Τρίτη, Δεκεμβρίου 28, 2021

Το Όνομά Μου Είναι Ιωάννα

 

Για να καταλάβετε τα επίπεδα υστερίας με την πολιτική ορθότητα για άλλη μια φορά, αρκεί να παρακολουθήσετε το εξαιρετικά άβολο πρόγραμμα της Ι. Μαλέσκου που μεταδόθηκε χθες με καλεσμένο τον Τάσο Χαλκιά.

Ο Τάσος Χαλκιάς εμφανίστηκε στην εκπομπή φανερά εκνευρισμένος, εριστικός και άκεφος εξαιτίας της καθυστέρησης της παραγωγής να τον προβάλει. Από τα συμφραζόμενα κατάλαβα ότι επρόκειτο να εμφανιστεί νωρίτερα στο πρόγραμμα και τον είχαν στήσει ένα μισάωρο να περιμένει, με αποτέλεσμα αυτός να ξενερώσει και να μην έχει κέφι να συζητήσει περί «μοναξιάς» και άλλων φιλοσοφικών θεμάτων που άνοιγε η Ιωάννα Μαλέσκου, η παρουσιάστρια. Όταν ο ηθοποιός αντιλήφθηκε ότι δεν απέμενε χρόνος για να προβάλει τη δουλειά του, της είπε μεταξύ άλλων κι ένα αγανακτισμένο «βρε κούκλα μου», για να εισπράξει πίσω ένα ψυχρό και αυστηρό «το όνομά μου είναι Ιωάννα». 


Ζούμε σε στείρες εποχές. Οι λέξεις ερμηνεύονται καχύποπτα χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το ύφος, οι περιστάσεις και οι προθέσεις του ομιλητή ή γράφοντα. Τα νοήματα διαστρεβλώνονται ώστε να εξυπηρετούν αφηγήματα και πολιτικές. Από την ώρα που ξεμύτισε το MeToo, έχουν δαιμονοποιηθεί τα πάντα, και όλα κρίνονται υπό το πρίσμα του σεξισμού. Θεώρησε δηλαδή η Μαλέσκου εκείνη τη στιγμή, ότι ο ταλαίπωρος Τάσος Χαλκιάς άλλο καημό δεν είχε μετά από μισή ώρα στήσιμο, από το να της την πέσει, ή να τη μειώσει ως οντότητα και φύλο με το «βρε κούκλα μου» το οποίο λέχθηκε ξεκάθαρα εν τη ρήμη του λόγου και με διάθεση τύπου «βρε χρυσή μου, άσε με να πω και δυο λόγια για το θέατρο που παίζω, μας έχεις πρήξει με τα φιλοσοφικά σου μια ώρα να πούμε».

Σε πρωινάδικο δουλεύετε μαντάμ, το πήρατε χαμπάρι; Το Big Brother και το Survivor σχολιάζετε, δεν αναλύετε τη Θεία Κωμωδία του Δάντη. «Έβγαλε νέο CD ο Δάντης;» Όχι αυτός, ο άλλος!

Αν η Μαλέσκου βρισκόταν στο Δικαστήριο και ο Δικαστής ή ο Δικηγόρος την αποκαλούσε «βρε κούκλα μου», να το καταλάβω, δικαίως να θιχτεί. Αν βρισκόταν σε κάποιο Αστυνομικό Τμήμα και ο προϊστάμενος της απηύθυνε τον λόγο τοιουτοτρόπως επίσης να το καταλάβω και να υπερθεματίσω. Αλλά σε εκπομπή επιπέδου κομμωτηρίου βρίσκεστε. Το κλίμα σηκώνει ένα πιο χαλαρό λεξιλόγιο. Τι πάει να πει «το όνομά μου είναι Ιωάννα»; Αισθάνθηκες κάποιο κίνδυνο από τον Χαλκιά και ένιωσες ότι έπρεπε να κρατήσεις τα προσχήματα; Τον είδες να σε κοιτάζει γλυκά και ύποπτα, ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο που να σε κάνει να αισθανθείς ότι αν δεν υψώσεις τείχος ανάμεσά σας θα γινόταν κάποια άσεμνη επίθεση; Μα, καμία επαφή με την πραγματικότητα πια;

Εγώ τις προάλλες είχα πάει σε μία ειδική γιατρό να συζητήσουμε τι θα γίνει με τη χοληστερίνη μου και όταν γύρισε και μου είπε «μην ανησυχείς αγάπη μου, όλα θα τα διορθώσουμε» αισθάνθηκα ότι έχω απέναντί μου μία ευπροσήγορη κυρία που νοιάζεται για τον ασθενή της. Δεν είπα «α, κοίτα την, μα ποια νομίζει ότι είναι και με αποκαλεί «αγάπη της», με ήξερε από χθες; Ούτε αισθάνθηκα ότι μου την πέφτει (γελάνε και τα πόμολα!), ούτε σκέφτηκα ότι καταχράζεται την εξουσία που της παρέχει η σχέση γιατρού – ασθενή και με υποτιμά!» Εγώ είπα δόξα σοι ο Θεός, έχουμε μία γιατρό που νοιάζεται.

Απεναντίας, έχω κι έναν καρδιολόγο που μου απευθύνεται με το σεις και με το σας δημιουργώντας έτσι τόση απόσταση μεταξύ μας, που δεν αισθάνομαι άνετα όταν τον επισκέπτομαι και θέλω να τον αλλάξω. Θεωρώ ότι πάνω απ’ όλα ο γιατρός σου πρέπει να ‘ναι και φίλος σου και να δημιουργεί ένα ζεστό κλίμα ενόσω είσαι στο ιατρείο του. Φυσικά υπάρχει κι όριο και ο κάθε άνθρωπος έχει το δικό του, όμως θεωρώ ότι όλα κρίνονται υπό το φως των περιστάσεων, των προθέσεων, του ύφους, του τόνου της γλώσσας και πάνω απ’ όλα από τα γεγονότα. Αλλιώς απαιτώ από τον Διοικητή του στρατοπέδου μου να μου απευθύνει τον λόγο, αλλιώς από το όργανο της τάξεως, αλλιώς από έναν συνάδελφο, αλλιώς από ένα φίλο και αλλιώς από μία παρουσιάστρια στο πλατό της εκπομπής της.  

Αντιλαμβάνομαι ότι μπορεί η Μαλέσκου εκείνη τη στιγμή να ήθελε να στείλει ένα μήνυμα προς κάθε καημένη γυναίκα που ανέχεται τον κάθε χωριάτη να απλώνει τα κουλά του, και με τη στάση της να ήθελε να υπενθυμίσει ότι οι γυναίκες δικαιούνται και πρέπει να αποκαλούνται με τα ονόματά τους και όχι με υποκοριστικά που αφήνουν χώρο για κακοποιητικές πράξεις. Όμως, λάθος μέρος, λάθος χρόνος και κυρίως με λάθος άνθρωπο απέναντι. Ο άνθρωπος απέναντι θα μπορούσε να σε λέει βρε κούκλα μου συνέχεια και να μην σε πλησιάσει ποτέ πέραν των δύο μέτρων, και μπορεί ένας άλλος να σου μιλά μόνιμα στον πληθυντικό και να σε χουφτώνει με κάθε ευκαιρία. Δεν είναι οι λέξεις το πρόβλημα, είναι οι πράξεις. Θα μου πεις, και οι λέξεις είναι σημαντικές και θα συμφωνήσω. Αλλά όλες κατά περίπτωση! Προσπαθήστε κι εσείς μια φορά να μην είστε τόσο μυγιάγγιχτοι και να βλέπετε το δάσος αντί το δέντρο. 

Αν η Μαλέσκου ήθελε όντως να εμπνεύσει και να αφυπνίσει τις γυναίκες θα μπορούσε να το κάνει σε διαφορετικό χρόνο και να βγει να πει «αξιολογήστε τα πάντα κατά περίπτωση, ψυχολογήστε την κατάσταση πριν την κατηγοριοποιήσετε ως κακοποιητική, μην σταθείτε στη λέξη, δείτε τη μεγαλύτερη εικόνα, κρίνετε με βάση την ένταση, τη συχνότητα, την περίσταση, και κυρίως τις πράξεις». Αυτό βέβαια είναι και το πιο δύσκολο, γιατί προϋποθέτει κριτική και ελαφρώς μαθηματική σκέψη η οποία είναι είδος προς εξαφάνιση. Έτσι ίσως, η Μαλέσκου, να θεώρησε ότι περνά το μάθημα με ένα «το όνομά μου είναι Ιωάννα».

Λάθος εκπομπή παρουσιάζεις Ιωάννα Μαλέσκου μου. Έπρεπε να σου δώσουν να λες τις Ειδήσεις, ή τέλος πάντων ένα πρόγραμμα πιο ξινό.

Βέβαια, τι ξέρω κι εγώ; Εγώ οι μόνες παρουσιάστριες που εγκρίνω και παραδέχομαι, είναι η Ελένη Μενεγάκη και η Αννίτα Πάνια. Όλες οι υπόλοιπες έπρεπε να κάνουν άλλη δουλειά.


Δευτέρα, Δεκεμβρίου 27, 2021

Αντίο 2021, Ήσουν Πολύ Εντάξει.

 

Μόνο ευγνωμοσύνη για το 2021!

Μπορεί να εξακολουθούμε να ταλαιπωρούμαστε από τα νέα δεδομένα που έφερε ο κορωνοϊός στη ζωή μας, μπορεί να έχουν αλλάξει άρδην οι κοινωνικές συνευρέσεις και να βρισκόμαστε σε μία διαρκή κατάθλιψη που εκδηλώνεται σε καβγάδες ανάμεσα σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους, αλλά προσωπικά δεν δικαιούμαι, ούτε αισθάνομαι το παραμικρό παράπονο για τη χρονιά που φεύγει.

Ήταν η χρονιά που μου έφερε την κόρη μου. Η οικογενειακή μου ευτυχία ολοκληρώθηκε. Ανυπομονώ να μεγαλώσει λίγο ακόμα να σας διηγούμαι τις ιστορίες της. Είναι μία απόλαυση. Αυτόν τον καιρό που είμαι συνέχεια σπίτι λόγω Χριστουγέννων την κρατώ συνέχεια πάνω μου και της φιλώ τα μάγουλα κατά ριπάς. Θέλω να τη φάω! Νομίζω δεν περνά λεπτό που να είναι αφίλητη. Τόσο πολύ που στην πολλή ώρα αρχίζει και συνοφρυώνεται και δυσανασχετεί έχοντας ύφος «άσε με στην ησυχία μου». Λατρεύω να την πειράζω έτσι και να τη βλέπω να τσαντίζεται από τόσο μικρή ηλικία!  

Το μισό 2021 το πέρασα στην τηλεργασία. Για τους πρώτους έξι μήνες δούλευα από το σπίτι. Με βαριά καρδιά επέστρεψα στο γραφείο και απορώ γιατί πραγματικά δεν έχει υιοθετηθεί μόνιμα το μέτρο. Εντάξει, χρειαζόμαστε καλύτερες και σταθερότερες υποδομές. Αλλά αν το καταφέραμε κουτσά-στραβά για έξι μήνες, δεν θεωρώ ακατόρθωτο να γίνει μόνιμος θεσμός με λίγη παραπάνω προσπάθεια. Ελπίζω στο μέλλον να καθιερωθεί.

