Πρόκειται για τη μεταφορά του έργου «Σεσουάρ για Δολοφόνους» στην κυπριακή πραγματικότητα. Δεν είχα δει το έργο στην Αθήνα, παρόλο που έκλεισε αισίως 7 χρόνια φέτος, και δεν είχα μέτρο σύγκρισης. Πάντως, αυτό που είδα ήταν εξαιρετικά προσαρμοσμένο στα μέτρα μας. Θέλω να πω, η απόδοση των χαρακτήρων, δηλ. του γκέι κομμωτή, του αμόρφωτου αστυνομικού, της χαζοβιόλας γκόμενας και της Λευκωσιάτισσας socialite ήταν κάτι παραπάνω από ρεαλιστικές, σε βαθμό που φωτογράφιζαν πρόσωπα από το περιβάλλον μου. Σημείωσε ότι είμαι απ’ αυτούς που δεν είδαν ποτέ στην τηλεόραση σειρά του Λώρη. Δεν είδα ούτε ένα επεισόδιο από «Αίγια Φούξια», ούτε «Πατάτες Αντιναχτές», ούτε «Την Πάτησα» κι έτσι δεν ήξερα τι να περιμένω. Σήμερα, όταν μετέφερα μερικές ατάκες σε συναδέλφους για να γελάσουν, μου είπαν ότι όλα αυτά είναι αστεία που ανακυκλώνονται κατά καιρούς στις διάφορες δουλειές του Λοϊζίδη, οπότε αν είσαι πιο σχετικός και πιο φαν, μπορεί να θεωρήσεις ότι βλέπεις μια απ’ τα ίδια.
Επίσης, να σου πω ότι η παράσταση παρατραβά, άρχισε στις 8:45 και τελείωσε στις 11:00 και ότι στο δεύτερο μέρος όπου συμμετέχει το κοινό και λέει ο κάθε τυχάρπαστος το μακρύ του και το κοντό του έπληξα φρικτά. Παρόλα αυτά, θα ήταν άδικο να πω ότι δεν γέλασα, ειδικά στο πρώτο μέρος δεν ήξερα πώς να κρύψω τα χαχανητά μου.
Αγόρασα το Περιοδικό με την Έρση Χριστόφια στο εξώφυλλο.
Η τελευταία φορά που αγόρασα αυτό το περιοδικό είχαμε έτος 1989 και ο κύριος ανταγωνιστής του ήταν η «Ενημέρωση». Έλα όμως που όταν πήγα στο περίπτερο και είδα αυτό το λαμπερό εξώφυλλο, τύφλα να ‘χει η Βουγιουκλάκη στις δόξες της, δεν άντεξα στον πειρασμό, το αγόρασα με κλειστά μάτια. Ιδού:
Η συνέντευξη δεν λέει τίποτα το ενδιαφέρον. Πρόκειται για ένα μηρυκασμό όλων των ακελικών κλισέ που ακούμε από τον Ιούλιο και έπειτα και των οποίων η βαρύτητα καταβαραθρώθηκε από την πραγματικότητα. Τα πέρασα στο ντούκου, ήταν σκέτο χάσιμο χρόνου, μία αναίσχυντη υποτίμηση της ανθρώπινης νοημοσύνης και ένας απροκάλυπτος εμπαιγμός προς τον μέσο πολίτη της Κύπρου. Λέει κάπου, ότι «η μόνη εύκολη λύση για τον Πρόεδρο θα ήταν να παραιτηθεί». Ενώ ας πούμε, το ότι παραμένει στην εξουσία ενός κράτους που δεν τον γουστάρει σχεδόν κανείς, είναι η απόλυτη σωτηρία μας. «Νιώθαμε σαν να βρεθήκαμε σε κατ’ οίκον περιορισμό!» λέει με παράπονο. Που να δεις πως θα νιώθεις όταν καταδικαστείς σε φυλάκιση για ανθρωποκτονία… Επίσης, περιγράφει με ύφος Βασιλάκη Καΐλα και Μάρθας Βούρτση τα δάκρυα του προέδρου όταν πληροφορήθηκε την έκρηξη. «Έκλαιγε σαν μικρό παιδί!» είπε. Και τώρα εγώ πρέπει να κοιμηθώ ήσυχος, που αντί να έχω πρόεδρο που μπορεί να προβλέπει, να προνοεί ώστε να αποτρέπει καταστροφές, πλαντάζει στο κλάμα. Ηγέτης να σου πετύχει!
Παρόλα αυτά, βλέποντας τη φωτογραφία στο εξώφυλλο, αλλά και την ένθετη φωτογραφία στη συνέντευξη, άρχισα να νιώθω μία ακατανίκητη συμπάθεια προς το πρόσωπο της. Είναι συγκινητικό να βλέπεις μία κυρία που σε έναν ιδανικά πλασμένο κόσμο θα πουλούσε σιάμισιη και λοκμάδες στη Λήδρας ή σίταρο στις Φοινικούδες, να ποζάρει με το άσπρο ταγιεράκι της μπροστά από τα παραθυρόφυλλα του σπιτιού της, αγέρωχη, λεβέντισσα σαν τη Μάλα Ζιμεντμπάουμ λίγο πριν την εκτέλεση στο Άουσβιτς. Θες δεν θες, τη συμπονείς. Ή τέλος πάντων τη λυπάσαι.
Αυτά. Κι άμα δεν σας αρέσει, περάστε το απόγευμα να σας δώσω τα €75 που σας χρωστώ για αμαύρωση της εικόνας του προέδρου και της συζύγου του.
Ήμασταν απλωμένοι πάνω σε ένα καναπέ και κοιτάζαμε το ταβάνι. Ήταν Σάββατο και βαριόμασταν. Πλήτταμε, ήμασταν έτοιμοι να πεθάνουμε. Τι κακό με αυτή τη χώρα; Να μην έχουμε κάτι να προσμένουμε, ρε παιδί μου. Όλο τα ίδια και τα ίδια, λέγαμε με τη Μπρέντα. Λίγο πριν κόψουμε ο ένας τη φλέβα του άλλου, έπεσε η ιδέα-βόμβα: «Πάμε στη Λεμεσό, ν’ ακούσουμε τον Σχοινά;» Ναι. Δεν το διαπραγματευτήκαμε. Μέσα σε πέντε λεπτά πήγε ο καθένας σπίτι του, άλλαξε, και για πότε βρεθήκαμε στο Senso Gold, ούτε εγώ δεν ξέρω.
Το καλό είναι ότι με τη Μπρέντα λατρεύουμε τέτοιες παρακμές. Μην ξεχνάς ότι ένας από τους λόγους που σιγουρεύτηκα ότι μ’ αυτήν τη κοπέλα θα κάνουμε χωριό, ήταν όταν πέρσι στη Ρόδο που πήγαμε να παίξουμε θέατρο με την ερασιτεχνική ομάδα, ήμασταν οι μόνοι που σηκωθήκαμε και πήγαμε ν’ ακούσουμε τον Τριαντάφυλλο λάιβ στα μπουζούκια. Έχω σχετική ανάρτηση περί τούτου, ψάξε την, να καμαρώσεις το καλτ σε όλο του το μεγαλείο.
Με συνοπτικές, λοιπόν, βρεθήκαμε στη Λεμεσό. Οι δυο μας, εμείς και τ’ όνειρό μας, οι μόνοι σε όλο το μαγαζί μέσα που χόρευαν και ξελαρυγγιάζονταν αμέριμνοι με σουξέ του Φοίβου επί 2000, όταν τα ελληνικά χιτς ήταν στο απόγειό τους. Από «Σου ταιριάζω, μου ταιριάζεις» και «συγκοινωνούντα δοχεία» μέχρι «μετανιώνω» του Notis και «δώδεκα» της Βίσσης μου (που δυστυχώς το σκότωσε), η νύχτα μύριζε παλιά καλή Αθήνα (και πολύ τσιγάρο -ο αντικαπνιστικός νόμος ψόφησε εκεί μέσα, ντουμάνι τα πάντα, ακόμα βρομούν τα ρούχα μας).
Χθες βράδυ έτυχε να είναι και η Ελένη Δήμου σε κάποιο τραπέζι. Όπως ήδη μάντεψες, βγήκε και μας τραγούδησε το «τα’ χω βρει με τον εαυτό μου» (που μόνο εγώ και η Μπρέντα το ξέραμε) αλλά και τα πιο παλιά της, το «προσωπικά», το «ετοιμάζω ταξίδι» και το «δεν πιστεύω σε αγάπες κι έρωτες». Δεν είπε το «πάρε πασά μου» όμως, που το περίμενα πως και πως. Η Δήμου από κοντά κυμαίνεται εμφανώς μεταξύ του 15ου με 16ου λίφτινγκ, εξακολουθεί να έχει το λεοπάρ μαλλί που αποτελεί σήμα κατατεθέν της, αλλά η φωνή της με το ζόρι έβγαινε. Παρόλα αυτά, όταν δεν ήταν στην πίστα, χόρευε και γλεντούσε σαν παιδούλα.
