Η Σοφοκλέους Αντιγόνη, το γένος Παρθενόπη, πλησίαζε τα 40
χωρίς να έχει κάνει ποτέ στη ζωή της σεξ. Ήταν παρθένα από άποψη, ή μάλλον από
μαλάκυνση, αφού πίστευε ότι ο έρωτας και το σεξ είναι πράγματα αλληλένδετα και
ως τέτοια θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται. Ως εκ τούτου φυλούσε θερμοπύλες,
κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τόσο καλά τις φυλούσε που ούτε ένας εκ των
τρακοσίων του Λεωνίδα δεν ήτο δυνατό να διεισδύσει μέσα τους. Όχι πως το
λαχταρούσαν κιόλας. Η Σοφοκλέους Αντιγόνη ήταν αρκετά άσχημη, άβυζη, κοκαλιάρα
και άτσαλη γενικότερα ενώ, σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήταν και δασκάλα. Όπως κατάλαβες,
ούτε οι τριακόσιοι του Λεωνίδα ήταν δυνατόν να ενδιαφέρονται να τη ρίξουν στο
κρεβάτι, ούτε καν οι τρείς Καμπαλέρος.
Όλη αυτή η ανασφάλεια για την εμφάνισή της, σε συνδυασμό
με την ευρύτερη κουλτούρα της, την εξώθησαν να μεγαλοποιήσει το σεξ στο μυαλό της,
σε βαθμό που το αντιμετώπιζε ως κάτι το ιερό και ως εκ τούτου, άπιαστο. Τα
χρόνια πέρασαν, η ανασφάλεια μετατράπηκε σε φόβο, ο φόβος σε παραίτηση και να
που τα σαράντα φάνηκαν στον ορίζοντα. Προκειμένου να πετάξει από πάνω της τη
ρετσινιά της παρθένας, της γεροντοκόρης, της αγάμητης και λοιπών κοσμητικών
επιθέτων που της φώναζαν οι μαθητές στο σχολείο, η Σοφοκλέους Αντιγόνη
αποφάσισε να δώσει ένα τέλος σ’ αυτή της την κατάσταση και να γιορτάσει τα
40χρονα της μ’ ένα βράδυ στο σπέρμα βουτηγμένο.
Μπήκε σε ένα σάιτ γνωριμιών να βρει άντρα (μεγάλος
συμβιβασμός για τα μέχρι πρότινος πιστεύω της), αλλά ο ένας της βρομούσε, ο άλλος
της ξίνιζε και δεν μπορούσε να διαλέξει. Αντί να επιλέξει γκόμενο βάσει
εμφάνισης, αυτή τους απέρριπτε από τα χόμπι και τα ενδιαφέροντα, λες και θα τους
παντρευόταν. Όταν είδε λοιπόν ότι ούτε με τη μέθοδο α λα καρτ θα έβλεπε χαρά
στα σκέλια της, αποφάσισε να πληρώσει ένα ζιγκολό, ο οποίος εφόσον θα
πληρωνόταν, θα όφειλε να είναι όπως τον ήθελε. Θα πληρούσε όλες τις προδιαγραφές
βάσει συμβολαίου, βάσει συμφωνίας. Θα έπρεπε να υποδυθεί ρόλο, δεν θα άφηνε την
τυχόν μπανάλ καταγωγή ή και συμπεριφορά του, να της χαλάσουν τη φαντασίωση.
Εντόπισε, λοιπόν, έναν κύριο που εκ πρώτης όψεως ήταν επιβλητικός, φαινόταν
ελαφρώς μεγαλύτερός της, σοβαρός, μορφωμένος και προ πάντων, εγκεφαλικός. Στο
προφίλ του έγραφε ότι ασχολείται με τη συνοδεία κυριών ως χόμπι, ως δεύτερη δουλειά, επειδή τον
καύλωνε η ιδέα να προσφέρει ηδονή σε γυναίκες που ήθελαν το κατιτίς παραπάνω - επί πληρωμής.
Η Σοφοκλέους Αντιγόνη του εξήγησε το σχέδιο με μέηλ.