Το 2021 είχε ακόμα ένα κορυφαίο γεγονός. Αποκτήσαμε οικιακή βοηθό. Ήρθε μία κυρία και μένει μαζί μας και είδαμε το φως το αληθινό και λάβαμε πνεύμα επουράνιο. Είναι ολίγον τι κατάντημα να μην μπορείς να κρατήσεις το σπίτι σου καθαρό και συγυρισμένο, αλλά ας το παραδεχτούμε δημόσια, επιτέλους. Δεν είναι κακό να είσαι εξοικειωμένος με τις αδυναμίες σου. Το σπίτι μας το λατρεύω αλλά δεν το πρόφταινα, ούτε εγώ, ούτε η Μπρέντα, ούτε μαζί. Τώρα με το δεύτερο μωρό, έτι περισσότερον. Από τον Οκτώβριο που αφίχθη η κυρία, είμαι σε άλλη διάσταση και σωματικά και πνευματικά. Μπαίνω σπίτι και είναι σαν να μπήκα σε ξενοδοχείο. Περιττό να πω ότι την έχω στα όπα-όπα και γίνομαι χαλί να με πατήσει γιατί αν ποτέ μας φύγει δεν ξέρω τι θα απογίνουμε. Θα μπορούσα να γράψω βιβλίο σχετικά με την όλη εμπειρία, αλλά επιφυλάσσομαι προς το παρόν.

Το μόνο αρνητικό της χρονιάς που μπορώ να μου προσάψω είναι η έλλειψη προσωπικής προόδου. Δεν κατάφερα να ολοκληρώσω τίποτα. Είχα βάλει στόχο να χάσω οκτώ κιλά και τα έχασα τρεις φορές, αλλά τα ξανάβαλα σε 10 μέρες και τις τρεις φορές. Είχα βάλει στόχο να ολοκληρώσω το θεατρικό που γράφω, αλλά όλο το πιάνω και όλο το αφήνω γιατί δεν έχω πίστη στον εαυτό μου ότι αυτό που γράφω μπορεί να σταθεί, ούτε ότι μπορώ να το υπερασπιστώ σοβαρά στον έξω κόσμο χωρίς να φάω κράξιμο. Είχα βάλει στόχο να μάθω μια νέα ξένη γλώσσα, και επέλεξα τα σουηδικά, και παρόλο που βρήκα καθηγήτρια και γράφτηκα, τα ακύρωσα πριν αρχίσουμε επειδή σκέφτηκα ότι με το βρέφος δεν θα είμαι σε θέση να αντεπεξέλθω, ούτε υπήρχε λόγος να επιβαρυνθώ οικονομικά για να μάθω μία γλώσσα που δεν θα χρησιμοποιήσω ποτέ. Δεν προβλέπεται να βγαίνω με την Παπαρίζου έτσι κι αλλιώς.

Γενικότερα δεν κατάφερα να πειθαρχήσω στο παραμικρό. Αγόρασα και εξοπλισμό γυμναστηρίου, τρομάρα μου, και με το ζόρι πείστηκα να κάτσω να γυμναστώ δυο φορές τη βδομάδα από ένα μισάωρο. Γενικώς βάρυνα, τα χρόνια μου άρχισα να τα αισθάνομαι στην καμπούρα μου και όσο κι αν το παλεύω να ξεφύγω από τη μιζέρια του μεσόκοπου σαραντάρη, δεν τα καταφέρνω. Βέβαια, συνεχίζω το θέατρο, αλλά κι αυτό δεν το χαίρομαι όσο παλιά όπως σας ξαναείπα. Κοιμάμαι πια νωρίς, δεν αντέχω να ξενυχτίσω. Αν γίνει 11:00 και δεν έχω κοιμηθεί το επόμενο πρωί σέρνομαι. Μέχρι πέρσι κοιμόμουν άνετα στη μία το πρωί και ούτε γάτα! Αυτά θέλω να νικήσω φέτος. Αν και τη ξέρω πια τη μοίρα μου.

Βλέπω κόσμο να είναι φιτ και γραμμωμένος στα 48 και τους θαυμάζω και σκέφτομαι ότι αφού δεν ήμουν ποτέ έτσι ούτε όταν ήμουν 20-30 ετών δεν πρόκειται να γίνω ποτέ πια. Μετά το βάζω στόχο, αλλά αλλού ρίχνω τα βέλη κι αλλού βρίσκεται ο στόχος!

Ας ευχηθώ το 2022 να έχουμε υγεία, να την επιδιώξουμε, και σιγά σιγά να επανέλθουμε στην κανονικότητα της προ-2019 εποχής. Θα είναι δέκα χρόνια μεγαλώματος μωρών, θα φτάσω τα 50 και θα έχω ακόμα παιδιά στο Δημοτικό όταν οι γονείς μου στην αντίστοιχη ηλικία είχαν παιδιά που τελείωναν τις σπουδές τους. Με ενοχλεί, με λυπεί, αλλά ας ευχηθούμε να είμαστε όλοι καλά και να τα καταφέρουμε αβρόχοις ποσίν.

Καλή νέα χρονιά σε όλους.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 21, 2021

Αριθμός 41

 

Γιε μου πάνσοφε!

Τις προάλλες με ρώτησε:

«Παπά, ποιος είναι ο τελευταίος αριθμός;»

«Δεν υπάρχει τελευταίος αριθμός. Οι αριθμοί δεν τελειώνουν ποτέ!»

«Δεν γίνεται» μου απαντά. «Όλα κάποτε τελειώνουν».

«Ναι, αλλά όχι οι αριθμοί. Είναι άπειροι. Μπορούμε να μετρούμε συνέχεια και να μην τελειώνουμε».

Πείσμωσε.

«Και γιατί οι αριθμοί στο ημερολόγιο μου έχουν τέλος;» (Έχει ένα χριστουγεννιάτικο ημερολόγιο ο γιος μου, με εκείνα τα παραθυράκια που μετρούν αντίστροφα ως τα Χριστούγεννα και περιέχουν μέσα δωράκια και σοκολατάκια).

Του εξήγησα περαιτέρω τα περί απείρου, ημερολογίων και αριθμών.

 «Ααα, αυτό είναι πάρα πολύ άδικο! Δεν είναι δίκαιο να μην τελειώνουν οι αριθμοί αλλά να τελειώνει η ζωή!»

Με πέθανες μικρέ μου φιλόσοφε. Με ισοπέδωσες! Με έκανες αλοιφή!

Σήμερα γίνομαι 41. Και παρόλο που είμαι πιο πλήρης και ευτυχισμένος από ποτέ, έχοντας πάρει προ 40 ημερών ως δώρο την αδελφή του -που τόσο πολύ λαχταρούσαμε, αισθάνομαι ένα υποβόσκον άγχος. Τον χρόνο τον αμείλικτο. Που προσπαθώ να δαμάσω με νύχια και με δόντια προκειμένου να τους απολαύσω όσο το δυνατόν περισσότερο γίνεται.

Αχ, γιε μου υπέροχε! Μακάρι να ζήσω 150 χρόνια! Να προλάβω να σας χαρώ ως το άπειρο και ακόμα παραπέρα!

Αυτό ας ευχηθώ σήμερα.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 15, 2021

Αρβύλες

 

Δεν είναι τέλειο να βλέπεις τους αριστερούς να μην χωνεύουν την κατραπακιά των Ράδιο Αρβύλα;

Έχω παρατηρήσει το εξής. Οι αριστεροί, σαν φάρα, είναι μια γροθιά. Ένας να κάνει μαλακία αισθάνονται ότι όλοι πρέπει να επέμβουν να του βρουν ελαφρυντικά. Δεν μπορούν να πουν «α, τον μαλάκα, ας πληρώσει τη μαλακία που έκανε!» Αισθάνονται χρέος να επέμβουν να σώσουν το γόητρο όλων των συντρόφων τους. Το «σύντροφοι» το οποίο εγώ μέχρι πρόσφατα το αντιλαμβανόμουν ως ένα αστείο παρατσούκλι για να τους ξεχωρίζουμε από τους κανονικούς ανθρώπους, ισχύει. Το νιώθουν στο πετσί τους. Και έχει από χθες που παρατηρώ δεκάδες «σύντροφους» να θεωρούν ότι πρέπει με τον ένα ή τον άλλον τρόπο να πουν μια καλή κουβέντα για τον Παναγιωτόπουλο, ασχέτως αν αναγνωρίζουν ρητά το αποτρόπαιο της πράξης του.

«Τι να κάνουμε να τον σκοτώσουμε;» Όχι, βέβαια, ποιος είπε ότι θα τον σκοτώσουμε; Θα τον «σκοτώναμε» μόνο αν ήταν δεξιός. Οι αριστεροί δικαιούνται μία ευκαιρία παραπάνω. Έτσι κι αλλιώς, αυτοκτόνησε από μόνος του ο κύριος με την πράξη του. Δεν νομίζω να ξαναδεί τηλεόραση ή ραδιόφωνο όσο ζει. Δεν περιμέναμε να τον «σκοτώσετε» εσείς ή οποιοσδήποτε άλλος. Θα δικαστεί και τέλος. Αλλά γελώ με την έκδηλη ανάγκη σας να βρείτε να πείτε κάτι. Δεν αρκεί ένα «ήταν μαλάκας, καλά να πάθει». Ήταν αριστερός και δικαιούται αλληλεγγύης από όλους τους υπόλοιπους. Τι αστείοι!

«Θα τον δικάσουμε εμείς στις εκπομπές;» είπε ένας άλλος. Τώρα το θυμηθήκατε; Όταν εγώ έγραφα ότι οι τηλεοπτικές εκπομπές δεν είναι δικαστήρια, ότι διέπονται από δημοσιογραφική δεοντολογία και τα λοιπά, και ότι πριν πιάσουν κάποιον στον στόμα τους οφείλουν να παρουσιάσουν ζωντανά και την άποψη του κατηγορουμένου, πέσανε να με φάνε κάτι ανενημέρωτες κυρίες με λαϊκά επιχειρήματα, γράφοντάς μου «αφού η αστυνομία δεν κάνει τη δουλειά της, ναι, θα τους δικάζουμε εμείς στην τηλεόραση». Όταν καθημερινά ο Λιάγκας ρωτά τις καλεσμένες του «πείτε μας, εσάς πώς ήταν η εμπειρία σας με τον Λιγνάδη, τον Φιλιππίδη κτλ, είχατε ακούσει τις φήμες;» για υποθέσεις που βρίσκονται στην πορεία της εκδίκασης, όλα καλά! Εκεί ασκούμε «ερευνητική δημοσιογραφία», εξυπηρετούμε τα MeToo και τους U2. Όταν ξαφνικά το σκάνδαλο αφορά «δικούς τους», ξαφνικά όλοι αποφαίνονται ότι η τηλεόραση δεν χρειάζεται να «κανιβαλίζει προσωπικότητες».