Αν έσκαγε μύτη και η Γαρμπίλω από κάποια γωνιά, το βράδυ θα ήταν πέραν πάσης προσδοκίας. Φύγαμε στις 3:45, φτάσαμε Λευκωσία στις 4:20 και σήμερα εννοείται σερνόμαστε. Αχ, Μπρέντα μου λατρεμένη, στον ουρανό σ’ έψαχνα και στη Γη σε βρήκα. Πες μου με ποια ψωριάρα Λευκωσιάτισσα θα μπορούσα να κάνω ένα τέτοιο πανηγύρι χθες βράδυ; Οι 9 στις 10 δεν είναι ικανές να αντιληφθούν την αξία του να διασκεδάζεις στον Σχοινά. Νομίζουν ότι πάμε γιατί μας αρέσει. Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι ο Σχοινάς είναι σύμβολο μιας εποχής που πέρασε, που δεν ξανάρχεται, που ήμασταν 19 χρονών και οι έννοιες μας ήταν μηδέν στο πηλίκο, που οι έρωτές μας ήταν ακόμα ακραιφνείς και άνευ συμφέροντος. Αυτό αναβιώσαμε χθες βράδυ!
Εν πάση περιπτώσει, περάσαμε τέλεια.
Άκου κι αυτά:
*Το μαγαζί δεν έχει είσοδο, αλλά πληρώνεις €10 κάθε ποτό που παραγγέλνεις.
*Ο Σχοινάς συνοδεύτηκε στην πίστα από δύο σωματοφύλακες. Ήταν τρομερά αστείο.
*Όταν τραγουδούσε το «δαχτυλίδι» κι άλλα παλιά σουξέ, στις οθόνες έπαιζαν τα αντίστοιχα βίντεο κλιπς από την εποχή που ήταν δεν ήταν 25 χρονών. Τρομερά σουρεάλ να τον βλέπουμε στις οθόνες σαν νιάνιαρο και στην πίστα σαν γεροντοπαλλήκαρο. Εννοείται τα βίντεο κλιπς είχαν και το λογότυπο του teleasty πάνω, respect στην καναλάρα!
Χθες βράδυ έγινα και για πρώτη φορά μάρτυς του φαινομένου Ρωσίδα μουνάρα διασταυρώνεται με Κύπριο μόγγολο νταβατζή. Πέρασαν από μπροστά μου κάτι γυναικάρες, συνοδευόμενες από κάτι τύπους που ήταν σίγουρα προϊόντα αιμομιξίας, άλλο πράμα. Άλλο να στο περιγράφουν, άλλο να το βλέπεις!
*Η ξανθιά στην πόρτα: «Είστε το ζευγάρι απ’ τη Λευκωσία που μας τηλεφώνησε;» - Ναι εμείς είμαστε. «Θέλετε να σας βάλουμε κάπου για να βλέπετε καλά την πίστα; Φαντάζομαι ότι για τον Σχοινά ήρθατε…» Ακολούθησε αμήχανη παύση. Εδώ το είχα να της πω: «Γιατί οι υπόλοιποι γιατί ήρθαν, για το γκεστ του Μποτιτσέλλι;»
*Ρωτάω τη Μπρέντα λίγο πριν φύγουμε: -Αγάπη μου, μήπως να μέναμε σε κάποιο ξενοδοχείο απόψε και να φύγουμε αύριο, πιο ξεκούραστοι, για Λευκωσία; -Όχι! μου απάντησε ορθά, κοφτά και ξάστερα. "Γιατί από τα λεφτά που θα τους δώσουμε θα είναι σαν να πήγαμε Αθήνα για το σαββατοκύριακο και μόνο στον Σχοινά αξιωθήκαμε να πάμε!"
Αυτά που λες. Σήμερα έχω δυο αφτιά τούμπανο που υπολειτουργούν. Και πύραυλος να πέσει στην αυλή μου, αμφιβάλλω αν θα τον ακούσω…
Δεν σου έγραψα τίποτα μέχρι σήμερα για το ‘Όσο Έχω Φωνή’ γιατί όπως γνωρίζεις, δεν μπορώ να ασκήσω αντικειμενική κριτική επί του θέματος. Και να βγει να βήξει στην τηλεόραση η Άννα, εγώ θα είμαι με το στόμα ανοικτό να χειροκροτώ όρθιος. Οπότε τι να έγραφα; Πως είναι ό, τι καλύτερο είδα στην τηλεόραση από τον καιρό του Παρά Πέντε; Θα ήταν προβλέψιμο.
Τώρα όμως, που τελείωσε ο τζερτζελές και μίλησαν όλοι, θα σου πω κι εγώ δυο πράγματα που συμπέρανα όλο αυτό το διάστημα μέσα από την προβολή των έξι επεισοδίων.
Η Βίσση είναι πανέξυπνη γυναίκα. Και αυτό είναι σπάνιο προσόν για τραγουδίστρια. Είναι πανέξυπνη γιατί όλο αυτό που είδες, παρόλο που πολλές φορές, φαινομενικά την εξέθετε, πλασαρίστηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε στο τέλος την αποθέωνε. Κάθε επεισόδιο στόχευε συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων που (παρ)ακολουθούν την Άννα όλα αυτά τα χρόνια και αποτελούν τα ταργκετ γκρουπ της, ώστε να πωρώνονται ακόμα περισσότερο με το όνομά της.
Δηλαδή:
Οι Κύπριοι. Ναι μεν την έχουμε κορώνα στο κεφάλι μας, αλλά όταν στο πρώτο επεισόδιο (αλλά και με κάθε αφορμή) εκθειάζεται και τιμάται τόσο πολύ η πατρίδα μας, στο τέλος καταλήγουμε να προσωποποιούμε την Άννα με την ίδια μας την κρατική οντότητα. Εγώ την έχω σίγουρη την πλατεία με το όνομά της, κάπου στη Λάρνακα, όταν μια μέρα μας αφήσει χρόνους, φτου, φτου, φτου.
Οι γιαγιάδες. Που άλλη δουλειά δεν είχαν τόσα χρόνια από το να μαντεύουν την ηλικία της και να κουτσομπολεύουν τους γκόμενούς της, τώρα πήραν απαντήσεις. Τώρα θα έχουν να συζητούν για τα επόμενα δέκα χρόνια κατά πόσο αυτές οι απαντήσεις είναι πειστικές και ικανοποιητικές.
Η εγχώρια σόου μπιζ: που έμεινε χάσκοντας να βλέπει τον GlennBallard, τον PatrickLeonard, τον GregLadanyi, την PatriciaFieldκαι τον JeanPaulGaultierνα αναφέρονται σ’ αυτήν σαν να την ξέρουν χρόνια, να την αναγνωρίζουν καλλιτεχνικά και να της βγάζουν το καπέλο. Αυτό έδρασε σαν έμμεση υπενθύμιση προς τις Βίσσες wannabesότι δεν βράζουν όλες στο ίδιο καζάνι και ότι εμείς κρατάμε ακόμα όρθια τη σημαία και το λάβαρο στο ελληνικό πεντάγραμμο.
Η μέση Ελληνίδα τηλεθεάτρια: Είδε την Άννα σε μαύρα χάλια να χειρουργείται. Την είδε να αγκαλιάζει τα μαυράκια ως άλλη AngelinaJolie. Αίφνης εντυπώθηκε στο μυαλό του κόσμου η εικόνα της σταρ που προσαρμόζεται στην ωμή πραγματικότητα. Γεννάται αυτόματα περισσότερη συμπάθεια προς το πρόσωπο της Άννας. Να μου το θυμηθείς κιόλας, ότι θα γίνει μόδα, θα θέλουν όλες να υιοθετήσουν από ένα Αφρικανάκι. Την ίδια ώρα, αυτή η nextdoor50αρα ποζάρει με ακριβές τουαλέτες στο Παρίσι και χαριεντίζεται με τον Γκοτιέ, απωθημένο κάθε γυναίκας. Η τέλος πάντων, σχεδόν κάθε γυναίκας.
Προσωπικά: Είδα το πάθος μου, την αγάπη μου και την αφοσίωση που της έδειξα τόσα χρόνια να αναγνωρίζονται. Γιατί ξέρω πολλούς ορκισμένους φανς που την ακολουθούν κατά κόρον από γεννησιμιού τους, που στήνονται έξω απ’ το σπίτι της, που δηλώνουν ταυτόσημοι με το όνομά της, αλλά δεν τους είδα πουθενά μέσα στα έξι επεισόδια. Θεωρώ ότι μέσα από το πρόγραμμά της, η Άννα με έχρισε αυτοκράτορα των θαυμαστών της.
