμωρία του παρουσιαστή και λίγο έλειψε να μου βγει το τσάι απ’ τη μύτη). Ενδόμυχα θεωρείτε τις γυναίκες υποδεέστερες, μάνα μου. Αυτό είναι το πρόβλημά σας. Και όσο αφήνετε αυτά τα σχόλια να σας επηρεάζουν, δεν βοηθάτε στο να απεγκλωβιστείτε εσείς πρώτα απ’ όλα από τα συμπλέγματα και τα στερεότυπα που σας εμφύτευσαν και τα αφήσατε να σας πνίξουν τον εγκέφαλο.

«Δεν λες τέτοια πράγματα σε ένα παιδί»

Γιατί δεν τα λες; Αν είναι πραγματικά τόσο εξωπραγματικά όμορφη που να αξίζει βραβείου, γιατί να μην το πεις; Επειδή τα καλλιστεία θεωρούνται πασέ; Και η ιατρική και η νομική πασέ θεωρούνται. Αλλά όλοι συνεχίζετε να τις σπουδάζετε. Και στο κάτω κάτω, κανένας δεν της είπε να μην σπουδάσει. Να σπουδάσει ό, τι θέλει, να κάνει δέκα μεταπτυχιακά και τρία δοκτοράτα! Αν μπορεί να πάρει και έναν τίτλο ομορφιάς για πλάκα, τι θα πάθει; Λίγα βγάζουν τα μοντέλα στην καθισιά τους;

«Είναι παιχνίδι γνώσεων! Δεν θα έπρεπε να προωθεί κάτι τόσο επιφανειακό όσο η ομορφιά!»

Ναι, επειδή για παιχνίδι γνώσεων τον κόψατε τον Κρίκο. Που αν δεν πήγαιναν να διαγωνιστούν τόσοι αστείοι τύποι, να αμολούν τα μαργαριτάρια τους και να αναπαράγονται στον Λούη Πατσαλίδη και σε όλα τα χιουμοριστικά / σατιρικά σάιτς για να γελάτε εις βάρος τους, θα καθόσασταν να το βλέπατε ως επιμορφωτικό μέσο. Επειδή ερωτήσεις του τύπου «ποιος Τομ έπαιζε στο Mission Impossible» και «Με τι είδους φύλλα τυλίχτηκαν οι πρωτόπλαστοι» είναι βαθιά εγκυκλοπαιδικές, και ξαφνικά έπεσε το επίπεδο με την αναφορά στα καλλιστεία. Χέστε μας!

«Το είπε τρεις φορές! Σκέψου πώς ένιωσαν τα άλλα κοριτσάκια στο στούντιο!»

Μα αυτό ακριβώς αποδεικνύει ότι ο παρουσιαστής το είπε και το εννοούσε. Αν έλεγε και στα τρία κοριτσάκια ότι αξίζουν να πάνε στα καλλιστεία θα ήταν σαν να τα κορόιδευε. Το γεγονός ότι έκρινε πως μόνο ένα θα άξιζε να διακριθεί μελλοντικά σε διαγωνισμό ομορφιάς, δείχνει ότι ήταν ειλικρινές το σχόλιο του. Και αν θέλετε τη γνώμη μου, τα άλλα κοριτσάκια, παρά να πληγωθούν, ας μάθουν τι πάει να πει γνώμη. Αν πληγώνονται επειδή κάποιος δεν τα είπε εξίσου όμορφα, πάει να πει ότι έχουν ήδη πρόβλημα.

