Από τον καιρό που πάω με τον μικρό στους διάφορους
παιδότοπους γίνομαι μάρτυς διαφόρων καταστάσεων οι οποίες θα μπορούσαν να
αποτελέσουν το sequel της διατριβής μου «Κύπριοι
Και Αεροδρόμια» σε «Κύπριοι Και Παιδότοποι». Γιατί όπου συναθροίζονται συμπατριώτες
μου αξίζει να γίνεται και μία νέα κοινωνιολογική μελέτη, αξίζει να συζητιούνται τα
συμπεράσματα. Ιδού, λοιπόν, κάποια χονδρικά, προσωπικά μου ευρήματα σχετικά με το
πώς κυλά η απογευματινή μου ζωή ανάμεσα σε κούνιες, τραμπάλες και τσουλήθρες.
Ο κόσμος νομίζει ότι ο παιδότοπος είναι ένα ασφαλές μέρος
να εξαπολύσει το τέκνον του ενόσω ο ίδιος απολαμβάνει τον καφέ του. Δεν είναι!
Ο παιδότοπος επιβάλλει την επίβλεψή σου καθ’ όλη τη διάρκεια της εκεί
παραμονής σας. Αν τα παιδιά σου είναι αρκετά μεγάλα ώστε να μην χρειάζονται την
επίβλεψή σου, τότε είναι αρκετά μεγάλα για να μην παίζουν στον παιδότοπο.
Ενοχλούν τα μικρότερα παιδάκια και πιθανόν να τα χτυπήσουν. Δεν το καταλαβαίνει
κανείς βέβαια. Άσ’ τα μωρά να παίξουν, κι όποιον πάρει ο Χάρος. Όταν έρθει ο Χάρος, όμως, θα σου ζητούν και τα ρέστα, οπότε να επαγρυπνάς.
Προσωπικά, είμαι συνέχεια με τον γιο μου μέσα στον
παιδότοπο και καταντώ να κάνω τον τροχονόμο στα μπασταρδάκια του καθενός. «Μην
ανεβαίνετε στη στέγη του πλαστικού σπιτιού», «μην σπρώχνεστε», «προσέχετε τα
πιο μικρά παιδάκια», «μην ανεβαίνετε τη τσουλήθρα από την ανάποδη», «μην
δέρνεστε». Γιατί εγώ να μην αράζω μέσα χαλαρός με τον καφέ μου ανά χείρας σαν τους άλλους, και
κάθομαι εδώ να επιβλέπω να μην σκοτωθείτε; Σας χρωστάω; Όχι βέβαια. Δεν πα να
βγάλετε τα μάτια σας να ησυχάσουμε. Το χρωστάω στον γιο μου, όμως, που η άδικη
μοίρα τον θέλει να πρέπει να συνυπάρξει μαζί σας. Δυστυχώς, δεν το λέει η
καρδιά μου να βλέπω παιδάκια, (έστω παιδιά άλλων) να κινδυνεύουν κι εγώ να «παίζω
πελλόν», οπότε αναπόφευκτα επεμβαίνω, αναπόφευκτα νευριάζω, αναπόφευκτα
βλαστημώ.
Οι Κύπριες μάνες όταν με βλέπουν μπάστακα μέσα στον
παιδότοπο, αισθάνονται αμηχανία. Εννοείται ότι όσες φορές έτυχε να μιλήσω σε
κάποιαν, αυτή με απέφυγε θεωρώντας ότι της την πέφτω. Ότι της κολλώ, κατά το
κυπριακότερον. Μπορεί, φερ’ ειπείν να πεις σε μία μητέρα «το κοριτσάκι σας κλαίει
και ζητά νερό», όπως τις προάλλες, και εκείνη αντί να σε ευχαριστήσει που την
ενημέρωσες, να σε αγνοήσει πλήρως, είτε από αγένεια, είτε από έλλειψη βασικής
κοινωνικής μόρφωσης. Εισπράττω και μία ενέργεια του τύπου «ένας μπαμπάς μόνος
του, προφανώς ψάχνεται, δεν του δίνω θάρρος, εγώ το τιμώ το στεφάνι μου», αλλά
επειδή δεν μπορώ να το τεκμηριώσω, το αφήνω να περάσει. Ναι, γενικότερα, το να
πρέπει να συνδιαλεχθείς με άλλη μάνα σε παιδότοπο είναι απογοητευτικό. Κι αν
είσαι ελεύθερος φίλε αναγνώστη, αυτοκτόνα. Δεν έχουν απομείνει γυναίκες σ’ αυτή
τη χώρα.