Ε, όπως βλέπεις, η θεματολογία, η σκηνοθεσία και το στήσιμο των επεισοδίων ήταν τέτοιο που όχι μόνο δεν ξεγύμνωσαν τη Βίσση, αλλά αντιθέτως, τόνωσαν και εξέλιξαν περαιτέρω τον μύθο της. Χτύπησαν διάνα το ακροατήριο, έξυπνα και μεθοδευμένα, θεωρώ ότι κάθε πλάνο ήταν μελετημένο και κάθε δευτερόλεπτο είχε λόγο ύπαρξης. Αυτό το πράμα θέλει πολλή σπουδή για να πετύχει, θέλει μάρκετινγκ, θέλει στρατηγική και πουτανιά. Δεν ήταν ένα τυχαίο πάζλ εικόνων από τα τελευταία τρία χρόνια, ήταν μία διαφημιστική εκστρατεία για τα επόμενα εκατό. Και εννοείται ότι δεν με χάλασε καθόλου.
Απεναντίας χάρηκα, γιατί το ‘Όσο Έχω Φωνή’ έτριψε και γυάλισε τα διαμάντια που συνθέτουν το όνομά της, κάνοντάς τα να αστράψουν και να βροντήξουν. Νιώθω τόσο χαρούμενος γι αυτήν, αισθάνομαι σαν να έχει τελειώσει Ολυμπιάδα και γι αυτό θα τελειώσω αυτό το κείμενο με τραγούδι-ύμνο. Όλοι όρθιοι:
Για τον διαγωνισμό με τη φώτο του Χριστόφια, νικήτρια είναι η nekatomeniμε το «Στα Τσακίδια». Το συγκεκριμένο σλόγκαν είναι πολύ απλό αλλά είναι κάτι που σου βγαίνει να πεις αβίαστα βλέποντας αυτή την αποθέωση κορτιζόνης μέσα στο ελικόπτερο. Nekatomeni, γράψε μου στο μέηλ (antidoto1980 στο hotmail.com) μια διεύθυνση και ένα εικονικό όνομα για να σου αποστείλω το δώρο σου. Οι υπόλοιποι thanksπου παίξατε! J
Πάντα πίστευα ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να θες να σπουδάσεις στην Κύπρο, εκτός κι αν κωλύεσαι υπερβολικά στον οικονομικό τομέα και δεν μπορείς να φύγεις έξω. Σήμερα το επιβεβαίωσα.
Βασικά, βρέθηκα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου για δεύτερη φορά στη ζωή μου, για ένα επαγγελματικό συνέδριο, και το θέαμα που αντίκρισα ήταν αποκρουστικό.
Δύο πράγματα θα σου πω:
Στην εσωτερική αυλή του Πανεπιστημίου δεσπόζουν τεράστια πανό από τις φοιτητικές παρατάξεις που δεν ξέρω κι εγώ τι διάολο διαφημίζουν, αλλά το βρήκα εξαιρετικά βλάχικο. Νέοι άνθρωποι που υποτίθεται ότι σπουδάζουν και έχουν πιο ανοιχτά μυαλά, να κομματικοποιούνται, ειδικά με τα συγκεκριμένα κόμματα που αποδεικνύουν καθημερινά πόσο προσφέρουν στην πατρίδα μας. Αν οι σημερινοί 18χρονοι συντηρούν αυτή την αποθέωση βλακείας δεν έχει σωτηρία αυτός ο τόπος. Το ξέραμε εξαπανέκαθεν βεβαίως, βεβαίως, τώρα όμως σιγουρευτήκαμε. Στην Αγγλία όταν ήμουν, ζήτημα να είδα μισή φορά μπροστά μου κάποιο διαφημιστικό φυλλάδιο που να προωθεί πολιτική παράταξη. Αλήθεια. Εδώ κάλυψαν το μισό κτίριο τα πανό.
Δεύτερον πράγμα που μου προκάλεσε αναγούλες: Οι Κύπριες φοιτήτριες. Η λέξη «μαϊμούνα» δεν είναι αρκετή για να τις περιγράψει. Περπατούν δέκα, δέκα στην αυλή του Πανεπιστημίου, αμολούν τα «κόρη» σαν σφαίρες και νομίζουν πως είναι και μοιραίες. Παίζει να άκουσα και δέκα «κόρη» μέσα σε μια πρόταση σήμερα το απόγευμα. Τις βλέπεις και θέλεις να τους αστράψεις έναν φούσκο να τους πέσουν όλα τα δόντια. Πάντως, η αλήθεια να λέγεται, είναι πιο όμορφες από ότι ήταν οι δικές μου συμφοιτήτριες. Να ζήσει το λέιζερ που τις σαρώνει και τις ασπρίζει, αλλά το ομολογώ, είδα πολύ ωραία κομμάτια να περιφέρονται.
Παρόλα αυτά και για να μην ξεχνιόμαστε, στην αίθουσα της διάλεξης δεν έβγαλαν τον σκασμό. Είχαν όλες το smartphoneανοιχτό, έμπαιναν στο ιντερνέτ και σχολίαζαν ρούχα και φουστάνια. Δεν λέω, κι εγώ έπληξα από τις ομιλίες αλλά δεν συμπεριφέρθηκα τόσο αγενώς. Αυτές έπιασαν την πάρλα, δεν ψιθύριζαν καν, άνοιξαν ψιλή κουβέντα λες και ήταν σε πάνελ της Λαμπίρη. Τις αγριοκοίταξα τουλάχιστον τρεις φορές, αλλά αγρόν αγόρασαν. Περιττό, δε, να σου πω, ότι καμία δεν έμεινε μέχρι το τέλος της ομιλίας, όλες με τη λουί βιτόν παραμάσχαλα βγήκαν έξω να φάνε καναπεδάκια μη σώσουν και περάσουν μάθημα. Έκαναν τόση φασαρία, που δεν μπορούσαμε να ακούσουμε τον ομιλητή που είχε και μικρόφωνο.
Τώρα θα μου πεις, έτσι είναι παντού οι Κύπριες. Το τρίτο φύλο. Και στην Αγγλία έτσι και χειρότερες ήταν, αλλά τουλάχιστον ανάμεσα στις τόσες χιλιάδες φοιτητών από όλο τον κόσμο, αποτελούσαν μια μειοψηφία την οποία μπορούσες να αποφύγεις. Στο Πανεπιστήμιο Κύπρου αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία, και μοιάζουν με καρκίνωμα που έκανε μετάσταση.
Όταν είδα όλον αυτόν το ορυμαγδό, τηλεφώνησα σε αγαπημένη φίλη που σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και της τα ξέρασα όλα. «Τι φοιτητική ζωή έκανες εσύ εδώ μέσα;!» Μου είπε ότι και στην Ελλάδα το ίδιο θέαμα αντικρίζεις σε μέσες άκρες, δηλαδή παντού κομματικές παρατάξεις και χαζογκόμενες, γι αυτό να μην γκρινιάζω. Δεν περίμενα ότι θα το έλεγα ποτέ, αλλά δόξασα την ώρα και τη στιγμή που πήγα στα Λονδίνα. Εξ απαλών ονύχων ονειρευόμουν να σπουδάσω στην Αθήνα, γιατί σύμφωνα με τον πατέρα μου «μόνο εκεί υπάρχει ζωή» και εκτός των άλλων ήθελα να πηγαίνω κάθε Σάββατο στη Βίσση και στα θέατρα, αλλά τελικά, μια χαρά μας έφεξε 6 χρόνια στις Αγγλίες παρέα με όλους τους εράσμους και τους internationalsνα ανοίγει το μάτι μας!
Εντάξει, το ξαναγράφω πριν πέσεις να με φας. Κατανοώ πλήρως γιατί κάποιος να σπουδάσει στην Κύπρο. Αλλά μετά το σημερινό, μόνο οίκτο, δυστυχώς.
ΥΓ: Σκέψου να πήγαινα και στα πρώην κολλέγια που σήμερα έγιναν πανεπιστήμια, τι θα έβλεπαν τα μάτια μου!
Με το Αμερικάνικο Καρδιολογικό Ινστιτούτο για το checkupτης καρδίας. Με τον Οδοντίατρο, με τη ψυχολόγο και με τον χημικό γιατί ήθελα να κάνω εξετάσεις για HIV.
Με εξαίρεση την ψυχολόγα που την αγαπώ, όλους τους άλλους τους τρέμω. Το τι είδους αυθυποβολές κάνω πριν από την κάθε εξέταση, δεν περιγράφεται. Καταλήγω να παραληρώ. Χτες πήγα για το ultrasoundτης καρδιάς και μέχρι να με φωνάξουν μέσα καθόμουν στον προθάλαμο, αναβίωνα στο μυαλό μου το βράδυ που έπαθα το ανεύρυσμα και μόνο που δεν έβαλα τα κλάματα. Μου έμεινε στο νου η στιγμή που μπήκε η νοσοκόμα στο δωμάτιο και μου είπε «έχεις ανεύρυσμα» και της είπα «αποκλείεται, μου κάνετε πλάκα» και εκείνη με κοίταξε με ένα βλέμμα τόσο λυπηρό, που το έχω καταγράψει σε 3Dστο μυαλό μου. Το σκέφτομαι και σφίγγεται η καρδιά μου κάθε φορά. Και τρέμω στη σκέψη ότι θα ξαναζήσω αυτή τη στιγμή. Τρέμω ότι θα μου ξανάρθει ο τεπετάκλας. Και όποτε πάω για checkup, κάθομαι και σκέφτομαι πώς θα πρέπει να αντιδράσω αν μου ανακοινώσουν ότι μου ξανάρχεται ο Χάρος επίσκεψη.