Και επειδή σας βαρέθηκα, θέλετε να σας πω ορθά κοφτά τι πιστεύω; Ναι, θεωρώ άστοχο το σχόλιο του κ. Τρύφωνος επειδή ένα παιδάκι στην ηλικία εκείνη δεν μπορείς να ξέρεις πώς θα εξελιχθεί όταν μεγαλώσει και αν θα είναι τόσο όμορφο για να διακριθεί σε διαγωνισμό ομορφιάς. Είχα συμμαθήτριες κουκλάρες που μεγάλωσαν και χάλασαν και είχα συμμαθήτριες που δεν βλέπονταν και όταν μεγάλωσαν, άλλαξαν και ομόρφυναν. Δεν μπορείς να ξέρεις σε μια τόσο τρυφερή ηλικία πώς θα βγει η άλλη όταν ενηλικιωθεί για να της το τονίσεις τόσο, και να της δημιουργείς προσδοκίες που μπορεί να μην ευοδωθούν. Ήταν άστοχο, μα ως εκεί. Πιστεύω ότι του έφυγε και το είπε στην προσπάθεια να πρέπει πάντα κάτι να σχολιάσει μετά από κάθε γύρο. Που δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα δεδομένου του αριθμού παιχτών και των επεισοδίων που γυρίζονται κάθε βδομάδα. Όπως και να 'χει, ο Τρύφωνος είπε ότι δεν είχε κακή πρόθεση. Οι γονείς του κοριτσιού και το ίδιο το κορίτσι δεν παραπονέθηκαν. Οι υπόλοιποι γιατί πρήζεστε;! 


Εδώ την έχω την απάντηση. Βαριέμαι και να σας την πω.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 09, 2019

Φρίντα Κι' Άλλο

Μόλις γύρισα εκστασιασμένος από άλλη μία θεατρική παράσταση (εν τω μεταξύ παρατηρώ ότι όλο για παραστάσεις σας γράφω τελευταία, εξελίσσομαι σε Νόνα Μολέσκη από τα Lidl), και δεν θέλω να πέσω για ύπνο χωρίς να σας μεταφέρω τον ενθουσιασμό μου γι’ αυτήν. Φοβάμαι ότι αν περιμένω μέχρι αύριο δεν θα λάμπουν οι λέξεις μου στον βαθμό που φωτίζουν αυτή τη στιγμή τον εγκέφαλό μου, και από την ώρα που μπήκα στο αυτοκίνητο μέχρι να έρθω σπίτι.

Πρόκειται για την «πολύχρωμη ιστορία της Φρίντα Κάλο» που έγραψε ο Παναγιώτης Μπρατάκος, η Λέα Μαλένη και η Χριστίνα Κωνσταντίνου, και την οποία σκηνοθέτησε η Λέα. Νομίζω ότι δεν έτυχε να πάω σε παράσταση της Λέας και να μην σας γράψω μετά εδώ πέρα τα καλύτερα, και μετά να πάω να τη ξαναδώ δεύτερη φορά με άλλη παρέα για εμπέδωση. Αλλά αυτή τη φορά πιστεύω ότι ξεπέρασε τον εαυτό της και αξίζει άλλη μία εύφημος μνεία.

Λοιπόν, η παράσταση μυρίζει «Μαλένη» και περιέχει πολλά από τα κόλπα και τεχνάσματα που επιστρατεύει σε όλες τις παραστάσεις της. Εδώ, βέβαια, το πάει ένα βήμα παραπέρα και συνδυάζει τα πάντα μαγικά με ένα κείμενο-μούρλια - που σε κάποιες στιγμές ξεφεύγει από το θέατρο και γίνεται πραγματική ποίηση. Επιπλέον, παντρεύεται αρμονικά με τα σύγχρονα γραφικά που προβάλλονται στο φόντο και η παράσταση αποκτά και κινηματογραφικότητα. Σε φάσεις νόμιζα βλέπω ταινία. Ε, όλα αυτά ανακατεμένα στις σωστές δόσεις, δεν ήθελαν και πολύ να δημιουργήσουν ένα πολιτιστικό κόσμημα.