Τα παιδιά βρίσκουν διασκεδαστικό το ότι ένας μαντράχαλος
του ύψους μου συνυπάρχει με τον γιο του στον παιδότοπο και χαριεντίζεται ποικιλοτρόπως. Μία φορά ένα κοριτσάκι που
διασκέδαζε με το όλο θέαμα, ήρθε και μου είπε ότι θέλει μία αγκαλιά. Αντιλαμβάνεσαι
ότι κρύος ιδρώτας με περιέλουσε και δεν ήξερα πώς να το χειριστώ. Ένας άντρας
που αγκαλιάζει ξένα παιδάκια σε ένα παιδότοπο δεν θέλει και πολύ χαρακτηριστεί
παιδεραστής. Σε παιδί μαλάκα να πέσεις, και να σε καταγγείλει, τύπου: «μπαμπά, αυτός
ο κύριος με αγκάλιασε και με χούφτωσε» πας άκλαφτος. Ευτυχώς στρόφαρα εγκαίρως και
είπα ότι «όλα τα παιδάκια πρέπει να κάνουν μία ομαδική αγκαλιά μεταξύ τους»,
έτσι απέφυγα την οποιαδήποτε επαφή. Βέβαια, αν ήμουν γυναίκα δεν θα υπήρχε ίχνος
παρεξήγησης στο να αγκαλιάζω ξένα παιδάκια μέσα σε έναν παιδότοπο, αλλά
δυστυχώς άμα είσαι άντρας κάτσε να πείσεις ότι δεν είσαι ελέφαντας.
Μία άλλη φορά, σε έναν άλλο παιδότοπο, άκουσα δυο κυρίες να
κουτσομπολεύουν μία γνωστή μου. Έλεγαν ότι «δεν είναι καλή μάνα». Τη
χαρακτήρισαν έτσι επειδή θεωρούσαν ότι βάσει των δικών τους πιστεύω και βάσει
των δικών τους παιδαγωγικών μεθόδων δεν ανταποκρινόταν επαρκώς. Το κακό είναι
ότι εν μέρει συμφώνησα, από μέσα μου. Το καλό είναι ότι το παιδάκι της είναι
μια χαρά ευτυχισμένο και καρφί δεν του καίγεται αν η μαμά του διαφοροποιείται
από τον μέσο τρόπο διαπαιδαγώγησης που έχουμε συνηθίσει στην Κύπρο. Έχω πλέον αναθεωρήσει και χωνέψει
ότι το μοναδικό άτομο που μπορεί να κρίνει αν είσαι καλός γονέας είναι το παιδί
σου, και αυτό, αφότου ενηλικιωθεί. Κανένας άλλος δεν μπορεί να σε κρίνει. Ούτε η σύζυγός σου, ούτε η μάνα σου. Προσωπικά αφότου πέθανε ο πατέρας μου του αναγνώρισα κάποια θετικά
χαρακτηριστικά που είχε στον τρόπο που μας μεγάλωνε. Ενόσω ζούσε δεν του
αναγνώριζα κανένα. Και ό, τι κι αν λέτε, σημασία έχει τι πιστεύει ο άμεσα ενδιαφερόμενος. Εγώ.
Και ναι, ποια είσαι εσύ που θα κρίνεις αν η άλλη είναι
καλή μάνα ή όχι; Ο γιος του Πάμπλο Εσκομπάρ, του Κολομβιανού μαφιόζου, έγραψε ολόκληρο βιβλίο στο οποίο
χαρακτήριζε τον πατέρα του τον καλύτερο που θα μπορούσε να φανταστεί.
Αναγνώριζε την εγκληματική του πλευρά και δεν τον αθώωνε για όσα διέπραξε, αλλά
στην παιδική του ψυχούλα αλλιώς τον είχε χαράξει και καταγράψει. Και εν τέλει αυτό είναι που μετράει.
Να το εμπεδώσουμε και οι υπόλοιποι. Δεν είμαστε καλοί γονιοί επειδή ακολουθούμε ντιρεκτίβες, επειδή διαβάσαμε σχετικά βιβλία ή επειδή τον ταΐζαμε κέηκ χωρίς
ζάχαρη. Καλοί γονιοί θα θεωρηθούμε αν λίγο πριν πεθάνουμε το ακούσουμε από τα χείλη τους και αν το λένε με όλη τους την καρδιά. Αν δεν το πουν, δεν πειράζει, μικρό το κακό, ούτως ή
άλλως μετά από λίγο θα πεθάνουμε.
Κατά τα άλλα, μισώ τους παιδότοπους της Κύπρου και θεωρώ
ότι είναι όλοι πολύ basic, πλην ελαχίστων
εξαιρέσεων, και απορώ με τον εαυτό μου πώς τόσα χρόνια δεν είχα κάνει ένα
δάνειο να ανοίξω ένα θεματικό πάρκο στα πρότυπα της Ντίσνεϊλαντ, να
ξεστραβωθούν τα τέκνα μας, που εν έτει 2018 ακόμα μεγαλώνουν με τραμπάλες, κούνιες
και λοιπά ξεπερασμένα παιχνίδια μπυθουλέικα. Όχι ότι μας αξίζει κάτι καλύτερο.
Κουβέντα να γίνεται.