«Και τι θα έπρεπε να κάνει ο Αντώνης Κανάκης» δηλαδή, διερωτάται ένας άλλος σε μια ιστοσελίδα. Τίποτα, φίλε μου. Ο Αντώνης Κανάκης δεν μπορεί να ευθύνεται για τις μαλακίες του συναδέλφου του. Ορθώς τον απομάκρυναν, εκεί έληξε και οποιαδήποτε νομική ή περαιτέρω ηθική υποχρέωση του κυρίου παρουσιαστή και των συνεργατών του. Όμως, επειδή ακριβώς είναι συντρόφια και επειδή ακριβώς αισθάνονται ότι πρέπει να τοποθετηθούν, γιατί αυτό κάνουν τα συντρόφια, απ’ αυτό ζουν, από αυτό τρέφονται, από το να «τοποθετούνται», έπρεπε δυστυχώς να βγει να πει κάτι. Ε, το πιο σωστό θα ήταν να βγει να πει: «Καθόταν δίπλα μου κοτζάμ κεφτές και τόσα χρόνια δεν τον πήραμε χαμπάρι, γιατί δυστυχώς τόσο μας κόβει κι εμάς, κι άλλο τόσο κόβει κι εσάς που κάθεστε και μας βλέπετε!» Αυτή θα ήταν μια ικανοποιητική απάντηση. Επαρκώς αυτό-εξευτελιστική και προσωπικά θα με κάλυπτε. Αντ’ αυτού, βγήκε και είπε «δεν ξέραμε τίποτα, πέσαμε απ’ τα σύννεφα» και ότι αυτοί που τους την πέφτουν είναι ακροδεξιά στοιχεία, αντί-εμβολιαστές και φαν του Άδωνι. Είπε τα γνωστά κλισέ που λένε όλοι, ακόμα κι αυτοί που κοροϊδεύει κατά καιρούς στην εκπομπή του. Αυτή ίσως ήταν και η μεγαλύτερη του τιμωρία. Να πει αυτά που κοροϊδεύει.

Πόσο το απόλαυσα!

[Μια που το έφερε η κουβέντα, να πω ότι το Ράδιο Αρβύλα και τα Αμάν ουδέποτε τα χώνεψα. Αυτό που κάθεται στη μέση ο γκόμενος μονοπωλώντας το ενδιαφέρον και τριγύρω οι «δεύτεροι», οι κομπάρσοι για να του δίνουν πάσες να ρίχνει ατάκες και να κάνει τον ωραίο στις γκόμενες, πόσο εξευτελιστικό και υποτιμητικό για τους υπόλοιπους. Αλλά, αυτούς θέλετε. Λουστείτε τους].   

Κυριακή, Δεκεμβρίου 12, 2021

Η Νέα Λευκωσία

Η Λευκωσία άρχισε να ομορφαίνει.

Τις τελευταίες τρεις μέρες είμαι συνέχεια στην Πλατεία Ελευθερίας με τον Αλέξη και παίζουμε. Το πόσο τη χαίρεται και ευχαριστιέται δεν περιγράφεται. Κι εγώ μαζί του που τον φωτογραφίζω σε κάθε σημείο του έργου. 



Την Πλατεία έπρεπε να τη ζήσουμε για να την αγαπήσουμε. Η καθυστέρηση, οι μίζες και το κόστος της μας δημιούργησαν μία ψυχολογική αποστροφή, ενώ ο σχεδιασμός της δίχασε τον μέσο Κύπριο που ως γνωστόν φημίζεται για την αισθητική του. Όμως δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να τη ζήσουμε και να την αγαπήσουμε. Ομολογώ ότι κι εγώ είχα μπουχτίσει με το έργο και είχα τις επιφυλάξεις μου. Τώρα που παρακολουθώ πόσο τη χαίρεται ο γιος μου και πόσο με διευκολύνει στους περιπάτους μου στο κέντρο της Λευκωσίας άρχισα να αλλάζω γνώμη. 



«Ναι, πήγαινε να θαυμάσεις τα τσιμέντα» μου είπε μια κυρία στο τουίτερ. Δεν ξέραμε κυρά μου να σε βάλουμε να τη σχεδιάσεις εσύ να την έφτιαχνες καλύτερα. Τρελαίνομαι που έχουν όλη άποψη για το σχέδιο, χωρίς να είναι ειδικοί. Μα και ειδικοί να ήταν, de gustibus e coloribus no disputandum! Τι να κάνουμε τώρα, να τη βγάζανε σε δημοψήφισμα; Αυτή είναι η Πλατεία. Δεν σ’ αρέσει, να την παρακάμπτεις. Αυτήν έχουμε, μ’ αυτήν θα ζήσουμε. «Παλιά ήταν καλύτερη». Ναι θα συμφωνήσω, ήταν πολύ καλύτερα που είχε καταντήσει πιάτσα ομοφυλόφιλων πόρνων, σημείο ανταλλαγής ναρκωτικών και με όλα τα γραφικά περίπτερα τριγύρω που πουλούσαν ξεχασμένα περιοδικά από τη δεκαετία του ’70. Βρε, άντε από ‘κει χάμω!


Το ίδιο συμβαίνει και με τη Μακαρίου. Σήμερα πήγαμε εκεί περίπατο και ήταν χάρμα. Με χαλάει βέβαια που θα μπορούν να τη διασχίζουν αυτοκίνητα, αλλά ελπίζω ότι με τα χρόνια και την περαιτέρω ωρίμανση της κοινωνίας θα απαγορευθούν κι αυτά εξ ολοκλήρου. Η Μακαρίου θα γίνει ξανά μια κούκλα όταν ανοίξουν ξανά οι καφετέριες και τα μαγαζιά όπως ήταν και τη δεκαετία του ’90. Και ο κορωνοϊός θα επαναφέρει την κίνηση «έξω» αφού ο κόσμος θα αποφεύγει να κλειστεί μέσα στα μώλς. 


Έγινε πολύς ντόρος όταν κόπηκαν τα δέντρα στη λεωφόρο Μακαρίου. Το γεγονός ότι κόπηκαν περί τα 60 δέντρα ενώ φυτεύτηκαν στη θέση τους άλλα 300, δεν ήταν αρκετό για να σταματήσει τους ψεύτο-οικολόγους της Κύπρου να ασκήσουν μικροπολιτική. «Δεν κόβουμε κανένα δέντρο, όσο γέρικο κι αν είναι». Κι όμως δεν μπορείς να φτιάξεις ομελέτα χωρίς να σπάσεις τα αβγά. Εγώ για να ισιώσω τα δόντια μου στον ορθοδοντικό αναγκάστηκα να εξάγω δυο υγιέστατα δόντια ώστε να δημιουργηθεί χώρος στα υπόλοιπα. Δεν μπορείς να έχεις και τον σκύλο χορτάτο και την πίτα ολόκληρη. Ομοίως, για να αλλάξεις τα μαλλιά σου και να αποκτήσεις ένα πιο όμορφο ή καινούριο στιλ, πρέπει να κόψεις και μαλλιά τα οποία δυνατόν να είναι υγιή.

Τέλος πάντων, τι να λέμε τώρα για τους Οικολόγους, έχουν εξελιχτεί στο μικρό αδελφάκι του ΑΚΕΛ, οπότε κακώς σπαταλούμε το σάλιο μας.

Εν πάση περιπτώσει. Σημασία έχει ότι η Λευκωσία άρχισε να με εξυπηρετεί. Της πήρε δεκαπέντε χρόνια να αρχίσει να το καταφέρει, αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ. Να δώσει ο Θεός να ξεβρομίσει και η Λήδρας, και υπόσχομαι να μην ξανά-παραπονεθώ. 

Τρίτη, Δεκεμβρίου 07, 2021

Ένα Βήμα Πριν Το Ψυχιατρείο

 

Τα ψυχολογικά κατάλοιπα του κορωνοϊού, τώρα άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους στη ζωή μου. Το κατάλαβα χθες, όταν το μοναδικό πράγμα που φώτιζε τον ελεύθερο μου χρόνο μεταμορφώθηκε κι αυτό σε άγχος: το θέατρο.

Η Δεύτερα είναι η αγαπημένη μου μέρα της εβδομάδας επειδή τότε συναντιέμαι με τη θεατρική ομάδα και προβάρουμε το επόμενο μας έργο. Όμως χθες δεν ήθελα να πάω. Βασικά έχει καιρό που δεν θέλω να πηγαίνω στις πρόβες και κάποτε συλλαμβάνω τον εαυτό μου να ανακουφίζεται όταν για κάποιο λόγο ακυρώνεται η πρόβα, και γι’ αυτό ευθύνεται ο βρώμο-ιός.

Δεν μπορώ να ζω με το άγχος τι θα γίνει αν κάποιο μέλος της ομάδας είναι θετικό και ασυμπτωματικό και μου μεταδώσει τον ιό. Αυτό μπορεί να συμβεί παντού, θα μου πείτε. Όχι, δεν μπορεί! Αντιλαμβάνεστε ότι στο ερασιτεχνικό θέατρο δεν μπορούμε να κρατούμε αποστάσεις. Είμαστε όλοι μαζί πάνω στη σκηνή. Αγγιζόμαστε, χαϊδευόμαστε, μιλούμε ο ένας μέσα στα μούτρα του άλλου. Φοράμε βέβαια μάσκες. Μα τι να σου κάνουν και οι μάσκες; Άμα θέλει το σταγονίδιο της Μποτσουάνας και της κάθε Μοζαμβίκης να διαπεράσει το σύστημά σου, θα το σταματήσει η μάσκα; Για να μην σχολιάσω πόσο αβάσταχτο και ξενέρωτο είναι να κάνεις τρίωρη πρόβα με τη μάσκα στη μούρη. Έχω ξεχάσει και τα μούτρα τους! Έχω δυο χρόνια να δω τις φάτσες τους. Τους άφησα το 2019 και έκτοτε τους βλέπω μόνο με τη μάσκα. Δεν ξέρω αν μοιάζουν όπως τους θυμάμαι -που λέει ο λόγος.

Ναι, χθες, πήγα στην πρόβα, άντεξα τρεις ώρες με τη μάσκα αλλά ήμουν συνέχεια με το άγχος. Τι θα γίνει αν κολλήσω και φέρω στο σπίτι τον ιό; Ποιος την ακούει τη λεχώνα; Γιατί ακόμη κι αν ο γιος μου και το βρέφος το περάσουν στα ψιλά, ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη; Ποιος υπομένει τη γκρίνια «ήρθες και μας έφερες το μίασμα, απρόσεχτε και επιπόλαιε πατέρα; Που για μια παραστασούλα της σειράς διακυβεύεις την υγεία της οικογένειάς σου. Πάρτα συμπράγκαλά σου και μετακόμισε αλλού, ώσπου να φέρεις 15 πιστοποιητικά υγείας!» Και άλλα τέτοια ψυχοφθόρα που σου βγάζει ξινή ακόμα και την ύπαρξή σου.