Η δε πλοκή, τουλάχιστον πανούργα, αφού στην αρχή νομίζεις ότι πρόκειται να δεις μία ιστορική αναδρομή στα best of της Φρίντας, κάτι μεταξύ ντοκιμαντέρ στο ντισκάβερι και διάλεξης ιστορίας της τέχνης και καταλήγεις να βλέπεις κάτι άλλο, πολύ σημερινό, πολύ εύθραυστο και τρυφερό που εμένα μου άγγιξε και μία ευαίσθητη χορδή και με απογείωσε συναισθηματικά. Δεν θα σας κάνω σπόιλερ όμως, γιατί εκεί κατ’ εμέ έγκειται και το κλου της βραδιάς. Είναι ιδιοφυές έργο. Το θαύμασα και το ζήλεψα. Να πάτε να το δείτε, να ξεστραβωθείτε από κάθε άποψη.

Φυσικά ένα τέτοιο έργο άξιζε καλύτερης προβολής, μεγαλύτερης διαφήμισης και φυσικά καλύτερου χώρου. Δεν το χωνεύω και δεν θέλω να το αποδεχτώ ότι τα πλείστα μας θέατρα είναι ετοιμόρροπα γκαράζ αυτοκινήτων τσάτρα-πάτρα μεταποιημένα για να φιλοξενήσουν παραστάσεις. Θα μου πεις, η τέχνη ανθίζει και στα αποκαΐδια και θα συμφωνήσω. Αλλά δεν το διανοούμαι εν έτει 2018 να φιλοξενούνται παραστάσεις και ειδικά μια παράσταση σαν κι αυτή, σε θέατρα που μου θυμίζουν το υπόγειο της γιαγιάς μου που κρυβόταν όταν τους βομβαρδίζανε οι Τούρκοι το ‘74.

Ξεφύγαμε όμως από το θέμα μας και αδικώ την παράσταση. Επιτέλους: Να πάτε στη Φρίντα, είναι επιμορφωτική εμπειρία. Θα μάθετε και νέα πράγματα, τρομάρα σας, που πατήσατε τα 40 και νομίζατε ότι η Φρίντα ήταν απλά μια άσχημη Μεξικάνα με σμιχτά φρύδια. 

Θα παίζεται μέχρι τέλος Ιανουαρίου, νομίζω, κάθε Τετάρτη και Σαββατοκύριακα. Εγώ πιθανότατα να ξαναπάω παίρνοντας μαζί μου κουτρουβαλιστούς όλους τους φίλους μου που παίζουμε μαζί θέατρο. 

Και το κερασάκι στην τούρτα της μέρας μου, άσχετο-σχετικό: γύρισα σπίτι στις 22:30 και τι να δω; Ο γιος μου ήταν ακόμα ξύπνιος! Με πήρε χαμπάρι ότι έφυγα και αρνούνταν να κοιμηθεί. Τον βρήκα να χοροπηδά πάνω στον καναπέ τρώγοντας κάτι αηδιαστικά rice cakes και τη μαμά του στα πρόθυρα. Δεν δεχόταν να ξαπλώσει αν δεν γύρναγα. Ψήλωσα άλλους δυο πόντους για την "τιμή" που μου κάνει; Ναι, ψήλωσα! 

Δευτέρα, Ιανουαρίου 07, 2019

The Hills Are Alive Ακόμα

Εχθές το απόγευμα πήγαμε με τη Μπρέντα να δούμε τη Μελωδία της Ευτυχίας, όπως μας ήρθε κατεβατή από το Ουέστ Εντ του Λονδίνου στο Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου. Επειδή έχω πικράν πείρα από τις παραστάσεις που μας έρχονται από το εξωτερικό, και γνωρίζω ότι δεν διαθέτουμε σκηνές που να μπορούν να εξυπηρετήσουν επαρκώς τις απαιτήσεις ενός θεάματος χωρίς να του μεταδώσουν τη αισθητική της αρπαχτής, κρατούσα εξ αρχής μικρό καλάθι ως προς το τι θα έβλεπα. Ήμουν σίγουρος ότι θα ξενέρωνα, άλλωστε προ ολίγων μηνών είχα παρακολουθήσει στο ίδιο θέατρο την παράσταση του Δείπνου Ηλιθιών με τον Σπύρο Παπαδόπουλο και την βρήκα εξόχως κουραστική, αφού δεν ακούγαμε καλά-καλά τι λέγανε οι ηθοποιοί λόγω της κακής ηχητικής του κτηρίου.

