Ναι, έχω πέσει χαμηλά, έχω κάνει ακρότητες, αλλά είχα πάντα για έμβλημα μου τον έρωτα και την αγάπη, οπότε δεν με νοιάζει ό,τι κι’ αν λέτε.
Θυμάμαι το 2001, όταν είχαν ανάψει για τα καλά τα λαμπάκια μου με την Κολομβιανή οπτασία. Είχα πιάσει πάτο. Ένα βράδυ, θα ήταν τρεις το πρωΐ, εκεί που κοιμόμαστε στην εστία, χτύπησε fire alarm. Τυλίχτηκα την κουβέρτα και βγήκα έξω με τους υπόλοιπους φοιτητές περιμένοντας την πυροσβεστική. Στο κήπο που μαζευτήκαμε διέκρινα πως η κοπέλα που μ’έκαψε απουσίαζε!
«Πού είσαι μωρή μαλάκω και δεν κατεβαίνεις; Κουφάθηκες ή ξενοκοιμάσαι; Μάλλον κουφάθηκες διότι το δεύτερο δεν θέλω να το πιστέψω!»
Παράτησα τον όλο πανικό που συνέβαινε στον κήπο και έτρεξα στο δωμάτιο της. «Μπορεί να μην άκουσε το συναγερμό κύριε πυροσβέστη μου, αφήστε με να την σώσω!» Που να καεί στην κόλαση, να καεί! Διότι εδώ που τα λέμε, για να μην ακούσει κάποιος το fire alarm πάει να πει ότι γεννήθηκε χωρίς αφτιά!
Πήγα και χτύπησα την πόρτα της με τραγικό ύφος του στυλ: «Βυθίζεται ο Τιτανικός αγάπη μου, και εσύ πνίγεσαι στην καμπίνα σου!» Βάρεσα μια, βάρεσα δυο, βάρεσα και το κεφάλι μου στο τέλος, αλλά τίποτα! Καμία ανταπόκριση! Σε ποιανού το δωμάτιο κοιμάσαι, πουτάνα!
Μου έκοψαν που μου έκοψαν τον ύπνο στη μέση, δεν θα τελείωνε έτσι αυτή η νύχτα. Ήξερα πως η δεσποινίς εκείνη την περίοδο δεχόταν αποπνιχτική πολιορκεία από έναν Άγγλουρα, ονόματι Στήβεν. Ήξερα ότι αυτός έμενε στο παλιό κτιριακό συγκρότημα της εστίας, αλλά ιδέαν δεν είχα πού ακριβώς. «Λες να είναι εκεί τώρα τα πιτσουνάκια μου; Γι’ αυτό και δεν τους έπιασε ο συναγερμός;» Έπρεπε να μάθω!
Αίφνης θυμήθηκα πως στην αρχή της χρονιάς, μας είχαν δώσει ένα κατάλογο με όλους τους ένοικους της εστίας και τα τηλέφωνα τους. Χάριν κοινωνικοποίησης. Ρακοσυλλέκτης όντας ήμουν σίγουρος πως είχα κρατήσει το χαρτί εκείνο. Με τη λήξη του συνεγερμού και αφού μας επιβεβαίωσαν οι πυροσβέστες ότι δεν καήκαμε (τρόπος του λέγειν, διότι εμένα καιγόταν το σπίτι και τα μπαντζάκια μου!) μπήκα φουριόζος στο δωμάτιο μου και άδειασα τα συρτάρια μου. Βρήκα τη λίστα με τα ονόματα, τα δωμάτια και τα τηλέφωνα.
Μάζεψα άλλα δυο άτομα που δεν τους άξιζε ο ύπνος, και πιάσαμε δουλειά: «Όπου βλέπεις δωμάτιο με όνομα Στήβεν, υπογράμμισε το!» Θα είχε καμιά 10αριά Στήβεν η εστία μου. Λογικό αν σκεφτείς πως εκεί έμεναν καμιά 300αριά άτομα. «Και τώρα τι;» Με ρώτησαν. Τι, τι; Θα πάμε σε κάθε δωμάτιο ξεχωριστά να στήσουμε αφτί! «Και αν την πετύχεις σε δωμάτιο αλλουνού δηλαδή, τι θα καταλάβεις;» Τίποτα. Αλλά τουλάχιστον θα ξέρω! Και μετά θα κοιμηθώ τον ύπνο του δικαίου, με το κούτελο καθαρό!
Περάσαμε απ’ όλα τα δωμάτια με Στήβεν μέσα. Δεν την πετύχαμε πουθενά, ούτε ακούσαμε τίποτις ύποπτο. Επέστρεψα στο δωμάτιο μου και λαγοκοιμήθηκα. Αναρωτιέμαι αν ποτέ μου ξύπνησα...
Αυτά, στα 21 μου.