Τελικά, μπήκα μέσα στο ιατρείο, έβγαλα τα ρούχα μου, μου έκαναν ultrasound. Όσο ένιωθα το scannerνα περνά από πάνω μου και να κυριαρχεί η αμήχανη σιωπή του γιατρού στον χώρο, το μυαλό μου οργίαζε: «Γιατί δεν μιλάει; Κάτι θα έχω και δεν ξέρει πώς να μου το ανακοινώσει! Να μου το θυμηθείς, κάτι θα ‘χω, δεν δικαιολογείται τόση σιωπή!» Για πέντε ολόκληρα λεπτά που μου φάνηκαν πέντε ώρες, το μυαλό μου έβαλε με τη φαντασία του τα χίλια μύρια! Τελικά δεν είχα τίποτα. Αλλά εγώ τρελάθηκα ώσπου να ακούσω αυτό το, «όλα τέλεια». Έχασα 15 κιλά από το άγχος.
Ύστερα πήγα στο χημείο να κάνω εξετάσεις για HIV. Πού το βρήκες εσύ το HIV, θα μου πεις, που μέχρι τα τριάντα σου έκανες πιο αραιά σεξ κι από εσώκλειστες καλόγριες σε μοναστήρι της Σλοβενίας. Ε, από καιρό ήθελα να κοιταχτώ, απλά για να είμαι σίγουρος. Πήγα χθες και έδωσα αίμα, και από τις 6:00 το απόγευμα μέχρι προ ολίγου που πήρα τα αποτελέσματα, πέρασα το απόλυτο μαρτύριο. Μου μπήκε η ιδέα ότι θα με βρουν οροθετικό, και έφαγα τις σάρκες μου από αγωνία. Από χθες, έκατσα και διάβασα τα άπαντα στο ίντερνετ γύρω από την φαρμακευτική αγωγή που πρέπει να παίρνει κάποιος φορέας του AIDS, έκατσα και έμαθα απ’ έξω τους τρόπους μετάδοσής του, μην σου πω ότι έκανα και πρόβα από μέσα μου το πώς θα το ανακοινώσω σε συγγενείς και φίλους. Επίσης, έκατσα και σκέφτηκα και ποιοι εξ αυτών θα με αποφεύγουν μετά από αυτή την ανακοίνωση. Παραλίγο να χάσω και τον ύπνο μου, σήμερα στη δουλειά καθόμουν σε αναμμένα κάρβουνα, και να που τα αποτελέσματα είναι αρνητικά και δεν έχω τίποτα.
Αλλά, κόντεψα να πεθάνω.
Κάποτε το κορόιδευα, αλλά θα το πω κι ας είναι κλισέ: «σαν την υγεία δεν έχει». Απόψε θα βγω, θα ερωτευτώ, θα κάνω ό, τι θέλω εγώ… Θα πάρω τη Μπρέντα και θα πάμε να τα πιούμε!
Θυμάσαι που σου έγραψα ότι απέκτησα τη στολή του Μπάτμαν, και ότι κόστισε μια περιουσία, και ότι ο μόνος τρόπος να αποσβέσω τα χρήματα που ξόδεψα είναι να τρέχω σε γιορτές, πανηγύρια και παιδικά γενέθλια ντυμένος έτσι μπας και το ευχαριστηθώ. Ε, σήμερα, είχε τη γιορτή του ο 4χρονος ανιψιός μου, ο λατρεμένος μικρός που εκθειάζω στο μπλογκ από καιρού εις καιρόν, και η μαμά του με κάλεσε να παρευρεθώ στη γιορτή του ντυμένος σούπερ ήρωας. Θα είχε κι άλλα παιδάκια καλεσμένα εκεί, κι εγώ θα εκτελούσα χρέη super hero καραγκιόζη για να τα διασκεδάσω. Άλλο που δεν ήθελα βέβαια.
Φορτώθηκα τη στολή, πήγα στο σπίτι. Γεμάτο το μέρος με γιαγιάδες, παππούδες, θείες, θείους, ξαδέλφες, σόγια και κακό. Τα παιδάκια ευτυχώς έπαιζαν αμέριμνα στο δωμάτιο με τα παιχνίδια. Μία Φιλιπινέζα που μετά έμαθα ότι είναι Βιετναμέζα, τα πρόσεχε. Πήγα και ευχήθηκα στον εορτάζοντα κανονικά ντυμένος, αλλά δεν μου έδωσε ιδιαίτερη σημασία. Ήταν απορροφημένος στο παιχνίδι. Φάγαμε τυροπιτάκια, φάγαμε κρουασανάκια, ήπιαμε αναψυκτικά και ταντάμ, ταντάμ, ήρθε η ώρα που όλοι περιμέναμε. Αποχαιρέτησα τον ανιψιό μου, ότι τάχατες φεύγω γιατί έχω μια δουλειά, και αντ’ αυτού πήγα πάνω στο μπάνιο να ντυθώ μπάτμαν και να προετοιμάσω το μεγάλο ντου. Το σενάριο ήταν ότι θα έμπαινα στο δωμάτιο που έπαιζαν και θα τα «τρόμαζα», αυτά υποτίθεται θα πάθαιναν πατατράκ απ' τη χαρά τους που τα επισκέφτηκε ο Μπάτμαν, και μετά όλοι μαζί θα συσκεπτόμασταν σε ποιόν παιδοψυχολόγο θα τα πάμε για να το ξεπεράσουν.
Πήγα στο μπάνιο ντύθηκα. Τα παιδάκια στο δωμάτιο συνέχισαν να παίζουν. Κατέβηκα τη σκάλα και ετοιμάστηκα να κάνω θριαμβευτική είσοδο. Στο μεταξύ, ο υπόλοιπος ενήλικος λαός να έχει μαζευτεί στα πέριξ για να παρακολουθήσει το τσίκο λάιβ. Μιλάμε για μακελειό:
Γιαγιά 1: Παναγία μου, παναγία μου, τη στολή είναι αυτή, θα σκιαχτούν τα παιδιά! Όχι, όχι, σταματήστε τον, δεν είναι καλή ιδέα. Ελένη, τα μωρά!
Γιαγιά 2: Πώς αντέχεις μες σ' αυτή τη στολή; Αναπνέεις; Έχεις και την καρδιά σου γιε μου, θα πάθεις τίποτα, πήγαινε βγάλτην!
Θείος: Σιωπάτε, χαλάτε την έκπληξη!
Γιαγιά 2: Ο γιατρός είπε να μην κουράζεται!
Γιαγιά 1: Πόσα λεφτά πέταξες γι’ αυτή τη στολή;
Εγώ: Όσα θέλω! Δικά μου είναι ό, τι θέλω τα κάνω!
Γιαγιά 2: Ε, αφού δεν έχεις νου! Είπαμε να κάμνεις οικονομία! Μια φορά δεν με άκουσες, βάρα τώρα το κεφάλι σου!
Εγώ: Σκάστε όλοι γιατί βγάζω τη μπέμπελη εδώ μέσα, θα μου χαλάσετε τη διάθεση και μετά πώς θα βγάλω το ρόλο;
Θείος (με κάμερα έτοιμος να απαθανατίσει τα πάντα): Καλά λέει, σιωπάτε γαμώ το!
Φιλιπινέζα: Μάνταμ, εγκώ πάει μέσα με παιντιά;
Εγώ: Τι θέλει και πετάγεται η Φιλιπινέζα τώρα πάνω στην έκπληξη;
Ξαδέλφη: Βιετναμέζα είναι.
Γιαγιά 2: Θα ιδρώσεις εκεί μέσα, έξω βρέχει, θ' αρρωστήσεις…!
Αφότου ξεπέρασα τα εμπόδια, τη σκύλα, τη χάρυβδη και όποιο άλλο μυθικό τέρας ξέρεις, φτάνω στο παιδικό δωμάτιο και χτυπώ την πόρτα. Μου ανοίγει ο ανιψιός μου και με πάσα φυσικότητα λέει στους υπόλοιπους:
Η σημερινή γενιά, αγαπητέ μου, δεν ξεγελιέται. Μέχρι την ηλικία των δύο τους κάνεις κουμάντο, μην σου πω, ούτε τότε! Άπαξ και αρχίσουν να μιλούν, δεν τους πιάνεις κορόιδο με τίποτα! Όχι σαν εμένα, τον χάνο, που πίστευα στον Άη Βασίλη μέχρι τα 7 μου, που πίστευα στη μαγεία του Ντίσνεϊ ως τα 17 μου και χίλια άλλα ακατονόμαστα. Ποιός Μπάτμαν και άρα κουράτα; Τα τετράχρονα πλέον είναι τα νέα 16χρονα! Τζάμπα λοιπόν η στολή, η προετοιμασία και η έκπληξη. Πιο πολύ αναστάτωση και έκπληξη προκάλεσα στα σόγια και στις γιαγιάδες, παρά στα παιδάκια.