Σα να μην έφτανε το μικρό καλάθι που κρατούσα, προηγήθηκε και οικογενειακό τραπέζι Θεοφανείων με το σόι της Μπρέντας, όπου κάποιοι συγγενείς της με προϊδέασαν για τον ερασιτεχνισμό του πράγματος. Εν ολίγοις, κατέληξα να μην θέλω να πάω. «Πληρώσαμε €50 το άτομο. Όχι μόνο θα πας, αλλά θα σου αρέσει κιόλας!» μου είπε η σύζυγος σε τόνο αυστηρό. Εμ, τι να έκανα; Προσπέρασα τα συνήθη που μου προκαλούν εκνευρισμό, ήτοι την αίθουσα γεμάτη από μαμάδες με παιδάκια τα οποία δεν μιλούσαν γρι Αγγλικά και έπρεπε να τους μεταφράζεται το έργο σε πραγματικό χρόνο, προσπέρασα το γεγονός ότι παστώθηκα στον εξώστη σε μια καρέκλα που δεν χωρούσε να απλώσω τα πόδια μου (χειρότερα κι από αεροπλάνο της Ryanair!), προσπέρασα το γεγονός ότι εκεί που έκλασε το Ουέστ Εντ βγήκε το Θέατρο Στροβόλου, και είπα να σκάσω και να το δω.

Τελικά, το έργο το είδα και δεν το είδα.

Από την πρώτη στιγμή που η ζωντανή ορχήστρα άρχισε να παίζει τις πρώτες νότες της οβερτούρας εγώ μίκρυνα. Μίκρυνα, μίκρυνα, μίκρυνα και έγινα ξανά τεσσάρων χρονών να κάθομαι στον «ηλιακό» της γιαγιάς μου και να βλέπω την κασέτα στο βίντεο. Με τα λαμπιόνια του Χριστουγεννιάτικου δέντρου που ήταν στολισμένο παρά δίπλα να ακτινοβολούν και να αντικατοπτρίζονται στην οθόνη της τηλεόρασης καθιστώντας το έργο ακόμα πιο πολύχρωμο. Και με τη σόμπα του γκαζιού να μου καίει τη φόρμα και τη γιαγιά μου να με προειδοποιεί να απομακρυνθώ να μην καώ. Η μελωδία της ευτυχίας δεν είναι άλλο ένα Ρετιρέ του Δαλιανίδη που μεταδίδεται παραδοσιακά κάθε Χριστούγεννα. Είναι η ιστορία της παιδικής μου ηλικίας, και η αναβίωση μίας οικογενειακής θαλπωρής που δεν υφίσταται πια, η οποία, όμως, έχει ποτίσει το DNA μου.

Μίκρυνα, που λες, και έμεινα εκεί σε όλα τα Χριστούγεννα των παιδικών μου χρόνων, και ούτε το επαρχιακό θέατρο με πείραξε, ούτε τα παιδάκια που ρωτούσαν κάθε λίγο «τι είπε» με πείραξαν, ούτε τίποτα. Άκουγα μία εξαιρετική ορχήστρα και φωνές αγγέλων να ερμηνεύουν. Εκείνη η καλόγρια, τι φωνή, Θέ μου! Και να φανταστείς ότι ο θίασος έπαιζε με τον "πάγκο". Με την τριτοδεύτερη διανομή. Κι ομως! Τρεις ώρες σε κατάσταση νιρβάνας, ούτε καν κατάλαβα πώς πέρασαν. Τρεις ώρες που προσπαθούσα να μην κλάψω και γίνω ρεζίλι, τρεις ώρες που μετά από κάποια φάση είπα κλάψε γιατί ούτως ή άλλως σε πήρανε χαμπάρι.