Κι άντε και ανέβηκε η παράσταση. Στο θέατρο που θα εμφανίζομαι μπροστά σε 150 θεατές πώς διασφαλίζω ότι δεν υπάρχει ανάμεσα στο κοινό κάποιος ασυμπτωματικός που θα όταν θα ανοίξει το στόμα του δεν θα εξαπολύσει σταγονίδια στην ατμόσφαιρα τα οποία θα μας κολλήσουν ενόσω παίζουμε; Είναι ρίσκο. Το παραδέχομαι. Τι να κάνω όμως; Το θέατρο είναι το τελευταίο πράγμα που απέμεινε για να διατηρούμαι σώος στας φρένας. Είναι το αντικαταθλιπτικό μου. Οι κοινωνικές συνευρέσεις και τα έξω ούτως ή άλλως κόπηκαν. Δεν πάμε πουθενά πια για τους ίδιους και χειρότερους λόγους. Στο σπίτι έχουμε βρέφος, δεν μπορούμε να το εκθέτουμε σε κινδύνους κι έτσι δεν μας επισκέπτεται κανένας πλην των πρώτου βαθμού συγγενών. Γενικά ζούμε ένα καθεστώς κατάθλιψης που και να θέλεις να το παραβλέψεις δεν μπορείς. Γιατί δεν αφορά μόνο εσένα. Αφορά πια όλη την ανθρωπότητα. Ούτε ξέγνοιαστα ταξίδια πάμε, ούτε εκδρομές. Όλα είναι καχύποπτα, όλα με την ψυχή στο στόμα, κι όλα υπό τον φόβο του Γκοτζίλα. Ότι θα ξεπροβάλει μέσα από τα βουνά το τέρας του κορωνοϊού και θα μας κάνει μια χαψιά. «Θα συναντηθείτε με τον τάδε; Και πού ξέρουμε ότι τα παιδιά του είναι υγιή και ότι δεν κόλλησαν κάτι από τους συμμαθητές τους; Κάνει θραύση ο ιός στα σχολεία άλλωστε» και άλλα τέτοια. Πλέον μόνο με τους ντελιβεράδες που φέρνουν το φαΐ έχουμε αναπτύξει κοινωνικές σχέσεις κι αυτές εκ του μακρόθεν. «Φέρτο φαΐ, ευχαριστούμε, γεια σας!»

Όταν πια το χαϊλάιτ της ημέρας σου καταντά το γεγονός ότι πήγες και κλειδώθηκες μέσα στο γραφείο σου το πρωί για να ησυχάσεις, αντιλαμβάνεσαι ότι πλέον είσαι ψυχικά ασθενής. Και ναι, οι ψυχοπαθείς ανέκαθεν ήταν πολλοί, και προφανώς τα τελευταία χρόνια με τον εγκλεισμό εκτοξεύτηκαν και ξεπέρασαν εαυτόν, αλλά κοντεύουμε να τους φτάσουμε και να τους ξεπεράσουμε. Αν δεν το έχουμε κάνει ήδη.

Δεν ξέρω πού θα πάει όλο αυτό. Αλλά δεν αντέχω να χαραμίσω κι άλλα χρόνια από την παιδική ηλικία των παιδιών μου στο να ζω με μάσκες, στο να ζω με την έγνοια «μην αγγίξεις εκεί», «βάλε αναμνηστική δόση, «μην κολλήσεις», «μην αγκαλιάσεις την αδελφή σου, μπορεί να την κολλήσεις». Θα πεθάνουμε. Από την ψύχωση.

Κουράστηκα.

Γαμώ την Κίνα σας!

Κυριακή, Δεκεμβρίου 05, 2021

Ευτυχισμένη Κυριακή

 

Είναι μία υπέροχη Κυριακή!

Είμαι στον καναπέ με λάπτοπ, βιβλίο, τον γιο μου να παίζει με λέγκο στο χαλί, την κόρη μου να κοιμάται και να ξυπνά μόνο για να θηλάσει, τι άλλο να θέλω στα 41 μου; Κι έξω βρέχει. Πόσο σπάνια Κυριακή από κάθε άποψη.

Ευτυχία.

Θέλω να σου πω ότι άρχισα να ερωτεύομαι την κόρη μου και νιώθω τύψεις για τον γιο μου. Με τον γιο μου είχα μία σύνδεση από πριν γεννηθεί. Από την ημέρα που τον είδα στο ultrasound και ήταν μακρόστενος κατάλαβα ότι αυτός θα ήταν «δικός μου». Καταφέραμε να επικοινωνήσουμε με την πρώτη ματιά και καταλαβαινόμασταν ακόμη και χωρίς να μιλούμε. Όταν είδα τη μικρή στον υπέρηχο και ήταν σαν δυο μπάλες χιονάνθρωπου η μία πάνω στην άλλη αντιλήφθηκα ότι αυτή δεν θα ήταν «δική μου». Θα ήταν σαν τη Μπρέντα.

Και ναι, ομολογώ ότι την κόρη μου δεν τη γνωρίζω σαν τον γιο μου. Την ανακαλύπτω σιγά-σιγά. Την λατρεύω αλλά δεν μου είναι οικεία. Δεν ξέρω τι σκέφτεται, δεν ξέρω τι θέλει, όπως ήξερα τον Αλέξη. Αυτή μου είναι «ξένη». Αλλά, την ώρα που τη φιλώ η οσμή της, η υφή του δέρματός της μου είναι γνωστή. Νιώθω ότι φιλώ τη γυναίκα μου όταν την πρωτογνώρισα και αυτό μου προξενεί έναν παράξενο δεσμό. Νιώθω ότι γνωρίζω μία νέα Μπρέντα από την αρχή. Και κυρίως μία Μπρέντα η οποία έχει τις ιδιοτροπίες και τα τσαλίμια της χωρίς να έχουν το παραμικρό authority επάνω μου. Είναι τέλειο αυτό.

Την ώρα που την αγκαλιάζω και ενώνονται τα μάγουλά μας νιώθω την αποδοχή. Νιώθω την αγάπη. Νιώθω ότι με περίμενε κι αυτή εμένα. Νιώθω την ανακούφιση της. Νιώθω διαφορετικά από τον Αλέξη αλλά εξίσου μεγαλειωδώς.

Στολίσαμε και το δέντρο χθες και το σκηνικό εδώ που βιώνω είναι τόσο αμερικάνικο. Μόνο το τζάκι λείπει, αν και είμαι στο τσακ να το ανάψω παρόλο που δεν το σηκώνει η θερμοκρασία. Πέρσι που το άναψα για πρώτη φορά παραλίγο να καούμε και έκτοτε δεν το ξανατόλμησα.

Τι ωραία που είναι εδώ σήμερα!  

Τρίτη, Νοεμβρίου 30, 2021

Encanto

Το Encanto το σώζει κυρίως η μουσική.

Γενικότερα τις ταινίες της Ντίσνεϊ τις σώζει η μουσική επένδυση, αλλά στο Encanto ειδικά, είναι σωτήρια από όλες τις απόψεις.

Σπεύσαμε με τον Αλεξάκο να το δούμε τις προάλλες. Μια απ’ τα ίδια. Αν έχεις δει όλες τις ταινίες του Ντίσνεϊ από το 2010 και μετά θα συμφωνήσεις ότι στην προσπάθεια να εμβαθύνουν τα νοήματα και τις σχέσεις των χαρακτήρων, τα έχουν κάνει όλα ολίγον τι αχταρμά. Από κάποια φάση και μετά, όλα μηρυκάζονται από την αρχή αλλάζοντας το τοπίο και τους χαρακτήρες.

Στη Ραπουνζέλ είδαμε την τοξική σχέση μάνας και κόρης, με την πρώτη να εκτονώνει τον ναρκισσισμό και τη ματαιοδοξία της πάνω στη δεύτερη. Στο Frozen είδαμε την τοξική σχέση δύο αδελφών οι οποίες έπρεπε να διαχειριστούν το ότι η μία ήταν πιο χαρισματική από την άλλη. Στο Brave ξανά μανά, η επιβλητική και τελειομανής μάνα καταπιέζει την κόρη να ανταποκριθεί στο πρότυπο που σχεδίασε για εκείνην, ερήμην της. Στο Encanto συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, απ’ όλα έχει ο κολομβιανός μπαξές, αφού η κακομοίρα Μιραμπέλ πρέπει να συμφιλιωθεί τόσο με την επιβλητική και απαιτητική γιαγιά, όσο και με τα χαρισματικά αδέλφια της. Πρέπει να συμφιλιωθεί με τον πούλο.

Εκεί που όμως παραξηλώνεται το σενάριο, κατά τη γνώμη μου, είναι που γκρεμίζεται το σπίτι της οικογένειας και για να αναστυλωθεί απαιτείται αποκατάσταση των σχέσεων με τη γιαγιά, κάτι που αποτελεί ξεδιάντροπη κόπια τους Μέριντα στο Brave, η οποία προκειμένου να λύσει τα μάγια και να επαναφέρει τη μητέρα της στην πρότερα κατάσταση, πρέπει να ράψει τη σκισμένη ταπετσαρία. Τώρα θα μου πεις, παιδική ταινία είναι, τι απαιτήσεις είναι αυτές που έχεις. Όχι, χρυσέ μου, να με συγχωρείς! Βλέπω ταινίες του Ντίσνεϊ από μωρό, δεν θα μου τις χαλάσετε τώρα στα γεράματα. Να βάλουν κάτω τη ξερή τους να δουλέψει, να σκεφτούν κάτι πιο πρωτότυπο.

Παρόλα αυτά, η ταινία όπως προείπα σώζεται από τους δευτερεύοντες χαρακτήρες και τη μουσική. Η θεία Πέπα με το σύννεφο στο κεφάλι, το απολωλός πρόβατο ο Μπρούνο, η νταρντάνα αδελφή και η μπίμπο Ισαμπέλ, είναι τρομερά απολαυστικές προσωπικότητες. Η σκηνή με την κουτσομπόλα στο τραπέζι η οποία σφίγγεται να μη διαδώσει το μυστικό στους υπολοίπους, όλα τα λεφτά. Πολύ ελληνική! Για τη δε μουσική του Μιράντα τι να πει κανείς, κλέβει την παράσταση. Το We don´t talk about Bruno είναι το αγαπημένο του γιου μου. Υπάρχουν και μερικά άλλα ορχηστρικά ταγκό, να τα πιεις στο ποτήρι. 

Αλλά το αγαπημένο μου, και αυτό που θα μείνει από όλο αυτό το κακό, είναι το Dos Oruguitas στα ισπανικά. Είναι «γνώριμο», θυμίζει άλλα τραγούδια, αλλά εμένα αυτό ποτέ δεν με πείραξε στη μουσική. Το βρίσκω συγκινητικότατο.

