Σήμερα θα σου πω μια ιστορία για την 11η Σεπτεμβρίου και για ένα
διαταραγμένο φίλο του πατέρα μου. Πώς συνδυάζονται τα δύο; Διάβασε πιο κάτω.
Ο Πατέρας μου είχε ένα φίλο, για τον οποίο ξέραμε πως ήταν τρελός και διέμενε στη Στοκχόλμη. Διαγνωσμένος τρελός. Δεν ξέρω πού και πώς είχαν γνωριστεί ούτε πώς κατέληξε στη Στοκχόλμη,
αλλά γενικά στο σόι μας έχουμε μια τάση να κάνουμε παρέα με τρελούς και παράξενους ανθρώπους, έχω άλλωστε μεγαλώσει
με τον πατέρα μου να μου διηγείται ανέκδοτες ιστορίες για τρελούς γνωστούς του,
οπότε δεν το είχα ψάξει περισσότερο, το θεωρούσα φυσικό. Σημείωσε πως όταν
αναφέρομαι σε τρελούς, και δη διαγνωσμένους τρελούς, εννοώ άτομα με ψυχιατρικές
διαταραχές, με τρελόχαρτο υπογραμμένο, σφραγισμένο, και όχι σε τρελούς με τη
μεταφορική έννοια.
Αυτός ο τρελός κύριος λοιπόν, ήταν Κύπριος αλλά ζούσε μόνιμα στη Στοκχόλμη.
Για κάποιο λόγο κάθε χρόνο μας έστελνε μια χριστουγεννιάτικη κάρτα με ευχές.
Έγραφε μέσα με ορνιθοσκαλίσματα την ιστορία της ζωής του. Δεν τον έφτανε ένα «Καλά
Χριστούγεννα», έπρεπε κάθε χρόνο να μας γράψει τα προβλήματά του, να μας περιγράψει
τον καιρό της Σουηδίας, να ρωτήσει για εμάς, όλα αυτά συμπυκνωμένα σε μια
κάρτα, χωρίς ιδιαίτερη συνοχή λόγου. Ξεκινούσε με «χιόνισε σήμερα» και συνέχιζε
με «ελπίζω να είναι καλά η οικογένεια σου» και τελείωνε με ένα «κερδίζουν έδαφος οι δημοκρατικοί στις εκλογές».
Ο πατέρας μου μας μάζευε κάθε φορά στο τραπέζι της κουζίνας και μας διάβαζε
την κάρτα, εμείς γελούσαμε, είχε καταντήσει η όλη φάση με παράδοση που προμήνυε
τον ερχομό των Χριστουγέννων. Πέραν της κάρτας, ο τρελός κύριος μας έπαιρνε και
τηλέφωνο από καιρού εις καιρόν, συνήθως σε μεταμεσονύχτιες ώρες. Θυμάμαι τον
πατέρα μου να ξυπνά μέσα στο βράδυ και να του μιλά εκνευρισμένος κοφτά και
μονολεκτικά για να τον αποφύγει και να αναγκαστεί να του το κλείσει. Επειδή
καμιά φορά ανησυχούσαμε εξ αιτίας του ακατάλληλου της ώρας, ξυπνούσαμε και
μαζευόμασταν οικογενειακώς γύρω από το τηλέφωνο για να μάθουμε τι έγινε, ώσπου
ο πατέρας μου μας έγνεφε πως επρόκειτο για τον τρελό από την Σουηδία και ανακουφιζόμασταν.
Βάζουμε εδώ μια άνω τελεία για τον τρελό και πάμε στην 11η
Σεπτεμβρίου.
Η 11η Σεπτεμβρίου εμάς μας βρήκε σοκαρισμένους. Σοκαρισμένους
γιατί λίγο μετά τις επιθέσεις και την κήρυξη του πολέμου των ΗΠΑ κατά του
Αφγανιστάν, εγώ έπρεπε να ταξιδέψω στην Αγγλία για να συνεχίσω τις σπουδές μου.