Δεν μπορώ να σου γράψω τίποτε για την παράσταση αυτή καθεαυτή γιατί δεν με αφόρεσε ούτε για ένα δευτερόλεπτο. Κατά ένα μαγικό τρόπο, το τρίωρο εκεί ήταν ψυχοθεραπευτικό. No wonder κόστιζε €50! Τίποτε άλλο δεν είχε σημασία.

Σάββατο, Ιανουαρίου 05, 2019

Η Βίσση Στις Ευρω-εκλογές!

Η είδηση ότι η Άννα Βίσση θα κατέλθει υποψήφια στις ευρωεκλογές με το ψηφοδέλτιο του ΔΗΣΥ δεν είναι καινούρια. Είχε διαρρεύσει από το φθινόπωρο, αλλά δεν θέλαμε να την πιστέψουμε. Σήμερα διαβάζω στην Καθημερινή ότι υπήρχε καπνός επειδή υπήρχε και φωτιά, και ότι είναι όντως πιθανό η Άννα να διακοσμήσει το ψηφοδέλτιο των ευρω-εκλογών με το όνομα της πρώτο-πρώτο στη μαρκίζα.

Δεν περιγράφεται ο πανικός μου. Δεν ξέρω πού να απευθυνθώ, δεν ξέρω με ποιον να επικοινωνήσω, να της μεταφέρει δυο τρία πράγματα μπας και αποφύγει αυτή τη γκάφα ολκής. Θα τα γράψω εδώ με την ελπίδα ότι όπως κάθε φορά που θάβω κάποιον επώνυμο αυτός ενημερώνεται πριν ο αλέκτωρ λαλήσει τρεις, έτσι και τώρα κάποιος θα βρεθεί να της τα μεταφέρει.

Άννα μου,

Το να ενταχθείς σε ψηφοδέλτιο οποιουδήποτε κόμματος, και δη κυπριακού, είναι ένδειξη χωρκαθκιού. Δεν θέλεις και παπά να σου το πει. Κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν αφήνει τις δουλειές του για να ανακατευτεί με την πολιτική. Κι αν δεις, αν τους πιάσεις έναν, έναν, θα το διαπιστώσεις ιδίοις όμμασι ότι όσοι έχουν κομματική ταυτότητα δεν έχουν τι να κάνουν με τις ζωές τους. Χώρια το γεγονός ότι δεν παράγουν έργο, ή αν παράγουν είναι στο ελάχιστο των δυνατοτήτων τους. Ο Καρβέλας δεν τα έλεγε αυτά στην Κορομηλά σε συνέντευξή του, το 2002; Άμα τα ξέχασες βάλτον να σου τα ξαναπεί.  

Δεύτερον, τι θα πας να κάνεις στις Βρυξέλλες; Εγώ που σπούδασα ευρωπαϊκό δίκαιο, εγώ που κάποτε έπαιζα στα δάκτυλα τις αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών θεσμών και δεν τολμώ να πω ότι μπορώ να κάνω αυτή τη δουλειά. Και πολύ ορθώς. Εσύ με τι εχέγγυα θα πας; Θα μου πεις, με τα ίδια εχέγγυα που πήγαν και οι άλλοι. Σωστό κι αυτό. Αλλά εσύ δεν είσαι σαν τους άλλους. Σε είχαμε για πολύ πιο ψηλά για να συγκρίνεσαι με τα σούργελα που έχουμε στείλει μέχρι σήμερα!

