Χθες βράδυ λάβαμε εν τέλει την αφίσα για τη φετινή μας παράσταση
και αρχίσαμε να την προωθούμε. Η αφίσα είναι καθοριστικής σημασίας για κάθε μας
παράσταση. Άμα αποφασιστεί κι αυτή, είναι σαν να μπήκαμε στην τελική ευθεία.
Δεν υπάρχει επιστροφή. Θα παίξουμε. Σας το ανακοινώνω και επίσημα, να
τσακιστείτε να έλθετε.
Φέτος κλείνω δέκα χρόνια στο ερασιτεχνικό θέατρο με
δεκατρείς παραστάσεις στην καμπούρα μου. Να σου πω ότι κουράστηκα; Ναι,
κουράστηκα. Το να κάνω απογευματινές – βραδινές πρόβες με έγνοια ένα μωρό που
πρέπει να λουστεί και να κοιμηθεί στο μεταξύ, είναι εξαντλητικό. Το να τρώω τα
σαββατοκύριακά μου σε πεντάωρες εντατικές πρόβες, επίσης. Δεν σώνω άλλο.
Κάποτε, όταν είχαν πρωταρχίσει, το 2008, θυμάμαι ότι
διάβαζα τα λόγια μια φορά και δεν χρειαζόταν δεύτερη. Κολλούσαν όλα στον
εγκέφαλο. Υπήρχαν έργα που ήξερα όλους τους ρόλους απέξω, όχι μόνον τον δικό
μου. Στεκόμουν στα παρασκήνια και τα έλεγα όλα ψιθυριστά, για να περάσει η ώρα
να βγω να παίξω. Υπήρχαν έργα που και να έχανα μια ατάκα πάνω στο στρες της σκηνής
το έσωζα χωρίς να το πάρει κανένας είδηση. Περασμένα μεγαλεία. Πλέον, και εκατό
φορές να διαβάσω τα λόγια, δεν κολλούν στο μυαλό. Θα πω το νόημα αυτών που
διάβασα, όχι την ατάκα αυτή καθεαυτή. Αν πάλι τα χάσω, θα αυτοσχεδιάσω τσάτρα
πάτρα. Θα υπάρξει κενό, αμηχανία, οι θεατές θα το καταλάβουν. Δεν έχω τα
αντανακλαστικά του παρελθόντος. Ίσως να φταίνε και τα χάπια που παίρνω που
συχνά με χαντακώνουν. Μα, ναι, το έχω διαπιστώσει, έχω αισθανθεί τη διαφορά.
Να τα παρατήσω; Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν μείνει
πολλά έργα που να θέλω να παίξω. Δυο τρία απωθημένα έμειναν για να είμαι
ειλικρινής, τα οποία είναι και μεγαλεπίβολα και πολυέξοδα. Αλλά αν τα παρατήσω
είναι σαν να παραδίνομαι. Τις προάλλες πήγα να δω τις «επικίνδυνες σχέσεις» στις
Αποθήκες το ΘΟΚ και με το που πάρκαρα με έπιασε λύσσα από τη ζήλεια. Από πού κι
ως που να παίζουν άλλοι σε ένα θέατρο που αγάπησα ως δικό μου τα τελευταία
χρόνια με τις τόσες επιτυχίες της ομάδας; Ακόμη και η μυρωδιά του χώρου μου ήταν τόσο
οικεία που ήθελα να μπω να τους ρωτήσω τι δουλειά έχουν όλοι αυτοί σ’ ένα
θέατρο που μυρίζει την ομάδα μου.
Είχα πάει και είχα δει μία ερασιτεχνική παράσταση πριν
πολύ καιρό, μιας ομάδας που ο μέσος όρος ηλικίας ήταν τα 45. Ήταν άβολο το
θέαμα. Είχα πει τότε, με το θράσος των ατίθασων νιάτων που με διακατείχε, ότι
αν φτάσω τα 45 και ακόμα χτυπιέμαι στα σανίδια σαν καημένος κυριούλης, σας επιτρέπω
να με πετροβολήσετε. Ε, να τα, τα 45! Μου κλείνουν το μάτι. Δεν μπορώ να
διανοηθώ ότι θα υπάρξει τέλος σ’ όλη αυτή την δημιουργική διαδικασία και σ’
αυτό το παρεάκι. Μπορεί να δηλώνω πτώμα, αλλά η σκέψη ότι όλο αυτό θα
ξεφουσκώσει του χρόνου, αφού όλοι πλέον θα έχουμε άλλες προτεραιότητες και
υποχρεώσεις είναι σαν να μου λες, ετοιμάσου, σου βρήκαμε γηροκομείο.
Δεν ξέρω τι να σου πω. Ξέρω ότι κουράστηκα, αυτό είναι
γεγονός. Ξέρω ότι δεν έχω τη λάμψη και τον ενθουσιασμό που είχα όταν ξεκινούσα
πριν δέκα χρόνια, επίσης γεγονός. Αλλά να σου πω ευθαρσώς ότι θα το κόψω; Θα πεθάνω την ίδια
ώρα!
Στο «Τελευταίο Πάτωμα» λοιπόν, και ας ευχηθούμε να μην
είναι προφητικός ο τίτλος.
Να έλθετε, η Τάτση και η Μαριλένα έκαναν εξαιρετική
δουλειά. Πήραν το κείμενο και του γάμησαν τα πάτερα, βγήκε κάτι άλλο, πολύ
ανατρεπτικό, πειραματικό και παράξενο, το οποίο όμως τηρεί τις ισορροπίες ώστε
να μην πείτε στο τέλος «τι ήταν αυτό που είδαμε».
Σας περιμένουμε, λοιπόν, και οι λεπτομέρειες επί της αφίσας.
Καλήν επιτυχίαν! Θα προσπαθήσω να έρτουμεν.
ΑπάντησηΔιαγραφή