Ήταν τότε που βιώναμε παραληρήματα και τρομάζαμε ομαδικώς στην ιδέα να
πετάξουμε με αεροπλάνο γιατί δεν ξέραμε σε ποιο πύργο θα καρφώναμε. Είχαν
αλλάξει άρδην και οι κανόνες ασφαλείας, δεν γνωρίζαμε καλά-καλά τι έπρεπε να
κουβαλούμε μαζί μας, είχαμε σαλέψει.
Την ίδια εποχή είχαν αρχίσει να συμβαίνουν οι επιθέσεις με άνθρακα μέσω ταχυδρομείου στον Λευκό Οίκο,
εάν θυμάστε. Άνοιγες τον φάκελο από τον άγνωστο αποστολέα, έβρισκες μέσα σκόνη
από άνθρακα, την οσφραινόσουν και πέθαινες. Τα ΜΜΕ είχαν φάει τους τόπους με
προειδοποιήσεις να μην ανοίγουμε τίποτα που προέρχεται από άγνωστο αποστολέα. Όπως
κατάλαβες, ο πανικός που σπάρθηκε, θερίστηκε και στο σπίτι μας με τη μάνα μου
και τη γιαγιά μου να με ξορκίζουν να μην τολμήσω να ανοίξω ουδέν φάκελο ενόσω είμαι
στην Αγγλία, γιατί θα μπορούσε να ήταν άνθρακας. Όσο το σκέφτομαι τόσα χρόνια
μετά ότι μπορούσε ένας Κύπριος φοιτητάκος σε μια αγγλική, επαρχιακή εστία να
αποτελέσει στόχο τρομοκρατών μέσω ταχυδρομείου, απορώ με τα γονίδια μου, αλλά
δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Λίγες μέρες πριν επιστρέψω στην Αγγλία και ενόσω παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις
με δέος, τι συνέβη άραγε; Λάβαμε πακέτο,
από άγνωστο αποστολέα!
Η μάνα μου ήρθε έντρομη στο σπίτι κρατώντας την ειδοποίηση του ταχυδρομείου
και ενημέρωσε ότι το πακέτο αφορούσε τον πατέρα μου. Ξεκαθάρισε ότι δεν
προτίθετο να το συλλέξει η ίδια γιατί φοβόταν μην τη φάει ο άνθρακας πάνω στο
άνθος της ηλικίας της, και έκανε πάσα στον πατέρα μου, ο οποίος ούτως ή άλλως
ήταν και ο παραλήπτης. Ο πατέρας μου από την άλλη, ουδέποτε είχε ιδιαίτερα
πάρε-δώσε με το ταχυδρομείο, και δεδομένων των συνθηκών αρνούνταν και να
αποκτήσει διά της παραλαβής του διαολεμένου πακέτου. Έγινε καβγάς -κλασικά, του τύπου «δεν το θέλω το πακέτο», «γράφει το όνομά σου, εσύ να πας να
το φέρεις», και ψάχναμε οικογενειακώς τον εθελοντή - ήρωα που θα έκανε την
υπέρβαση και θα έφερνε το μυστηριώδες πακέτο στο σπίτι.
Πέρασαν μέρες και ουδείς προσφερόταν να θυσιαστεί. Πλησίαζε η τελευταία
μέρα παραλαβής του και έπρεπε να παρθεί μια απόφαση. Γιατί μπορεί μεν
να μην θέλαμε τον σατανά μες το σπίτι μας, αλλά από την άλλη μας έκαιγε η
περιέργεια να μάθουμε τι περιείχε.
Πήγε η μάνα μου τελικά και το έφερε. Το έβαλε πάνω στο τραπέζι της τραπεζαρίας
και το άφησε εκεί. Δεν ήταν διατεθειμένη να το ανοίξει. Ούτε ο πατέρας μου.
Ούτε η αδελφή μου. Εμένα δεν με άφηναν να το αγγίξω. Το κοιτάζαμε και μας κοίταζε
μια ολόκληρη ημέρα. Αν ήταν ωρολογιακή βόμβα θα είχαμε πάει όλοι άκλαυτοι. Αν
ήταν δένδρο θα είχε βγάλει λουλούδια.