Επίσης, εμείς, κι όταν λέω «εμείς», εννοώ τους φανατικούς σου θαυμαστές, μετρούμε τις μέρες για να βγάλεις νέο δίσκο. Από το μύτη μας τον βγάζεις κάθε φορά, αφού από το 2010 και μετά, με το τσιγκέλι μας τους χαρίζεις. Πότε θα προλάβεις να επικεντρωθείς στο πραγματικό σου έργο άμα σε φαν' οι οδηγίες και τα νομοσχέδια; Δεν θεωρώ ότι ξόφλησες. Δεν θεωρώ ότι δεν αφοράς πια το ευρύ κοινό. Που και αυτό να ισχύει, δεν μπορώ να διανοηθώ ότι μια τέτοια καριέρα θα έχει ένα τόσο άδοξο φινάλε. Να τρέχεις κάθε τρεις και λίγο στις Βρυξέλλες, σαν δημόσια-υπάλληλος της σειράς! Το ξέρεις ότι θα πρέπει να διαβάζεις; Να ενημερώνεσαι; Να έχεις άποψη; Δεν θα μπορείς να τη βγάζεις καθαρή με ένα «αυτή είναι η αλήθεια μου». Την ξέρουμε την αλήθεια σου, γι’ αυτήν σε αγαπήσαμε, αλλά να την κρατήσεις για το τραγούδι. Στις Βρυξέλλες μόνο για σοκολάτα! Για τίποτε άλλο!

Δεν άκουσες τον Κραουνάκη τι έλεγε τις προάλλες; Έκαστος στο είδος του! Κανείς δεν συμπαθεί πια έναν καλλιτέχνη με κομματική ταυτότητα. Όταν και αν επανέλθει στο τραγούδι, έχει χάσει μέρος της γοητείας του. Δες τον Θάνο Μικρούτσικο, δες τον Διονύση Τσακνή (όχι ότι μας αφορούσαν ποτέ αυτά τα κομμούνια- απλά τα αναφέρω για να αντιληφθείς το μέγεθος της αηδίας). Εσύ είσαι η Άννα της Κύπρου. Είσαι υπεράνω. Δεν μπορείς να είσαι η Άννα του ΔΗΣΥ όπως είναι ο Σφακιανάκης της Χρυσής Αυγής και η Μποφίλιου του ΚΚΕ. Μην ανακατεύεσαι με τα σκατά!

Σε αγαπώ και το ξέρεις. Αλλά το ένα ατόπημα μετά το άλλο συμβαίνουν τελευταίως, με τραύμα ανοικτό, ορθάνοικτο τη συμμετοχή στο talent show του Φουρθιώτη (ούτε το όνομά του δεν θυμάμαι) και περαιτέρω ξεπεσμό δεν σηκώνεις! Είσαι η Άννα η Βίσση. Δεν είσαι όποια κι όποια!

Μην σε δω σε ψηφοδέλτιο! Μην σε δω σε ψηφοδέλτιο!

Παρασκευή, Ιανουαρίου 04, 2019

Ένα Θρυλικό Αϊσιχτίρ

Μία από τις πιο θριαμβευτικές στιγμές της ζωής μου ήταν ένα «αϊσιχτίρ μωρή μαλακισμένη» που ξεστόμισα από τηλεφώνου στη διευθύντρια της εταιρείας που εργαζόμουνα, λίγο πριν μαζέψω τα πράγματά μου και παραιτηθώ αυτοστιγμεί. Με είχε πάρει στο τηλέφωνο και με απείλησε ότι θα με απέλυε αν επαναλάμβανα ένα τυπογραφικό λάθος που είχα κάνει, ομιλώντας μου σε ένα τόνο και σ’ ένα ύφος που δεν μπορούσα να ανεχθώ έστω κι αν το φταίξιμο ήταν 100% δικό μου. Η αλήθεια είναι ότι είχαν μαζευτεί πολλά με δαύτην από προηγουμένως, αλλά εκείνο το τηλεφώνημα ξεχείλισε το ποτήρι. Ήρθε στην κατάλληλη στιγμή ώστε το «αϊσιχτίρ» να γεμίσει τα πνευμόνια μου και να εκραγεί από το στόμα μου σαν λάβα ηφαιστείου που καίει τα πάντα στον διάβα της.