Σήμερα δεν θα έκανα ποτέ κάτι τόσο ‘μικρό.’ Ή μήπως όχι;
Θυμάμαι το 2001, όταν είχαν ανάψει για τα καλά τα λαμπάκια μου με την Κολομβιανή οπτασία. Είχα πιάσει πάτο. Ένα βράδυ, θα ήταν τρεις το πρωΐ, εκεί που κοιμόμαστε στην εστία, χτύπησε fire alarm. Τυλίχτηκα την κουβέρτα και βγήκα έξω με τους υπόλοιπους φοιτητές περιμένοντας την πυροσβεστική. Στο κήπο που μαζευτήκαμε διέκρινα πως η κοπέλα που μ’έκαψε απουσίαζε!
«Πού είσαι μωρή μαλάκω και δεν κατεβαίνεις; Κουφάθηκες ή ξενοκοιμάσαι; Μάλλον κουφάθηκες διότι το δεύτερο δεν θέλω να το πιστέψω!»
Παράτησα τον όλο πανικό που συνέβαινε στον κήπο και έτρεξα στο δωμάτιο της. «Μπορεί να μην άκουσε το συναγερμό κύριε πυροσβέστη μου, αφήστε με να την σώσω!» Που να καεί στην κόλαση, να καεί! Διότι εδώ που τα λέμε, για να μην ακούσει κάποιος το fire alarm πάει να πει ότι γεννήθηκε χωρίς αφτιά!
Πήγα και χτύπησα την πόρτα της με τραγικό ύφος του στυλ: «Βυθίζεται ο Τιτανικός αγάπη μου, και εσύ πνίγεσαι στην καμπίνα σου!» Βάρεσα μια, βάρεσα δυο, βάρεσα και το κεφάλι μου στο τέλος, αλλά τίποτα! Καμία ανταπόκριση! Σε ποιανού το δωμάτιο κοιμάσαι, πουτάνα!
Μου έκοψαν που μου έκοψαν τον ύπνο στη μέση, δεν θα τελείωνε έτσι αυτή η νύχτα. Ήξερα πως η δεσποινίς εκείνη την περίοδο δεχόταν αποπνιχτική πολιορκεία από έναν Άγγλουρα, ονόματι Στήβεν. Ήξερα ότι αυτός έμενε στο παλιό κτιριακό συγκρότημα της εστίας, αλλά ιδέαν δεν είχα πού ακριβώς. «Λες να είναι εκεί τώρα τα πιτσουνάκια μου; Γι’ αυτό και δεν τους έπιασε ο συναγερμός;» Έπρεπε να μάθω!
Αίφνης θυμήθηκα πως στην αρχή της χρονιάς, μας είχαν δώσει ένα κατάλογο με όλους τους ένοικους της εστίας και τα τηλέφωνα τους. Χάριν κοινωνικοποίησης. Ρακοσυλλέκτης όντας ήμουν σίγουρος πως είχα κρατήσει το χαρτί εκείνο. Με τη λήξη του συνεγερμού και αφού μας επιβεβαίωσαν οι πυροσβέστες ότι δεν καήκαμε (τρόπος του λέγειν, διότι εμένα καιγόταν το σπίτι και τα μπαντζάκια μου!) μπήκα φουριόζος στο δωμάτιο μου και άδειασα τα συρτάρια μου. Βρήκα τη λίστα με τα ονόματα, τα δωμάτια και τα τηλέφωνα.
Μάζεψα άλλα δυο άτομα που δεν τους άξιζε ο ύπνος, και πιάσαμε δουλειά: «Όπου βλέπεις δωμάτιο με όνομα Στήβεν, υπογράμμισε το!» Θα είχε καμιά 10αριά Στήβεν η εστία μου. Λογικό αν σκεφτείς πως εκεί έμεναν καμιά 300αριά άτομα. «Και τώρα τι;» Με ρώτησαν. Τι, τι; Θα πάμε σε κάθε δωμάτιο ξεχωριστά να στήσουμε αφτί! «Και αν την πετύχεις σε δωμάτιο αλλουνού δηλαδή, τι θα καταλάβεις;» Τίποτα. Αλλά τουλάχιστον θα ξέρω! Και μετά θα κοιμηθώ τον ύπνο του δικαίου, με το κούτελο καθαρό!
Περάσαμε απ’ όλα τα δωμάτια με Στήβεν μέσα. Δεν την πετύχαμε πουθενά, ούτε ακούσαμε τίποτις ύποπτο. Επέστρεψα στο δωμάτιο μου και λαγοκοιμήθηκα. Αναρωτιέμαι αν ποτέ μου ξύπνησα...
Αυτά, στα 21 μου.
Σήμερα δεν θα έκανα ποτέ κάτι τόσο ‘μικρό.’ Ή μήπως όχι;
Ε ρε Χρίστο... έκανες τέτοιο πράγμα για τη μαλ&@%&*;!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά που ήταν?
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν έμαθα ποτέ. Πάντως το περιστατικό της το αποκάλυψα φέτος, και αυτή ξύνισε! Είναι απ' αυτά τα πράματα που δεν θα μάθουμε ποτέ!
ΑπάντησηΔιαγραφήA, ths to eipes kiolas??Wraia!Kinhsh-mat!!
ΑπάντησηΔιαγραφήAngel