Μέχρι που προσέξαμε ότι ήταν πακέτο
προερχόμενο από τη Σουηδία. Κάναμε τον συνειρμό με τον τρελό, αλλά δεδομένου
ότι ο συγκεκριμένος έδινε σημεία ζωής μόνο κάθε Χριστούγεννα, δεν ρισκάραμε να
το ανοίξουμε. Σκέψου παράνοια! Τόσο σίγουροι ήμασταν ότι επρόκειτο για δώρο από
τον Μπιν Λάντεν που για ώρες συζητούσαμε ποιος θα άνοιγε το πακέτο! Δεν υπήρχε
καν η εκπομπή της Χατζηβασιλείου τότε, να ζητούσαμε από εκείνη να μας κάνει τη
χάρη.
Εν πάση περιπτώσει, για να τελειώνουμε, το ανοίξαμε. Ευλαβικά, σαν σε
ιεροτελεστία. Τελικά, το πακέτο ήταν μια άσπρη κούτα που περιείχε μέσα κάτι το
ασύλληπτο:
Ένα CD της Σελίν Ντιόν!
Εκείνο που περιείχε και το “It’s all coming back to me now” του 1996, αν δεν απατώμαι.
Ούτε κάποια κάρτα, ούτε κάποιο σημείωμα. Ένα σκέτο CD της Σελίν Ντιόν. Και μάλιστα δεν ήταν καν
αυθεντικό, το εξώφυλλο του ήταν φωτοτυπημένο, το δισκάκι μέσα γρατζουνισμένο,
το γυαλί της θήκης ραγισμένο…
Μάλιστα. Άνθρακας ο θησαυρός indeed! Ένα CD της Σελίν Ντιόν
προφανώς απεσταλμένο από τον τρελό στη Σουηδία. Ο πατέρας μου ήθελε να το πετάξουμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Εγώ παραξενεύτηκα, οι υπόλοιποι δεν
έδωσαν πάνω από δυο λεπτά σημασία. Το θέμα είναι ότι δεν διανοούμασταν να
τηλεφωνήσουμε του τρελού να επιβεβαιώσουμε την αποστολή και παραλαβή του δέματος,
μην τυχόν και μας αρχίσει σε ακατάληπτο μπλα-μπλα, και έτσι δεν μπορούσαμε να
αποκωδικοποιήσουμε τη σημασία του δώρου. Και έτσι άδοξα, χωρίς πολλά, πολλά, το
πετάξαμε το δέμα στα σκουπίδια. Και το CD μαζί.
Έκτοτε δεν ξανά-λάβαμε χριστουγεννιάτικη κάρτα από τον συγκεκριμένο κύριο,
μα ούτε τηλεφώνημά του. Η Σελίν Ντιόν ήταν το κύκνειο άσμα του.
Εκ των υστέρων, και κάθε 11η Σεπτεμβρίου αναρωτιέμαι. Γιατί δεν
δοκιμάσαμε να βάλουμε τον δίσκο να παίξει σε κάποιο CD player; Μπορεί να περιείχε ένα ηχογραφημένο μήνυμα. Μπορεί αν
βάζαμε τον δίσκο σε υπολογιστή να βρίσκαμε κάποιο πολύτιμο αρχείο, ένα χάρτη
θησαυρού, μια σπάνια φωτογραφία, μπορεί να αποκαλυπτόταν ένα πανάρχαιο μυστικό.
Μπορεί να έγραφε ποιος κείτεται στον τάφο της Αμφίπολης, ξερωγώ.
Δεν θα μάθουμε ποτέ. Και μπορεί να μην έπρεπε να μάθουμε στην τελική.
Ήταν όμως από τις πιο σουρεαλιστικές οικογενειακές στιγμές που έχω ζήσει και μερικές φορές σκέφτομαι ότι μου δίνει τέλειο έναυσμα για σενάριο ταινίας.