Μετά απ’ όλο αυτό, ο ανιψιός μου αναφώνησε: «Ντύθηκα κι εγώ Μπάτμαν», εννοώντας τις απόκριες, έκανε το σπίτι άνω κάτω ψάχνοντας τη στολή, εμείς προσπαθούσαμε να τον πείσουμε ότι δεν είναι ώρα τώρα να ντυθεί μπάτμαν, αλλά ποιος μας ακούει, και μετά θυμήθηκαν και τα υπόλοιπα παιδάκια ότι σε κάποιες απόκριες είχαν ντυθεί Μπάτμεν και ήθελαν κι εκείνα να γίνουν Μπάτμεν, άρχισαν να σκαρφαλώνουν πάνω μου, έχασα 15 κιλά σε ιδρώτα και ήρθα σπίτι πτώμα.
Σήμερα που είναι χειμωνιάτικος ο καιρός και είμαι στο σπίτι με τη θέρμανση, φορώντας από το πρωί πυτζάμες και βαμβακερές παντόφλες, μπήκα σε απίστευτο χριστουγεννιάτικο mood. Μπορώ να ομολογήσω με περηφάνια ότι επιθύμησα να πάω στο Λονδίνο να ευχαριστηθώ χειμώνα και μιούζικαλ.
Για μένα, Χριστούγεννα = Μιούζικαλ. Μου έμεινε συνήθειο από τον καιρό που ήμουν μωρό, οι γονείς μ’ άφηναν να κοιμηθώ στη γιαγιά μου και αυτή για να την αφήσω ήσυχη μου έβαζε στο βίντεο διάφορες κασέττες που έγραφε από το ΡΙΚ. Από εκεί έμαθα τα μιούζικαλς, ύστερα τα απόλαυσα και ζωντανά στο Λονδίνο όπου σπούδαζα και σήμερα είναι το αγαπημένο μου είδους θεάτρου.
Λοιπόν ακολουθεί ΤΟΠ10 με τα αγαπημένα μιούζικαλ, αν δεν είσαι φαν θα βαρεθείς γι αυτό μην πεις ότι δεν προειδοποίησα. Να πω ότι στη λίστα δεν συμπεριέλαβα μιούζικαλ του Ντίσνεϊ γιατί αυτά μπήκαν σε προηγούμενη λίστα, αλλά έκανα μόνο μία μοναδική εξαίρεση, γιατί δεν θα μπορούσε να λείπει η συγκεκριμένη επιλογή από τη δεκάδα, θα ήταν αδικία για το είδος. Λοιπόν, ας αρχίσουμε:
10. The Phantom Of The Opera
Το ‘Φάντασμα της Όπερας’ το είδα το 2004 και δεν μου άρεσε. Φταίει και το γεγονός ότι πήγα να το δω με χάλια παρέα, ήμουν και κουρασμένος από τα μαθήματα της μέρας, με δυσκολία άντεξα να μην αποκοιμηθώ. Ναι, έχει τέλεια σκηνικά, τέλεια κοστούμια, αλλά το ομώνυμο τραγούδι που είναι και το σουξέ ολόκληρου του έργου, το είπαν στα πρώτα είκοσι λεπτά και για τις υπόλοιπες δύο ώρες φάγαμε στη μάπα τριάντα άλλα, άγνωστα τραγούδια τα οποία εμένα μου ήταν αδιάφορα. Παρόλα αυτά, το τραγούδι μπαίνει στη δεκάδα γιατί αν το απομονώσουμε είναι από τα πιο ωραία θέματα μιούζικαλ που άκουσα ποτέ.
09. Memory – Cats
Το Catsτο είδα όταν ήρθε στην Κύπρο για περιοδεία το 2009. Στο Παττίχειο της Λάρνακας, οπότε καταλαβαίνεις δεν μπορώ να το κρίνω αντικειμενικά εφόσον το συγκεκριμένο θέατρο δεν προσφέρεται για τέτοιες παραστάσεις. Πήγα να το δω όμως, γιατί δεν το είχα προλάβει στο Λονδίνο. Όπως και με το ‘Φάντασμα της Όπερας’ έτσι κι εδώ, το συγκεκριμένο έργο δεν μπορώ να πω ότι με καθήλωσε, καθότι πέραν του Memoryτα υπόλοιπα τραγούδια δεν έχουν κάτι να πουν. Κοινώς, δεν τα ξέρει ούτε η μάνα τους. Επίσης, να σου πω ότι απεχθάνομαι τις γάτες και ουδόλως με ενδιαφέρει να δω ένα έργο αφιερωμένο σ’ αυτές. Αν δεν σιχαινόμουν τα ποντίκια και τα φίδια, δεν θα μπορούσα να σκεφτώ μισό λόγο γιατί δεν τις δηλητηριάσαμε όλες ακόμη από τη Κύπρο. Τέλος πάντων, το Catsεμπεριέχει το Memoryπου είναι κλασικό, η συμφωνική ορχήστρα το απογειώνει, όπως και η Ελέν Πέητζ που του δίνει μοναδική αίγλη με την ερμηνεία της.
08. Don’t Cry For Me, Argentina – Evita
Ο πατέρας μου έλεγε ότι όταν ακούει αυτό το τραγούδι, «ανοίγει η ψυχή του φύλλα, φύλλα». Ε, αυτό. Η ταινία με τη Μαντόνα είναι τουλάχιστον βαρετή, αλλά είναι το μόνο έργο του Βέμπερ που το ξέρω απ’ έξω, όλα τα τραγούδια από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο στίχο.
07. Fame
Το είδα στο Λονδίνο το 2005 μετά από μάθημα EuropeanLawστο King´s. Πήγα και το είδα μόνος μου γιατί δεν έβρισκα παρέα. Ήταν λίγο μίζερα. Και ομολογώ ότι δεν μου άρεσε ο τύπος που πρωταγωνιστούσε, ένας μαύρος τύπου Webster. Είδα και έπαθα μέχρι να ακούσω το ομώνυμο τραγούδι που είναι από τα αγαπημένα και εννοείται, το λένε σε όλη του μεγαλοπρέπεια στο τέλος, πάνω σε ένα κάμπριο αυτοκίνητο. Σου παραθέτω βίντεο από την τηλεοπτική σειρά του ’80, η οποία ευθύνεται για τη γλυκιά ανάμνηση που έχει ο εγκέφαλός μου για το Fame. Είτε σου αρέσει, είτε όχι, it’sgonnaliveforever.
06. I Will Follow Him – Sister Act
Το SisterActανέβηκε στο Λονδίνο το 2010, μάλιστα πήρε και βραβείο, αλλά εγώ δεν είχα την τιμή να το απολαύσω ζωντανά. Είδα μόνο την ταινία, ως έφηβος, το 1992 με τον θείο και τις ξαδέλφες μου στον Οθέλλο της Έγκωμης. Το Soundtrackείναι λατρεμένο από την αρχή μέχρι το τέλος με όλες τις γκόσπελ μελωδίες και όλες τις διασκευές επιτυχιών της δεκαετίας του ’70. Επίσης, αγαπώ την WhoopiGoldbergκαι σ’ αυτή την ταινία ξέρω το γιατί. Δες και πάλι το φινάλε:
Και πάμε στην πεντάδα, για την οποία τα λόγια είναι περιττά, πάτα playκαι τραγούδησε χωρίς καμία ενοχή, σαν να μην υπάρχει αύριο.
05. Summer Nights – Grease.
Κάποτε ήθελα να είμαι ένας από τους φίλους του Ζούκο, να έχω δερμάτινο σακάκι που να γράφει από πίσω firebirdsκαι να χορεύω πάνω στις κερκίδες με τους φίλους μου. Επίσης, να σου πω το βίτσιο μου, η Σάντι μ’ αρέσει πιο πολύ όταν το παίζει παρθένα, παρά στο τέλος που ξετσουτσουνίζει. Ναι, είμαι ο τρελός που στους γάμους ακούει το summernightsκαι ενθουσιάζεται σε όρια παρεξήγησης.
04. Mamma Mia!
Δεν ξέρω πόσο εγκρίνω τα μιούζικαλ που δημιουργήθηκαν από ξεχωριστά τραγούδια διάσημων συγκροτημάτων, όπως ας πούμε είναι το WewillRockyou, ή αυτό που προέκυψε από τα τραγούδια των BoneyMκαι των Abba, αλλά το τελευταίο δεν μπορείς να μην το λατρέψεις όταν το υποστηρίζει άψογα η Στριπ, και μάλιστα σε ένα πολύχρωμο και φωτεινό μέρος όπως την Ελλάδα μας. Η ταινία έκοψε περισσότερα εισιτήρια και από τον Τιτανικό στην Μ. Βρετανία, και είναι πλέον άξια συναγωνιστής της ‘Μελωδίας της Ευτυχίας’ όσον αφορά στην αύρα που εκπέμπει. Δυστυχώς, η ταινία είναι τόσο άρτια, που ξεπερνά μακράν το θέαμα στο Broadway, το οποίο δεν σώζεται ούτε όταν στο τέλος χορεύουμε όλοι μαζί όρθιοι το Waterloo.