Ήθελε να έρθει στο σπίτι της ντυμένος με τα πιο ακριβά του ρούχα, κρατώντας ένα
μπουκάλι κρασί, και να υποδυθεί τον άντρα της αδελφής της. Παρένθεση: Η Σοφοκλέους Αντιγόνη έχει μια αδελφή που είναι πολύ ομορφότερή της, πολύ
εξυπνότερή της, και η οποία παιδιόθεν την περιθωριοποιούσε. Ακουσίως, μα την
περιθωριοποιούσε. Εξ αιτίας της η Σοφοκλέους Αντιγόνη μεγάλωσε σαν η
παρακατιανή της οικογένειας και ο μοναδικός γκόμενος που θέλησε στη ζωή της πραγματικά,
ως έφηβη, ήταν αυτός που έμελλε να ερωτευτεί και να παντρευτεί την αδελφή της.
Δεν την έφτανε δηλαδή η μοίρα της η σακατεμένη, είχε στο βιογραφικό της και μία
αδελφική ‘προδοσία’ που θέριεψε με τα χρόνια και ζητούσε εκδίκηση. Ήθελε
λοιπόν, να ζήσει σαν φαντασίωση ότι την ημέρα των γενεθλίων της θα έκανε σεξ με
τον άντρα της αδελφής της. Έτσι, για να πάρει το αίμα της πίσω.
Μάλιστα, όταν μίλησαν στο τηλέφωνο του εξήγησε επί λέξει:
«Θα έρθεις να χτυπήσεις το κουδούνι, θα υποκρίνεσαι ότι με ξέρεις από 15 χρονών
και θα μου πεις ότι τώρα που η αδελφή μου λείπει από τη χώρα είναι ευκαιρία να
ζήσουμε αυτά που δεν ζήσαμε μια ζωή. Μετά θα βγούμε στο μπαλκόνι, θέλω να μου
βγάλεις τα βυζιά έξω από το σουτιέν, να παίξεις με αυτά ώσπου να
μελανιάσουν, να με γυρίσεις βίαια προς τον δρόμο, να μου σηκώσεις το
φουστάνι και να με πάρεις επί τόπου, στα όρθια, ώσπου να μας ακούσει όλο το
Καϊμακλί».
Ο ζιγκολός δεν έφερε αντίρρηση, άλλωστε ο συγκεκριμένος
είχε τεράστια εμπειρία στον χώρο και είχαν δει τα μάτια του πολλά. Πιο πολύ τον
απασχολούσε το πού ακριβώς θα έβρισκε αυτά τα ανύπαρκτα βυζιά να τα ζουλήξει
ώσπου να μελανιάσουν (φάνταζε σαν όρος απαράβατος), παρά το σενάριο που έπρεπε
να ακολουθήσει. Εκτός των άλλων, είχε ξεκαθαρίσει εκ των προτέρων ότι θα
πληρωνόταν στην αρχή της επίσκεψης οπότε ουδόλως τον απασχολούσε αν θα κέρδιζε
το Όσκαρ του πρώτου αντρικού ψώλου.
Και ήρθε, αισίως, η μέρα του happy birthday. Η Σοφοκλέους Αντιγόνη πήγε και
αγόρασε καινούρια, ακριβά εσώρουχα, πήγε κομμωτήριο, πήγε αισθητικό, πήγε για
εξορκισμό, και στις 10:00 στήθηκε και περίμενε το δώρο της. Το οποίο δώρο ήρθε
στην ώρα του, βάσει πρωτοκόλλου, έπαιξε όσο πιο πειστικά γινόταν τον ρόλο του
παρά τις όποιες στιγμές αμηχανίας, ξευτίλισε εκ του μακρόθεν και διά φαντασίας
την αδελφή της πελάτισσάς του με απανωτά: «Εσένα θέλω, εσένα ήθελα πάντα
μουνάρα μου, την αδελφή σου την καριόλα την έχω μόνο για τα λεφτά της!», και
αποχώρησε κύριος. Μα, φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας!