Έντεκα χρόνια μετά ψιλό-μετανιώνω για τον αγενή τρόπο που συμπεριφέρθηκα και τον αυθόρμητο τρόπο με τον οποίο χειρίστηκα την κατάσταση, αλλά τότε, στα 28 μου χρόνια έδρεπα δάφνες! Έρχονταν οι συνάδελφοι μου, με αγκαλιάζανε και με φιλούσανε, λέγοντας μου «μακάρι να μπορούσαμε να της τα πούμε κι εμείς ένα χεράκι!» Ακόμη και σήμερα όταν μερικοί με συναντούν έξω μου λένε ότι εκείνο το «αϊσιχτίρ» έμεινε στην ιστορία της εταιρείας και το θυμούνται συχνά με νοσταλγία, τόσα χρόνια μετά.

Λίγους μήνες μετά την παραίτηση πήγα για συνέντευξη σε μια άλλη εταιρεία και όταν με ρώτησαν γιατί έφυγα από την προηγούμενη, δεν απάντησα καθόλου διπλωματικά. Με τη γνωστή μου αφέλεια και την ακόμα πιο γνωστή μου γλωσσοδιάρροια τους εξιστόρησα όλη την κατάσταση με το νι και με το σίγμα, και τελείωσα με ένα «συγγνώμη, αλλά το αϊσιχτίρ της άξιζε και με το παραπάνω εκείνη την ώρα! Δεν συνηθίζω να μιλάω έτσι, αλλά τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και ούτω καθεξής!» Ο διευθυντής της νέας εταιρείας μου χαμογέλασε, αλλά δεν σχολίασε τίποτα. Εννοείται ότι προσλήφθηκα και θεωρώ ότι αυτή μου η ειλικρίνεια προσμέτρησε θετικά.

Να μην το φοβάστε το αϊσιχτίρ. Ομοίως, να μη φοβάστε ούτε το «συγγνώμη», ούτε το «με συγχωρείτε», αν πιστεύετε ότι πρέπει να το πείτε. Να εκφράζεστε. Αν ο άλλος γνωρίζει ότι δεν μασάτε τα λόγια σας θα σκεφτεί δυο φορές να σας προσβάλει. Κι αν ξέρει ότι θα αναλάβετε το μερίδιο της ευθύνης σας, και θα απολογηθείτε θα σας σεβαστεί. Μας έλεγε πρόσφατα και μια άλλη φίλη μας ότι τις προάλλες προσλήφθηκε σε μια εταιρεία όπου η προϊσταμένη είναι μία γνωστή, φουλ μαλακισμένη, απ’ αυτές τις τιποτένιες που ποζάρουν στα περιοδικά της χώρας. Την πρώτη μέρα στη δουλειά η προϊστάμενη την περιφρόνησε. Τη δεύτερη μέρα η υπάλληλος πέρασε μπροστά της και την περιφρόνησε κατά τον ίδιο τρόπο λέγοντάς της «οδόντα αντί οδόντος» ή τέλος πάντων κάτι παραπλήσια πνευματώδες. Έκτοτε η υπάλληλος κέρδισε τη συμπάθειά της προϊσταμένης για το "θράσος" της.

Να έχετε ανάστημα. Να διεκδικείτε την αξιοπρέπειά σας και να μην φοβάστε, γιατί και ο Θεός φοβέρα θέλει. Θα σας διώξουν μια μέρα; Χάρη θα σας κάνουν! Ποιος θέλει να δουλεύει για μαλάκες;! Να τους το υπογραμμίζετε με κάθε ευκαιρία! Ποιος-Θέλει-Να-Δουλεύει-Για-Μαλάκες;

Εν τω μεταξύ, να σου πω ότι με τη διευθύντρια που ασσιχτίρησα έχουμε βρεθεί αρκετές φορές έκτοτε σε διάφορα περιβάλλοντα, φιλικά και μη, και το κλίμα μεταξύ μας ήταν εξαιρετικό. Οπότε, ναι, πραγματικά το πιστεύω ότι κατά βάθος τα αφεντικά τη γουστάρουν τη μπάτσα τους.


Μην τα φοβάστε!