03. Δαίμονες.
Έγραψα άπειρες φορές για τους ‘Δαίμονες’. Είμαι όμως εκστασιασμένος γιατί άκουσα ότι η Βίσση και ο Καρβέλας τους βγάζουν από τη ναφθαλίνη και θα τους παρουσιάσουν ξανά του χρόνου στο θέατρο Badminton, για να γιορτάσουν την 20η επέτειο από την πρεμιέρα του έργου. Οι ‘Δαίμονες’ ήταν πολύ μπροστά για την εποχή τους, προσωπικά φοβόμουν να τους ακούσω, μου προκαλούσαν δέος τα τραγούδια και επειδή ήμουν και μωρό, νόμιζα ότι κάποια απ’ αυτά που αναφέρονταν στον βελζεβούλη, ήταν όντως σατανιστικά. Δεν το συγχωρώ στους γονείς μου που δεν με πήρανε Αθήνα μαζί τους το 1992 για να το δω κι εγώ στο Αττικόν. Ομολογώ ότι αμφιβάλλω αν του χρόνου στην επανεκτέλεση θα έχουν ακόμα εκείνη τη μαγεία, που είχαν τότε, όταν η κοινωνία μας δεν ήταν τόσο υποψιασμένη όσον αφορά τη μαύρη μαγεία, τα βουντού και τα λοιπά. Όπως και να έχει, χαίρομαι γιατί θα το απολαύσω έστω μια φορά πριν πεθάνω. Ξέρω και αυτό το έργο απ’ έξω, όλους τους ρόλους. Και ναι, πιστεύω ότι το ομότιτλο τραγούδι είναι πολύ μέτριο σε σχέση με τα υπόλοιπα διαμάντια που κρύβονται μέσα στο υπόλοιπο έργο. Τι «ουράνια τόξα», τι «τραγούδια της φιλίας», τι «φοβάμαι» να θυμηθώ τώρα… Να ζήσουν η Βίσση και ο Καρβέλας!
02. Mary Poppins.
Αυτό το μιούζικαλ ανέβηκε στο Λονδίνο το 2005 και το είδα τρεις φορές! Πενήντα λίρες το εισιτήριο, δεν το σκέφτηκα ούτε μια στιγμή ότι ξοδεύω πολλά για φοιτητής. Είναι ό, τι πιο φαντασμαγορικό έχω δει από άποψη σκηνικών, φωτισμού, μπαλέτου, είναι η μαγεία του Ντίσνεϊ αυτούσια. Και να φανταστείς αυτά, στα γράφει κάποιος που απεχθάνεται τη Μαίρη Πόππινς, που ουδέποτε τ’ άρεσε η ταινία, ούτε καν την έχει στη συλλογή του. Αλλά, η μεταφορά ήταν τόσο προσεγμένη, τόσο παραμυθένια που δεν μπορούσες να μην μείνεις με το στόμα ανοιχτό για ένα δίωρο. Δες το βίντεο και θα με θυμηθείς. Στο τέλος της παράστασης, η Μαίρη Πόππινς αποχωρούσε από τη σκηνή πετώντας, πάνω από τα κεφάλια των θεατών, προς τον εξώστη. Δυστυχώς, η παράσταση δεν ανεβαίνει πια από ένα μικρό googlesearchπου έκανα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται στο μέλλον.
01.The Sound Of Music.
Αυτό το μιούζικαλ μ’ αρέσει γιατί πάνω απ’ όλα μου θυμίζει το σπίτι της γιαγιάς μου που φάνταζε με λούνα παρκ κάθε Χριστούγεννα. Κάθε χρόνο στόλιζε το σπίτι με χίλια δυο μπιχλιμπίδια ως φόρο τιμής στο κιτς, έπλαθε χριστουγεννιάτικα γλυκά και μου έβαζε στο βίντεο τη ‘Μελωδία της ευτυχίας’. Σήμερα δεν αντέχω να το δω, όσες φορές έκατσα να το δω στο dvdτο έκλεισα πριν καν φτάσουν οι καλόγριες να τραγουδήσουν το ‘Μαρία’. Αλλά, μου εκπέμπει μια ανείπωτη θαλπωρή που για μένα είναι το τοπ μιούζικαλ. Απότοsixteen going on seventeen μέχριτοmy favourite things, ένασωρόαναμνήσεις! Έχουμε πει με τη Μπρέντα, που μας δέρνει η ίδια τρέλα, ότι μια μέρα θα πάμε διακοπές στο Σάλζμπουργκ και θα μείνουμε στο σπίτι των Βον Τραπ. Μακάρι!
Τις προάλλες πήγα σε μία διάλεξη που διοργάνωσε η πρεσβεία της Βενεζουέλας στην Κύπρο, στην οποία ήταν προσκεκλημένος ένας κύριος, του οποίου το όνομα ούτε που θυμάμαι, και ο οποίος θα μας μιλούσε για τα επιτεύγματα της διακυβέρνησης Τσάβεζ. Εννοείται ότι δεν παρέστην επειδή με πήρε ο πόνος για τα επιτεύγματα του Τσάβεζ (έχουμε στην Κύπρο τον δικό μας αντίστοιχο και τον καμαρώνω άλλωστε), αλλά επειδή σκέφτηκα ότι θα ήταν μια καλή ευκαιρία να εξασκήσω τα Ισπανικά μου και να δω αν μπορώ να παρακολουθήσω μία διάλεξη πιο υψηλού επιπέδου. Πήρα την καθηγήτρια των ισπανικών παραμάσχαλα και πήγαμε.
Φτάσαμε στο Χίλτον, μπήκαμε μέσα και ήταν όλα σαν μεξικάνικη σειρά. Κύριοι και κυρίες με εξωτικά πρόσωπα, με ντυσίματα που παρέπεμπαν στη δεκαετία του ’50, όλα κάπως ρετρό. Κάθομαι κι εγώ σε μια άκρη, και έρχεται μία κυρία να μου προσφέρει τα ακουστικά για να ακούσω τη διάλεξη μεταφρασμένη στα αγγλικά. Αρνήθηκα. Με κοιτάζει που λες μία Κύπρια που καθόταν δίπλα μου και με ρωτάει:
-Γιατί δεν χρησιμοποιείς τα ακουστικά; Τόσο καλά χειρίζεσαι την ισπανική;
-Το κατά δύναμιν.
-Α, μάλιστα! Και πόσα χρόνια μαθαίνεις Ισπανικά;
-Εφτά χρόνια. Αλλά με πολύχρονα ενδιάμεσα διαλείμματα.
-Ε, καλός είσαι, πλησιάζεις να τα τελειώσεις. Να αρχίσεις άλλη γλώσσα τώρα. Εγώ φέτος γράφτηκα Τούρκικα στα επιμορφωτικά. Άμα θέλεις να έρχεσαι κι εσύ.
-Όχι ευχαριστώ, δεν θέλω.
-Μα, είναι η γλώσσα του μέλλοντος!
-Όχι, ευχαριστώ.
Το «όχι ευχαριστώ» σε ελεύθερη μετάφραση και όπως το σκέφτηκα από μέσα μου:
"Μα τι λαλείς κόρη μαλακισμένη;! Εν καιρώ κατοχής και με μια Τουρκία να καταπατεί νυχθημερόν και σωρηδόν τα ανθρώπινα δικαιώματά μου, εγώ θα κάτσω να μάθω τη γλώσσα της; Γιατί; Επειδή κάποτε θα υπάρξει μια κάποια λύσις; Που και λύση να βρεθεί, κυρά μου, γιατί να μάθω εγώ τη γλώσσα της μειοψηφίας; Να μάθει η μειοψηφία την γλώσσα της πλειοψηφίας όπως θα γινόταν σε κάθε μαθηματική πράξη. Το πολύ απορροφά το λίγο. Όχι το λίγο το πολύ! Που τα ισοπεδώσαμε όλα σ’ αυτή τη χώρα, γαμώ τη δουλοπρέπεια σας. Αλλά φεύ! Γιατί για να μάθει ο Τούρκος τα Ελληνικά, προϋποθέτει πρώτα να τα ξέρει ο Έλληνας. Και όλοι ξέρουμε το επίπεδο των Νέων Ελληνικών του μέσου Κύπριου. Δέκα στα Είκοσι γράφουν κάθε χρόνο οι μαθητές μας στις εισαγωγικές των ΑΕΙ, ενώ δώδεκα στα είκοσι είναι ο μέσος όρος του υποψήφιου για ένταξη στη Δημόσια Υπηρεσία. Άρα, ποια Ελληνικά; Μια χαρά βολευόμαστε και με τα αγγλο-τούρκικα που είναι γλώσσες απλές στην εκμάθηση και μας εντυπώνονται με την πρώτη. Βρε, άντε από ‘κει χάμω, που μου κλείσατε όλοι γλωσσολογικά και τα τούρκικα σας έμειναν να ολοκληρωθείτε ως προσωπικότητες.