Να πάτε να δείτε το Encanto, είναι βασισμένο σε «συνταγή», αλλά αν μπορείτε να το παραβλέψετε θα περάσετε πολύ ωραία. Άλλωστε ποιος είμαι εγώ που θα μιλήσει για ξαναζεσταμένο φαγητό; Εγώ τρώω 40 χρόνια κάθε μέρα μακαρόνια… 

Παρασκευή, Νοεμβρίου 26, 2021

Ευαγγελία

Στο πρώτο ή στο δεύτερο ραντεβού μου με τη Μπρέντα, το μακρινό 2010, πάνω σε μία στιγμή ονειροπόλησης, τη ρώτησα πώς θα ονομάσουμε τα παιδιά μας. Έτσι για να κόψω διάθεση. Εκείνη με πολύ σοβαρό ύφος μου είπε «δεν ξέρω για τον γιο, πάντως αν κάνω κόρη θα βγάλω τη μαμά μου».

Η μαμά της λέγεται Ευαγγελία. Δεν είναι το πιο άσχημο όνομα του κόσμου, δεν είναι όμως και το πιο ωραίο. Δεν ξέρω κανέναν που να θέλει να βαφτίσει το παιδί του Ευαγγελία, χωρίς να υπάρχει ανωτέρα βία. Το αναγνωρίζει και η ίδια ότι δεν είναι το ωραιότερο όνομα του κόσμου. Εμένα με διαπέρασε σύγκρυο μόλις το άκουσα. Εκεί κατάλαβα ότι εφόσον η Μπρέντα είχε το όνομα της κόρης της έτοιμο πριν καν τεθεί επί τάπητος ως μια πραγματικότητα, πάει να πει ότι η σχέση μάνας και κόρης είναι τόσο δυνατή και άρρηκτη, που θα αποτελέσει τείχος για πολλά θέματα στον επίδοξο σύζυγο και κατ’ επέκταση πατέρα.

«Είναι κάτι που δεν διαπραγματεύομαι» μου είπε. «Και για να σου δείξω πόσο σοβαρολογώ, έχεις λευκή κάρτα ως προς το όνομα του γιου μας». Εγώ το Αλέξης το επέλεξα εξαιτίας της μουσικότητάς του. Δεν έχουμε κανέναν Αλέξη στο σόι μας. Εξάλλου θεωρώ ότι τα παιδιά μας είναι καρποί του έρωτά μας και δεν έρχονται στον κόσμο για να ικανοποιήσουν τον εγωκεντρισμό των παππούδων και γιαγιάδων οι οποίοι για κάποιο λόγο θεωρούν τεράστια τιμή να διαιωνιστεί το όνομά τους. Χώρια που έχω διακρίνει σε διάφορες περιπτώσεις μία έξτρα συμπάθεια προς το εκάστοτε εγγόνι που φέρει το όνομά τους εις βάρος όλων των υπολοίπων, και εγώ τέτοια μικροαστικά συμπλέγματα δεν τα αντέχω.

Όταν γεννήθηκε ο γιος μας, της είπα: «Εγώ δεν θέλω να αποφασίσω μόνος μου το όνομά του. Θεωρώ ότι η ονοματοδοσία είναι δουλειά και των δύο. Γι’ αυτό σου ξαναλέω, αν θέλεις να γίνεις μέρος αυτής της υπέροχης δημιουργικής διαδικασίας, και άλλαξες γνώμη, πες το μου, εγώ θέλω πολύ να το αποφασίσουμε μαζί». Ήταν ανένδοτη. «Θα ονομάσεις εσύ τον γιο μας όπως θέλεις, ως αντιστάθμισμα που θα πάρει η κόρη μας το όνομα της μητέρας μου».

Τι να της πεις. Άμα αποφασίσει κάτι δεν υπάρχει περίπτωση να της αλλάξεις γνώμη. Ε, έτσι κι εγώ αποφάσισα το όνομα του γιου μου, μόνος μου. «Αν κάποτε μας στείλει ο Θεός και μια κόρη, βλέπουμε πως θα το φέρουμε τούμπα» σκέφτηκα, και γέλασε το σύμπαν σύσσωμο.

Ε, η κόρη ήρθε. Και η συμφωνία έπρεπε να τηρηθεί. Το φυσούσα και δεν κρύωνε. Μα, Ευαγγελία; Εντάξει, δεν είναι και Πουλχερία, ούτε Σαββούλα και τα τοιαύτα που προκαλούν αναγουλίαση. Αλλά, σοβαρά τώρα, θα βγάλω την κόρη μου Ευαγγελία; Εγώ άμα λέω Ευαγγελία, μία μου έρχεται στο μυαλό. Η Ευαγγελία Σαμιωτάκη. Δεν την ξέρεις; Google her. Ε, είναι και η Αραβανή, δεν λέω. Αλλά πρώτα κάνω εικόνα τη Σαμιωτάκη. Δεν θέλω η κόρη μου να μου θυμίζει την Ευαγγελία Σαμιωτάκη. Ούτε να της τραγουδούν στο σχολείο «ένα νερό κυρά Βαγγελιώ».

«Να της δώσετε υποκοριστικό», μας είπαν. Σιχαίνομαι τα υποκοριστικά. Αν το όνομα δεν είναι ωραίο το αλλάζεις ολόκληρο, δεν το παραποιείς, ούτε χρυσώνεις το χάπι με σαχλά υποκοριστικά. Άσε που με το ‘Ευαγγελία’ δεν σώζεται η κατάσταση. Να την πούμε Εβίτα; Μου θυμίζει την πουτάνα την Περόν. Να την πούμε Εύα; Μου θυμίζει κάτι μπουζουξούδες σε μαρκίζες στον Αθηνών – Λαμίας. Εντάξει είναι και η Εύα Καϊλή. Δεν μου καϊλά που λέμε και στην κυπριακή! Ε, τι άλλο να σκαρφιστώ για να το απαλύνω; Όλα τα δοκίμασα. Είχαμε μία στο Πανεπιστήμιο που ήταν βαφτισμένη Ευαγγελία και τη φωνάζανε «Βάγκη» και εγώ έλεγα ότι οι γονείς της πρέπει να τη μισούσαν για να την ονομάσουν έτσι. Ρούφα τώρα Αντίχριστε, ρούφα!

Ήλπιζα ότι αν έρθει κάποια μέρα η κόρη μας η Μπρέντα θα το ξανασκεφτεί. Θα ανακαλέσει. Θα λογικευτεί. Τζίφος.

Η αλήθεια είναι ότι μετά από όσα περάσαμε για να έρθει αυτό το κορίτσι δεν με έπαιρνε να εγείρω θέμα επαναδιαπραγμάτευσης ονόματος. Δεν θα γινόταν δα και το Μακεδονικό ζήτημα. Ας γεννηθεί το μωράκι μου σώο και αβλαβές και ας το πούμε και Αφροξυλάνθη. Το οποίο εδώ που τα λέμε το προτιμώ από το Ευαγγελία. Τέλος πάντων. Ήρθε η μικρή, την είπαμε Ευαγγελία. Δεν της πάει, δεν της ταιριάζει. Όταν μεγαλώσει και το αντιληφθεί και η ίδια, ας τα λύσει με τους ψυχολόγους, ας τα βάλει με τη μάνα της. Εγώ μια φορά τα γράφω εδώ να είμαι καλυμμένος. Η κόρη μου άξιζε καλύτερου ονόματος.

Πάντως, για να αποδίδουμε τα του Καίσαρος, η Μπρέντα τις προάλλες έκανε μία κίνηση Ματ. Με ευχαρίστησε ιδιαιτέρως και συγκινημένη που δεν «κλώτσησα» για το όνομα, που το αποδέχτηκα παρόλο που ακόμα δεν το χώνεψα, που την έγραψα στο ληξιαρχείο χωρίς να το συζητήσω, και που γενικώς δεν δημιούργησα διπλωματικό, οικογενειακό επεισόδιο. Μα, εννοείται. Δεν επρόκειτο να κάνω τα γνωστά χωρκατιλίκια που γίνονται κατά καιρούς στα σόγια μας. Σας είχα πει άλλωστε πως όταν γεννήθηκα εγώ, η γιαγιά μου προσποιήθηκε ότι της έρχεται λιποθυμία όταν της είπαν ότι θα με βαφτίσουν Μάριο αντί Χρίστο λόγω τάματος στην Παναγία. Η Παναγία προφανώς δεν είχε θέμα ούτε με το Χρίστος αφού έτσι ήταν και το όνομα του γιου της, και έτσι η μητέρα μου πείστηκε να το αλλάξει από Μάριος σε Χρίστος. Επήλθεν έντιμος συμβιβασμός.

Με μαλάκωσε το ευχαριστώ της Μπρέντας. Μου το σέρβιρε σε φάση που δεν το περίμενα κι εγώ το κατάπια αμάσητο. Και το εκτίμησα που αντιλήφθηκε κι εκείνη τον πόνο να μην σου αρέσει το όνομα του παιδιού σου. Προφανώς αυτά συμβαίνουν σε όλες τις οικογένειες. Εγώ δεν διανοούμαι όμως το δικό μου δημιούργημα, η κοράκλα μου, ο έρωτάς μου, να αποκτά όνομα το οποίο επιβάλλεται από σχέση τρίτων. «Σημαίνει πολλά για μένα να πάρει το όνομα της μαμάς μου». Αντιπαραβάλατε το επιχείρημα με το «δεν σημαίνει ότι δεν σε αγαπώ επειδή δεν πήρα το επίθετό σου!»

Τι να πεις! Τουλάχιστον μου είπε ευχαριστώ.

Ευαγγελία λοιπόν. «Ευαγγελία» για όταν θα την ανακαλώ σε τάξη, «Ευαγγελίτσα» για όταν κάνουμε αγάπες, και «Εύα» για όταν αρχίσει να γκομενίζει. Ο Θεός μαζί μας.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 22, 2021

Μπλόκο Στο Γέλιο

Δεν βρίσκετε εκπληκτικό πώς κάποιοι άνθρωποι προσπαθούν να σας επιβάλουν τον ηθικό τους κώδικα όταν μπροστά σε μία κωμικοτραγική στιγμή την οποία απολαμβάνετε με χάχανα και άκρατους κλαυσίγελους, επιλέγουν να σας ενημερώσουν ότι «δεν το βρίσκουν αστείο;»

Ουσιαστικά σας ζητούν να συμμορφωθείτε και να προσαρμοστείτε στη βάση του δικού τους συναισθήματος. Μου έχει τύχει πολλές φορές να εξιστορώ μία ιστορία και η απάντηση του ξινού απέναντί μου να είναι «δεν είναι αστείο». Ναι, δεν με ενδιαφέρει αν δεν το βρίσκεις αστείο. Με ενδιαφέρει ότι το βρίσκω εγώ. Αν η ιστορία που εξιστορώ σε προσβάλλει με οποιονδήποτε τρόπο, με γεια σου με χαρά σου, μπορείς να το επικοινωνήσεις με πιο ευθείς τρόπους παρά να μου υποβάλεις εμένα αν η ιστορία είναι ή όχι, αστεία. Μπορεί να κλείσεις τα αφτιά σου, μπορείς να σηκωθείς να φύγεις.

Δεν θα μας υποδείξετε με τι θα γελάμε. Ούτε πόσο θα γελάμε. Ούτε θα μας επιβάλετε την ενσυναίσθηση, απλά και μόνο επειδή σας πληγώνει η πραγματικότητα. Θα μπορούσατε να εξασκηθείτε οι ίδιοι στην καλύτερη διαχείριση των συναισθημάτων σας παρά να υποχρεώσετε εμάς να προσαρμοστούμε πάνω στην  υπερευαισθησία σας.