Μπορεί η παρθενιά της Σοφοκλέους Αντιγόνης να ήτο παρελθόν, μπορεί
η ίδια να ξεμπλόκαρε επιτέλους και να αναγνώρισε ότι μόλις είχε πετάξει €300 για κάτι
που τελικά ήταν πολύ φθηνότερο, μα τώρα θα άρχιζε το πραγματικό γαμήσι. Ο
κύριος, που στον ελεύθερο του χρόνο πωλούσε ηδονή με τη σέσουλα, στην
πραγματικότητα ήταν κι αυτός δάσκαλος. Δεν άργησε, λοιπόν, η μέρα που η Σοφοκλέους Αντιγόνη μετατέθηκε από το Δημοτικό σχολείο στο οποίο εργαζόταν σε
ένα άλλο, όπου ο ζιγκολός εκτελούσε επίσης χρέη διδασκάλου, άλλης μορφής!
Ο ίδιος έσπευσε να κατευνάσει τις ανησυχίες της κυρίας Σοφοκλέους η οποία με το που τον είδε άλλαξε όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου,
ξεμοναχιάζοντάς την στον σύλλογο κατά τη διάρκεια του τρίτου διαλείμματος, και
εξηγώντας της ότι πάνω απ’ όλα είναι εχέμυθος, καθότι και ο ίδιος παντρεμένος,
οπότε δεν είχε λόγο να φοβηθεί το οτιδήποτε. Παρόλα αυτά, η Σοφοκλέους
Αντιγόνη, πρώην παρθένα δασκάλα και νυν μέγας χορηγός του αγοραίου έρωτα
πανικοβλήθηκε τα μάλα, έπαθε panic attack που λέμε λαϊκά στη
Νήσο των Αγίων, και έσπευσε να επικοινωνήσει με έναν γνωστό της στο Υπουργείο
Παιδείας, που ήξερε τον Υπουργό, να τη μεταθέσει επειγόντως αλλού.
Όπερ και εγένετω. Η Σοφοκλέους Αντιγόνη μετατέθηκε σε ένα
Δημοτικό σχολείο της ορεινής Κύπρου και ησύχασε, παρόλα αυτά, με την τρομάρα
που πήρε και την ντροπή που αισθάνθηκε αμφιβάλλω αν επιχείρησε ξανά να
πηδηχτεί, καθότι όπως είπε και ο σοφός λαός: όποιος καίγεται στο χυλό, μετά
φυσά και το γιαούρτι.
τραγωδία η υπόθεσης!
ΑπάντησηΔιαγραφήΘεός απλά. Τέλειο κείμενο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην φαντασίωση με το μπαλκόνι χωρίς τα βυζιά έξω βέβαια είχα την και εγώ με την διαφορά ότι είμαι πανέμορφη, πανέξυπνη και όλα τα πανέ!(άδε άδε αποκαλύψεις) Επίσης μένω σε πολλά πιο αρχοντική γειτονιά που το Καιμακλί (έχει έτσι πράμα στην Κύπρο??:))),εν έχω μπαλκόνι,επίσης είμαι και λλίον ψώνιο και δεν έχω αδερφή! Έπαθα παράκρουση, οιμέ, αλί αλί και τρισαλί τι μου μελλε να πάθω!! Γιαυτό σήμερα ραντεβού με τον ψυχολόγο να με ελέγξω!:))))επείγον!
Πέραν του άψογου αλληγορικού κειμένου σου, μου έκανε εντύπωση που θυμάσαι ότι στο δημοτικό κάμνουμε τρία διαλείμματα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια την ιστορία τα διαλείμματα άλλαξαν σε:
1ο > 20'
2ο > 15'
3ο > 10'
Τα 5' που προστέθηκαν στο 2ο διάλειμμα αφαιρέθηκαν από την τελευταία περίοδο που διαρκεί πλέον 35'.
Μόλις είδα τον τίτλο, νόμιζα έκανες πλάκα με τις..επιλογές μας στις ευρωεκλογές και ήσουν ανάμεσα σε δύο "μεγαθήρια" !!!( μπλιαχ)
ΑπάντησηΔιαγραφήΘεός απλά!
ΑπάντησηΔιαγραφήTo kapses ligo alla opos panta apolafstikos
ΑπάντησηΔιαγραφή