Που ακόμα και αν παραβλέψω ότι πρόκειται για την γλώσσα του κατακτητή και επιδείξω ευελιξία για χάριν ενός λαμπρού μέλλοντος όπου ελληνάκια και τουρκάκια θα παίζουν μπάλα αγαπημένα στην αυλή της Φανερωμένης, δεν μπορώ να παραβλέψω ότι πρόκειται για μια κακόηχη γλώσσα που ακούγεται σαν μηχανή που σπάει μπετόν στο πεζοδρόμιο. Θες κύριε μου να μάθεις ξένες γλώσσες; Να σου φέρω εγώ γλώσσες με ιστορία και πολιτιστικό πλούτο να έχεις να πορεύεσαι. Θέλεις Γαλλικά που είναι και η γλώσσα των σαλονιών; Θέλεις Ιταλικά, την πιο μουσική γλώσσα του κόσμου; Θέλεις Ισπανικά να νιώσεις λίγο λάτιν λόβερ; Αλλά τα Τούρκικα από πού κι ως που; Τι είδους ηδονή είναι αυτή που απορρέει από τα τούρκικα και λυσσάξατε όλοι να τα μάθετε; Κι άμα καίγεται τόσο πολύ ο κώλος σας να μάθετε τη «γλώσσα του μέλλοντος», μάθετε Ρώσικα, μάθετε Κινέζικα, μάθετε Ινδικά που προέρχονται και από τις πιο αναπτυσσόμενες χώρες στον πλανήτη να σας φύγει η κάψα. Θυμηθήκατε όλοι τώρα, να βγάλετε την Πραξούλλα από μέσα σας!"
Για να τα πούμε πιο ωμά και πιο σταράτα, δύο είναι τα τινά:
Είτε δεν έχετε αντιληφθεί το μέγεθος της καταστροφής που επιφέρει καθημερινά η Τουρκία στην πατρίδα μας, πράγμα το οποίο σας καθιστά βλάκες, είτε το έχετε αντιληφθεί αλλά ποσώς σας ενδιαφέρει πράγμα το οποίο σας καθιστά και επικίνδυνους. Δυστυχώς η αλήθεια είναι πάντα κάπου στη μέση. Εκτός βέβαια, κι αν μαθαίνετε τούρκικα γιατί οφείλουμε να γνωρίζουμε τη γλώσσα του εχθρού μας ώστε μια άγια μέρα να κάνουμε την ανατροπή και να τον καταποντίσουμε εκ των έσω. Ε, πείτε το βρε, και κάθομαι τόση ώρα και σας βρίζω άδικα. Χαλάμε και τις καρδιές μας παρασκευιάτικα. Παρεξήγηση έγινε, μπαρδόν!
Επιστροφή στο συνέδριο όμως. Τελείωσε η ομιλία για τον Τσάβεζ, τα μισά κατάλαβα απ’ όσα άκουσα, γύρισε η κυρία δίπλα μου και μου πρότεινε να πάμε να φάμε καναπεδάκια από το μπουφέ. Είχα όμως δουλειές, και βιαζόμουνα, της είπα «Όχι, ευχαριστώ» και έφυγα.
Πήγα και είδα μία εξαιρετική παράσταση απόψε το βράδυ, το «Συμβόλαιο Εργασίας».
Είναι πολύ της μόδας τελευταίως οι διαδραστικές παραστάσεις, που ξετυλίγονται μπροστά σου σε αληθινό χρόνο και μάλιστα εκτός θεάτρου. Πέρσι είχαμε το «Όνειρο Θερινής Νυκτός» που ανέβηκε σε ένα περιβόλι, καθώς επίσης και τη «Νέα Τάξη Πραγμάτων» που ανέβηκε στο υπόγειο του Σατιρικού Θεάτρου. Φέτος έχουμε το ‘Συμβόλαιο Εργασίας’ που ανεβαίνει κάθε Δευτέρα με Πέμπτη στα κτίρια της RAI.
Να σου πω την αλήθεια πήγα πολύ υποψιασμένος για το τι θα δω, και ήμουν ελαφρώς προκατειλημμένος ότι θα δω κάτι ανάλογο με τις παραστάσεις που ανέφερα πιο πάνω, αλλά ευτυχώς διαψεύστηκα και εξεπλάγην ευχάριστα. Η παράσταση αφορά στις συνθήκες εργασίας σε μία εταιρεία των ΗΠΑ, και διαδραματίζεται μέσα σε ένα χώρο συνεδριάσεων όπου στη μία άκρη του τραπεζιού κάθεται η υπεύθυνη ανθρώπινου δυναμικού και στην άλλη άκρη, η υπάλληλος. Το κοινό, το οποίο κάθεται κατά μήκος του τραπεζιού, αισθάνεται πως ανήκει κατά κάποιον τρόπο στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας και παρακολουθεί την εξέλιξη της υπαλλήλου από την πρώτη μέχρι την τελευταία της μέρα.
Δεν θα δεις τίποτα το συγκλονιστικό, αλλά το έργο είναι τόσο έξυπνα σκηνοθετημένο και τόσο πρωτότυπα στημένο που δεν υπάρχει περίπτωση να βαρεθείς. Από την μεγαλύτερη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια όλα είναι προσεγμένα και μελετημένα, πρόκειται για ό, τι πιο άρτιο είδα σ’ αυτό το είδος θεάτρου. Πραγματικά συγχαρητήρια στους συντελεστές. Να γίνονται πιο συχνά τέτοια θεάματα στην τριτοκοσμική μας χώρα.
Να σου πω ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης εγώ είχα λυθεί στα γέλια, γιατί παραλλήλιζα αυτά που έβλεπα με αυτά που έζησα και ζω στις κυπριακές επιχειρήσεις και οργανισμούς και τα οποία ουδεμία σχέση ή ομοιότητα παρουσιάζουν μεταξύ τους. Ενδεικτικά, θα σου φέρω ως παράδειγμα μια σκηνή (μην ανησυχείς δεν πρόκειται για spoiler) όπου ουσιαστικά η προσωπάρχης ερευνά κατά πόσο η υπάλληλος αποδίδει το ίδιο όπως παλιά στην εργασίας της, κάνοντάς της διάφορες ερωτήσεις. Αμέσως θυμήθηκα μία γνωστή μου που σήμερα μου είπε ότι ο διευθυντής της μπήκε στο γραφείο της αλαφιασμένος και την ρώτησε αν μπορεί να του βρει μια κάσα για να πάρει σπίτι του, γιατί θα γεννούσαν τα κουνέλια του. Πάρε και κατάλαβε πού ζούμε και πού εργαζόμαστε: Στη φάρμα των ζώων.
Μόνο και μόνο που παραλλήλιζα αυτό που έβλεπα με τις δικές μου εμπειρίες ήταν αρκετό για να είμαι καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης με το χέρι στο στόμα για ν’ αποφύγω τα αβίαστα γέλια.
Κάθε τηλεπαιχνίδι άνεργων διασήμων που σέβεται τον εαυτό του οφείλει να έχει τα εξής:
- Τον Κωστόπουλο στην επιτροπή, να σε κοιτά με ύφος «θα σε γαμήσω» ώστε να τρέμει να αλλάξει κανάλι η μέση 50αρα τηλεθεάτρια. - Έναν κραγμένο γκέι που θα δράσει ως comic relief, και ο οποίος με ψήφους «μάνα μου ρε» θα πλησιάσει στον τελικό, αλλά τελικά δεν θα πιει νερό. - Μίαν Ελληνίδα ντίβα, η οποία στη γειτονιά της δεν έτρωγε κοκορέτσι, ούτε άκουγε Καζαντζίδη, αλλά μεγάλωσε με πάσο ντόμπλε και τα παγοπέδιλα παραμάσχαλα. Θεωρείται εξ αρχής φαβορί, αλλά το αιμοβόρο κοινό που απεχθάνεται όσους το παίζουν κονοσσέρζ την καταποντίζει με συνοπτικές. «Άμπα τζιαι δουν τον καλλύττερον τους» που λέμε και στην Κύπρο. - Μία παρουσιάστρια όσο πιο ψυχρή γίνεται για να αποδίδει πιο ρεαλιστικά το γκλάμουρ της βραδιάς η οποία φυσικά θα πρέπει να παραπέμπει σε βραδιά όσκαρ και ballroom και όχι στο ‘ραντεβού στα τυφλά’ με τη Βάσια Τριφύλλη. - Τον Λάτσιο στα παρασκήνια να κάνει τα κουμάντα του. - Έναν τελικό στον οποίο να κερδίζει αυτός που δεν τον υπολόγιζε κανείς, στην περίπτωση του Dancing On Ice προβλέπω την Πηνελόπη Αναστασοπούλου, που ακόμα και τώρα που γράφω αυτό το κείμενο δεν γνωρίζω ποία είναι, από άλλα sites έμαθα το όνομά της.