Μία φορά, πριν πολλά χρόνια, ήμουν στο Waynes Coffee στην Έγκωμη. Αν έχετε πάει, θα θυμάστε ότι είχε εκεί μία ελικοειδή σκάλα που οδηγούσε στις τουαλέτες του 2ου ορόφου. Κατεβαίνοντας τις σκάλες είχα μπουρδουκλωθεί, παραπάτησα και έπεσα φαρδύς πλατύς από τις σκάλες, κουτρουβαλιστός στο ισόγειο. Έπεσα με τεράστιο κρότο, όλο το καφέ σηκώθηκε όρθιο να δει τι έγινε, ένας καλός Σαμαρείτης έσπευσε να δει αν έσπασα το πόδι μου ή κανένα πλευρό. Είδα όμως και δυο-τρεις που μετά βίας συγκρατούσαν τα γέλια τους. Δεν τους αδικώ. Κι εγώ αν έβλεπα έναν δίμετρο να γκρεμοτσακίζεται από μία σκάλα στη μέση της καφετέριας μπορεί και να γελούσα. Δεν θα σηκωνόμουν ποτέ όμως να τους πω «δεν είναι αστείο!» Όχι, είναι τραγικό, είναι όμως και αστείο και οφείλεις να αποδεχτείς ότι κάποιοι θα γελάσουν.

Αποδέχομαι ότι υπάρχουν όρια και ότι κάποια πράγματα παρά-είναι σοβαρά για να προκαλούν τον γέλωτα. Δεκτόν. Όμως ποιος είμαι εγώ που θα σας επιβάλω τον ηθικό μου κώδικα; Θέλετε να γελάσετε; Γελάστε. Το πολύ να θεωρήσω ότι δεν συμπλέουμε και να αποφύγω τα δούναι και λαβείν μαζί σας. Θεμιτότατον κι ορθότατον. Αλλά δεν έχω το παραμικρό δικαίωμα να σας πω «δεν το βρίσκω αστείο» ή «δεν γελώ» υποδεικνύοντάς σας με τι είδους αστεία οφείλετε να εκτονώνεστε. Στ’ αρχίδια σας αν δεν το βρίσκω αστείο, στ’ αρχίδια σας κι αν δεν γελώ.

Αν κάτι δεν συνάδει με την αισθητική σας μπορείτε να το επικοινωνήσετε ακόμα και με τη σιωπή. Ο παραλήπτης θα πάρει το μήνυμα. Δεν χρειάζεται να το κάνετε επιστρατεύοντας οποιουδήποτε είδους διδαχή.

Και τι θα καταφέρετε νομίζετε με το να μου απαντήσετε πως δεν το βρίσκετε αστείο; Το πολύ-πολύ να σας απαντήσω «χέστηκα» και να συνεχίσω. Βάρβαροι!

Παρασκευή, Νοεμβρίου 19, 2021

Σκηνές Ζηλοτυπίας

Σε μέσες άκρες η αντίδραση του Αλέξη για τον ερχομό της αδελφής του ήταν ηπιότερη από ό, τι περίμενα. Έχουμε δει αλλαγές και αντιδράσεις, αλλά τα ήθελε και τα έπαθε. Κατ’ αρχάς να σου πω ότι ο Αλεξάκος ήταν ο ίδιος μέρος  της ψυχολογικής πίεσης την οποία υποστήκαμε, αφού εδώ και χρόνια ζητά αδελφάκι γιατί «όλοι οι άλλοι έχουν». Δεν θα ξεχάσω ένα πρωί που τον ξύπνησα να τον πάω στο σχολείο. Ήταν ένα πρωί που η Μπρέντα είχε μόλις αδιαθετήσει και η απογοήτευσή μας ήταν απερίγραπτη. Δεν μας έφτανε το χάλι μας, με το που ξύπνησε ο μικρός και πέρασε μπροστά από το «δίπλα δωμάτιο», αυτό δηλαδή που προορίζαμε για το δωμάτιο του αδελφού του, είπε με ύφος Μάρθας Βούρτση: «Άλλη μια μέρα που δεν υπάρχει αδελφάκι σ’ αυτό το δωμάτιο». Λιώμα εμείς.

Είτε τα έλεγε για να μας τσιγκλήσει, είτε γιατί πραγματικά τα εννοούσε, εμείς γινόμασταν χάλια μ’ αυτές τις δηλώσεις. Να όμως που καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια. Η αδελφή του μπήκε σε τροχιά καθόδου και θα έπρεπε να το επεξεργαστεί και να το αποδεχτεί.

Δεν ήταν καλοί άριστοι οι οιωνοί. Όταν συνέβη το περιστατικό με την αιμορραγία, η Μπρέντα χρειάστηκε να νοσηλευτεί στην κλινική για δύο βράδια. Ο Αλεξάκος δεν γνώριζε το γιατί, του είπαμε ψέματα ότι η μαμά στραμπούληξε το πόδι της και ότι θα πήγαινε εκτάκτως στον γιατρό. Όταν μάθαμε ότι το έμβρυο ήταν ζωντανό και ότι για να ξεφύγει εντελώς από τον κίνδυνο η μαμά όφειλε να διανυκτερεύσει, κάναμε μία βιντεοκλήση να του εξηγήσουμε τους λόγους για τους οποίους θα έπρεπε να κοιμηθεί στη γιαγιά του. Απαντώντας την κλήση ο Αλεξάκος είπε αυτολεξεί: «Πού είσαι μαμά;», «Στην κλινική, αγάπη μου, θα μείνω εδώ μέχρι να γίνει καλά το πόδι μου και θα επιστρέψω μεθαύριο σπίτι». «Γιατί είσαι στην κλινική μάμα; Πήγες να κάνεις παιδάκι; Πες μου!» Κόκαλο εμείς. «Πώς σου ήρθε τέτοιο πράγμα, αγάπη μου, δεν είπαμε ότι η μαμά έσπασε το πόδι της;» Σιγά μην πειστεί ο σατανάς! «Όποιος σπάζει το πόδι του πάει στο νοσοκομείο. Στην κλινική πας για να κάνεις παιδάκι!» Άναυδοι και λίγο περήφανοι συνάμα.  

Όταν ο κίνδυνος ξεπεράστηκε και η εγκυμοσύνη προχωρούσε πια κανονικά, είχα μπει ένα απόγευμα στο «δίπλα δωμάτιο» και κοίταζα τριγύρω τις ανάγκες του. Πού θα βάλουμε το κρεβατάκι, πού θα βάλουμε την αλλάχτρα, πού θα βάλουμε το γραφειάκι της, τη βιβλιοθήκη της κτλ. Ο Αλεξάκος ακόμη δεν γνώριζε τίποτε. Είχα χαθεί στις σκέψεις μου ώσπου εμφανίστηκε πίσω μου σαν Φάντης Μπαστούνης, ή μάλλον σαν τον Χλαπάτσα στης «Ελλάδος τα Παιδιά». «Τι κάνεις εδώ μέσα παπά;» με ρώτησε επιτακτικά λες και έκανα κάτι ανήθικο. «Τίποτα γιε μου, απλά κοιτάζω!» «Τόσο καιρό δεν κοίταζες, ούτε έμπαινες εδώ μέσα. Τώρα πώς σου ήρθε να μπεις;» «Ε, να που μου ‘ρθε», είπα προσπαθώντας να μαζέψω τα ασυμμάζευτα. «Φύγε αυτή τη στιγμή από δω μέσα και έλα κάτω να παίξεις μαζί μου!» είπε σε τόνο που θα ζήλευε και ο Αδόλφος Χίτλερ. Μόνο «θα σας δείξω εγώ, θα δείτε τι θα πάθετε» που δεν μου είπε.  

Προφανώς άρχισε να ψυχανεμίζεται ότι κάτι γίνεται. Δεν ξέραμε ούτε εμείς πότε θα ήταν η καταλληλότερη στιγμή να του το ανακοινώσουμε. Από τη μια, αν το μάθαινε νωρίς μπορεί να του δημιουργούσε στρες, αν το μάθαινε αργά ίσως να πάθαινε σοκ από την απότομη αλλαγή και να μην προλάβαινε να το επεξεργαστεί. Σε αυτά τα διλήμματα δίνει λύση η πραγματικότητα. Όταν τα νέα άρχισαν να μαθαίνονται και μας επισκέπτονταν διάφοροι οι οποίοι ρωτούσαν μπροστά του «πώς πάει η εγκυμοσύνη» σκεφτήκαμε ότι ήταν θέμα χρόνου να το ακούσει από τρίτους και αυτό δεν το θέλαμε. Θέλαμε να του το ανακοινώσουμε εμείς με τη γνωστή τελετή. Όπερ και εγένετο μόλις η εγκυμοσύνη σταθεροποιήθηκε.

Στην αρχή το πήρε θετικά. Μας έκανε βέβαια πισογυρίσματα του τύπου «θέλω να με ταΐζετε γιατί είμαι μωράκι», καθώς επίσης τα έκανε και πάνω του μια-δυο φορές, αλλά δεν είδα κάτι το ακραίο. Δεν πήρε σχοινί να κρεμαστεί όπως είχα κάνει εγώ όταν έμαθα ότι θα αποκτήσω αδελφή το 1983. Όταν πια η εγκυμοσύνη μπήκε στην τελική ευθεία και αντιλήφθηκε ότι αυτό ήταν, η απειλή θα γίνει πραγματικότητα, με έπιασε και μου είπε ευθαρσώς κουβέντες αντρικές: «άκου να σου πω παπά. Εμένα θα με αγαπάς περισσότερο από την αδελφή μου!» Δεν το συζήτησα περαιτέρω. «Ναι, βεβαίως», του απάντησα και έτσι έληξε το ζήτημα. Είναι τώρα μια βδομάδα που ζει με την αδελφή του στο ίδιο σπίτι. Δεν υπάρχει απόλυτη συνεργασία, μα και πάλι τα περίμενα πολύ χειρότερα τα πράγματα. Προχθές για να φάει τρεις μπουκιές τοστ του πήρε μιάμιση ώρα. Στο μπάνιο παίζει με τις σαπουνιές αντί να ξεπλένεται να τελειώνουμε, και έκτοτε διαλέγει για παραμύθι πάντα εκείνο με τις περισσότερες σελίδες για να καθυστερήσει τον ύπνο του.

Τα περίμενα χειρότερα.

Ίσως να βρίσκονται καθοδόν.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 17, 2021

Τοκετός Τακ-Τακ

Ο τοκετός διήρκησε δέκα λεπτά!

Ο τοκετός του Αλέξη, από την άλλη, είχε διαρκέσει 45΄και θυμάμαι ότι τα είχα βρει πολλά. Μας είπαν βέβαια και για τοκετούς που κράτησαν δωδεκάωρα. Οπότε τα 45’ θεωρούνται άθλος. Ε, αντιλαμβάνεστε ότι τα δέκα λεπτά θεωρούνται απλά… χαμός.