Πάντως, το πιο ωραίο πράμα που είδα ψες το βράδυ ήταν η Παπαρίζου, και όπως συμφώνησε και η Μπρέντα είναι κρίμα που αυτό το τόσο αστραφτερό και σέξι πλάσμα δεν αξιοποιείται όσο θα έπρεπε στην ελληνική ζώου μπιζ. Ακόμα και μετά τη Γιουροβίζιον που πίστεψα ότι θα γίνει η διάδοχος της Βίσση, δεν στάθηκε αντάξια των περιστάσεων. Τα δε τελευταία χρόνια τα τραγούδια της είναι μεν αξιοπρεπή αλλά σαφώς κατώτερα των προσδοκιών μας. Κρίμα.
Κατά τα άλλα, δεδομένης της κατάστασης στην Ελλάδα, ιδού άλλα δύο concept που θα ήθελα να δω να υλοποιούνται στο εγγύς μέλλον από άνεργους διασήμους:
- Χορεύοντας στο Ταψί. Εδώ, επαγγελματίες σεφ γίνονται ζευγάρι με έναν άνεργο διάσημο και προσπαθούν να χορέψουν παραδοσιακούς χορούς σε ένα τεράστιο ταψί γεμάτο λάδι, το οποίο σιγοκαίει στη φωτιά. Αναλόγως του βαθμού δυσκολίας το λάδι ζεματάει περισσότερο. Στο τέλος θα αποχωρεί ο διάσημος που έχει τις λιγότερο καμένες πατούσες.
- Χορεύοντας με τους Λύκους. Και πάλι, άνεργοι διάσημοι μπαίνουν στην αρένα όπου και θα χορέψουν κάποια γνωστή μελωδία, παρέα με τον λύκο τους. Θα φέρουμε λύκους από τα βάθη της Μόσχας, θα τους χρεώσουμε σε διάφορους διάσημους και σε κάθε λάιβ αυτοί θα καλούνται να μας δείξουν πως τους έχουν δαμάσει υπό τους εκάστοτε κλασικούς ήχους του πενταγράμμου. Νικητής θα κηρύσσεται αυτός με τις λιγότερες γρατζουνιές ή και αμυχές. Για να τονίσουμε το χολιγουντιανό γκλάμουρ της εκπομπής, προτείνω για παρουσιαστή τον Κέβιν Κόστνερ.
Μπορώ να φανταστώ κι άλλα formats, που δεν θα αφορούν αποκλειστικά τον χορό, αλλά όχι και τόσο πετυχημένα, όπως για παράδειγμα ένα ‘Singing In The Rain’ όπου τα ζευγάρια θα τραγουδούν καραόκε κάτω από καταρρακτώδεις τεχνητές βροχές και θα αποχωρεί αυτό που θα πουντιάζει πρώτο, ή ακόμα, για να δώσουμε ένα πολιτικό touch στο πρόγραμμα, ένα διαγωνισμό όπου Έλληνες τραγουδιστές τραγουδούν με έναν celebrity της Τουρκίας για να προωθήσουν τα ελληνοτουρκικά. Το λεγόμενο: “Dancing Karjilama”. Προβλέπω και για εδώ διάφορους ξοφλημένους να συμμετέχουν, βλέπε: Άντζελα – Σερτάμπ, τον Ρουβά με τον Μπουράκ Κουτ, τον Χριστόφια με τον σύντροφο Ταλάτ, την Πραξούλλα (που είναι και σοπράνο) με τον Ερντογάν… τρελά ζευγαράκια!
Αν αυτά τα concepts σου ακούγονται τραβηγμένα ή και υπερβολικά για να υλοποιηθούν στην Ελλάδα, μην τα βάφεις μαύρα, υπάρχει και το Μέγκα Κύπρου, που κάτι τέτοιους αλλοπρόσαλλους συνδυασμούς τους έχει ψωμοτύρι.
Άμα θωρώ την Κανέλλη να μιλά με τόση ευφράδεια, τόσο στα ελληνικά (που τη θεωρώ αυθεντία), όσο και στα αγγλικά (παρόλη την έλλειψη Oxbridgeπροφοράς την οποία εμείς εδώ στην Κύπρο θεωρούμε κορωνίδα της βασιλικής μας καταγωγής), αρχίζω και συμπαθώ την αριστερά (λίγο βέβαια, μην φανταστείς…).
Τι παλικαρίσια έκφραση, τι μπρίο, τι ετοιμόλογη!
Σύγκρινε τώρα αυτή τη γυναίκα με τους κούλλουφους του ΑΚΕΛ, αλλά και οποιουδήποτε άλλου κυπριακού κόμματος και πες μου, ποιος θα μπορούσε ποτέ να σταθεί με τόση παρρησία, τέτοιο τουπέ, τέτοια επιχειρηματολογία, διανθισμένη με φλεγματικά στοιχεία και να μην γινόταν ρεζίλι των σκυλιών σε οποιοδήποτε ξένο κανάλι. Να σου θυμίσω τα πρόσφατα μαργαριτάρια του Χριστόφια να κλάψεις τη μάνα που σε γέννησε; «Myfatherwascool!», «Howdoyousayμάσκες» και δεν συμμαζέυεται…
Εντάξει, στη Βουλή, όταν πήγε με το ψωμί και το γάλα ήταν λίγο υπερβολική. Αλλά για το σημερινό, της τα συγχωρώ όλα.
Από τον καιρό που γνώρισα τη Μπρέντα, εδώ και ένα χρόνο δηλαδή, έπαψα να μοιρολατρώ όπως παλιά; Παλιά, αν θυμάσαι, αναπολούσα συχνά τα λυκειακά μου χρόνια, τα φοιτητικά μου χρόνια, τον ένα, τον άλλο… Αυτά σταμάτησαν. Γιατί πλέον ζω το τώρα με τη Μπρέντα και δεν μου μένει χρόνος για μνημόσυνα. Κρατώ το μυαλό μου απασχολημένο στο σήμερα. Κι αυτό είναι καλό.
Αλλά, απόψε έχω κάτι μελαγχολίες απερίγραπτες, χέσε ψηλά κι αγνάντευε! Είμαι να τεζάρω. Φταίει η μουσική που παίζει, φταίνε οι φωτογραφίες που είδα… Μεγαλώνουμε γαμώ το. Μεγαλώνουμε και μάλιστα ανεξέλεγκτα και άσχημα.
Είδα κάτι φώτος από τότε που ήμουν 20 χρονών… Άλλος άνθρωπος! Βλέπω κι αυτές που βγάλαμε στη Μάλτα τις προάλλες και βλέπω έναν «γέρο». Ούτε καν τη φαλάκρα δεν μπορώ να κρύψω πια.
Βλέπω τους φίλους μου στις φωτογραφίες, στα early 20’sτους, και έχουν μια ξεγνοιασιά στο βλέμμα, απερίγραπτη. Τώρα, μια στο τόσο που θα τους δω, και μια φορά τον χρόνο που θα έχουμε απαρτία συζητούμε για την οικονομική κρίση (έλεος δηλαδή), για το πόσο ακρίβυναν τα ακίνητα (έλεος δηλαδή χ2), για το νέο i-phone (λες και είχαμε και στο χωριό μας). Εμάς κάποτε η μόνη μας έννοια ήταν που θα βγούμε έξω.
Βλέπω και τις συμμαθήτριές μου… Μπουμπούκια! Με μια γυαλιστερή επιδερμίδα και μια τσιτωμένη γάμπα στις φωτογραφίες, σκέτη κάβλα. Τις βλέπω και σήμερα, που δεν προλαβαίνουν να ταΐσουν τα παιδιά που γέννησαν, που ξεχαρβάλωσαν από τις γέννες, που δεν... "μετρούν" όπως παλιά και σκέφτομαι ότι ξοφλήσαμε. Μην πέσεις να με φας τώρα, ότι ακόμα 30 είμαστε και ότι δεν ξοφλήσαμε. Εγώ μας κλαίω για το τι είμαστε σήμερα σε σχέση με το πώς ήμασταν τότε που... λάμπαμε και αστράφταμε τόσο σε διάθεση όσο και σε εμφάνιση.
Είναι λίγο παράξενο, αλλά πεθύμησα και το παλιό μας το σπίτι. Που ήταν ένα παλιοδιαμέρισμα σε μια ετοιμόρροπη πολυκατοικία, δεν είχε ούτε σπουδαίες ανέσεις κι όμως το βλέπω στις φωτογραφίες και λέω ότι τότε ήταν πολύ καλύτερα από σήμερα. Που δεν ήταν. Αλλά ο εγκέφαλος έχει αυτή τη γαμημένη ικανότητα, να εξωραΐζει τα πάντα στη μνήμη μας όταν όλα τελειώσουν.
Ουφ! Τι σιχαμερό βράδυ είναι αυτό απόψε.
Ξέρεις, συνειδητοποιώ την ηλικία μου μόνο όταν με βλέπω στον καθρέφτη. Κατά τα άλλα νιώθω 16-17. Αυτό δεν είναι πάντα καλό. Δεν ζω την ηλικία μου και όταν θα θυμηθώ κάποτε να ζήσω ως 30αρης θα είναι αργά.
Την Παρασκευή έχω ραντεβού με την ψυχολόγα. Έχει να ακούσει… Την προίκα της θα φτιάξει η μαντάμ με μένα που έμπλεξε.