Μπήκαμε στο μαιευτήριο και ώσπου να πούμε «καλημέρα σας» και να επιδράσει η αναισθησία, η Μπρέντα άρχισε να φωνάζει. «Κάτσε, τώρα μπήκε η αναισθησία, θέλει χρόνο μέχρι να επιδράσει» της είπα. Αμ, δεν πρόλαβε να επιδράσει. Τόλμησε η μαία και κοίταξε κάτω από το σεντόνι και έντρομη βγήκε στον διάδρομο να φέρει πίσω τον γιατρό. «Γιατρέ, ξεπρόβαλε το κεφάλι!»

Σοκ εγώ! Δεν ήταν κανένας μας προετοιμασμένος ψυχολογικά. Εμάς μας είπαν «στο επόμενο δίωρο γεννάτε». Δεν μας είπαν «γεννάτε εντός δέκα λεπτών!» Βιαζόταν όμως η μικρούλα. Ο γιατρός επέστρεψε φουριόζος, άρχισαν όλοι να τρέχουν πανικόβλητοι να φέρουν τα όργανα του μαιευτηρίου, και επειδή η διαστολή μεγάλωσε σε δευτερόλεπτα, άρχισαν όλοι να φωνάζουν «τηλεφωνήστε του παιδίατρου!» Μόλις κατάλαβαν ότι η γέννα είναι θέμα λεπτών και ο παιδίατρος δεν θα την προλάβαινε έτσι κι αλλιώς, ο γιατρός είπε: «Θέλω κάποιον να πιάσει το μωρό τώρα που θα βγει! Πείτε του Χρίστου να έρθει να το πιάσει!»

Εγκεφαλικό εγώ! Τι να πιάσω το μωρό; Πώς να πιάσω το μωρό; Δεν ξανάπιασα μωρό την ώρα που γεννάται! Πού να πάω να σταθώ να πιάσω το μωρό; Με γυμνά χέρια; Και χωρίς ποδιά; Και άντε και το έπιασα, τι το κάνω μετά; Πού το αποθέτω; Κι αν μπλεχτώ με τον ομφάλιο λώρο; Αν μου γλιστρήσει από τα μητρικά υγρά και μου πέσει κάτω; Εγώ για να βιντεοσκοπώ ήρθα εδώ, όχι για να ξεγεννήσω! Θεέ μου, θα το ζήσουμε κι αυτό;

Όλες οι πιο πάνω σκέψεις ξεδιπλώθηκαν εντός ενός δευτερολέπτου και μου προκάλεσαν κρίση πανικού και εφίδρωση. Ύστερα κατάλαβα ότι ο «Χρίστος» δεν ήμουν εγώ. Χρίστο λένε και τον αναισθησιολόγο! Αλλά ώσπου να το καταλάβω, πέθανα!

Η μικρή γεννήθηκε αμέσως. Και έγιναν όλα τόσο κινηματογραφικά, πανικόβλητα και γρήγορα που δεν πρόλαβα να προετοιμαστώ ψυχολογικά. Στον Αλέξη το 45λεπτο βόλεψε να εξοικειωθώ με την ιδέα. Έκλαψα λυτρωτικά μόλις ξεμύτησε, αλλά σεμνά. Με τη μικρή και με όλη αυτή την προηγηθείσα εισαγωγή, όχι απλά έκλαψα, έκλαψα με λυγμούς και σπαραγμούς. Η δε ταινία που έβγαλα… Μην τη δείτε! Από την αναμπουμπούλα το μόνο που έγραψα ήταν πατώματα και ταβάνια και φωνές. Δεν άντεξα να το ξαναδώ.

Με τούτα και μ’ εκείνα, τελείωσε κι αυτό.

Η μικρή Μπουμπού γεννήθηκε τρεισήμισι κιλά, και είναι γαλανομάτα! Προς το παρόν τουλάχιστον. Είναι μία πραγματική Αυτοκράτειρα. Με το σαβουάρ βιρβ ενσωματωμένο στο λογισμικό της. Δεν κλαίει αχρείαστα, ούτε χρίζεται όταν τρώει. Κοιμάται με αριστοκρατικό τρόπο και σε κοιτάζει αφ’ υψηλού και ενίοτε με μίσος. Όπως πρέπει και αξίζει κάθε κοινού θνητού. Βγαλμένη από το DownTon Abbey τουλάχιστον. Κοιμάται, δεν γκρινιάζει και όταν θέλει σημασία απλά αφήνει ένα ανεπαίσθητο προειδοποιητικό ξεφύσημα. Μετρημένη, δωρική, αξιοπρεπής. Ίδια η μάνα της. 

Προς το παρόν τη λέω Μπουμπού, το όνομα της πεθεράς δεν το γυρίζει η γλώσσα μου. Θα πρέπει να επινοήσω πολλά παρατσούκλια. Αλλιώς δεν βγαίνω.

Θέλω κι άλλα παιδάκια, κόσμε. Η Μπρέντα είναι προς το παρόν ανένδοτη.

Θα δούμε.

Κλείνω εδώ το ρεσιτάλ κειμένων της δεύτερης εγκυμοσύνης. Ευχαριστώ όσους με νιώσατε και με καταλάβατε και για όλες τις ευχές. Αντεύχομαι τα ίδια και καλύτερα σε όλους σας, με όποιον τρόπο επιθυμείτε.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 15, 2021

Πρωταπριλιάτικη Φάρσα

Ήταν πρώτη Απριλίου, της ΕΟΚΑ η αρχή, που ακούστηκε στην Κύπρο της Μπρέντα Ντίξον η κραυγή. 

 

Και ήταν τόσο δυνατή και σπαραχτική  που εγώ που ήμουν κάτω και έπαιζα παζλ με τον μικρό, κατάλαβα ότι δύο τεινά μπορεί να συνέβησαν. Είτε να μπήκε στο σπίτι κλέφτης και την έχει ακινητοποιήσει υπό απειλή περίστροφου, είτε απέβαλε. Η εικόνα που αντίκρυσα ανεβαίνοντας επάνω έχει εντυπωθεί μέσα στον νου μου σαν φωτογραφία και δεν θέλω να την περιγράψω λεπτομερώς. Να πω μόνο ότι ήταν κινηματογραφικότατη, θύμιζε σπλάτερ από θρίλερ και εκείνο το βλέμμα της απογοήτευσης που είχε στα μάτια της, μου έκοψε και εμένα είκοσι χρόνια ζωής. 

 

Για πότε άρπαξε η πεθερά μου τον Αλεξάκο και τον φυγάδεψε, για πότε μπήκαμε στο αυτοκίνητο και τρέξαμε στην κλινική, ούτε που θυμάμαι. Μας έκαναν rapid test, ναι αυτό μας μάρανε, και μας πήγανε κουβαλητούς σ’ ένα δωμάτιο. Το αίμα ποτάμι στο μεταξύ, πότισε ρούχα, κάθισμα αυτοκινήτου, μύριζε έγκλημα όλος ο αέρας. Δεν υπήρχε λόγος να ρωτήσουμε τι συνέβη, ξέραμε καλά μέσα μας. Η «Μπουμπού» μας αποχαιρέτησε! Περιμέναμε τον γιατρό να έρθει να μας το επιβεβαιώσει και τυπικά, μα ήταν όπως προείπα, πρωταπριλιά. Στην Κύπρο η πρώτη Απριλίου είναι αργία λόγω απελευθερωτικού αγώνα κατά της Αγγλοκρατίας έτσι ο γιατρός ήταν σε εκδρομή. Είχε πάει θάλασσα! Και μέχρι να βρεθεί να ειδοποιηθεί και να έρθει να την εξετάσει, περάσανε τέσσερεις ώρες!

 

Σ’ αυτές τις τέσσερεις ώρες περάσαμε από όλα τα ψυχολογικά στάδια της απώλειας. Από την άρνηση στον θυμό, από τη διαπραγμάτευση στην κατάθλιψη και στην αποδοχή. «Δεν ήταν γραφτό. Ο Θεός είδε ότι έχουμε κάβα τα κατεψυγμένα και σκέφτηκε ότι αυτοί έχουν συμπληρωθεί», «δεν έδεσε το κακόμοιρο, δεν πειράζει», «γιατί Θεέ μου πάνω που χαρήκαμε, ποιος μας μάτιαξε!», «Δεν είμαστε ούτε οι πρώτοι, ούτε οι τελευταίοι, συμβαίνουν αυτά». Λίγο πριν τα Μεσάνυχτα κατάφερε να μα δει ο γιατρός. Μέχρι εκείνη την ώρα αποδεχτήκαμε πλήρως την κακοτυχία μας και θέλαμε απλά να μας αποδεσμεύσει να πάμε σπίτια μας. «Άντε γιατρέ μου, πόση ώρα να πούμε Τι τις θες τις θάλασσες πρωταπριλιάτικα! Έχουμε τον πόνο μας, έχουμε και σένα!»

 

Άρχισε τους προλόγους και το καλόπιασμα: «Ξέρετε, καμιά φορά η φύση αποβάλλει το ελαττωματικό. Να χαίρεστε που έγινε νωρίς και γλιτώσαμε τα χειρότερα». Συμφώνησα. Καλωδίωσε τη Μπρέντα στον υπέρηχο. Την άλοιψε με τζελ και πάτησε το κουμπί του ήχου. Καρδιακοί παλμοί ξεχείλησαν το δωμάτιο. Τι είναι αυτό που ακούμε, Παναγία μου; «Μια χαρά το μωρό!» είπε με χαμόγελο. Δεν πίστευα στα αφτιά μου. Δεν πίστευα στα αφτιά μου! Βγήκα έξω από τη χαρά μου να ουρλιάξω. «Έλα μέσα να το δεις» μου είπε. «Η αιμορραγία είναι από την άλλη πλευρά, δεν έχει επηρεαστεί το έμβρυο. Να που επιτέλους ακούμε και καρδούλα!» Πρώτη φορά την ακούγαμε, παρεμπιπτόντως, μόλις είχε σχηματιστεί. 

 

Ούτε στο Game of Thrones τέτοιες ανατροπάρες!

 

Απερίγραπτη η χαρά μου! 

 

Σ’ εκείνη ακριβώς τη στιγμή σκέφτηκα ότι έρχεται σίγουρα κόρη! Τέτοια ιδιοτροπία, τέτοιο σθένος, τέτοιο πείσμα, τέτοια τσαχπινιά πασπαλισμένη με ισχυρογνωμοσύνη μόνο η κόρη μας θα μπορούσε να είχε. Πρώτα μας έσκασε δύο χρόνια να μας κάνει την τιμή, αποφάσισε να έρθει στη ζωή μας μόλις ένιωσε ότι απειλείται από τα «κατεψυγμένα», και αφού ήρθε αποφάσισε να μας κοψοχολιάσει στήνοντας μας μια πρωταπριλιάτικη φάρσα. Μία πλάκα που παρολίγο να της γυρίσει μπούμερανγκ, αλλά σαν πραγματικό θηλυκό και κατεργάρα γυναίκα, επιβίωσε της λαίλαπας με μαεστρία. 

 

Ήταν πολύ νωρίς βέβαια για να επιβεβαιώσουμε το φύλο, αλλά εγώ ήμουν σίγουρος. 

 

Ακολούθησαν πολύ δύσκολοι μήνες. Η Μπρέντα έπρεπε να ξαπλώνει και να μην κινείται για οκτώ εβδομάδες και εγώ επωμίστηκα όλο το υπόλοιπο βάρος. Να φέρνω το σπίτι βόλτα, να απασχολώ τον Αλέξη ο οποίος δεν γνώριζε τίποτε, να του παίζω τα απογεύματα, να του μαγειρεύω, να τον ταΐζω, να τον κάνω μπάνιο, να τον κοιμίζω, να τον πηγαίνω σχολείο, να τον σχολάνω και τούμπαλιν. Παράλληλα, να φροντίζω και τη Μπρέντα. Είχα γίνει εκατό κομμάτια. Χαλάλι βέβαια, αλλά να πω ότι το φχαριστήθηκα, θα ήταν ψέμα. 

 

Η εγκυμοσύνη του Αλέξη ήταν ένα συνεχές πάρτι και η Μπρέντα ένας πραγματικός άγγελος καθόλη τη διάρκειά της. Στην μικρούλα μας, αντιθέτως, ήταν ένα άγχος, μία δυσφορία, μία αρνητικότητα. Μην πάθει τίποτα από την αιμορραγία, μα κι ακόμα όταν ξεπεράστηκε η σκόπελος, μην τυχόν κολλήσουμε κορωνοϊό και επηρεαστεί η κύηση, τα εμβόλια, οι παρενέργειες, οι ορμόνες, οι ανασφάλειες, τέλος πάντων, μην στα πολυλογώ. Δεν ήταν όμορφα! Κι ακόμα και τώρα, πέντε μέρες αφότου γεννήθηκε η μικρή μας, το άγχος συνεχίζεται μετατοπισμένο σε άλλο αντικείμενο και σε άλλο επίπεδο. Μην τυχόν κολλήσει το βρέφος κορωνοϊό, μην τυχόν πάθει πνευμονία, μην τυχόν της μεταφέρει ο Αλέξης μικρόβια, την αγκαλιάζουμε φορώντας μάσκα (εγώ ακόμα δεν την έχω φιλήσει καν!), και η μουρμούρα πάει σύννεφο. 

 

Κι εκεί που γίνομαι πραγματικά Τούρκος, είναι όταν ακούω «δεν ξέρεις τι περνώ!» Λες κι εγώ δεν συμπάσχω επαρκώς, λες και δεν το περάσαμε μαζί όλο αυτό, λες και δεν υπέφερα σιωπηρά και στωικά τόσους μήνες, απλά και μόνο επειδή δεν την είχα μέσα στην κοιλιά μου. Κατ’ αρχάς ας σας εξηγήσει κάποτε κάποιος ότι η ψυχολογική πίεση είναι ισάξια, μην πω και χειρότερη της σωματικής. Κι εγώ από πίεση, τράβηξα καμπόση. Όταν αυτή αμφισβητείται, ξεχειλίζει το ποτήρι. Το μωρό το γεννήσαμε μαζί. Μπορεί η γυναίκα να ζορίζεται στον τοκετό, αλλά ρώτα με κι εμένα αν το βίωσα ψυχραιμότερα που ήμουν σε μια γωνιά και σπάραζα στο κλάμα, ανεβάζοντας πίεση 40 από την αγωνία μου να πάνε όλα καλά. Μετά από όλα αυτά να ακούω «δεν ξέρεις τι πέρασα», πάει πολύ!

 

Τέλος πάντων. Ού μπλέξεις! Δυστυχώς δεν μπορούμε να γεννούμε μόνοι μας τα μωρά μας. Είναι ομαδική διαδικασία. Οπότε πρέπει να σκάσουμε και να ανεχτούμε όλη αυτή την τοξικότητα χάριν των μωρών μας. Ας είναι, όλα έχουν ένα τίμημα. Και τα παιδιά είναι τεράστια ευτυχία για να μας έρχονται τζάμπα και άνευ λυπητερής. 

 

Θα σου πω και για τον τοκετό, αύριο ή μεθαύριο.

Άλλο σοκ εκεί!

Σάββατο, Νοεμβρίου 13, 2021

Το Σύμπαν Ξέρει

Ξεκίνησα να σας γράφω αναλυτικά την ιστορία από το 2019 μέχρι σήμερα, όταν δηλαδή αποφασίσαμε να αρχίσουμε και επίσημα τις προσπάθειες για δεύτερο παιδί. Διέγραψα όμως το κείμενο γιατί αποφάσισα ότι δεν θέλω να απελευθερώσω στο άπειρο την αρνητική ενέργεια που μας έφθειρε τα τελευταία δύο χρόνια. Δεν υπάρχει λόγος να μιζεριάζει το σύμπαν εξαιτίας μας, πόσω μάλλον αφού εντέλει είχαμε happy end. 

 

Να πω περιληπτικά ότι οι αποτυχημένες προσπάθειες μας πέρασαν από χίλια κύματα. Μας έφθειραν, μας τελείωσαν, και καταλήξαμε να εφαρμόζουμε όλες τις παράπλευρες επιστημονικές μεθόδους που υπάρχουν πριν καταλήξουμε στην εξωσωματική γονιμοποίηση. Υπήρχε λόγος για εξωσωματική; Και ναι και όχι. Είχαμε ακόμα περιθώρια, αλλά ψυχολογικά φτάσαμε στο τέλμα, δεν θέλαμε άλλο να ταλαιπωριόμαστε. Ο χρόνος ήταν αμείλικτος, μας είχαν κιόλας ενημερώσει ότι τα ψωμιά μας είναι μετρημένα, η σύλληψη ούτως ή άλλως θα θεωρούνταν... «γηριατρική», κι αυτό ήταν και το τελειωτικό χτύπημα.

 

Φέρτε μου ένα μπουκαλάκι να τελειώσω μέσα, να τελειώνουμε. Τρομερή εμπειρία κι αυτή. Πού να ήσουν από μια μεριά να με κοίταζες. Εμένα μέσα σε μια κάμαρη της κλινικής να πρέπει να εκσπερματώσω μέσα σε ένα μπουκαλάκι ανάλυσης ούρων. Να ακούω απέξω τις νοσοκόμες και τους γιατρούς να πιάνουν ψιλή κουβέντα και εγώ μέσα να πρέπει να τελειώσω. Πού να συγκεντρωθείς; Πόρτες ανοιγόκλειναν, κρεβάτια πηγαινόερχονταν, νεογνά έκλαιγαν κι εγώ με το πουλί στο χέρι να πρέπει όχι μόνο να εκσπερματώσω «σεβαστή ποσότητα» αλλά και να πετύχω το δείγμα να χυθεί μέσα στο μπουκάλι! Βασικά, αν πήγαινα στο Survivor και έπρεπε να ρίξω τις κορίνες ισορροπώντας πάνω σε βάθρο που επιπλέει στη θάλασσα μέσα, καλύτερα θα τα πήγαινα!

 

Την κάναμε την εξωσωματική. Και κυρίως την προπληρώσαμε! Σημειώστε το αυτό. Την εξωσωματική την προπληρώνεις! Και καταφέραμε με χίλια ζόρια να απομονώσουμε 8 ωάρια, να γονιμοποιήσουμε επιτυχώς 6, και να επιβιώσουν μόνο 4 εκ των οποίων μόνο 2 ήταν εκλεκτής ποιότητας! Ας είναι Θέλαμε παραπάνω από δύο; Εγώ μια χαρά φλέρταρα με το ενδεχόμενο να μου έρθουν δίδυμα. Μέχρι όμως να γίνει η μεταφορά τους στη μήτρα, ο γιατρός αποφάσισε να τα ψύξει. Γιατί; Δεν ξέρω. «Έχουν καλύτερες πιθανότητες ανάπτυξης αν ψυχθούν πρώτα», μας είπαν. Έτσι τα έβαλαν στο ψυγείο. «Καθίστε περιμένετε τώρα ένα μήνα ώσπου να σφίξουν, και μετά βλέπουμε».

 

Στο «μετά βλέπουμε» μείναμε. 

 

Γιατί στο μεταξύ ο Θεός μας έστειλε τη Μπουμπού μας! Ένα βράδυ εκεί που ετοιμαζόμασταν να κοιμηθούμε, και μεταξύ τυρού και αχλαδίου συζητούσαμε τι θα απογίνουν τα... «κατεψυγμένα μας», η Μπρέντα έθιξε το γεγονός ότι διανύαμε «γόνιμη περίοδο». «Δεν είσαι με τα καλά σου!» της απάντησα. «Που τα σκάσαμε τοις μετρητοίς για να δημιουργήσουμε τα δυο κατεψυγμένα για να ξαναμπώ απόψε στο λούκι της προσπάθειας επειδή έτσι λέει το ημερολόγιο».

 

 «Κι αν είναι το τυχερό μας απόψε;»

 

Έτσι γίνεται πάντα, αγαπητέ μου. Το σύμπαν ξέρει. Και το σύμπαν ήξερε ότι για να μας στείλει τη μπουμπού, έπρεπε να περάσουμε πρώτα την Ομήρου Οδύσσεια, μη σου πω και την Ιλιάδα μαζί, για να καταλάβουμε ότι τη ζωή δεν πρέπει να την εκβιάζεις. Σου χαρίζει τα δώρα της όταν πρέπει. Κι αν δεν στα χαρίσει, σε αποζημιώνει αλλιώς.

 

 Ήρθε που λέτε το τέλος του μήνα, η κακιά έμμηνος ρήση άργησε, και εγώ επιτέλους την είχα γραμμένη στα παλαιότερα των υποδημάτων μου. Μη σώσει και έρθει, έχω δύο έμβρυα φυλαγμένα στην κατάψυξη! Πείσμωσε λοιπόν το σύμπαν και μας είπε «πάρτε μια μπουμπού για πρόγευμα και με τα κατεψυγμένα βλέπετε πότε θα τα φάτε...»

 

Ξέρεις πώς ένιωσα; Ότι τερμάτησα. Όπως κάτι Κενυάτες στους Ολυμπιακούς που περνούν την γραμμή του τέρματος και πριν σηκώσουν το κύπελλο λιποθυμούν μέσα στον ιδρώτα τους. Έτσι ακριβώς. Θυμάμαι ότι κοιμόμουν στο δωμάτιο του Αλέξη εκείνο το πρωί του Μαρτίου, γιατί μου είχε ζητήσει να κοιμηθώ μαζί του εξαιτίας κάποιου εφιάλτη, όταν με ξύπνησε η Μπρέντα στις 5:30 το πρωί με το τεστ στο χέρι: «Θεέ μου, είμαι έγκυος!»

 

«Θεέ μου ξέρεις τι κάνεις», σκέφτηκα, και ξανακοιμήθηκα μέχρι τις 7:30, σαν πουλάκι. 

 

Βέβαια, δεν προλάβαμε να χαρούμε. 

Μετά ήρθαν άλλα!